15.-(1) H Κεντρική Τράπεζα ελέγχει και αξιολογεί τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου των διαχειριστών πιστώσεων που παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης πιστώσεων σε κράτος μέλος υποδοχής, σε περίπτωση κατά την οποία οι εν λόγω διαχειριστές έχουν τη Δημοκρατία ως κράτος μέλος καταγωγής τους.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία οι διαχειριστές πιστώσεων έχουν τη Δημοκρατία ως κράτος μέλος καταγωγής τους, η Κεντρική Τράπεζα ασκεί εποπτεία, πραγματοποιεί έρευνες και επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα σε διαχειριστές πιστώσεων σε σχέση με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, όταν οι εν λόγω διαχειριστές ασκούν δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων σε κράτος μέλος υποδοχής.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία οι διαχειριστές πιστώσεων έχουν τη Δημοκρατία ως κράτος μέλος καταγωγής τους, η Κεντρική Τράπεζα κοινοποιεί τα μέτρα που λαμβάνει, σε σχέση με τους διαχειριστές πιστώσεων, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, και, κατά περίπτωση, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και τη Δημοκρατία.
(4)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων, για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής, ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα συνεργάζεται στενά κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της, ιδίως κατά τη διενέργεια ελέγχων, ερευνών και επιτόπιων επιθεωρήσεων, με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και, κατά περίπτωση, του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και τη Δημοκρατία.
(β) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα συνεργάζεται στενά κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της, ιδίως κατά τη διενέργεια ελέγχων, ερευνών και επιτόπιων επιθεωρήσεων, με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και, κατά περίπτωση, του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και τη Δημοκρατία.
(5)(α) Η Κεντρική Τράπεζα, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, ως αρμόδια αρχή κράτους μέλους καταγωγής, ζητά τη συνδρομή των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους υποδοχής για τη διενέργεια επιτόπιας επιθεώρησης στο κράτος μέλος υποδοχής σε σχέση με υποκατάστημα που έχει ιδρυθεί ή σε σχέση με πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων που έχει διοριστεί σε κράτος μέλος υποδοχής.
(β) Η επιτόπια επιθεώρηση ενός υποκαταστήματος ή ενός παρόχου πιστωτικών υπηρεσιών διενεργείται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο διενεργείται η επιθεώρηση.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, έχει δικαίωμα να αποφασίζει ποια είναι τα καταλληλότερα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε κάθε επιμέρους περίπτωση, ώστε να ανταποκρίνεται σε αίτημα συνδρομής των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής.
(7) Στην περίπτωση κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα, ενεργώντας ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, αποφασίζει να διενεργήσει επιτόπιες επιθεωρήσεις για λογαριασμό των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής, ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής σχετικά με τα αποτελέσματα αυτών.
(8) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, δύναται αυτεπάγγελτα, να διενεργεί ελέγχους, επιθεωρήσεις και έρευνες σε σχέση με δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων που ασκεί στο έδαφος της Δημοκρατίας διαχειριστής πιστώσεων που το κράτος μέλος καταγωγής του είναι άλλο από την Δημοκρατία και κοινοποιεί, χωρίς καθυστέρηση, τα αποτελέσματα των εν λόγω ελέγχων, επιθεωρήσεων και ερευνών στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής.
(9) Σε περίπτωση κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα, ενεργώντας ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι διαχειριστής πιστώσεων που το κράτος μέλος καταγωγής του είναι άλλο από τη Δημοκρατία και που ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων στο έδαφος της Δημοκρατίας, όπως προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, παραβαίνει τους εφαρμοστέους κανόνες, μεταξύ αυτών, τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διαβιβάζει τα εν λόγω στοιχεία στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και τους υποβάλλει αίτημα να προβούν στη λήψη κατάλληλων μέτρων, χωρίς επηρεασμό των εξουσιών εποπτείας, διενέργειας ερευνών και επιβολής ποινών της Κεντρικής Τράπεζας ή άλλης αρμόδιας αρχής, όσον αφορά τον διαχειριστή πιστώσεων βάσει της ισχύουσας στη Δημοκρατία νομοθεσίας και συγκεκριμένα αυτής που εφαρμόζεται στην πίστωση ή στη σύμβαση πιστώσεων, περιλαμβανομένων των διατάξεων του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου και των διατάξεων του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου.
(10) Σε περίπτωση κατά την οποία η πίστωση χορηγήθηκε στη Δημοκρατία και η Δημοκρατία δεν αποτελεί, ούτε το κράτος μέλος υποδοχής, ούτε το κράτος μέλος καταγωγής και η Κεντρική Τράπεζα διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι διαχειριστής πιστώσεων παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο ή στην ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία που εφαρμόζεται στην πίστωση ή στη σύμβαση πίστωσης, περιλαμβανομένων των διατάξεων του περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμου, των διατάξεων του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου, της περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, των διατάξεων του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου και των διατάξεων του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου, διαβιβάζει τα εν λόγω στοιχεία στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και υποβάλλει αίτημα να προβούν στη λήψη κατάλληλων μέτρων, χωρίς επηρεασμό των εξουσιών εποπτείας, διενέργειας ερευνών και επιβολής ποινών της Κεντρικής Τράπεζας.
(11) Η Κεντρική Τράπεζα, κοινοποιεί, σε σχέση με διαχειριστές πιστώσεων που το κράτος μέλος καταγωγής τους είναι η Δημοκρατία, λεπτομέρειες σχετικά με διοικητική ή άλλη διαδικασία που κινείται σε σχέση με τα αποδεικτικά στοιχεία που παρείχε το κράτος μέλος υποδοχής διαχειριστή πιστώσεων ή σχετικά με διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα που επιβλήθηκαν στον διαχειριστή πιστώσεων ή αιτιολογημένη απόφαση περί της μη λήψης μέτρων, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής διαχειριστή πιστώσεων, οι οποίες διαβίβασαν τα αποδεικτικά στοιχεία, το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή του αιτήματος που προβλέπεται στο εδάφιο (9) και, σε περίπτωση κίνησης διαδικασίας, η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τακτικά τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με την εξέλιξή της.
(12) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων, για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής εξακολουθεί να παραβαίνει τους εφαρμοστέους κανόνες, περιλαμβανομένων των υποχρεώσεών του που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και αφού η Κεντρική Τράπεζα ενημερώσει σχετικά το κράτος μέλος καταγωγής, έχει δικαίωμα να επιβάλλει κατάλληλες διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 33 για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, όταν ισχύει ένα από τα ακόλουθα:
(α) Ο διαχειριστής πιστώσεων δεν έλαβε επαρκή και αποτελεσματικά μέτρα σε εύλογο χρονικό διάστημα για να διορθώσει την παράβαση· ή
(β) σε επείγουσα περίπτωση, όπου είναι απαραίτητη η άμεση ανάληψη δράσης, προκειμένου να αντιμετωπιστεί σοβαρή απειλή κατά των συλλογικών συμφερόντων των δανειοληπτών και εγγυητών.
(13) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να επιβάλλει τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (12) διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα, ανεξάρτητα από τυχόν διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα που έχουν ήδη επιβληθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής.
(14) Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης διάταξης, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαγορεύσει την άσκηση περαιτέρω δραστηριοτήτων από διαχειριστή πιστώσεων που παραβαίνει τους εφαρμοστέους κανόνες, περιλαμβανομένων των υποχρεώσεων αυτού που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, μέχρις ότου ληφθεί κατάλληλη απόφαση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή μέχρις ότου ληφθούν μέτρα από τον διαχειριστή πιστώσεων για τη διόρθωση της παράβασης.