27.-(1)(α) Οι εξουσίες που χορηγούνται από το παρόν άρθρο, αναφορικά με την επιθεώρηση πλοίου, χορηγούνται σε -
(i) οποιοδήποτε επιθεωρητή ο οποίος διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 3(2)(α) των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμων του 1963 μέχρι 2003, και
(ii) οποιοδήποτε επόπτη πλοίων ο οποίος διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 3(2)(β) των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμων του 1963 μέχρι 2003.
(β) Για τους σκοπούς της παραγράφoυ (α),το άρθρο 3(2) των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμων του 1963 μέχρι 2003 εφαρμόζεται ως εάν η φράση «δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και του Κώδικος», η οποία περιέχεται σε έκαστη των παραγράφων (α) και (β) του εν λόγω άρθρου, είχε αντικατασταθεί από τη φράση «δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, του Κώδικος και του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Κοινοτικό Σύστημα Παρακολούθησης και Ενημέρωσης Σχετικά με την Κυκλοφορία Πλοίων) Νόμου του 2004».
(2) Με σκοπό την διακρίβωση της εκπλήρωσης οποιασδήποτε υποχρέωσης ή εξουσίας, που απορρέει είτε από το Μέρος ΙΙ, ΙΙΙ ή IV είτε από κανονισμούς ή διατάγματα, που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, κάθε επιθεωρητής έχει εξουσία σε κάθε εύλογο χρόνο (ή, σε περίπτωση η οποία κατά την εύλογη κρίση του ενέχει κίνδυνο, σε οποιοδήποτε χρόνο)-
(α) να εισέρχεται, επιθεωρεί, ερευνά και διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε υποστατικό ή άλλο χώρο, εκτός από κατοικία, στον οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι είναι εγκατεστημένος οποιοσδήποτε από τους ακόλουθους:
(i) εταιρεία,
(ii) έχων την εκμετάλλευση πλοίου,
(iii) πράκτορας,
(iv) φορτωτής,
(v) ιδιοκτήτης ρυπογόνων ή επικίνδυνων αγαθών· και
(β) να ανακόπτει, εισέρχεται, επιθεωρεί και διενεργεί έλεγχο σε οποιοδήποτε πλοίο, είτε αυτό ναυλοχεί είτε είναι εν πλω, και να παρέχει οποιαδήποτε κατά την κρίση του αναγκαία βοήθεια στον πλοίαρχο· και
(γ) να εξετάζει οποιαδήποτε στοιχεία, καταχωρημένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων, και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα, τα οποία βρίσκονται είτε σε υποστατικό ή άλλο χώρο είτε σε πλοίο, στο οποίο έχει εξουσία να εισέρχεται δυνάμει των παραγράφων (α) και (β), για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν πληροφορία ή καταχώρηση σε σχέση με οποιαδήποτε υποχρέωση που απορρέει όπως προαναφέρεται, να τα αντιγράφει και φωτοτυπεί, και να παίρνει αντίγραφα, φωτοτυπίες και αποσπάσματά τους, υπό την προϋπόθεση, όσον αφορά τα αποσπάσματα, ότι έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι τα αποσπάσματα αυτά ενδεχομένως να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε ποινική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης είτε με τον παρόντα Νόμο είτε με τους κανονισμούς ή τα διατάγματα, που εκδίδονται δυνάμει αυτού· και
(δ) να εισέρχεται είτε σε υποστατικό ή άλλο χώρο (εξαιρουμένων των κατοικιών) είτε σε πλοίο -
(i) συνοδευόμενος από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, του οποίου την παρουσία κρίνει αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος εδαφίου ή του εδαφίου (3), και
(ii) φέροντας μαζί του οποιοδήποτε εξοπλισμό ή υλικά, που κρίνει αναγκαία για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο ασκεί εξουσία δυνάμει του παρόντος εδαφίου ή του εδαφίου (3).
(3) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο πλοίαρχος τέτοιου πλοίου, οποιαδήποτε εταιρεία, πράκτορας, φορτωτής και ιδιοκτήτης ρυπογόνων ή επικίνδυνων αγαθών έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν στον επιθεωρητή, εφόσον ο τελευταίος εύλογα το απαιτεί-
(α) οποιαδήποτε διευκόλυνση, και
(β) οποιαδήποτε πληροφορία, και
(γ) υπογεγραμμένη δήλωση περί του αληθούς των πληροφοριών που παρέχουν στον επιθεωρητή,
ο δε επιθεωρητής έχει εξουσία να απαιτεί και να λαμβάνει τέτοια διευκόλυνση, πληροφορία και δήλωση.
(4) Κάθε επιθεωρητής επιδεικνύει, εφόσον του ζητηθεί, πριν και κατά την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει των εδαφίων (2) και (3), το δελτίο ταυτότητάς του το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό σύμφωνα με τους περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Δελτία Ταυτότητας Επιθεωρητών Πλοίων και Εποπτών Πλοίων) Κανονισμούς του 2000, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται.
(5) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο-
(α) στο οποίο το εδάφιο (3) επιβάλλει υποχρέωση και το οποίο αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τέτοια υποχρέωση, ή
(β) χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της παραγράφου (α), το οποίο αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, ή παρέχει σε επιθεωρητή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, ή αρνείται ή παραλείπει να παράσχει σε επιθεωρητή πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο, την οποία πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο επιθεωρητής απαιτεί κατά την άσκηση των εξουσιών που του χορηγεί το παρόν άρθρο,
και υπόκειται -
(αα) σε περίπτωση πρώτου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 2 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές·
(ββ) σε περίπτωση μεταγενέστερου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 4 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.
(6) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (5) -
(α) αναφορικά με την άρνηση ή παράλειψη συμμόρφωσης με υποχρέωση που επιβάλλεται βάσει του εδαφίου (3), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι είχε εύλογη αιτία για την εν λόγω άρνηση ή παράλειψη·
(β) αναφορικά με την παροχή ψευδούς, ελλιπούς, ανακριβούς ή παραπλανητικής πληροφορίας, δήλωσης, στοιχείου, βιβλίου ή εγγράφου, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία, δήλωση, στοιχεία, βιβλίο ή έγγραφο ήταν ψευδές, ελλιπές, ανακριβές ή παραπλανητικό.