ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΑΡΧΗΣ ΚΑΙ ΕΡΓΟΔΟΤΩΝ
Ενημέρωση εργαζομένων και εργοδοτών

5.-(1) Η αρμόδια αρχή ενημερώνει τους εργαζομένους και τους εργοδότες, καθώς και τις οργανώσεις που τους εκπροσωπούν, σχετικά με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, με έντυπα και κάθε άλλο πρόσφορο μέσο.

(2) Οι οργανώσεις που εκπροσωπούν τους εργαζομένους ενημερώνουν τους εργαζομένους για τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και για τα μέτρα που λαμβάνονται προς εφαρμογή τους, με έγγραφες ανακοινώσεις σε οικείους πίνακες που βρίσκονται στους χώρους εργασίας ή με διανομή εντύπων ή προφορικά στους χώρους εργασίας, εκτός του χρόνου απασχολήσεως, ή με οποιοδήποτε άλλο πρόσφορο τρόπο.

(3) Οι εργοδότες διευκολύνουν τις οργανώσεις που εκπροσωπούν τους εργαζομένους να προβαίνουν στην προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) ενημέρωση των εργαζομένων.

Υποχρεώσεις εργοδοτών

6.-(1) Ο εργοδότης προστατεύει τους εργαζόμενούς του από κάθε πράξη οποιουδήποτε προσώπου στο χώρο εργασίας, η οποία συνιστά βία ή παρενόχληση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή από πράξεις ή συμπεριφορές που είναι αποτέλεσμα της υποβολής παραπόνου ή καταγγελίας ή απόκρουσης πράξεων βίας ή παρενόχλησης στον χώρο εργασίας.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6), ο εργοδότης εφαρμόζει προληπτικά μέτρα για την πρόληψη και αντιμετώπιση της της βίας και παρενόχλησης στον χώρο εργασίας και καταρτίζει και υλοποιεί, σε διαβούλευση με τους εργαζόμενους του και τις οργανώσεις που τους εκπροσωπούν, πολιτική για την καταπολέμηση της βίας και της παρενόχλησης στο χώρο εργασίας.

(3) Ο εργοδότης, αμέσως μόλις περιέλθει σε γνώση του περιστατικό βίας ή παρενόχλησης ή οι συνέπειές του, λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο για την παύση και μη επανάληψή του, καθώς και για την άρση των συνεπειών του προς το πρόσωπο που υπέστη βία ή παρενόχληση στο χώρο εργασίας και την αποφυγή της επαναθυματοποίησής του:

Νοείται ότι, τα μέτρα αυτά δύναται να περιλαμβάνουν τη σύσταση συμμόρφωσης, την αλλαγή θέσης, ωραρίου, τόπου ή τρόπου παροχής εργασίας σε περίπτωση που αυτό δύναται να παρέχεται.

(4) Ο εργοδότης παραλαμβάνει, διερευνά και διαχειρίζεται κάθε καταγγελία ή σχετική αναφορά επιδεικνύοντας μηδενική ανοχή στη βία και παρενόχληση στον χώρο εργασίας, με αμεροληψία, με εμπιστευτικότητα και προστασία των προσωπικών δεδομένων του θύματος και του καταγγελλόμενου και με τρόπο που σέβεται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και δεν παρεμποδίζει την παραλαβή, τη διερεύνηση και τη διαχείριση των καταγγελιών ή αναφορών αυτών.

(5) Ο εργοδότης διαθέτει μηχανισμούς διερεύνησης καταγγελιών που είναι ασφαλείς, δίκαιοι και αποτελεσματικοί.

(6) Ο εργοδότης λαμβάνει έγκαιρα κάθε πρόσφορο μέτρο για να αποτρέψει τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) πράξεις εν γένει στον τομέα της αρμοδιότητάς τους:

Νοείται ότι, εργοδότης θεωρείται ότι λαμβάνει τέτοιο μέτρο, όταν εκπονεί κώδικα συμπεριφοράς κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (7) για αποτροπή των εν λόγω πράξεων και λαμβάνει επαρκή πρακτικά μέτρα για την εφαρμογή των όσων καθορίζονται στον κώδικα:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που εργοδότης δεν εκπονεί κώδικα συμπεριφοράς, εάν διαπραχθούν οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) πράξεις, θεωρείται συνυπεύθυνος με το πρόσωπο που διέπραξε τις πράξεις εις ολόκληρον για τις εν λόγω πράξεις.

(7) Ο εργοδότης εκπονεί κώδικα συμπεριφοράς για αποτροπή των αναφερόμενων στο εδάφιο (1) πράξεων, κατόπιν διαβούλευσης με τους εκπροσώπους των εργαζομένων του κατά τρόπο που αυτός να είναι κατανοητός από τους εργαζόμενους και μεριμνά για την εκπαίδευση των εργαζομένων του αναφορικά με τις πρόνοιες του κώδικα.

(8) Ο προβλεπόμενος στο εδάφιο (7) κώδικας περιλαμβάνει κατ’ ελάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) Τον καθορισμό του πεδίου εφαρμογής αυτού∙

(β) τον προσδιορισμό των τιμωρητέων πράξεων βίας και παρενόχλησης στον χώρο εργασίας, κάθε ανεπιθύμητης συμπεριφοράς και άλλων συναφών συμπεριφορών∙

(γ) την περιγραφή των συμπεριφορών που συνιστούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση των τιμωρητέων πράξεων∙

(δ) την πρόβλεψη δυνατότητας υποβολής παραπόνων και καταγγελιών και τα όργανα ή/και τις αρχές στις οποίες δύνανται να υποβληθούν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

(ε) τις σχετικές υποχρεώσεις των εργοδοτών και εργαζομένων∙

(στ) τα μέτρα και τη διαδικασία αντιμετώπισης συμπεριφορών που συνιστούν τιμωρητέες πράξεις δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙ και

(ζ) οτιδήποτε άλλο κρίνεται αναγκαίο προκειμένου ο κώδικας να είναι αποτελεσματικός και να εκπληροί το σκοπό για τον οποίο εκπονήθηκε:

Νοείται ότι, ο κώδικας δεν απαλλάσσει τον εργοδότη από την ευθύνη του για ενημέρωση των εργαζομένων του που πηγάζει από τον παρόντα Νόμο.

(9) Ο εργοδότης ορίζει ένα (1) ή/και περισσότερους εργαζόμενούς του οι οποίοι τυγχάνουν εκπαίδευσης και οι οποίοι είναι αρμόδιοι για-

(α) την τήρηση του κώδικα συμπεριφοράς και/ή τη ρύθμιση οποιωνδήποτε άλλων θεμάτων προκύπτουν από την εφαρμογή αυτού∙ και

(β) την παραλαβή και τη διερεύνηση παραπόνων από εργαζόμενους για πράξεις που δύναται να συνιστούν βία ή παρενόχληση στο χώρο εργασίας.

(10) Ο εργοδότης προωθεί κουλτούρα ενάντια στη βία και την παρενόχληση στον χώρο εργασίας κατά τρόπο οργανωμένο, συστηματικό και σε συνεργασία και διαβούλευση με τους εργαζόμενους του και/ή οργανώσεις που τους εκπροσωπούν και ειδικότερα-

(α) λαμβάνει μέτρα για την πρόληψη, τον έλεγχο, τον περιορισμό και την αντιμετώπιση της βίας και παρενόχλησης στο χώρο εργασίας, και για την παρακολούθηση τέτοιων περιστατικών ή μορφών συμπεριφοράς·

(β) προβαίνει σε ενέργειες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης των εργαζομένων του, παρέχοντας τους πληροφόρηση και εκπαίδευση για τον κώδικα, για τους κινδύνους της βίας και της παρενόχλησης στο χώρο εργασίας και για τα συνδεδεμένα μέτρα πρόληψης και προστασίας, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων και ευθυνών των εργαζομένων και άλλων ενδιαφερόμενων προσώπων σχετικά με την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) πολιτική·

(γ) ενημερώνει τους εργαζομένους του για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, των εργαζομένων, του ίδιου του εργοδότη και των προσώπων που ασκούν το διευθυντικό δικαίωμα ή εκπροσωπούν τον εργοδότη, στο μέτρο και στον βαθμό της δικής τους ευθύνης, σε περίπτωση εκδήλωσης ή αναφοράς ή καταγγελίας τέτοιων περιστατικών, και τους ενημερώνει για τις σχετικές διαδικασίες που ακολουθούνται·

(δ) στο πλαίσιο της ετοιμασίας γραπτής εκτίμησης κινδύνου σύμφωνα με τον περί Ασφάλειας και Υγείας Νόμο και των εκδιδομένων δυνάμει αυτού Κανονισμών, λαμβάνει υπόψη και τους κινδύνους της βίας και της παρενόχλησης·

(ε) αναγνωρίζει τις επιπτώσεις της ενδοοικογενειακής βίας στον εργαζόμενο και, στον βαθμό που είναι λογικά εφικτό, μετριάζει τις επιπτώσεις της στο χώρο εργασίας μέσω ρυθμίσεων που σχετίζονται με την προστασία του εργαζόμενου θύματος ενδοοικογενειακής βίας και ειδικότερα μέσω ρυθμίσεων σχετικών με την παραχώρηση άδειας στον εργαζόμενο, ευέλικτες διευθετήσεις εργασίας και προσωρινή προστασία έναντι απόλυσης, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται ότι, προσωρινή προστασία έναντι απόλυσης δεν δύναται να παρέχεται για λόγους άσχετους με την ενδοοικογενειακή βία και τις επιπτώσεις της.

Βλαπτικές ή εκδικητικές ενέργειες εις βάρος εργαζομένων

7.-(1) Επιφυλασσομένων των περί αποζημιώσεως διατάξεων του άρθρου 24, είναι απολύτως άκυρη η απόλυση, καθώς και οποιαδήποτε βλαπτική μεταβολή των συνθηκών απασχολήσεως εργαζομένου που προέβη σε καταγγελία ή διαμαρτυρία για αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή εργαζομένου που απέκρουσε ή κατήγγειλε βία ή παρενόχληση στον χώρο εργασίας, εκτός εάν ο εργοδότης αποδείξει ότι η απόλυση ή η βλαπτική μεταβολή οφείλεται σε λόγο άσχετο προς την καταγγελία ή τη διαμαρτυρία ή την απόκρουση της βίας ή παρενόχλησης.

(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) τυγχάνουν εφαρμογής αναφορικά με καταγγελία ή παράπονο σε οποιονδήποτε χώρο εργασίας, ανεξαρτήτως του φυσικού ή νομικού προσώπου ή οργανισμού ή αρχής ή οργάνωσης, επαγγελματικής ή μη, εθνικής ή διεθνούς στην οποία απευθυνόταν η καταγγελία ή το παράπονο και ανεξαρτήτως του τρόπου και μέσου με το οποίο έχει υποβληθεί, περιλαμβανομένης της προσφυγής ενώπιον δικαστηρίου.

(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν κατ’ αναλογία κάθε προσώπου το οποίο συνέδραμε τον εργαζόμενο, όσον αφορά την άσκηση ή την υποστήριξη της καταγγελίας ή διαμαρτυρίας, με οποιοδήποτε τρόπο, περιλαμβανομένης και της δικαστικής ή εξώδικης μαρτυρίας.

Προστασία δεδομένων

8. Η αρμόδια αρχή και ο εργοδότης είναι υπεύθυνοι για τη διασφάλιση της προστασίας των δεδομένων που συλλέγονται και τυγχάνουν επεξεργασίας κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων και τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο.