ΕΠΕΙΔΗ, ο παρών Νόμος συνιστά τεχνικό κανόνα κατά τον περί της Διαδικασίας Πληροφόρησης Αναφορικά με Ορισμένους Τεχνικούς Κανόνες Νόμο, ο οποίος μεταφέρει στο κυπριακό δίκαιο την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας και των πληροφοριών», όπως καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από την Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Σεπτεμβρίου 2015,
ΣΥΝΕΠΩΣ, ο παρών Νόμος παραπέμπει στους προαναφερόμενους Νόμους, όπως απαιτεί το άρθρο 9 αυτών και στην Οδηγία (ΕΕ) 2015/1535, όπως απαιτεί το Άρθρο 9 αυτής,
ΩΣ ΕΚ ΤΟΥΤΟΥ, η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
2.Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«άδεια αποδέκτη» σημαίνει άδεια παροχής υπηρεσιών στοιχήματος που εκδίδεται σύμφωνα με το Μέρος ΙΙΙ·
«άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου» σημαίνει άδεια παροχής υπηρεσιών στοιχήματος για λογαριασμό αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α που εκδίδεται σύμφωνα με το Μέρος ΙΙΙ·
«άδεια υποστατικού» σημαίνει άδεια για χρήση υποστατικού για την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος Κλάσης Α, σύμφωνα με το Μέρος IV·
«αδειούχο υποστατικό» σημαίνει υποστατικό για το οποίο εκδίδεται άδεια υποστατικού·
«αδειούχος αποδέκτης» σημαίνει πρόσωπο προς όφελος του οποίου εκδίδεται άδεια αποδέκτη·
«αθλητικό γεγονός» σημαίνει κάθε άθλημα το οποίο διεξάγεται από φυσικά πρόσωπα για το οποίο απαιτείται η καταβολή σωματικής δύναμης και αξιοποίηση δεξιότητας·
«ανήλικος» σημαίνει πρόσωπο ηλικίας κάτω των δεκαοκτώ χρονών.
«ανταλλακτήριο στοίχημα» σημαίνει είδος ηλεκτρονικού στοιχήματος που διεξάγεται μέσω διαδικτυακής υπηρεσίας την οποία παρέχει ένας μεσάζοντας και στα πλαίσια της οποίας κάποιοι παίκτες καθορίζουν τις τιμές απόδοσης επί των αποτελεσμάτων γεγονότων και αποδέχονται στοιχήματα από άλλους παίκτες και ένα ποσοστό επί των κερδών των παικτών καταβάλλεται στον μεσάζοντα ως προμήθεια∙
«αξιωματούχος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Εταιρειών Νόμο.
«Αρχή» σημαίνει την Εθνική Αρχή Στοιχημάτων που διέπεται από το Μέρος ΙΙ·
«δελτίο» σημαίνει έντυπο συμμετοχής σε στοίχημα σε ηλεκτρονική μορφή, που εγκρίνεται από την Αρχή σύμφωνα με το Μέρος V και στο οποίο αναγράφονται οι λεπτομέρειες και το ποσό του στοιχήματος·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία∙
«εκτεινόμενο στοίχημα» σημαίνει στοίχημα που διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 86∙
«εξ αποστάσεως», αναφορικά με στοίχημα, σημαίνει στοίχημα που παρέχεται χωρίς τα συμβαλλόμενα μέρη να είναι ταυτόχρονα παρόντα.
«εξουσιοδοτημένες δραστηριότητες» σε σχέση με άδεια αποδέκτη, σημαίνει τις δραστηριότητες οι οποίες εξουσιοδοτούνται με την άδεια αποδέκτη Κλάσης Α·
«εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος» σημαίνει πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες στοιχήματος για λογαριασμό αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α∙
«επιβλητέο τέλος» σημαίνει το τέλος που καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 30∙
«εσωτερικοί κανονισμοί» σημαίνει τους κανονισμούς που εκδίδονται από την Αρχή δυνάμει του άρθρου 9∙
«ηλεκτρονικά μέσα» σημαίνει εξοπλισμούς ηλεκτρονικής επεξεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης, ή αποθήκευσης δεδομένων, μέσω των οποίων στοίχημα παρέχεται στην αφετηρία του και γίνεται αποδεκτό στον προορισμό του, το οποίο στοίχημα παρέχεται, διαβιβάζεται και λαμβάνεται εξ ολοκλήρου μέσω τηλεπικοινωνιών κατόπιν συγκεκριμένης παραγγελίας ενός αποδέκτη στοιχήματος∙
«ηλεκτρονικό στοίχημα» σημαίνει στοίχημα το οποίο διεξάγεται εξ αποστάσεως, με ηλεκτρονικά μέσα μέσω τηλεπικοινωνιών·
«κανονισμοί» σημαίνει συλλογικά τους κανονισμούς του Υπουργικού Συμβουλίου και τους κανονισμούς της Αρχής∙
«κανονισμοί της Αρχής» σημαίνει τους κανονισμούς που εκδίδονται από την Αρχή δυνάμει του παρόντος Νόμου και δεν αποτελούν εσωτερικούς κανονισμούς∙
«κανονισμοί Υπουργικού Συμβουλίου» σημαίνει τους Κανονισμούς που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 97∙
«κάτοχος» σε σχέση με άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου ή άδεια υποστατικού, σημαίνει το πρόσωπο προς όφελος του οποίου έχει εκδοθεί η ανάλογη άδεια·
«κέρδη» σημαίνει χρηματικό ή αποτιμητό σε χρήμα έπαθλο από στοίχημα·
«κράτος-μέλος» σημαίνει κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή άλλο κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο στις 2 Μαΐου 1992, και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993, ως η συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται∙
«κυρώσεις» σημαίνει αναστολή ή/και ανάκληση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου ή άδειας υποστατικού από την Αρχή, όπως προβλέπεται στα άρθρα 25, 26, 46 και 47, αντίστοιχα, ή/και επιβολή διοικητικών προστίμων από την Αρχή σύμφωνα με το Μέρος Χ·
«νόμιμο ελεγκτικό γραφείο» σημαίνει ελεγκτικό γραφείο, εταιρεία ή συνεταιρισμό ή οποιοδήποτε άλλο νομικό πρόσωπο που έχει λάβει άδεια σύμφωνα με τον περί Ελεγκτών Νόμο·
«νόμιμος ελεγκτής» σημαίνει ελεγκτή, φυσικό πρόσωπο, που έχει λάβει άδεια σύμφωνα με τον περί Ελεγκτών Νόμο∙
«παιγνιομηχάνημα περιορισμένου οφέλους» σημαίνει οποιαδήποτε μηχανική, ηλεκτρική ή άλλη συσκευή, επινόηση ή μηχάνημα, το οποίο είτε με την εισδοχή νομίσματος, χαρτονομίσματος, φίσιας ή παρόμοιου αντικείμενου, είτε με οποιαδήποτε άλλη μορφή πληρωμής, παρέχει τη δυνατότητα στον χρήστη να το θέσει σε λειτουργία ή να παίξει τυχερό παιχνίδι, με αποτέλεσμα τη δυνατότητα απόδοσης μετρητών ή αντικειμένων αξίας ή βραβείων ή μονάδων πίστωσης ή φίσιων ή οτιδήποτε άλλο στο οποίο αποδίδεται οικονομική αξία, ανεξαρτήτως αν η απόδοση των πιο πάνω γίνεται αυτόματα από τη συσκευή, επινόηση ή μηχάνημα ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο και περιλαμβάνει, ίδια αλλά όχι αποκλειστικά, τις ακόλουθες μηχανές:
(α) μηχανές τύπου πόκερ ή άλλου παρόμοιου παιγνιδιού με τραπουλόχαρτα ή άλλες παραλλαγές ή παραστάσεις·
(β) μηχανές ιπποδρομιών ή μηχανές με αγώνες δρόμου ή ταχύτητας, όπως σκύλων, αυτοκινήτων ή άλλων·
(γ) μηχανές που είναι γνωστές ως «μηχανές με φρουτάκια» ή με παρόμοιες ή άλλες παραστάσεις ή σχήματα ή αριθμούς ή γράμματα ή χρώματα·
(δ) μηχανές “μπίνγκο”, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε προσαρμογή ή προσθήκη που τείνει να τις εξομοιώσει με άλλο τύπο μηχανής·
(ε) μηχανές που έχουν τη δυνατότητα μηδενισμού οποιουδήποτε αποτελέσματος ή ένδειξης και μεταφοράς των πληροφοριών αυτών σε μνήμη, είτε από το χειριστή είτε από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο·
(στ) οποιαδήποτε άλλη μηχανή τυχερού παιχνιδιού η οποία, κατά την κρίση της Αρχής, εμπίπτει στην έννοια του όρου παιγνιομηχάνημα περιορισμένου οφέλους·
(ζ) οποιοδήποτε εξάρτημα ή προσάρτημα ηλεκτρονικού υπολογιστή το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί και να λειτουργήσει μέσω συσκευής οθόνης ως παιγνιομηχάνημα περιορισμένου οφέλους· και
(η) τυχερό παιχνίδι τύπου αριθμολαχείου το οποίο αφορά στην ακριβή πρόβλεψη συγκεκριμένου αριθμού αριθμών, ανάλογα με τον αντίστοιχο τύπο του παιχνιδιού, από ένα σύνολο αριθμών που προκύπτουν κάθε φορά μετά από κλήρωση από μία σειρά αριθμών και του οποίου η κλήρωση για την ανάδειξη των νικητών γίνεται με κληρωτίδα·
«παράνομο στοίχημα» σημαίνει το στοίχημα που διενεργείται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
«παροχή υπηρεσιών στοιχήματος» σημαίνει την πρόσκληση ή προσφορά από πρόσωπο σε τρίτο πρόσωπο να συμμετέχει σε στοίχημα, σύμφωνα με ενέργειες που έχουν γίνει και σύμφωνα με τους όρους που έχουν τεθεί από το εν λόγω πρόσωπο αυτό·
«πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει επιχείρηση της οποίας η δραστηριότητα συνίσταται στην αποδοχή καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων και στη χορήγηση πιστώσεων για ίδιο λογαριασμό και η οποία κατέχει σχετική άδεια λειτουργίας από αρμόδια αρχή κράτους μέλους, και, περιλαμβάνει αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου·
«πραγματικός δικαιούχος» σημαίνει το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα τα οποία τελικά κατέχουν ή ελέγχουν το νομικό πρόσωπο στο οποίο έχει εκδοθεί άδεια παροχής υπηρεσιών στοιχήματος και ως πραγματικός δικαιούχος νοείται, όσον αφορά-
(α) εταιρείες, τουλάχιστον -
(i) το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα τα οποία τελικά κατέχουν ή ελέγχουν την εταιρεία, κατέχοντας, άμεσα ή έμμεσα, ή ελέγχοντας επαρκές ποσοστό των μετοχών ή δικαιωμάτων ψήφου της εταιρείας, μεταξύ άλλων, μέσω μετοχών στον κομιστή, ποσοστό δε ύψους δέκα τοις εκατό (10%) συν μία μετοχή θεωρείται ότι πληροί το κριτήριο αυτό· Ή
(ii) το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα τα οποία ασκούν κατά άλλο τρόπο έλεγχο στη διαχείριση ή/και διοίκηση της εταιρείας,
(β) νομικές οντότητες, όπως ιδρύματα και νομικοί μηχανισμοί, όπως εμπιστεύματα που διοικούν ή διανέμουν κεφάλαια, τουλάχιστον -
(i) το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα που δικαιούνται το δέκα τοις εκατό (10%) ή περισσότερο των περιουσιακών στοιχείων νομικού μηχανισμού ή νομικής οντότητας, όταν οι μελλοντικοί δικαιούχοι έχουν προσδιορισθεί ήδη· ή
(ii) την κατηγορία προσώπων προς το συμφέρον της οποίας έχει κυρίως συσταθεί ή δρα ο νομικός μηχανισμός ή η νομική οντότητα, όταν τα άτομα που αποτελούν τους δικαιούχους του νομικού μηχανισμού ή της νομικής οντότητας δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμη· ή
(iii) το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν έλεγχο στο δέκα τοις εκατό (10%) ή περισσότερο, των περιουσιακών στοιχείων του νομικού μηχανισμού ή της οντότητας·
«πρόσωπο» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο·
«πρόωρη εκταμίευση» σημαίνει την προσφορά, μετά τον χρόνο διενέργειας του στοιχήματος και πριν από την ολοκλήρωση όλων των γεγονότων που αφορούν το στοίχημα, είτε από αδειούχο αποδέκτη προς τον παίκτη είτε από τον παίκτη προς τον αδειούχο αποδέκτη, νέας τιμής απόδοσης, την οποία το πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται η προσφορά αποδέχεται·
«σημαντικό συμφέρον» σημαίνει κατοχή μετοχών σε εταιρεία που αντιπροσωπεύει ποσοστό τουλάχιστον πέντε τοις εκατό (5%) του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρείας ή δικαιωμάτων ψήφου, που επιτρέπουν σημαντική επιρροή στη διοίκηση της εταιρείας, και, «κάτοχος σημαντικού συμφέροντος» ερμηνεύεται ανάλογα·
«στοίχημα» σημαίνει οποιοδήποτε είδος στοιχήματος διενεργείται επί αθλητικών γεγονότων στα οποία οι διαγωνιζόμενοι είναι φυσικά πρόσωπα ή και επί άλλων γεγονότων στα οποία συμμετέχουν φυσικά πρόσωπα και τα οποία διεξάγονται στην πραγματικότητα, υπό τον όρο ότι τα κέρδη κάθε παίκτη καθορίζονται από το πρόσωπο που διοργανώνει το στοίχημα, πριν ή κατά τον χρόνο διενέργειάς του, με αναφορά τόσο στο ποσό που ο κάθε παίκτης κατέβαλε για τη συμμετοχή του στο στοίχημα όσο και στην καθορισμένη τιμή απόδοσης του συγκεκριμένου στοιχήματος και το οποίο διεξάγεται κατόπιν άδειας στοιχήματος Κλάσης Α ή Β, ως προβλέπεται στον παρόντα Νόμο:
«Συμβουλευτική Αρχή Καταπολέμησης Αδικημάτων Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης Τρομοκρατίας» σημαίνει την αρχή που ορίζεται σύμφωνα με τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο·
«σύστημα φραγής» σημαίνει σύστημα που εγκαθίσταται από παροχέα υπηρεσιών διαδικτύου με το οποίο εμποδίζεται η δρομολόγηση και μεταφορά κίνησης από τον τερματικό εξοπλισμό του χρήστη διαδικτύου προς συγκεκριμένες διευθύνσεις ιστοσελίδες διαδικτύου·
«σχετικό αδίκημα» σημαίνει-
(α) αδίκημα που περιέχει το στοιχείο του δόλου ή της καταδολίευσης· ή
(β) αδίκημα που περιέχει το στοιχείο της ηθικής αισχρότητας ή το στοιχείο της έλλειψης εντιμότητας· ή
(γ) αδίκημα κατά παράβαση του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου· ή
(δ) αδίκημα κατά παράβαση του περί Οίκων Στοιχημάτων, Οίκων Κυβείας και Παρε-μποδίσεως της Κυβείας Νόμου· ή
(ε) αδίκημα κατά παράβαση των περί Συλλογικών Στοιχημάτων (Ρύθμιση και Φόρος) Νόμων του 1997 έως 2007, οι οποίοι καταργήθηκαν διά του εδαφίου (1) του άρθρου 92 των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012·ή
(στ) αδίκημα κατά παράβαση των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012, οι οποίοι καταργούνται διά του εδαφίου (1) του άρθρου 100 του παρόντος Νόμου· ή
(ζ) αδίκημα κατά παράβαση του περί Φορολογίας Ιπποδρομιακών Στοιχημάτων Νόμου· ή
(η) αδίκημα κατά παράβαση του άρθρου 4 ή του εδαφίου (2) του άρθρου 15 του περί Μηχανών Παιγνιδιού, Μηχανών Επιδεξιότητας και Μηχανών Ψυχαγωγίας Νόμου, τα οποία καταργήθηκαν διά του εδαφίου (2) του άρθρου 92 των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012· ή
(θ) οποιοδήποτε αδίκημα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου⋅
«τηλεπικοινωνίες» σημαίνει επικοινωνίες μέσω-
(α) διαδικτύου· ή
(β) τηλεφώνου· ή
(γ) τηλεόρασης· ή
(δ) οποιουδήποτε άλλου μέσου ηλεκτρονικής ή άλλης τεχνολογίας:
«τιμή απόδοσης» σημαίνει την αναλογία μεταξύ της κάθε χρηματικής μονάδας που καταβάλλεται από το κάθε πρόσωπο που συμμετέχει στο στοίχημα και του αντίστοιχου κέρδους που αναλογεί σε αυτή·
«τόπος» περιλαμβάνει οποιαδήποτε οικία, γραφείο, δωμάτιο ή κτίριο και οποιοδήποτε χώρο ή τοπικό σημείο είτε ανοικτό είτε περίκλειστο, επίσης δε οποιοδήποτε όχημα, προσγειωμένο αεροσκάφος, οποιοδήποτε πλοίο, λέμβο ή άλλο σκάφος που επιπλέει ή όχι∙
«τυχερά παιχνίδια καζίνου παρεχόμενα με απευθείας σύνδεση» σημαίνει τυχερά παιχνίδια στα οποία η απευθείας σύνδεση δύναται να εξασφαλιστεί είτε με τερματικές μηχανές διασυνδεδεμένες με κεντρικό μηχανογραφικό σύστημα είτε με ηλεκτρονικούς υπολογιστές μέσω τηλεπικοινωνιών ή και με οποιαδήποτε άλλη συσκευή η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τέτοια σύνδεση και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, διαδικτυακή ρουλέτα, διαδικτυακό πόκερ και παιγνιομηχανήματα περιορισμένου οφέλους, όπως καθορίζονται στον παρόντα Νόμο·
«τυχερό παιχνίδι» σημαίνει παιχνίδι του οποίου το αποτέλεσμα εξαρτάται τουλάχιστον εν μέρει από την τύχη και το οποίο παίζεται είτε με την καταβολή χρημάτων ή κινητής ή ακίνητης περιουσίας είτε με πίστωση είτε με οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο που έχει οικονομική αξία, ανεξαρτήτως εάν αυτό αποδίδει στον παίκτη οικονομικό όφελος∙
«υπεύθυνος υποστατικού» σημαίνει πρόσωπο το οποίο ορίζεται ως υπεύθυνος υποστατικού σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 40·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών και περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτείται από αυτόν δυνάμει του άρθρου 98.
3.-(1) Καθιδρύεται Αρχή υπό την επωνυμία «Εθνική Αρχή Στοιχημάτων», η οποία αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, έχει όλες τις ιδιότητες νομικού προσώπου και διέπεται από τον παρόντα Νόμο.
(2) Η Αρχή ασκεί τα καθήκοντα, τις εξουσίες και αρμοδιότητες που της παρέχονται από τον παρόντα Νόμο.
(3) Η Αρχή διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (εφεξής «το Διοικητικό Συμβούλιο») και ενεργεί μέσω αυτού και το Διοικητικό Συμβούλιο διαχειρίζεται την περιουσία και τους πόρους της Αρχής και ασκεί τα καθήκοντα, τις εξουσίες και αρμοδιότητές της.
(4) Ως Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής διορίζεται ανεξάρτητο πρόσωπο εγνωσμένου κύρους και εντιμότητας, κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου στους κλάδους των νομικών ή οικονομικών ή του εμπορίου και εγνωσμένης πείρας στον αντίστοιχο κλάδο.
(5) Ως μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο -
(α) Ένας εκπρόσωπος-
(i) Του Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας,
(ii) του Υπουργείου Οικονομικών,
(iii) του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως. και
(β) τρεις (3) ιδιώτες εγνωσμένου κύρους και εντιμότητας με εξειδικευμένες γνώσεις, συναφείς με τις αρμοδιότητες της Αρχής.
(6) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) έως (5) του παρόντος άρθρου και των διατάξεων του άρθρου 100, ο Πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής, ως αυτή συγκροτήθηκε δυνάμει των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012 και ως υφίσταται κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, θεωρούνται και αποτελούν τον Πρόεδρο και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής και ασκούν τις αρμοδιότητές τους σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο έως την ημερομηνία κατά την οποία θα έληγε η θητεία τους, εάν οι εν λόγω Νόμοι δεν καταργούνταν.
(7) Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής και οποιοδήποτε πρόσωπο υπηρετεί στην Αρχή δεν υπέχουν αστική ευθύνη σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων τους δυνάμει του παρόντος Νόμου, εκτός εάν αποδειχθεί ότι η πράξη ή παράλειψη έγινε κακόπιστα.
4. Ο Πρόεδρος και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής απαγορεύεται να έχουν οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον σε σχέση με την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αρχής.
5. Η θητεία του Προέδρου και των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής είναι τριετής και δύναται να ανανεώνεται άπαξ για δεύτερη συνεχόμενη τριετία, σύμφωνα με το παρόν Μέρος, και, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου δεν υπολογίζεται η θητεία που προβλέπεται στο εδάφιο (6) του άρθρου 3.
6.-(1) Οι όροι υπηρεσίας και η αντιμισθία του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής καθορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(2) Στα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής καταβάλλεται αμοιβή ανά συνεδρία, το ύψος της οποίας καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(3) Η δαπάνη για την καταβολή της αντιμισθίας του Προέδρου και της αμοιβής των λοιπών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής βαραίνει τον ετήσιο προϋπολογισμό της Αρχής.
7. Η θέση του Προέδρου της Αρχής χηρεύει σε περίπτωση-
(α) Θανάτου του· ή
(β) γραπτής παραίτησής του προς το Υπουργικό Συμβούλιο· ή
(γ) που κηρύσσεται έκπτωτος από το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 8.
8. Το Υπουργικό Συμβούλιο κηρύσσει έκπτωτο τον Πρόεδρο ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής, όταν ο Πρόεδρος ή μέλος του-
(α) Κηρυχθεί σε πτώχευση ή έλθει σε συμβιβασμό με τους πιστωτές του, κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους· ή
(β) κηρυχθεί διανοητικά ανίκανος, κατά τους ισχύοντες στη Δημοκρατία νόμους· ή
(γ) καταδικασθεί για σχετικό αδίκημα· ή
(δ) αδυνατεί να εκτελέσει τα καθήκοντά του, λόγω φυσικής αναπηρίας ή ασθένειας· ή
(ε) αποκτήσει οικονομικό ή άλλο συμφέρον που δυνατό να επηρεάσει το αμερόληπτο της κρίσης του και δεν υποβάλει την παραίτηση του· ή
(στ) καταχραστεί τη θέση του, με αποτέλεσμα τυχόν συνέχιση της θητείας του να αποβεί επιβλαβής για το δημόσιο συμφέρον και δεν υποβάλει την παραίτηση του· ή
(ζ) κατόπιν εισήγησης της Αρχής, σε περίπτωση αδικαιολόγητης αποχής από την άσκηση των καθηκόντων του και ιδιαίτερα ύστερα από αδικαιολόγητη απουσία από τις συνεδρίες της Αρχής για τρεις (3) συνεχείς φορές.
9.-(1) Η Αρχή διαθέτει γραφείο και προσωπικό, η δε δομή, τα τμήματα και η λειτουργία της καθορίζονται σε κανονισμούς του Υπουργικού Συμβουλίου:
(2) Η Αρχή δύναται να διορίζει και να συμβάλλεται με, υπό όρους και προϋποθέσεις όπως δυνατό να καθορίσει, οποιουσδήποτε επιθεωρητές και αντιπροσώπους που κρίνονται αναγκαίοι για την αποτελεσματική εκτέλεση των λειτουργιών της και πραγμάτωση των καθηκόντων της, νοουμένου ότι οι διορισμοί και οι συμβάσεις γίνονται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημόσιων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου ή δεν προσκρούουν σε αυτές.
10. Το οικονομικό έτος της Αρχής αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.
11. Η Αρχή τηρεί πλήρεις και επακριβείς λογαριασμούς, που ελέγχονται από τον Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας και υποβάλλονται στον Υπουργό.
12. Η Αρχή καταρτίζει και υποβάλλει ετήσια έκθεση και οικονομικές καταστάσεις για το προηγούμενο οικονομικό έτος, σύμφωνα με τον περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμο.
13.-(1) Η Αρχή καταρτίζει και υποβάλλει ετήσιο προϋπολογισμό για το επόμενο οικονομικό έτος, σύμφωνα με τον περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμο.
(2) Το καθαρό κέρδος για κάθε οικονομικό έτος της Αρχής και το συσσωρευμένο πλεόνασμα προηγούμενων ετών, εξαιρουμένου της εισφοράς ποσοστού του ένα τοις εκατό (1%) που εισπράττεται από την Αρχή για σκοπούς ενίσχυσης των μηχανισμών και προγραμμάτων προστασίας των νεαρών ατόμων και παθολογικών παικτών, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 74, κατανέμονται ως ακολούθως:
(α) Ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) των καθαρών κερδών μεταφέρεται στο αποθεματικό κεφάλαιο,
(β) ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%) των καθαρών κερδών μεταφέρεται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας· και
(γ) το συσσωρευμένο πλεόνασμα μεταφέρεται στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας.
(3) Η Αρχή δύναται, μετά από έγκριση του Υπουργού, να μεταφέρει ισόποσο ή μέρος του αποθεματικού κεφαλαίου, ως αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2), στον προϋπολογισμό του τρέχοντος έτους.
14.-(1) Ο Πρόεδρος προΐσταται της Αρχής, συγκαλεί συνεδρίες και υπογράφει τα πρακτικά και κάθε άλλο σημαντικό έγγραφο.
(2) Ο Πρόεδρος μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων και την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Αρχής και εκπροσωπεί την Αρχή ενώπιον δικαστικών ή άλλων αρχών:
(3) Ο Πρόεδρος συγκαλεί σε συνεδρία το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, όποτε κρίνει τούτο σκόπιμο, τουλάχιστον μία φορά κάθε μήνα, και, σε περίπτωση που ζητηθεί γραπτώς από δύο (2) τουλάχιστον µέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής, τα οποία καθορίζουν συγχρόνως και τα προς συζήτηση θέματα, συγκαλεί συνεδρία το συντομότερο δυνατό.
(4) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και αποστέλλεται προς όλα τα µέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής δύο (2) τουλάχιστον ημέρες πριν από την καθορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία:
(5) Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο και κοινοποιείται μαζί µε την πρόσκληση σε συνεδρία:
(6) Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής βρίσκεται σε απαρτία όταν στη συνεδρία παρίσταται ο Πρόεδρος και τουλάχιστον τρία (3) από τα µέλη του.
(7) Οι αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής λαμβάνονται με πλειοψηφία και σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου.
(8) Κατά την εξέταση αιτήσεων υποβαλλομένων βάσει του παρόντος Νόμου, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής δύναται, όποτε κρίνει τούτο σκόπιμο, να καλέσει τον αιτητή να παρίσταται αυτοπροσώπως και/ή με δικηγόρο.
15. Οι αρμοδιότητες της Αρχής είναι οι ακόλουθες:
(α) Η σύνταξη προσχεδίων κανονισμών, οι οποίοι υποβάλλονται στο Υπουργικό Συμβούλιο μέσω του Υπουργού·
(β) η σύνταξη και έκδοση κανονισμών της Αρχής και οδηγιών για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου, οι οποίες οδηγίες είναι δεσμευτικές και υποχρεωτικές ως προς την εφαρμογή τους για τα πρόσωπα προς τα οποία απευθύνονται και η Αρχή εποπτεύει την εφαρμογή τους από τους αδειούχους αποδέκτες Κλάσης Α ή Β και τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους∙
(γ) η έκδοση οδηγιών προς τους αδειούχους αποδέκτες Κλάσης Α ή Β και εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους και κατόχους άδειας υποστατικού, για την εφαρμογή προληπτικών μέτρων για την παρεμπόδιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, σύμφωνα με τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο, σε συνεργασία με τη Συμβουλευτική Αρχή Καταπολέμησης Αδικημάτων Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, οι οδηγίες, δε, είναι δεσμευτικές και υποχρεωτικές ως προς την εφαρμογή τους για τα πρόσωπα προς τα οποία απευθύνονται και η Αρχή εποπτεύει την εφαρμογή τους από τους αδειούχους αποδέκτες Κλάσης Α ή Β και τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους·
(δ) η διενέργεια κατάλληλων ελέγχων και η εποπτεία των κατόχων άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου και άδειας υποστατικού, προκειμένου να διαπιστωθεί ότι συμμορφώνονται με τους όρους της αντίστοιχης άδειάς τους, τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των κανονισμών καθώς και με τις οδηγίες της Αρχής·
(ε) η εξέταση αιτήσεων για άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου και άδεια υποστατικού και η έκδοση αντίστοιχων αδειών, σύμφωνα με τα Μέρη ΙΙΙ και ΙV·
(στ) η διενέργεια ελέγχων σε μη αδειούχα υποστατικά, σε συνεργασία με τις αρμόδιες διωκτικές αρχές και η εξασφάλιση σχετικών δικαστικών διαταγμάτων για το κλείσιμο των υποστατικών στα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι διεξάγεται παράνομο στοίχημα ή άλλο αδίκημα, όπως προβλέπεται στα άρθρα 79, 83, 84, 85, 86 και 87·
(ζ) ο έλεγχος και η εποπτεία της αγοράς και η καταστολή, σε συνεργασία με τις διωκτικές αρχές, της διεξαγωγής παράνομου στοιχήματος ή άλλου σχετικού αδικήματος από οποιοδήποτε πρόσωπο·
(η) ο καθορισμός με κανονισμό της Αρχής της διαδικασίας υποβολής και εξέτασης παραπόνων από την Αρχή για αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο ή αδειούχο υποστατικό·
(θ) η συνεργασία και συζήτηση με τις εθνικές διοργανώτριες αρχές και τους διεθνείς οργανισμούς, αναφορικά με θέματα ρύθμισης του στοιχήματος·
(ι) η συνεργασία και συζήτηση με διεθνείς οργανισμούς για θέματα που αφορούν στην προστασία νεαρών προσώπων και ευάλωτων ομάδων από το στοίχημα και η εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων πρόληψης και προστασίας·
(ια) η συνεργασία και ο διάλογος με οργανισμούς και κρατικές υπηρεσίες, ώστε να εξασφαλίζεται η ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, συμπεριλαμβανομένης της δυνατότητας σύστασης συμβουλευτικών επιτροπών·
(ιβ) η τοποθέτηση σε θέματα συμμόρφωσης προς τον Νόμο και η γνωστοποίηση της θέσης της Αρχής στους ενδιαφερόμενους αδειούχους αποδέκτες·
(ιγ) η σύνταξη και διατήρηση κώδικα πρακτικής σε σχέση με τη διαφήμιση διεξαγωγής στοιχημάτων·
(ιδ) η εκτίμηση των αποτελεσμάτων του φορολογικού καθεστώτος αναφορικά με το στοίχημα και η διαμόρφωση σχετικών εισηγήσεων·
(ιε) η διαμόρφωση εισηγήσεων αναφορικά με αναγκαίες τροποποιήσεις της υφιστάμενης νομοθεσίας σχετικά με το στοίχημα και συναφείς τομείς·
(ιστ) η εκπόνηση μελετών σε τακτά χρονικά διαστήματα, η διαβούλευση με τον πολίτη για την επίδραση του στοιχήματος σε νεαρά πρόσωπα και ευάλωτες ομάδες και στο κοινό και η επάλληλη υποβολή εισηγήσεων προς τις αρμόδιες υπηρεσίες για τη λήψη μέτρων για την προστασία νεαρών προσώπων, ευάλωτων ομάδων και του κοινού·
(ιζ) η έκδοση κανονισμών και οδηγιών σχετικά με μηχανισμούς προστασίας των νεαρών ατόμων και παθολογικών παικτών, η οποία δύναται να λαμβάνει προκαταρκτικά υπόψη τις απόψεις αρμόδιων υπηρεσιών ή άλλων ενδιαφερόμενων φορέων προς αυτό τον σκοπό·
(ιη) η παρακολούθηση των εξελίξεων όσον αφορά το παράνομο στοίχημα, η εκπόνηση στατιστικών μελετών και η ετοιμασία εισηγήσεων για την πάταξή του·
(ιθ) η ενημέρωση των παροχέων διαδικτυακών υπηρεσιών με ηλεκτρονικό τρόπο για κάθε διεύθυνση ιστοσελίδας διαδικτύου μέσω της οποίας προσφέρονται υπηρεσίες στοιχήματος που δεν καλύπτονται από άδεια αποδέκτη Κλάσης Β ή/και υπηρεσίες που απαγορεύονται από τον παρόντα Νόμο·
(κ) η είσπραξη της εισφοράς που καταβάλλεται από αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, σύμφωνα με το Μέρος VIII·
(κα) η επιβολή κυρώσεων σε πρόσωπο που παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
16.-(1) Υπηρεσίες στοιχήματος παρέχονται μόνο από πρόσωπο που κατέχει άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου αποδέκτη Κλάσης Α ή άδεια αποδέκτη Κλάσης Β που εκδίδεται, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης, από την Αρχή, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους και η άδεια εξουσιοδοτεί, ανάλογα με την Κλάση κάθε άδειας, την παροχή των υπηρεσιών στοιχήματος, όπως αυτές καθορίζονται στο εδάφιο (2).
(2) Η Αρχή εκδίδει, δυνάμει του εδαφίου (1)-
(α) Άδεια αποδέκτη Κλάσης Α, με την οποία εξουσιοδοτεί την παροχή υπηρεσιών για διεξαγωγή στοιχήματος εντός αδειούχου υποστατικού, εξαιρουμένων υπηρεσιών στοιχήματος άδειας Κλάσης Β και ιπποδρομιακού στοιχήματος˙
(β) άδεια αποδέκτη Κλάσης Β, με την οποία εξουσιοδοτεί την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικού στοιχήματος, εξαιρουμένων των παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους, των τυχερών παιχνιδιών καζίνου παρεχομένων με απευθείας σύνδεση και του ιπποδρομιακού ηλεκτρονικού στοιχήματος˙
(γ) άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου αποδέκτη Κλάσης Α, με την οποία εξουσιοδοτεί την παροχή υπηρεσιών για διεξαγωγή στοιχήματος για λογαριασμό αποδέκτη Κλάσης Α εντός αδειούχου υποστατικού, εξαιρουμένων υπηρεσιών στοιχήματος άδειας Κλάσης Β και ιπποδρομιακού στοιχήματος.
17. Η άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου εκδίδεται σε έντυπο που καθορίζεται σε κανονισμούς της Αρχής και περιλαμβάνει -
(α) Το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εκδίδεται·
(β) την Κλάση για την οποία εκδίδεται·
(γ) την περίοδο ισχύος της· και
(δ) οποιοδήποτε όρο επιβάλλεται από την Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών.
18.-(1) Η αίτηση για έκδοση ή ανανέωση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου υποβάλλεται στην Αρχή, με την καταβολή του επιβλητέου τέλους, σε έντυπο που εκδίδεται από την Αρχή και περιλαμβάνει, μη εξαντλητικά, τις ακόλουθες πληροφορίες -
(α) Την Κλάση της άδειας για την οποία υποβάλλεται·
(β) την ταχυδρομική διεύθυνση εντός της Δημοκρατίας στην οποία θα αποστέλλει η Αρχή στον αιτητή οποιοδήποτε έγγραφο, ειδοποίηση ή άλλη επικοινωνία· και
(γ) όταν η αίτηση υποβάλλεται από νομικό πρόσωπο, τα στοιχεία ταυτότητας και τόπου διαμονής του πραγματικού δικαιούχου, αξιωματούχου και κατόχου σημαντικού συμφέροντος, σε περίπτωση δε που το ίδιο πρόσωπο αιτείται της έκδοσης άδειας αποδέκτη Κλάσης Α και άδειας αποδέκτη Κλάσης Β, οι αιτήσεις υποβάλλονται σε ξεχωριστά έντυπα και η μία είναι ανεξάρτητη από την άλλη.
(2) Η αίτηση για ανανέωση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου υποβάλλεται τουλάχιστον τρεις (3) μήνες πριν από την ημερομηνία λήξης της άδειας.
(3) Η αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) συνοδεύεται, σε περίπτωση φυσικού προσώπου σε σχέση με τον αιτητή, και, σε περίπτωση νομικού προσώπου σε σχέση με τον πραγματικό δικαιούχο, τον αξιωματούχο και τον κάτοχο σημαντικού συμφέροντος, από τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Τους όρους και κανονισμούς βάσει των οποίων ο αιτητής προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες στοιχήματος προς τους παίκτες·
(β) χρηματοοικονομικές πληροφορίες·
(γ) συμμετοχή σε νόμιμες δραστηριότητες που περιλαμβάνουν, αλλά δεν περιορίζονται σε οποιοδήποτε συμφέρον σε οποιαδήποτε άλλη εμπορική δραστηριότητα·
(δ) ποινικό μητρώο·
(i) της Δημοκρατίας,
(ii) της χώρας ιθαγένειας, προκειμένου περί φυσικού προσώπου ή της χώρας όπου βρίσκεται το εγγεγραμμένο γραφείο ή η έδρα, προκειμένου περί νομικού προσώπου,
(iii) της χώρας συνήθους διαμονής, προκειμένου περί φυσικού προσώπου· και
(iv) της χώρας όπου το ενδιαφερόμενο πρόσωπο διεξάγει την κύρια επαγγελματική ή επιχειρηματική του δραστηριότητα∙
(ε) πληροφορίες σε σχέση με όλα τα χρηματικά και άλλα συμφέροντά τους·
(στ) οποιεσδήποτε επιπρόσθετες πληροφορίες και έγγραφα κρίνει η Αρχή ότι είναι απαραίτητο να προσκομισθούν.
19.-(1) Ουδεμία άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου εκδίδεται ή ανανεώνεται, εκτός εάν η Αρχή ικανοποιηθεί ότι ο αιτητής, ο αξιωματούχος, ο πραγματικός δικαιούχος και ο κάτοχος σημαντικού συμφέροντος του νομικού προσώπου-
(α) Δεν έχουν καταδικαστεί για σχετικό αδίκημα από αρμόδιο δικαστήριο χώρας που αναφέρεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 18· και
(β) έχουν, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας τους.
(2) Η Αρχή κατά την εξέταση αίτησης για έκδοση ή ανανέωση άδειας, αφού κρίνει ότι τα νομικά ή φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται σε αυτό, για σκοπούς διαπίστωσης της καταλληλότητας των προσώπων αυτών, λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα:
(α) Την τρέχουσα χρηματοοικονομική κατάσταση και το ιστορικό του προσώπου, που περιλαμβάνει, αλλά δεν περιορίζεται, τους χρηματοοικονομικούς πόρους που είναι διαθέσιμοι για την παροχή των συγκεκριμένων υπηρεσιών στοιχήματος·
(β) σε περίπτωση μη λευκού ποινικού μητρώου, τη φύση προηγούμενων καταδικών, καθώς και το είδος και το ύψος της επιβληθείσας ποινής.
20.-(1) Η Αρχή κατά την εξέταση αίτησης για έκδοση ή ανανέωση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου δύναται-
(α) Αφού ικανοποιηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, να εγκρίνει την αίτηση και να επιβάλει τους, κατά την κρίση της, αναγκαίους όρους για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των κανονισμών· ή
(β) να απορρίψει την αίτηση.
(2) Η Αρχή, μέσα σε εύλογο χρόνο από την ημερομηνία έγκρισης της αίτησης για άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, ειδοποιεί σχετικά τον αιτητή και εκδίδει την άδεια.
(3) Σε περίπτωση που η Αρχή απορρίψει αίτηση για άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή για άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, αιτιολογεί την απόφασή της και την κοινοποιεί στον αιτητή μέσα σε εύλογο χρόνο.
21.-(1) Η Αρχή δύναται, όταν κρίνει ότι είναι αναγκαίο για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των κανονισμών, να τροποποιεί ή να ακυρώνει τους όρους άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου ή να επιβάλλει νέους όρους, αφού λάβει υπόψη τις παραστάσεις που τυχόν έχουν υποβληθεί σύμφωνα με το εδάφιο (2).
(2) Η Αρχή πριν την τροποποίηση, ακύρωση ή επιβολή νέων όρων, ειδοποιεί εγγράφως τον κάτοχο της άδειας ως προς την πρόθεσή της αυτή και τον καλεί να υποβάλει γραπτώς τους λόγους για τους οποίους κρίνει ότι δεν δικαιολογείται η προτεινόμενη τροποποίηση, ακύρωση ή επιβολή νέων όρων, εντός προθεσμίας που δεν είναι μικρότερη των τριών (3) εβδομάδων, τουλάχιστον, από την ημερομηνία της ειδοποίησης.
22. Κάθε άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου που εκδίδεται από την Αρχή, κάθε ανάκληση ή αναστολή άδειας και κάθε τροποποίηση, ακύρωση ή επιβολή νέων όρων κοινοποιούνται στα πιστωτικά ιδρύματα και δημοσιοποιούνται από την Αρχή.
23. Άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή B ή άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου δεν δύναται να μεταβιβαστεί ή εκχωρηθεί ή παραχωρηθεί άδεια χρήσης της με οποιονδήποτε τρόπο σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο.
24.-(1) Χωρίς γραπτή έγκριση της Αρχής, ουδείς αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος, δικαιούται να προβεί ή να αποδεχθεί οποιαδήποτε αλλαγή ή ενέργεια που αφορά τα ακόλουθα:
(α) Απόκτηση σημαντικού συμφέροντος σε αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο από πρόσωπο που δεν κατέχει σε αυτόν σημαντικό συμφέρον·
(β) κάτοχος σημαντικού συμφέροντος παύει να κατέχει τέτοιο συμφέρον σε αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή σε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο∙
(γ) αλλαγή στο Διοικητικό Συμβούλιο ή στους αξιωματούχους της διεύθυνσης του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου∙
(δ) αλλαγή ή διαφοροποίηση των πληροφοριών ή στοιχείων που υποβλήθηκαν στην Αρχή για σκοπούς έκδοσης ή ανανέωσης της άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή της άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου∙
(ε) απόφαση ή ψήφισμα ή ειδοποίηση ή αγωγή ή αίτηση που κατατέθηκε σε δικαστήριο ή άλλη πράξη του εν λόγω προσώπου που δυνατό να οδηγήσει στη διάλυση ή εκκαθάριση του νομικού αυτού προσώπου·
(στ) συμφωνία μεταξύ αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α και εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου δυνάμει της οποίας ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος θα λαμβάνει ποσοστό του εισοδήματος ή κέρδους από τις προσφερόμενες από τον ίδιο υπηρεσίες στοιχήματος·
(ζ) αλλαγή στον πραγματικό δικαιούχο του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή του εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.
(2) Αίτημα που υποβάλλεται προς λήψη έγκρισης δυνάμει του εδαφίου (1) συνοδεύεται από τις αναγκαίες πληροφορίες και έγγραφα τα οποία καθορίζει κατά περίπτωση η Αρχή.
(3) Η Αρχή, μέσα σε εύλογο χρόνο, πληροφορεί τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο για την απόφασή της, και, σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματος αιτιολογεί την απόφασή της.
(4) Η Αρχή, σε περίπτωση που αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος προβεί στην υλοποίηση οποιωνδήποτε αλλαγών ή ενεργειών χωρίς την προηγούμενη έγκρισή της, δύναται να αναστείλει ή να ανακαλέσει την άδεια σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 26, αντίστοιχα, ή να επιβάλει κυρώσεις.
25.-(1) Η Αρχή αναστέλλει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες, την άδεια αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή την άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, σε περίπτωση που ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος-
(α) Δεν συμμορφώνεται με οποιοδήποτε όρο της άδειάς του ή με οποιαδήποτε υποχρέωσή του δυνάμει του παρόντος Νόμου ή κανονισμών ή οδηγιών· ή
(β) παραλείπει, χωρίς εύλογη αιτία, να εκπληρώσει τις οικονομικές υποχρεώσεις του αναφορικά με τις υπηρεσίες παροχής υπηρεσιών στοιχήματος.
(2) Σε περίπτωση που η Αρχή αναστείλει την άδεια αποδέκτη Κλάσης Α, σύμφωνα με το εδάφιο (1), αναστέλλει ταυτόχρονα για την ίδια περίοδο και την άδεια κάθε εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του.
(3) Τυχόν αναστολή της άδειας δεν επηρεάζει τη γενική εξουσία της Αρχής να επιβάλει και διοικητικό πρόστιμο, σύμφωνα με το Μέρος Χ, στον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.
26.-(1) Η Αρχή ανακαλεί άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, σε περίπτωση που-
(α) Ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος καταδικαστεί για σχετικό αδίκημα· ή
(β) οποιοσδήποτε κάτοχος σημαντικού συμφέροντος ή αξιωματούχος ή πραγματικός δικαιούχος αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, στην περίπτωση που είναι νομικό πρόσωπο, καταδικαστεί για οποιοδήποτε σχετικό αδίκημα· ή
(γ) ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος βρίσκεται υπό εκκαθάριση ή διαδικασία πτώχευσης ή πτωχεύσει· ή
(δ) η άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου εξασφαλίστηκε με δόλια ενέργεια ή ψευδείς παραστάσεις ή απάτη∙ ή
(ε) έχουν μεταβληθεί σημαντικά οι πραγματικές συνθήκες στις οποίες στηρίχθηκε η απόφαση για έκδοσή της, οι οποίες αποτελούν, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, προϋπόθεση για την έκδοσή της· ή
(στ) ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν εφαρμόζει τις διαδικασίες για την παρεμπόδιση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, σύμφωνα με τον περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμο, που καθορίζονται στις σχετικές οδηγίες της Αρχής δυνάμει της παραγράφου (γ) του άρθρου 15. ή
(ζ) ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος παρέχει πίστωση σε παίκτη ή σε μερίδα παίκτη ή ενεργεί ως αντιπρόσωπος προσώπου που παρέχει τέτοια πίστωση ή ενεργεί με τρόπο που διευκολύνει την παροχή πίστωσης σε παίκτη ή σε μερίδα παίκτη∙ ή
(η) ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή τα φυσικά πρόσωπα τα οποία είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου στο υποστατικό, δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 40, παρέχουν διευκολύνσεις πίστωσης στον παίκτη ή με οποιοδήποτε τρόπο, άμεσα ή έμμεσα, παρέχουν παρόμοιες διευκολύνσεις∙ ή
(θ) ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε όρο της άδειάς του ή να εκτελέσει οποιαδήποτε υποχρέωσή του μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από τη λήξη της περιόδου αναστολής της άδειάς του σύμφωνα με το άρθρο 25∙ ή
(ι) ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β καταδικαστεί, σύμφωνα με το άρθρο 59. ή
(ια) ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β παραλείπει να συμμορφωθεί με το άρθρο 71.
(2) Σε περίπτωση που η Αρχή ανακαλέσει την άδεια αποδέκτη Κλάσης Α, σύμφωνα με το εδάφιο (1), ανακαλεί ταυτόχρονα και την άδεια κάθε εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του.
(3) Τυχόν ανάκληση της άδειας δεν επηρεάζει τη γενική εξουσία της Αρχής να επιβάλει και διοικητικό πρόστιμο, σύμφωνα με το Μέρος Χ, στον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο.
27.-(1) Η Αρχή, πριν αναστείλει ή ανακαλέσει άδεια σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 26, αντίστοιχα, καλεί τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α και/ή Β ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο και/ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που έχει συμφέρον στη χορήγηση της άδειας να υποβάλει τις απόψεις του εντός περιόδου τριών (3) εβδομάδων, τουλάχιστον, από την ημερομηνία της ειδοποίησης, η δε Αρχή δύναται να καλέσει το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση να προσκομίσει οποιαδήποτε πληροφορία ή οποιοδήποτε έγγραφο κρίνεται από αυτήν ως αναγκαίο υπό τις περιστάσεις.
(2) Η Αρχή, αφού λάβει υπόψη οποιεσδήποτε απόψεις, πληροφορίες ή έγγραφα έχουν τεθεί ενώπιόν της δυνάμει του εδαφίου (1), και, εφόσον κρίνει ότι δικαιολογείται η λήψη οποιωνδήποτε μέτρων, δύναται-
(α) Να αναστείλει την άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου για περίοδο που αυτή κρίνει σκόπιμη, η οποία δεν δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή να ανακαλέσει την άδεια· και/ή
(β) να καλέσει με γραπτή ειδοποίησή της τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή τον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε άλλα μέτρα καθορίζονται στην ειδοποίηση· και
σε κάθε περίπτωση γνωστοποιεί γραπτώς την απόφασή της στον αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή στον εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο έχει συμφέρον στη χορήγηση της άδειας.
(3) Η Αρχή, σε περίπτωση που αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν συμμορφώνεται εντός εύλογου καθορισμένου χρόνου με τις αποφάσεις που εκδίδονται, σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) για αναστολή άδειας ή λήψη μέτρων, δύναται να ανακαλέσει την άδεια.
28.-(1) Η άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ισχύει για χρονική περίοδο ενός ή δύο (2) ετών από την ημερομηνία έκδοσης ή ανανέωσής της, ανάλογα με τον χρόνο που καθορίζεται στην αίτηση.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 37, η άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου ισχύει για όσο χρόνο ισχύει και η άδεια του αποδέκτη Κλάσης Α και προς τούτο δυνατόν να εκδοθεί για μικρότερο του ενός έτους διάστημα.
29. Η Αρχή διατηρεί μητρώο αδειών αποδέκτη Κλάσης Α και Β και αδειών εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων, το οποίο περιέχει τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και αναρτά κατάλογο των αδειοδοτημένων αποδεκτών Κλάσης Α και Β και των αδειοδοτημένων εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων στην ιστοσελίδα της.
30. Το τέλος για τη χορήγηση ή ανανέωση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου καθορίζεται με κανονισμούς της Αρχής.
31. Το επιβλητέο τέλος καταβάλλεται με την υποβολή της αίτησης για έκδοση ή ανανέωση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδειας εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου και σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης επιστρέφεται μειωμένο κατά είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
32.-(1) Αίτηση για άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β υποβάλλεται μόνο από εταιρεία διά μετοχών, η οποία συστάθηκε είτε στη Δημοκρατία είτε εκτός Δημοκρατίας και συμμορφώνεται με το Μέρος VΙΙΙ του περί Εταιρειών Νόμου, με κύρια δραστηριότητα τη διενέργεια στοιχημάτων και της οποίας το εκδοθέν και πληρωθέν μετοχικό της κεφάλαιο είναι τουλάχιστον πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000).
(2) Αίτηση για άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β συνοδεύεται από τραπεζική εγγύηση από πιστωτικό ίδρυμα, για ποσό πεντακόσιων πενήντα χιλιάδων ευρώ (€550.000), η ισχύς της οποίας επεκτείνεται για περίοδο που λήγει έξι (6) μήνες μετά τη λήξη της αιτούμενης περιόδου ισχύος της άδειας αποδέκτη που αναφέρεται στην αίτηση:
(α) Σε παίκτη, ο οποίος έχει συμμετάσχει σε στοίχημα και έχει κερδίσει·
(β) στη Δημοκρατία, ως φόρο στοιχήματος·
(γ) στην Αρχή, ως εισφορά∙
(δ) για οποιεσδήποτε άλλες οφειλές προς τη Δημοκρατία:
(3) Ο αιτητής άδειας αποδέκτη Κλάσης Β υποβάλλει, επιπρόσθετα με την αίτησή του, στοιχεία και πληροφορίες που αφορούν στην υποχρέωσή του για εγκατάσταση στην επικράτεια της Δημοκρατίας εφεδρικού εξυπηρετητή, ο οποίος θα συνδέεται παράλληλα με τον κεντρικό εξυπηρετητή και σε αυτόν θα ταμιεύονται τα στοιχεία και οι πληροφορίες που καθορίζονται από την Αρχή, καθώς και μηχανογραφικού συστήματος υποστήριξης αυτού, η δε χρήση και οι τεχνικές προδιαγραφές του ηλεκτρονικού εξοπλισμού, καθώς και η τυχόν ελάχιστη χρονική διαφορά που δύναται να μεσολαβεί κατά την αντιγραφή των στοιχείων από τον κεντρικό εξυπηρετητή στον εφεδρικό εξυπηρετητή αποφασίζονται και δύναται να αναθεωρηθούν από την Αρχή, όποτε τούτο κριθεί σκόπιμο από αυτή, με την έκδοση σχετικών οδηγιών.
33. Πρόσωπο είναι ικανό και κατάλληλο για απόκτηση άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, εφόσον η Αρχή κρίνει ότι το πρόσωπο αυτό -
(α) Έχει ή δύναται να εξασφαλίσει ικανοποιητικούς πόρους και να διατηρεί ελάχιστα απαιτούμενα αποθέματα, τα οποία αποφασίζονται από την Αρχή, ώστε να εξασφαλίζεται η πληρωμή κερδών στους παίκτες·
(β) διατηρεί κατάλληλο σύστημα ελέγχου και λογιστικού ελέγχου των παρεχόμενων υπηρεσιών στοιχήματος∙
(γ) εφαρμόζει όρους και κανονισμούς κατά την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος, οι οποίοι, κατά την κρίση της Αρχής, διασφαλίζουν ικανοποιητική προστασία στον παίκτη· και
(δ) εξασφαλίζει την καταλληλότητα της λειτουργίας οποιουδήποτε άλλου εξοπλισμού θα χρησιμοποιηθεί.
34. Κατά την εξέταση αίτησης έκδοσης ή ανανέωσης άδειας αποδέκτη Κλάσης Α, η Αρχή δεν εκδίδει ή ανανεώνει την άδεια, εκτός εάν έχει προηγουμένως εγκρίνει το προτεινόμενο σύστημα μηχανογράφησης, σύμφωνα με το άρθρο 55.
35. Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 79, η Αρχή ανακαλεί την άδεια του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β σε περίπτωση που αυτός παραλείπει, εντός ενός μηνός από τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής, να καταβάλει τα οφειλόμενα ποσά φορολογίας ή εισφοράς, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή οποιαδήποτε άλλη νομοθεσία.
36. Αίτηση για άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου δύναται να υποβάλει οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο ή εταιρεία διά μετοχών η οποία συστάθηκε στη Δημοκρατία με κύρια δραστηριότητα τη διενέργεια στοιχήματος εκ μέρους και για λογαριασμό αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α.
37. Η άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου παύει να ισχύει -
(α) Όταν ανακαλείται από την Αρχή, σε περίπτωση ανάκλησης της άδειας αποδέκτη Κλάσης Α του προσώπου εκ μέρους και για λογαριασμό του οποίου ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος διενεργεί το στοίχημα∙
(β) όταν αναστέλλεται από την Αρχή, σε περίπτωση αναστολής για οποιοδήποτε λόγο και για όσο χρόνο διαρκεί η αναστολή της άδειας αποδέκτη Κλάσης Α εκ μέρους και για λογαριασμό του οποίου ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος διενεργεί το στοίχημα∙ και
(γ) κατόπιν γραπτής ειδοποίησης που κοινοποιείται στην Αρχή, μέσω της οποίας ο αποδέκτης ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος τερματίζει τη μεταξύ τους συνεργασία.
38. Ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος προσκομίζει στην Αρχή γραπτή συμφωνία μεταξύ του ιδίου και του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α στην οποία διαλαμβάνεται ρητά ότι ο αντιπρόσωπος θα παρέχει υπηρεσίες στοιχήματος ως αντιπρόσωπος και εκ μέρους και για λογαριασμό του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α, η δε Αρχή δύναται να καθορίζει και αναρτά στην ιστοσελίδα της τις ελάχιστες υποχρεωτικές πρόνοιες της συμφωνίας μεταξύ εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου και αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α.
39. Άδεια υποστατικού εξουσιοδοτεί τη χρήση υποστατικού για την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος Κλάσης Α και καθορίζει -
(α) Το πρόσωπο προς όφελος του οποίου εκδίδεται·
(β) τη διεύθυνση τόπου διαμονής και εργασίας του προσώπου προς όφελος του οποίου εκδίδεται, σε περίπτωση που αυτό είναι φυσικό πρόσωπο, ή τη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου, σε περίπτωση που αυτό είναι νομικό πρόσωπο·
(γ) το υποστατικό για το οποίο εκδίδεται·
(δ) οποιοδήποτε όρο επιβάλλεται από την Αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 42∙
(ε) το σχέδιο του υποστατικού· και
(στ)οποιαδήποτε άλλη πληροφορία δυνατόν να ζητήσει η Αρχή.
40.-(1) Αίτηση για άδεια υποστατικού υποβάλλεται στην Αρχή από αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, μαζί με την καταβολή του επιβλητέου τέλους, κατά τον τύπο που καθορίζεται με κανονισμούς της Αρχής, περιλαμβάνει τις πληροφορίες και τα έγγραφα που αποφασίζονται από την Αρχή και συνοδεύεται από αντίγραφο του εν ισχύι ενοικιαστηρίου εγγράφου από το οποίο προκύπτει ότι έχει συμφωνηθεί όπως το υποστατικό χρησιμοποιείται για την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος ή ελλείψει αυτού, από γραπτή δήλωση του ιδιοκτήτη του υποστατικού με την οποία παρέχεται η συγκατάθεσή του στη χρήση του υποστατικού για παροχή υπηρεσιών στοιχήματος Κλάσης Α.
(2) Σε περίπτωση που ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος εργοδοτεί προσωπικό, ορίζει ένα ή περισσότερα φυσικά πρόσωπα ως υπεύθυνα για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου στο υποστατικό και ενημερώνει σχετικά την Αρχή.
41.-(1) Η Αρχή δεν εκδίδει ή ανανεώνει άδεια υποστατικού για την οποία υποβλήθηκε αίτηση, εκτός αν είναι ευλόγως ικανοποιημένη ότι-
(α) Η αποκλειστική δραστηριότητα στο αδειούχο υποστατικό είναι η παροχή υπηρεσιών στοιχήματος από αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο και ότι σε αυτό διεξάγονται μόνο εξουσιοδοτημένες δραστηριότητες, σύμφωνα με την άδεια αποδέκτη Κλάσης Α και οποιοδήποτε άλλο είδος αδειοδοτημένου στοιχήματος ή αδειοδοτημένου τυχερού παιχνιδιού, σύμφωνα με τις διατάξεις οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας∙
(β) το υποστατικό είναι ανεξάρτητο, δεν έχει άμεση ή έμμεση πρόσβαση σε οποιοδήποτε άλλο κατάστημα, γραφείο ή επιχείρηση ή υποστατικό ή μέρος αυτών, εκτός από τα γραφεία διοίκησης του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α·
(γ) το υπεύθυνο πρόσωπο ή τα υπεύθυνα πρόσωπα, που ορίζονται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 40, δεν έχουν καταδικαστεί για σχετικό αδίκημα και έχουν συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας τους·
(δ) το υποστατικό πληροί τις προϋποθέσεις και τους όρους που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και στους κανονισμούς∙
(ε) ο αιτητής και οποιοδήποτε άλλο εργοδοτούμενο στο υποστατικό πρόσωπο ικανοποιούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και στους κανονισμούς∙ και
(στ) η περιοχή όπου βρίσκεται το συγκεκριμένο υποστατικό κρίνεται κατάλληλη σύμφωνα με τους όρους και περιορισμούς που καθορίζονται σε οδηγίες που εκδίδονται από την Αρχή.
(2) Για τη λήψη οποιασδήποτε απόφασης, για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, η Αρχή δύναται να λάβει υπόψη παραστάσεις που γίνονται από οποιοδήποτε πρόσωπο.
42.-(1) Η Αρχή, κατά την εξέταση της αίτησης για άδεια υποστατικού, δύναται να εγκρίνει την αίτηση, με ή χωρίς όρους, ή να την απορρίψει και ειδοποιεί σχετικά τον αιτητή εντός εύλογου χρόνου.
(2) Σε περίπτωση που η Αρχή απορρίψει την αίτηση για άδεια υποστατικού αιτιολογεί την απόφασή της και την κοινοποιεί στον αιτητή.
43.-(1) Η Αρχή έχει εξουσία ανάκλησης υφιστάμενων ή επιβολής νέων όρων σε άδειες υποστατικών και καλεί γραπτώς τον κάτοχο της άδειας υποστατικού όπως, εντός περιόδου τριών (3) εβδομάδων από την ημερομηνία λήψης της γνωστοποίησης, εκφράσει γραπτώς τις απόψεις του.
(2) Η Αρχή, προτού λάβει σχετική απόφαση, λαμβάνει υπόψη οποιεσδήποτε παραστάσεις έγιναν εντός της περιόδου που καθορίζεται στο εδάφιο (1).
(3) Η ανάκληση υφιστάμενου όρου ή η επιβολή νέων όρων δεν δημιουργεί οποιοδήποτε αστικό δικαίωμα.
44. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους, η άδεια υποστατικού ισχύει για όσο χρονικό διάστημα ισχύει και η άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου.
45.-(1) Ο κάτοχος άδειας υποστατικού αναρτά και διατηρεί σε περίοπτη θέση στο αδειούχο υποστατικό-
(α) Την άδεια υποστατικού·
(β) πινακίδα στην οποία να αναγράφεται, στην ελληνική, τουρκική και αγγλική γλώσσα, η απαγόρευση εισόδου ανηλίκων προσώπων στο αδειούχο υποστατικό˙ και
(γ) τους όρους και κανονισμούς, στην ελληνική, τουρκική και αγγλική γλώσσα, βάσει των οποίων παρέχονται υπηρεσίες για στοίχημα, με τρόπο που καθορίζεται από την Αρχή.
(2) Ο κάτοχος άδειας υποστατικού ή ο υπεύθυνος υποστατικού επιτρέπει σε μέλη της Αστυνομίας Κύπρου και/ή σε εκπροσώπους της Αρχής και/ή σε άλλα πρόσωπα, κατάλληλα εξουσιοδοτημένα από τον Υπουργό ή εξουσιοδοτημένα δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου, να εισέρχονται ελεύθερα στο αδειούχο υποστατικό για σκοπούς ελέγχου της ορθής και πιστής εφαρμογής των όρων παραχώρησης άδειας, του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών, καθώς και των οδηγιών της Αρχής που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (γ) του άρθρου 15.
(3) Ο κάτοχος άδειας υποστατικού ή ο υπεύθυνος του υποστατικού που δεν συμμορφώνεται με το εδάφιο (1) ή (2), χωρίς εύλογη αιτία, είναι ένοχος αδικήματος, και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
46.-(1) Η Αρχή δύναται να αναστείλει άδεια υποστατικού σε περίπτωση που διαπιστώνει ότι αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος δεν συμμορφώνεται με οποιονδήποτε όρο της άδειάς του.
(2) Η αναστολή άδειας υποστατικού παύει να ισχύει εάν η Αρχή κρίνει ότι έχει εκλείψει ο λόγος για τον οποίο διατάχθηκε η αναστολή.
(3) Η αναστολή της ισχύος άδειας υποστατικού δεν επηρεάζει οποιαδήποτε υποχρέωση του κατόχου της άδειας που προέκυψε πριν από την αναστολή της.
47.-(1)Η Αρχή δύναται να ανακαλέσει άδεια υποστατικού σε περίπτωση που -
(α) Ο κάτοχος άδειας υποστατικού παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιονδήποτε όρο της άδειάς του μετά την παρέλευση έξι (6) μηνών από την αναστολή της άδειάς του σύμφωνα με το άρθρο 48· ή
(β) καταδικαστεί για σχετικό αδίκημα ο κάτοχος άδειας υποστατικού ή οποιοσδήποτε κάτοχος σημαντικού συμφέροντος ή αξιωματούχος εταιρείας που κατέχει άδεια υποστατικού ή οποιοδήποτε πρόσωπο που ορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 40∙ ή
(γ) η άδεια υποστατικού εξασφαλίστηκε με ψευδή, ανυπόστατο ή παραπλανητικό ισχυρισμό ή άλλον αντικανονικό τρόπο· ή
(δ) η άδεια του αποδέκτη Κλάσης Α ανακλήθηκε· ή
(ε) κρίνει ότι η ανάκληση είναι αναγκαία και εύλογη για λόγους δημόσιου συμφέροντος.
(2) Η ανάκληση ή λήξη της ισχύος της άδειας υποστατικού δεν επηρεάζει οποιαδήποτε υποχρέωση του κατόχου της άδειας για οτιδήποτε προέκυψε πριν από την ανάκληση ή λήξη της.
48.-(1) Η Αρχή, πριν αναστείλει ή ανακαλέσει την άδεια υποστατικού, σύμφωνα με τα άρθρα 46 και 47, αντίστοιχα, καλεί τον κάτοχο άδειας υποστατικού ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που κατά την κρίση της είναι υπαίτιο για την αναστολή ή ανάκληση άδειας να υποβάλει τις απόψεις του εντός περιόδου τουλάχιστον τριών (3) εβδομάδων από την ημερομηνία της ειδοποίησης, η δε Αρχή δύναται να καλέσει το πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται η ειδοποίηση να προσκομίσει οποιαδήποτε πληροφορία ή οποιοδήποτε έγγραφο κρίνεται από την Αρχή αναγκαίο υπό τις περιστάσεις.
(2) Η Αρχή, αφού λάβει υπόψη της οποιεσδήποτε απόψεις, πληροφορίες ή έγγραφα έχουν τεθεί ενώπιον της, σύμφωνα με το εδάφιο (1), και, σε περίπτωση που κρίνεται ότι δικαιολογείται η λήψη οποιωνδήποτε μέτρων, δύναται -
(α) Να αναστείλει την άδεια για περίοδο που αυτή κρίνει σκόπιμη ή να ανακαλέσει την άδεια· και/ή
(β) να καλέσει με γραπτή ειδοποίησή της τον κάτοχο άδειας υποστατικού να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε άλλα μέτρα καθορίζονται στην ειδοποίηση·
και σε κάθε περίπτωση γνωστοποιεί γραπτώς στον κάτοχο άδειας υποστατικού ή σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο έχει συμφέρον από τη χορήγηση της άδειας ή έχει απευθυνθεί στην Αρχή σχετικά με το εξετασθέν ζήτημα την απόφασή της.
(3) Όταν ο κάτοχος άδειας υποστατικού δεν συμμορφώνεται εντός εύλογα καθορισμένου χρόνου με τις δυνάμει των εδαφίων (1) και (2) αποφάσεις της Αρχής, αυτή δύναται να ανακαλέσει την άδεια υποστατικού.
49. Η μεταβίβαση άδειας υποστατικού επιτρέπεται μόνο-
(α) Από αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α σε αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α· ή
(β) από αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α σε αδειούχο εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο· ή
(γ) από αδειούχο εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο σε αδειούχο εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο· ή
(δ) από αδειούχο εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο σε αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α·
και διενεργείται εφόσον υποβληθεί στην Αρχή σχετική αίτηση, κατά τον τύπο που καθορίζεται με κανονισμούς της Αρχής, και η Αρχή την εγκρίνει και εκδίδει νέα άδεια υποστατικού υπό τους ίδιους όρους και τις ίδιες προϋποθέσεις που ίσχυαν πριν από τη μεταβίβασή της.
51.-(1) Η διενέργεια ή αποδοχή στοιχήματος Κλάσης Α γίνεται μόνο με εγκεκριμένο σύστημα μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων και με δελτίο που εκδίδεται και χορηγείται από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α, ο τύπος του οποίου εγκρίνεται από την Αρχή.
(2) Κάθε αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α παρέχει στην Αρχή οποιαδήποτε πληροφορία ζητηθεί σε σχέση με την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος Κλάσης Α ή κάθε πράξη που σχετίζεται με τη λειτουργία του συστήματος.
52.-(1) Ο αιτητής άδειας αποδέκτης Κλάσης Α υποβάλλει αίτηση στην Αρχή για έγκριση του συστήματος μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων πριν από τη διενέργεια ή αποδοχή στοιχήματος στη βάση του εν λόγω συστήματος.
(2) Η αίτηση για έγκριση του συστήματος μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων, σύμφωνα με το εδάφιο (1), αναφέρει απαραίτητα τις πλήρεις προδιαγραφές του προτεινόμενου συστήματος και επιπρόσθετα περιλαμβάνει -
(α) Τις γενικές διαδικασίες που θα ακολουθούνται·
(β) τις λεπτομέρειες και προδιαγραφές του λογισμικού που θα χρησιμοποιείται·
(γ) τα λογιστικά συστήματα και τις διαδικασίες·
(δ) τις διαδικασίες και τα πρότυπα για τη συντήρηση, ασφάλεια, φύλαξη και μεταφορά του εξοπλισμού·
(ε) τις διαδικασίες για τη δημιουργία και διατήρηση εγκαταστάσεων ασφαλείας, περιλαμβανομένων της γενικής συμμόρφωσης και εσωτερικών ελέγχων σε σχέση με πρόσβαση σε κρίσιμα συστήματα∙
(στ) το σχέδιο αποκατάστασης κατάρρευσης∙
(ζ) ικανοποιητικό σύστημα φύλαξης δεδομένων· και
(η) οποιαδήποτε πληροφορία δυνατόν να ορίσει η Αρχή.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται και σε περίπτωση που ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α προτίθεται να τροποποιήσει ή αντικαταστήσει το σύστημα μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων που έχει ήδη εγκριθεί από την Αρχή.
53. Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α διατηρεί τα δελτία στοιχήματος και οποιοδήποτε άλλο στοιχείο σχετικό με την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος για περίοδο πέντε (5) ετών και απαγορεύεται να τα καταστρέψει μετά την πάροδο των πέντε (5) ετών χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Αρχής.
54. Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις του άρθρου 51, 52 ή 53 είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό πενήντα χιλιάδες ευρώ (€150.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
55. Ο αιτητής υποβάλλει το προτεινόμενο σύστημα μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων ή το ήδη εγκεκριμένο σύστημα μηχανογράφησης για έλεγχο, πριν το θέσει σε λειτουργία και το κόστος του ελέγχου βαρύνει τον ίδιο.
56.-(1) Η Αρχή, κατά την εξέταση αίτησης για έγκριση συστήματος μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων ή τροποποίησης ή αντικατάστασης εγκεκριμένου συστήματος μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων, λαμβάνει υπόψη της κατά πόσο-
(α) Το προτεινόμενο σύστημα μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων συνάδει πλήρως με τις προδιαγραφές που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και στους κανονισμούς∙
(β) το προτεινόμενο σύστημα μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων εξασφαλίζει ικανοποιητικό και αποτελεσματικό έλεγχο στη διενέργεια στοιχήματος και την επωνυμία του παίκτη∙
(γ) ο αναγκαίος εξοπλισμός, που περιλαμβάνει τα ηλεκτρομηχανολογικά μέρη, τον κεντρικό και εφεδρικό εξυπηρετητή και το λογισμικό του συστήματος μηχανογράφησης σήμανσης δελτίων, βρίσκεται και θα παραμείνει εγκατεστημένος στη Δημοκρατία.
(2) Μετά την εξέταση αίτησης δυνάμει του εδαφίου (1), η Αρχή δύναται να εγκρίνει την αίτηση με ή χωρίς όρους ή να απορρίψει την αίτηση, και, σε περίπτωση απόρριψής της, η αιτιολογημένη απόφασή της κοινοποιείται στον αιτητή.
57.-(1) Η Αρχή, όταν εγκρίνει την αίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 56 με όρους, ειδοποιεί τον αιτητή εντός εύλογου χρόνου και υποδεικνύει τις αλλαγές ή τροποποιήσεις που πρέπει να επέλθουν στο σύστημα εντός τασσόμενου χρονικού διαστήματος.
(2) Παράλειψη συμμόρφωσης με σχετική οδηγία της Αρχής αποτελεί επαρκή λόγο για να απορριφθεί η αίτηση ή να ανασταλεί ή να ανακληθεί η άδεια αποδέκτη Κλάσης Α σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
58.-(1) Η συμμετοχή σε ηλεκτρονικό στοίχημα επιτρέπεται μόνο σε πρόσωπο το οποίο είναι εγγεγραμμένο ως παίκτης σύμφωνα με το άρθρo 60 και διατηρεί λογαριασμό σύμφωνα με το άρθρο 61.
(2) Πρόσωπο που εγγράφεται ως παίκτης δεν επιτρέπεται να διατηρεί πέραν του ενός λογαριασμού.
59. Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β ο οποίος επιτρέπει σε οποιοδήποτε πρόσωπο να συμμετέχει σε ηλεκτρονικό στοίχημα κατά παράβαση του άρθρου 58, είναι ένοχος πλημμελήματος και σε περίπτωση πρώτης καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές, και, σε περίπτωση δεύτερης καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
60.-(1) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β επιτρέπεται να εγγράψει ως παίκτη πρόσωπο, εφόσον αυτό υποβάλει σχετική αίτηση για εγγραφή.
(2) Η αίτηση για εγγραφή υποβάλλεται ηλεκτρονικά και περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Βεβαίωση ότι ο παίκτης έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας του·
(β) στοιχεία ταυτότητας του παίκτη·
(γ) διεύθυνση διαμονής του παίκτη·
(δ) έγκυρη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου του παίκτη· και
(ε) βεβαίωση ότι ο παίκτης έχει ενημερωθεί για τους όρους και τον τρόπο διεξαγωγής του στοιχήματος, περιλαμβανομένης της αμοιβής που πιθανό να κληθεί να καταβάλει στον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β.
(3) Σε περίπτωση που αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β αντιληφθεί ότι πρόσωπο έχει υποβάλει ψευδείς πληροφορίες, ο αποδέκτης δεν εγγράφει το εν λόγω πρόσωπο ως παίκτη, και, σε περίπτωση που το εν λόγω πρόσωπο έχει ήδη εγγραφεί ως παίκτης, o αποδέκτης ακυρώνει αμέσως την εγγραφή του.
(4) Ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β εντός περιόδου τριάντα (30) ημερών από την υποβολή της αίτησης για εγγραφή εξακριβώνει την ταυτότητα του παίκτη και επαληθεύει τις πληροφορίες που αυτός έχει υποβάλει με βάση το εδάφιο (2).
(5) Πρόσωπο το οποίο δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο όγδοο (18ο) έτος της ηλικίας του απαγορεύεται να εγγραφεί ως παίκτης.
(6) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β διατηρεί, σε ηλεκτρονική μορφή, ασφαλή κατάλογο όλων των εγγεγραμμένων σε αυτόν παικτών με τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (2), τυχόν δε δημοσιοποίηση των στοιχείων ή μέρους αυτών αποτελεί αδίκημα, σύμφωνα με τον περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμο.
61.-(1) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β διατηρεί λογαριασμό αναφορικά με κάθε εγγεγραμμένο παίκτη και πιστώνει στον λογαριασμό του εγγεγραμμένου παίκτη όλα τα ποσά-
(α) Που λήφθηκαν από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β από ή εκ μέρους του παίκτη∙ και
(β) που οφείλονται από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β προς τον παίκτη.
(2) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β διατηρεί τον λογαριασμό κάθε εγγεγραμμένου παίκτη για περίοδο τουλάχιστον πέντε (5) ετών από την ημερομηνία της τελευταίας συναλλαγής και δεν επιτρέπεται να καταστρέψει οποιαδήποτε από τα στοιχεία που αφορούν στον λογαριασμό, εκτός εάν παρέλθει η περίοδος των πέντε (5) ετών και εξασφαλίσει προηγουμένως την έγκριση της Αρχής.
62.-(1) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β απαγορεύεται να αποδέχεται στοίχημα, εκτός εάν στον λογαριασμό του παίκτη υπάρχουν επαρκή ποσά που καλύπτουν το ύψος του στοιχήματος.
(2) Τα ποσά στον λογαριασμό του παίκτη πιστώνονται από τραπεζικό λογαριασμό του παίκτη ή με τη χρήση -
(α) Πιστωτικών καρτών· ή
(β) χρεωστικών καρτών· ή
(γ) ηλεκτρονικής μεταβίβασης· ή
(δ) ηλεκτρονικού χρήματος, το οποίο έχει εκδοθεί από πρόσωπο που δικαιούται ή έχει αδειοδοτηθεί να εκδίδει ηλεκτρονικό χρήμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου:
(3) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β απαγορεύεται να παρέχει πίστωση σε παίκτη ή σε μερίδα παίκτη ή να ενεργεί ως αντιπρόσωπος προσώπου που παρέχει πίστωση κατά τρόπο που να διευκολύνει την παροχή πίστωσης σε παίκτη ή σε μερίδα παίκτη.
63.-(1) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β δεν προβαίνει σε πληρωμή οποιουδήποτε ποσού από λογαριασμό παίκτη προς τον παίκτη πριν από την επαλήθευση της ταυτότητας, της διεύθυνσης και της ηλικίας του παίκτη.
(2) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β, κατά παράκληση του παίκτη στο όνομα του οποίου έχει δημιουργηθεί ο λογαριασμός, εμβάζει οφειλόμενα στον παίκτη ποσά εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημέρα λήψης της παράκλησης, αφού προηγουμένως εξακριβώσει την εγγραφή του παίκτη, διεξάγει διαδικασίες ασφάλειας σε σχέση με τον λογαριασμό του παίκτη και εξασφαλίσει ότι υπάρχει συμμόρφωση με τους όρους και κανονισμούς αναφορικά με την καταβολή κερδών στους παίκτες.
(3) Οποιοδήποτε ποσό καταβάλλεται σε παίκτη από αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β, καταβάλλεται μόνο στον τραπεζικό λογαριασμό από τον οποίο προήλθαν τα ποσά με τα οποία διεξήχθη το στοίχημα.
64.-(1) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β δεν προβαίνει σε οποιαδήποτε συναλλαγή ποσού με το οποίο είναι πιστωμένος ο λογαριασμός παίκτη, εκτός για -
(α) Να χρεώσει τον λογαριασμό παίκτη με ποσό που αντιστοιχεί σε στοίχημα που διενήργησε ο παίκτης· ή
(β) να εμβάσει ποσό κατά παράκληση του παίκτη· ή
(γ) να καταβάλει τραπεζικές χρεώσεις σε σχέση με καταθέσεις ή αναλήψεις ποσών· ή
(δ) οποιοδήποτε άλλο σκοπό που εξουσιοδοτείται από τον παρόντα Νόμο, να εκτελεστεί συναλλαγή.
(2) Σε περίπτωση που στον λογαριασμό παίκτη δεν σημειωθεί συναλλαγή για περίοδο είκοσι τεσσάρων (24) μηνών, ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β εμβάζει το υπόλοιπο του λογαριασμού στον παίκτη σε λογαριασμό που ορίζει ο παίκτης, ή, σε περίπτωση που ο παίκτης δεν δύναται να εντοπιστεί το ποσό εμβάζεται στην Αρχή, ο δε τρόπος χρήσης των ποσών που κατατίθενται στην Αρχή ρυθμίζεται με κανονισμούς του Υπουργικού Συμβουλίου:
65.-(1) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β διατηρεί σε ειδικό τραπεζικό λογαριασμό πελατών, σε πιστωτικό ίδρυμα, τα ποσά των παικτών, τα οποία πρέπει να είναι ξεχωριστά από τα δικά του ποσά.
(2) Τα ποσά που βρίσκονται κατατεθειμένα στον λογαριασμό πελάτη, συμπεριλαμβανομένων ποσών που βρίσκονται στη διαδικασία συμψηφισμού από τράπεζες ή εταιρείες πιστωτικών καρτών, πρέπει τουλάχιστον να εξισώνονται με το συνολικό ποσό με το οποίο είναι πιστωμένοι οι λογαριασμοί παικτών που διατηρούνται από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β:
66. Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β υποβάλλει στην Αρχή απόδειξη περί της ανάληψης των ακόλουθων υποχρεώσεων από πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο διατηρεί λογαριασμό πελατών αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Β:
(α) Ότι το πιστωτικό ίδρυμα δεν θα εφαρμόσει ή εκτελέσει οποιαδήποτε επιβάρυνση, απόσβεση ή άλλη απαίτηση έναντι του λογαριασμού πελατών·
(β) ότι το πιστωτικό ίδρυμα δεν θα συνενώσει λογαριασμό πελατών με οποιονδήποτε άλλο λογαριασμό, σε σχέση με οποιαδήποτε οφειλή του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Β που δεν σχετίζεται με τον λογαριασμό πελατών· και
(γ) ότι το πιστωτικό ίδρυμα θα πιστώσει οποιονδήποτε τόκο πληρωτέο σε σχέση με τον λογαριασμό πελατών μόνο στον λογαριασμό αυτό.
67. Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β διατηρεί ιστοσελίδα, η οικοσελίδα της οποίας περιέχει σωρευτικά-
(α) Το εγγεγραμμένο όνομα της εταιρείας του·
(β) την εγγεγραμμένη διεύθυνσή του·
(γ) τον επίσημο αριθμό και την ημερομηνία έκδοσης της άδειας παροχής υπηρεσιών στοιχήματος του·
(δ) δήλωση ότι οι εργασίες του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Β ρυθμίζονται από την Αρχή·
(ε) διαδικτυακές συνδέσεις, όπως ιστοσελίδες οργανισμών που εξειδικεύονται στην παροχή βοήθειας σε πρόσωπα με εθισμό στο στοίχημα και έχουν εγκριθεί από την Αρχή·
(στ) διαδικτυακές συνδέσεις, όπως όροι και κανονισμοί βάσει των οποίων προσφέρονται οι υπηρεσίες στοιχήματος από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β·
(ζ) πρόνοια ότι η χρήση από ανήλικα πρόσωπα των υπηρεσιών για στοίχημα που παρέχονται από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β απαγορεύεται ρητά από τον παρόντα Νόμο·
(η) πληροφόρηση προς τον παίκτη ότι δύναται με ηλεκτρονική ειδοποίηση προς τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Β να -
(i) καθορίσει όρια ποσού που μπορεί να στοιχηματίσει για συγκεκριμένη χρονική περίοδο·
(ii) καθορίσει όρια ποσού που μπορεί να χάσει για συγκεκριμένη χρονική περίοδο·
(iii) καθορίσει το όριο της χρονικής διάρκειας εντός της οποίας δύναται να στοιχηματίζει· και
(iv) αυτοεξαιρεθεί από το στοίχημα για ορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα·
(θ) τον τρόπο υποβολής και τη διαδικασία εξέτασης παραπόνου από εγγεγραμμένο παίκτη· και
(ι) οποιαδήποτε άλλη πληροφορία αποφασίσει η Αρχή:
68. Ο αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β παρέχει υπηρεσίες στοιχήματος μόνο από εξειδικευμένο διαδικτυακό τόπο, προσβάσιμο μέσω διευθύνσεων διαδικτύου με κατάληξη «.com.cy».
69.-(1) Οι παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών εφαρμόζουν σύστημα φραγής το οποίο εμποδίζει την πρόσβαση χρηστών-πελατών τους σε παροχείς υπηρεσιών στοιχήματος οι οποίοι δεν κατέχουν άδεια αποδέκτη Κλάσης Β και σε παροχείς των υπηρεσιών που προβλέπονται στα άρθρα 83, 84, 85, 86 και 87, υπό την προϋπόθεση ότι έχουν ενημερωθεί από την Αρχή, σύμφωνα με το εδάφιο (2), το δε σύστημα φραγής τίθεται σε εφαρμογή εντός εβδομήντα δύο (72) ωρών από την ενημέρωση των παροχέων από την Αρχή.
(2) Η Αρχή ενημερώνει τους παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών, με ηλεκτρονικό τρόπο, για κάθε διεύθυνση διαδικτύου μέσω της οποίας προσφέρονται υπηρεσίες στοιχήματος που δεν καλύπτονται από άδεια αποδέκτη Κλάσης Β ή υπηρεσίες που προβλέπονται στα άρθρα 83, 84, 85, 86 και 87.
(3) Οι παροχείς διαδικτυακών υπηρεσιών δεν υπέχουν ευθύνης σχετικά με τις μεταδιδόμενες υπηρεσίες των παροχέων στοιχημάτων ή σε περίπτωση αυτόματης ή ενδιάμεσης ή προσωρινής αποθήκευσης των πληροφοριών των παροχέων στοιχημάτων.
70.-(1) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β που παραβαίνει τις διατάξεις των άρθρων 62, 63, 64, 65, 67 ή 68 και πάροχος διαδικτυακών υπηρεσιών που παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί με την ειδοποίηση της Αρχής, που αναφέρεται στο άρθρο 69, είναι ένοχος πλημμελήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (€170.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Β που παραβαίνει τις οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (γ) του άρθρου 15, σε σχέση με την υποχρέωση αναφοράς της γνώσης ή εύλογης υποψίας ότι πρόσωπο ενέχεται σε διάπραξη αδικημάτων νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στη Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και τυγχάνει ανάλογης εφαρμογής το άρθρο 27 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας Νόμου.
71.-(1) Κάθε αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β υποβάλλει στην Αρχή, το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου κάθε έτους, ετήσιους λογαριασμούς για το προηγούμενο έτος, οι οποίοι ετοιμάζονται σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και ελέγχονται από νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο.
(2) Κάθε αποδέκτης Κλάσης Α ή Β υποβάλλει στην Αρχή, το αργότερο μέχρι την 30ή Ιουνίου κάθε έτους, ετήσια έκθεση για το προηγούμενο έτος που περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
(α) Το σύνολο των ποσών που έχουν ήδη πληρωθεί στον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, σε σχέση με στοιχήματα που διεξήχθησαν κατά το εξεταζόμενο έτος∙
(β) το σύνολο των ποσών που καταβλήθηκαν από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ως κέρδη σε παίκτες κατά το εξεταζόμενο έτος, ανεξάρτητα από τον χρόνο διεξαγωγής του στοιχήματος∙
(γ) τα ονόματα των εξουσιοδοτημένων αντιπροσώπων του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α και λεπτομέρειες αναφορικά με οποιαδήποτε ποσά πληρώθηκαν σε αυτούς ως προμήθεια· και
(δ) οποιαδήποτε άλλη πληροφορία ζητηθεί από την Αρχή.
(3) Η Αρχή δύναται να εκδίδει οδηγίες για την υποβολή ελεγμένων λογαριασμών από τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α.
(4) Σε περίπτωση που αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β δεν υποβάλλει ελεγμένους λογαριασμούς, η Αρχή με γραπτή ειδοποίησή της καλεί τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β να πράξει τούτο εντός ενός μηνός από την ημερομηνία λήψης της ειδοποίησης, και, σε περίπτωση που αυτός παραλείπει να συμμορφωθεί η Αρχή δύναται εφαρμόσει τις διατάξεις των άρθρων 25 έως 27.
72.-(1) Κάθε αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β καταχωρίζει σε καθοριζόμενο βιβλίο ή αρχείο λεπτομέρειες σχετικά με κάθε ηλεκτρονικό ή έντυπο έγγραφο, ηλεκτρονικό τύπο, στοίχημα που παραδόθηκε στον ίδιο και υποβάλλει, κατά τον καθοριζόμενο χρόνο και τρόπο, δήλωση των ποσών που εισπράχθηκαν ή έχουν καταστεί εισπρακτέα είτε από τον ίδιο είτε από οποιονδήποτε εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.
(2) Η Αρχή δύναται να εκδίδει οδηγίες σχετικά με την τήρηση από τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους των βιβλίων και αρχείων που προβλέπονται στο εδάφιο (1) και σχετικά με όσα αναφέρονται στο εν λόγω εδάφιο ως καθοριζόμενα.
74.-(1) Κάθε αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β καταβάλλει προς τη Δημοκρατία φόρο στοιχήματος και προς την Αρχή εισφορά, αναφορικά με στοιχήματα που διενεργήθηκαν από αυτόν και τους εξουσιοδοτημένους αντιπροσώπους του, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
(2) Το ποσό του φόρου στοιχήματος το οποίο εισπράττεται από την Αρχή και καταβάλλεται από αυτήν στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, σε κάθε λογιστική περίοδο ανέρχεται σε δέκα τοις εκατό (10%) επί των καθαρών αποδοχών από στοίχημα αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β για την αντίστοιχη λογιστική περίοδο.
(3) Το ποσό το οποίο καταβάλλεται στην Αρχή ως εισφορά ανέρχεται σε τρία τοις εκατό (3%) επί των καθαρών αποδοχών από στοίχημα αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β για κάθε λογιστική περίοδο και κατανέμεται ως ακολούθως:
(α) Ποσοστό δύο τοις εκατό (2%) επί των καθαρών αποδοχών από στοίχημα καταβάλλεται στον Κυπριακό Οργανισμό Αθλητισμού, ο οποίος αυτόματα κατανέμει ολόκληρο το ποσό ως ακολούθως:
(i) Ποσοστό ενάμισι τοις εκατό (1,5%) στην κυπριακή ομοσπονδία που οργανώνει το ετήσιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου και διατίθεται για σκοπούς ενίσχυσης των ποδοσφαιρικών ομάδων και των ακαδημιών τους∙
(ii) ποσοστό μισό τοις εκατό (0,5%) στις υπόλοιπες κυπριακές ομοσπονδίες ομαδικών αθλημάτων για σκοπούς ενίσχυσης των ομάδων και των ακαδημιών τους,
νοουμένου ότι οι πιο πάνω ομάδες έχουν εκπληρώσει τις φορολογικές τους υποχρεώσεις των φορολογικών ετών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου∙
(β) ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί των καθαρών αποδοχών από στοίχημα διατίθεται για σκοπούς ενίσχυσης των μηχανισμών και προγραμμάτων προστασίας των νεαρών ατόμων και παθολογικών παικτών.
(4) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, κάθε ημερολογιακός μήνας αποτελεί μία λογιστική περίοδο.
(5) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, το ποσό των καθαρών αποδοχών από στοίχημα αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β, για συγκεκριμένη λογιστική περίοδο, ισούται με “Χ” μείον “Υ”, όπου -
(α) “Χ” είναι τα συνολικά ποσά που καταβλήθηκαν στον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β και εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο στη συγκεκριμένη λογιστική περίοδο σε σχέση με στοιχήματα που διενεργήθηκαν από αυτόν· και
(β) “Y” είναι τα συνολικά ποσά που καταβλήθηκαν από τον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β τη συγκεκριμένη περίοδο ως κέρδη στους παίκτες, ανεξαρτήτως του πότε έγιναν ή κρίθηκαν τα στοιχήματα.
(6) Κατά τον υπολογισμό του ποσού που οφείλεται σε παίκτη σε σχέση με στοίχημα, συνυπολογίζεται οποιοδήποτε άλλο ωφέλημα που εξασφαλίστηκε από τον παίκτη και δεν συνυπολογίζονται τα έξοδα του αδειούχου αποδέκτη Κλάσης Α ή Β .
(7) Σε περίπτωση που παίκτης συμμετέχει σε στοίχημα στο πλαίσιο προσφοράς που του επιτρέπει να μην καταβάλει κανένα ποσό ή να καταβάλει ποσό μικρότερο από το ποσό που θα έπρεπε να καταβάλει αν δεν υπήρχε η προσφορά, θεωρείται, για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, ότι οφείλει να πληρώσει αυτό το ποσό στον αδειούχο αποδέκτη Κλάσης Α ή Β και εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο κατά τον χρόνο που έγινε το στοίχημα.
(8) Για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) -
(α) Η αναφορά στην καταβολή ποσών σε παίκτη περιλαμβάνει αναφορά στη διατήρηση ποσών για λογαριασμό του εν λόγω παίκτη, σε περίπτωση που αυτός δύναται να τα αποσύρει σε πρώτη ζήτηση· και
(β) η επιστροφή ποσού στοιχήματος θεωρείται ως πληρωμή κερδών.
75. Κάθε αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β, μέχρι το τέλος του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί την κάθε λογιστική περίοδο κατά το τέλος κάθε λογιστικής περιόδου, καταβάλλει στη Δημοκρατία οποιοδήποτε οφειλόμενο ποσό φόρου στοιχήματος και στην Αρχή την εισφορά, σύμφωνα με το παρόν Μέρος.
76.-(1) Σε περίπτωση που ο οφειλόμενος φόρος στοιχήματος ή η οφειλόμενη εισφορά δεν καταβληθεί από τον αποδέκτη Κλάσης Α ή Β εμπρόθεσμα, σύμφωνα με το άρθρο 75, τότε προστίθεται σε αυτόν ή αυτή χρηματική επιβάρυνση ίση με ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) επί του ποσού του οφειλόμενου φόρου ή της οφειλόμενης εισφοράς και ο οφειλόμενος φόρος ή η οφειλόμενη εισφορά συν η αντίστοιχη χρηματική επιβάρυνση καθίστανται πληρωτέα μαζί με τόκο υπερημερίας, ο οποίος υπολογίζεται βάσει του εκάστοτε ισχύοντος επιτοκίου υπερημερίας στο δημόσιο, το οποίο ορίζεται σε Διάταγμα το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό Οικονομικών, δυνάμει του περί Ενιαίου Δημοσίου Επιτοκίου Υπερημερίας Νόμου.
(2) Οποιαδήποτε χρηματική επιβάρυνση και τόκος που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος άρθρου εισπράττονται ως οφειλόμενος φόρος στοιχήματος ή ως οφειλόμενη εισφορά.
(3) Σε περίπτωση που αποδέκτης εξακολουθεί να παραλείπει να αποπληρώσει φόρο στοιχήματος ή εισφορά για συγκεκριμένη λογιστική περίοδο, για χρονικό διάστημα πέραν των εξήντα (60) ημερών από την ημερομηνία έναρξης της οφειλής, η Αρχή δύναται να προβεί σε εξαργύρωση της προβλεπόμενης στο εδάφιο (2) του άρθρου 32 τραπεζικής εγγύησης στο ύψος του οφειλόμενου ποσού.
77. Οποιοσδήποτε φόρος στοιχήματος, εισφορά, τόκος υπερημερίας και χρηματική επιβάρυνση που είναι καταβλητέα, σύμφωνα με τα άρθρα 74 έως 76, δύναται να ανακτηθούν από την Αρχή διά της χρήσης των δεόντων ένδικων μέσων, η οποία ακολούθως, σε περίπτωση που τα ανακτηθέντα αφορούν μη πληρωμή φόρου στοιχήματος, τα καταβάλλει στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας ως χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία, στην περίπτωση δε που τα ανακτηθέντα αφορούν τη μη πληρωμή εισφοράς τα παρακρατεί η ίδια και τα διαθέτει σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 74.
78. Σε περίπτωση που, με τη σύμφωνη γνώμη της Αρχής, αποδειχθεί ότι αποδέκτης Κλάσης Α ή Β έχει καταβάλει φόρο στοιχήματος ή εισφορά πέραν του οφειλόμενου ποσού ή εάν διαφοροποιηθεί η βεβαίωση του φόρου, λόγω ασκηθείσας προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, με αποτέλεσμα ο αποδέκτης να παρουσιάζεται ότι έχει καταβάλει φόρο στοιχήματος πέραν του οφειλόμενου ποσού, η Αρχή επιστρέφει στον αποδέκτη το ποσό που έχει εισπραχθεί καθ’ υπέρβαση, μαζί με τον αναφερόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 76 τόκο υπερημερίας, όπως εκάστοτε ισχύει, από την πρώτη μέρα του ημερολογιακού μήνα που ακολουθεί την ημερομηνία είσπραξης αυτού:
79. Πρόσωπο το οποίο παρέχει υπηρεσίες στοιχήματος χωρίς να κατέχει άδεια αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή άδεια εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
80. Πρόσωπο το οποίο παρέχει υπηρεσίες στοιχήματος κατά παράβαση των όρων της άδειάς του είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (€170.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
81. Πρόσωπο το οποίο συμμετέχει σε στοίχημα το οποίο διεξάγεται κατά παράβαση του παρόντος Νόμου ή συμμετέχει ως παίκτης σε παιγνιομηχανήματα περιορισμένου οφέλους, σε τυχερά παιχνίδια παρεχόμενα σε απευθείας σύνδεση, σε στοιχήματα που διεξάγονται μέσω ανταλλακτηρίων στοιχημάτων, σε εκτεινόμενα στοιχήματα και σε κυνοδρομίες που διεξάγονται κατά παράβαση των άρθρων 83, 84, 85, 86 και 87 είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
82.-(1) Πρόσωπο το οποίο λειτουργεί υποστατικό για παροχή υπηρεσιών στοιχήματος χωρίς να κατέχει άδεια υποστατικού ή κατά παράβαση οποιωνδήποτε όρων της άδειας αυτής είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος ή πρόσωπο που λειτουργεί αδειούχο υποστατικό για διεξαγωγή στοιχήματος κατά παράβαση των άρθρων 83, 84, 85, 86, και 87 είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (€170.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Πρόσωπο το οποίο λειτουργεί υποστατικό ή τόπο για παροχή υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνου, παρεχόμενων με απευθείας σύνδεση ή για παροχή υπηρεσιών για διεξαγωγή παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους ή στοιχήματος διαμέσου ανταλλακτηρίου στοιχημάτων ή εκτεινόμενου στοιχήματος ή στοιχήματος επί κυνοδρομιών είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό εβδομήντα χιλιάδες ευρώ (€170.000) ή και στις δυο αυτές ποινές.
(4) Το Δικαστήριο κατά την επιβολή ποινής, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, δύναται επιπρόσθετα να διατάξει το κλείσιμο του υποστατικού μέχρι να εξασφαλιστεί η σχετική άδεια ή μέχρι να αρθεί η διεξαγωγή του παράνομου στοιχήματος, ανάλογα με την περίπτωση.
83. Πρόσωπο το οποίο κατέχει ή λειτουργεί παιγνιομηχανήματα περιορισμένου οφέλους ή παρέχει υπηρεσίες για διεξαγωγή στη Δημοκρατία παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους είναι ένοχο κακουργήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
84. Πρόσωπο το οποίο κατέχει ή λειτουργεί μηχανές με τις οποίες παρέχονται υπηρεσίες ή παρέχει υπηρεσίες για διεξαγωγή στη Δημοκρατία τυχερών παιχνιδιών καζίνου παρεχομένων με απευθείας σύνδεση είναι ένοχο κακουργήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
85.-(1) Απαγορεύεται η διεξαγωγή στοιχημάτων μέσω ανταλλακτηρίων στοιχημάτων.
(2) Πρόσωπο το οποίο παρέχει υπηρεσίες για τη διεξαγωγή στοιχήματος διαμέσου ανταλλακτηρίου στοιχημάτων είναι ένοχο κακουργήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
86.-(1) Απαγορεύεται η διεξαγωγή ή παροχή υπηρεσιών για διεξαγωγή εκτεινόμενου στοιχήματος.
(2) Πρόσωπο το οποίο διεξάγει ή παρέχει υπηρεσίες για τη διεξαγωγή εκτεινόμενων στοιχημάτων είναι ένοχο κακουργήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «εκτεινόμενο στοίχημα» περιλαμβάνει στοίχημα, τα κέρδη και το κόστος του οποίου-
(α) Δεν είναι και δεν μπορούν να είναι γνωστά κατά το χρόνο που διεξάγεται το στοίχημα∙ ή
(β) εξαρτώνται από την απόκλιση του αποτελέσματος ιπποδρομίας, διαγωνισμού, αγώνα ή άλλου γεγονότος∙ ή
(γ) εξαρτώνται από την έκταση τέτοιας απόκλισης.
87.-(1) Απαγορεύεται η διεξαγωγή ή παροχή υπηρεσιών για διεξαγωγή στοιχήματος επί κυνοδρομιών.
(2) Πρόσωπο το οποίο διεξάγει ή παρέχει υπηρεσίες για τη διεξαγωγή στοιχήματος επί κυνοδρομιών είναι ένοχο κακουργήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
88.-(1) Πρόσωπο το οποίο εξαπατεί με δόλιο τρόπο άλλο πρόσωπο με παράνομη πράξη ή παράλειψη που σχετίζεται με στοίχημα είναι ένοχο κακουργήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα επτά (7) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ (€500.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), δεν αποτελεί υπεράσπιση το γεγονός ότι το άλλο πρόσωπο κερδίζει ή αυξάνονται οι πιθανότητές του να κερδίσει από το στοίχημα.
(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), δόλια εξαπάτηση σε στοίχημα περιλαμβάνει εξαπάτηση, παραπλάνηση, παρέμβαση ή υποκίνηση σε σχέση με τη διαδικασία με την οποία διεξάγεται το στοίχημα, ή με αγώνα, ιπποδρομία ή άλλο γεγονός το οποίο σχετίζεται με στοίχημα ή απόπειρα τέτοιας εξαπάτησης, παραπλάνησης, παρέμβασης ή υποκίνησης.
89.-(1) Πρόσωπο το οποίο διαφημίζει στοίχημα, κατά τρόπο που να -
(α) Υπονοεί ότι τούτο προάγει ή σχετίζεται με κοινωνική αποδοχή, προσωπική ή οικονομική επιτυχία ή επίλυση οποιωνδήποτε προσωπικών, οικονομικών ή κοινωνικών προβλημάτων· ή
(β) περιλαμβάνει την υποστήριξη γνωστών προσωπικοτήτων με τρόπο που να υπονοεί ότι τούτο συσχετίζεται με την επιτυχία τους· ή
(γ) δύναται να επηρεάσει καθ’ οιονδήποτε τρόπο ανήλικα πρόσωπα να συμμετάσχουν σε αυτό· ή
(δ) προάγει τη διεξαγωγή του χρησιμοποιώντας υπηρεσίες που παρέχονται από πρόσωπο που δεν είναι αδειούχος αποδέκτης Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος· ή
(ε) υπερβαίνει τα όρια της τιμιότητας και ευπρέπειας,
είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις (€30.000) τριάντα χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο το οποίο διαφημίζει την παροχή υπηρεσιών που σχετίζονται με οποιαδήποτε απαγόρευση, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 83, 84, 85, 86 και 87, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
90. Πρόσωπο το οποίο, με πρόθεση, παρέχει στην Αρχή ελλιπή, ανακριβή, παραπλανητική ή ψευδή πληροφορία είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
91. Πρόσωπο το οποίο προσκαλεί, υποκινεί ή επιτρέπει σε ανήλικο πρόσωπο-
(α) Να συμμετάσχει σε στοίχημα· ή
(β) να εισέλθει σε αδειούχο υποστατικό,
είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
92.Κάθε υποστατικό ή τόπος, όπου πραγματοποιείται είσοδος βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, θα τεκμαίρεται, μέχρι να αποδειχτεί το αντίθετο, ότι λειτουργεί ως υποστατικό παροχής υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνου παρεχομένων με απευθείας σύνδεση ή παροχής υπηρεσιών για διεξαγωγή παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους, σε οποιαδήποτε από τις πιο κάτω περιπτώσεις-
(α) Εάν οποιαδήποτε αντικείμενα τα οποία σχετίζονται με την παροχή των υπηρεσιών που αναφέρονται στα άρθρα 83 και 84 του παρόντος Νόμου βρίσκονται σε αυτά ή επί οποιουδήποτε προσώπου που βρίσκεται σε αυτόν ή που δραπετεύει από αυτόν∙
(β) εάν οποιοσδήποτε αστυνομικός ενεργεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιοσδήποτε από τους βοηθούς του εσκεμμένα εμποδίζεται ή παρεμποδίζεται ή καθυστερείται να εισέλθει ή πλησιάσει αυτά ή οποιοδήποτε μέρος τους∙
(γ) εάν οποιαδήποτε δίοδος ή κλιμακοστάσιο ή μέσα προσπέλασης σε οποιοδήποτε μέρος αυτών είναι ασυνήθιστα στενό ή απότομο ή με άλλο τρόπο δύσκολο προς διάβαση ή οποιοδήποτε μέρος αυτών είναι εφοδιασμένο με ασυνήθιστα ή ασυνήθως πολυάριθμα μέσα που εμποδίζουν, παρεμποδίζουν ή καθυστερούν την είσοδο ή με οποιαδήποτε επινόηση για να δύνανται τα πρόσωπα που βρίσκονται εντός αυτού να βλέπουν ή διαπιστώνουν την προσέγγιση ή είσοδο προσώπων ή για να δίνουν το σύνθημα συναγερμού ή για να διευκολύνουν την απόδραση από αυτό∙
(δ) εάν η λειτουργία παιγνιομηχανήματος περιορισμένου οφέλους ή τερματικής μηχανής διασυνδεδεμένης με κεντρικό μηχανογραφικό σύστημα ή ηλεκτρονικού υπολογιστή που εντοπίζεται στον τόπο διακόπτεται με την είσοδο αστυνομικού ή οποιουδήποτε εντεταλμένου προσώπου που τον συνοδεύει∙
(ε) εάν στον τόπο εντοπίζεται μέθοδος ή μέσο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διακοπή της λειτουργίας παιγνιομηχανήματος περιορισμένου οφέλους ή τερματικής μηχανής διασυνδεδεμένης με κεντρικό μηχανογραφικό σύστημα ή ηλεκτρονικού υπολογιστή ή της παροχής ηλεκτρισμού σε αυτά ή επανεκκίνησής τους∙
(στ) εάν σε παιγνιομηχάνημα περιορισμένου οφέλους ή τερματική μηχανή διασυνδεδεμένη με κεντρικό μηχανογραφικό σύστημα ή ηλεκτρονικό υπολογιστή που εντοπίζεται στον τόπο υπάρχουν εγκατεστημένα και σε λειτουργία προγράμματα με δυνατότητα επαναφοράς του συστήματός τους στην αρχική του κατάσταση, με τη διαγραφή των όποιων στοιχείων αφορούν στη χρήση τους προ της εισόδου αστυνομικού ή οποιουδήποτε εντεταλμένου προσώπου που τον συνοδεύει στον τόπο∙
(ζ) εάν σε παιγνιομηχάνημα περιορισμένου οφέλους ή τερματική μηχανή διασυνδεδεμένη με κεντρικό μηχανογραφικό σύστημα ή ηλεκτρονικό υπολογιστή που εντοπίζεται στον τόπο υπάρχουν εγκατεστημένα και σε λειτουργία προγράμματα ολικής ή μερικής κρυπτογράφησης ψηφιακών δεδομένων, σε συσκευές αποθήκευσης, όπως σκληροί δίσκοι και φορητές μνήμες∙
(η) εάν σε παιγνιομηχάνημα περιορισμένου οφέλους ή τερματική μηχανή διασυνδεδεμένη με κεντρικό μηχανογραφικό σύστημα ή ηλεκτρονικό υπολογιστή που εντοπίζεται στον τόπο υπάρχουν εγκατεστημένα λειτουργικά προγράμματα τα οποία δεν επιτρέπουν την καταγραφή του ιστορικού των ενεργειών του χρήστη στον υπολογιστή και ταυτόχρονα την εξασφάλιση αντιγράφου της μνήμης τυχαίας προσπέλασής (ram) τους ή τον εντοπισμό της ηλεκτρονικής διεύθυνσης (i.p. address), με την οποία είναι συνδεδεμένα, από αστυνομικό που ενεργεί βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή από οποιοδήποτε εντεταλμένο πρόσωπο που τον συνοδεύει.
93. Σε περίπτωση που Δικαστήριο ικανοποιηθεί με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι χώρος ή υποστατικό χρησιμοποιείται για ή σε σχέση με τη διάπραξη αδικήματος, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, δύναται να εκδώσει ένταλμα, το οποίο να εξουσιοδοτεί αστυνομικό ή άλλο εντεταλμένο πρόσωπο, συνοδευόμενο από μέλος της αστυνομίας να εισέλθει σε οποιοδήποτε χρόνο και να προβεί σε έρευνα στον χώρο ή στο υποστατικό και να κατάσχει οτιδήποτε ευλόγως υποψιάζεται ότι έχει χρησιμοποιηθεί ή χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για ή σε σχέση με τη διάπραξη αδικήματος, κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή ότι θα παράσχει απόδειξη για τη διάπραξη αδικήματος.
94.-(1) Η Αρχή ή μέλος της Αστυνομίας κατ’ εντολή του Αρχηγού της Αστυνομίας, δύναται να υποβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου μονομερή αίτηση, σε οποιοδήποτε στάδιο μετά την καταχώριση κατηγορητηρίου για αδίκημα κατά παράβαση των άρθρων 79, 83, 84, 85, 86 και 87 και το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει προσωρινό διάταγμα απαγόρευσης διενέργειας στοιχήματος ή παροχής υπηρεσιών στοιχήματος ή κατοχής ή λειτουργίας παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους ή παροχής υπηρεσιών για διεξαγωγή παιγνιομηχανημάτων περιορισμένου οφέλους ή κατοχής ή λειτουργίας μηχανών με τις οποίες παρέχονται υπηρεσίες ή παροχής υπηρεσιών τυχερών παιχνιδιών καζίνου παρεχομένων με απευθείας σύνδεση ή παροχής ή/και διάταγμα αναστολής της λειτουργίας οποιουδήποτε υποστατικού ή τόπου που συνδέεται με το εκδικαζόμενο αδίκημα, το οποίο διάταγμα δύναται να οριστεί ως επιστρεπτέο, αφού ικανοποιηθεί ότι -
(α) Το κατηγορητήριο περιέχει αναφορά στα αδικήματα τα οποία αναφέρονται στο παρόν άρθρο· και
(β) υπάρχει εκ πρώτης όψεως μαρτυρία που να συνδέει συγκεκριμένο πρόσωπο ή υποστατικό με το εκδικαζόμενο αδίκημα:
(2) Δικαστήριο το οποίο κρίνει ένοχο πρόσωπο για οποιοδήποτε αδίκημα κατά παράβαση του άρθρου 79, 83, 84, 85, 86 και 87, επιπρόσθετα με την επιβολή ποινής και αφού λάβει υπόψη του κατά πόσο υπάρχει εύλογος κίνδυνος τέλεσης νέου παρόμοιας φύσης αδικήματος στο μέλλον, δύναται να διατάξει το πρόσωπο -
(α) Να διακόψει ή αναστείλει οποιεσδήποτε ενέργειες ή πρακτικές ή υπηρεσίες που σχετίζονται με το αδίκημα για το οποίο έχει καταδικαστεί· και/ή
(β) να κλείσει και διατηρήσει κλειστό οποιοδήποτε υποστατικό σε σχέση με το οποίο έχει διαπραχθεί το αδίκημα για το οποίο έχει καταδικαστεί,
αμέσως ή εντός εύλογης προθεσμίας και υπό όρους που το Δικαστήριο κρίνει σκόπιμο ή αναγκαίο να καθορίσει στο διάταγμα, με σκοπό την αποτελεσματικότερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των κανονισμών.
(3) Σε περίπτωση που εκδίδεται διάταγμα, σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή (2), και το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε παραλείπει ή αμελεί να συμμορφωθεί εντός του χρόνου που καθορίζεται σε αυτό, ο Αρχηγός Αστυνομίας προχωρεί στην εκτέλεση του διατάγματος και τα έξοδα της εκτέλεσής του επιβαρύνουν το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα και θεωρούνται και εισπράττονται ως χρηματική ποινή, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.
(4) Πρόσωπο εναντίον του οποίου έχει εκδοθεί διάταγμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και το οποίο παραλείπει ή αμελεί να συμμορφωθεί με αυτό εντός της χρονικής περιόδου που τυχόν καθορίζεται σε αυτό, ανεξαρτήτως αν ο Αρχηγός προχώρησε στην εκτέλεση ή εκτέλεσε το διάταγμα, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες ευρώ (€300.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
95.-(1) Σε περίπτωση που η Αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, είτε κατά παράβαση όρου άδειας αποδέκτη Κλάσης Α ή Β ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου είτε κατά παράβαση του παρόντος Νόμου είτε κατά παράβαση των κανονισμών είτε κατά παράβαση των οδηγιών της Αρχής που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 15, η Αρχή δύναται να επιβάλλει σε αυτό διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000), ανάλογα με την βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλης νομοθεσίας.
(2) Η Αρχή, προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε εύλογη προθεσμία από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) Η Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της, την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και -
(α) Η οποία καθορίζει την παράβαση· και
(β) διά της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο -
(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος· και
(ii) περί της προθεσμίας εντός της οποίας δύναται να ασκήσει προσφυγή κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος· και
(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με τη διαβίβασή της στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(4) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου να καταβάλει στην Αρχή διοικητικό πρόστιμο, το οποίο του επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
96. Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου, διαφορά που αφορά στη συμφωνία που σχετίζεται με στοίχημα που έχει διεξαχθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν αποτελεί κώλυμα ούτε παρεμποδίζει τη λήψη οποιουδήποτε δικαστικού μέτρου προς εφαρμογή της συμφωνίας, τηρουμένου οποιουδήποτε κανόνα δικαίου ή διάταξης νόμου σχετικής με ακυρότητα συμφωνίας λόγω παρανομίας.
97. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
98.-(1) Ο Υπουργός έχει εξουσία να μεταβιβάζει γραπτώς σε οποιονδήποτε λειτουργό που υπηρετεί στο Υπουργείο Οικονομικών την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος που ο παρών Νόμος ή οι κανονισμοί του Υπουργικού Συμβουλίου χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, στον Υπουργό:
(2) Πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος, δυνάμει του εδαφίου (1), έχει υποχρέωση να ασκεί την εξουσία και να εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τις τυχόν οδηγίες του Υπουργού.
(3) Ο Υπουργός έχει εξουσία να τροποποιεί και ανακαλεί μεταβίβαση εξουσίας, που πραγματοποιήθηκε δυνάμει του εδαφίου (1), με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση.
(4) Σε περίπτωση που, δυνάμει του παρόντος άρθρου, δύο (2) ή περισσότερα πρόσωπα ασκούν ταυτόχρονα την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος από τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνει τα δέοντα μέτρα, ώστε να μην ασκεί την εξουσία ή εκτελεί το καθήκον σε σχέση με τα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον ιεραρχικά ανώτερό του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες του τελευταίου.
(5) Σε περίπτωση που, δυνάμει του παρόντος άρθρου, πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον που ο παρών Νόμος ή οι κανονισμοί του Υπουργικού Συμβουλίου χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, σε άλλο πρόσωπο, ο παρών Νόμος και οι κανονισμοί του Υπουργικού Συμβουλίου εφαρμόζονται ως εάν είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκόν αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εν λόγω πρόσωπο.
99. Χωρίς επηρεασμό της εκ του παρόντος Νόμου γενικότερης εξουσίας της Αρχής για έκδοση κανονισμών, όταν η Αρχή απαιτεί συγκεκριμένο τύπο για αίτηση, το έντυπο καθορίζεται από την Αρχή με κανονισμούς.
100.-(1) Με τον παρόντα Νόμο, οι περί Στοιχημάτων Νόμοι του 2012 καταργούνται.
(2) Σε περίπτωση που νόμος άλλος από τον παρόντα Νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη αναφέρεται στους περί Στοιχημάτων Νόμους του 2012, που καταργούνται διά του εδαφίου (1), η εν λόγω αναφορά θεωρείται ως κατ’ αναλογίαν αναφορά στον παρόντα Νόμο.
101.-(1) Κανονισμοί του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς και κανονισμοί και οδηγίες της Αρχής που τυχόν εκδόθηκαν δυνάμει των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012 και ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκτός εάν είναι αντίθετοι με τον παρόντα Νόμο, συνεχίζουν να ισχύουν ως εάν να είχαν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου μέχρι να καταργηθούν, τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν.
(2) Κανονισμοί, διατάγματα και γνωστοποιήσεις που εκδόθηκαν δυνάμει του περί Συλλογικών Στοιχημάτων (Ρύθμιση και Φόρος) Νόμου, εκτός αν είναι αντίθετοι με τον παρόντα Νόμο, συνεχίζουν να ισχύουν ως εάν να είχαν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου, μέχρι να καταργηθούν, τροποποιηθούν ή αντικατασταθούν.
(3) Νομικά πρόσωπα τα οποία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου κατέχουν άδεια για διεξαγωγή ηλεκτρονικού στοιχήματος που εκδόθηκε από κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δύνανται να συνεχίσουν την παροχή υπηρεσιών στοιχήματος μόνο καθόσον αφορά το στοίχημα που επιτρέπεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και θεωρείται ότι λειτουργούν στα πλαίσια του νόμου αυτού μέχρι την έκδοση σχετικής άδειας από την Αρχή, νοουμένου ότι έχουν υποβάλει αίτηση για εξασφάλιση άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου εντός ενός μηνός από τη γνωστοποίηση της ημερομηνίας που η Αρχή αποδέχεται αιτήσεις.
(4) Ατομικές διοικητικές πράξεις που εκδόθηκαν από την Αρχή, δυνάμει των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012, συνεχίζουν να ισχύουν υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που εκδόθηκαν, εκτός εάν τροποποιηθούν ή ανακληθούν από την Αρχή ή ακυρωθούν από αρμόδιο Δικαστήριο.
(5) Ο διορισμός του Προέδρου και κάθε μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής που υπηρετεί σε αυτήν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, ο οποίος έγινε δυνάμει των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012, δεν επηρεάζεται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και συνεχίζει να ισχύει μέχρις ότου η θέση του εν λόγω Προέδρου ή μέλους κενωθεί, κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 7 ή 8.
(6) Η Αρχή συνεχίζει τη διαδικασία διεκπεραίωσης υποθέσεων, εξέτασης καταγγελιών και διενέργειας αυτεπάγγελτων ερευνών, οι οποίες, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου εκκρεμούσαν βάσει των διατάξεων των περί Στοιχημάτων Νόμων του 2012 ενώπιόν της, με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, χωρίς η εγκυρότητα των σχετικών αποφάσεών της να επηρεάζεται με οποιοδήποτε τρόπο.