13.-(1) Πας, όστις δικαιούται εις σύνταξιν δυνάμει του παρόντος Νόμου και ήσκησε περισσότερα του ενός αξιώματα εκ των προβλεπομένων υπό του παρόντος Νόμου, συνεπλήρωσε δε εις όλας τας περιπτώσεις την διά το αξίωμα προβλεπομένην συντάξιμον υπηρεσίαν, δικαιούται να λάβη σύνταξιν υπολογιζομένην ως ακολούθως:
(α) Υπολογίζονται αι δυνάμει του παρόντος Νόμου χορηγούμεναι συντάξεις αναφορικώς προς έκαστον αξίωμα επί τη βάσει της συνταξίμου υπηρεσίας και των τελευταίων απολαβών από της αποχωρήσεως του συνταξιοδοτουμένου εξ εκάστου αξιώματος~
(β) εάν το σύνολον των ούτω πως υπολογιζομένων συντάξεων δεν υπερβαίνη τα δύο τρίτα των υψηλοτέρων απολαβών δι’ οιονδήποτε των ως άνω αξιωμάτων, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβη σύνταξιν ίσην προς το σύνολον των τοιούτων συντάξεων~
(γ) εάν το σύνολον των ούτω πως υπολογιζομένων συντάξεων υπερβαίνη τα δύο τρίτα των υψηλοτέρων απολαβών δι’ οιονδήποτε των ως άνω αξιωμάτων, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβη σύνταξιν ίσην προς τα δύο τρίτα των υψηλοτέρων απολαβών δι’ οιονδήποτε των ως άνω αξιωμάτων.
(2) Πας όστις, ων δημόσιος υπάλληλος, αφυπηρέτησε προς ανάληψιν δημοσίου λειτουργήματος ασυμβιβάστου προς το αξίωμα ή την θέσιν ην κατείχεν εν τη δημοσία υπηρεσία και τω εχορηγήθη επιπρόσθετος σύνταξις υπό του Υπουργικού Συμβουλίου συμφώνως προς τας διατάξεις της οικείας περί συνταξιοδοτήσεως αυτού νομοθεσίας, και οσάκις ούτος συνεπλήρωσε την δυνάμει του παρόντος Νόμου απαιτουμένην συντάξιμον υπηρεσίαν, δικαιούται να λάβη σύνταξιν ως ακολούθως:-
(α) Υπολογίζεται η δυνάμει του παρόντος Νόμου χορηγουμένη σύνταξις αυτού αναφορικώς προς το λειτούργημα ή το αξίωμα του συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου~
(β) η ούτω πως υπολογιζομένη σύνταξις προστίθεται ομού μετά των εν τω εδαφίω (2) αναφερομένων συντάξεων~
(γ) εάν το σύνολον των προστιθεμένων ως ύπερθεν συντάξεων δεν υπερβαίνει τα δύο τρίτα των υψηλοτέρων απολαβών διά το λειτούργημα ή το αξίωμα του ή την θέσιν ην κατείχεν εν τη δημοσία υπηρεσία προ της αποχωρήσεως του ή της αφυπηρετήσεως του, αναλόγως της περιπτώσεως, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβη το σύνολον των τοιούτων συντάξεων~
(δ) Αν το σύνολο των προστιθέμενων συντάξεων υπερβαίνει τα δύο τρίτα των ψηλότερων απολαβών για το λειτούργημα ή το αξίωμα του ή τη θέση την οποία κατείχε στη δημόσια υπηρεσία πριν από την αποχώρηση ή την αφυπηρέτηση του, ανάλογα με την περίπτωση, ο συνταξιοδοτούμενος δικαιούται να λάβει το σύνολο των συντάξεων αυτών, αλλά από τους μήνες της επιπρόσθετης σύνταξης αφαιρούνται από την ημερομηνία ενάρξεως της καταβολής της συντάξεως για το δημόσιο λειτούργημα οι μήνες της υπηρεσίας στο δημόσιο λειτούργημα για τους οποίους κερδήθηκε σύνταξη πέραν των δύο τρίτων των ψηλότερων απολαβών~
(3) Πας όστις δικαιούται εις σύνταξιν δυνάμει του παρόντος Νόμου δεν δικαιούται να λάβη σύνταξιν αναφορικώς προς περίοδον συνταξίμου υπηρεσίας διά την οποίαν έλαβε φιλοδώρημα δυνάμει του άρθρου 6 των περί Υπουργών και του Προέδρου, του Αντιπροέδρου και των Μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων (Αποζημίωσις) Νόμων του 1960 έως 1978 εκτός εάν εκλέξη ευθύς μετά την αποχώρησιν του, ή εντός τριών μηνών από της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ή εντός τοιαύτης προθεσμίας οίαν ήθελεν επιτρέψει ο Υπουργός Οικονομικών εις οιανδήποτε ειδικήν περίπτωσιν, να επιστρέψη το χορηγηθέν εις αυτόν φιλοδώρημα μετά τόκου προς 4% από της ημερομηνίας καταβολής μέχρι της ημερομηνίας επιστροφής.
(4) Δημόσιοι υπάλληλοι που αφυπηρέτησαν προς ανάληψη δημόσιου λειτουργήματος ασυμβίβαστου με το αξίωμα ή τη θέση που κατείχαν στη δημόσια υπηρεσία δικαιούνται από την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ή από την ημερομηνία ενάρξεως της καταβολής της συντάξεως για το δημόσιο λειτούργημα, αν η τελευταία είναι μεταγενέστερη, σε αναθεώρηση της ετήσιας σύνταξης που τους καταβάλλεται ή θα τους καταβάλλεται, όπως προνοείται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου.
(5) Οποιοσδήποτε δικαιούται σύνταξη δυνάμει του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου δε δικαιούται να λάβει σύνταξη αναφορικά με περίοδο συντάξιμης υπηρεσίας για την οποία έλαβε φιλοδώρημα δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 15 του παρόντος Νόμου ή οποιοδήποτε άλλο φιλοδώρημα, εκτός αν εκλέξει μέσα σε τρεις μήνες από την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του περί Συντάξεων (Ορισμένοι Αξιωματούχοι της Δημοκρατίας) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1991 ή μέσα σε άλλη προθεσμία που ήθελε επιτρέψει ο Υπουργός Οικονομικών για οποιαδήποτε ειδική περίπτωση να επιστρέψει το φιλοδώρημα που πήρε με τόκο προς 6.75% από την ημερομηνία της καταβολής μέχρι την ημερομηνία της επιστροφής.