Προοίμιο

Ασκώντας τις εξουσίες που παρέχονται από το Άρθρο 163 του Συντάγματος, το άρθρο 17 των περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμων του 1964 έως 1991 και για σκοπούς εφαρμογής της πράξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθμός 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 11ης Ιουλίου 2007, το Ανώτατο Δικαστήριο εκδίδει τον ακόλουθο Διαδικαστικό Κανονισμό.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Αντικείμενο

1.-(α) Ο παρών Διαδικαστικός Κανονισμός θα αναφέρεται ως ο περί Ευρωπαϊκής Διαδικασίας Επίλυσης Μικροδιαφορών Διαδικαστικός Κανονισμός του 2008.

(β) Ο παρών Κανονισμός καθιερώνει διαδικασία επίλυσης μικροδιαφορών (στο εξής «διαδικασία μικροδιαφορών»). Τη διαδικασία αυτή μπορούν να χρησιμοποιούν οι διάδικοι εναλλακτικά αντί των διαδικασιών που ισχύουν βάσει του υφιστάμενου δικαίου.

Ο παρών Κανονισμός καταργεί επίσης τις ενδιάμεσες διαδικασίες που απαιτούνται για την αναγνώριση και εκτέλεση σε κράτος μέλος μιας απόφασης που έχει εκδοθεί σε άλλο κράτος μέλος με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών.

Πεδίο Εφαρμογής

2.- 1. Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε αστικές και εμπορικές διαφορές διασυνοριακού χαρακτήρος, ανεξάρτητα από το είδος του δικαστηρίου, εφόσον η αξία της απαιτήσεως δεν υπερβαίνει τα 2.000 EUR κατά το χρόνο κατάθεσης της αγωγής στο δικαστήριο που έχει διεθνή δικαιοδοσία, εξαιρουμένων κάθε είδους τόκων, δαπανών και εξόδων. Δεν επεκτείνεται, ιδίως σε φορολογικές, τελωνειακές ή διοικητικές υποθέσεις ή στην αστική ευθύνη του κράτους για πράξεις και παραλείψεις κατά την άσκηση της κρατικής εξουσίας (“acta iure imperii”).

2. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται σε υποθέσεις που αφορούν:

α) το καθεστώς ή την ικανότητα δικαίου φυσικών προσώπων.

β) τις περιουσιακές διαφορές από γαμικές σχέσεις, υποχρεώσεις διατροφής, διαθήκες και κληρονομική διαδοχή.

γ) πτωχεύσεις, διαδικασίες λύσης και εκκαθάρισης αφερέγγυων επιχειρήσεων ή άλλων νομικών προσώπων, δικαστικούς ή πτωχευτικούς συμβιβασμούς και ανάλογες διαδικασίες.

δ) θέματα κοινωνικής ασφάλισης.

ε) διαιτησίες.

στ) το εργατικό δίκαιο.

ζ) μισθώσεις ακινήτων, εκτός των αγωγών για χρηματικές αξιώσεις,

ή

η) παραβιάσεις του ιδιωτικού βίου και των δικαιωμάτων επί της προσωπικότητας, μεταξύ των οποίων η δυσφήμηση.

3. Στον παρόντα κανονισμό, με τον όρο «κράτος μέλος» νοούνται τα κράτη μέλη πλην της Δανίας.

Διασυνοριακές Υποθέσεις

3.- 1. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, μια υπόθεση είναι διασυνοριακή όταν ένας τουλάχιστον από τους διαδίκους έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος του δικάζοντος δικαστηρίου.

2. Η κατοικία προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001.

3. Κρίσιμος χρόνος για τον προσδιορισμό του κατά πόσον πρόκειται για διασυνοριακή υπόθεση είναι η ημερομηνία κατάθεσης του εντύπου της αγωγής στο δικαστήριο που έχει διεθνή δικαιοδοσία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΙΚΡΟΔΙΑΦΟΡΩΝ
Κίνηση της Διαδικασίας

4.- 1. Ο ενάγων κινεί τη διαδικασία μικροδιαφορών με τη συμπλήρωση του τυποποιημένου εντύπου αγωγής Α που περιλαμβάνεται στο παράρτημα I, και με την απευθείας κατάθεσή του στο δικαστήριο είτε ταχυδρομικώς είτε με οποιοδήποτε άλλο μέσο επικοινωνίας, όπως τηλεομοιοτυπία ή ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Το έντυπο της αγωγής περιλαμβάνει περιγραφή των αποδεικτικών στοιχείων που στηρίζουν την αξίωση και συνοδεύεται, κατά περίπτωση, από τα σχετικά δικαιολογητικά.

Για την καταχώριση του εντύπου της αγωγής δεν καταβάλλεται οποιοδήποτε τέλος.

2. Όταν η προβαλλόμενη αξίωση δεν υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, το δικαστήριο ενημερώνει σχετικώς τον ενάγοντα. Εάν ο ενάγων δεν αποσύρει την αγωγή, το δικαστήριο την εκδικάζει.

3. Όταν το δικαστήριο θεωρεί ότι οι πληροφορίες που παρέχει ο ενάγων είναι ανεπαρκείς ή ασαφείς ή ότι το έντυπο δεν έχει συμπληρωθεί σωστά, και εφόσον η αγωγή δεν φαίνεται προδήλως αβάσιμη ή απαράδεκτη, καλεί τον ενάγοντα να συμπληρώσει ή να διορθώσει το έντυπο ή να υποβάλει συμπληρωματικές πληροφορίες ή έγγραφα, ή να αποσύρει την αγωγή εντός ορισμένης χρονικής προθεσμίας, την οποία ορίζει. Το δικαστήριο χρησιμοποιεί προς τούτο το τυποποιημένο έντυπο Β που περιλαμβάνεται στο παράρτημα II.

Εάν η αγωγή φαίνεται προδήλως αβάσιμη ή απαράδεκτη, ή ο ενάγων δεν φροντίσει να συμπληρώσει ή να διορθώσει το έντυπο της αγωγής εντός της τεθείσης προθεσμίας, η αγωγή απορρίπτεται.

4. Το έντυπο της αγωγής διατίθεται σε όλα τα δικαστήρια ενώπιον των οποίων μπορεί να κινηθεί η διαδικασία μικροδιαφορών.

Περαιτέρω Διαδικασία

5.- 1. Η διαδικασία μικροδιαφορών είναι γραπτή. Το δικαστήριο διεξάγει προφορική διαδικασία εφόσον το κρίνει αναγκαίο ή εφόσον ζητηθεί από διάδικο. Το δικαστήριο δύναται να απορρίψει το αίτημα αυτό, εφόσον θεωρεί ότι, ενόψει των περιστάσεων της υπόθεσης, η προφορική διαδικασία είναι προδήλως περιττή για την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας. Η απόρριψη αιτιολογείται γραπτώς και δεν υπόκειται σε χωριστή αμφισβήτηση.

2. Μετά την παραλαβή του καταλλήλως συμπληρωμένου εντύπου της αγωγής, το δικαστήριο συμπληρώνει το μέρος I του τυποποιημένου εντύπου απάντησης Γ που περιέχεται στο παράρτημα III.

Αντίγραφο του εντύπου της αγωγής και των τυχόν δικαιολογητικών καθώς και το συμπληρωμένο έντυπο απάντησης επιδίδονται στον εναγόμενο σύμφωνα με τον Κανονισμό 13. Τα έγγραφα αυτά αποστέλλονται εντός δεκατεσσάρων ημερών από την παραλαβή του καταλλήλως συμπληρωμένου εντύπου της αγωγής.

3. Εντός 30 ημερών από την επίδοση των εντύπων αγωγής και απάντησης ο εναγόμενος απαντά συμπληρώνοντας το μέρος II του τυποποιημένου εντύπου απαντήσεων Γ, που συνοδεύεται κατά περίπτωση, από τα τυχόν σχετικά δικαιολογητικά, τα οποία καταθέτει στο δικαστήριο, ή με οποιονδήποτε άλλο πρόσφορο τρόπο χωρίς να χρησιμοποιήσει το έντυπο απάντησης.

4. Εντός δεκατεσσάρων ημερών από την κατάθεση της απάντησης του εναγομένου, αποστέλλεται από το δικαστήριο στον ενάγοντα αντίγραφο της απάντησης, μαζί με τα τυχόν σχετικά δικαιολογητικά.

5. Εάν στην απάντηση του ο εναγόμενος ισχυρισθεί ότι το ύψος μη χρηματικής απαίτησης υπερβαίνει το όριο του Κανονισμού 2 παράγραφος 1, το δικαστήριο αποφασίζει εντός 30 ημερών από την αποστολή της απάντησης στον ενάγοντα κατά πόσον η απαίτηση εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Η απόφαση αυτή δεν υπόκειται σε χωριστή αμφισβήτηση. Στον υπολογισμό της αξίας της απαίτησης δεν συνυπολογίζεται ο τόκος, οι δαπάνες και τα έξοδα, τα οποία όμως μπορούν να επιδικαστούν από το δικαστήριο στην απόφαση του.

6. Η τυχόν ανταγωγή, η οποία απαιτεί, την υποβολή του τυποποιημένου εντύπου Α, καθώς και τα σχετικά δικαιολογητικά, επιδίδονται στον ενάγοντα σύμφωνα με τον Κανονισμό 13. Τα έγγραφα αυτά αποστέλλονται εντός δεκατεσσάρων ημερών από την κατάθεσή τους.

Ο ενάγων έχει προθεσμία 30 ημερών από την επίδοση προκειμένου να απαντήσει σε τυχόν ανταγωγή.

7. Εάν η ανταγωγή υπερβαίνει το όριο που θέτει ο Κανονισμός 2 παράγραφος 1, δεν εφαρμόζεται η διαδικασία μικροδιαφορών στην αγωγή και την ανταγωγή, οι οποίες εκδικάζονται σύμφωνα με το οικείο δικονομικό δίκαιο του κράτους μέλους της διαδικασίας.

Οι Κανονισμοί 2 και 4, καθώς και οι παράγραφοι 3,4 και 5 του παρόντος Κανονισμού, εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις ανταγωγές.

Γλώσσες

6.- 1. Το έντυπο της αγωγής, η απάντηση, η τυχόν ανταγωγή, η τυχόν απάντηση στην ανταγωγή και η τυχόν περιγραφή των σχετικών δικαιολογητικών υποβάλλονται στη γλώσσα του δικαστηρίου.

2. Εάν οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που λαμβάνει το δικαστήριο έχει συνταχθεί σε άλλη γλώσσα εκτός από εκείνη της διαδικασίας, το δικαστήριο μπορεί να ζητήσει μετάφραση του εγγράφου μόνο εάν αυτή κρίνεται αναγκαία για την έκδοση της απόφασής του.

3. Εάν ένας από τους διαδίκους αρνηθεί να παραλάβει έγγραφο επειδή δεν έχει συνταχθεί σε μία από τις ακόλουθες γλώσσες:

(α) την επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο απευθύνεται ή σε μια από τις επίσημες γλώσσες του τόπου όπου θα επιδοθεί ή όπου θα αποσταλεί το έγγραφο, ή

(β) γλώσσα την οποία ο παραλήπτης κατανοεί,

το δικαστήριο ενημερώνει τον άλλο διάδικο ότι οφείλει να προσκομίσει μετάφραση του σχετικού εγγράφου.

Τελικά Στάδια της Διαδικασίας

7.- 1. Το δικαστήριο εκδίδει απόφαση εντός 30 ημερών από την κατάθεση των απαντήσεων του εναγομένου ή του ενάγοντος, εντός των προθεσμιών που ορίζει ο Κανονισμός 5 παράγραφοι 3 ή 6, ή

α) ζητεί από τους διαδίκους περαιτέρω στοιχεία σχετικά με την απαίτηση εντός ορισμένης προθεσμίας, η οποία δεν υπερβαίνει τις 30 ημέρες

β) συγκεντρώνει αποδεικτικά στοιχεία σύμφωνα με τον Κανονισμό 9, ή

γ) καλεί τους διαδίκους σε προφορική ακρόαση, η οποία διεξάγεται εντός 30 ημερών από την κλήτευση.

2. Η απόφαση του δικαστηρίου εκδίδεται εντός 30 ημερών από την τυχόν ακρόαση, ή από την παραλαβή όλων των απαιτούμενων για την έκδοση της απόφασης στοιχείων. Η απόφαση επιδίδεται στους διαδίκους σύμφωνα με τον Κανονισμό 13.

3. Αν το δικαστήριο δεν έχει λάβει απάντηση από τον συγκεκριμένο διάδικο εντός της προθεσμίας που προβλέπει ο Κανονισμός 5 παράγραφος 3 ή 6 εκδίδει απόφαση επί της αγωγής ή της ανταγωγής.

Ακρόαση

8. Το δικαστήριο μπορεί να διεξαγάγει την προφορική ακρόαση με εικονοδιάσκεψη ή άλλη επικοινωνιακή τεχνολογία εφόσον υπάρχουν τα κατάλληλα τεχνικά μέσα.

Συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων

9.- 1. Το δικαστήριο προσδιορίζει τα μέσα συγκέντρωσης αποδεικτικών στοιχείων και την έκταση των αποδεικτικών στοιχείων που απαιτούνται για την απόφασή του δυνάμει των κανόνων που εφαρμόζονται ως προς το παραδεκτό των αποδεικτικών στοιχείων. Το δικαστήριο μπορεί να δεχθεί τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων με γραπτές καταθέσεις μαρτύρων, πραγματογνωμόνων ή διαδίκων. Μπορεί επίσης να δεχθεί τη συγκέντρωση αποδεικτικών στοιχείων με εικονοδιάσκεψη ή άλλη επικοινωνιακή τεχνολογία και εφόσον υπάρχουν τα κατάλληλα τεχνικά μέσα.

2. Το δικαστήριο μπορεί να προβεί στην εξέταση μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων μόνον εάν είναι αναγκαία για τη διαμόρφωση της δικανικής του κρίσης. Κατά τη σχετική απόφαση, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη του το κόστος.

3. Το δικαστήριο χρησιμοποιεί την απλούστερη και λιγότερο δαπανηρή μέθοδο συγκέντρωσης αποδείξεων.

Εκπροσώπηση των διαδίκων

10. Η εκπροσώπηση των διαδίκων από δικηγόρο ή άλλον επαγγελματία νομικό δεν είναι υποχρεωτική.

Αρωγή προς τους διαδίκους

11. Το Δικαστήριο εξασφαλίζει στους διαδίκους πρακτική αρωγή για τη συμπλήρωση των εντύπων.

Καθήκοντα του Δικαστηρίου

12.- 1. Το δικαστήριο δεν απαιτεί από τους διαδίκους να προβούν σε νομικό χαρακτηρισμό της απαίτησης.

2. Eάν είναι αναγκαίο, το δικαστήριο ενημερώνει τους διαδίκους σχετικά με δικονομικά θέματα.

3. Το δικαστήριο, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, επιδιώκει την επίτευξη συμβιβασμού μεταξύ των διαδίκων.

Επίδοση Εγγράφων

13.- 1. Η επίδοση των εγγράφων πρέπει να γίνεται ταχυδρομικώς και να αποδεικνύεται με απόδειξη κατάθεσης όπου θα αναγράφεται η ημερομηνία της κατάθεσης.

2. Εάν η επίδοση σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι αδύνατη, μπορεί να γίνει επίδοση με οποιονδήποτε από τους τρόπους που ορίζουν τα άρθρα 13 ή 14 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 805/2004.

Προθεσμίες

14.- 1. Όταν το δικαστήριο, τάσσει προθεσμία, ο ενδιαφερόμενος διάδικος ενημερώνεται για τις συνέπειες της μη τήρησης της προθεσμίας αυτής.

2. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το δικαστήριο μπορεί να παρατείνει τις προθεσμίες που προβλέπονται από τον Κανονισμό 4 παράγραφος 3, τον Κανονισμό 5 παράγραφοι 3 και 6 και τον Κανονισμό 7 παράγραφος 1, εφόσον απαιτείται προκειμένου να διασφαλισθούν τα δικαιώματα των διαδίκων.

3. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εάν το δικαστήριο δεν μπορεί να τηρήσει τις προθεσμίες που προβλέπει ο Κανονισμός 5 παράγραφοι 2 έως 6 και ο Κανονισμός 7, λαμβάνει τα απαιτούμενα δυνάμει των διατάξεων αυτών μέτρα το ταχύτερο δυνατόν.

Εκτελεστότητα της απόφασης

15.- 1. Η απόφαση είναι εκτελεστή παρά τη δυνατότητα άσκησης ενδίκου μέσου. Δεν απαιτείται όρος εγγυοδοσίας.

2. Ο Κανονισμός 23 εφαρμόζεται επίσης όταν η απόφαση πρόκειται να εκτελεσθεί στο κράτος μέλος στο οποίο εκδόθηκε.

Έξοδα

16. Ο αποτυχών διάδικος φέρει τα έξοδα της δίκης. Ωστόσο το δικαστήριο δεν επιδικάζει δικαστικά έξοδα υπέρ του επιτυχόντος διαδίκου στο βαθμό που η πραγματοποίησή τους ήταν περιττή ή που είναι δυσανάλογα προς το ύψος της αγωγής.

Ένδικα Μέσα

17.- 1. Κατά των αποφάσεων που εκδίδονται, δύναται να ασκηθεί έφεση εντός προθεσμίας 14 ημερών.

2. Ο Κανονισμός 16 ισχύει για τα ένδικα μέσα.

Στοιχειώδεις Κανόνες για την επανεξέταση της Απόφασης

18.- 1. Ο εναγόμενος μπορεί να ζητήσει επανεξέταση της απόφασης που εκδόθηκε με την διαδικασία μικροδιαφορών ενώπιον του δικαστηρίου στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) i) εάν το έντυπο της αγωγής ή η κλήση σε ακρόαση επιδόθηκαν με τρόπο που δεν αποδεικνύει ότι παρελήφθησαν προσωπικά από τον εναγόμενο, όπως προβλέπει το άρθρο 14 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 805/2004 και

ii) εάν η επίδοση, χωρίς καμία υπαιτιότητά του, δεν έγινε αρκετά έγκαιρα ώστε να του δίδεται η δυνατότητα να προετοιμάσει την άμυνά του,

ή

(β) εάν ο εναγόμενος εμποδίστηκε να απαντήσει στην αγωγή λόγω ανωτέρας βίας ή λόγω έκτακτων περιστάσεων, χωρίς καμία υπαιτιότητά του, εφόσον ενεργήσει αμελλητί.

2. Αν το δικαστήριο απορρίψει την επανεξέταση δεχόμενο ότι δεν συντρέχει κανένας από τους λόγους που σημειώνονται στην παράγραφο 1, η απόφαση εξακολουθεί να ισχύει.

Αν το δικαστήριο αποφασίσει ότι η επανεξέταση δικαιολογείται για κάποιον από τους λόγους που σημειώνονται στην παράγραφο 1, η απόφαση που εκδόθηκε με την διαδικασία μικροδιαφορών θεωρείται άκυρη και μηδέποτε γενομένη.

Εφαρμοστέο Δικονομικό Δίκαιο

19. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, η διαδικασία μικροδιαφορών διέπεται από την ισχύουσα πολιτική δικονομία.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΣΕ ΑΛΛΟ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ
Αναγνώριση και Εκτέλεση

20.- 1. Η απόφαση που εκδίδεται με την διαδικασία μικροδιαφορών αναγνωρίζεται και εκτελείται σε άλλο κράτος μέλος χωρίς κήρυξη της εκτέλεσης και χωρίς καμία δυνατότητα προσβολής της αναγνώρισης της εν λόγω απόφασης.

2. Κατόπιν αιτήσεως διαδίκου, το δικαστήριο εκδίδει χωρίς πρόσθετη επιβάρυνση τη βεβαίωση, που αφορά απόφαση εκδοθείσα με την διαδικασία μικροδιαφορών χρησιμοποιώντας το τυποποιημένο έντυπο Δ, ως εμφαίνεται στο παράρτημα IV.

Διαδικασία Εκτέλεσης

21.- 1. Με την επιφύλαξη του παρόντος κεφαλαίου, οι διαδικασίες εκτέλεσης διέπονται από το ισχύον δίκαιο και την δικονομία. Η απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών εκτελείται από τους ίδιους όρους με απόφαση εκδοθείσα στο κράτος μέλος εκτέλεσης.

2. Ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση της απόφασης προσκομίζει:

α) αντίγραφο της απόφασης που πληροί τους αναγκαίους όρους για να διαπιστωθεί η γνησιότητά της, και

β) αντίγραφο της βεβαίωσης κατά τον Κανονισμό 20, Παράγραφος 2, και εφόσον είναι αναγκαία, η μετάφραση του στην ελληνική ή στην αγγλική.

3. Ο διάδικος που επιδιώκει την εκτέλεση μιας απόφασης που εξεδόθη με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών σε άλλο κράτος μέλος δεν απαιτείται να έχει:

(α) εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο, ή

(β) ταχυδρομική διεύθυνση

στο κράτος μέλος εκτέλεσης, πέραν των αρμόδιων για τη διαδικασία εκτέλεσης υπαλλήλων.

4. Δεν απαιτείται ασφάλεια, εγγύηση ή κατάθεση χρηματικού ποσού, όπως και αν ορίζεται, από διάδικο ο οποίος ζητεί σε ένα κράτος μέλος την εκτέλεση απόφασης η οποία έχει εκδοθεί με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών σε άλλο κράτος μέλος, με την αιτιολογία ότι είναι αλλοδαπός ή ότι δεν έχει την κατοικία ή τη διαμονή του στο κράτος μέλος εκτέλεσης.

Απόρριψη της Εκτέλεσης

22.- 1. Κατόπιν αιτήσεως του καθ'ου, το δικαστήριο απορρίπτει την εκτέλεση εάν η απόφαση που εκδόθηκε με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών αντιφάσκει προς προγενέστερη απόφαση εκδοθείσα σε κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα, εφόσον:

α) η προγενέστερη απόφαση είχε το αυτό αντικείμενο και εκδόθηκε μεταξύ των ιδίων διαδίκων,

β) η προγενέστερη απόφαση εκδόθηκε στο κράτος μέλος εκτέλεσης ή πληροί τους αναγκαίους όρους για την αναγνώρισή της στο κράτος μέλος εκτέλεσης, και

γ) η αντίφαση δεν προβλήθηκε, ούτε θα μπορούσε να είχε προβληθεί, με ένσταση κατά τη διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου του κράτους μέλους στο οποίο εξεδόθη με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών.

2. Ουδέποτε απόφαση που εξεδόθη με την ευρωπαϊκή διαδικασία μικροδιαφορών επανεξετάζεται επί της ουσίας στο κράτος μέλος εκτέλεσης.

Αναστολή ή Περιορισμός της Εκτέλεσης

23. Εάν ο διάδικος έχει προσβάλει απόφαση που εκδόθηκε με την παρούσα διαδικασία μικροδιαφορών, ή έχει ακόμη τη δυνατότητα να την προσβάλει ή έχει καταθέσει αίτηση επανεξέτασης κατά τον Κανονισμό 18, το δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αιτήσεως του καθ'ου η εκτέλεση:

α) να περιορίσει τη διαδικασία εκτέλεσης σε συντηρητικά μέτρα,

β) να εξαρτήσει την εκτέλεση από την παροχή της εγγύησης που το ίδιο καθορίζει, ή

γ) σε έκτακτες περιστάσεις, να αναστείλει τη διαδικασία εκτέλεσης.

Ορισμοί

24.  «ανταγωγή» είναι η αξίωση που απορρέει από την ίδια σύμβαση ή τα ίδια πραγματικά περιστατικά στα οποία   στηρίζεται η κύρια αγωγή κατά την έννοια του Κανονισμού 6, παράγραφος 3 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμός 44/2001.

«Διασυνοριακή υπόθεση» είναι η υπόθεση όταν ένας τουλάχιστον από τους διάδικους έχει την κατοικία ή τη συνήθη διαμονή του σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος του δικάζοντος δικαστηρίου.

«Δικαστήριο» σημαίνει Επαρχιακό ή Δικαστήριο Ειδικής Δικαιοδοσίας αναλόγως της δικαιοδοσίας και όπου στο παρόντα κανονισμό, πράξη ή ενέργεια αναφέρεται στο Δικαστήριο αυτή η πράξη ή ενέργεια δύναται να γίνει από το Πρωτοκολλητείο του Δικαστηρίου.

«Δικαστής» σημαίνει Δικαστή Επαρχιακού Δικαστηρίου ή Δικαστή Ειδικής Δικαιοδοσίας.

«κατοικία» προσδιορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 59 και 60 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμός 44/2001.

«κράτος μέλος» νοούνται όλα τα κράτη μέλη της EE πλην της Δανίας.

 

Όροι, οι οποίοι δεν ορίζονται, έχουν τη σημασία η οποία της αποδίδεται από το Κανονισμό (ΕΚ) αριθμός 861/2007 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, το Σύνταγμα, τον περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν33/64) και τον περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν14/60).

Ο παρών διαδικαστικός κανονισμός θα ισχύει από την 1η Ιανουαρίου 2009.

Εκδόθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στις 22 Μαΐου 2008.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

Για να δείτε το Παράρτημα πατήστε εδώ.