13.-(1) Η αρμόδια αρχή δύναται να ελέγχει και να επαληθεύει τη συμμόρφωση των κυπριακών πλοίων με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ ή του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 392/2009, ανεξάρτητα από το πού αυτά βρίσκονται στην υδρόγειο.
(2) Άνευ επηρεασμού επιπρόσθετων εξουσιών που χορηγούνται στην αρμόδια αρχή δυνάμει του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας, σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή-
(α) διαπιστώσει πως δεν φυλάσσεται επί κυπριακού πλοίου πιστοποιητικό ασφάλισης, ή
(β) διαπιστώσει πως το πιστοποιητικό ασφάλισης που φυλάσσεται επί κυπριακού πλοίου δε συνάδει προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ ή του άρθρου 4α της Σύμβασης των Αθηνών, ή
(γ) διαπιστώσει ότι η παρεχόμενη ασφάλιση ή το αποδεικτικό ασφάλισης δεν πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και/ ή του άρθρου 4α της Σύμβασης των Αθηνών και/ ή των Κατευθυντηρίων Γραμμών του ΔΝΟ, ή
(δ) τύχει ενημέρωσης από τις αρχές άλλου Κράτους Μέλους ότι δεν φυλάσσεται επί κυπριακού πλοίου πιστοποιητικό ασφάλισης που να πληροί τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 392/2009 και/ ή του άρθρου 4α της Σύμβασης των Αθηνών και/ ή ότι, κατά την άποψη του άλλου Κράτους Μέλους, η ασφάλιση δεν πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 4α της Σύμβασης των Αθηνών και/ ή το αποδεικτικό ασφάλισης δεν πληροί τις διατάξεις των Κατευθυντηρίων Γραμμών του ΔΝΟ,
δύναται με σκοπό τη συμμόρφωση του κυπριακού πλοίου-
(αα) να απαγορεύει την εκτέλεση πλόων από αυτό∙
(ββ) να διατάζει τέτοιο πλοίο όπως μετακινείται σε συγκεκριμένο σημείο και παραμένει εκεί∙
(γγ) να λαμβάνει οποιαδήποτε άλλα μέτρα και/ ή να προβαίνει σε οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες κρίνει υπό τις περιστάσεις σκόπιμες και/ ή αναγκαίες.