ΜΕΡΟΣ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΙ, ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ, ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΕΚΘΕΣΕΙΣ, ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΑ ΑΛΛΑ ΘΕΜΑΤΑ
Έκδοση Κανονισμών

45.-(1) Για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση και δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Δημοκρατίας, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σε αυτούς.

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), οι Κανονισμοί αυτοί δύναται να προβλέπουν μεταξύ άλλων για τα ακόλουθα:

(α) Τη μεθοδολογία υπολογισμού τελών για τη χρηματοδότηση των δαπανών της Αρχής·

(β) τη διαδικασία διορισμού, είτε μόνιμα είτε με σύμβαση για ορισμένο χρονικό διάστημα, προαγωγής, τους όρους υπηρεσίας, τις κατηγορίες θέσεων, την αφυπηρέτηση και τα ωφελήματα αφυπηρέτησης των μελών του προσωπικού της Αρχής, καθώς και τον πειθαρχικό κώδικα και την άσκηση πειθαρχικού ελέγχου·

(γ) τα σχέδια υπηρεσίας για τα καθήκοντα, τις ευθύνες και τα προσόντα των μελών του μόνιμου προσωπικού της Αρχής·

(δ) το Ταμείο Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης για την κάλυψη των μελών του προσωπικού της Αρχής κατά και μετά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους στην Αρχή κατ’ εφαρμογή των προνοιών των περί του Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Ταμείο Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης) Κανονισμών και των διατάξεων του Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμου ·

(ε) το Ταμείο Προνοίας για τους υπαλλήλους της Αρχής κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους στην Αρχή·

(στ) το Ταμείο Προνοίας Ωρομίσθιου Προσωπικού για τα ωρομίσθια μέλη του προσωπικού της Αρχής.

Έκδοση Αποφάσεων από την Αρχή

46.-(1) Για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η Αρχή εκδίδει Αποφάσεις κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), η Αρχή δύναται να εκδίδει Αποφάσεις που αποσκοπούν πρωτίστως στην αποσαφήνιση και ρύθμιση των διαδικασιών, των μεθόδων, των χρονοδιαγραμμάτων και ιδίως της διαδικασίας και του τρόπου είσπραξης όλων των πληρωτέων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού ποσών, τελών και δικαιωμάτων, της διαδικασίας και του τρόπου είσπραξης όλων των πληρωτέων ποσών διοικητικών προστίμων και οποιωνδήποτε άλλων πληρωτέων εσόδων ή ποσών που εισπράττονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού, του καθορισμού τελών και δικαιωμάτων που είναι πληρωτέα σε σχέση με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού και του καθορισμού διαδικασίας επιβολής διοικητικού προστίμου.

(3) Η Αρχή δύναται να εκδίδει Αποφάσεις αναφορικά με την εφαρμογή των βέλτιστων πρακτικών ή των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδονται από την Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου.

(4) Η Αρχή δύναται να εκδίδει Αποφάσεις αναφορικά με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα προβλέπουν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού.

(5) Αποφάσεις της Αρχής που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τίθενται σε ισχύ σε καθορισμένο στη σχετική Απόφαση χρόνο ή, σε περίπτωση μη καθορισμού χρόνου έναρξης ισχύος, από την ημερομηνία της εν λόγω δημοσίευσης της σχετικής Απόφασης:

Νοείται ότι, δεν δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αποφάσεις που αφορούν ευαίσθητες ή/και εμπιστευτικές πληροφορίες ή/και διαβαθμισμένα έγγραφα.

(6) Η Αρχή έχει εξουσία να εφαρμόζει με Απόφαση, Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αφορούν θέματα ασφάλειας δικτύων και συστημάτων πληροφοριών και κυβερνοασφάλειας.

Προϋπολογισμός

47.-(1) Η Αρχή καταρτίζει για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου, προϋπολογισμό εσόδων και δαπανών.

(2) Ο προϋπολογισμός υποβάλλεται από τον Υπουργό στο Υπουργικό Συμβούλιο μέχρι την 1η Ιουλίου εκάστου έτους και υπόκειται στην έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και της Βουλής των Αντιπροσώπων, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 104 του περί της Δημοσιονομικής Ευθύνης και του Δημοσιονομικού Πλαισίου Νόμου.

(3) Ο προϋπολογισμός, μετά τις τυχόν τροποποιήσεις του από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατατίθεται ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων προ της 30ής Σεπτεμβρίου εκάστου έτους.

(4) Ο προϋπολογισμός καλύπτει το οικονομικό πρόγραμμα της Αρχής για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου:

Νοείται ότι, το πρώτο οικονομικό πρόγραμμα της Αρχής αρχίζει από την ημερομηνία λειτουργίας της Αρχής και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

(5) Ο τρόπος με τον οποίο καταρτίζεται ο προϋπολογισμός και εμφανίζεται η ανάλυση των κονδυλίων στον πίνακα εσόδων και εξόδων είναι όμοιος με τον τρόπο καταρτισμού του κρατικού προϋπολογισμού.

(6) Η Αρχή μεριμνά για την αναφερόμενη στις διατάξεις του εδαφίου (1) κατάρτιση προϋπολογισμού και για την κατάρτιση του αναφερόμενου στις διατάξεις του εδαφίου (4) οικονομικού προγράμματος.

(7) Σε περίπτωση μη έγκαιρης ψήφισης του προϋπολογισμού, η Αρχή λειτουργεί κατ’ ανάλογη εφαρμογή των περί δωδεκατημορίων διατάξεων της παραγράφου 3 του Άρθρου 168 του Συντάγματος για τον κρατικό προϋπολογισμό.

Τήρηση βιβλίων

48.-(1) Η Αρχή τηρεί κατάλληλα βιβλία και λογαριασμούς για τις δραστηριότητές της, όπως ορίζει εκάστοτε ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας.

(2) Σχετικά με την οικονομική διαχείριση κάθε οικονομικού έτους, συντάσσεται, με μέριμνα της Αρχής, απολογισμός κατά τρόπο που ορίζει εκάστοτε ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας.

(3) Οι λογαριασμοί της Αρχής ελέγχονται από τον Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας.

(4) Μέσα σε έναν μήνα από τον έλεγχο των λογαριασμών η Αρχή υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ενημέρωση τον απολογισμό οικονομικής διαχείρισης.

(5) Η Αρχή μεριμνά για την αναφερόμενη στις διατάξεις του εδαφίου (1), (2) και (4) τήρηση βιβλίων και λογαριασμών και σύνταξη απολογισμού.

Έκθεση

49.-(1) Η Αρχή υποβάλλει στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ετησίως, εντός έξι (6) μηνών από την ημερομηνία λήξης εκάστου οικονομικού έτους, έκθεση για τις δραστηριότητές της.

(2) Η Αρχή κοινοποιεί την έκθεσή της, στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων και δύναται να τη δημοσιεύει.

Εργοδότηση προσωπικού, σε περίπτωση που παύει να υφίσταται η Αρχή

50. Σε περίπτωση που η Αρχή παύει για οποιονδήποτε λόγο να υφίσταται, οι θέσεις του μόνιμου προσωπικού και οι κάτοχοί τους, καθώς και οι κενές θέσεις μεταφέρονται σε κατάλληλο υπουργείο, τμήμα ή υπηρεσία της κυβέρνησης, σε περίπτωση δε που οι δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα της Αρχής περιέρχονται για οποιονδήποτε λόγο σε άλλο νομικό πρόσωπο, αρχή, ή οργανισμό, το προσωπικό της Αρχής παρέχει υπηρεσίες στο εν λόγω νομικό πρόσωπο, αρχή ή οργανισμό χωρίς οποιαδήποτε αλλαγή του καθεστώτος ή των όρων υπηρεσίας του.

Περιουσιακά στοιχεία της Αρχής, σε περίπτωση που παύει να υφίσταται

51. Σε περίπτωση που παύει για οποιονδήποτε λόγο να υφίσταται η Αρχή, όλα τα περιουσιακά στοιχεία της Αρχής, περιέρχονται στη Δημοκρατία.

Προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο κατά Αποφάσεων της Αρχής

52.-(1) Οποιαδήποτε Απόφαση της Αρχής υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου.

(2) Η Αρχή διατηρεί αρχείο σχετικά με τις προσφυγές, τη διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής και τον αριθμό των αποφάσεων για λήψη προσωρινών μέτρων και παρέχει τις πληροφορίες αυτές στην Επιτροπή ή άλλο θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος.

Ευθύνη Επιτρόπου, Βοηθού Επιτρόπου και προσωπικού της Αρχής

53. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών και Αποφάσεων, ο Επίτροπος, Βοηθός Επίτροπος και τα μέλη του προσωπικού της Αρχής δεν υπέχουν ευθύνη για οτιδήποτε έγινε ή παραλείφθηκε ή λέχθηκε ή για οποιαδήποτε γνώμη εξέφρασαν ή έκθεση ή άλλο έγγραφο ετοίμασαν κατά την καλόπιστη άσκηση των αντίστοιχων καθηκόντων τους και των αρμοδιοτήτων και εξουσιών τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Ευθύνη νομικών προσώπων

54.-(1) Νομικό πρόσωπο είναι ένοχο για τη διάπραξη αδικήματος που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 22 και 43, όταν το αδίκημα διαπράττεται προς όφελος του νομικού προσώπου από οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί είτε ατομικά, είτε ως μέλος οργάνου του νομικού αυτού προσώπου και κατέχει στο νομικό αυτό πρόσωπο ιθύνουσα θέση υπό την ιδιότητα-

(α) εντολοδόχου εκπροσώπησης του νομικού προσώπου,

(β) πληρεξούσιου λήψης αποφάσεων εξ ονόματος του νομικού προσώπου, ή

(γ) πληρεξούσιου άσκησης ελέγχου εντός του νομικού προσώπου.

(2) Νομικό πρόσωπο είναι ένοχο για τη διάπραξη αδικήματος που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 22 και 43, όταν η έλλειψη εποπτείας ή ελέγχου από πρόσωπο που καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) έχει καταστήσει δυνατή τη διάπραξη του εν λόγω αδικήματος προς όφελος του νομικού προσώπου από πρόσωπο το οποίο τελεί υπό την εξουσία του προσώπου που καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1).

(3) Άνευ επηρεασμού των όσων αναφέρονται στις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), η ευθύνη του νομικού προσώπου δεν αποκλείει την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον των φυσικών προσώπων που διαπράττουν τα αδικήματα και ή των προσώπων που συμμετέχουν στη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στις διατάξεις των άρθρων 22 και 43.

(4) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), πρόσωπο το οποίο συμβουλεύει, προάγει ή παρακινεί άλλο πρόσωπο να συμμετέχει στη διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης αδικήματος που προβλέπεται στις διατάξεις των άρθρων 22 και 43 είναι ένοχο αδικήματος του ίδιου είδους υπόκειται στην ίδια ποινή και δύναται να διωχτεί, ως εάν είχε διενεργήσει ο ίδιος τέτοια πράξη.

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία πράξη ή παράλειψη νομικού προσώπου που επιφέρει κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο ή/και Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλου χρηματικού προστίμου από την Αρχή, την ευθύνη για την πράξη ή παράλειψη για την καταβολή του διοικητικού προστίμου φέρουν τα νομικά πρόσωπα, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (1).