6.-(1) Ένα προϊόν θεωρείται ασφαλές ως προς τις πτυχές που καλύπτονται από την κυπριακή νομοθεσία, όταν ελλείψει ειδικών πράξεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που διέπουν την ασφάλειά του, αυτό συμμορφώνεται με τις ειδικές διατάξεις που ισχύουν στη Δημοκρατία, οι οποίες είναι συμβατές με τη Συνθήκη, ιδίως τα άρθρα 28 και 30, και οι οποίες καθορίζουν τις απαιτήσεις υγείας και ασφάλειας που πρέπει να ικανοποιεί το προϊόν προκειμένου να διατεθεί στο εμπόριο.
(2) Ένα προϊόν θεωρείται ασφαλές ως προς τους κινδύνους και τις κατηγορίες των κινδύνων που καλύπτονται από τα σχετικά κυπριακά πρότυπα, όταν πληροί τα κυπριακά πρότυπα που αποτελούν μεταφορά των ευρωπαϊκών προτύπων, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων δημοσιεύονται από τον Εθνικό Φορέα Τυποποίησης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(3) Σε περιπτώσεις άλλες από τις προβλεπόμενες στα εδάφια (1) και (2), η συμμόρφωση ενός προϊόντος προς τη γενική απαίτηση ασφάλειας κρίνεται, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των ακόλουθων στοιχείων, εφόσον υπάρχουν:
(α)Των κυπριακών προτύπων που αποτελούν μεταφορά αντίστοιχων ευρωπαϊκών προτύπων άλλων από εκείνων που αναφέρονται στο εδάφιο (2).
(β)των προτύπων που ισχύουν στη Δημοκρατία.
(γ)των συστάσεων της Επιτροπής με τις οποίες ορίζονται οι κατευθυντήριες γραμμές για την αξιολόγηση της ασφάλειας του προϊόντος.
(δ)των κωδίκων ορθής πρακτικής για την ασφάλεια του προϊόντος, οι οποίοι ισχύουν στον συγκεκριμένο τομέα.
(ε)των υφιστάμενων γνώσεων και τεχνικών. και
(στ)της ασφάλειας που δικαιούνται ευλόγως να προσδοκούν οι καταναλωτές.
(4) Η συμμόρφωση ενός προϊόντος με τα κριτήρια που αποσκοπούν στην εξασφάλιση της γενικής απαίτησης ασφάλειας, ιδίως προς τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3), δεν εμποδίζει την αρμόδια αρχή να λαμβάνει τα ενδεικνυόμενα μέτρα για να περιορίσει τη διάθεσή του στο εμπόριο ή να ζητά την απόσυρσή του από την αγορά ή την ανάκλησή του αν, παρά τη συμμόρφωση αυτή, αποδεικνύεται ότι το προϊόν είναι επικίνδυνο.