4.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου χορηγείται εις τον Πρόεδρον και τον Αντιπρόεδρον, αντιστοίχως, της Βουλής των Αντιπροσώπων όστις έχει συμπληρώσει συντάξιμον υπηρεσίαν, ετησία σύνταξις αντιπροσωπεύουσα το εν έκτον του ποσού των ετησίων απολαβών αυτού κατά την ημερομηνίαν της αποχωρήσεως του. Το ποσόν τούτο προσαυξάνεται κατά ποσοστόν είκοσι πέντε τοις εκατόν δι’ έκαστον επί πλέον των τριάκοντα συμπεπληρωμένων μηνών έτος υπηρεσίας ή το αναλογούν ποσοστόν διά το διανυθέν μέρος του έτους εις συμπεπληρωμένους μήνας, με ανωτατον όριον τα δύο τρίτα του ποσού των ετησίων απολαβών αυτού κατά την ημερομηνίαν της αποχωρήσεως του.
Νοείται ότι διά τον υπολογισμόν της συντάξεως των εν τω παρόντι εδαφίω αναφερομένων προσώπων, τα οποία απεχώρησαν εκ του αξιώματος των προ της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του περί Συντάξεων (Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Υπουργοί και Μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1988, θα ληφθούν υπ’ όψιν αι ετήσιαι απολαβαί αι οποίαι καταβάλλονται εις τον ασκούντα το αξίωμα τούτο κατά την ημερομηνίαν ενάρξεως της ισχύος του ως προείρηται Νόμου, μη εφαρμοζομένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 11 του βασικού νόμου, εκτός εάν η δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 10 υπολογιζομένη ηλαττωμένη σύνταξις, ομού μετά των αυξήσεων των προβλεπομένων εις το εδάφιον (1) του άρθρου 11 του βασικού νόμου, είναι μεγαλυτέρα της δυνάμει της παρούσης επιφυλάξεως υπολογιζομένης ηλαττωμένης συντάξεως.
(2) Η εν τω εδαφίω (1) προβλεπομένη σύνταξις καταβάλλεται εις μηνιαίας δόσεις της πρώτης αρχομένης από της επομένης της συμπληρώσεως του εξηκοστού έτους της ηλικίας του συνταξιοδοτουμένου, εάν όμως ούτος συνεχίζη να κατέχη το αξίωμα μετά την συμπλήρωσιν του εξηκοστού έτους, η καταβολή της συντάξεως άρχεται από της επομένης της αποχωρήσεως του.
(3) Η καταβολή της εν τω εδαφίω (1) συντάξεως αναστέλλεται εις ην περίπτωσιν ο συνταξιοδοτούμενος ήθελεν αναλάβει οιονδήποτε έτερον λειτούργημα ή αξίωμα εν τη Δημοκρατία και κατά την διάρκειαν της ασκήσεως του τοιούτου λειτουργήματος ή αξιώματος.
Νοείται ότι αν ο μηνιαίος μισθός, η αντιμισθία, η χορηγία ή η αποζημίωση είναι χαμηλότερη από τη μηνιαία σύνταξη καταβάλλεται σ’ αυτόν τόσο μέρος της σύνταξης όση είναι η διαφορά της από το μισθό, την αντιμισθία, τη χορηγία ή την αποζημίωση.