40.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, χορηγείται επίδομα ορφανίας δι’ ανήλικον του οποίου αμφότεροι οι γονείς απεβίωσαν και ο εις τουλάχιστον τούτων ήτο ησφαλισμένος.
(2) Επίδομα ορφανίας χορηγείται και δι’ ανήλικον του οποίου ο εις μόνον γονεύς απεβίωσεν εφ’ όσον ο αποβιώσας ήτο ησφαλισμένος και ο ανήλικος συνετηρείτο εξ ολοκλήρου ή κατά κύριον λόγον υπ’ αυτού κατά τον χρόνον του θανάτου, ο δε επιζών γονεύς δεν συνέζη μετά του αποβιώσαντος γονέως.
(3) Όταν ο θάνατος ησφαλισμένου προσώπου, το οποίον κατά την ημερομηνίαν του θανάτου αυτού επλήρου τας προϋποθέσεις εισφοράς διά σύνταξιν χηρείας, δεν παρέχει δικαίωμα εις σύνταξιν χηρείας δυνάμει του άρθρου 39 ή εις επίδομα ορφανίας δυνάμει του εδαφίου (1) ή του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, χορηγείται επίδομα ορφανίας δι’ έκαστον ανήλικον τέκνον του αποβιώσαντος προσώπου αναφορικώς προς το οποίον θα ήτο καταβλητέα αύξησις συντάξεως χηρείας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 59.
(4) Το εν τω εδαφίω (3) αναφερόμενον επίδομα ορφανίας χορηγείται και εις περίπτωσιν καθ’ ην η σύνταξις χηρείας η καταβλητέα αναφορικώς προς τον θάνατον του γονέως ετερματίσθη ή τερματίζεται δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 39.
(5) Παν πρόσωπον αναφορικώς προς το οποίον καταβάλλεται επίδομα ορφανίας δυνάμει του εδαφίου (1) ή του εδαφίου (2), παύον να είναι ανήλικον άλλως ή λόγω θανάτου, προ της υπ’ αυτού συμπληρώσεως της ηλικίας των δεκαεπτά ετών, δικαιούται εις εφ’ άπαξ ποσόν ίσον προς το γινόμενον του εβδομαδιαίου ύψους του επιδόματος ορφανίας επί τον αριθμόν 52 ή τον αριθμόν των εβδομάδων διά τον οποίον θα κατεβάλλετο επίδομα ορφανίας μέχρι της υπ’ αυτού συμπληρώσεως της ηλικίας των δεκαεπτά ετών, εάν ο τελευταίος αριθμός είναι μικρότερος του αριθμού 52.
(6) Το κατά το παρόν άρθρον επίδομα ορφανίας αναφορικώς προς ανήλικον μη συμπληρώσαντα το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας του ή ανήλικον ο οποίος είναι δι’ οιονδήποτε λόγον ανίκανος να ενεργήση, καταβάλλεται εις το πρόσωπον το έχον την επιμέλειαν του ανηλίκου, εις οιανδήποτε δε ετέραν περίπτωσιν καταβάλλεται εις τον ανήλικον.
(7) Εις περίπτωσιν κτήσεως ή ανακτήσεως δικαιώματος εις επίδομα ορφανίας δυνάμει του παρόντος άρθρου, παν ποσόν καταβληθέν εν σχέσει προς τον ανήλικον δυνάμει του εδαφίου (6) του άρθρου 39 ή καταβληθέν λόγω του ότι ούτος έπαυσε να είναι ανήλικος, λογίζεται ως καταβληθέν δυνάμει των εδαφίων 1 έως 4 του παρόντος άρθρου, αναλόγως της περιπτώσεως, καθ’ ην έκτασιν η αντίστοιχος περίοδος συμπίπτει μετά της περιόδου καταβολής επιδόματος μετά την εν λόγω κτήσιν ή ανάκτησιν.