14.-(1) Η παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδομένων Κανονισμών τιμωρείται, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ή πειθαρχικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος ή άλλου Νόμου, με διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες λίρες, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
(2) Το διοικητικό πρόστιμο επιβάλλεται στον πλοίαρχο ή στον έχοντα την εκμετάλλευση του φορτηγού πλοίου μεταφοράς φορτίου χύδην με αιτιολογημένη απόφαση της Αρχής που βεβαιώνει την παράβαση.
(3) Τα κριτήρια υπολογισμού του ύψους του κατά περίπτωση επιβαλλόμενου δυνάμει του εδαφίου (2) προστίμου θα καθορίζονται ενδεικτικά σε οδηγίες του Υπουργού, χωρίς τούτο να περιορίζει μέσα στα πλαίσια των οδηγιών, τη διακριτική ευχέρεια της Αρχής, που βεβαιώνει τη συγκεκριμένη παράβαση, να αποφασίζει ελεύθερα με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά.
(4) Η Αρχή κοινοποιεί στον πλοίαρχο ή στον έχοντα την εκμετάλλευση του φορτηγού πλοίου μεταφοράς φορτίου χύδην την περί επιβολής διοικητικού προστίμου απόφασή της και δεν επιτρέπει την άρση της κατά το άρθρο 13 απαγόρευσης απόπλου μέχρις ότου καταβληθεί το διοικητικό πρόστιμο ή κατατεθεί τραπεζική εγγύηση αναγνωρισμένης τράπεζας για ίσο ποσό και με όρους που ικανοποιούν την Αρχή.
(5) Η Αρχή ενημερώνει δεόντως τον πλοίαρχο ή τον έχοντα την εκμετάλλευση του φορτηγού πλοίου μεταφοράς φορτίου χύδην για το δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο.
(6) Το ποσό του διοικητικού προστίμου ή η τραπεζική εγγύηση καταπίπτει και περιέρχεται οριστικά στην Αρχή, αν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε ημερών, από την κοινοποίηση της απόφασης για την επιβολή διοικητικού προστίμου.