2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«Αρχιπύραρχος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμου·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«εθελοντής πυροσβέστης» σημαίνει πρόσωπο το οποίο παρέχει εθελοντικά υπηρεσίες στην Πυροσβεστική και αποκτά την ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5·
«Ειδικό Μητρώο Εθελοντών Πυροσβεστών» σημαίνει το μητρώο που τηρείται στο Αρχηγείο της Πυροσβεστικής, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 17·
«Επαρχιακός Υπεύθυνος» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμου·
«Μέλος της Πυροσβεστικής» ή «Μέλος» σημαίνει μέλος της Πυροσβεστικής που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Κανονισμών, αλλά δεν περιλαμβάνει τους εθελοντές πυροσβέστες∙
«Πυροσβεστική» σημαίνει την Πυροσβεστική Υπηρεσία Κύπρου κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμο·
«Σταθμός» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Νόμου·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως.
3.-(1) Ο εθελοντής πυροσβέστης έχει ως αποστολή την παροχή εθελοντικών υπηρεσιών στην Πυροσβεστική με σκοπό, μεταξύ άλλων, την έρευνα και διάσωση ζωής που τίθεται σε κίνδυνο συνεπεία φυσικών καταστροφών, την πρόληψη και κατάσβεση πυρκαγιών, την παροχή βοήθειας σε περίπτωση που απειλείται ζωή ή περιουσία και, τηρουμένων των διατάξεων του περί Δασών Νόμου, την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος από φυσικές καταστροφές.
(2) Εθελοντής πυροσβέστης συμμετέχει, στο πλαίσιο της καθοριζόμενης στο εδάφιο (1) αποστολής του, στις ακόλουθες δραστηριότητες των μελών της Πυροσβεστικής:
(α) Κατάσβεση πυρκαγιών, λήψη μέτρων για την πρόληψη αυτών και παροχή βοήθειας προς διάσωση όσων κινδυνεύουν από αυτές· και
(β) εφαρμογή προληπτικών μέτρων προς αντιμετώπιση των κινδύνων και ζημιών που προκαλούνται από πλημμύρες, σεισμούς, καταρρεύσεις, θεομηνίες και άλλες φυσικές καταστροφές.
(3) Κατόπιν οδηγιών Μέλους της Πυροσβεστικής, εθελοντής πυροσβέστης δύναται να-
(α) εισέρχεται και, εφόσον είναι αναγκαίο, να παραβιάζει οποιοδήποτε υποστατικό ή μέρος στο οποίο εξερράγη πυρκαγιά, ή να εισέρχεται σε οποιοδήποτε υποστατικό ή μέρος στο οποίο είναι αναγκαίο να εισέλθει για σκοπούς κατάσβεσης πυρκαγιάς ή προστασίας του υποστατικού ή του μέρους από πράξεις που επιτελούνται για σκοπούς πυρόσβεσης, χωρίς τη συγκατάθεση του ιδιοκτήτη ή του κατόχου αυτού· και
(β) πράττει, υπό την καθοδήγηση Μέλους της Πυροσβεστικής, όλα όσα κρίνονται αναγκαία για την κατάσβεση της πυρκαγιάς ή για προστασία από την πυρκαγιά ή από τις αναφερόμενες πιο πάνω πράξεις που επιτελούνται σε οποιοδήποτε τέτοιο υποστατικό ή μέρος ή για τη διάσωση οποιουδήποτε προσώπου ή περιουσίας σε αυτό.
(4) Η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη είναι τιμητική και δεν συνεπάγεται οποιαδήποτε αμοιβή για την υπηρεσία του.
4. Εθελοντής πυροσβέστης υπάγεται διοικητικά και επιχειρησιακά στον Κεντρικό Πυροσβεστικό Σταθμό της επαρχίας όπου διαμένει ή στο Σταθμό στον οποίο κατατάσσεται, σύμφωνα με τις οδηγίες του Επαρχιακού Υπευθύνου.
5.-(1) Πολίτης της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή τρίτης χώρας, ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει το πεντηκοστό πέμπτο (55ο) έτος της ηλικίας του και διαμένει μόνιμα στη Δημοκρατία κατά την τελευταία τουλάχιστον τριετία, δύναται να αποκτήσει την ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη, εφόσον πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις ή έχει απαλλαγεί νόμιμα από αυτές, για λόγους άλλους από λόγους υγείας·
(β) διαθέτει καλή ψυχική και σωματική υγεία·
(γ) έχει καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας· και
(δ) δεν έχει καταδικαστεί για αδίκημα που σχετίζεται με πυρκαγιές ή καταστροφής του περιβάλλοντος, για το οποίο δεν έχει αποκατασταθεί δυνάμει των διατάξεων του περί Απόκατάστασης Καταδικασθέντων Νόμου.
(2) Ο Αρχιπύραρχος, με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει τη διαδικασία απόκτησης της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη και τα απαιτούμενα δικαιολογητικά:
6.-(1) Η βασική εκπαίδευση υποψήφιου εθελοντή πυροσβέστη πραγματοποιείται στην Πυροσβεστική Ακαδημία ή σε άλλον κατάλληλο χώρο τον οποίο καθορίζει ο Αρχιπύραρχος.
(2) (α) Η βασική εκπαίδευση είναι υποχρεωτική για τον υποψήφιο εθελοντή πυροσβέστη και στοχεύει στην εξοικείωσή του με το αντικείμενο του πυροσβεστικού και διασωστικού έργου και με τα καθήκοντα που πρόκειται να αναλάβει.
(β) Μετά το πέρας της εκπαίδευσης ο υποψήφιος εθελοντής πυροσβέστης υποβάλλεται σε εξέταση, προκειμένου να διαπιστωθεί το επίπεδο κατανόησης και αφομοίωσης των θεμάτων της εκπαίδευσης.
(3) (α) Κάθε επιτυχών στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) εξέταση, λαμβάνει πιστοποιητικό εκπαίδευσης εθελοντή πυροσβέστη, εγγράφεται στο Ειδικό Μητρώο Εθελοντών Πυροσβεστών και λαμβάνει το Ειδικό Δελτίο Εθελοντή Πυροσβέστη, το οποίο εκδίδεται από την Πυροσβεστική.
(β) Η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη αποκτάται κατά την ημερομηνία εγγραφής εκάστου στο Ειδικό Μητρώο Εθελοντών Πυροσβεστών.
(4) Ο Αρχιπύραρχος με απόφασή του καθορίζει-
(α) τον τρόπο πραγματοποίησης της βασικής εκπαίδευσης·
(β) τον αριθμό των εκπαιδευτικών σειρών κατ’ έτος·
(γ) την ελάχιστη διάρκεια της βασικής εκπαίδευσης και το πρόγραμμα υλοποίησής της, τα εκπαιδευτικά αντικείμενα και τη διδακτέα ύλη·
(δ) το είδος, τη διαδικασία και τον τρόπο εξέτασης των υποψήφιων εθελοντών πυροσβεστών μετά το πέρας της εκπαίδευσης·
(ε) τις προϋποθέσεις χορήγησης πιστοποιητικού εκπαίδευσης· και
(στ) οποιοδήποτε άλλο σχετικό θέμα.
(5) Οι εθελοντές πυροσβέστες τυγχάνουν εκπαίδευσης στη βάση ετήσιου προγράμματος που καταρτίζεται από την Πυροσβεστική Ακαδημία.
7.-(1) Εθελοντής πυροσβέστης δεν ευθύνεται έναντι τρίτου ή της Δημοκρατίας, για οποιαδήποτε βλάβη σε πρόσωπο, απώλεια ή ζημιά που προσγίνεται από πράξη ή παράλειψή του κατά την παροχή εθελοντικών υπηρεσιών στην Πυροσβεστική στη σκηνή πυρκαγιάς ή απειλούμενης πυρκαγιάς ή έρευνας και διάσωσης, εφόσον ενεργεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Βλάβη ή ζημιά που προσγίνεται από εθελοντή πυροσβέστη στη σκηνή-
(α) πυρκαγιάς ή απειλούμενης πυρκαγιάς θεωρείται ως βλάβη ή ζημιά από πυρκαγιά κατά την έννοια οποιουδήποτε ασφαλιστικού συμβολαίου έναντι πυρκαγιάς, ή
(β) διάσωσης ή έρευνας για διάσωση θεωρείται ως βλάβη ή ζημιά από ενέργειες για διάσωση ή έρευνα για διάσωση, κατά την έννοια οποιουδήποτε ασφαλιστικού συμβολαίου έναντι βλάβης προσώπου ή ζημιάς σε περιουσία.
(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), η παροχή υπηρεσιών των εθελοντών πυροσβεστών στην Πυροσβεστική στη σκηνή πυρκαγιάς ή απειλούμενης πυρκαγιάς ή διάσωσης ή έρευνας για διάσωση περιλαμβάνει και τη μετάβαση στη σκηνή αυτή.
(4) Η αξίωση της Δημοκρατίας εναντίον εθελοντή πυροσβέστη για αποζημίωση παραγράφεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου.
8.-(1) Ο εργοδότης επιτρέπει σε εθελοντή πυροσβέστη τον οποίο εργοδοτεί, να συμμετέχει στο πυροσβεστικό έργο όταν καλείται από την Πυροσβεστική και εφόσον τα Μέλη της Πυροσβεστικής έχουν τεθεί σε γενική επιφυλακή, η οποία αποδεικνύεται με την έκδοση σχετικής διαταγής από τον Αρχιπύραρχο.
(2) Ο χρόνος συμμετοχής εθελοντή πυροσβέστη στο πυροσβεστικό έργο λογίζεται ως χρόνος απασχόλησης στην κύρια εργασία του, με όλα τα εργασιακά δικαιώματα που αυτή συνεπάγεται.
9.-(1) Με δαπάνη της Πυροσβεστικής παρέχεται στον εθελοντή πυροσβέστη στολή και ατομικός προστατευτικός εξοπλισμός ίδιων προδιαγραφών με την στολή και τον εξοπλισμό Μέλους της Πυροσβεστικής:
(2) Σε περίπτωση απώλειας της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη όλα τα χορηγούμενα είδη επιστρέφονται στην Πυροσβεστική.
(3) (α) Πρόσωπο, το οποίο απώλεσε την ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη και παραλείπει να επιστρέψει τα χορηγούμενα σε αυτό είδη είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες ευρώ (€2.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(β) Επιπροσθέτως των προβλεπομένων στην παράγραφο (α) ποινών, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει ένταλμα έρευνας και κατάσχεσης των χορηγούμενων ειδών τα οποία δεν παραδόθηκαν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(4) Ο Αρχιπύραρχος, καθορίζει με απόφασή του τον τύπο της στολής, τα χορηγούμενα εφόδια, τα μέσα και τον ατομικό εξοπλισμό που φέρει ο εθελοντής πυροσβέστης, καθώς και τη συχνότητα και τη διαδικασία χορήγησής τους.
10.-(1) Εθελοντής πυροσβέστης ο οποίος επιθυμεί να αποκτήσει υπηρεσιακή άδεια οδηγού/χειριστή πυροσβεστικών οχημάτων/μηχανημάτων υποβάλλει στο Σταθμό όπου υπάγεται τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
(α) Επικυρωμένο αντίγραφο εν ισχύι άδειας οδήγησης· και
(β) δύο (2) έγχρωμες φωτογραφίες τύπου ταυτότητας.
(2) Η διαδικασία πρακτικής εξέτασης, χορήγησης και αφαίρεσης της υπηρεσιακής άδειας οδηγού/χειριστή πυροσβεστικών οχημάτων/μηχανημάτων σε εθελοντή πυροσβέστη πραγματο-ποιείται με βάση τα ισχύοντα για τα Μέλη της Πυροσβεστικής.
(3) Ο Αρχιπύραρχος αφαιρεί την υπηρεσιακή άδεια οδηγού/χειριστή πυροσβεστικών οχημάτων/μηχανημάτων κατόπιν σύστασης του υπεύθυνου του Σταθμού όπου υπάγεται ο εθελοντής πυροσβέστης-
(α) σε περίπτωση κατά την οποία ο εθελοντής πυροσβέστης καταδικασθεί για σοβαρό τροχαίο αδίκημα·
(β) σε περίπτωση που έχουν επιβληθεί στον εθελοντή πυροσβέστη πέραν των εννέα (9) βαθμών ποινής για τροχαία αδικήματα·
(γ) για λόγους υγείας οι οποίοι δεν επιτρέπουν την εκτέλεση των καθηκόντων του οδηγού/χειριστή·
(δ) σε περίπτωση απώλειας της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη·
(ε) εάν για οποιονδήποτε λόγο παύσει να ισχύει η άδεια οδήγησης.
(4) Εθελοντής πυροσβέστης, ο οποίος αποκτά υπηρεσιακή άδεια οδηγού/χειριστή πυροσβεστικών οχημάτων/μηχανημάτων δύναται, κατόπιν αδείας του υπευθύνου του Σταθμού στον οποίο υπάγεται, να χρησιμοποιεί πυροσβεστικά οχήματα/μηχανήματα τα οποία η Πυροσβεστική παραχωρεί για το σκοπό αυτό ή τα οποία εξασφαλίσθηκαν από τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης.
11.-(1) Εθελοντής πυροσβέστης έχει τις ακόλουθες υποχρεώσεις:
(α) Να προσέρχεται έγκαιρα στην Πυροσβεστική, όταν καλείται για αντιμετώπιση συμβάντος ή για εκτέλεση υπηρεσίας·
(β) να φέρει κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας του την πυροσβεστική στολή του και τον ατομικό προστατευτικό εξοπλισμό· και
(γ) να εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τις οδηγίες των εκάστοτε επικεφαλής των συμβάντων.
(2) Εθελοντής πυροσβέστης εκτελεί μία (1) οκτάωρη υπηρεσία τουλάχιστον τρεις (3) φορές, ετησίως, στον Σταθμό της περιοχής όπου υπάγεται.
(3) Εθελοντής πυροσβέστης υποβάλλεται ανά τακτά χρονικά διαστήματα σε ιατρικές εξετάσεις προς διαπίστωση της καλής σωματικής του υγείας, κατά τη διαδικασία που ακολουθείται για τα Μέλη της Πυροσβεστικής.
12. Ο Αρχιπύραρχος, ύστερα από σύσταση του Επαρχιακού Υπευθύνου, αποδίδει σε εθελοντή πυροσβέστη τη διάκριση του εθελοντή αρχιπυροσβέστη και του εθελοντή πυρονόμου, εφόσον αυτός έχει συμπληρώσει οκτώ (8) έτη υπηρεσίας σε καθέναν από τους εν λόγω βαθμούς:
Νοείται ότι, η απόδοση των ως άνω διακρίσεων έχει τιμητικό χαρακτήρα.
13.-(1) Σε εθελοντή πυροσβέστη δυνατόν να απονεμηθούν οι ηθικές αμοιβές της εύφημης μνείας, της ευαρέσκειας ή του επαίνου για την επιτέλεση εξαίρετης πράξης.
(2) Στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Ημέρας Εθελοντισμού, η 5η Δεκεμβρίου εκάστου έτους, εορτάζεται ως η «Ημέρα του Εθελοντή Πυροσβέστη».
14. Σε περίπτωση που εθελοντής πυροσβέστης τραυματιστεί κατά την εκπαίδευση ή την άσκηση των εθελοντικών του καθηκόντων, παρέχεται σε αυτόν δωρεάν κρατική νοσοκομειακή και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
15.-(1) Εξαρτώμενος εθελοντή πυροσβέστη, ενόσω ούτος εκτελούσε καθήκον ή υπηρεσία που του είχε ανατεθεί, με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου. και
(α) απεβίωσε λόγω τραύματος που υπέστη με οποιονδήποτε τρόπο·
(β) τραυματίστηκε με οποιονδήποτε τρόπο και ως αποτέλεσμα του τραυματισμού αυτού απεβίωσε σε μεταγενέστερο χρόνο·
(γ) απεβίωσε ύστερα από ασθένεια από την οποία προσβλήθηκε κατά την εκτέλεση καθήκοντος ή υπηρεσίας και η ασθένεια οφειλόταν άμεσα σε οποιαδήποτε πράξη ή ενέργεια συναρτώμενη με το εν λόγω καθήκον ή υπηρεσία· ή
(δ) εξαφανίστηκε κατά την εκτέλεση του ανωτέρω καθήκοντος ή υπηρεσίας·
λαμβάνει αποζημίωση το ύψος και ο τρόπος καταβολής της οποίας αποφασίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο στη βάση των δεδομένων εκάστης περίπτωσης.
(2) Εθελοντής πυροσβέστης, ο οποίος κατέστη ανίκανος να ασκήσει τη συνήθη εργασία του ή οποιαδήποτε εργασία ένεκα τραυμάτων που υπέστη ή ασθένειας από την οποία προσβλήθηκε ενώ εκτελούσε καθήκον ή υπηρεσία που του ανατέθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, λαμβάνει εν ζωή και, σε περίπτωση θανάτου του, τα εξαρτώμενά του, αποζημίωση το ύψος και ο τρόπος καταβολής της οποίας αποφασίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο στη βάση των δεδομένων εκάστης περίπτωσης, λαμβανομένων υπόψη των απωλειών που ο εθελοντής πυροσβέστης υφίσταται λόγω των τραυμάτων που υπέστη ή της ασθένειας από την οποία προσβλήθηκε.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «εξαρτώμενος» σημαίνει σύζυγο, τέκνο ή γονέα του εθελοντή πυροσβέστη εξαρτωμένου από τις απολαβές αυτού κατά το χρόνο του θανάτου ή της εξαφάνισής του ή δυνητικά εξαρτωμένου κατά τη φυσική πορεία των πραγμάτων, εφόσον ο αποβιώσας ή εξαφανισθείς ευρίσκετο εν ζωή ή δεν αγνοείτο και, σε περίπτωση αγάμου, περιλαμβάνει τα αδέλφια αυτού.
16.-(1) Η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη παύει με τη συμπλήρωση του εξηκοστού (60ού) έτους της ηλικίας του.
(2) Με απόφαση του Αρχιπυράρχου η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη αφαιρείται, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Σοβαρού λόγου υγείας που δεν επιτρέπει την εκτέλεση των καθηκόντων αυτού·
(β) καταδίκης για αδίκημα που σχετίζεται με πυρκαγιά ή καταστροφή του περιβάλλοντος·
(γ) αδικαιολόγητης άρνησης εκτέλεσης υπηρεσίας·
(δ) πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων αυτού·
(ε) ανάρμοστης και απρεπούς διαγωγής εντός της υπηρεσίας·
(στ) ιδία βουλήσει.
(3)(α) Σε περίπτωση αφαίρεσης της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη, δυνάμει των διατάξεων των παραγράφων (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (2), δεν επιτρέπεται η επανάκτησή της.
(β) Σε περίπτωση αφαίρεσης της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (2), η επανάκτηση της ιδιότητας του εθελοντή πυροσβέστη είναι δυνατή με την αποκατάσταση της καταδίκης, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αποκατάστασης Καταδικασθέντων Νόμου, νοουμένου ότι πληρούνται οι προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) του άρθρου 5 προϋποθέσεις.
(4) Η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη αναστέλλεται με απόφαση του Αρχιπυράρχου-
(α) σε περίπτωση μετάβασής του στο εξωτερικό για σπουδές·
(β) σε περίπτωση μακροχρόνιας αναρρωτικής άδειας για χρονική περίοδο που υπερβαίνει τους δύο (2) μήνες· και
(γ) σε οποιαδήποτε άλλη αιτιολογημένη περίπτωση.
(5) Σε περίπτωση εθελοντή πυροσβέστη θηλυκού γένους, η ιδιότητα του εθελοντή πυροσβέστη δύναται να αναστέλλεται κατά το χρονικό διάστημα της κύησης και της γαλουχίας και μέχρι τη συμπλήρωση ενός (1) έτους από τον τοκετό, ύστερα από την προσκόμιση βεβαίωσης τοκετού.
17.-(1) (α)Σε κάθε Επαρχιακή Διεύθυνση της Πυροσβεστικής τηρείται ηλεκτρονικό μητρώο, στο οποίο καταχωρίζονται ονομαστικά οι εθελοντές πυροσβέστες που υπάγονται σε αυτήν.
(β) Στο Αρχηγείο της Πυροσβεστικής τηρείται ηλεκτρονικά Ειδικό Μητρώο Εθελοντών Πυροσβεστών, στο οποίο εγγράφονται όλοι οι εθελοντές πυροσβέστες που λαμβάνουν το Ειδικό Δελτίο Εθελοντή Πυροσβέστη, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 6.
(2) Για σκοπούς συντονισμού και ελέγχου των εθελοντών πυροσβεστών οι Επαρχιακές Διευθύνσεις τηρούν ηλεκτρονικά καταστάσεις, στις οποίες καταγράφονται οι ημερομηνίες και οι ώρες συμμετοχής των εθελοντών πυροσβεστών που υπάγονται σε αυτές σε επιχείρηση, εκπαίδευση και υπηρεσία.
(3) Ο Αρχιπύραρχος δύναται να εκδίδει πυροσβεστικές διατάξεις για τη ρύθμιση της τήρησης των προβλεπόμενων στα εδάφια (1) και (2) μητρώων και καταστάσεων.