10.-(1) Τα ιδρύματα πληρωμών τα οποία παρέχουν τις υπηρεσίες πληρωμών που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 6 του Παραρτήματος Ι υποχρεούνται να διασφαλίζουν τα χρηματικά ποσά που λαμβάνουν από τους χρήστες υπηρεσιών πληρωμών ή μέσω άλλου παρόχου υπηρεσιών πληρωμών για την εκτέλεση πράξεων πληρωμής με οποιοδήποτε από τους ακόλουθους τρόπους:
(α) Τα χρηματικά ποσά δεν πρέπει να αναμειγνύονται ποτέ με τα χρηματικά ποσά φυσικών ή νομικών προσώπων διαφορετικών από τους χρήστες των υπηρεσιών πληρωμών στο όνομα των οποίων λαμβάνονται αυτά τα χρηματικά ποσά και, αν λαμβάνονται ακόμη από το ίδρυμα πληρωμών και δεν έχουν ακόμη καταβληθεί στον δικαιούχο ούτε έχουν μεταφερθεί σε άλλο πάροχο υπηρεσιών πληρωμών μέχρι το τέλος της εργάσιμης ημέρας που έπεται της ημέρας παραλαβής τους, κατατίθενται σε χωριστό λογαριασμό σε πιστωτικό ίδρυμα ή επενδύονται σε ασφαλή και ρευστά στοιχεία ενεργητικού χαμηλού κινδύνου, τα οποία καθορίζονται από την Κεντρική Τράπεζα με την έκδοση οδηγιών και προστατεύονται προς το συμφέρον των χρηστών των υπηρεσιών πληρωμών έναντι αξιώσεων άλλων πιστωτών του ιδρύματος πληρωμών ιδίως σε περίπτωση αφερεγγυότητας.
(β) Τα χρηματικά ποσά καλύπτονται από ασφαλιστήριο ή άλλη συγκρίσιμη εγγύηση από ασφαλιστική εταιρεία ή πιστωτικό ίδρυμα που δεν ανήκει στον ίδιο όμιλο με το ίδρυμα πληρωμών, για ποσό ισοδύναμο προς εκείνο που θα είχε διαχωριστεί ελλείψει ασφαλιστηρίου ή άλλης συγκρίσιμης εγγύησης, πληρωτέο σε περίπτωση που το ίδρυμα πληρωμών αδυνατεί να ανταποκριθεί στις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις του.
(2) Στην περίπτωση που το ίδρυμα πληρωμών υποχρεούται να διασφαλίζει τα χρηματικά ποσά δυνάμει του εδαφίου (1) και τμήμα των εν λόγω χρηματικών ποσών πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για μελλοντικές πράξεις πληρωμής και το υπόλοιπο ποσό πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για υπηρεσίες άλλες εκτός των υπηρεσιών πληρωμών, το τμήμα των χρηματικών ποσών που προορίζεται για μελλοντικές πράξεις πληρωμής υπόκειται στις απαιτήσεις διασφάλισης του εδαφίου (1).
(3) Στην περίπτωση που το κατά το εδάφιο (2) τμήμα χρηματικών ποσών κυμαίνεται ή δεν είναι γνωστό εκ των προτέρων, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να επιτρέπει στα ιδρύματα πληρωμών να εφαρμόζουν το εδάφιο (2) βάσει αντιπροσωπευτικού τμήματος το οποίο θεωρείται ότι χρησιμοποιείται για υπηρεσίες πληρωμών, εφόσον το αντιπροσωπευτικό τμήμα μπορεί να εκτιμηθεί ευλόγως βάσει ιστορικών δεδομένων κατά τρόπο ικανοποιητικό για την Κεντρική Τράπεζα.