ΜΕΡΟΣ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Διοικητικό πρόστιμο

43.-(1) Σε περίπτωση που η Αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου δύναται να επιβάλει σε αυτό διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης:

Νοείται ότι, η διαδικασία επιβολής του διοικητικού προστίμου καθορίζεται με Απόφαση της Αρχής.

(2) Η Αρχή δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο σε οποιοδήποτε πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση των διατάξεων οποιωνδήποτε Αποφάσεων και/ή Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες τετρακόσια ευρώ (€300.400) και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200.000).

(3) Η Αρχή δύναται να εκδώσει Απόφαση για τη διαδικασία επιβολής προστίμου ή/και άλλων διοικητικών κυρώσεων.

(4) Προτού η Αρχή επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ο Επίτροπος ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.

(5) Η Αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη Απόφασή της, την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο με συστημένη επιστολή, η οποία καθορίζει την παράβαση και πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο-

(α) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση με προσφυγή στο Διοικητικό Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 146 του Συντάγματος και του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου του 2015, και

(β) περί της προθεσμίας εντός της οποίας δύναται να ασκηθεί το προαναφερόμενο δικαίωμα.

(6) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου στο οποίο υποβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου να καταβάλει στην Αρχή τέτοιο πρόστιμο, η Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει τα οφειλόμενα ποσά ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

Ποινικά αδικήματα

44.-(1) Φορέας εκμετάλλευσης βασικών υπηρεσιών ή/και φορέας κρίσιμων υποδομών πληροφοριών ο οποίος δεν κοινοποιεί, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην Αρχή συμβάν με σοβαρό αντίκτυπο στη συνέχεια των βασικών υπηρεσιών του είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις τις δύο αυτές ποινές.

(2) Φορέας ψηφιακών υπηρεσιών ο οποίος δεν κοινοποιεί στην Αρχή, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, συμβάν που έχει σημαντικό αντίκτυπο στην παροχή της υπηρεσίας που προσφέρει είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(3) Φορέας εκμετάλλευσης βασικών υπηρεσιών ή/και φορέας κρίσιμων υποδομών πληροφοριών ο οποίος δεν λαμβάνει κατάλληλα και αναλογικά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη διαχείριση των κινδύνων όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και συστημάτων πληροφοριών που χρησιμοποιεί στις δραστηριότητές του είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (€15.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(4) Παροχέας ψηφιακών υπηρεσιών ο οποίος δεν λαμβάνει κατάλληλα και αναλογικά τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για τη διαχείριση των κινδύνων όσον αφορά την ασφάλεια των δικτύων και συστημάτων πληροφοριών που χρησιμοποιεί στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών οι οποίες αναφέρονται σε Απόφαση που εκδίδει η Αρχή είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (€15.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(5) Πρόσωπο το οποίο δεν παρέχει οποιαδήποτε πληροφορία του ζητηθεί από την Αρχή, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 20, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία της απαίτησης είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες τετρακόσια ευρώ (€3.400).

(6) Πρόσωπο από το οποίο η Αρχή απαιτεί να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις Κανονισμών που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Ένωση, και παραλείπει να το πράξει εντός της καθορισμένης ημερομηνίας των δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία της απαίτησης είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες τετρακόσια ευρώ (€3.400) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(7) Πρόσωπο το οποίο παραβιάζει οποιαδήποτε διάταξη των Αποφάσεων και/ή Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφορικά με την ασφάλεια δικτύων και συστημάτων πληροφοριών είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ (€15.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.