41.-(1) Η Τράπεζα δύναται να διενεργή μετά τραπεζών και ετέρων εξουσιοδοτημένων οικονομικών ιδρυμάτων συναλλαγάς επαγομένας την αναπροεξόφλησιν, προεξόφλησιν ή αγοράν συναλλαγματικών, γραμματίων εις διαταγήν, και ετέρων πιστωτικών τίτλων οίτινες φέρουσι την υπογραφήν δύο τουλάχιστον προσώπων καλής οικονομικής καταστάσεως, εν των οποίων δέον να είναι τράπεζα ή εξουσιοδοτημένον οικονομικόν ίδρυμα, και καθορίζουσιν ημερομηνίαν λήξεως ουχί πέραν των εκατόν ογδοήκοντα ημερών από της αναπροεξοφλήσεως, προεξοφλήσεως, ή αγοράς αυτών υπό της Τραπέζης, προκύπτουσι δε εκ συναλλαγών προερχομένων εκ-
(α) της εισαγωγής, εξαγωγής, αγοράς, και πωλήσεως αγαθών και υπηρεσιών ή της μεταφοράς αγαθών˙
(β) της αποθηκεύσεως εμπορευσίμων αγαθών και προϊόντων, άτινα είναι προσηκόντως ησφαλισμένα και κατατεθειμένα υπό συνθήκας διασφαλιζούσας την συντήρησιν αυτών εις εγκεκριμένας αποθήκας, ή εις ετέρους χώρους οίτινες ήθελον τύχει της εγκρίσεως της Τραπέζης˙
(γ) βιομηχανικής παραγωγής.
(2) Εν περιπτώσει συναλλαγών προερχομένων εκ γεωργικής παραγωγής η Τράπεζα δύναται, εάν εύρη ότι τούτο είναι προς το συμφέρον της εθνικής οικονομίας, να αναπροεξοφλήση ή προεξοφλήση ή αγοράση τους εν εδαφίω (1) αναφερομένους τίτλους με προθεσμίαν λήξεως ουχί πέραν των διακοσίων εβδομήκοντα ημερών από της ημερομηνίας της αναπροεξοφλήσεως, προεξοφλήσεως ή αγοράς αυτών υπό της Τραπέζης. Η Τράπεζα δύναται να απαιτήση όπως επί μέρους έγγραφα, ή έγγραφα εφ’ ων η Τράπεζα έχει δικαίωμα κατοχής ή κυριότητος ως αποτέλεσμα συναλλαγής τινος δυνάμει του παρόντος εδαφίου, εξασφαλισθώσι δι’ ενεχυριάσεως, επιβαρύνσεως ή εκχωρήσεως των παραγομένων προϊόντων ή εσοδείας.