Για σκοπούς, μεταξύ άλλων, εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (EE) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2016 σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία, τις ανταλλαγές μαθητών ή τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair)»,
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (Προϋποθέσεις Εισόδου και Διαμονής Υπηκόων Τρίτων Χωρών με σκοπό την Έρευνα, τις Σπουδές, την Πρακτική Άσκηση, την Εθελοντική Υπηρεσία, τις Ανταλλαγές Μαθητών ή τα Εκπαιδευτικά Προγράμματα) Νόμος του 2019.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«άδεια» ή «άδεια διαμονής» σημαίνει άδεια που εκδίδεται στον τύπο που καθορίζεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 και η οποία επιτρέπει στον κάτοχό της να διαμένει νόμιμα σε κράτος μέλος·
«άδεια εισόδου» σημαίνει άδεια που χορηγείται χρησιμοποιώντας τον τύπο που αποφασίζεται από την αρμόδια αρχή, η οποία επιτρέπει σε υπήκοο τρίτης χώρας να εισέλθει στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές·
«άδεια μακράς κινητικότητας» σημαίνει την άδεια που προβλέπεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 17·
«απασχόληση» σημαίνει την άσκηση δραστηριοτήτων που καλύπτουν κάθε μορφή έργου ή εργασίας η οποία ρυθμίζεται από το κυπριακό δίκαιο ή από ισχύουσες συλλογικές συμφωνίες ή σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική, υπό τη διεύθυνση ή την εποπτεία εργοδότη·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Εσωτερικών ή πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από αυτόν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 38∙
«αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών» σημαίνει την αρχή που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 10∙
«ασκούμενος» σημαίνει υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος είναι κάτοχος πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή παρακολουθεί έναν κύκλο σπουδών σε τρίτη χώρα με σκοπό την απόκτηση πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και ο οποίος γίνεται δεκτός στη Δημοκρατία στο πλαίσιο προγράμματος πρακτικής άσκησης για το σκοπό της απόκτησης γνώσεων, πρακτικής εξάσκησης και εμπειρίας σε επαγγελματικό περιβάλλον·
«δεύτερο κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος άλλο από το πρώτο κράτος μέλος·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, το οποίο διέπεται από τον περί Αρχείου Πληθυσμού Νόμο∙
«εθελοντής» σημαίνει υπήκοο τρίτης χώρας που έχει γίνει δεκτός στο έδαφος της Δημοκρατίας για να συμμετάσχει σε πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας∙
«εκπαιδευτικό ίδρυμα» σημαίνει δημόσιο ή ιδιωτικό ίδρυμα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης το οποίο-
(α) είναι αναγνωρισμένο από τη Δημοκρατία ή του οποίου τα προγράμματα σπουδών είναι αναγνωρισμένα σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο ή τη διοικητική πρακτική των κυπριακών αρχών βάσει διαφανών κριτηρίων, και
(β) συμμετέχει σε πρόγραμμα ανταλλαγής μαθητών ή σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
«εκπαιδευτικό πρόγραμμα» σημαίνει το σύνολο των εκπαιδευτικών δράσεων που αναπτύσσονται από εκπαιδευτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στη Δημοκρατία σε συνεργασία με παρόμοια ιδρύματα εγκατεστημένα σε τρίτη χώρα, με σκοπό την ανταλλαγή πολιτισμού και γνώσεων·
«ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές» σημαίνει τις περιοχές της Δημοκρατίας στις οποίες η κυβέρνηση της Δημοκρατίας ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο∙
«ενωσιακά ή πολυμερή προγράμματα που περιλαμβάνουν μέτρα κινητικότητας» σημαίνει τα χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από τα κράτη μέλη της προγράμματα για την προώθηση της κινητικότητας των υπηκόων τρίτων χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή στα κράτη μέλη της που συμμετέχουν στα αντίστοιχα προγράμματα·
«έρευνα» σημαίνει την πρωτότυπη εργασία που αναλαμβάνεται με συστηματικό τρόπο για να αυξηθεί το σύνολο των γνώσεων, συμπεριλαμβανομένης της γνώσης του ανθρώπου, του πολιτισμού και της κοινωνίας, καθώς και η χρησιμοποίηση αυτού του συνόλου γνώσεων για νέες εφαρμογές·
«ερευνητής» σημαίνει υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος κατέχει διδακτορικό πτυχίο ή κατάλληλο τίτλο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που δίνει πρόσβαση στον εν λόγω υπήκοο τρίτης χώρας σε διδακτορικά προγράμματα και ο οποίος επιλέγεται από ερευνητικό οργανισμό και γίνεται δεκτός στη Δημοκρατία για να υλοποιήσει ερευνητική δραστηριότητα για την οποία απαιτείται συνήθως ο ανωτέρω τίτλος·
«ερευνητικός οργανισμός» σημαίνει κάθε ιδιωτικό ή δημόσιο οργανισμό που πραγματοποιεί έρευνα·
«εργοδότης» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο για το οποίο ασκείται η απασχόληση ή υπό τη διεύθυνση ή εποπτεία του οποίου ασκείται η απασχόληση·
«θεώρηση» σημαίνει την εξουσιοδότηση που χορηγείται ή τη θετική απόφαση που λαμβάνεται, από τις προξενικές αρχές της Δημοκρατίας, ως προς την είσοδο υπηκόου τρίτης χώρας στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές·
«ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης» σημαίνει-
(α) δημόσιο πανεπιστήμιο, δημόσια σχολή ανώτερης εκπαίδευσης ή ιδιωτικό πανεπιστήμιο που είναι εγγεγραμμένο ή θεωρείται αναγνωρισμένο δυνάμει του κυπριακού δικαίου και το οποίο, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο ή τη διοικητική πρακτική των κυπριακών αρχών, παρέχει αναγνωρισμένους τίτλους τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή άλλα αναγνωρισμένα προσόντα τριτοβάθμιου επιπέδου, και
(β) οποιοδήποτε άλλο ίδρυμα ανώτερης εκπαίδευσης που είναι εγγεγραμμένο ή θεωρείται αναγνωρισμένο δυνάμει του κυπριακού δικαίου ή της διοικητικής πρακτικής των κυπριακών αρχών και το οποίο αναγνωρίζεται ως φορέας υποδοχής για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου με διάταγμα του Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, το οποίο κοινοποιείται στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Εσωτερικών προς ενημέρωσή της:
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1030/2002» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002 για την καθιέρωση αδειών διαμονής ενιαίου τύπου για τους υπηκόους τρίτων χωρών», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2017/1954 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Οκτωβρίου 2017∙
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙
«μαθητής» σημαίνει υπήκοο τρίτης χώρας που έχει γίνει δεκτός στη Δημοκρατία για να παρακολουθήσει αναγνωρισμένο κρατικό ή περιφερειακό πρόγραμμα δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που αντιστοιχεί στο επίπεδο 2 ή 3 της διεθνούς πρότυπης ταξινόμησης της εκπαίδευσης, στο πλαίσιο ενός προγράμματος ανταλλαγής μαθητών ή εκπαιδευτικού προγράμματος που παρέχεται από εκπαιδευτικό ίδρυμα αναγνωρισμένο προς τούτο από τη Δημοκρατία, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο ή τη διοικητική πρακτική των κυπριακών αρχών·
«μέλη της οικογένειας» ή «μέλη οικογενείας» σημαίνει τους υπηκόους τρίτων χωρών που αναφέρονται στο άρθρο 18Λ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου∙
«Οδηγία 2001/55/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2001/55/ΕΚ του Συμβουλίου της 20ής Ιουλίου 2001 σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές παροχής προσωρινής προστασίας σε περίπτωση μαζικής εισροής εκτοπισθέντων και μέτρα για τη δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ κρατών μελών όσον αφορά την υποδοχή και την αντιμετώπιση των συνεπειών της υποδοχής αυτών των ατόμων»∙
«Οδηγία 2003/109/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 2003/109/ΕΚ του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2003 σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες», όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την Οδηγία 2011/51/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2011∙
«Οδηγία 2011/95/ΕΕ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2011/95/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Δεκεμβρίου 2011 σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας»∙
«Οδηγία 2014/66/ΕΕ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2014/66/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαΐου 2014 σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης», όπως διορθώθηκε∙
«Οδηγία (ΕΕ) 2016/801» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2016/801 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Μαΐου 2016 σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την έρευνα, τις σπουδές, την πρακτική άσκηση, την εθελοντική υπηρεσία, τις ανταλλαγές μαθητών ή τα εκπαιδευτικά προγράμματα και την απασχόληση των εσωτερικών άμισθων βοηθών (au pair)»∙
«Οδηγία (ΕΕ) 2021/1883» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2021/1883 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Οκτωβρίου 2021, σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής υπηκόων τρίτων χωρών με σκοπό την απασχόληση υψηλής ειδίκευσης, και την κατάργηση της οδηγίας 2009/50/ΕΚ του Συμβουλίου∙
«πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας» σημαίνει πρόγραμμα δραστηριοτήτων έμπρακτης αλληλεγγύης το οποίο βασίζεται σε πρόγραμμα αναγνωρισμένο από την εκάστοτε αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας ή την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο επιδιώκει στόχους γενικού ενδιαφέροντος και έχει μη κερδοσκοπικό χαρακτήρα, στο πλαίσιο του οποίου οι δραστηριότητες δεν συνιστούν απασχόληση και δεν αμείβονται, με την εξαίρεση της επιστροφής των εξόδων ή/και της αποζημίωσης για μικροέξοδα·
«πρώτο κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος το οποίο πρώτο χορηγεί σε υπήκοο τρίτης χώρας άδεια σύμφωνα με τη Οδηγία (ΕΕ) 2016/801·
«σπουδαστής» σημαίνει υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος έχει γίνει δεκτός σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και στον οποίο επετράπη η είσοδος στη Δημοκρατία για να έχει ως κύρια δραστηριότητα την παρακολούθηση προγράμματος σπουδών πλήρους φοίτησης, με σκοπό την απόκτηση τίτλου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αναγνωρισμένου από τη Δημοκρατία, όπως πιστοποιητικού, διπλώματος, ανώτερου διπλώματος, πτυχίου, μεταπτυχιακού ή διδακτορικού σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, το οποίο πρόγραμμα ενδεχομένως συμπεριλαμβάνει προπαιδευτικό κύκλο για τις εν λόγω σπουδές βάσει του κυπριακού δικαίου ή υποχρεωτική πρακτική άσκηση·
«Τμήμα Εργασίας» σημαίνει το Τμήμα Εργασίας του Υπουργείου Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και περιλαμβάνει τα κατά τόπους Γραφεία Εργασίας.
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα άλλη από κράτος μέλος∙
«υπήκοος τρίτης χώρας» σημαίνει πρόσωπο που δεν είναι πολίτης της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά την έννοια του Άρθρου 20, παράγραφος 1, της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«φορέας υποδοχής» σημαίνει ερευνητικό οργανισμό, ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκπαιδευτικό ίδρυμα, οργανισμό που είναι υπεύθυνος για το πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας ή φορέα υποδοχής ασκουμένων, στα οποία ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει τοποθετηθεί για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και τα οποία βρίσκονται στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο.
(2) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (1), εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια, όροι ή φράσεις που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο έχουν την ίδια έννοια που αποδίδει σε αυτούς ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμος.
(3) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οποιαδήποτε αναφορά σε Οδηγία, Κανονισμό, Απόφαση ή άλλη νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.
(4) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οποιαδήποτε αναφορά σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη της Δημοκρατίας σημαίνει τον εν λόγω νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.
3. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι ο καθορισμός-
(α) Tων προϋποθέσεων εισόδου και διαμονής, για περίοδο που υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες, στη Δημοκρατία, καθώς και των δικαιωμάτων υπηκόων τρίτων χωρών και, κατά περίπτωση, των μελών της οικογένειάς τους, για τους σκοπούς της έρευνας, των σπουδών, της πρακτικής άσκησης ή της εθελοντικής υπηρεσίας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εθελοντικής υπηρεσίας, καθώς και για σκοπούς προγράμματος ανταλλαγής μαθητών ή εκπαιδευτικών προγραμμάτων και εθελοντικής υπηρεσίας διαφορετικής από την ευρωπαϊκή εθελοντική υπηρεσία·
(β) των προϋποθέσεων εισόδου και διαμονής στη Δημοκρατία, καθώς και των δικαιωμάτων των ερευνητών, και, όπου ισχύει, των μελών της οικογένειάς τους, καθώς και των σπουδαστών που αναφέρονται στην παράγραφο (α) όταν η Δημοκρατία συνιστά δεύτερο κράτος μέλος·
(γ) άλλων συναφών ρυθμίσεων.
4.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών που αιτούνται να γίνουν δεκτοί ή που έχουν γίνει δεκτοί στη Δημοκρατία για τους σκοπούς της έρευνας, των σπουδών, της πρακτικής άσκησης ή εθελοντικής υπηρεσίας στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής εθελοντικής υπηρεσίας, προγράμματος ανταλλαγής μαθητών ή εκπαιδευτικού προγράμματος και εθελοντικής υπηρεσίας διαφορετικής από την ευρωπαϊκή εθελοντική υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε υπηκόους τρίτων χωρών-
(α) Oι οποίοι αιτούνται ή απολαύουν διεθνούς προστασίας στη Δημοκρατία ή οι οποίοι απολαύουν προσωρινής προστασίας στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προσφύγων Νόμου∙ ή
(β) οι οποίοι αιτούνται ή απολαύουν διεθνούς προστασίας σύμφωνα με την Οδηγία 2011/95/ΕΕ ή απολαύουν προσωρινής προστασίας σύμφωνα με την Οδηγία 2001/55/ΕΚ σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία· ή
(γ) η απομάκρυνση των οποίων έχει ανασταλεί για πραγματικούς ή νομικούς λόγους· ή
(δ) οι οποίοι είναι μέλη της οικογένειας πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν ασκήσει το δικαίωμά τους για ελεύθερη κυκλοφορία εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙ ή
(ε) οι οποίοι απολαύουν καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου∙ ή
(στ) που απολαύουν καθεστώτος επί μακρόν διαμένοντος σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία σύμφωνα με την Οδηγία 2003/109/ΕΚ∙ ή
(ζ) οι οποίοι, μαζί με τα μέλη της οικογένειάς τους και ανεξαρτήτως της υπηκοότητάς τους, απολαύουν δικαιωμάτων ελεύθερης κυκλοφορίας, ισοδύναμων των αντίστοιχων δικαιωμάτων των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δυνάμει συμφωνιών είτε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών, είτε μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τρίτων χωρών∙ ή
(η) οι οποίοι εισέρχονται στη Δημοκρατία ως ασκούμενοι στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου∙ ή
(θ) οι οποίοι εισέρχονται, σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, ως ασκούμενοι στο πλαίσιο ενδοεταιρικής μετάθεσης δυνάμει της Οδηγίας 2014/66/ΕΕ· ή
(ι) οι οποίοι υποβάλλουν αίτηση διαμονής στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος μέλος με σκοπό την απασχόληση υψηλής εκπαίδευσης, σύμφωνα με την Οδηγία (ΕΕ) 2021/1883.
(3) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε αντίθετες διατάξεις άλλου νόμου ή κανονιστικών διοικητικών πράξεων.
5. Ο παρών Νόμος δεν θίγει ευνοϊκότερες διατάξεις-
(α) Διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και μιας ή περισσοτέρων τρίτων χωρών, αφετέρου·
(β) διμερών ή πολυμερών συμφωνιών που συνάπτονται μεταξύ της Δημοκρατίας ή μεταξύ της Δημοκρατίας και άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφενός, και μιας ή περισσοτέρων χωρών, αφετέρου.
6.-(1) Η εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας στη Δημοκρατία δυνάμει του παρόντος Νόμου υπόκειται σε έλεγχο δικαιολογητικών που αποδεικνύουν ότι ο εν λόγω υπήκοος τρίτης χώρας πληροί-
(α) Τις γενικές προϋποθέσεις των εδαφίων (2), (3), (4) και (5) του άρθρου 8. και
(β) τις σχετικές ειδικές προϋποθέσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 9 και των άρθρων 12, 13, 14 ή 15.
(2) Τα απαιτούμενα βάσει του εδαφίου (1) δικαιολογητικά υποβάλλονται στην ελληνική ή στην αγγλική γλώσσα.
(3) Όταν πληρούνται όλες οι γενικές και ειδικές προϋποθέσεις, οι υπήκοοι τρίτων χωρών δικαιούνται να λάβουν άδεια και όταν η αρμόδια αρχή εκδίδει άδεια διαμονής εντός της Δημοκρατίας και πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις εισδοχής που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, οι αρχές της Δημοκρατίας χορηγούν στον υπήκοο τρίτης χώρας την απαιτούμενη άδεια εισόδου ή θεώρηση.
7.-(1)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο, μετά από πρόταση του Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων κατόπιν διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους, δύναται να καθορίσει, με απόφασή του η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, τους όγκους εισδοχής υπηκόων τρίτων χωρών που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 4, εξαιρουμένων των σπουδαστών.
(β) Με βάση την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Υπουργός Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων δύναται, οσάκις το κρίνει σκόπιμο, με διάταγμά του το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να καθορίζει ανώτατο αριθμό θέσεων εργασίας ανά τομέα απασχόλησης ή/και επάγγελμα ή/και ανώτατο ποσοστό ανά επιχείρηση ή/και ανά χώρα προέλευσης, για τους υπηκόους τρίτων χωρών που εισέρχονται στη Δημοκρατία για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εφόσον διατελούν ή θα διατελέσουν σε σχέση απασχόλησης, εξαιρουμένων των σπουδαστών.
(2) Στη βάση των διατάξεων του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή δύναται να απορρίπτει αίτηση άδειας για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
8.-(1) Η αρμόδια αρχή μεριμνά, κατά περίπτωση, για την παραλαβή αίτησης, την παραλαβή της προβλεπόμενης στον παρόντα Νόμο κοινοποίησης, τη λήψη απόφασης, τη διεκπεραίωση της προαναφερόμενης κοινοποίησης και την έκδοση άδειας για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(2) Εκτός όπου προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, αίτηση υποβάλλεται από τον φορέα υποδοχής στη βάση ενιαίας διαδικασίας υποβολής αίτησης και αναφορικά με κάθε αίτηση που υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή δυνάμει του παρόντος Νόμου, αυτή η αίτηση υποβάλλεται στον τύπο που καθορίζεται από τον Υπουργό Εσωτερικών, με την καταβολή τέλους που αποφασίζεται από αυτόν:
Νοείται ότι τα τέλη δεν πρέπει να είναι δυσανάλογα ή υπερβολικά.
(3) Αίτηση για εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας δυνάμει του παρόντος Νόμου συνοδεύεται από τα ακόλουθα:
(α) Έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο με τη μικρότερη διάρκεια ισχύος από τις ακόλουθες:
(i) Διάρκεια ισχύος που καλύπτει τουλάχιστον τη διάρκεια της προβλεπόμενης διαμονής του υπηκόου τρίτης χώρας,
(ii) διάρκεια ισχύος τουλάχιστον δύο (2) ετών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης∙
(β) γονική άδεια ή ισοδύναμο έγγραφο για την προβλεπόμενη διαμονή, σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας είναι ανήλικος·
(γ) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας καλύπτεται από ασφάλιση ασθενείας η οποία ισχύει για τη διάρκεια της προβλεπόμενης διαμονής και καλύπτει το σύνολο των κινδύνων οι οποίοι συνήθως καλύπτονται σε ασφαλιστικά συμβόλαια για πολίτες της Δημοκρατίας·
(δ) αποδεικτικά στοιχεία που καταδεικνύουν ότι, κατά την προβλεπόμενη διαμονή του, ο υπήκοος τρίτης χώρας θα διαθέτει επαρκείς πόρους για την κάλυψη των εξόδων διαβίωσής του, χωρίς να χρειάζεται να καταφύγει στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας, καθώς και για την κάλυψη των εξόδων ταξιδιού επιστροφής∙ η αξιολόγηση των επαρκών πόρων βασίζεται σε εξατομικευμένη εξέταση κάθε περίπτωσης και λαμβάνει υπόψη τους πόρους που προέρχονται, μεταξύ άλλων, από επιχορήγηση, υποτροφία για σπουδαστές ή άλλη υποτροφία, έγκυρη σύμβαση εργασίας ή δεσμευτική προσφορά εργασίας ή χρηματοδοτική δέσμευση από οργανισμό διαχείρισης προγράμματος ανταλλαγής μαθητών, φορέα υποδοχής ασκουμένων και οργανισμό αρμόδιο για πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας∙ το ελάχιστο ποσό μηνιαίων πόρων που απαιτείται για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου καθορίζεται με διάταγμα του Υπουργού Εργασίας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, χωρίς αυτό να επηρεάζει την ατομική εξέταση της κάθε περίπτωσης∙
(ε) γνωστοποίηση της διεύθυνσης στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές του ενδιαφερόμενου υπηκόου τρίτης χώρας∙ σε περίπτωση που ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν γνωρίζει ακόμη τη μελλοντική του διεύθυνση, η αρμόδια αρχή αποδέχεται μια προσωρινή διεύθυνση και ο υπήκοος τρίτης χώρας γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή τη μόνιμη διεύθυνσή του το αργότερο κατά τον χρόνο έκδοσης της άδειας που προβλέπεται στο άρθρο 17.
(4) Η αίτηση υποβάλλεται και εξετάζεται είτε όταν ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας διαμένει εκτός της Δημοκρατίας είτε όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας διαμένει ήδη ως κάτοχος ισχύουσας άδειας διαμονής στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές:
(5) Δεν γίνονται δεκτοί οι υπήκοοι τρίτων χωρών που θεωρούνται από την αρμόδια αρχή ότι συνιστούν απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή, κατά την έννοια του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου εδαφίου (2) του άρθρου 18ΚΒ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, τη δημόσια υγεία:
9.-(1) Επιπροσθέτως των γενικών προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 8, όσον αφορά την εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας για τους σκοπούς της άσκησης ερευνητικής δραστηριότητας σε εγκεκριμένο ερευνητικό οργανισμό, ο αιτητής προσκομίζει σύμβαση υποδοχής σύμφωνα με το άρθρο 11.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), οι διατάξεις των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (3) του άρθρου 8 δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση που υπήκοοι τρίτων χωρών πρόκειται να γίνουν δεκτοί από εγκεκριμένους ερευνητικούς οργανισμούς.
10.-(1) Αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών είναι το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας και το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να ορίσει άλλη αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών, σε αντικατάσταση της προαναφερομένης.
(2) Κάθε ερευνητικός οργανισμός, ο οποίος επιθυμεί να υποδεχθεί ερευνητή στο πλαίσιο της διαδικασίας εισδοχής που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο, πρέπει να έχει προηγουμένως εγκριθεί προς το σκοπό αυτό από την αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών.
(3)(α) Οι αιτήσεις προς έγκριση, τόσο των δημόσιων όσο και των ιδιωτικών ερευνητικών οργανισμών, υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών και βασίζονται στην αποστολή των εν λόγω οργανισμών, η οποία καθορίζεται στο καταστατικό τους ή, κατά περίπτωση, στον εταιρικό σκοπό τους, καθώς και στην απόδειξη ότι πραγματοποιούν έρευνα.
(β) Η έγκριση που χορηγείται, από την αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών σε ερευνητικό οργανισμό, διαρκεί τουλάχιστον πέντε (5) έτη και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών δύναται να χορηγεί έγκριση μικρότερης διάρκειας.
(4) Μαζί με την αίτηση προς έγκριση, ο ερευνητικός οργανισμός υποβάλλει στην αρμόδια αρχή γραπτή δήλωση η οποία να προβλέπει ότι, εάν ένας ερευνητής παραμείνει παράνομα στην επικράτεια της Δημοκρατίας, ο οργανισμός αυτός ευθύνεται για την εξόφληση των εξόδων διαμονής ή/και επιστροφής του ερευνητή τα οποία βαρύνουν τη Δημοκρατία:
(5) Η αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών δημοσιεύει και ενημερώνει τακτικά καταλόγους των ερευνητικών οργανισμών που εγκρίνονται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(6) Η αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών δύναται να αρνείται την ανανέωση ή να αποφασίζει την ανάκληση της έγκρισης που χορήγησε σε ερευνητικό οργανισμό, εάν-
(α) Ο ερευνητικός οργανισμός δεν πληροί πλέον τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) ή στο εδάφιο (4) ή
(β) η έγκριση αποκτήθηκε δολίως· ή
(γ) ο ερευνητικός οργανισμός έχει υπογράψει σύμβαση υποδοχής με υπήκοο τρίτης χώρας με δόλο ή αμέλεια.
(7) Σε περίπτωση ανάκλησης ή μη ανανέωσης της έγκρισης που χορηγήθηκε, από την αρμόδια αρχή προς έγκριση ερευνητικών οργανισμών σε ερευνητικό οργανισμό, ο Διευθυντής ανακαλεί τις άδειες διαμονής των ερευνητών του ερευνητικού οργανισμού.
11.-(1) Ο ερευνητικός οργανισμός, που επιθυμεί να υποδεχθεί έναν ερευνητή, υπογράφει μαζί του σύμβαση υποδοχής που πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.
(2) Η σύμβαση υποδοχής περιέχει τα ακόλουθα:
(α)Τον τίτλο ή το σκοπό της ερευνητικής δραστηριότητας ή το ερευνητικό πεδίο·
(β) την ανάληψη δέσμευσης από τον υπήκοο τρίτης χώρας ότι θα επιδιώξει την ολοκλήρωση της ερευνητικής δραστηριότητας·
(γ) την ανάληψη δέσμευσης από τον ερευνητικό οργανισμό ότι θα υποδεχτεί τον υπήκοο τρίτης χώρας με σκοπό την ολοκλήρωση της ερευνητικής δραστηριότητας·
(δ) τις ημερομηνίες έναρξης και λήξης, ή την εκτιμώμενη διάρκεια, της ερευνητικής δραστηριότητας·
(ε) πληροφορίες σχετικά με την πρόθεση κινητικότητας σε ένα ή περισσότερα δεύτερα κράτη μέλη, εάν η κινητικότητα είναι γνωστή κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης·
(στ) πληροφορίες για τη νομική σχέση μεταξύ του ερευνητικού οργανισμού και του ερευνητή·
(ζ) πληροφορίες για τους όρους εργασίας του ερευνητή.
(3) Οι ερευνητικοί οργανισμοί επιτρέπεται να υπογράφουν συμβάσεις υποδοχής, μόνον εφόσον η ερευνητική δραστηριότητα έχει γίνει δεκτή από τα αρμόδια όργανα του οργανισμού, μετά από εξέταση-
(α) Του σκοπού και της διάρκειας της έρευνας και της διαθεσιμότητας των απαραίτητων χρηματοοικονομικών πόρων για τη διεξαγωγή της∙ και
(β) των προσόντων του ερευνητή υπό το πρίσμα των στόχων της έρευνας, όπως αυτά επιβεβαιώνονται με επικυρωμένο αντίγραφο των προσόντων.
(4) Η σύμβαση υποδοχής λήγει αυτόματα εάν ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν γίνει δεκτός ή όταν λήγει η νομική σχέση μεταξύ του ερευνητή και του ερευνητικού οργανισμού.
(5) Οι ερευνητικοί οργανισμοί ειδοποιούν αμέσως την αρμόδια αρχή για κάθε γεγονός το οποίο θεωρείται ότι εμποδίζει την εκτέλεση της σύμβασης υποδοχής.
12.-(1) Επιπροσθέτως των γενικών προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 8, όσον αφορά την εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας με σκοπό τις σπουδές, ο αιτητής προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία αποδοχής του υπηκόου τρίτης χώρας σε εγκεκριμένο ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για να παρακολουθήσει πρόγραμμα σπουδών.
(2) Οι σπουδαστές που καλύπτονται αυτόματα από ασφάλιση ασθενείας για όλους τους κινδύνους για τους οποίους καλύπτονται συνήθως και οι πολίτες της Δημοκρατίας, λόγω της εγγραφής τους σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, θεωρούνται ότι πληρούν την προϋπόθεση της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 8.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), οι διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (3) του άρθρου 8 δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση που οι υπήκοοι τρίτων χωρών πρόκειται να γίνουν δεκτοί σε εγκεκριμένα ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
13.-(1) Επιπροσθέτως των γενικών προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 8, όσον αφορά την εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας για τους σκοπούς ενός προγράμματος ανταλλαγής μαθητών ή εκπαιδευτικού προγράμματος, ο αιτητής προσκομίζει αποδεικτικά στοιχεία-
(α) Ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν είναι κάτω των δώδεκα (12) ετών ούτε άνω των δεκαεννέα (19) ετών:
(β) ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει γίνει δεκτός σε εκπαιδευτικό ίδρυμα· και
(γ) συμμετοχής του υπηκόου τρίτης χώρας σε αναγνωρισμένο κρατικό ή περιφερειακό πρόγραμμα εκπαίδευσης, στο πλαίσιο ανταλλαγής μαθητών ή εκπαιδευτικού προγράμματος που διαχειρίζεται εκπαιδευτικό ίδρυμα σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο ή τη διοικητική πρακτική των κυπριακών αρχών· και
(δ) ότι το εκπαιδευτικό ίδρυμα ή ένα τρίτο μέρος αποδέχεται να φέρει την ευθύνη για τον υπήκοο τρίτης χώρας καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής του στη Δημοκρατία, ειδικότερα σε ό,τι αφορά τα έξοδα σπουδών· και
(ε) ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας φιλοξενείται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής του από οικογένεια ή σε ειδικό κατάλυμα εντός του εκπαιδευτικού ιδρύματος ή σε οποιαδήποτε άλλη εγκατάσταση που πληροί τις καθοριζόμενες από το κυπριακό δίκαιο προϋποθέσεις και που επιλέγεται σύμφωνα με τους κανόνες του προγράμματος ανταλλαγής μαθητών ή του εκπαιδευτικού προγράμματος στο οποίο συμμετέχει το εν λόγω πρόσωπο.
(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) εισδοχή μαθητών, που συμμετέχουν σε πρόγραμμα ανταλλαγής μαθητών ή σε εκπαιδευτικό πρόγραμμα, περιορίζεται αποκλειστικά σε υπηκόους τρίτων χωρών οι χώρες των οποίων παρέχουν την ίδια δυνατότητα και για τους υπηκόους της Δημοκρατίας.
14.-(1) Επιπροσθέτως των γενικών προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 8, όσον αφορά την εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας για να γίνει δεκτός ως ασκούμενος, ο αιτητής προσκομίζει τα ακόλουθα:
(α) Σύμβαση πρακτικής άσκησης θεωρημένη από το Τμήμα Εργασίας, η οποία προβλέπει θεωρητική και πρακτική άσκηση, για θέση ασκουμένου σε φορέα υποδοχής εγκεκριμένο από τη Δημοκρατία σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο ή τη διοικητική πρακτική των κυπριακών αρχών ή τις συλλογικές συμφωνίες, και η οποία περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
(i) Την περιγραφή του προγράμματος πρακτικής άσκησης, συμπεριλαμβανομένου του εκπαιδευτικού στόχου ή των στοιχείων κατάρτισης,
(ii) τη διάρκεια της πρακτικής άσκησης,
(iii) την καλυπτόμενη θέση και τους όρους εποπτείας της πρακτικής άσκησης,
(iv) το ωράριο της πρακτικής άσκησης,
(v) τη νομική σχέση μεταξύ του ασκουμένου και του φορέα υποδοχής·
(β) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας έχει αποκτήσει πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εντός των δύο (2) ετών που προηγούνται της ημερομηνίας της αίτησης ή ότι συνεχίζει την παρακολούθηση προγράμματος σπουδών με σκοπό την απόκτηση πτυχίου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
(γ) αποδεικτικά στοιχεία ότι, κατά τη διάρκεια της διαμονής του, ο υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει επαρκείς πόρους για την κάλυψη των εξόδων της πρακτικής άσκησης·
(δ) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο φορέας υποδοχής αποδέχεται την ευθύνη για τον υπήκοο τρίτης χώρας καθ’ όλη την περίοδο της διαμονής του στη Δημοκρατία, ιδίως σε ό,τι αφορά τα έξοδα διαβίωσης και στέγασης·
(ε) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας φιλοξενείται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής του από το φορέα υποδοχής και ότι το κατάλυμα πληροί τις καθοριζόμενες από το κυπριακό δίκαιο προϋποθέσεις·
(στ) γραπτή δήλωση του φορέα υποδοχής, θεωρημένη από το Τμήμα Εργασίας, ότι η πρακτική άσκηση δεν υποκαθιστά θέση εργασίας·
(ζ) γραπτή δέσμευση του φορέα υποδοχής ότι, σε περίπτωση που ένας ασκούμενος παραμείνει παράνομα στη Δημοκρατία, ο φορέας υποδοχής ευθύνεται για την εξόφληση των εξόδων διαμονής ή/και επιστροφής που βαρύνουν τη Δημοκρατία.
(2) Η οικονομική ευθύνη του φορέα υποδοχής, κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (ζ) του εδαφίου (1), λήγει το αργότερο έξι (6) μήνες μετά τη λήξη της σύμβασης πρακτικής άσκησης.
15.-(1) Επιπροσθέτως των γενικών προϋποθέσεων που καθορίζονται στο άρθρο 8, όσον αφορά την εισδοχή υπηκόου τρίτης χώρας για τον σκοπό εθελοντικής υπηρεσίας, ο αιτητής προσκομίζει τα ακόλουθα:
(α) Συμφωνία με τον φορέα υποδοχής για το πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας στο οποίο συμμετέχει ο υπήκοος τρίτης χώρας, η οποία περιλαμβάνει τα ακόλουθα:
(i) Την περιγραφή του προγράμματος εθελοντικής υπηρεσίας·
(ii) τη διάρκεια της εθελοντικής υπηρεσίας·
(iii) την τοποθέτηση και τους όρους εποπτείας της εθελοντικής υπηρεσίας·
(iv) τις ώρες εθελοντικής υπηρεσίας·
(v) τους διαθέσιμους πόρους για την κάλυψη των εξόδων διαβίωσης και στέγασης του υπηκόου τρίτης χώρας και το ελάχιστο χρηματικό ποσό ως αποζημίωση για μικροέξοδα καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής·
(vi) όπου ισχύει, την εκπαίδευση που θα παρακολουθήσει ο υπήκοος τρίτης χώρας για την καλή εκπλήρωση των καθηκόντων του·
(β) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας φιλοξενείται καθ’ όλη τη διάρκεια της διαμονής του από τον φορέα υποδοχής και ότι το κατάλυμα πληροί τις καθοριζόμενες από το κυπριακό δίκαιο προϋποθέσεις·
(γ) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο φορέας υποδοχής ή άλλος οργανισμός αρμόδιος για το πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας έχει συνάψει ασφαλιστήριο αστικής ευθύνης·
(δ) χωρίς επηρεασμό των ισχυόντων κανόνων της ευρωπαϊκής εθελοντικής υπηρεσίας, αποδεικτικά στοιχεία ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας είναι τουλάχιστον δεκαοκτώ (18) ετών, εκτός εάν το συγκεκριμένο πρόγραμμα εθελοντικής υπηρεσίας καθορίζει διαφορετική ηλικία συμμετοχής.
(2) Οι διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με εθελοντές που συμμετέχουν στην ευρωπαϊκή εθελοντική υπηρεσία.
16.-(1) Η έγκριση ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, οργανισμών αρμοδίων για προγράμματα εθελοντικής υπηρεσίας ή φορέων υποδοχής ασκουμένων γίνεται σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο.
(2) Οι αρμόδιες αρχές για την έγκριση ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, οργανισμών αρμοδίων για προγράμματα εθελοντικής υπηρεσίας ή φορέων υποδοχής ασκουμένων παρέχουν σαφείς και διαφανείς πληροφορίες στους ενδιαφερόμενους φορείς υποδοχής όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τους όρους και τα κριτήρια της έγκρισης, τη διάρκεια ισχύος της, τις συνέπειες της μη συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της πιθανής ανάκλησης και μη ανανέωσής της, καθώς και τυχόν επιβαλλόμενες κυρώσεις.
17.-(1) Στους υπηκόους τρίτων χωρών, που πληρούν τα κριτήρια εισδοχής που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και για τους οποίους έχει ληφθεί θετική απόφαση, χορηγείται άδεια διαμονής η οποία εκδίδεται στον τύπο που καθορίζεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 και αναγράφει κατά περίπτωση τον όρο «ερευνητής», «σπουδαστής», «μαθητής», «ασκούμενος» ή «εθελοντής».
(2) Για τους ερευνητές και τους σπουδαστές που εισέρχονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση στο πλαίσιο συγκεκριμένου ενωσιακού ή πολυμερούς προγράμματος που περιλαμβάνει μέτρα κινητικότητας, ή συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων αναγνωρισμένων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης βάσει του κυπριακού δικαίου, η άδεια αναγράφει μνεία αυτού του συγκεκριμένου προγράμματος ή της συμφωνίας.
(3) Η άδεια μακράς κινητικότητας, που τυχόν χορηγείται σε ερευνητή, εκδίδεται υπό μορφή άδειας διαμονής στον τύπο που καθορίζεται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 και αναγράφει την ένδειξη «κινητικότητα ερευνητών».
18.-(1)(α) Η διάρκεια της άδειας για ερευνητές είναι ενός (1) τουλάχιστον έτους, ή ίση με τη διάρκεια της σύμβασης υποδοχής σε περίπτωση που η τελευταία είναι μικρότερη, και η άδεια ανανεώνεται εφόσον δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 21.
(β) Η διάρκεια της άδειας για ερευνητές που καλύπτονται από ενωσιακά ή πολυμερή προγράμματα που περιλαμβάνουν μέτρα κινητικότητας πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο (2) ετών, ή για τη διάρκεια της σύμβασης υποδοχής σε περίπτωση που η τελευταία είναι μικρότερη. εφόσον οι γενικοί όροι που ορίζει το άρθρο 8 δεν πληρούνται για τα δύο (2) έτη ή για τη συνολική διάρκεια της σύμβασης υποδοχής, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (α). η αρμόδια αρχή διατηρεί το δικαίωμα να εξακριβώνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ανάκλησης της άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21.
(2)(α) Η διάρκεια της άδειας για σπουδαστές είναι ενός (1) τουλάχιστον έτους και, σε περίπτωση που η διάρκεια των σπουδών είναι μικρότερη του ενός (1) έτους, η άδεια εκδίδεται για τη διάρκεια των σπουδών. η άδεια ανανεώνεται εφόσον δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 21.
(β) Η διάρκεια της άδειας για σπουδαστές που καλύπτονται από ενωσιακά ή πολυμερή προγράμματα που περιλαμβάνουν μέτρα κινητικότητας, ή από συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πρέπει να είναι τουλάχιστον δύο (2) ετών ή για τη διάρκεια των σπουδών τους σε περίπτωση που αυτή η διάρκεια είναι μικρότερη. εφόσον οι γενικοί όροι που ορίζει το άρθρο 8 δεν πληρούνται για τα δύο (2) έτη ή για τη συνολική διάρκεια των σπουδών, εφαρμόζονται οι διατάξεις της παραγράφου (α). η αρμόδια αρχή διατηρεί το δικαίωμα να εξακριβώνει ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ανάκλησης της άδειας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21.
(3)(α) Η διάρκεια της άδειας για μαθητές είναι ίση με τη διάρκεια του προγράμματος ανταλλαγής μαθητών ή του εκπαιδευτικού προγράμματος, σε περίπτωση που το εν λόγω πρόγραμμα είναι διάρκειας μικρότερης του έτους, ή για μέγιστο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος.
(β) Η αρμόδια αρχή δύναται να επιτρέπει άπαξ ανανέωση της άδειας για το χρονικό διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση του προγράμματος ανταλλαγής μαθητών ή του εκπαιδευτικού προγράμματος, εφόσον δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 21.
(4)(α) Η διάρκεια της άδειας για ασκουμένους είναι ίση με τη διάρκεια της σύμβασης πρακτικής άσκησης, σε περίπτωση που η σύμβαση είναι διάρκειας μικρότερης των έξι (6) μηνών, ή για μέγιστο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες και, σε περίπτωση που η διάρκεια της σύμβασης είναι μεγαλύτερη των έξι (6) μηνών, η διάρκεια της άδειας είναι δυνατό να αντιστοιχεί προς τη διάρκεια της σύμβασης.
(β) Η αρμόδια αρχή δύναται να επιτρέπει άπαξ ανανέωση της άδειας για το διάστημα που απαιτείται για την ολοκλήρωση της πρακτικής άσκησης, εφόσον δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 21.
(5) Η διάρκεια της άδειας για εθελοντές είναι ίση με τη διάρκεια της συμφωνίας που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 15, σε περίπτωση που η συμφωνία είναι διάρκειας μικρότερης του ενός (1) έτους, ή για μέγιστο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος και, σε περίπτωση που η διάρκεια της συμφωνίας είναι μεγαλύτερη του ενός (1) έτους, η διάρκεια της άδειας είναι δυνατό να αντιστοιχεί προς τη διάρκεια της συμφωνίας.
19.-(1) Η αναγραφή πρόσθετων πληροφοριών σε έντυπη μορφή ή η αποθήκευση πληροφοριών σε ηλεκτρονική μορφή, κατά τα οριζόμενα στο Άρθρο 4 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1030/2002 και στο στοιχείο α) σημείο 16 του παραρτήματός του, επιτρέπονται.
(2) Οι εν λόγω πληροφορίες είναι δυνατό να αφορούν τη διαμονή και, σε περιπτώσεις υπαγόμενες στο άρθρο 24, τις οικονομικές δραστηριότητες του σπουδαστή και να περιλαμβάνουν ειδικότερα πλήρη κατάλογο των κρατών μελών στα οποία προτίθεται να μεταβεί ο ερευνητής ή ο σπουδαστής στο πλαίσιο της κινητικότητας, ή σχετικές πληροφορίες για συγκεκριμένο ενωσιακό ή πολυμερές πρόγραμμα που περιλαμβάνει μέτρα κινητικότητας, ή συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
20.-(1) Αίτηση απορρίπτεται όταν-
(α) Δεν πληρούνται οι γενικοί όροι που προβλέπει το άρθρο 8 ή οι σχετικοί ειδικοί όροι που προβλέπονται στα άρθρα 9, 12, 13, 14 και 15· ή
(β) τα προσκομισθέντα έγγραφα έχουν αποκτηθεί δολίως ή έχουν πλαστογραφηθεί ή άλλως νοθευτεί·
(γ) ο φορέας υποδοχής δεν είναι εγκεκριμένος, σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο·
(δ) ο φορέας υποδοχής, ή ένα τρίτο μέρος κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 13, δεν πληροί τις νομικές του υποχρεώσεις σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση, τη φορολογία, τα εργασιακά δικαιώματα ή τις συνθήκες εργασίας·
(ε) όπου ισχύει, οι όροι απασχόλησης που προβλέπονται στο κυπριακό δίκαιο ή στις συλλογικές συμφωνίες ή πρακτικές που ισχύουν στη Δημοκρατία δεν πληρούνται από τον φορέα υποδοχής που θα απασχολήσει τον υπήκοο τρίτης χώρας·
(στ) ο φορέας υποδοχής, ή ένα τρίτο μέρος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 13, έχει υποστεί κυρώσεις κατά τα οριζόμενα στο κυπριακό δίκαιο για αδήλωτη εργασία ή παράνομη απασχόληση.
(ζ) ο φορέας υποδοχής συστάθηκε ή δραστηριοποιείται με κύριο σκοπό τη διευκόλυνση της εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου·
(η) όπου ισχύει, η επιχείρηση του φορέα υποδοχής βρίσκεται ή έχει τεθεί υπό εκκαθάριση σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο περί αφερεγγυότητας ή δεν πραγματοποιεί οικονομική δραστηριότητα·
(θ) υπάρχουν αποδείξεις ή σοβαροί και αντικειμενικοί λόγοι που καταδεικνύουν ότι ο υπήκοος τρίτης χώρας θα διαμείνει για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους έχει υποβάλει αίτηση εισδοχής.
(2) Όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας υποβάλλει αίτηση για να γίνει δεκτός για σύναψη σχέσης απασχόλησης στη Δημοκρατία εξακριβώνεται κατά πόσο η εν λόγω θέση απασχόλησης θα μπορούσε να καταληφθεί από πολίτη της Δημοκρατίας ή άλλο πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από υπήκοο τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στη Δημοκρατία και στην περίπτωση αυτή η αίτηση απορρίπτεται. το παρόν εδάφιο δεν θίγει την αρχή της προτίμησης των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως διατυπώνεται στις οικείες διατάξεις των σχετικών Πράξεων Προσχώρησης κρατών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1), κάθε απόφαση απόρριψης αίτησης λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περίπτωσης και τηρεί την αρχή της αναλογικότητας.
21.-(1) Άδεια ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται όταν-
(α) Ο υπήκοος τρίτης χώρας δεν πληροί πλέον τους γενικούς όρους του άρθρου 8, εξαιρουμένου του εδαφίου (5) αυτού, ή τους σχετικούς ειδικούς όρους που προβλέπονται στα άρθρα 9, 12, 13, 14, 15 ή όρους που καθορίζονται στο άρθρο 18·
(β) οι άδειες ή τα προσκομισθέντα έγγραφα έχουν αποκτηθεί δολίως ή έχουν πλαστογραφηθεί ή άλλως νοθευτεί·
(γ) ο φορέας υποδοχής δεν είναι εγκεκριμένος σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο·
(δ) ο υπήκοος τρίτης χώρας διαμένει για σκοπούς άλλους από εκείνους για τους οποίους έλαβε την άδεια διαμονής∙
(ε) ο φορέας υποδοχής, ή ένα τρίτο μέρος κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (δ) του άρθρου (1) του άρθρου 13, δεν πληροί τις νομικές του υποχρεώσεις σχετικά με την κοινωνική ασφάλιση, τη φορολογία, τα εργασιακά δικαιώματα ή τις συνθήκες εργασίας·
(στ) όπου ισχύει, οι όροι απασχόλησης που προβλέπονται στο κυπριακό δίκαιο ή στις συλλογικές συμφωνίες ή πρακτικές που ισχύουν στη Δημοκρατία δεν πληρούνται από τον φορέα υποδοχής που απασχολεί τον υπήκοο τρίτης χώρας·
(ζ) ο φορέας υποδοχής, ή ένα τρίτο μέρος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 13, έχει υποστεί κυρώσεις κατά τα οριζόμενα στο κυπριακό δίκαιο για αδήλωτη εργασία ή παράνομη απασχόληση·
(η) ο φορέας υποδοχής συστάθηκε ή δραστηριοποιείται με κύριο σκοπό τη διευκόλυνση της εισόδου υπηκόων τρίτων χωρών που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου·
(θ) όπου ισχύει, η επιχείρηση του φορέα υποδοχής βρίσκεται ή έχει τεθεί υπό εκκαθάριση σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο περί αφερεγγυότητας ή δεν πραγματοποιεί οικονομική δραστηριότητα·
(ι) για τους σπουδαστές, όταν δεν τηρούνται τα χρονικά όρια που επιβάλλονται για την πρόσβαση σε οικονομική δραστηριότητα δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 24 ή όταν ο σπουδαστής δεν σημειώνει ικανοποιητική πρόοδο στις σχετικές σπουδές του και συγκεκριμένα-
(i) δεν συμπληρώνει επιτυχώς τον προπαιδευτικό κύκλο σπουδών, ή
(ii) δεν φοιτά ή δεν παρακολουθεί κανονικά τα μαθήματα έκαστου ακαδημαϊκού έτους, ή
(iii) δεν συμπληρώνει τον κύκλο σπουδών του στον καθορισμένο χρόνο αυξανόμενο κατά το πενήντα τοις εκατό (50%) του χρόνου αυτού:
(2) Άδεια ανακαλείται ή δεν ανανεώνεται για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή, κατά την έννοια του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου εδαφίου (2) του άρθρου 18ΚΒ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, δημόσιας υγείας.
(3) Όταν ο υπήκοος τρίτης χώρας υποβάλλει αίτηση ανανέωσης της άδειας με σκοπό να συνάψει ή να συνεχίσει να διατελεί σε σχέση απασχόλησης εντός της Δημοκρατίας, με εξαίρεση τον ερευνητή ο οποίος συνεχίζει τη σχέση απασχόλησης με τον ίδιο φορέα υποδοχής, εξακριβώνεται κατά πόσο η εν λόγω θέση απασχόλησης θα μπορούσε να καταληφθεί από πολίτη της Δημοκρατίας ή άλλο πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από υπήκοο τρίτης χώρας που διαμένει νόμιμα στη Δημοκρατία και στην περίπτωση αυτή η αίτηση απορρίπτεται. το παρόν εδάφιο δεν θίγει την αρχή της προτίμησης των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως διατυπώνεται στις οικείες διατάξεις των σχετικών Πράξεων Προσχώρησης κρατών στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
(4) Σε περίπτωση που το κράτος μέλος σκοπεύει να ανακαλέσει ή να μην ανανεώσει την άδεια σπουδαστή κατά τα προβλεπόμενα στις παραγράφους (ε), (ζ), (η) ή (θ) του εδαφίου (1), επιτρέπεται στον σπουδαστή-
(α) Να υποβάλει αίτηση προκειμένου να γίνει δεκτός από διαφορετικό ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για ισοδύναμο πρόγραμμα σπουδών, ώστε να δύναται να ολοκληρώσει τις σπουδές του, και
(β) να διαμείνει στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές έως ότου ληφθεί απόφαση σχετικά με την αίτησή του.
(5) Χωρίς επηρεασμό του εδαφίου (1), κάθε απόφαση απόρριψης αίτησης λαμβάνει υπόψη τις ιδιαιτερότητες της συγκεκριμένης περίπτωσης και τηρεί την αρχή της αναλογικότητας.
22.-(1) Οι ερευνητές απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους πολίτες της Δημοκρατίας, κατά τα προβλεπόμενα στα κατ’ αναλογία εφαρμοστέα εδάφια (1) και (10) του άρθρου 18ΦΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), οι ερευνητές δεν απολαύουν ίσης μεταχείρισης-
(α) Βάσει των διατάξεων της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 18ΦΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, σε σχέση με επιδόματα και δάνεια σπουδών και διαβίωσης ή άλλα επιδόματα και δάνεια· και
(β) βάσει των διατάξεων της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 18ΦΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, σε σχέση με οικογενειακές παροχές στους ερευνητές που έχουν άδεια διαμονής στο έδαφος της Δημοκρατίας για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες· και
(γ) βάσει των διατάξεων της παραγράφου (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 18ΦΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, εκτός εάν ο καταχωρισμένος ή συνήθης τόπος διαμονής των μελών της οικογένειας του ερευνητή, για τα οποία αιτείται πλεονεκτημάτων, ευρίσκεται στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές∙ και
(δ) βάσει των διατάξεων της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 18ΦΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, σε σχέση με την πρόσβαση στη στέγαση.
(3) Οι ασκούμενοι και οι εθελοντές, οσάκις θεωρούνται ότι διατελούν σε σχέση απασχόλησης στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, και οι σπουδαστές, απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους πολίτες της Δημοκρατίας κατά τα προβλεπόμενα στα κατ’ αναλογία εφαρμοστέα εδάφια (1) και (10) του άρθρου 18ΦΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, με την επιφύλαξη του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου εδαφίου (2).
(4) Οι ασκούμενοι και οι εθελοντές, οσάκις θεωρούνται ότι δεν διατελούν σε σχέση απασχόλησης στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, και οι μαθητές, απολαύουν ίσης μεταχείρισης με τους πολίτες της Δημοκρατίας κατά τα προβλεπόμενα στις κατ’ αναλογία εφαρμοστέες παραγράφους (δ) και (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 18ΦΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, με την επιφύλαξη-
(α) Της κατ’ αναλογία εφαρμοστέας παραγράφου (δ) του εδαφίου (2), και
(β) ότι η ίση μεταχείριση δεν καλύπτει πρόσβαση σε υπηρεσίες τις οποίες παρέχουν δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης.
23.-(1) Οι ερευνητές που γίνονται δεκτοί δυνάμει του παρόντος Νόμου, επιτρέπεται να διδάσκουν σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο.
(2) Ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού δύναται, με διάταγμά του το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να ορίζει μέγιστο αριθμό ωρών ή ημερών για τη διδακτική δραστηριότητα των ερευνητών.
24.-(1) Εκτός ωραρίου σπουδών, επιτρέπεται στους σπουδαστές που γίνονται δεκτοί δυνάμει του παρόντος Νόμου να ασκούν έμμισθη δραστηριότητα υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ισχύουν για τη συγκεκριμένη δραστηριότητα:
(2) Ο ανώτατος εβδομαδιαίος αριθμός ωρών κατά τις οποίες επιτρέπεται η απασχόληση σπουδαστών δεν υπερβαίνει τις είκοσι (20) ώρες και κατά την περίοδο διακοπής των μαθημάτων ο ανώτατος εβδομαδιαίος αριθμός ωρών κατά τις οποίες επιτρέπεται η απασχόληση σπουδαστών δεν υπερβαίνει τις τριάντα οκτώ (38) ώρες.
(3) Εφόσον παρίσταται ανάγκη, πριν από την έναρξη της απασχόλησης, ο σπουδαστής πρέπει να εξασφαλίσει συμβόλαιο απασχόλησης με συγκεκριμένο εργοδότη, θεωρημένο από το Τμήμα Εργασίας, στο οποίο αναγράφονται οι κυριότεροι όροι εργοδότησης και στο οποίο επισυνάπτεται έγγραφο με το ωράριο σπουδών.
(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (3), επιτρέπεται η πρόσβαση σε έμμισθη περιστασιακή δραστηριότητα σε ιδιωτικά νοικοκυριά για εργασίες οικιακής φύσης και σε τέτοια περίπτωση οι εργοδότες καταγράφονται κάθε φορά σε ειδικό έντυπο, που αποφασίζεται από την αρμόδια αρχή, το οποίο φέρει μαζί του ο σπουδαστής και στο οποίο καταγράφονται επιπροσθέτως οι ημερομηνίες και ώρες απασχόλησης και η αμοιβή του.
25.-(1) Μετά την ολοκλήρωση της έρευνας ή των σπουδών, οι ερευνητές και οι σπουδαστές, που τους χορηγήθηκε άδεια δυνάμει του παρόντος Νόμου, δικαιούνται να παραμείνουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, με βάση την άδεια διαμονής που προβλέπεται στο εδάφιο (3), για περίοδο δώδεκα (12) μηνών, προκειμένου να αναζητήσουν απασχόληση ή να συστήσουν επιχείρηση στη βαθμίδα της έρευνας ή των σπουδών που έχουν ολοκληρώσει.
(2) Για τους σπουδαστές, καθορίζεται ως ελάχιστη βαθμίδα σπουδών, την οποία θα πρέπει να έχουν ολοκληρώσει ώστε να ωφεληθούν από την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η βαθμίδα που αντιστοιχεί στο επίπεδο επτά του ευρωπαϊκού πλαισίου επαγγελματικών προσόντων.
(3) Με σκοπό τη διαμονή σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), κατόπιν αίτησης του ερευνητή ή του σπουδαστή, η αρμόδια αρχή χορηγεί στον υπήκοο τρίτης χώρας άδεια διαμονής σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1030/2002, εφόσον εξακολουθούν να πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στις παραγράφους (α), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (3) και στο εδάφιο (5) του άρθρου 8:
(4) Αίτηση δυνάμει του παρόντος άρθρου απορρίπτεται όταν-
(α)Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στα εδάφια (2), (3) και (5)·
(β)τα προσκομισθέντα έγγραφα έχουν αποκτηθεί δολίως ή έχουν πλαστογραφηθεί ή έχουν άλλως νοθευτεί.
(5) Η αίτηση του ερευνητή ή του σπουδαστή ή, όπου εφαρμόζεται, των μελών της οικογένειας του ερευνητή υποβάλλεται τουλάχιστο τριάντα (30) ημέρες πριν από τη λήξη της άδειας που έχει εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 17 ή του άρθρου 26.
(6) Σε περίπτωση που τα αποδεικτικά στοιχεία της απόκτησης διπλώματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, πιστοποιητικού ή άλλου τίτλου τυπικών προσόντων, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2), ή η επιβεβαίωση του ερευνητικού οργανισμού για την ολοκλήρωση της ερευνητικής δραστηριότητας δεν είναι διαθέσιμα πριν από τη λήξη της άδειας που έχει εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 17, ενώ πληρούνται όλες οι λοιπές προϋποθέσεις, επιτρέπεται στον υπήκοο τρίτης χώρας να παραμείνει στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, για περίοδο επεκτεινόμενη κατά τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία λήξης της άδειας διαμονής του, προκειμένου να υποβάλει τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία.
(7) Μετά από τουλάχιστον τρεις (3) μήνες από την έκδοση της άδειας διαμονής δυνάμει του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή δύναται να απαιτεί από τους υπηκόους τρίτων χωρών να αποδείξουν ότι έχουν πραγματική πιθανότητα να προσληφθούν ή να συστήσουν επιχείρηση, κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1).
(8) Εφόσον οι όροι που προβλέπονται στο εδάφιο (3) ή στο εδάφιο (7) δεν πληρούνται πλέον, η αρμόδια αρχή δύναται να ανακαλέσει την άδεια διαμονής του υπηκόου τρίτης χώρας και, όπου εφαρμόζεται, των μελών της οικογένειάς του.
(9) Όταν η Δημοκρατία συνιστά δεύτερο κράτος μέλος, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται στους ερευνητές και, όπου εφαρμόζεται, στα μέλη της οικογένειάς τους ή στους σπουδαστές που διαμένουν ή έχουν διαμείνει στη Δημοκρατία δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 28, 29, 30 ή 31.
26.-(1) Με την επιφύλαξη των λοιπών εδαφίων του παρόντος άρθρου, είναι κατ’ αναλογία εφαρμοστέα τα άρθρα 18ΚΘ μέχρι 18ΛΗ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, προκειμένου να επιτρέπεται στα μέλη της οικογένειας του ερευνητή να επανενωθούν με τον ερευνητή στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, όταν η Δημοκρατία συνιστά-
(α) Πρώτο κράτος μέλος, ή
(β) δεύτερο κράτος μέλος, εφόσον έχει επιτραπεί σε ερευνητή να διαμείνει και να εργαστεί στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές σύμφωνα με τα διατάξεις του άρθρου 29.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18ΚΙ και της παραγράφου (α) του εδαφίου 18ΛΒ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, η οικογενειακή επανένωση στη Δημοκρατία δεν εξαρτάται από την προϋπόθεση ο κάτοχος άδειας ερευνητή να έχει εύλογη προοπτική να αποκτήσει δικαίωμα μόνιμης διαμονής και να έχει ελάχιστη περίοδο διαμονής.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (5) και (5Α) του άρθρου 18ΛΑ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, οι άδειες διαμονής για τα μέλη οικογένειας χορηγούνται, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις για οικογενειακή επανένωση, εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18ΚΙ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου αναφορικά με την κατοχή άδειας διαμονής του συντηρούντος, ο Διευθυντής εξετάζει την πλήρη αίτηση άδειας διαμονής για τα μέλη της οικογένειας του ερευνητή ταυτόχρονα με την εκ της αρμόδιας αρχής εξέταση της αίτησης του ερευνητή για τη χορήγηση σε αυτόν άδειας διαμονής ή άδειας μακράς κινητικότητας, σε περίπτωση που η αίτηση για άδεια διαμονής για μέλη της οικογένειας του ερευνητή υποβάλλεται ταυτόχρονα. ο Διευθυντής χορηγεί άδεια διαμονής στα μέλη της οικογένειας μόνο εφόσον έχει χορηγηθεί στον ερευνητή άδεια διαμονής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 17 και οι διαδικαστικές εγγυήσεις του άρθρου 34 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.
(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 18ΛΓ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, η ισχύς των αδειών διαμονής των μελών της οικογένειας στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, κατά γενικό κανόνα, λήγει κατά την ημερομηνία λήξης της άδειας διαμονής ή της άδειας μακράς κινητικότητας που χορηγήθηκε από την αρμόδια αρχή στον ερευνητή, περιλαμβανομένης της περίπτωσης, όπου ισχύει, αδειών που χορηγούνται στον ερευνητή προκειμένου για αναζήτηση απασχόλησης ή για επιχειρηματικότητα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 25:
(5) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 18ΛΔ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, στα μέλη της οικογένειας στα οποία έχει αναγνωριστεί η δυνατότητα οικογενειακής επανένωσης δεν εφαρμόζεται καμία προθεσμία όσον αφορά την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιστάσεις, όπως ιδιαιτέρως υψηλά επίπεδα ανεργίας. σε τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις, ο Υπουργός Εσωτερικών, με διάταγμά του το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται να αποφασίσει την κατ’ αναλογία εφαρμογή των προθεσμιών που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 18ΛΔ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου.
27.-(1) Οι υπήκοοι τρίτων χωρών, οι οποίοι είναι κάτοχοι έγκυρης άδειας διαμονής εκδοθείσας από πρώτο κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία με σκοπό τις σπουδές στο πλαίσιο ενωσιακού ή πολυμερούς προγράμματος που περιλαμβάνει μέτρα κινητικότητας ή συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ή με σκοπό την έρευνα, δικαιούνται, βάσει της εν λόγω άδειας και ενός έγκυρου ταξιδιωτικού εγγράφου, να εισέλθουν και να διαμείνουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, προκειμένου να πραγματοποιήσουν μέρος των σπουδών ή της έρευνας, υπό τους όρους που καθορίζονται στα άρθρα 28, 29 και 31 και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 32.
(2) Κατά τη διάρκεια της κινητικότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), οι ερευνητές δικαιούνται, πέραν των ερευνητικών τους δραστηριοτήτων, να διδάσκουν και οι δε σπουδαστές δικαιούνται, πέραν των σπουδών τους, να εργάζονται στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, υπό τους όρους που καθορίζονται στα άρθρα 23 και 24, αντίστοιχα.
(3) Όταν ο ερευνητής μετακινείται στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 28 ή 29, τα μέλη της οικογένειας που διαθέτουν άδεια διαμονής εκδοθείσα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 επιτρέπεται να συνοδεύουν τον ερευνητή στο πλαίσιο της κινητικότητας του ερευνητή υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει το άρθρο 30.
28.-(1) Ερευνητές, οι οποίοι είναι κάτοχοι έγκυρης άδειας εκδοθείσας από πρώτο κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, δικαιούνται να διαμείνουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, προκειμένου να πραγματοποιήσουν μέρος της έρευνάς τους σε οποιοδήποτε ερευνητικό οργανισμό ο οποίος είναι εγκατεστημένος σε αυτές τις περιοχές, για διάστημα εκατό ογδόντα (180) ημερών κατ’ ανώτατο όριο εντός οποιασδήποτε περιόδου τριακοσίων εξήντα (360) ημερών, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων του παρόντος άρθρου.
(2) Ο ερευνητικός οργανισμός στο πρώτο κράτος μέλος κοινοποιεί στο πρώτο κράτος μέλος και στην αρμόδια αρχή την πρόθεση του ερευνητή να πραγματοποιήσει μέρος της έρευνάς του στον ερευνητικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. Στις περιπτώσεις αυτές, η κοινοποίηση πραγματοποιείται-
(α) Κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης στο πρώτο κράτος μέλος, όταν η κινητικότητα προς τις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές προβλέπεται ήδη σε αυτό το στάδιο· ή
(β) αφού ο ερευνητής έχει γίνει δεκτός στο πρώτο κράτος μέλος, μόλις εκδηλωθεί η πρόθεση κινητικότητας προς τις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.
(3) Σε περίπτωση που η κοινοποίηση πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), και εφόσον δεν υποβληθεί καμία αντίρρηση ενώπιον του πρώτου κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδάφιου (7), η κινητικότητα του ερευνητή, προς στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί οποτεδήποτε εντός της διάρκειας της άδειας, χωρίς την υποχρέωση εξασφάλισης θεώρησης ή άδειας εισόδου.
(4) Σε περίπτωση που η κοινοποίηση πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (2), η κινητικότητα επιτρέπεται να αρχίσει μετά την κοινοποίηση στην αρμόδια αρχή άμεσα ή οποτεδήποτε στη συνέχεια, εντός της διάρκειας της άδειας, χωρίς την υποχρέωση θεώρησης ή άδειας εισόδου.
(5) Η κοινοποίηση περιλαμβάνει το έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 8, και την έγκυρη άδεια η οποία εκδόθηκε από το πρώτο κράτος μέλος και η οποία καλύπτει το διάστημα της κινητικότητας.
(6) Η αρμόδια αρχή δύναται να απαιτεί όπως η κοινοποίηση συνοδεύεται από τα ακόλουθα έγγραφα και πληροφορίες:
(α) Τη σύμβαση υποδοχής στο πρώτο κράτος μέλος, όπως αυτή αναφέρεται στο Άρθρο 10 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/801, και τη σύμβαση υποδοχής που έχει συναφθεί με τον ερευνητικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές·
(β) όταν δεν προσδιορίζονται στη σύμβαση υποδοχής, την προβλεπόμενη διάρκεια και τις ημερομηνίες της κινητικότητας·
(γ) με την επιφύλαξη συμφωνιών της Δημοκρατίας με τρίτες χώρες, αποδεικτικά στοιχεία ότι ο ενδιαφερόμενος υπήκοος τρίτης χώρας διαθέτει ασφάλιση ασθενείας, ή ότι έχει υποβάλει αίτηση για ασφάλιση ασθενείας, που καλύπτει όλους τους κινδύνους που συνήθως καλύπτονται για υπηκόους της Δημοκρατίας, για τις περιόδους κατά τις οποίες δεν του παρέχεται ανάλογη ασφαλιστική κάλυψη και αντίστοιχα δικαιώματα σε παροχές, λόγω της σύμβασης εργασίας του στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές ή σε συνδυασμό με αυτή τη σύμβαση·
(δ) αποδεικτικά στοιχεία ότι, κατά τη διαμονή του, ο ερευνητής θα διαθέτει επαρκείς πόρους για να καλύπτει τα έξοδα διαβίωσής του χωρίς να χρειάζεται να καταφύγει στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 8, καθώς επίσης και για να καλύπτει τα έξοδα ταξιδιού του προς το πρώτο κράτος μέλος στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 32:
(7) Βάσει της κοινοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2), και εντός τριάντα (30) ημερών από την πλήρη παραλαβή της, η αρμόδια αρχή δύναται να διατυπώσει αντίρρηση όσον αφορά την κινητικότητα του ερευνητή προς τη Δημοκρατία, εφόσον-
(α) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (5) ή, κατά περίπτωση, του εδαφίου (6)· ή
(β) ισχύει οποιοσδήποτε από τους λόγους απόρριψης που προβλέπονται στις παραγράφους (β) μέχρι (θ) του εδαφίου (1) του άρθρου 20· ή
(γ) έχει συμπληρωθεί η μέγιστη διάρκεια διαμονής που αναφέρεται στο εδάφιο (1).
(8) Οι ερευνητές, που θεωρούνται από την αρμόδια αρχή ότι συνιστούν απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή, κατά την έννοια του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου εδαφίου (2) του άρθρου 18ΚΒ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, τη δημόσια υγεία, δεν επιτρέπεται να εισέλθουν ή να διαμείνουν στη Δημοκρατία ως δεύτερο κράτος μέλος.
(9) Η αρμόδια αρχή ενημερώνει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση τις αρμόδιες αρχές του πρώτου κράτους μέλους και τον ερευνητικό οργανισμό στο πρώτο κράτος μέλος σχετικά με την αντίρρησή της για την κινητικότητα. σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έχει αντίρρηση για την κινητικότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) και η κινητικότητα δεν έχει ακόμη πραγματοποιηθεί, ο ερευνητής δεν επιτρέπεται να πραγματοποιήσει μέρος της έρευνάς του στον ερευνητικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές. σε περίπτωση που η κινητικότητα έχει ήδη αρχίσει, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 32.
29.-(1) Αίτηση για άδεια μακράς κινητικότητας ερευνητή υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή από τον ερευνητικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές αναφορικά με υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος είναι κάτοχος έγκυρης άδειας, η οποία έχει εκδοθεί από πρώτο κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, και ο οποίος προτίθεται, για διάστημα άνω των εκατό ογδόντα (180) ημερών, να διαμείνει στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και να πραγματοποιήσει μέρος της έρευνάς του σε ερευνητικό οργανισμό εγκατεστημένο σε αυτές τις περιοχές.
(2) Αίτηση για άδεια μακράς κινητικότητας συνοδεύεται από τα ακόλουθα:
(α) Έγκυρη άδεια που έχει εκδοθεί από το πρώτο κράτος μέλος·
(β) τα οριζόμενα στις παραγράφους (α), (γ) και (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 8 αποδεικτικά στοιχεία·
(γ) τη σύμβαση υποδοχής που έχει συναφθεί με τον ερευνητικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές·
(δ) εφόσον δεν προσδιορίζονται σε κανένα από τα έγγραφα που υποβάλλει ο αιτητής, την προβλεπόμενη διάρκεια και τις ημερομηνίες της κινητικότητας.
(ε) γνωστοποίηση της διεύθυνσης του ενδιαφερόμενου ερευνητή∙ σε περίπτωση που ο ερευνητής δεν γνωρίζει τη μελλοντική του διεύθυνση κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης, η αρμόδια αρχή αποδέχεται μια προσωρινή διεύθυνση και ο ερευνητής οφείλει να της γνωστοποιήσει τη μόνιμη διεύθυνσή του το αργότερο κατά τον χρόνο έκδοσης της άδειας μακράς κινητικότητας.
(3) Τα έγγραφα και οι πληροφορίες, τα οποία αναφέρονται στο εδάφιο (2), υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή στην ελληνική ή στην αγγλική γλώσσα.
(4) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει απόφαση επί αίτησης για άδεια μακράς κινητικότητας και την κοινοποιεί γραπτώς στον αιτούντα ερευνητικό οργανισμό το συντομότερο δυνατό και το αργότερο εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία υποβολής, στην αρμόδια αρχή, της πλήρους αίτησης και των στοιχείων και εγγράφων που απαιτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2).
(5)(α) Οι ερευνητές δεν υποχρεούνται να εγκαταλείψουν τις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές ή το έδαφος άλλου κράτους μέλους, προκειμένου να υποβληθεί στην αρμόδια αρχή, ή σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, αίτηση μακράς κινητικότητας.
(β) Οι ερευνητές δεν υπόκεινται σε υποχρέωση θεώρησης.
(6) Οι ερευνητές επιτρέπεται να πραγματοποιήσουν τμήμα από την έρευνά τους στον ερευνητικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, έως ότου ληφθεί απόφαση σχετικά με την αίτηση μακράς κινητικότητας από την αρμόδια αρχή, υπό την προϋπόθεση ότι-
(α) Δεν έχουν λήξει ούτε η χρονική περίοδος που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 28 ούτε η περίοδος ισχύος της άδειας που εκδόθηκε από το πρώτο κράτος μέλος· και
(β) εάν το απαιτεί διάταγμα του Υπουργού Εσωτερικών που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, η πλήρης αίτηση έχει διαβιβαστεί τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν αρχίσει η μακρά κινητικότητα του ερευνητή.
(7) Η αίτηση για άδεια μακράς κινητικότητας δεν επιτρέπεται να υποβάλλεται ταυτόχρονα με την κοινοποίηση βραχείας κινητικότητας και, σε περίπτωση που προκύψει ανάγκη για μακρά κινητικότητα μετά από την έναρξη της βραχείας κινητικότητας του ερευνητή, ο Υπουργός Εσωτερικών, με διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, δύναται να απαιτεί την υποβολή της αίτησης για άδεια μακράς κινητικότητας τουλάχιστον τριάντα (30) ημέρες πριν από τη λήξη της βραχείας κινητικότητας:
(8) Η αρμόδια αρχή δύναται να απορρίπτει αίτηση για άδεια μακράς κινητικότητας όταν-
(α) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των εδαφίων (2) και (3)· ή
(β) ισχύει οποιοσδήποτε λόγος απόρριψης που προβλέπεται στο άρθρο 20, εξαιρουμένης της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του εν λόγω άρθρου· ή
(γ) η άδεια του ερευνητή στο πρώτο κράτος μέλος λήγει κατά τη διάρκεια της διαδικασίας.
(9) Οι ερευνητές που θεωρούνται από την αρμόδια αρχή ότι συνιστούν απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή, κατά την έννοια του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου εδαφίου (2) του άρθρου 18ΚΒ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, τη δημόσια υγεία, δεν επιτρέπεται να εισέλθουν ή να διαμείνουν στη Δημοκρατία ως δεύτερο κράτος μέλος.
(10) Όταν η αρμόδια αρχή λάβει θετική απόφαση επί της αίτησης μακράς κινητικότητας, χορηγεί άδεια μακράς κινητικότητας στον ερευνητή, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 17, και ενημερώνει σχετικά τις αρμόδιες αρχές του πρώτου κράτους μέλους.
(11) Η αρμόδια αρχή ανακαλεί άδεια μακράς κινητικότητας όταν-
(α) Δεν πληρούνται πλέον οι όροι της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) ή όταν πληρούται οι διατάξεις του εδαφίου (9)· ή
(β) ισχύει οποιοσδήποτε από τους λόγους ανάκλησης της άδειας που προβλέπονται στο άρθρο 21, εξαιρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (α) και (ι) του εδαφίου (1) και των εδαφίων (3) και (4) του εν λόγω άρθρου.
(12) Όταν η αρμόδια αρχή λαμβάνει απόφαση επί αίτησης για άδεια μακράς κινητικότητας, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία τα εδάφια (2) έως (5) του άρθρου 32.
30.-(1) Τα μέλη της οικογένειας ερευνητή, οι οποίοι είναι κάτοχοι έγκυρης άδειας διαμονής που έχει εκδοθεί από πρώτο κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία δικαιούνται να εισέρχονται και να διαμένουν στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, προκειμένου να συνοδεύουν τον ερευνητή, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.
(2) Κατά την εφαρμογή της διαδικασίας κοινοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 28, η αρμόδια αρχή απαιτεί τη διαβίβαση των ακολούθων εγγράφων και πληροφοριών:
(α) Τα έγγραφα και τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το εδάφιο (5) και τις παραγράφους (β), (γ) και (δ) του εδαφίου (6) του άρθρου 28 σχετικά με τα μέλη οικογενείας που συνοδεύουν τον ερευνητή·
(β) αποδεικτικά στοιχεία ότι το μέλος οικογενείας έχει διαμείνει ως μέλος της οικογένειας του ερευνητή στο πρώτο κράτος μέλος σύμφωνα με το Άρθρο 26 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/801:
(3) Η αρμόδια αρχή δύναται να διατυπώσει αντίρρηση όσον αφορά την κινητικότητα του μέλους της οικογένειας στη Δημοκρατία, όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (2) και οι διατάξεις των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (7) και του εδαφίου (9) του άρθρου 28 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία αναφορικά με τέτοιο μέλος οικογενείας.
(4) Η αίτηση υποβάλλεται στην αρμόδια αρχή από τον ερευνητή ή από τα μέλη της οικογένειάς του και συνοδεύεται από-
(α) Τα έγγραφα και τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (α), (β) και (δ) του εδαφίου (2) του άρθρου 29 σχετικά με τα μέλη οικογενείας που συνοδεύουν τον ερευνητή·
(β) αποδεικτικά στοιχεία ότι το μέλος οικογενείας έχει διαμείνει ως μέλος της οικογένειας του ερευνητή στο πρώτο κράτος μέλος σύμφωνα με το Άρθρο 26 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/801:
(5) Η αρμόδια αρχή απορρίπτει την αίτηση μακράς κινητικότητας του μέλους οικογενείας, όταν δεν πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο εδάφιο (4) και οι διατάξεις των εδαφίων (4), (5), (8)(β) και (γ), (10), (11)(β) και (12) του άρθρου 29 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία αναφορικά με τέτοιο μέλος οικογενείας.
(6) Η διάρκεια της άδειας κινητικότητας μακράς διάρκειας για τα μέλη οικογενείας είναι η ίδια με τη διάρκεια της άδειας του ερευνητή τον οποίο συνοδεύουν και η οποία έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή.
(7) Η αρμόδια αρχή δύναται να ανακαλεί ή να μην ανανεώνει άδεια μακράς κινητικότητας για μέλη οικογενείας, σε περίπτωση που η άδεια μακράς κινητικότητας του ερευνητή τον οποίο συνοδεύουν ανακληθεί ή δεν ανανεωθεί από την αρμόδια αρχή και δεν απολαμβάνουν αυτοτελές δικαίωμα διαμονής.
(8) Τα μέλη οικογενείας που θεωρούνται από την αρμόδια αρχή ότι συνιστούν απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή, κατά την έννοια του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου εδαφίου (2) του άρθρου 18ΚΒ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, τη δημόσια υγεία, δεν επιτρέπεται να εισέλθουν ή να διαμείνουν στη Δημοκρατία ως δεύτερο κράτος μέλος.
31.-(1) Οι σπουδαστές οι οποίοι διαθέτουν έγκυρη άδεια που έχει εκδοθεί από πρώτο κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία και οι οποίοι συμμετέχουν σε ενωσιακό ή πολυμερές πρόγραμμα που περιλαμβάνει μέτρα κινητικότητας ή καλύπτονται από συμφωνία μεταξύ δύο ή περισσότερων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δικαιούνται να εισέρχονται και να διαμένουν, για περίοδο έως τριακόσιων εξήντα (360) ημερών, στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, προκειμένου να πραγματοποιήσουν μέρος των σπουδών τους σε ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι εγκατεστημένο στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, με την επιφύλαξη των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο παρόν άρθρο:
(2) Το ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο πρώτο κράτος μέλος κοινοποιεί στο πρώτο κράτος μέλος και στην αρμόδια αρχή την πρόθεση του σπουδαστή να πραγματοποιήσει μέρος των σπουδών του στο ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι εγκατεστημένο στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και στις περιπτώσεις αυτές η κοινοποίηση πραγματοποιείται-
(α) Κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης στο πρώτο κράτος μέλος, όταν η κινητικότητα προς τις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές προβλέπεται ήδη σε αυτό το στάδιο· ή
(β) αφού ο σπουδαστής έχει γίνει δεκτός στο πρώτο κράτος μέλος, μόλις εκδηλωθεί η πρόθεση κινητικότητας προς τις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.
(3) Σε περίπτωση που η κοινοποίηση πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2), και εφόσον δεν υποβληθεί καμία αντίρρηση ενώπιον του πρώτου κράτους μέλους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7), η κινητικότητα του σπουδαστή προς στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί οποτεδήποτε εντός της διάρκειας της άδειας, χωρίς την υποχρέωση εξασφάλισης θεώρησης ή άδειας εισόδου.
(4) Σε περίπτωση που η κοινοποίηση πραγματοποιείται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) και εφόσον η αρμόδια αρχή δεν προβάλλει αντίρρηση για την κινητικότητα του σπουδαστή σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (7) και (9), η κινητικότητα προς τις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές θεωρείται ότι έχει εγκριθεί και μπορεί να πραγματοποιηθεί ανά πάσα στιγμή εντός της διάρκειας της άδειας, χωρίς την υποχρέωση εξασφάλισης θεώρησης ή άδειας εισόδου.
(5) Η κοινοποίηση περιλαμβάνει το έγκυρο ταξιδιωτικό έγγραφο, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 8 και την έγκυρη άδεια η οποία έχει εκδοθεί από το πρώτο κράτος μέλος και η οποία καλύπτει το διάστημα της κινητικότητας.
(6) Η αρμόδια αρχή δύναται να απαιτεί όπως η κοινοποίηση συνοδεύεται από τα ακόλουθα έγγραφα και πληροφορίες:
(α) Αποδεικτικά στοιχεία ότι ο σπουδαστής πραγματοποιεί μέρος των σπουδών του στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές στο πλαίσιο ενωσιακού ή πολυμερούς προγράμματος το οποίο περιλαμβάνει μέτρα κινητικότητας ή στο πλαίσιο συμφωνίας μεταξύ δύο ή περισσότερων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, καθώς και αποδεικτικά στοιχεία ότι ο σπουδαστής έχει γίνει δεκτός από ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές·
(β) όταν δεν προσδιορίζονται στο πλαίσιο της παραγράφου (α), την προβλεπόμενη διάρκεια και τις ημερομηνίες της κινητικότητας·
(γ) χωρίς επηρεασμό διμερών συμφωνιών μεταξύ της Δημοκρατίας και τρίτων χωρών, αποδεικτικά στοιχεία ότι ο σπουδαστής διαθέτει ασφάλιση ασθενείας, ή ότι έχει υποβάλει αίτηση για ασφάλιση ασθενείας, που καλύπτει όλους τους κινδύνους που συνήθως καλύπτονται για πολίτες της Δημοκρατίας, για τις περιόδους κατά τις οποίες δεν του παρέχεται ανάλογη ασφαλιστική κάλυψη και αντίστοιχα δικαιώματα σε παροχές, λόγω της σύμβασης εργασίας του στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές ή σε συνδυασμό με αυτή τη σύμβαση·
(δ) αποδεικτικά στοιχεία ότι, κατά τη διαμονή του, ο σπουδαστής θα διαθέτει επαρκείς πόρους για να καλύπτει τα έξοδα διαβίωσής του χωρίς να χρειάζεται να καταφύγει στο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας της Δημοκρατίας, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 8, καθώς και για να καλύπτει τα έξοδα ταξιδιού του προς το πρώτο κράτος μέλος στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 32.
(ε) αποδεικτικά στοιχεία ότι, όπου ισχύει, έχει καταβάλει τα τέλη εγγραφής που χρεώνει το ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης:
(7) Βάσει της κοινοποίησης που αναφέρεται στο εδάφιο (2) και εντός τριάντα (30) ημερών από την πλήρη παραλαβή της, η αρμόδια αρχή δύναται να διατυπώσει αντίρρηση όσον αφορά την κινητικότητα του σπουδαστή προς τη Δημοκρατία, εφόσον-
(α) Δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (5) ή του εδαφίου (6)· ή
(β) ισχύει οποιοσδήποτε από τους λόγους απόρριψης που προβλέπονται στις παραγράφου (β) μέχρι (θ) του εδαφίου (1) του άρθρου 20·
(γ) έχει συμπληρωθεί η μέγιστη διάρκεια διαμονής που αναφέρεται στο εδάφιο (1).
(8) Οι σπουδαστές που θεωρείται ότι συνιστούν απειλή για τη δημόσια τάξη, τη δημόσια ασφάλεια ή, κατά την έννοια του κατ’ αναλογία εφαρμοστέου εδαφίου (2) του άρθρου 18ΚΒ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, τη δημόσια υγεία, δεν επιτρέπεται να εισέλθουν ή να διαμείνουν στη Δημοκρατία ως δεύτερο κράτος μέλος.
(9) Η αρμόδια αρχή ενημερώνει γραπτώς και χωρίς καθυστέρηση τις αρμόδιες αρχές του πρώτου κράτους μέλους και το ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στο πρώτο κράτος μέλος σχετικά με την αντίρρησή της για την κινητικότητα. σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έχει αντίρρηση για την κινητικότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7), ο σπουδαστής δεν επιτρέπεται να πραγματοποιήσει μέρος των σπουδών του στο ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που είναι εγκατεστημένο στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές.
32.-(1) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία συνιστά πρώτο κράτος μέλος και η αρμόδια αρχή ανακαλέσει άδεια, η αρμόδια αρχή ενημερώνει αμελλητί τις αρχές του δεύτερου κράτους μέλους.
(2) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία συνιστά δεύτερο κράτος μέλος, έκαστος από τους ακόλουθους ενημερώνει την αρμόδια αρχή για κάθε τροποποίηση η οποία επηρεάζει τις προϋποθέσεις βάσει των οποίων έχει επιτραπεί η κινητικότητα:
(α) Ο φορέας υποδοχής που είναι εγκατεστημένος στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, σε κάθε περίπτωση εκτός από τις περιπτώσεις που καθορίζονται στην παράγραφο (β)·
(β) ο ερευνητής, στις περιπτώσεις κινητικότητας μελών της οικογένειάς του.
(3) Σε περίπτωση που ο ερευνητής ή, όπου εφαρμόζεται, τα μέλη της οικογένειάς του, ή ο σπουδαστής, δεν πληρούν ή δεν πληρούν πλέον τις προϋποθέσεις κινητικότητας, και-
(α) Η Δημοκρατία συνιστά δεύτερο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή δύναται να ζητήσει από τον ερευνητή και, όπου εφαρμόζεται, από τα μέλη της οικογένειάς του ή από τον σπουδαστή, να παύσουν αμέσως κάθε δραστηριότητα και να εγκαταλείψουν τη Δημοκρατία, ή
(β) η Δημοκρατία συνιστά πρώτο κράτος μέλος, η αρμόδια αρχή, κατόπιν αιτήματος του δεύτερου κράτους μέλους, επιτρέπει χωρίς διατυπώσεις και χωρίς καθυστέρηση την επιστροφή του ερευνητή και, όπου εφαρμόζεται, των μελών της οικογένειάς του ή του σπουδαστή στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές· αυτό ισχύει και σε περίπτωση που η άδεια που έχει εκδοθεί από την αρμόδια αρχή έχει λήξει ή έχει ανακληθεί κατά τη διάρκεια της κινητικότητας στο δεύτερο κράτος μέλος.
(4) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία εφαρμόσει πλήρως το ενωσιακό κεκτημένο του Σένγκεν, η αρμόδια αρχή-
(α) Συμβουλεύεται το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν, όταν ο ερευνητής ή τα μέλη της οικογένειάς του ή ο σπουδαστής διέρχεται τα εξωτερικά σύνορα της Δημοκρατίας∙ και
(β) αρνείται την είσοδο ή διατυπώνει αντίρρηση για την κινητικότητα προσώπων για τα οποία το σύστημα πληροφοριών Σένγκεν περιέχει αρνήσεις με σκοπό την άρνηση εισόδου ή διαμονής.
33. Σε περίπτωση διαπίστωσης οποιασδήποτε παράβασης σε σχέση-
(α) Με απασχόληση σπουδαστών, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24, δύναται να επιβάλλεται στον εργοδότη διοικητικό πρόστιμο ή/και άλλες διοικητικές κυρώσεις, σύμφωνα με το κατ’ αναλογία εφαρμοστέο εδάφιο (1) του άρθρου 18ΝΖ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου∙
(β) με την τήρηση υποχρεώσεων από φορέα υποδοχής, που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, δύναται να επιβάλλεται στον φορέα υποδοχής διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με το κατ’ αναλογία εφαρμοστέο εδάφιο (1) του άρθρου 18ΝΖ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου.
34.-(1) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει και κοινοποιεί απόφαση σχετικά με αίτηση χορήγησης ή ανανέωσης άδειας διαμονής το ταχύτερο δυνατό και το αργότερο εντός ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία κατάθεσης της πλήρους αίτησης.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), στην περίπτωση που η διαδικασία εισδοχής αφορά εγκεκριμένο φορέα υποδοχής, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 10 και 16, η απόφαση επί της πλήρους αίτησης λαμβάνεται το ταχύτερο δυνατό και το αργότερο εντός εξήντα (60) ημερών.
(3) Σε περίπτωση που οι πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά που υποβάλλονται προς υποστήριξη της αίτησης είναι ελλιπή, η αρμόδια αρχή ενημερώνει τον αιτητή, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, για τις συμπληρωματικές πληροφορίες που απαιτούνται και καθορίζει με απόφασή της εύλογη προθεσμία για την υποβολή τους. οι περίοδοι που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) αναστέλλονται, έως ότου η αρμόδια αρχή λάβει τις απαιτούμενες συμπληρωματικές πληροφορίες και, σε περίπτωση που οι συμπληρωματικές πληροφορίες ή τα συμπληρωματικά έγγραφα δεν προσκομισθούν εντός της καθοριζόμενης προθεσμίας, η αίτηση δύναται να απορριφθεί.
(4) Οι λόγοι για τους οποίους απορρίπτεται αίτηση για τη χορήγηση άδειας ή δεν ανανεώνεται άδεια, κοινοποιούνται γραπτώς στον αιτητή και οι λόγοι για την απόφαση ανάκλησης άδειας κοινοποιούνται γραπτώς στον υπήκοο τρίτης χώρας και στον φορέα υποδοχής.
(5) Κάθε απόφαση, με την οποία κρίνεται απαράδεκτη ή απορρίπτεται αίτηση για χορήγηση άδειας ή απορρίπτεται η ανανέωση τέτοιας άδειας ή ανακαλείται τέτοια άδεια, υπόκειται σε προσφυγή ενώπιον δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος και κάθε τέτοια απόφαση αναφέρει ρητά τη δυνατότητα προσφυγής στο αρμόδιο δικαστήριο και τη χρονική προθεσμία για την άσκησή της.
35.-(1) Η αρμόδια αρχή καθιστά εύκολα διαθέσιμες στους αιτητές τις πληροφορίες σχετικά με όλα τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την υποβολή της αίτησης και τις πληροφορίες σχετικά με τις προϋποθέσεις εισόδου και διαμονής, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων, των υποχρεώσεων και των διαδικαστικών εγγυήσεων για τους υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου και, όπου εφαρμόζεται, για τα μέλη της οικογένειάς τους. οι πληροφορίες αυτές περιλαμβάνουν, όπου εφαρμόζεται, το επίπεδο των επαρκών μηνιαίων πόρων, συμπεριλαμβανομένων των πόρων που απαιτούνται για την κάλυψη του κόστους των σπουδών ή της πρακτικής άσκησης, χωρίς να θίγεται η εξατομικευμένη εξέταση κάθε περίπτωσης, καθώς και για την κάλυψη των σχετικών τελών.
(2) Η αρμόδια αρχή δημοσιεύει-
(α) Κατάλογο των εγκεκριμένων φορέων υποδοχής για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, και
(β) το συντομότερο δυνατό μετά από κάθε μεταβολή τους, επικαιροποιημένη έκδοση των εν λόγω καταλόγων.
36.-(1) Η αρμόδια αρχή συνιστά το σημείο επαφής της Δημοκρατίας το οποίο συνεργάζεται αποτελεσματικά με τα σημεία επαφής στα υπόλοιπα κράτη μέλη και το οποίο είναι αρμόδιο για την παραλαβή και τη διαβίβαση των πληροφοριών που απαιτούνται για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 28 έως 32 και η αρμόδια αρχή προκρίνει την ηλεκτρονική ανταλλαγή πληροφοριών.
(2) Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τα λοιπά κράτη μέλη, μέσω των δικών τους εθνικών σημείων επαφής που ορίζονται σύμφωνα με το Άρθρο 37, παράγραφος 1, της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/801-
(α) Σχετικά με τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για την κινητικότητα που προβλέπεται στα άρθρα 28 έως 31· και
(β) κατά πόσο επιτρέπει μόνο την εισδοχή σπουδαστών και ερευνητών μέσω εγκεκριμένων ερευνητικών οργανισμών ή ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης∙ και
(γ) σχετικά με πολυμερή προγράμματα για σπουδαστές και ερευνητές που περιλαμβάνουν μέτρα κινητικότητας και συμφωνίες μεταξύ δύο ή περισσότερων ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
37. Η αρμόδια αρχή εκπληρώνει τις υποχρεώσεις τις οποίες το Άρθρο 38 της Οδηγίας (ΕΕ) 2016/801 επιβάλλει στη Δημοκρατία ως κράτος μέλος.
38.-(1) Ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να μεταβιβάζει γραπτώς την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας, εξαιρουμένης της εξουσίας περί έκδοσης διαταγμάτων, καθώς και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος, που οι διατάξεις του παρόντος Νόμου του χορηγούν ή αναθέτουν, σε οποιοδήποτε πρόσωπο υπηρετεί στο Υπουργείο Εσωτερικών ή σε τμήμα του Υπουργείου Εσωτερικών· στην περίπτωση της μεταβίβασης αυτής, ο Υπουργός Εσωτερικών διατηρεί την εξουσία να ασκεί την ούτως μεταβιβαζομένη εξουσία και να εκτελεί το ούτως μεταβιβαζόμενο καθήκον από και κατά τη διάρκεια της εν λόγω μεταβίβασης.
(2) Πρόσωπο, στο οποίο μεταβιβάζεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει του εδαφίου (1), έχει υποχρέωση να ασκεί τη μεταβιβαζόμενη εξουσία και να εκτελεί το μεταβιβαζόμενο καθήκον σύμφωνα με οδηγίες που ενδέχεται να δοθούν από τον Υπουργό Εσωτερικών.
(3) Ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να τροποποιεί και να ανακαλεί μεταβίβαση άσκησης εξουσίας ή/και εκτέλεσης καθήκοντος δυνάμει του εδαφίου (1), με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο στο οποίο η εξουσία έχει μεταβιβαστεί.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα ασκούν ταυτόχρονα, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος των εν λόγω προσώπων δεν ασκεί εξουσία ούτε εκτελεί καθήκον επί των ίδιων πραγματικών γεγονότων με τον ιεραρχικά ανώτερό του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει, σύμφωνα με οδηγίες που ενδέχεται να δοθούν από αυτόν.
(5) Σε περίπτωση κατά την οποία δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον που οι διατάξεις του παρόντος Νόμου χορηγούν ή αναθέτουν, σε άλλο πρόσωπο, οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται ως εάν είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο πρόσωπο που την ασκεί ή είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο πρόσωπο που το εκτελεί.