11.-(1) Οι επιχειρήσεις των οποίων η Δημοκρατία συνιστά κράτος μέλος προέλευσης, εκτός όσων αναφέρονται στο άρθρο 4(1)(α), (β), (γ), (ε) και (στ) και εκτός των φυσικών ή νομικών προσώπων που έτυχαν εξαίρεσης δυνάμει του άρθρου 5(2) ή του άρθρου 34, οι οποίες σκοπεύουν να παρέχουν υπηρεσίες πληρωμών λαμβάνουν άδεια ως ιδρύματα πληρωμών, πριν αρχίσουν την παροχή των υπηρεσιών πληρωμών:
Νοείται ότι, η εν λόγω άδεια χορηγείται μόνο σε νομικά πρόσωπα εγκατεστημένα στη Δημοκρατία.
(2) Η Κεντρική Τράπεζα χορηγεί άδεια λειτουργίας ιδρύματος πληρωμών, μόνο στην περίπτωση που οι πληροφορίες και τα δικαιολογητικά που συνοδεύουν την αίτηση πληρούν όλες τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 5(3) έως (8), καθώς και αν, μετά από διεξοδική εξέταση της αίτησης, έχει καταλήξει σε ευνοϊκή συνολική αξιολόγηση και η Κεντρική Τράπεζα, προτού χορηγήσει άδεια λειτουργίας, δύναται να διαβουλεύεται, εφόσον το κρίνει σκόπιμο, με άλλες αρμόδιες δημόσιες αρχές.
(3) Κάθε ίδρυμα πληρωμών που αδειοδοτείται από την Κεντρική Τράπεζα και το οποίο οφείλει βάσει του άρθρου 5(1) να διαθέτει καταστατική έδρα, διατηρεί τα κεντρικά του γραφεία στη Δημοκρατία και διεξάγει τουλάχιστον ένα τμήμα των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων που αφορούν τις υπηρεσίες πληρωμών στη Δημοκρατία.
(4) Η Κεντρική Τράπεζα χορηγεί άδεια λειτουργίας, μόνο σε περίπτωση που δεδομένης της ανάγκης να εξασφαλιστεί ορθή και συνετή διαχείριση ενός ιδρύματος πληρωμών, το ίδρυμα πληρωμών διαθέτει άρτιο οργανωτικό πλαίσιο για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες που αφορούν υπηρεσίες πληρωμών, το οποίο περιλαμβάνει σαφή οργανωτική δομή με σαφείς, διαφανείς και συνεπείς γραμμές ευθύνης, αποτελεσματικές διαδικασίες εντοπισμού, διαχείρισης, παρακολούθησης και αναφοράς των κινδύνων τους οποίους αναλαμβάνει ή ενδέχεται να αναλάβει, καθώς και επαρκείς μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων κατάλληλων διοικητικών και λογιστικών διαδικασιών, το δε πλαίσιο, οι διαδικασίες και οι μηχανισμοί είναι εκτενείς και ανάλογοι προς τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των υπηρεσιών πληρωμών που θα παρέχει το ίδρυμα πληρωμών.
(5) Στην περίπτωση που ο αιτών ή ένα ήδη αδειοδοτημένο ίδρυμα πληρωμών παρέχει ή προτίθεται να παρέχει ή παρέχει οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες πληρωμών που αναφέρονται στα σημεία 1 έως 7 του Παραρτήματος Ι και, ταυτόχρονα, ασκεί άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτεί τη σύσταση χωριστού φορέα για τις δραστηριότητες υπηρεσιών πληρωμών, όταν οι εκτός των υπηρεσιών πληρωμών επιχειρηματικές δραστηριότητες του ιδρύματος πληρωμών βλάπτουν ή υπάρχει κίνδυνος να βλάψουν την οικονομική ευρωστία του ιδρύματος πληρωμών ή την ικανότητα της Κεντρικής Τράπεζας να παρακολουθεί τη συμμόρφωση του ιδρύματος πληρωμών προς τις υποχρεώσεις που καθορίζει ο παρών Νόμος και οι δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα δεν χορηγεί άδεια λειτουργίας σε περίπτωση που λαμβανομένης υπόψη της ανάγκης να εξασφαλίσει την ορθή και συνετή διαχείριση ενός ιδρύματος πληρωμών, δεν έχει πεισθεί ως προς την καταλληλότητα των μετόχων ή εταίρων που κατέχουν ειδική συμμετοχή.
(7) Στην περίπτωση που υπάρχουν στενοί δεσμοί, όπως καθορίζεται στο Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 38) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, μεταξύ του ιδρύματος πληρωμών και άλλων φυσικών ή νομικών προσώπων, η Κεντρική Τράπεζα χορηγεί την άδεια λειτουργίας, μόνο αν οι δεσμοί αυτοί δεν παρεμποδίζουν τη σωστή εκπλήρωση της εποπτικής αποστολής της.
(8) Σε περίπτωση που ένα ή περισσότερα νομικά ή φυσικά πρόσωπα με τα οποία το ίδρυμα πληρωμών έχει στενούς δεσμούς υπάγονται σε νομοθετικές, κανονιστικές ή διοικητικές διατάξεις τρίτης χώρας, η Κεντρική Τράπεζα χορηγεί άδεια λειτουργίας, μόνο εφόσον οι διατάξεις αυτές ή τυχόν δυσχέρειες που προκύπτουν κατά την εφαρμογή τους δεν παρεμποδίζουν τη σωστή εκπλήρωση της εποπτικής αποστολής της.
(9) Άδεια λειτουργίας η οποία εκδόθηκε από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους ισχύει στη Δημοκρατία και επιτρέπει στο ίδρυμα πληρωμών να παρέχει τις υπηρεσίες πληρωμών που καλύπτονται από την άδειά του στη Δημοκρατία μέσω της άσκησης του δικαιώματος ελεύθερης παροχής υπηρεσιών ή ελεύθερης εγκατάστασης.
(10) Σε περίπτωση που ίδρυμα πληρωμών του οποίου η Δημοκρατία συνιστά κράτος μέλος προέλευσης επιθυμεί την επέκταση της άδειας λειτουργίας σε πρόσθετες υπηρεσίες πληρωμών, υποβάλλει σχετική αίτηση στην Κεντρική Τράπεζα, η οποία συνοδεύεται από πληροφορίες, στοιχεία και έντυπα κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 5(3) και η Κεντρική Τράπεζα αποφασίζει επί της αίτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.