7. (1) Με αγωγή του στο δικαστήριο, ο εγγυητής δύναται να ζητήσει και να εξασφαλίσει:
(α) απόφαση ή και διάταγμα μόνιμο ή και παρεμπίπτον που να απαγορεύει σε πρωτοφειλέτη να διενεργήσει συγκεκριμένη προτιθέμενη αποξένωση περιουσίας που του ανήκει, η οποία δυνατόν να συνιστά κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 6 του παρόντος Νόμου πράξη καταδολίευσης του εγγυητή μέχρις αποπληρωμής της σχετικής οφειλής,
(β) απόφαση ή και διάταγμα που να κηρύττει άκυρη τυχόν ήδη διενεργηθείσα από πρωτοφειλέτη αποξένωση περιουσίας που του ανήκει, η οποία συνιστά κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 6 πράξη καταδολίευσης του εγγυητή, νοουμένου ότι τα δικαιώματα και τα συμφέροντα οποιουδήποτε αποδέκτη της περιουσίας που ενήργησε καλόπιστα δεν επηρεάζονται.
(2) Για την έκδοση δικαστικής απόφασης ή και διατάγματος δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, το δικαστήριο λαμβάνει δεόντως υπόψη τα συμφέροντα οποιουδήποτε τρίτου επί της περιουσίας που αποτελεί αντικείμενο της αίτησης και δύναται προς τούτο, κατά την κρίση του, να διατάξει όπως γίνει επίδοση της αγωγής ή της αίτησης και να επιτρέψει σ’ αυτό να παρουσιαστεί και ακουστεί κατά τη διαδικασία.