17.-(1). Οποιοδήποτε πρόσωπο-
(α) Παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των εκδιδομένων δυνάμει αυτού διαταγμάτων˙ ή
(β) παραβαίνει τις διατάξεις του Άρθρου 3, της τελευταίας υποπαραγράφου της παραγράφου (1) του Άρθρου 8, των παραγράφων (1) και (7) του Άρθρου 9, του Άρθρου 10, της παραγράφου (2) του Άρθρου 21, της παραγράφου (2) του Άρθρου 27, της παραγράφου (5) του Άρθρου 29, των παραγράφων (1), (3) και (4) του Άρθρου 32 και των Άρθρων 33, 34, 35, 36 και 37 του Κανονισμού 165/2014 ή τις διατάξεις της παραγράφου 2 του Άρθρου 5, των Άρθρων 6, 7, 8, 9, 10, 12, 16 και 20 του Κανονισμού 561/2006∙ ή
(γ) επιτρέπει σε πρόσωπο που εργοδοτεί ή υπόκειται στις διαταγές του να προβαίνει σε οποιαδήποτε εκ των παραβάσεων που προβλέπονται στις παραγράφους (α) ή (β),
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες τετρακόσια δεκαεπτά ευρώ (€3.417) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο οδηγεί ή επιτρέπει την οδήγηση οχήματος που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, στο οποίο δεν είναι τοποθετημένη πινακίδα τοποθέτησης και πινακίδα περιοδικού ελέγχου, όπως απαιτείται από τον Κανονισμό 3821/85, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια εφτακόσια οχτώ ευρώ (€1.708) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Όταν νομικό πρόσωπο διαπράττει αδίκημα βάσει του παρόντος Νόμου, κάθε πρόσωπο που το αντιπροσωπεύει για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και κάθε διευθυντής ή μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ή διευθύνων σύμβουλος ή γραμματέας ή άλλος αξιωματούχος του νομικού αυτού προσώπου ή οποιοδήποτε πρόσωπο που κατέχει οποιαδήποτε από τις προαναφερθείσες στο παρόν εδάφιο ιδιότητες, που εξουσιοδοτεί ή παρακινεί ή επιτρέπει την τέλεση της πράξης ή την παράλειψη η οποία συνιστά το αδίκημα, είναι, ταυτόχρονα με το νομικό πρόσωπο, ένοχο του αδικήματος αυτού και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ποινές που προβλέπει ο Νόμος αυτός για το εν λόγω αδίκημα.