10.-(1) Τηρουμένων των άρθρων 8 και 9 του παρόντος Νόμου και του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή έχει εξουσία να εκδίδει πιστοποιητικό ασφάλισης σε αλλοδαπό πλοίο το οποίο δεν είναι κοινοτικό πλοίο, κατόπιν συνεννόησης με τις αρχές του κράτους της σημαίας του πλοίου ή αιτήματος των προαναφερομένων αρχών προς την αρμόδια αρχή, μετά από αίτηση που υποβάλλεται στο Διευθυντή από-
(i) το μεταφορέα, ο οποίος εκτελεί όντως τη μεταφορά, εφόσον υπάρχει ανάλογη προς τούτο πληροφόρηση από τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου∙ ή
(ii) τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου∙ ή
(iii) τον αντιπρόσωπο αυτών στη Δημοκρατία∙ ή
(iv) τo ναυτικό πράκτορα του πλοίου.
και εφόσον καταβληθεί στο Διευθυντή το τέλος που προβλέπεται στο άρθρο 9 του παρόντος Νόμου.
(2) Η αρμόδια αρχή δύναται να προβεί στην έκδοση του πιο πάνω πιστοποιητικού ασφάλισης, εφόσον:
(α) η ασφάλιση και το αποδεικτικό ασφάλισης ικανοποιούν τις απαιτήσεις για την έκδοση του ίδιου πιστοποιητικού ως εάν το εν λόγω πλοίο να ήταν κυπριακό πλοίο∙
(β) το κράτος της σημαίας του πλοίου αναλάβει δέσμευση έναντι της Δημοκρατίας να πληροφορήσει, σε περίπτωση ακύρωσης του πιστοποιητικού, αμέσως ως προς τούτο τον πλοίαρχο του πλοίου, τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και το μεταφορέα ο οποίος εκτελεί όντως τη μεταφορά που αναφέρεται στο ακυρωθέν πιστοποιητικό και να απαιτήσει από αυτούς την άμεση επιστροφή του πιστοποιητικού στην αρμόδια αρχή∙ και
(γ) το κράτος της σημαίας του πλοίου αναλάβει δέσμευση έναντι της Δημοκρατίας να πληροφορήσει αμέσως την αρμόδια αρχή σε περίπτωση που το πλοίο πρόκειται να παύσει ή έπαυσε να φέρει τη σημαία του.
(3) Ο πλοίαρχος αλλοδαπού πλοίου, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου στο οποίο έχει εκδοθεί πιστοποιητικό ασφάλισης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου και ο μεταφορέας ο οποίος εκτελεί όντως τη μεταφορά έχουν έκαστος την υποχρέωση να φυλάσσουν επί του πλοίου το πιστοποιητικό ασφάλισης.