7.-(1) Ο Υπουργός δύναται να διορίζει εξουσιοδοτημένους λειτουργούς για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων των Κοινοτικών Κανονισμών που αναφέρονται στο άρθρο 3, καθώς και του παρόντος Νόμου.
(2) Κάθε εξουσιοδοτημένος λειτουργός, κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του παρόντος Νόμου, έχει στην κατοχή του αποδεικτικό της ιδιότητάς του και δύναται σε εύλογο χρόνο -
(α) Να εισέλθει σε οποιαδήποτε εγκατάσταση στην οποία παράγεται, τυγχάνει επεξεργασίας, συντηρείται, συσκευάζεται, αποθηκεύεται ή πωλείται οποιοδήποτε αμπελοοινικό προϊόν ή οινολογική ουσία και να εξετάσει προϊόντα ή ουσίες, όσον αφορά οινολογικές πρακτικές και επεξεργασίες, λαμβάνοντας δείγματα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8,
(β) να εξετάσει οποιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα ή επίσημα έγγραφα ή ηλεκτρονικά αρχεία τα οποία βρίσκονται σε οποιαδήποτε εγκατάσταση και για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν πληροφορίες ή καταχωρήσεις σε σχέση με οποιαδήποτε αμπελοοινικά προϊόντα ή οινολογικές ουσίες, στα οποία εφαρμόζονται οι διατάξεις των Κοινοτικών Κανονισμών που αναφέρονται στο άρθρο 3, καθώς και του παρόντος Νόμου και να πάρει αντίγραφα ή αποσπάσματά τους,
(γ) να κατακρατεί ή να δεσμεύει για όσο χρόνο είναι αναγκαίο, οποιοδήποτε αντικείμενο ή προϊόν ή ουσία αναφορικά με το οποίο ή σε σχέση με το οποίο έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι έχει παραβιασθεί οποιαδήποτε διάταξη των Κοινοτικών Κανονισμών που αναφέρονται στο άρθρο 3, καθώς και του παρόντος Νόμου και να διατάξει να παραμείνει ή να μεταφερθεί το εν λόγω αντικείμενο, προϊόν ή ουσία σε οποιοδήποτε μέρος θα υποδείξει.
(3) Ο υπεύθυνος οποιασδήποτε εγκατάστασης, στην οποία εισέρχεται ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται σύμφωνα με το εδάφιο (2), υποχρεούται να παρέχει στον εξουσιοδοτημένο λειτουργό οποιαδήποτε πληροφορία ή διευκόλυνση την οποία εύλογα απαιτεί.
(4) Οποιοσδήποτε δεν ικανοποιείται από την απόφαση του εξουσιοδοτημένου λειτουργού για κατακράτηση ή δέσμευση αμπελοοινικού προϊόντος οινολογικής ουσίας ή αντικειμένου δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (2), μπορεί να προσφύγει εγγράφως στο Διευθυντή, ο οποίος εξετάζει την προσφυγή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος, λαμβανομένου υπόψη και του είδους τέτοιων προϊόντων, ουσιών ή αντικειμένων που κατακρατείται και, εν πάση περιπτώσει, εντός διαστήματος που δεν υπερβαίνει τις τριάντα ημέρες, αποφασίζει και κοινοποιεί εγγράφως την απόφασή του στον προσφεύγοντα.
(5) Πρόσωπο που εσκεμμένα παρεμποδίζει ή παρακωλύει εξουσιοδοτημένο λειτουργό κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του με βάση τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες σε περίπτωση πρώτου αδικήματος ή σε περίπτωση δεύτερου ή μεταγενέστερου αδικήματος σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες ή σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και στις δύο ποινές μαζί.