11.-(1)(α) Χωρίς επηρεασμό των δικαιωμάτων των επιβατών που πιθανόν να επηρεάζονται, οποτεδήποτε μετά την έκδοση ή επικύρωση πιστοποιητικού ασφάλισης, η αρμόδια αρχή μπορεί να ακυρώσει πιστοποιητικό που εκδόθηκε ή επικυρώθηκε από αυτή, νοουμένου ότι διαπιστωθεί ότι:
(i) εξασφαλίστηκε κατόπιν δόλου, ψευδούς δήλωσης ή απόκρυψης ουσιώδους γεγονότος∙ ή
(ii) τηρουμένου του άρθρου 4α(6) της Σύμβασης των Αθηνών, το αποδεικτικό ασφάλισης είναι ή κατέστη ή αναμένεται να καταστεί άκυρο κατά τη διάρκεια της ισχύος του πιστοποιητικού∙ ή
(iii) προέκυψαν ή αναμένεται να προκύψουν κατά τη διάρκεια της ισχύος του πιστοποιητικού οποιαδήποτε ζητήματα ή περιστάσεις, αναφορικά με τον ασφαλιστή ή τους ασφαλιστές που επηρεάζουν ή δυνατό να επηρεάσουν την αποτελεσματικότητα της παρεχόμενης ασφάλισης ή άλλης χρηματικής εξασφάλισης.
(β) Η αρμόδια αρχή καθορίζει τη χρονική στιγμή κατά την οποία το πιστοποιητικό καθίσταται άκυρο.
(γ) Τηρουμένου του εδαφίου (1) του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση ακύρωσης πιστοποιητικού ασφάλισης που εκδόθηκε σε κυπριακό πλοίο δυνάμει των σχετικών προς τούτο διατάξεων του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή πληροφορεί ως προς τούτο διά χειρός ή ταχυδρομικώς ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλετύπου:
(i) το μεταφορέα ο οποίος εκτελεί όντως τη μεταφορά που αναφέρεται στο ακυρωθέν πιστοποιητικό, τον πλοίαρχο και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και μαζί με τους λόγους της ακύρωσης∙
(ii) το κράτος στο λιμένα του οποίου το πλοίο βρίσκεται ή κατευθύνεται. και
(iii) εάν το κρίνει σκόπιμο, λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους της ακύρωσης, τα άλλα Κράτη Μέλη ανάλογα.
(δ) Τηρουμένου του εδαφίου (2) του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση ακύρωσης πιστοποιητικού ασφάλισης που εκδόθηκε σε αλλοδαπό πλοίο που δεν είναι κοινοτικό πλοίο δυνάμει των σχετικών προς τούτο διατάξεων του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή πληροφορεί ως προς τούτο διά χειρός ή ταχυδρομικώς ή μέσω τηλεομοιότυπου ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή τηλετύπου:
(i) το κράτος της σημαίας του εν λόγω πλοίου∙
(ii) το κράτος στο λιμένα του οποίου το πλοίο βρίσκεται ή κατευθύνεται. και
(iii) εάν το κρίνει σκόπιμο, λαμβάνοντας υπόψη τους λόγους της ακύρωσης, τα άλλα Κράτη Μέλη ανάλογα.
(2) Τηρουμένου του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου και ανεξάρτητα από την ημερομηνία εκπνοής της ισχύος του πιστοποιητικού που αναγράφεται σε αυτό, η ισχύς του πιστοποιητικού παύει αυτοδίκαια από τη στιγμή που -
(α) το αποδεικτικό ασφάλισης παύει να ισχύει∙
(β) το πρόσωπο που αναφέρεται στο πιστοποιητικό ως μεταφορέας ο οποίος εκτελεί όντως τη μεταφορά παύει να εκτελεί θαλάσσιες μεταφορές επιβατών με το εν λόγω πλοίο∙
(γ) σε περίπτωση που το πιστοποιητικό εκδόθηκε σε κυπριακό πλοίο, το πλοίο παύει να είναι κυπριακό πλοίο∙
(δ) σε περίπτωση που το πιστοποιητικό εκδόθηκε σε αλλοδαπό πλοίο το οποίο δεν είναι κοινοτικό πλοίο, το πλοίο παύει να φέρει τη σημαία του κράτους το οποίο συναίνεσε ή ζήτησε από την αρμόδια αρχή την έκδοση του πιστοποιητικού.
(3) Κάθε πρόσωπο, στην κατοχή ή στον έλεγχο του οποίου βρίσκεται οποιοδήποτε πιστοποιητικό που ακυρώθηκε ή έπαυσε να ισχύει σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), οφείλει, μόλις πληροφορηθεί το γεγονός αυτό, να το επιστρέψει στην αρμόδια αρχή. Σε περίπτωση μη επιστροφής του εν λόγω πιστοποιητικού, αυτό θεωρείται ότι δεν υπάρχει από τη χρονική στιγμή που αυτό ακυρώθηκε ή έπαυσε να ισχύει.