7.-(1) Μέλος της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου που κατά την εκτέλεση της αποστολής του, η οποία διενεργήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου διαπράξει ποινικό ή πειθαρχικό παράπτωμα, υπέχει ποινική ή πειθαρχική ευθύνη μόνο σε περίπτωση που, κατά τη διάπραξη του αδικήματος ή του παραπτώματος, δεν τελούσε υπό το κράτος της ειλικρινούς και εύλογης αντίληψής του για την αποτροπή βλάβης στον ίδιο ή σε πρόσωπο ή σε περιουσία που είχε υποχρέωση να προστατεύσει, έστω και αν η πράξη ή η παράλειψη, έγινε καθ’ υπέρβαση των καθηκόντων του ή της νόμιμης υποχρέωσής του.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, μέλος της Υπηρεσίας Εσωτερικού Ελέγχου, δεν ευθύνεται για ζημιά που τυχόν προξενείται σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή περιουσία, λόγω καλόπιστου λάθους ή καλόπιστης παράλειψης κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του: