16.-(1) Η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη παύει με τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ού) έτους της ηλικίας του.
(2) Με απόφαση του Αρχιπυράρχου η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη αφαιρείται, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Σοβαρού λόγου υγείας που δεν επιτρέπει την εκτέλεση των καθηκόντων αυτού·
(β) καταδίκης για αδίκημα που σχετίζεται με πυρκαγιά ή καταστροφή του περιβάλλοντος·
(γ) αδικαιολόγητης άρνησης εκτέλεσης υπηρεσίας·
(δ) πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων αυτού·
(ε) ανάρμοστης και απρεπούς διαγωγής εντός της υπηρεσίας·
(στ) ιδία βουλήσει.
(3)(α) Σε περίπτωση αφαίρεσης της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη, δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (2), δεν επιτρέπεται η επανάκτησή της.
(β) Σε περίπτωση αφαίρεσης της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (2), η επανάκτηση της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη είναι δυνατή με την αποκατάσταση της καταδίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αποκατάστασης Καταδικασθέντων Νόμου, νοουμένου ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) του άρθρου 5 προϋποθέσεις.
(4) Η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη αναστέλλεται με απόφαση του Αρχιπυράρχου-
(α) σε περίπτωση μετάβασής του στο εξωτερικό για σπουδές·
(β) σε περίπτωση μακροχρόνιας αναρρωτικής άδειας για χρονική περίοδο που υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες· και
(γ) σε οποιαδήποτε άλλη αιτιολογημένη περίπτωση.
(5) Σε περίπτωση εθελοντή πυροσβέστη θηλυκού γένους, η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη δύναται να αναστέλλεται κατά το χρονικό διάστημα της κύησης και της γαλουχίας και μέχρι τη συμπλήρωση ενός (1) έτους από τον τοκετό, ύστερα από την προσκόμιση βεβαίωσης τοκετού.