25.-(1) Κάθε καταναλωτής έχει δικαίωμα να προβεί σε πλήρη ή εν μέρει αποπληρωμή των υποχρεώσεών του που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης πριν από τη λήξη της εν λόγω σύμβασης.
(2) Στην περίπτωση πρόωρης αποπληρωμής σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), το συνολικό κόστος της πίστωσης προς τον καταναλωτή μειώνεται κατά το ποσό που συνίσταται στους τόκους και τις επιβαρύνσεις για το υπόλοιπο διάστημα της σύμβασης.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 74 του περί Συμβάσεων Νόμου-
(α) Σε περίπτωση που ο καταναλωτής προβεί σε πλήρη αποπληρωμή των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης, η αποζημίωση του πιστωτή υπολογίζεται σύμφωνα με το μαθηματικό τύπο που προβλέπεται στο Παράρτημα IV.
(β) σε περίπτωση που ο καταναλωτής προβεί σε μερική αποπληρωμή των υποχρεώσεων που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης, ο πιστωτής δικαιούται εύλογη και αντικειμενική αποζημίωση, εφόσον αυτό δικαιολογείται, για ενδεχόμενα έξοδα που έχουν άμεση σχέση με την πρόωρη αποπληρωμή, και κυρίως το κόστος που συνεπάγεται για τον πιστωτή η επανατοποθέτηση στη διατραπεζική αγορά κεφαλαίου ποσού ίσου προς το ποσό της πρόωρης αποπληρωμής:
Νοείται ότι, η αποζημίωση δεν υπερβαίνει την οικονομική ζημιά του πιστωτή:
Νοείται περαιτέρω ότι, ο πιστωτής δεν επιβάλλει κυρώσεις στον καταναλωτή.
(4) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (3), ο πιστωτής δεν αξιώνει αποζημίωση για πρόωρη αποπληρωμή -
(α) Σε περίπτωση που η αποπληρωμή αποτελεί προϊόν ασφαλιστικού συμβολαίου, το οποίο προβλέπει παροχή εξασφάλισης για την αποπληρωμή της πίστωσης·
(β) σε περίπτωση που η αποπληρωμή πραγματοποιείται εντός χρονικής περιόδου κατά την οποία το χρεωστικό επιτόκιο είναι κυμαινόμενο.
(5) Παρά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, σε κάθε περίπτωση πρόωρης αποπληρωμής της σύμβασης πίστωσης, ο πιστωτής δύναται να αξιώνει διοικητικά έξοδα που έχουν άμεση σχέση με την πρόωρη εξόφληση, τα οποία δεν υπερβαίνουν-
(i) Το ένα και είκοσι πέντε τοις εκατόν (1,25%) της μείωσης που αναφέρεται στο εδάφιο (2), ή
(ii) το ποσό των εκατόν ευρώ (€100),
όποιο από τα δύο είναι χαμηλότερο.
(6) Το ύψος της ενδεχόμενης αποζημίωσης είναι δίκαιο, αντικειμενικό και πλήρως αιτιολογημένο, προκειμένου να καλύψει τυχόν έξοδα που είναι άμεσα συνδεδεμένα με την πρόωρη αποπληρωμή.
(7) Σε περίπτωση που καταναλωτής ζητά να αποπληρώσει τις υποχρεώσεις του που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης πριν από τη λήξη της σύμβασης, ο πιστωτής, μετά την παραλαβή του σχετικού αιτήματος παρέχει χωρίς καθυστέρηση στον καταναλωτή, εγγράφως ή επί άλλου σταθερού μέσου, τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εξέταση της επιλογής αυτής.
(8) Οι πληροφορίες που παραχωρούνται από τον πιστωτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) προσδιορίζουν τουλάχιστον ποσοτικά τις συνέπειες που θα έχει για τον καταναλωτή η εκπλήρωση των υποχρεώσεών του πριν από τη λήξη της σύμβασης και αναφέρουν σαφώς τις οποιεσδήποτε παραδοχές που χρησιμοποιούνται, οι οποίες είναι λογικές και αιτιολογημένες.
26.-(1) Ο πιστωτής διατηρεί κατάλληλα αρχεία σχετικά με τα είδη της ακίνητης περιουσίας που γίνονται δεκτά ως εξασφάλιση, καθώς και τις σχετικές πολιτικές ενυπόθηκων δανείων που χρησιμοποιούνται.
(2) Ο πιστωτής χρησιμοποιεί είτε τον Δείκτη Τιμών Ακινήτων που αναπτύσσεται από την Κεντρική Τράπεζα είτε άλλο κατάλληλο δείκτη για την παρακολούθηση της αξίας των οικιστικών ακινήτων.
27.-(1) Ο πιστωτής ενημερώνει τον καταναλωτή με γραπτή ειδοποίηση ή επί άλλου σταθερού μέσου για τυχόν μεταβολή του χρεωστικού επιτοκίου πριν από την έναρξη ισχύος του νέου επιτοκίου.
(2) Η ενημέρωση περιλαμβάνει τουλάχιστον-
(α) Το ποσό των οφειλόμενων δόσεων μετά την έναρξη ισχύος του νέου χρεωστικού επιτοκίου, και
(β) σε περίπτωση που μεταβάλλεται ο αριθμός ή η περιοδικότητα των δόσεων, πληροφορίες σχετικά με τη μεταβολή αυτή.
(3) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (1), σε περίπτωση που η μεταβολή στο χρεωστικό επιτόκιο συνδέεται με μεταβολή του επιτοκίου αναφοράς, τα μέρη της σύμβασης δύνανται να συμφωνούν ότι οι προβλεπόμενες στα εδάφια (1) και (2) πληροφορίες, θα παρέχονται στον καταναλωτή σε περιοδική βάση∙ το νέο επιτόκιο αναφοράς δημοσιοποιείται με κατάλληλα μέσα και οι σχετικές με το νέο επιτόκιο αναφοράς πληροφορίες είναι διαθέσιμες στις εγκαταστάσεις του πιστωτή και κοινοποιούνται προσωπικά στον καταναλωτή μαζί με το ύψος των νέων περιοδικών δόσεων.
(4) Σε περίπτωση που οι μεταβολές στο χρεωστικό επιτόκιο καθορίζονται μέσω δημοπρασίας στις κεφαλαιαγορές και είναι αδύνατον ο πιστωτής να πληροφορήσει τον καταναλωτή για οποιαδήποτε μεταβολή πριν να επέλθει η μεταβολή στην πράξη, ο πιστωτής σε εύθετο χρόνο πριν από τη δημοπρασία γνωστοποιεί εγγράφως ή με άλλο σταθερό μέσο στον καταναλωτή την επικείμενη διαδικασία και δίνει κάποιες ενδείξεις για το πώς μπορεί να επηρεαστεί το χρεωστικό επιτόκιο.
27Α. Υπό την επιφύλαξη άλλων υποχρεώσεων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, πριν από την τροποποίηση των όρων και των προϋποθέσεων της σύμβασης πίστωσης, ο πιστωτής γνωστοποιεί στον καταναλωτή τις ακόλουθες πληροφορίες:
(α) Σαφή περιγραφή των προτεινόμενων τροποποιήσεων και, κατά περίπτωση, της ανάγκης συναίνεσης του καταναλωτή ή των τροποποιήσεων που επήλθαν με την εφαρμογή της νομοθεσίας·
(β) το χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή των προβλεπόμενων στην παράγραφο (α) τροποποιήσεων·
(γ) τα διαθέσιμα στον καταναλωτή μέσα υποβολής παραπόνου όσον αφορά τις προβλεπόμενες στην παράγραφο (α) τροποποιήσεις·
(δ) τη διαθέσιμη προθεσμία για την υποβολή τυχόν παραπόνου·
(ε) την ονομασία και τη διεύθυνση της αρμόδιας αρχής στην οποία ο καταναλωτής δύναται να υποβάλει το παράπονο.
28.-(1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1Β), οι πιστωτές διαθέτουν κατάλληλες πολιτικές και διαδικασίες, ώστε να καταβάλλουν προσπάθειες να ασκείται, όπου εφαρμόζεται, εύλογη ανοχή πριν από την έναρξη διαδικασιών που οδηγούν σε εκποίηση.
(β) Τα μέτρα ανοχής λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων στοιχείων, την κατάσταση του καταναλωτή και δύναται να συνίστανται, μεταξύ άλλων δυνατοτήτων, στα ακόλουθα:
(i) Πλήρη ή μερική αναχρηματοδότηση σύμβασης πίστωσης·
(ii) τροποποίηση των υφιστάμενων όρων και προϋποθέσεων της σύμβασης πίστωσης, περιλαμβανομένων μεταξύ άλλων-
(αα) παράταση της διάρκειας της σύμβασης πίστωσης·
(ββ) μετατροπή του είδους της σύμβασης πίστωσης·
(γγ) αναβολή της καταβολής του συνόλου ή μέρους των δόσεων αποπληρωμής για μια συγκεκριμένη περίοδο·
(δδ) αλλαγή του επιτοκίου·
(εε) παροχή αναστολής καταβολής δόσεων·
(στστ) μερική αποπληρωμή δόσεων·
(ζζ) μετατροπή νομίσματος·
(ηη) μερική διαγραφή και ενοποίηση του χρέους.
(1Α) Η επίδειξη μέτρων ανοχής που προβλέπονται στο εδάφιο (1) δεν επηρεάζει οποιαδήποτε υποχρέωση προκύπτει από οποιαδήποτε νομοθεσία επιβάλλει σε πιστωτή να εφαρμόζει μέτρα ανοχής πριν από την κίνηση νομικών διαδικασιών ή μέτρων, περιλαμβανομένης της περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας:
(1Β) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις που κατά την έναρξη της ισχύος του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία (Τροποποιητικού) Νόμου του 2024 ο πιστωτής έχει ήδη υλοποιήσει ή υλοποιεί οποιαδήποτε υποχρέωσή του σε σχέση με την περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας.
(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου σε ισχύ Νόμου, πιστωτής δύναται να επιβάλλει επιβαρύνσεις στον καταναλωτή σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης νοουμένου ότι-
(α) Καθορίζει στο Ευρωπαϊκό Τυποποιημένο Δελτίο Πληροφοριών τις προϋποθέσεις και τον τρόπο υπολογισμού των επιβαρύνσεων αθέτησης υποχρεώσεων, και
(β) τηρουμένων των διατάξεων του περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμου οι επιβαρύνσεις αυτές, περιλαμβανομένου του τόκου υπερημερίας δεν είναι μεγαλύτερες από ό,τι είναι αναγκαίο για την αποζημίωση του πιστωτή για ζημιά που υπέστη λόγω της αθέτησης της υποχρέωσης του καταναλωτή.
(3) Τα μέρη μιας σύμβασης πίστωσης δύναται να συμφωνούν ρητώς ότι η επιστροφή ή η μεταβίβαση, κατά περίπτωση, της εξασφάλισης ή η καταβολή των εσόδων από την πώληση της εξασφάλισης αρκεί για την εξόφληση της πίστωσης.
(4) Σε περίπτωση που η τιμή που λαμβάνεται για ακίνητο είτε σε περίπτωση πώλησης σε τρίτους είτε σε περίπτωση μεταβίβασης στον πιστωτή, επηρεάζει το ποσό που εξακολουθεί να οφείλει ο καταναλωτής, εκτός εάν συναινέσουν διαφορετικά ο πιστωτής, ο καταναλωτής και οποιοδήποτε άλλο εμπλεκόμενο πρόσωπο, η τιμή αυτή προσδιορίζεται δυνάμει της διαδικασίας που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 44Δ του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, οι διατάξεις του οποίου εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν:
(5) Σε περίπτωση που μετά τις διαδικασίες διακανονισμού ή εκποίησης προς είσπραξη οφειλών, παραμένει ανεξόφλητο χρέος, οι όροι αποπληρωμής που τίθενται από τον πιστωτή για την αποπληρωμή του εναπομείναντος ανεξόφλητου χρέους δεν δύναται να προβλέπουν-
(α) Την πώληση περιουσιακών στοιχείων τα οποία δεν αποτελούν μέρος της περιουσίας πτωχεύσαντα, που διανέμεται μεταξύ των πιστωτών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 42 του περί Πτώχευσης Νόμου, ή
(β) πληρωμές τέτοιου ύψους, ώστε ο καταναλωτής να μην έχει στη διάθεσή του ικανοποιητικό εισόδημα για τα λογικά έξοδα διαβίωσης για τον εαυτό του και για τα μέλη της οικογένειάς του.
28Α.-(1) Στην περίπτωση κατά την οποία τα δικαιώματα του πιστωτή από σύμβαση πίστωσης ή η ίδια η σύμβαση πίστωσης εκχωρούνται σε τρίτο, ο καταναλωτής έχει δικαίωμα να αντιτάσσει κατά του εκδοχέα τα ίδια μέσα άμυνας που είχε ο καταναλωτής κατά του αρχικού πιστωτή, περιλαμβανομένου του συμψηφισμού, σε περίπτωση που αυτός επιτρέπεται σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο.
(2) Ο καταναλωτής ενημερώνεται για την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) εκχώρηση, εκτός εάν ο αρχικός πιστωτής, σε συμφωνία με τον εκδοχέα, εξακολουθεί να διαχειρίζεται την πίστωση έναντι του καταναλωτή.