Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2021/2167 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2021 για τους διαχειριστές πιστώσεων και τους αγοραστές πιστώσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ», εξαιρουμένων των άρθρων 27 και 28 αυτής,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Διαχειριστών Πιστώσεων και Αγοραστών Πιστώσεων και για Συναφή Θέματα Νόμος του 2024.

ΜΕΡΟΣ Ι ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:

«αγοραστής πιστώσεων» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο, εκτός από πιστωτικό ίδρυμα, το οποίο αγοράζει τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, στο πλαίσιο της εμπορικής, επιχειρηματικής ή επαγγελματικής του δραστηριότητας, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο·

«δανειολήπτης» σημαίνει νομικό ή φυσικό πρόσωπο, το οποίο έχει συνάψει σύμβαση πίστωσης με πιστωτικό ίδρυμα, περιλαμβανομένου του νόμιμου διαδόχου ή του εκδοχέα του·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

«διαχειριστής πιστώσεων» σημαίνει νομικό πρόσωπο, το οποίο, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, διαχειρίζεται και επιβάλλει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, για λογαριασμό αγοραστή πιστώσεων και ασκεί τουλάχιστον μία ή περισσότερες δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων·

«δικαίωμα πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή δικαίωμα που απορρέει από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης» σημαίνει νομικό ή διαδικαστικό δικαίωμα και περιλαμβάνει, μη περιοριστικά, συμβατικό δικαίωμα, δικαίωμα που προκύπτει από νόμο, αγώγιμο δικαίωμα ή δικαίωμα σε θεραπεία, εκ δικαστικής ή διαιτητικής αποφάσεως δικαίωμα μη διοικητικής ή ποινικής φύσης και δικαίωμα από εμπράγματο βάρος ή απαγόρευση·

«δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων» σημαίνει μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες δραστηριότητες:

(α) είσπραξη ή ανάκτηση από τον δανειολήπτη και κάθε εγγυητή αυτού, όπου εφαρμόζεται, κάθε οφειλόμενου ποσού που σχετίζεται με τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη σύμβαση πίστωσης·

(β) επαναδιαπραγμάτευση με τον δανειολήπτη και κάθε εγγυητή αυτού, όπου εφαρμόζεται, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία, περιλαμβανομένης, όπου εφαρμόζεται, της περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας, οιωνδήποτε όρων και προϋποθέσεων που σχετίζονται με τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη σύμβαση πίστωσης, σύμφωνα με τις οδηγίες του αγοραστή πιστώσεων, εφόσον ο διαχειριστής πιστώσεων δεν είναι μεσίτης πιστώσεων, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου ή στο άρθρο 2 του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου·

(γ) διαχείριση οιωνδήποτε παραπόνων σχετικά με τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη σύμβαση πίστωσης·

(δ) ενημέρωση του δανειολήπτη και κάθε εγγυητή αυτού, όπου εφαρμόζεται, για τυχόν μεταβολές των επιτοκίων ή των εξόδων ή οιωνδήποτε οφειλόμενων ποσών που σχετίζονται με τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη σύμβαση πίστωσης·

«εγγυητής» σημαίνει πρόσωπο άλλο από τον δανειολήπτη που παρέχει εγγύηση, μέσω σύμβασης, προς εκπλήρωση της υπόσχεσης ή υποχρέωσης του δανειολήπτη και περιλαμβάνει, χωρίς περιορισμό, τόσο προσωπική εγγύηση, όσο και την παροχή οποιασδήποτε άλλης εξασφάλισης·

«εξασφάλιση» σημαίνει την εξασφάλιση υπό μορφή υποθήκης, ομολόγου κυμαινόμενης ή πάγιας επιβάρυνσης, σύμβασης εκχώρησης εξασφάλισης, γενικού δικαιώματος επίσχεσης, επιβάρυνσης αντικειμένου, ενεχυρίασης μετοχών ή οποιουδήποτε αντικειμένου, καθώς και οποιαδήποτε άλλης μορφής εμπράγματη ή άλλη εξασφάλιση είτε αυτή παρέχεται από τον ίδιο τον δανειολήπτη είτε από εγγυητή προς εκπλήρωση της υπόσχεσης ή υποχρέωσης του δανειολήπτη και σε περίπτωση που παρέχεται από τον εγγυητή περιλαμβάνει και προσωπική εγγύηση·

«Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα» σημαίνει τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ο οποίος διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 19 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου·

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2008» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 593/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Ιουνίου 2018, για το εφαρμοστέο δίκαιο στις συμβατικές ενοχές (Ρώμη Ι)»·

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2010 σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής»·

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2012, για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις»·

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012»·

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2016/679 ή Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ»·

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2017/2402» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2017/2402 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2017, σχετικά με τη θέσπιση γενικού πλαισίου για την τιτλοποίηση και σχετικά με τη δημιουργία ειδικού πλαισίου για απλή, διαφανή και τυποποιημένη τιτλοποίηση και σχετικά με την τροποποίηση των οδηγιών 2009/65/ΕΚ, 2009/138/ΕΚ και 2011/61/ΕΕ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ/ 648/2012»·

«Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2018/1725» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) 2018/1725 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Οκτωβρίου 2018, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα θεσμικά και λοιπά όργανα και τους οργανισμούς της Ένωσης και την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 και της απόφασης αριθ. 1247/2002/ΕΚ»·

«καταναλωτής» σημαίνει φυσικό πρόσωπο το οποίο, στις συμβάσεις πίστωσης που καλύπτει ο παρών Νόμος, ενεργεί για σκοπούς που δεν σχετίζονται με την εμπορική, επιχειρηματική ή επαγγελματική του δραστηριότητα·

«Κεντρική Τράπεζα» σημαίνει την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου·

«κράτος μέλος καταγωγής» σημαίνει σε σχέση με τον διαχειριστή πιστώσεων, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η καταστατική του έδρα ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκονται τα κεντρικά του γραφεία ή, όσον αφορά τον αγοραστή πιστώσεων, το κράτος μέλος στο οποίο έχει την κατοικία του (is domiciled) ο αγοραστής πιστώσεων ή ο αντιπρόσωπος αυτού ή έχει την καταστατική του έδρα ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο έχει τα κεντρικά του γραφεία·

«κράτος μέλος υποδοχής» σημαίνει κράτος μέλος, εκτός από το κράτος μέλος καταγωγής, στο οποίο ο διαχειριστής πιστώσεων έχει ιδρύσει υποκατάστημα ή στο οποίο ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων και, σε κάθε περίπτωση, στο οποίο έχει την κατοικία του (is domiciled) ή έχει την καταστατική του έδρα ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, το κράτος μέλος στο οποίο έχει τα κεντρικά του γραφεία ο δανειολήπτης·

«μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης» σημαίνει σύμβαση πίστωσης που χαρακτηρίζεται ως μη εξυπηρετούμενο άνοιγμα σύμφωνα με το άρθρο 47α του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

«μη πιστωτικό ίδρυμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου·

«μηχανισμός ανταλλαγής δεδομένων ΑΡΤΕΜΙΣ» σημαίνει το σύστημα ή μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων, που ανήκει στην και τυγχάνει επεξεργασίας από την Artemis Credit Bureau Ltd·

«Οδηγία (ΕΚ) 2008/48» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2008/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2008, για τις συμβάσεις καταναλωτικής πίστης και την κατάργηση της οδηγίας 87/102/ΕΟΚ του Συμβουλίου» όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την «Οδηγία (ΕΕ) 2021/2167»·

«Οδηγία (ΕΕ) 2014/17» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2014/17/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις συμβάσεις πίστωσης για καταναλωτές για ακίνητα που προορίζονται για κατοικία και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2013/36/EE και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010» όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την «Οδηγία (ΕΕ) 2021/2167»·

«Οδηγία (ΕΕ) 2014/65» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ» όπως συμπληρώθηκε τελευταία από τον Κατ’ εξουσιοδότηση Κανονισμό (ΕΕ) 2022/1302 της Επιτροπής της 20ής Απριλίου 2022 για τη συμπλήρωση της οδηγίας 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για την εφαρμογή ορίων θέσεων σε παράγωγα επί εμπορευμάτων καθώς και διαδικασίες για την υποβολή αίτησης εξαίρεσης από τα όρια θέσεων·

«Οδηγία (ΕΕ) 2015/849» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2015/849 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Μαΐου 2015 σχετικά µε την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή για τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, και την κατάργηση της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και της οδηγίας 2006/70/ΕΚ της Επιτροπής»·

«Οδηγία (ΕΕ) 2021/2167» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Οδηγία (ΕΕ) 2021/2167 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2021 για τους διαχειριστές πιστώσεων και τους αγοραστές πιστώσεων και την τροποποίηση των οδηγιών 2008/48/ΕΚ και 2014/17/ΕΕ»·

«πάροχος υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων» σημαίνει τρίτο μέρος που χρησιμοποιείται από διαχειριστή πιστώσεων για την άσκηση οποιωνδήποτε από τις δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων·

«πιστωτής» σημαίνει πιστωτικό ίδρυμα το οποίο έχει εκδώσει πίστωση ή αγοραστής πιστώσεων·

«πιστωτικό ίδρυμα» σημαίνει το πιστωτικό ίδρυμα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

«πωλητής πιστώσεων» σημαίνει πιστωτή, ο οποίος μεταβιβάζει τα δικαιώματά του που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης σε αγοραστή πιστώσεων, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο·

«σύμβαση διαχείρισης πιστώσεων» σημαίνει γραπτή σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ αγοραστή πιστώσεων και διαχειριστή πιστώσεων σχετικά με τις υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν από τον διαχειριστή πιστώσεων για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων·

«συναφής εγγύηση» σημαίνει την εγγύηση προς εκπλήρωση της υπόσχεσης ή υποχρέωσης του δανειολήπτη, η οποία παρέχεται μέσω σύμβασης και περιλαμβάνει, χωρίς περιορισμό, τόσο προσωπική εγγύηση, όσο και την παροχή οποιασδήποτε άλλης εξασφάλισης·

«σύμβαση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα» σημαίνει τη σύμβαση μεταξύ του διαχειριστή πιστώσεων ως εκτελούντος την επεξεργασία και του πιστωτή ως υπεύθυνου επεξεργασίας, η οποία περιλαμβάνει τα προβλεπόμενα στις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/679·

«σύμβαση πίστωσης» σημαίνει σύμβαση, όπως αυτή εκδίδεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, δυνάμει της οποίας πιστωτικό ίδρυμα χορήγησε αρχικά πίστωση υπό μορφή προθεσμιακής καταβολής, δανείου ή οποιασδήποτε άλλης παρόμοιας χρηματοδοτικής διευκόλυνσης και η αναφορά στον όρο σύμβαση πίστωσης για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου περιλαμβάνει και τις συναφείς με αυτήν εγγυήσεις, όπου εφαρμόζεται·

«σύστημα ή μηχανισμός ανταλλαγής δεδομένων» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου στο οποίο συμμετέχουν για σκοπούς καταχώρισης δεδομένων οι αγοραστές πιστώσεων και για σκοπούς καταχώρισης και πρόσβασης για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου οι διαχειριστές πιστώσεων·

«Σύσταση 2003/361/ΕΚ της Επιτροπής» σημαίνει τη Σύσταση της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003, σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων·

«Υπηρεσία» σημαίνει τον Διευθυντή της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή του Υπουργείου Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας και οποιονδήποτε λειτουργό της Υπηρεσίας Προστασίας Καταναλωτή, ο οποίος είναι γραπτώς εξουσιοδοτημένος από τον Διευθυντή για να ενεργεί εκ μέρους αυτού.

(2) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες, οποιαδήποτε αναφορά σε νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως Οδηγία, Κανονισμός ή Απόφαση, σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν από το κείμενο του παρόντος Νόμου ή από τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες προκύπτει διαφορετική έννοια.

(3) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες, οποιαδήποτε αναφορά σε νόμο ή κανονιστική διοικητική πράξη της Δημοκρατίας, σημαίνει τον εν λόγω νόμο ή την εν λόγω κανονιστική διοικητική πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται, εκτός εάν από το κείμενο του παρόντος Νόμου ή από τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες προκύπτει διαφορετική έννοια.

(4) Τυχόν όροι που παρατίθενται σε γλώσσα άλλη από την Ελληνική χρησιμοποιούνται, όχι ως μέρος του επίσημου κειμένου του παρόντος Νόμου, αλλά προς καθοδηγητική βοήθεια και για καλύτερη κατανόηση των όρων που χρησιμοποιούνται στο επίσημο κείμενο του παρόντος Νόμου.

Σκοπός

3. Ο παρών Νόμος θεσπίζει κοινό πλαίσιο και απαιτήσεις για-

(α) τους διαχειριστές πιστώσεων των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, που εκδίδεται από πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, οι οποίοι ενεργούν για λογαριασμό αγοραστή πιστώσεων,

(β) τους αγοραστές πιστώσεων των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, που εκδίδεται από πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πεδίο εφαρμογής

4.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται σε-

(α) διαχειριστές πιστώσεων οι οποίοι-

(i) είναι αδειοδοτημένοι από την Κεντρική Τράπεζα ή από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους και δραστηριοποιούνται στη Δημοκρατία, ή/και

(ii) είναι αδειοδοτημένοι από την Κεντρική Τράπεζα και δραστηριοποιούνται σε άλλο κράτος μέλος,

και ενεργούν για λογαριασμό αγοραστή πιστώσεων σε σχέση με τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, που έχει εκδοθεί από πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο, και

(β) αγοραστές πιστώσεων των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, που έχει εκδοθεί από πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σύμφωνα με το εφαρμοστέο ενωσιακό και εθνικό δίκαιο οι οποίοι δραστηριοποιούνται-

(i) στη Δημοκρατία, ή

(ii) σε άλλο κράτος μέλος για τους οποίους η Δημοκρατία είναι κράτος μέλος καταγωγής.

(γ) Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Νόμου, δεν είναι επιτρεπτή η πώληση δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης σε αγοραστή πιστώσεων.

(2) Για τις συμβάσεις πίστωσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του, ο παρών Νόμος δεν θίγει τις αρχές του δικαίου των συμβάσεων και τις αρχές του αστικού δικαίου που εφαρμόζονται βάσει του κυπριακού δικαίου σε σχέση με τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της σύμβασης πίστωσης, την προστασία που παρέχεται στους καταναλωτές ή τους δανειολήπτες δυνάμει ιδίως των Κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 593/2008 και (ΕΕ) αριθ. 1215/2012 και των διατάξεων του περί Προστασίας του Καταναλωτή Νόμου, του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου και του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου ή άλλων σχετικών διατάξεων της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας για την προστασία των καταναλωτών και τα δικαιώματα των δανειοληπτών.

(3) Ο παρών Νόμος δεν θίγει τυχόν περιορισμούς που προβλέπονται στην ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία όσον αφορά τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, που δεν παρουσιάζει καθυστέρηση ή παρουσιάζει καθυστέρηση μικρότερη των ενενήντα (90) ημερών ή δεν έχει τερματισθεί σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο.

(4) Ο παρών Νόμος δεν θίγει τις απαιτήσεις της ισχύουσας στη Δημοκρατία νομοθεσίας σχετικά με τη διαχείριση των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης ή τη μεταβίβαση της ίδιας της σύμβασης πίστωσης, σε περίπτωση κατά την οποία ο αγοραστής πιστώσεων είναι οντότητα ειδικού σκοπού για τιτλοποίηση, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2017/2402, εφόσον η ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία-

(α) δεν επηρεάζει το επίπεδο προστασίας των καταναλωτών που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο,

(β) εξασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν τις αναγκαίες πληροφορίες από τους διαχειριστές πιστώσεων.

(5)Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται για-

(α) τη διαχείριση των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της σύμβασης πίστωσης, που ασκείται από-

(i) πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ένωση,

(ii) Διαχειριστή Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΔΟΕΕ) που έχει λάβει άδεια ή έχει καταχωριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του περί των Διαχειριστών Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμου ή εταιρεία διαχείρισης ή επενδυτική εταιρεία που έχει λάβει άδεια σύμφωνα με τις διατάξεις του περί των Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμου, υπό την προϋπόθεση ότι η εταιρεία επενδύσεων δεν έχει ορίσει εταιρεία διαχείρισης δυνάμει της εν λόγω νομοθεσίας για λογαριασμό του ταμείου που διαχειρίζεται,

(iii) μη πιστωτικό ίδρυμα που υπόκειται σε εποπτεία από την Υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 21 του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου ή από την Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34Α του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του στη Δημοκρατία ή μη πιστωτικό ίδρυμα που υπόκειται σε εποπτεία από αρμόδια αρχή κράτους μέλους άλλη από τη Δημοκρατία σύμφωνα με το άρθρο 20 της Οδηγίας (ΕΚ) 2008/48 ή το άρθρο 35 της Οδηγίας (ΕΕ) 2014/17 κατά την άσκηση δραστηριοτήτων στη Δημοκρατία,

(β) τη διαχείριση των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της σύμβασης πίστωσης, που δεν εκδόθηκε από πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εκτός εάν τα δικαιώματα του πιστωτή στο πλαίσιο της σύμβασης πίστωσης ή η ίδια η σύμβαση πίστωσης αντικαθίσταται από σύμβαση πίστωσης που εκδίδεται από τέτοιο πιστωτικό ίδρυμα·

(γ) την αγορά των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, από πιστωτικό ίδρυμα εγκατεστημένο στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

(δ) τη μεταβίβαση δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της σύμβασης πίστωσης, που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.

ΜΕΡΟΣ II ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ I - Αδειοδότηση διαχειριστών πιστώσεων
Γενικές απαιτήσεις

5.-(1)(α) Διαχειριστές πιστώσεων για τους οποίους η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής λαμβάνουν άδεια λειτουργίας στη Δημοκρατία πριν από την έναρξη των δραστηριοτήτων τους στη Δημοκρατία ή στο έδαφος κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

(β) Διαχειριστές πιστώσεων για τους οποίους η Δημοκρατία δεν αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής λαμβάνουν άδεια λειτουργίας στο κράτος μέλος καταγωγής τους, πριν από την έναρξη των δραστηριοτήτων τους στο έδαφος της Δημοκρατίας, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους καταγωγής τους για τη μεταφορά της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα χορηγεί την αναφερόμενη στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) άδεια ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής.

Απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας

6.-(1) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 7, για τη χορήγηση της αναφερόμενης στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 άδειας λειτουργίας, τηρούνται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

(α) Ο αιτητής είναι νομικό πρόσωπο όπως αναφέρεται στο Άρθρο 54 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το εγγεγραμμένο του γραφείο βρίσκεται στη Δημοκρατία·

(β) τα μέλη των οργάνων διοίκησης ή διεύθυνσης του αιτητή έχουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, γεγονός που αποδεικνύεται με την παροχή στοιχείων σύμφωνα με τα οποία-

(i) διαθέτουν λευκό ποινικό μητρώο ή πληρούν άλλη ισοδύναμη εθνική απαίτηση όσον αφορά συναφή ποινικά αδικήματα, ιδίως αυτά που σχετίζονται με την περιουσία, οικονομικές υπηρεσίες και δραστηριότητες, νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, τοκογλυφία, απάτη, φορολογικά εγκλήματα, παραβίαση του επαγγελματικού απορρήτου ή αδικήματα κατά της σωματικής ακεραιότητας, καθώς και σε σχέση με οποιαδήποτε άλλα αδικήματα βάσει νόμων που αφορούν εταιρείες, πτώχευση, αφερεγγυότητα ή προστασία των καταναλωτών,

(ii) οι σωρευτικές επιπτώσεις ελασσόνων συμβάντων δεν θίγουν τα εχέγγυα εντιμότητάς τους,

(iii) χαρακτηρίζονταν από διαφάνεια και επιδείκνυαν ανοικτό πνεύμα και διάθεση συνεργασίας στις προηγούμενες επιχειρηματικές τους σχέσεις με τις εποπτικές και ρυθμιστικές αρχές,

(iv) δεν υπόκεινται σε εν εξελίξει διαδικασία αφερεγγυότητας ή δεν έχουν κηρυχθεί σε πτώχευση κατά το παρελθόν, εκτός εάν έχουν αποκατασταθεί σύμφωνα με το κυπριακό δίκαιο·

(γ) το διευθυντικό ή διοικητικό όργανο του αιτητή, στο σύνολό του, διαθέτει επαρκείς γνώσεις και πείρα για τη διεξαγωγή της επιχειρηματικής δραστηριότητας με κατάλληλο και υπεύθυνο τρόπο·

(δ) τα πρόσωπα που κατέχουν ειδικές συμμετοχές στον αιτητή, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 36) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, διαθέτουν τα απαιτούμενα εχέγγυα εντιμότητας, γεγονός που αποδεικνύεται με την εκπλήρωση των απαιτήσεων που ορίζονται στις υποπαραγράφους (i) και (iv) της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου·

(ε) ο αιτητής εφαρμόζει ισχυρό οργανωτικό πλαίσιο διακυβέρνησης και κατάλληλους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου, περιλαμβανομένων διαδικασιών διαχείρισης των κινδύνων και λογιστικής, που διασφαλίζουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων των δανειοληπτών και τη συμμόρφωση με τη νομοθεσία που διέπει τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή την ίδια τη σύμβαση πίστωσης, με τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/679 και τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο·

(στ) ο αιτητής εφαρμόζει κατάλληλη πολιτική που διασφαλίζει συμμόρφωση με τους κανόνες για την προστασία των δανειοληπτών ή εγγυητών και την αντιμετώπισή τους με δίκαιο και επιμελή τρόπο, μεταξύ άλλων με το να λαμβάνεται υπόψη η οικονομική κατάστασή τους και η ανάγκη παραπομπής τους, εφόσον διατίθενται, σε υπηρεσίες παροχής συμβουλών σε περιπτώσεις χρέους ή κοινωνικές υπηρεσίες·

(ζ) ο αιτητής εφαρμόζει επαρκείς και ειδικές εσωτερικές διαδικασίες που διασφαλίζουν την καταγραφή και τον χειρισμό των παραπόνων των δανειοληπτών ή εγγυητών·

(η) ο αιτητής εφαρμόζει επαρκείς διαδικασίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, δυνάμει των διατάξεων του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμο-ποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου·

(θ) ο αιτητής υπόκειται σε απαιτήσεις αναφοράς και δημόσιας γνωστοποίησης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, αρνείται τη χορήγηση της αναφερόμενης στο εδάφιο (1) του άρθρου 5 άδειας, εάν ο αιτητής, δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου και, κατά περίπτωση, τις απαιτήσεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 7.

Δυνατότητα κατοχής κεφαλαίων

7.-(1) Διαχειριστής πιστώσεων που ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων στο έδαφος της Δημοκρατίας, επιτρέπεται να λαμβάνει και να κατέχει κεφάλαια από δανειολήπτες και/ή εγγυητές αυτών, με σκοπό τη μεταβίβαση των εν λόγω κεφαλαίων σε αγοραστές πιστώσεων.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία ο διαχειριστής πιστώσεων λαμβάνει και κατέχει κεφάλαια από δανειολήπτες και/ή εγγυητές αυτών για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1)-

(α) τα εν λόγω κεφάλαια τηρούνται σε ξεχωριστό λογαριασμό του διαχειριστή πιστώσεων που τηρεί σε πιστωτικό ίδρυμα υπό μορφή λογαριασμού πελατών (client's account) στον οποίο πιστώνονται και φυλάσσονται έως τη διοχέτευσή τους στον αντίστοιχο αγοραστή πιστώσεων, υπό τους όρους που έχουν συμφωνηθεί με τον αγοραστή πιστώσεων,

(β) τα εν λόγω κεφάλαια προστατεύονται προς το συμφέρον των αγοραστών πιστώσεων έναντι των απαιτήσεων των άλλων πιστωτών του διαχειριστή πιστώσεων και ειδικότερα-

(i) τεκμαίρεται ότι κρατούνται ως εμπίστευμα προς όφελος του αγοραστή πιστώσεων,

(ii) δεν εμπίπτουν στην περιουσία του διαχειριστή πιστώσεων, η οποία υπόκειται σε εκκαθάριση,

(iii) απαγορεύεται όπως χρησιμοποιούνται από τον διαχειριστή πιστώσεων για δικό του σκοπό,

(iv) δεν δύναται να συμψηφίζονται με τις οφειλές που έχει ο διαχειριστής πιστώσεων με το πιστωτικό ίδρυμα,

(v) δεν δεσμεύονται και δεν κατάσχονται για φορολογικές ή οποιεσδήποτε οφειλές του διαχειριστή πιστώσεων, και

(vi) σε περίπτωση εκκαθάρισης του διαχειριστή πιστώσεων, τα εν λόγω κεφάλαια δεν συμψηφίζονται με άλλα χρέη σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 298Β του περί Εταιρειών Νόμου και κατ’ επέκταση των διατάξεων του άρθρου 35 του περί Πτώχευσης Νόμου·

(γ) οποιαδήποτε πληρωμή από δανειολήπτη και/ή εγγυητή σε διαχειριστή πιστώσεων με σκοπό, την εν μέρει ή εν όλω, αποπληρωμή των οφειλόμενων ποσών που σχετίζονται με τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, θεωρείται ότι έχει καταβληθεί στον αγοραστή πιστώσεων και η αναφερόμενη στην παράγραφο (δ) απόδειξη ή επιστολή απαλλαγής αποτελεί απόδειξη είσπραξης τέτοιου ποσού από τον αγοραστή πιστώσεων,

(δ) παραδίδει απόδειξη παραλαβής ή επιστολή απαλλαγής στον δανειολήπτη και/ή εγγυητή, αναλόγως της περίπτωσης, σε χαρτί ή άλλο σταθερό μέσο, κάθε φορά που λαμβάνει κεφάλαια από τον δανειολήπτη και/ή εγγυητή, βεβαιώνοντας τα εισπραχθέντα ποσά.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων δεν προτίθεται να λαμβάνει και να κατέχει κεφάλαια από δανειολήπτες και/ή εγγυητές αυτών στο πλαίσιο του επιχειρηματικού του μοντέλου, αναφέρει την πρόθεση αυτή στην αίτησή του για τη χορήγηση της άδειας λειτουργίας που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 5 και σε τέτοια περίπτωση δεν εφαρμόζονται οι απαιτήσεις που ορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου.

Διαδικασία χορήγησης άδειας λειτουργίας σε διαχειριστές πιστώσεων

8.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα είναι η αρμόδια αρχή για υποβολή αίτησης για εξασφάλιση άδειας λειτουργίας διαχειριστή πιστώσεων για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής και στην οποία ο εν λόγω διαχειριστής πιστώσεων υποβάλλει αίτηση και παρέχει κάθε απαραίτητη πληροφορία για να εξακριβώσει κατά πόσο πληροί όλες τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6 και, κατά περίπτωση, της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 7.

(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) αίτηση άδειας λειτουργίας διαχειριστή πιστώσεων, συνοδεύεται από τα ακόλουθα:

(α) Αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το νομικό καθεστώς του αιτητή και αντίγραφο της πράξης σύστασής του και του καταστατικού της εταιρείας·

(β) τη διεύθυνση του εγγεγραμμένου γραφείου του αιτητή·

(γ) τα στοιχεία ταυτότητας των μελών των οργάνων διοίκησης ή διεύθυνσης του αιτητή και των προσώπων που κατέχουν ειδική συμμετοχή, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 36) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013·

(δ) αποδεικτικά στοιχεία ότι ο αιτητής πληροί τις προϋποθέσεις των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(ε) αποδεικτικά στοιχεία ότι τα πρόσωπα που κατέχουν ειδική συμμετοχή κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 36) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(στ) αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με το οργανωτικό πλαίσιο διακυβέρνησης και τους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου που αναφέρονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(ζ) αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(η) αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τις εσωτερικές διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(θ) αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με τις διαδικασίες που αναφέρονται στην παράγραφο (η) του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(ι) κατά περίπτωση, αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξη χωριστού λογαριασμού που τηρεί σε πιστωτικό ίδρυμα υπό μορφή λογαριασμού πελατών (client's account), όπως προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 7·

(ια) τυχόν συμβάσεις εξωτερικής ανάθεσης, όπως προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 13.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα εξετάζει την αίτηση άδειας λειτουργίας εντός σαράντα πέντε (45) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της, νοουμένου ότι αυτή είναι πλήρης.

(4) Εντός ενενήντα (90) ημερών από την παραλαβή της πλήρους αίτησης ή, εάν η αίτηση θεωρηθεί ελλιπής από την παραλαβή των απαιτούμενων πληροφοριών, η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τον αιτητή εάν η αίτηση για άδεια λειτουργίας εγκρίθηκε ή απορρίφθηκε και σε περίπτωση απόρριψης αιτιολογεί την απόρριψη.

(5) Σε περίπτωση μη έκδοσης απόφασης εντός του καθορισμένου δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) χρονικού περιθωρίου ή σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, ο αιτητής έχει δικαίωμα προσφυγής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 146 του Συντάγματος.

(6) Σε περίπτωση κατά την οποία αγοραστής πιστώσεων ή αντιπρόσωπος αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, καλείται να ορίσει, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 18, διαχειριστή πιστώσεων ή οντότητα που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 και επιλέγει να διαχειριστεί και να επιβάλει ο ίδιος τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με τα δικαιώματα του πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, ο αγοραστής πιστώσεων ή ο αντιπρόσωπος αυτού θεωρείται διαχειριστής πιστώσεων και υποχρεούται όπως αιτηθεί και λάβει άδεια διαχειριστή πιστώσεων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(7) Στην περίπτωση που αναφέρεται στο εδάφιο (6), ο αδειοδοτημένος ως διαχειριστής πιστώσεων, αγοραστής πιστώσεων ή ο αντιπρόσωπος αυτού, δύναται να διαχειρίζεται τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που σχετίζονται με τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, σε σχέση με συμβάσεις πίστωσης που δεν ανήκουν στον ίδιο ως πιστωτή.

Ανάκληση της άδειας λειτουργίας

9.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα έχει την εξουσία εποπτείας, διεξαγωγής ερευνών και επιβολής κυρώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32, προκειμένου να ανακαλεί την άδεια λειτουργίας που έχει χορηγηθεί σε διαχειριστή πιστώσεων.

(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) άδεια λειτουργίας ανακαλείται σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων-

(α) δεν κάνει χρήση της άδειας λειτουργίας εντός δώδεκα (12) μηνών από τη χορήγησή της,

(β) παραιτείται ρητώς από την άδεια λειτουργίας,

(γ) έπαυσε να ασκεί τις δραστηριότητες διαχειριστή πιστώσεων για περίοδο μεγαλύτερη των δώδεκα (12) μηνών,

(δ) απέκτησε την άδεια λειτουργίας με ψευδείς δηλώσεις ή με οποιονδήποτε άλλο αντικανονικό τρόπο,

(ε) δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας διαχειριστή πιστώσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 6 και κατά περίπτωση στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 7,

(στ) διαπράττει σοβαρή παράβαση των εφαρμοστέων κανόνων, περιλαμβανομένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλων κανόνων προστασίας των καταναλωτών, περιλαμβανομένων και των κανόνων του κράτους μέλους υποδοχής και του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση.

(3) Σε περίπτωση ανάκλησης άδειας λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει πάραυτα τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής εάν ο διαχειριστής πιστώσεων παρέχει υπηρεσίες δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14, καθώς και τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, σε περίπτωση κατά την οποία διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και δεν είναι η Δημοκρατία.

Περιορισμοί για λόγους εθνικού συμφέροντος

9Α. Η Κεντρική Τράπεζα για λόγους εθνικού συμφέροντος δύναται-

(α) να αρνηθεί σε διαχειριστή πιστώσεων τη χορήγηση άδειας λειτουργίας,

(β) να ανακαλέσει την άδεια λειτουργίας που έχει χορηγηθεί σε διαχειριστή πιστώσεων,

(γ) να μην επιτρέψει την απόκτηση ή την αύξηση ειδικής συμμετοχής σε διαχειριστή πιστώσεων, και

(δ) να μην επιτρέψει τον διορισμό μέλους σε διοικητικό όργανο διαχειριστή πιστώσεων.

Κατάλογος ή μητρώο αδειοδοτημένων διαχειριστών πιστώσεων

10.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα καταρτίζει και τηρεί εθνικό μητρώο των διαχειριστών πιστώσεων που έχουν λάβει άδεια να παρέχουν υπηρεσίες στο έδαφος της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένων των διαχειριστών πιστώσεων που παρέχουν υπηρεσίες δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14.

(2) Το μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (1), είναι διαθέσιμο στο κοινό, προσβάσιμο ηλεκτρονικά στον δικτυακό τόπο της Κεντρικής Τράπεζας και ενημερώνεται σε τακτική βάση.

(3) Σε περίπτωση ανάκλησης άδειας λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9, η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει το μητρώο που προβλέπεται στο εδάφιο (1), χωρίς καθυστέρηση.

Σχέση με δανειολήπτες και εγγυητές, γνωστοποίηση των μεταβιβάσεων και μεταγενέστερη επικοινωνία

11.-(1) Οι αγοραστές πιστώσεων και οι διαχειριστές πιστώσεων, στις σχέσεις τους με τους δανειολήπτες και εγγυητές-

(α) ενεργούν καλόπιστα, δίκαια και επαγγελματικά,

(β) παρέχουν στους δανειολήπτες και εγγυητές πληροφορίες που δεν είναι παραπλανητικές, ασαφείς ή ψευδείς,

(γ) σέβονται και προστατεύουν τα προσωπικά στοιχεία και την ιδιωτική ζωή των δανειοληπτών και εγγυητών,

(δ) επικοινωνούν με τους δανειολήπτες και εγγυητές με τρόπο που δεν συνιστά παρενόχληση, καταναγκασμό ή αθέμιτη επιρροή.

(2) Μετά από οποιαδήποτε μεταβίβαση των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπη-ρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης σε αγοραστή πιστώσεων, και πάντοτε πριν από την πρώτη είσπραξη οφειλών ή το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από τη μεταβίβαση, οποιοδήποτε από τα δύο συμβεί νωρίτερα, αλλά και όποτε ζητείται από τον δανειολήπτη ή εγγυητή, ο αγοραστής πιστώσεων ή, όταν έχει οριστεί για την εκτέλεση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων, η οντότητα που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή ο διαχειριστής πιστώσεων, αποστέλλει στον δανειολήπτη και κάθε εγγυητή γνωστοποίηση, σε χαρτί ή σε άλλο σταθερό μέσο, στην οποία περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α) Πληροφορίες για την πραγματοποιηθείσα μεταβίβαση, περιλαμβανομένης της ημερομηνίας μεταβίβασης·

(β) τα στοιχεία ταυτότητας και τα στοιχεία επικοινωνίας του αγοραστή πιστώσεων·

(γ) μετά τον ορισμό του, τα στοιχεία ταυτότητας και τα στοιχεία επικοινωνίας του διαχειριστή πιστώσεων ή της οντότητας που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4·

(δ) μετά τον ορισμό του, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την άδεια λειτουργίας διαχειριστή πιστώσεων που έχει χορηγηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8·

(ε) όπου εφαρμόζεται, τα στοιχεία ταυτότητας και τα στοιχεία επικοινωνίας του παρόχου υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων·

(στ)παρουσιαζόμενη με διακριτό τρόπο, αναφορά σημείου επαφής στον αγοραστή πιστώσεων ή, όταν έχει οριστεί για την εκτέλεση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων, στην οντότητα που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή στον διαχειριστή πιστώσεων και, κατά περίπτωση, στον πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων, από τον οποίο δύναται να λαμβάνονται πληροφορίες όταν χρειάζεται·

(ζ) πληροφορίες σχετικά με τα ποσά που οφείλει ο δανειολήπτης και κάθε εγγυητής κατά τη στιγμή της γνωστοποίησης, με αναλυτική καταγραφή των ποσών που οφείλονται ως κεφάλαιο, τόκοι, προμήθειες και άλλες επιτρεπόμενες χρεώσεις, καθώς και τους τυχόν νέους αριθμούς λογαριασμών των πιστώσεων·

(η) δήλωση ότι εξακολουθεί να ισχύει όλη η σχετική ενωσιακή και εθνική νομοθεσία που αφορά ιδίως την εκτέλεση των συμβάσεων, την προστασία των καταναλωτών, τα δικαιώματα του δανειολήπτη και το ποινικό δίκαιο·

(θ) την ονομασία, τη διεύθυνση και τα στοιχεία επικοινωνίας των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους στο οποίο έχουν την κατοικία τους (are domiciled) ο δανειολήπτης και κάθε εγγυητής ή το εγγεγραμμένο τους γραφείο ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο δεν έχουν εγγεγραμμένο γραφείο, έχουν τα κεντρικά τους γραφεία και στις οποίες ο δανειολήπτης και κάθε εγγυητής δύνανται να υποβάλουν παράπονο:

Νοείται ότι, η εν λόγω γνωστοποίηση συντάσσεται σε γλώσσα σαφή και κατανοητή για το ευρύ κοινό.

(3) Σε κάθε μεταγενέστερη επικοινωνία με τον δανειολήπτη και τους εγγυητές αυτού, από τον αγοραστή πιστώσεων ή, όταν έχει ορισθεί για την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων, την οντότητα που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή τον διαχειριστή πιστώσεων, περιλαμβάνονται οι πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, εκτός εάν πρόκειται για την πρώτη γνωστοποίηση μετά τον διορισμό νέου διαχειριστή πιστώσεων, οπότε περιλαμβάνονται και οι πληροφορίες που ορίζονται στις παραγράφους (γ) και (δ) του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου.

(4) Τα εδάφια (2) και (3) ισχύουν χωρίς επηρεασμό τυχόν πρόσθετων απαιτήσεων σχετικά με τις γνωστοποιήσεις που προβλέπονται σε άλλη εφαρμοστέα ενωσιακή ή εθνική νομοθεσία.

Συμβατική σχέση μεταξύ διαχειριστή πιστώσεων και αγοραστή πιστώσεων

12.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία αγοραστής πιστώσεων δεν εκτελεί ο ίδιος τις δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων, ο διαχειριστής πιστώσεων που έχει ορισθεί, παρέχει τις υπηρεσίες του που αφορούν τη διαχείριση και την επιβολή των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, στη βάση συμφωνίας με τον αγοραστή πιστώσεων.

(2) Η σύμβαση διαχείρισης πιστώσεων που αναφέρεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

(α) Αναλυτική περιγραφή των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων που θα ασκεί ο διαχειριστής πιστώσεων·

(β) το ύψος της αμοιβής του διαχειριστή πιστώσεων ή τον τρόπο υπολογισμού της αμοιβής·

(γ) τον βαθμό στον οποίο ο διαχειριστής πιστώσεων δύναται να εκπροσωπεί τον αγοραστή πιστώσεων έναντι του δανειολήπτη και κάθε εγγυητή·

(δ) δεσμευτική δήλωση των συμβαλλομένων μερών ότι θα συμμορφώνονται με το ενωσιακό και εθνικό δίκαιο που εφαρμόζεται στα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης ή την ίδια τη σύμβαση πίστωσης, μεταξύ άλλων και όσον αφορά την προστασία των καταναλωτών και των προσωπικών δεδομένων, ιδίως του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2016/679, των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, των διατάξεων του περί Προστασίας του Καταναλωτή Νόμου, των διατάξεων του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου και των διατάξεων του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου·

(ε) ρήτρα που απαιτεί τη δίκαιη και επιμελή μεταχείριση των δανειοληπτών και κάθε εγγυητή.

(3) Η σύμβαση διαχείρισης πιστώσεων που προβλέπεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει απαίτηση, σύμφωνα με την οποία ο διαχειριστής πιστώσεων ενημερώνει τον αγοραστή πιστώσεων πριν από την εξωτερική ανάθεση οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων που ασκεί.

(4) Ο διαχειριστής πιστώσεων καταρτίζει και τηρεί τα ακόλουθα αρχεία για τουλάχιστον πέντε (5) έτη από την ημερομηνία λήξης της ισχύος ή τον τερματισμό της συμφωνίας που αναφέρεται στο εδάφιο (1) ή για τη διάρκεια της εφαρμοστέας στο κράτος μέλος καταγωγής του προθεσμίας παραγραφής, και σε κάθε περίπτωση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) έτη, τηρουμένων των αναλογιών, ως εκάστοτε ορίζεται στις Οδηγίες του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα προς τα Αδειοδοτημένα Πιστωτικά Ιδρύματα, περιλαμβανομένων των Οδηγιών 1/2017 και 2/2017:

(α) Τη σχετική αλληλογραφία, τόσο με τον αγοραστή πιστώσεων, όσο και με τον δανειολήπτη και κάθε εγγυητή, υπό τους όρους που προβλέπονται στην ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία·

(β) τις σχετικές εντολές που λαμβάνει από τον αγοραστή πιστώσεων σε σχέση με τα δικαιώματα του πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, τα οποία διαχειρίζεται και εκτελεί για λογαριασμό του εν λόγω αγοραστή πιστώσεων, υπό τους όρους που προβλέπονται στην ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία·

(γ) τη σύμβαση διαχείρισης πιστώσεων:

Νοείται ότι, τηρουμένων των υπό αναφορά Οδηγιών με τη λήξη των οκτώ (8) ή δέκα (10) ετών, ανάλογα με την περίπτωση, ο διαχειριστής πιστώσεων διαγράφει και /ή καταστρέφει όλα τα πιο πάνω έγγραφα:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση κατά την οποία για οποιονδήποτε λόγο διαγραφεί ο διαχειριστής πιστώσεων από το μητρώο διαχειριστών, όλα τα πιο πάνω έγγραφα θα τηρούνται από τον αγοραστή ή από το νέο διαχειριστή πιστώσεων για την αναφερόμενη στο παρόν εδάφιο περίοδο.

(5) Ο διαχειριστής πιστώσεων θέτει τα αρχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (4) στη διάθεση της Κεντρικής Τράπεζας, κατόπιν σχετικού αιτήματος.

Εξωτερική ανάθεση από διαχειριστή πιστώσεων

13.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων χρησιμοποιεί πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων για την άσκηση οιασδήποτε εκ των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων, ο διαχειριστής πιστώσεων διατηρεί την πλήρη ευθύνη για την εκπλήρωση όλων των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις διαστάξεις του παρόντος Νόμου και η εξωτερική ανάθεση των εν λόγω δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων υπόκειται στις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Τη σύναψη γραπτής σύμβασης εξωτερικής ανάθεσης μεταξύ του διαχειριστή πιστώσεων και του παρόχου υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων, βάσει της οποίας ο πάροχος υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων υποχρεούται να συμμορφώνεται με τις ισχύουσες νομοθετικές διατάξεις, περιλαμβανομένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και με το σχετικό ενωσιακό ή εθνικό δίκαιο που εφαρμόζεται στα δικαιώματα του πιστωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης ή στην ίδια τη σύμβαση πίστωσης·

(β) απαγορεύεται η εξωτερική ανάθεση σε πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων όλων των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων ταυτόχρονα·

(γ) η συμφωνία εξωτερικής ανάθεσης με τον πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων δεν μεταβάλλει τη συμβατική σχέση μεταξύ του διαχειριστή πιστώσεων και του αγοραστή πιστώσεων και τις υποχρεώσεις του διαχειριστή πιστώσεων προς τον αγοραστή πιστώσεων ή προς τους δανειολήπτες και κάθε εγγυητή·

(δ) η συμμόρφωση του διαχειριστή πιστώσεων με τις απαιτήσεις της αδειοδότησής του όπως καθορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 6, δεν επηρεάζεται από την εξωτερική ανάθεση ορισμένων δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων που ασκεί·

(ε) η εξωτερική ανάθεση στον πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων δεν παρεμποδίζει την εποπτεία του διαχειριστή πιστώσεων από την Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15, 29, 30 και 31·

(στ) ο διαχειριστής πιστώσεων έχει άμεση πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν στις δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων που ανατίθενται εξωτερικά στον πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων·

(ζ) μετά τη λήξη της ισχύος ή τον τερματισμό της σύμβασης εξωτερικής ανάθεσης, ο διαχειριστής πιστώσεων διαθέτει την εμπειρογνωμοσύνη και τους πόρους, ώστε να είναι σε θέση να παρέχει τις εξωτερικά ανατεθείσες δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων:

Νοείται ότι, η εξωτερική ανάθεση των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων δεν πραγματοποιείται κατά τρόπο που να υποβαθμίζει την ποιότητα του εσωτερικού ελέγχου του διαχειριστή πιστώσεων ή την αξιοπιστία ή τη συνέχεια των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων που ασκεί.

(2) Ο διαχειριστής πιστώσεων ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και, κατά περίπτωση, του κράτους μέλους υποδοχής, πριν από την εξωτερική ανάθεση των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων που ασκεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1).

(3) O διαχειριστής πιστώσεων καταρτίζει και τηρεί τα αρχεία των συναφών εντολών που διαβίβασε στον πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων, σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία και σύμφωνα με τη σύμβαση εξωτερικής ανάθεσης που προβλέπεται στο εδάφιο (1), για τουλάχιστον πέντε (5) έτη από την ημερομηνία λήξης της ισχύος ή του τερματισμού της σύμβασης εξωτερικής ανάθεσης ή για την ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία προθεσμία παραγραφής, αλλά σε κάθε περίπτωση για περίοδο μέγιστης διάρκειας δέκα (10) ετών.

(4) Ο διαχειριστής πιστώσεων και ο πάροχος υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων θέτουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (3) στη διάθεση της Κεντρικής Τράπεζας, όταν αυτές ζητηθούν.

(5) Ο πάροχος υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων δεν επιτρέπεται να λαμβάνει και να κατέχει κεφάλαια από δανειολήπτες και εγγυητές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II - Δραστηριότητες διασυνοριακής διαχείρισης πιστώσεων
Ελεύθερη άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε κράτος μέλος υποδοχής

14.-(1) Οι διαχειριστές πιστώσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε κράτος μέλος καταγωγής άλλο από τη Δημοκρατία, σύμφωνα με εναρμονιστική νομοθεσία του εν λόγω κράτους μέλους για τη μεταφορά της παραγράφου 1 του άρθρου 4 της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167 στο εθνικό δίκαιο αυτού, έχουν το δικαίωμα να παρέχουν στη Δημοκρατία ως κράτος μέλος υποδοχής, τις υπηρεσίες που καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας τους, τηρουμένων οιωνδήποτε περιορισμών ή απαιτήσεων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, περιλαμβανομένης, όπου εφαρμόζεται, της απαγόρευσης λήψης και κατοχής κεφαλαίων από δανειολήπτες και εγγυητές, που δεν συνδέονται με άλλες απαιτήσεις αδειοδότησης των διαχειριστών πιστώσεων ή με εκείνες που καθορίζονται για την επαναδιαπραγμάτευση των όρων και προϋποθέσεων που σχετίζονται με τα δικαιώματα του πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή με την ίδια τη σύμβαση πίστωσης.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων που έχει λάβει άδεια λειτουργίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 5, στη Δημοκρατία ως κράτος μέλος καταγωγής προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες σε κράτος μέλος υποδοχής, υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα τις ακόλουθες πληροφορίες:

(α) Tο κράτος μέλος υποδοχής στο οποίο προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες, και, όπου οι πληροφορίες αυτές είναι ήδη γνωστές στον διαχειριστή πιστώσεων, το κράτος μέλος στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και τη Δημοκρατία·

(β) όπου εφαρμόζεται, τη διεύθυνση του υποκαταστήματος του διαχειριστή πιστώσεων που έχει ιδρυθεί στο κράτος μέλος υποδοχής·

(γ) όπου εφαρμόζεται, τα στοιχεία ταυτότητας και τη διεύθυνση του παρόχου υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων στο κράτος μέλος υποδοχής·

(δ) τα στοιχεία ταυτότητας των προσώπων που διευθύνουν την παροχή των υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων στο κράτος μέλος υποδοχής·

(ε) όπου εφαρμόζεται, λεπτομέρειες σχετικά με τα μέτρα που ελήφθησαν για την προσαρμογή των εσωτερικών διαδικασιών, του οργανωτικού πλαισίου διακυβέρνησης και των μηχανισμών εσωτερικού ελέγχου, προκειμένου να διασφαλιστεί συμμόρφωση με το εφαρμοστέο δίκαιο των δικαιωμάτων του πιστωτή στο πλαίσιο σύμβασης πίστωσης ή τη μεταβίβαση της ίδιας της σύμβασης πίστωσης·

(στ) περιγραφή της διαδικασίας που έχει θεσπιστεί για τη συμμόρφωση με τους κανόνες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, όταν η εθνική νομοθεσία του κράτους μέλους υποδοχής για τη μεταφορά της Οδηγίας (ΕΕ) 2015/849 στο εθνικό δίκαιο ορίζει τους διαχειριστές πιστώσεων ως υπόχρεες οντότητες για τους σκοπούς της πρόληψης και της καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας·

(ζ) ότι ο διαχειριστής πιστώσεων διαθέτει τα κατάλληλα μέσα για να επικοινωνεί στη γλώσσα του κράτους μέλους υποδοχής ή στη γλώσσα της σύμβασης πίστωσης·

(η) κατά πόσο ο διαχειριστής πιστώσεων έχει λάβει άδεια, στο κράτος μέλος καταγωγής του, να λαμβάνει και να έχει στην κατοχή του κεφάλαια από δανειολήπτες και εγγυητές.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία αποτελεί την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής-

(α) εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την παραλαβή όλων των πληροφοριών που αναφέρονται στο εδάφιο (2), διαβιβάζει τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο ο διαχειριστής πιστώσεων προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες,

(β) ενημερώνει στη συνέχεια τον διαχειριστή πιστώσεων σχετικά με την ημερομηνία κατά την οποία οι πληροφορίες κοινοποιήθηκαν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής στο οποίο ο διαχειριστής πιστώσεων προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες και την ημερομηνία κατά την οποία οι εν λόγω αρμόδιες αρχές επιβεβαίωσαν την παραλαβή των πληροφοριών, και

(γ) κοινοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν είναι άλλο από το κράτος μέλος υποδοχής στο οποίο ο διαχειριστής πιστώσεων προτίθεται να παρέχει υπηρεσίες και την Δημοκρατία.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία αποτελεί αρμόδια αρχή κράτους μέλους υποδοχής διαχειριστή πιστώσεων, και ενημερώνεται από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής αυτού, δυνάμει της παραγράφου 3 του άρθρου 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167, επιβεβαιώνει την παραλαβή των αναφερόμενων στο εδάφιο (2) πληροφοριών, χωρίς καθυστέρηση.

(5) Σε περίπτωση κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα, ενεργώντας ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, δεν διαβιβάσει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2), ο διαχειριστής πιστώσεων έχει δικαίωμα λήψης δικαστικών μέτρων, μεταξύ άλλων, για άρση της παράλειψης.

(6) Διαχειριστής πιστώσεων είναι σε θέση να αρχίσει να παρέχει υπηρεσίες στη Δημοκρατία ως κράτος μέλος υποδοχής από την ημερομηνία οποιουδήποτε εκ των ακόλουθων, ανάλογα με το ποιο επέρχεται νωρίτερα:

(α) Της παραλαβής της κοινοποίησης, από την Κεντρική Τράπεζα ως αρμόδιας αρχής του κράτους μέλους υποδοχής, με την οποία επιβεβαιώνεται η παραλαβή της κοινοποίησης που προβλέπεται στις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους καταγωγής του διαχειριστή πιστώσεων για τη μεταφορά της παραγράφου 3 του άρθρου 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167·

(β) ελλείψει παραλαβής της προβλεπόμενης στην παράγραφο (α) κοινοποίησης, μετά την παρέλευση δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής όλων των πληροφοριών που προβλέπονται στις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους καταγωγής του διαχειριστή πιστώσεων για τη μεταφορά της παραγράφου 2 του άρθρου 13 της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167 από την οικεία αρμόδια αρχή στην Κεντρική Τράπεζα.

(7) Ο διαχειριστής πιστώσεων ενημερώνει την Κεντρική Τράπεζα σε περίπτωση κατά την οποία αυτή ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, για οιεσδήποτε μεταγενέστερες μεταβολές που επέρχονται στις πληροφορίες αυτού και οι οποίες απαιτείται να κοινοποιηθούν κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) και στην περίπτωση αυτή τηρείται η διαδικασία που προβλέπεται στις παραγράφους 3, 4 και 5 του άρθρου 14 της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167.

(8) Η Κεντρική Τράπεζα σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, καταγράφει στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 10 τους διαχειριστές πιστώσεων που έχουν την καταγωγή σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, και έχουν λάβει άδεια να ασκούν δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων στη Δημοκρατία, καθώς και τα λεπτομερή στοιχεία του κράτους μέλους καταγωγής τους.

Εποπτεία των διαχειριστών πιστώσεων που παρέχουν διασυνοριακές υπηρεσίες

15.-(1) H Κεντρική Τράπεζα ελέγχει και αξιολογεί τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου των διαχειριστών πιστώσεων που παρέχουν υπηρεσίες διαχείρισης πιστώσεων σε κράτος μέλος υποδοχής, σε περίπτωση κατά την οποία οι εν λόγω διαχειριστές έχουν τη Δημοκρατία ως κράτος μέλος καταγωγής τους.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία οι διαχειριστές πιστώσεων έχουν τη Δημοκρατία ως κράτος μέλος καταγωγής τους, η Κεντρική Τράπεζα ασκεί εποπτεία, πραγματοποιεί έρευνες και επιβάλλει διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα σε διαχειριστές πιστώσεων σε σχέση με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου, όταν οι εν λόγω διαχειριστές ασκούν δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων σε κράτος μέλος υποδοχής.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία οι διαχειριστές πιστώσεων έχουν τη Δημοκρατία ως κράτος μέλος καταγωγής τους, η Κεντρική Τράπεζα κοινοποιεί τα μέτρα που λαμβάνει, σε σχέση με τους διαχειριστές πιστώσεων, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, και, κατά περίπτωση, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και τη Δημοκρατία.

(4)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων, για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής, ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων σε κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα συνεργάζεται στενά κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της, ιδίως κατά τη διενέργεια ελέγχων, ερευνών και επιτόπιων επιθεωρήσεων, με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και, κατά περίπτωση, του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και τη Δημοκρατία.

(β) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα συνεργάζεται στενά κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της, ιδίως κατά τη διενέργεια ελέγχων, ερευνών και επιτόπιων επιθεωρήσεων, με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και, κατά περίπτωση, του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και τη Δημοκρατία.

(5)(α) Η Κεντρική Τράπεζα, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, ως αρμόδια αρχή κράτους μέλους καταγωγής, ζητά τη συνδρομή των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους υποδοχής για τη διενέργεια επιτόπιας επιθεώρησης στο κράτος μέλος υποδοχής σε σχέση με υποκατάστημα που έχει ιδρυθεί ή σε σχέση με πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων που έχει διοριστεί σε κράτος μέλος υποδοχής.

(β) Η επιτόπια επιθεώρηση ενός υποκαταστήματος ή ενός παρόχου πιστωτικών υπηρεσιών διενεργείται σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο διενεργείται η επιθεώρηση.

(6) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, έχει δικαίωμα να αποφασίζει ποια είναι τα καταλληλότερα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε κάθε επιμέρους περίπτωση, ώστε να ανταποκρίνεται σε αίτημα συνδρομής των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής.

(7) Στην περίπτωση κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα, ενεργώντας ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, αποφασίζει να διενεργήσει επιτόπιες επιθεωρήσεις για λογαριασμό των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους καταγωγής, ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής σχετικά με τα αποτελέσματα αυτών.

(8) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, δύναται αυτεπάγγελτα, να διενεργεί ελέγχους, επιθεωρήσεις και έρευνες σε σχέση με δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων που ασκεί στο έδαφος της Δημοκρατίας διαχειριστής πιστώσεων που το κράτος μέλος καταγωγής του είναι άλλο από την Δημοκρατία και κοινοποιεί, χωρίς καθυστέρηση, τα αποτελέσματα των εν λόγω ελέγχων, επιθεωρήσεων και ερευνών στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής.

(9) Σε περίπτωση κατά την οποία η Κεντρική Τράπεζα, ενεργώντας ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι διαχειριστής πιστώσεων που το κράτος μέλος καταγωγής του είναι άλλο από τη Δημοκρατία και που ασκεί δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων στο έδαφος της Δημοκρατίας, όπως προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14, παραβαίνει τους εφαρμοστέους κανόνες, μεταξύ αυτών, τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διαβιβάζει τα εν λόγω στοιχεία στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και τους υποβάλλει αίτημα να προβούν στη λήψη κατάλληλων μέτρων, χωρίς επηρεασμό των εξουσιών εποπτείας, διενέργειας ερευνών και επιβολής ποινών της Κεντρικής Τράπεζας ή άλλης αρμόδιας αρχής, όσον αφορά τον διαχειριστή πιστώσεων βάσει της ισχύουσας στη Δημοκρατία νομοθεσίας και συγκεκριμένα αυτής που εφαρμόζεται στην πίστωση ή στη σύμβαση πιστώσεων, περιλαμβανομένων των διατάξεων του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου και των διατάξεων του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου.

(10) Σε περίπτωση κατά την οποία η πίστωση χορηγήθηκε στη Δημοκρατία και η Δημοκρατία δεν αποτελεί, ούτε το κράτος μέλος υποδοχής, ούτε το κράτος μέλος καταγωγής και η Κεντρική Τράπεζα διαθέτει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι διαχειριστής πιστώσεων παραβαίνει τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο ή στην ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία που εφαρμόζεται στην πίστωση ή στη σύμβαση πίστωσης, περιλαμβανομένων των διατάξεων του περί Ελευθεροποίησης του Επιτοκίου και Συναφών Θεμάτων Νόμου, των διατάξεων του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου, της περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, των διατάξεων του περί Συμβάσεων Πίστωσης για Καταναλωτές σε σχέση με Ακίνητα που προορίζονται για Κατοικία Νόμου και των διατάξεων του περί των Συμβάσεων Καταναλωτικής Πίστης Νόμου, διαβιβάζει τα εν λόγω στοιχεία στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και υποβάλλει αίτημα να προβούν στη λήψη κατάλληλων μέτρων, χωρίς επηρεασμό των εξουσιών εποπτείας, διενέργειας ερευνών και επιβολής ποινών της Κεντρικής Τράπεζας.

(11) Η Κεντρική Τράπεζα, κοινοποιεί, σε σχέση με διαχειριστές πιστώσεων που το κράτος μέλος καταγωγής τους είναι η Δημοκρατία, λεπτομέρειες σχετικά με διοικητική ή άλλη διαδικασία που κινείται σε σχέση με τα αποδεικτικά στοιχεία που παρείχε το κράτος μέλος υποδοχής διαχειριστή πιστώσεων ή σχετικά με διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα που επιβλήθηκαν στον διαχειριστή πιστώσεων ή αιτιολογημένη απόφαση περί της μη λήψης μέτρων, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής διαχειριστή πιστώσεων, οι οποίες διαβίβασαν τα αποδεικτικά στοιχεία, το αργότερο εντός δύο (2) μηνών από την υποβολή του αιτήματος που προβλέπεται στο εδάφιο (9) και, σε περίπτωση κίνησης διαδικασίας, η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τακτικά τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής σχετικά με την εξέλιξή της.

(12) Σε περίπτωση κατά την οποία διαχειριστής πιστώσεων, για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής εξακολουθεί να παραβαίνει τους εφαρμοστέους κανόνες, περιλαμβανομένων των υποχρεώσεών του που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και αφού η Κεντρική Τράπεζα ενημερώσει σχετικά το κράτος μέλος καταγωγής, έχει δικαίωμα να επιβάλλει κατάλληλες διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 33 για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, όταν ισχύει ένα από τα ακόλουθα:

(α) Ο διαχειριστής πιστώσεων δεν έλαβε επαρκή και αποτελεσματικά μέτρα σε εύλογο χρονικό διάστημα για να διορθώσει την παράβαση· ή

(β) σε επείγουσα περίπτωση, όπου είναι απαραίτητη η άμεση ανάληψη δράσης, προκειμένου να αντιμετωπιστεί σοβαρή απειλή κατά των συλλογικών συμφερόντων των δανειοληπτών και εγγυητών.

(13) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να επιβάλλει τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (12) διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα, ανεξάρτητα από τυχόν διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα που έχουν ήδη επιβληθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής.

(14) Ανεξαρτήτως οποιασδήποτε άλλης διάταξης, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαγορεύσει την άσκηση περαιτέρω δραστηριοτήτων από διαχειριστή πιστώσεων που παραβαίνει τους εφαρμοστέους κανόνες, περιλαμβανομένων των υποχρεώσεων αυτού που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, μέχρις ότου ληφθεί κατάλληλη απόφαση από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής ή μέχρις ότου ληφθούν μέτρα από τον διαχειριστή πιστώσεων για τη διόρθωση της παράβασης.

ΜΕΡΟΣ III ΑΓΟΡΑΣΤΕΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ
Δικαίωμα πληροφόρησης για τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης

16.-(1) Το πιστωτικό ίδρυμα, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 17, παρέχει κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων στον υποψήφιο αγοραστή πιστώσεων την αναγκαία πληροφόρηση, τηρουμένης της αρχής της ελαχιστοποίησης των δεδομένων του Γενικού Κανονισμού για την Προστασία Δεδομένων, σχετικά με τα δικαιώματα του πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης και, όπου εφαρμόζεται, και τις συναφείς εγγυήσεις, προκειμένου ο υποψήφιος αγοραστής πιστώσεων να είναι σε θέση να διενεργήσει τη δική του αποτίμηση όσον αφορά την αξία των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης και τις πιθανότητες ανάκτησης της αξίας της εν λόγω σύμβασης, προτού συνάψει σύμβαση για τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του εν λόγω πιστωτή που απορρέουν από τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, εξασφαλίζοντας παράλληλα την προστασία των πληροφοριών που γνωστοποιεί το πιστωτικό ίδρυμα και της εμπιστευτικότητας των επιχειρηματικών δεδομένων.

(1Α) Ο αναφερόμενος στο εδάφιο (1) υποψήφιος αγοραστής πιστώσεων, διασφαλίζει την προστασία όλων των πληροφοριών που λαμβάνει από το πιστωτικό ίδρυμα, την εμπιστευτικότητα των επιχειρηματικών δεδομένων και την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα σύμφωνα με τον Γενικό Κανονισμό για την Προστασία Δεδομένων και τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.

(2) Τα πιστωτικά ιδρύματα που μεταβιβάζουν σε αγοραστή πιστώσεων τα δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης και για τα οποία η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, γνωστοποιούν σε εξαμηνιαία βάση στην Κεντρική Τράπεζα και στην αρμόδια αρχή που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 4 του περί Κεφαλαιακής Επάρκειας ΕΠΕΥ Νόμου, τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α) Τον αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας (LEI) του αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού, που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, ή, εάν ο εν λόγω αναγνωριστικός κωδικός δεν υπάρχει, τα ακόλουθα:

(i) τα στοιχεία ταυτότητας του αγοραστή πιστώσεων ή των μελών του διευθυντικού ή διοικητικού οργάνου του αγοραστή πιστώσεων και των προσώπων που κατέχουν ειδική συμμετοχή στον αγοραστή πιστώσεων, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 36) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013· και

(ii) τη διεύθυνση του αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού, που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20·

(β) το συγκεντρωτικό υπόλοιπο των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τις μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πίστωσης ή των ίδιων των μη εξυπηρετούμενων συμβάσεων πίστωσης που μεταβιβάστηκαν·

(γ) τον αριθμό και το μέγεθος των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τις μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πίστωσης ή των ίδιων των μη εξυπηρετούμενων συμβάσεων πίστωσης που μεταβιβάστηκαν·

(δ) κατά πόσον η μεταβίβαση περιλαμβάνει τα δικαιώματα του πιστωτή που απορρέουν από τις μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πίστωσης ή τις ίδιες τις μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πίστωσης που έχουν συναφθεί με καταναλωτές και τα είδη των περιουσιακών στοιχείων που εξασφαλίζουν τις μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πίστωσης, όπου εφαρμόζεται.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα, δύναται να απαιτεί από τα πιστωτικά ιδρύματα για τα οποία η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, να παρέχουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) σε τριμηνιαία βάση, όποτε το κρίνει αναγκαίο, μεταξύ άλλων για την καλύτερη παρακολούθηση μεγάλου αριθμού μεταβιβάσεων που ενδέχεται να προκύψουν κατά τη διάρκεια περιόδου κρίσης.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα διαβιβάζει, χωρίς καθυστέρηση, τις πληροφορίες που αναφέρονται στα εδάφια (2) και (3), καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που κρίνει αναγκαία για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του αγοραστή πιστώσεων.

(5) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) έως (4) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σύμφωνα με τους Κανονισμούς (ΕΕ) αριθ. 2016/679 και (ΕΕ) αριθ. 2018/1725 και τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.

Εφαρμογή τεχνικών προτύπων για τα πρότυπα δεδομένων

17-(1) Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών καταρτίζει σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων για τον καθορισμό των προτύπων που πρέπει να χρησιμοποιούνται από πιστωτικά ιδρύματα για την παροχή πληροφόρησης που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16, προκειμένου να παρέχουν στους αγοραστές πιστώσεων αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με τα πιστωτικά ανοίγματά τους στο τραπεζικό χαρτοφυλάκιο, για την ανάλυση, τον διεξοδικό οικονομικό έλεγχο και την αποτίμηση των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης.

(2) Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών προσδιορίζει στα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) τα πεδία δεδομένων, περιλαμβανομένων των πεδίων δεδομένων που είναι υποχρεωτικά και την επεξεργασία των δεδομένων για τις εμπιστευτικές πληροφορίες κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 16.

(3) Τα σχέδια εκτελεστικών τεχνικών προτύπων είναι αναλογικά προς τη φύση και το μέγεθος των πιστώσεων και των χαρτοφυλακίων πίστωσης.

(4) Τα πρότυπα δεδομένων χρησιμοποιούνται για συναλλαγές που σχετίζονται με πιστώσεις, οι οποίες εκδόθηκαν μετά την 1η Ιουλίου 2018 και κατέστησαν μη εξυπηρετούμενες μετά τις 28 Δεκεμβρίου 2021 και για τις πιστώσεις που χορηγούνται μεταξύ της 1ης Ιουλίου 2018 και της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος των εκτελεστικών τεχνικών προτύπων που προβλέπονται στο εδάφιο (1), τα πιστωτικά ιδρύματα συμπληρώνουν το πρότυπο δεδομένων με τις πληροφορίες που έχουν ήδη στη διάθεσή τους.

(5) Tα πιστωτικά ιδρύματα εφαρμόζουν τα εγκεκριμένα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 15 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, εκτελεστικά τεχνικά πρότυπα του εδαφίου (1), για τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή τη μεταβίβαση της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα και τα πρότυπα δεδομένων χρησιμοποιούνται από τα πιστωτικά ιδρύματα για την παροχή πληροφοριών μεταξύ πιστωτικών ιδρυμάτων σε περιπτώσεις που υφίσταται μόνο μεταβίβαση των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης.

Υποχρεώσεις των αγοραστών πιστώσεων

18.-(1)(α) Αγοραστής πιστώσεων που έχει την κατοικία του (is domiciled) ή το εγγεγραμμένο γραφείο του στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος μέλος και η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, ορίζει οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων για την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, που έχει συναφθεί στη Δημοκρατία με καταναλωτές·

(β) Αγοραστής πιστώσεων που δεν έχει την κατοικία του (is not domiciled) στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή δεν έχει την καταστατική του έδρα ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, δεν έχει τα κεντρικά του γραφεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο αντιπρόσωπος αυτού, που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 20, ορίζει οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αντιπρόσωπος είναι ο ίδιος οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων, για την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης που έχει συναφθεί στη Δημοκρατία με-

(i) φυσικά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων καταναλωτές και ανεξάρτητοι εργαζόμενοι,

(ii) πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του παραρτήματος της Σύστασης της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003 σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων.

(γ) Σε περίπτωση κατά την οποία η μεταβίβαση χαρτοφυλακίου πιστώσεων περιλαμβάνει συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες απαιτείται ορισμός οντότητας που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων, και ταυτόχρονα περιλαμβάνει και άλλες συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες δεν απαιτείται τέτοιος ορισμός, η προβλεπόμενη στις παραγράφους (α) και (β) απαίτηση επεκτείνεται σε όλες τις συμβάσεις πίστωσης που συνάπτονται στη Δημοκρατία με δανειολήπτες για τους οποίους η Δημοκρατία είναι κράτος μέλος υποδοχής.

(2)(α) Αγοραστής πιστώσεων δεν υπόκειται σε άλλες πρόσθετες απαιτήσεις για την αγορά των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, πέραν όσων προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή από τις διατάξεις της εφαρμοστέας νομοθεσίας σχετικά με την προστασία του καταναλωτή, του δικαίου περί συμβάσεων και του αστικού ή ποινικού δικαίου.

(β) Η σχετική ενωσιακή και εθνική νομοθεσία που αφορά ιδίως την εκτέλεση συμβάσεων, την προστασία των καταναλωτών, τα δικαιώματα των δανειοληπτών και εγγυητών, την αρχική χορήγηση της πίστωσης, τους κανόνες για το τραπεζικό απόρρητο και το ποινικό δίκαιο εξακολουθεί να ισχύει για τον αγοραστή πιστώσεων κατά τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης ή τη μεταβίβαση της ίδιας της σύμβασης πίστωσης στον αγοραστή πιστώσεων.

(γ) Το επίπεδο προστασίας που παρέχεται βάσει του ενωσιακού και εθνικού δικαίου, καθώς και της νομοθεσίας αφερεγγυότητας, στους καταναλωτές και σε άλλους δανειολήπτες και εγγυητές δεν επηρεάζεται από τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης ή τη μεταβίβαση της ίδιας της σύμβασης πίστωσης στον αγοραστή πιστώσεων, υπό την επιφύλαξη των εθνικών και διεθνών κανόνων περί γραμματίων και συναλλαγματικών.

(3) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν θίγουν τις εθνικές εξουσίες όσον αφορά τα πιστωτικά μητρώα, περιλαμβανομένης της εξουσίας να απαιτούνται από τους αγοραστές πιστώσεων πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα του πιστωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη σύμβαση πίστωσης και την απόδοσή της.

(4) Διαχειριστής πιστώσεων που έχει οριστεί ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, συμμορφώνεται για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον αγοραστή πιστώσεων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, καθώς και των διατάξεων των άρθρων 19, 21, και 27 και στην περίπτωση που δεν έχει οριστεί διαχειριστής πιστώσεων ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, ο αγοραστής πιστώσεων ή ο αντιπρόσωπός του εξακολουθεί να υπόκειται στις εν λόγω υποχρεώσεις.

(5) Οι αγοραστές πιστώσεων υποβάλλουν δεδομένα για το σύνολο των πιστώσεων τις οποίες κατέχουν στο μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων ΑΡΤΕΜΙΣ ως τα δεδομένα αυτά καθορίζονται στην περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας.

(6) Οι κατά το παρόν άρθρο οριζόμενοι διαχειριστές πιστώσεων ή οντότητες που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, υποχρεούνται για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων να συμμορφώνονται με τα εδάφια (3) και (5) σε περίπτωση κατά την οποία η μεταξύ του αγοραστή πιστώσεων και διαχειριστή πιστώσεων σύμβαση διαχείρισης πιστώσεων και σύμβαση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην περίπτωση κατά την οποία τα υπό αναφορά στοιχεία περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, προβλέπουν για την προαναφερόμενη υποχρέωση.

(7)(α) Διαχειριστής πιστώσεων ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, έχει δικαίωμα πρόσβασης στα πιστωτικά μητρώα που χρησιμοποιούνται στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (8), για σκοπούς αξιολόγησης του αξιόχρεου των πελατών του αγοραστή πιστώσεων ή/και αποτελεσματικότερης διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου ή και άλλων συναφών κινδύνων, καθώς και για σκοπούς άσκησης δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων, σύμφωνα με τις παραγράφους (α) ή/και (β) του ορισμού του όρου «δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων» του άρθρου 2 και ειδικότερα, εξεύρεσης λύσεων αναδιάρθρωσης και/ή ρύθμισης και/ή διευθέτησης του χρέους.

(β) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) πρόσβαση παραχωρείται βάσει κριτηρίων, όρων και προϋποθέσεων, τα οποία καθορίζει η Κεντρική Τράπεζα δυνάμει της περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας και παραχωρείται στον διαχειριστή μόνο για τους προβλεπόμενους στην παράγραφο (α) σκοπούς, όπως προβλέπεται στη σχετική σύμβαση διαχείρισης, δυνάμει της οποίας ο διαχειριστής πιστώσεων αναλαμβάνει τις σχετικές εργασίες διαχείρισης πιστώσεων:

Νοείται ότι, διαχειριστής πιστώσεων που δραστηριοποιείται βάσει της μεταξύ του αγοραστή πιστώσεων και διαχειριστή πιστώσεων σύμβασης διαχείρισης πιστώσεων σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (γ) ή/και (δ) του ορισμού του όρου «δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων» του άρθρου 2, δεν δύναται να έχει πρόσβαση στα πιστωτικά μητρώα που χρησιμοποιούνται στη Δημοκρατία.

(γ) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) πρόσβαση παραχωρείται κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης στην Κεντρική Τράπεζα, η οποία αφού εξετάσει ότι τηρούνται τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (β) κριτήρια, όροι και προϋποθέσεις, περιλαμβανομένων των όρων των συμβάσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (6), εγκρίνει ή απορρίπτει την αίτηση για τέτοια πρόσβαση.

(8) Για τους σκοπούς του εδαφίου (7), ο διαχειριστής πιστώσεων που έχει οριστεί ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 έχει πρόσβαση στα δεδομένα τα οποία καθορίζονται στην περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας, νοουμένου ότι είναι σε πλήρη συμμόρφωση με τις απορρέουσες από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/679 υποχρεώσεις του και τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.

(9) Οι εξουσίες πρόσβασης, εποπτείας, ελέγχου, καθορισμού της διαδικασίας επιβολής τελών και επιβολής κυρώσεων που έχει η Κεντρική Τράπεζα, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (8) του άρθρου 28Δ, των διατάξεων του άρθρου 28Ε και των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 42 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, ισχύουν κατ’ αναλογία σε σχέση με τα δεδομένα τα οποία υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (5) και (6).

(10) Η Κεντρική Τράπεζα καθορίζει, με οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 31-

(α) τη διαδικασία επιβολής τελών προς τους αγοραστές και τους ορισμένους από αυτούς διαχειριστές πιστώσεων ή οντότητες που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, ανάλογα με την περίπτωση, από τους μηχανισμούς ανταλλαγής δεδομένων και καθορίζει το ύψος των τελών χρέωσης,

(β) τη διαδικασία χειρισμού παραπόνων πελατών που σχετίζονται με δεδομένα, στοιχεία ή πληροφορίες που τηρούνται στους μηχανισμούς ανταλλαγής δεδομένων, και

(γ) οποιοδήποτε άλλο θέμα ήθελε κριθεί χρήσιμο ή σκόπιμο να ρυθμιστεί ή καθοριστεί στις οδηγίες που σχετίζονται με τους μηχανισμούς ανταλλαγής δεδομένων:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς των παραγράφων (β) και (γ) πριν από την έκδοση των Οδηγιών η Κεντρική Τράπεζα διαβουλεύεται με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα.

Χρησιμοποίηση διαχειριστών πιστώσεων ή άλλων οντοτήτων

19.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία ο αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού, που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, ορίζει οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων, για την εκτέλεση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τα μεταβιβασθέντα δικαιώματα του πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, ο αγοραστής πιστώσεων ή ο αντιπρόσωπος αυτού, ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του για την ταυτότητα και τη διεύθυνση της οντότητας που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή του διαχειριστή πιστώσεων, το αργότερο κατά την ημερομηνία έναρξης των δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία ο αγοραστής πιστώσεων ή ο αντιπρόσωπός του, που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18, ορίζει οντότητα διαφορετική από εκείνη που γνωστοποιήθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), το γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του το αργότερο κατά την ημερομηνία της εν λόγω διαφοροποίησης και αναφέρει την ταυτότητα και τη διεύθυνση της νέας οντότητας στην οποία έχει αναθέσει την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τα μεταβιβασθέντα δικαιώματα του πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή κράτους μέλους καταγωγής του αγοραστή πιστώσεων, διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής του αγοραστή πιστώσεων, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση και στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του νέου διαχειριστή πιστώσεων τις πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2).

Αντιπρόσωποι αγοραστών πιστώσεων από τρίτη χώρα

20.-(1) Σε περίπτωση πραγματοποίησης μεταβίβασης των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, ο αγοραστής πιστώσεων που δεν έχει την κατοικία του (is not domiciled) στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή δεν έχει την καταστατική του έδρα ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, δεν έχει τα κεντρικά του γραφεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ορίζει εγγράφως αντιπρόσωπο που έχει την κατοικία του (is domiciled) στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή έχει την καταστατική του έδρα ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, έχει τα κεντρικά του γραφεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

(2) Ο αντιπρόσωπος που προβλέπεται στο εδάφιο (1), επικοινωνεί με την Κεντρική Τράπεζα επιπλέον ή αντί του αγοραστή πιστώσεων όσον αφορά όλα τα ζητήματα που αφορούν τη συνεχή συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και ευθύνεται πλήρως για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον αγοραστή πιστώσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1), σε περίπτωση κατά την οποία ο αντιπρόσωπος που προβλέπεται στο εδάφιο (1) δεν είναι διαχειριστής πιστώσεων ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, ο εν λόγω αντιπρόσωπος ορίζει μια τέτοια οντότητα, προκειμένου να διασφαλίζεται η διατήρηση των ίδιων προτύπων για τα δικαιώματα των δανειοληπτών και μετά τη μεταβίβαση της μη εξυπηρετούμενης πίστωσης.

Μεταβίβαση από αγοραστή πιστώσεων των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης και γνωστοποίηση στις αρμόδιες αρχές

21.-(1) Αγοραστής πιστώσεων, για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, ο οποίος μεταβιβάζει τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ενημερώνει την Κεντρική Τράπεζα, σε εξαμηνιαία βάση, για τον αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας (LEI) του νέου αγοραστή πιστώσεων και, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, ή σε περίπτωση κατά την οποία δεν υπάρχει τέτοιος αναγνωριστικός κωδικός, για-

(α) τα στοιχεία ταυτότητας του νέου αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου του που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 ή των μελών του διευθυντικού ή διοικητικού οργάνου του νέου αγοραστή πιστώσεων ή του αντιπροσώπου αυτού και των προσώπων που κατέχουν ειδική συμμετοχή στον νέο αγοραστή πιστώσεων ή στον αντιπρόσωπο αυτού, κατά την έννοια του άρθρου 4 παράγραφος 1 σημείο 36) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, και

(β) τη διεύθυνση του νέου αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού, που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20.

(2) Αγοραστής πιστώσεων για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής ή ο αντιπρόσωπος αυτού ενημερώνει επιπλέον την Κεντρική Τράπεζα, τουλάχιστον για τα ακόλουθα:

(α) Το συγκεντρωτικό υπόλοιπο των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τις μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πίστωσης ή των μη εξυπηρετούμενων συμβάσεων πίστωσης που μεταβιβάστηκαν·

(β) τον αριθμό και το μέγεθος των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τις μη εξυπηρετούμενες συμβάσεις πίστωσης ή των μη εξυπηρετούμενων συμβάσεων πίστωσης που μεταβιβάστηκαν·

(γ) κατά πόσον η μεταβίβαση περιλαμβάνει τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, που έχει συναφθεί με καταναλωτές και τα είδη των περιουσιακών στοιχείων που εξασφαλίζουν τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, όπου εφαρμόζεται.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτεί από αγοραστή πιστώσεων, για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής ή κατά περίπτωση από τον αντιπρόσωπο αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, να παρέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) σε τριμηνιαία βάση, όποτε το κρίνει αναγκαίο, μεταξύ άλλων, για την καλύτερη παρακολούθηση μεγάλου αριθμού μεταβιβάσεων που ενδέχεται να προκύψουν κατά τη διάρκεια περιόδου κρίσης.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα διαβιβάζει, χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τις πληροφορίες που λαμβάνονται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) έως (3) στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής του νέου αγοραστή πιστώσεων.

ΜΕΡΟΣ IV ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ
Ερμηνευτικές διατάξεις

22. Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους-

«απαγόρευση» περιλαμβάνει τα αναφερόμενα στο Μέρος ΙΙ του Πρώτου Παραρτήματος του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου·

«έγγραφο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 του περί Απόδειξης Νόμου·

«εμπράγματο βάρος» περιλαμβάνει τα αναφερόμενα στο Μέρος Ι του Πρώτου Παραρτήματος του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου·

«χρόνος μεταβίβασης» σημαίνει το χρονικό σημείο που καθορίζεται στη συμφωνία μεταξύ του πιστωτή και του αγοραστή πιστώσεων ως ο χρόνος της μεταβίβασης των δικαιωμάτων του πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης.

Χρόνος και αποτελέσματα μεταβίβασης πίστωσης

23.-(1) Δικαιώματα πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή η ίδια η σύμβαση πίστωσης που μεταβιβάζονται σε αγοραστή πιστώσεων θεωρείται ότι μεταβιβάζονται αυτομάτως από τον πιστωτή στον αγοραστή πιστώσεων κατά το χρόνο μεταβίβασης.

(2) Από τον χρόνο μεταβίβασης-

(i) όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή η ίδια η μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης μεταβιβάζονται αυτόματα και είναι έγκυρα και δεσμευτικά στη μεταξύ δανειολήπτη και αγοραστή πιστώσεων σχέση και ο αγοραστής πιστώσεων υποκαθιστά αυτόματα τον πωλητή πιστώσεων έναντι του δανειολήπτη ως προς όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πωλητή πιστώσεων που απορρέουν από τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή σε σχέση με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης,

(ii) χωρίς επηρεασμό των διατάξεων της παραγράφου (i), όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν ειδικότερα, από συναφή εγγύηση και/ή σύμβαση που αφορά οποιαδήποτε εξασφάλιση παρέχεται από τον δανειολήπτη, οι οποίες εξασφαλίζουν τη σύμβαση πίστωσης ή η ίδια η σύμβαση εγγύησης ή εξασφάλισης μεταβιβάζονται αυτόματα και είναι έγκυρα και δεσμευτικά στη μεταξύ εγγυητή και/ή δανειολήπτη, αναλόγως της περίπτωσης, και αγοραστή πιστώσεων σχέση και ο αγοραστής πιστώσεων υποκαθιστά αυτόματα τον πωλητή πιστώσεων έναντι του εγγυητή και/ή δανειολήπτη όταν αυτός παρέχει εξασφάλιση, ως προς όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πωλητή πιστώσεων που απορρέουν από συναφή εγγύηση και/ή σύμβαση που αφορά οποιαδήποτε εξασφάλιση παρέχεται από τον δανειολήπτη ή από την ίδια τη σύμβαση εγγύησης ή εξασφάλισης,

(iii) χωρίς επηρεασμό των διατάξεων της παραγράφου (ii), όλα τα δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από εμπράγματο βάρος και/ή απαγόρευση που καταχωρίστηκε σε περιουσία δανειολήπτη και/ή εγγυητή προς όφελος πωλητή πιστώσεων στο πλαίσιο μεταβιβασθείσας σύμβασης πίστωσης, μεταβιβάζονται αυτόματα στη μεταξύ δανειολήπτη και/ή εγγυητή, αναλόγως της περίπτωσης, και αγοραστή πιστώσεων σχέση και εξακολουθούν να είναι έγκυρα και δεσμευτικά μεταξύ των δύο μερών,

(iv) οποιαδήποτε έγγραφα, βιβλία, αγαθά ή άλλα περιουσιακά στοιχεία τα οποία βρίσκονται στην κατοχή του πωλητή πιστώσεων σε σχέση με πιστώσεις και εξασφαλίσεις που μεταβιβάζονται, μεταβιβάζονται αυτόματα στον αγοραστή πιστώσεων μαζί με όλα τα συναφή δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πωλητή πιστώσεων σε σχέση με τα εν λόγω έγγραφα, βιβλία, αγαθά ή άλλα περιουσιακά στοιχεία και, εν αναμονή οποιασδήποτε παράδοσης κατοχής, ο πωλητής πιστώσεων θεωρείται ότι κατέχει οποιοδήποτε τέτοιο έγγραφο, βιβλίο, αγαθό ή άλλο περιουσιακό στοιχείο σε καταπίστευμα ή ως θεματοφύλακας (bailee), ανάλογα με την περίπτωση, αποκλειστικά προς όφελος του αγοραστή πιστώσεων,

(v) όλα τα έγγραφα, βιβλία, αρχεία και παραδοχές τα οποία αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία δυνάμει Νόμου ή άλλως πως υπέρ ή εναντίον του πωλητή πιστώσεων σε σχέση με πιστώσεις και εξασφαλίσεις που μεταβιβάζονται, αποτελούν αποδεικτικά στοιχεία υπέρ ή εναντίον του αγοραστή πιστώσεων και δύνανται να παρουσιάζονται σε οποιαδήποτε δικαστική ή άλλη διαδικασία και/ή ενώπιον οποιασδήποτε αρχής και/ή νομικού και/ή φυσικού προσώπου, από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο νόμιμα τα έχει στην κατοχή του, όταν παρουσιάζονται για λογαριασμό δανειολήπτη και/ή εγγυητή και από λειτουργό και/ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του αγοραστή πιστώσεων, όταν παρουσιάζονται για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων,

(vi) ο αγοραστής πιστώσεων υποκαθιστά αυτόματα τον πωλητή πιστώσεων σε οποιαδήποτε νομική διαδικασία, περιλαμβανομένων, μη εξαντλητικά, οποιασδήποτε αγωγής, ανταπαίτησης, διαιτησίας, διαδικασίας τριτοδιαδίκου, διαδικασίας εκτέλεσης, διαδικασίας πτώχευσης ή εκκαθάρισης, διαδικασίας εκποίησης ακινήτων, διαδικασίας διαχείρισης ή άλλη διαδικασία,

(vii) οποιαδήποτε νομική ή άλλη διαδικασία και οποιοδήποτε αγώγιμο δικαίωμα ή διάταγμα ή απόφαση που κατά το χρόνο μεταβίβασης εκκρεμεί ή υφίσταται από ή εναντίον ή εις όφελος του πωλητή πιστώσεων σε σχέση με τις πιστώσεις και εξασφαλίσεις που μεταβιβάζονται, δεν τερματίζεται, ούτε διακόπτεται, ούτε επηρεάζεται με οποιονδήποτε τρόπο λόγω της μεταβίβασης των πιστώσεων και εξασφαλίσεων αλλά δύναται να καταχωρίζεται και/ή να συνεχίζεται και/ή να αναγνωρίζεται και/ή να εκτελείται από ή εναντίον του αγοραστή πιστώσεων,

(viii) όπου σε οποιοδήποτε έγγραφο, οποτεδήποτε και αν έγινε ή εκτελέστηκε, περιέχεται ή εξυπακούεται οποιαδήποτε αναφορά στον πωλητή πιστώσεων, τότε, στο βαθμό που τέτοιο έγγραφο αφορά οποιοδήποτε δικαίωμα ή υποχρέωση που μεταβιβάζεται στον αγοραστή πιστώσεων, τέτοια αναφορά διαβάζεται, ερμηνεύεται και ισχύει ως αναφορά στον αγοραστή πιστώσεων, εκτός όπου το σχετικό κείμενο απαιτεί διαφορετικά:

Νοείται ότι, χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της παραγράφου (viii), τέτοια αναφορά περιλαμβάνει δικαίωμα ή υποχρέωση που απορρέει από οποιοδήποτε κυβερνητικό σχέδιο στο οποίο υποβλήθηκε αίτηση ένταξης και εκκρεμεί η εξέταση για ένταξη ή εντάχθηκε η μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης πριν την μεταβίβασή της.

(3)(α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, σε περίπτωση κατά την οποία, κατά τον χρόνο μεταβίβασης, καταχωρισθεί ή εκκρεμεί οποιαδήποτε δικαστική ή άλλη νομική διαδικασία ενώπιον Δικαστηρίου ή Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου, η υποκατάσταση του πωλητή πιστώσεων από τον αγοραστή πιστώσεων, για τους σκοπούς της εκκρεμούσας διαδικασίας, λαμβάνει χώρα με την καταχώριση, είτε από τον πωλητή πιστώσεων, είτε από τον αγοραστή πιστώσεων, σχετικής ειδοποίησης προς το αρμόδιο πρωτοκολλητείο ή Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο, αναλόγως της περίπτωσης, η οποία δεν φέρει οποιοδήποτε τέλος και στην οποία επισυνάπτεται αντίγραφο της σχετικής σελίδας της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας, στην οποία περιλαμβάνεται η προβλεπόμενη στο άρθρο 24 γνωστοποίηση και η εν λόγω ειδοποίηση, γίνεται δεκτή σε οποιαδήποτε τέτοια διαδικασία ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη της μεταβίβασης και του χρόνου μεταβίβασης των δικαιωμάτων του πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης.

(β) Σε σχέση με οποιαδήποτε δικαστική ή άλλη νομική διαδικασία που εγείρεται κατά ή μετά τον χρόνο μεταβίβασης, σε περίπτωση αμφισβήτησης της μεταβίβασης, η παρουσίαση αντιγράφου της σχετικής σελίδας της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας, στην οποία περιλαμβάνεται η προβλεπόμενη στο άρθρο 24 γνωστοποίηση, από οποιονδήποτε λειτουργό και/ή εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του πωλητή πιστώσεων ή του αγοραστή πιστώσεων, σε συνάρτηση με γραπτή δήλωση και/ή προφορική μαρτυρία και/ή ένορκη δήλωση τέτοιου λειτουργού και/ή εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου, ότι η υπό αναφορά στην εν λόγω διαδικασία πιστωτική διευκόλυνση και οι συναφείς εξασφαλίσεις εμπίπτουν στη συμφωνία η οποία αναφέρεται στη γνωστοποίηση που γίνεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 24, γίνεται δεκτή σε όλες τις νομικές διαδικασίες ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη της μεταβίβασης και του χρόνου μεταβίβασης της υπό αναφορά πίστωσης και των συναφών εξασφαλίσεων.

(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου, οι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 23 δεν επηρεάζουν ή/και τυγχάνουν εφαρμογής, σε οποιαδήποτε ποινική ή διοικητικής φύσεως διαδικασία ή σε οποιοδήποτε ποινικής φύσεως διάταγμα ή σε οποιαδήποτε απόφαση δικαστηρίου σε ποινική υπόθεση ή σε οποιοδήποτε δικαίωμα έναρξης ποινικής διαδικασίας ή διοικητικής φύσεως διαδικασίας, που τυχόν εκκρεμεί ή υφίσταται εναντίον του πωλητή πιστώσεων κατά τον χρόνο μεταβίβασης των πιστώσεων ή σε οποιονδήποτε μεταγενέστερο χρόνο.

(5) Η μεταβίβαση δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης δεν επηρεάζει ιδίως-

(i) οποιαδήποτε υπό εξέλιξη διαδικασία δυνάμει των διατάξεων του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου ή του Μέρους IVA του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί της Εναλλακτικής Επίλυσης Καταναλωτικών Διαφορών Νόμου ή του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου και οποιαδήποτε αποτελέσματα επέρχονται λόγω εφαρμογής των διατάξεων των εν λόγω Νόμων,

(ii) το δικαίωμα του δανειολήπτη να υποβάλλει αίτηση για Διακανονισμό Αφερεγγυότητας δυνάμει των διατάξεων του περί Αφερεγγυότητας Φυσικών Προσώπων (Προσωπικά Σχέδια Αποπληρωμής και Διάταγμα Απαλλαγής Οφειλών) Νόμου, ούτε το δικαίωμα του δανειολήπτη ή άλλου προσώπου για διορισμό εξεταστή δυνάμει των διατάξεων του Μέρους IVA του περί Εταιρειών Νόμου ή/και να απευθυνθεί σε φορέα εναλλακτικής επίλυσης διαφορών σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Εναλλακτικής Επίλυσης Καταναλωτικών Διαφορών Νόμου ή/και στον Χρηματοοικονομικό Επίτροπο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Σύστασης και Λειτουργίας του Ενιαίου Φορέα Εξώδικης Επίλυσης Διαφορών Χρηματοοικονομικής Φύσεως Νόμου, για σκοπούς υποβολής παραπόνων ή/και για διορισμό διαμεσολαβητή για σκοπούς αναδιάρθρωσης πιστώσεων,

(iii) το προβλεπόμενο δικαίωμα του δανειολήπτη στο Παράρτημα 2, Μέρος Ι του συνημμένου στην περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας, Κώδικα Συμπεριφοράς για το Χειρισμό Δανειοληπτών που Αντιμετωπίζουν Οικονομικές Δυσκολίες, ο οποίος συνεχίζει να τυγχάνει εφαρμογής και μετά την μεταβίβαση,

(iv) το δικαίωμα του δανειολήπτη και/ή εγγυητή, ο οποίος είναι καταναλωτής σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Προστασίας του Καταναλωτή Νόμου, να εγείρει οποιαδήποτε διαδικασία σε σχέση με οποιοδήποτε ζήτημα εναντίον και/ή σε σχέση με τον αγοραστή πιστώσεων δυνάμει των διατάξεων του εν λόγω Νόμου και/ή να εγείρει σε οποιαδήποτε διαδικασία με τον αγοραστή πιστώσεων, οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο αφορά παράβαση δικαιώματός του από τον αγοραστή πιστώσεων και/ή παράβαση υποχρέωσης του αγοραστή πιστώσεων έναντι του δανειολήπτη.

(6) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων της παραγράφου (iii) του εδαφίου 5, η μεταβίβαση δεν επηρεάζει οποιαδήποτε ανάληψη νομικής δέσμευσης εκ μέρους του πωλητή στο πλαίσιο εφαρμογής της περί της Διαχείρισης Καθυστερήσεων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας και ιδίως, νομική δέσμευση του πωλητή αναφορικά με επίλυση ή αναδιάρθρωση.

Γνωστοποίηση μεταβίβασης και καθορισμός του χρόνου μεταβίβασης

24. Πωλητής πιστώσεων και αγοραστής πιστώσεων, το συντομότερο δυνατό από την ημερομηνία μεταβίβασης, προβαίνουν σε γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της μεταβίβασης και της ημερομηνίας μεταβίβασης, αναφέροντας την ημερομηνία της μεταξύ τους συμφωνίας, στην οποία καθορίζεται ο χρόνος μεταβίβασης:

Νοείται ότι, δεν δημοσιοποιούνται οποιεσδήποτε λεπτομέρειες των μεταβιβαζόμενων δικαιωμάτων ή της συμφωνίας.

Ενημέρωση αρμοδίων αρχών που τηρούν μητρώα

25.-(1)(α) Κατά την ημέρα της μεταβίβασης των πιστώσεων ή το αργότερο μέχρι την επόμενη εργάσιμη ημέρα, ο πωλητής πιστώσεων και ο αγοραστής πιστώσεων πληροφορούν από κοινού με γραπτή ειδοποίηση για την εν λόγω μεταβίβαση τον Έφορο Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας, το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ή/και άλλους φορείς που σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου έχουν εξουσία καταχώρισης εξασφαλίσεων, καθώς και οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, η οποία διατηρεί οποιοδήποτε μητρώο στο οποίο είναι καταχωρισμένες οι εξασφαλίσεις που έχουν μεταβιβαστεί, παρέχοντας τις ακόλουθες πληροφορίες:

(i) σε σχέση με τον Έφορο Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας, τις επωνυμίες και αριθμούς εγγραφής των εταιρειών που έχουν παραχωρήσει εξασφάλιση η οποία έχει μεταβιβαστεί, καθώς και λεπτομέρειες της εξασφάλισης·

(ii) σε σχέση με το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, τις εξασφαλίσεις που έχουν μεταβιβαστεί και το Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο της κάθε εξασφάλισης·

(iii) σε σχέση με το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου ή/και άλλους φορείς που σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αξιών και Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου Νόμου έχουν εξουσία καταχώρισης εξασφαλίσεων, τις επωνυμίες, αριθμούς εγγραφής και αριθμούς μερίδας στο Κεντρικό Αποθετήριο και Κεντρικό Μητρώο Αξιών του πωλητή πιστώσεων και αγοραστή και τις επωνυμίες ή ονόματα, αριθμούς εγγραφής ή αριθμούς ταυτοτήτων, αριθμούς μερίδας στο Κεντρικό Αποθετήριο και Κεντρικό Μητρώο Αξιών και τις αξίες που αφορούν την εξασφάλιση των εταιρειών ή των φυσικών προσώπων που έχουν παραχωρήσει εξασφάλιση, η οποία έχει μεταβιβαστεί·

(iv) σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας η οποία διατηρεί οποιοδήποτε μητρώο στο οποίο είναι καταχωρισμένες οι εξασφαλίσεις που έχουν μεταβιβαστεί, οποιαδήποτε πληροφορία, η οποία είναι απαραίτητη για να δύναται τέτοια αρμόδια αρχή να εντοπίσει τις εξασφαλίσεις που έχουν μεταβιβαστεί.

(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου, με τη λήψη της γραπτής ειδοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), ο Έφορος Εταιρειών και Διανοητικής Ιδιοκτησίας, το Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου, το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας και οποιαδήποτε άλλη αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, προβαίνουν άμεσα σε οποιαδήποτε αναγκαία μηχανογραφική ή άλλη ενέργεια, ώστε το όνομα του πωλητή πιστώσεων, οπουδήποτε παρουσιάζεται, να αντικαθίσταται από το όνομα του αγοραστή πιστώσεων, χωρίς να απαιτείται η οποιαδήποτε πρόσθετη ενέργεια εκ μέρους του πωλητή πιστώσεων και αγοραστή πιστώσεων, πλην της τήρησης των απαραίτητων διαδικασιών για εγγραφή του αγοραστή σε μητρώο της αρμόδιας αρχής, εάν απαιτείται.

Διενέργεια μεταβίβασης ατελώς

26. Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου Νόμου ή Κανονισμών ή οδηγιών που εκδίδονται δυνάμει οποιουδήποτε άλλου Νόμου, η μεταβίβαση διενεργείται, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε τέλους και/ή δικαιώματος

Απαγόρευση καταχώρισης, εγγραφής, απόσυρσης και ακύρωσης εξασφάλισης

27. Κατά τον χρόνο μεταβίβασης και την επόμενη εργάσιμη ημέρα, ο πωλητής πιστώσεων και ο αγοραστής πιστώσεων, δεν προβαίνουν σε οποιαδήποτε καταχώριση και/ή εγγραφή και/ή απόσυρση και/ή ακύρωση οποιασδήποτε εξασφάλισης.

Τήρηση απορρήτου

28.-(1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε μέλος διοικητικού οργάνου, ανώτατο διοικητικό στέλεχος, διευθυντή, λειτουργό, υπάλληλο ή εκπρόσωπο αγοραστή πιστώσεων και/ή διαχειριστή πιστώσεων και σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο το οποίο έχει με οποιονδήποτε τρόπο πρόσβαση στα αρχεία αγοραστή πιστώσεων και/ή διαχειριστή πιστώσεων, να παρέχει, κοινοποιεί, αποκαλύπτει ή προς ίδιο όφελος χρησιμοποιεί οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με οποιαδήποτε στοιχεία οποιουδήποτε δανειολήπτη και/ή εγγυητή αυτού, τα οποία κατέχονται από τέτοιο πρόσωπο είτε ενόσω η εργοδότηση ή η επαγγελματική του σχέση με τον αγοραστή πιστώσεων και/ή διαχειριστή πιστώσεων, ανάλογα με την περίπτωση, συνεχίζεται είτε μετά τον τερματισμό της.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), το εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που-

(α) ο δανειολήπτης και/ή εγγυητής ή ο εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος τους παρέχει τη γραπτή συγκατάθεσή του για το σκοπό αυτό, ή

(β) ο δανειολήπτης και/ή εγγυητής έχει κηρυχτεί σε πτώχευση ή εάν ο δανειολήπτης και/ή εγγυητής είναι εταιρεία και η εταιρεία ευρίσκεται υπό εκκαθάριση, ή

(γ) έχει εγερθεί δικαστική διαδικασία μεταξύ του αγοραστή πιστώσεων και του δανειολήπτη και/ή εγγυητή, ή

(δ) οι πληροφορίες παρέχονται στην αστυνομία δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε Νόμου ή σε δημόσιο λειτουργό που είναι κατάλληλα εξουσιοδοτημένος από τον σχετικό Νόμο να λάβει τις πληροφορίες αυτές ή σε δικαστήριο κατά τη δίωξη ή εκδίκαση ποινικού αδικήματος δυνάμει των διατάξεων του σχετικού Νόμου, ή

(ε) οι πληροφορίες απαιτούνται από εγκεκριμένο ελεγκτή ή νομικό σύμβουλο του αγοραστή πιστώσεων, για την εκτέλεση των καθηκόντων τους, ή

(στ) οι πληροφορίες είναι αναγκαίες για την αξιολόγηση του αξιόχρεου δανειολήπτη και/ή εγγυητή αναφορικά ή σε σχέση με καλόπιστη (bona fide) εμπορική πράξη ή μέλλουσα εμπορική πράξη, εφόσον οι πληροφορίες που απαιτούνται είναι γενικής φύσης και σε καμιά περίπτωση δεν σχετίζονται με στοιχεία συγκεκριμένου δανειολήπτη και/ή εγγυητή, ή

(ζ) οι πληροφορίες παρέχονται στο μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων ΑΡΤΕΜΙΣ που διατηρούνται δυνάμει της περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας:

Νοείται ότι, εκτός εάν συντρέχει μία ή περισσότερες από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο έχει, μέσω του μηχανισμού ανταλλαγής δεδομένων ΑΡΤΕΜΙΣ ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, πρόσβαση στις πληροφορίες που παρασχέθηκαν στον εν λόγω μηχανισμό, να παρέχει, κοινοποιεί, αποκαλύπτει ή προς ίδιο όφελος χρησιμοποιεί οποιεσδήποτε πληροφορίες αναφορικά με τα στοιχεία συγκεκριμένου δανειολήπτη και/ή εγγυητή είτε ενόσω η εργοδότηση ή η επαγγελματική σχέση, χάρη στην οποία απέκτησε πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές, συνεχίζεται είτε μετά τον τερματισμό της, ή

(η) οι πληροφορίες παρέχονται στην Κεντρική Τράπεζα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή

(θ) οι πληροφορίες παρέχονται στο Τμήμα Φορολογίας, για σκοπούς συμμόρφωσης με τις πρόνοιες πολυκρατικών ή διακρατικών συμφωνιών ή με τις διατάξεις νομοθεσιών, ή

(ι) η παροχή των πληροφοριών επιβάλλεται για λόγους δημόσιου συμφέροντος ή είναι αναγκαία για λόγους προστασίας των συμφερόντων του αγοραστή πιστώσεων, ή

(κ) η παροχή των πληροφοριών, χωρίς περιορισμό των λοιπών διατάξεων του παρόντος εδαφίου, είναι αναγκαία για-

(i) την κατάλληλη αξιολόγηση του αγοραστή πιστώσεων ή οποιουδήποτε μέρους του ενεργητικού του αγοραστή πιστώσεων αναφορικά με καλόπιστη (bona fide) εμπορική πράξη ή μέλλουσα εμπορική πράξη-

(Α) για πώληση είτε με παραχώρηση (allotment) είτε αλλιώς από τον αγοραστή πιστώσεων σε δυνητικό αγοραστή, εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου του αγοραστή πιστώσεων που ισούται με τουλάχιστον το ένα εικοστό (1/20) του συνολικού εκδοθέντος μετοχικού κεφαλαίου του αγοραστή πιστώσεων (υπολογιζόμενου κατά το χρόνο αμέσως μετά την ολοκλήρωση της εν λόγω πώλησης), ή/και

(Β) για πώληση είτε με εκχώρηση είτε αλλιώς από τον αγοραστή πιστώσεων σε δυνητικό αγοραστή, οποιουδήποτε μέρους του ενεργητικού του αγοραστή πιστώσεων, ή/και

(Γ) για συνομολόγηση, με τον αγοραστή πιστώσεων, συμφωνίας συμμετοχής όπου τρίτο πρόσωπο, το οποίο για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου θα αναφέρεται εφεξής ως «ο συμμετέχων» αναλαμβάνει μέρος ή το σύνολο των κινδύνων πιστώσεων που παραχωρήθηκαν από τον αγοραστή πιστώσεων (participation/sub-participation agreement), ή/και

(Δ) για επιβάρυνση από τον αγοραστή πιστώσεων οποιουδήποτε μέρους του ενεργητικού του αγοραστή πιστώσεων προς όφελος τρίτου προσώπου, ή/και

(ii) την ανάθεση, από τον αγοραστή πιστώσεων, εργασιών ή/και υπηρεσιών ή/και δραστηριοτήτων σε συνεργάτη ή/και την αγορά ή/και την απόκτηση από τον αγοραστή πιστώσεων προϊόντων ή/και υπηρεσιών που παρέχονται από συνεργάτη, χωρίς επηρεασμό των λοιπών διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή/και

(iii) την ολοκλήρωση ή/και εφαρμογή οποιασδήποτε εκ των πράξεων που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii), νοουμένου ότι οι πληροφορίες παρέχονται, κοινοποιούνται ή αποκαλύπτονται αποκλειστικά για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου-

(Α) σε δυνητικό ή πραγματικό αγοραστή ή εκδοχέα εκχώρησης ή συμμετέχοντα ή αντισυμβαλλόμενο ή συνεργάτη, ή/και

(Β) στη μητρική επιχείρηση οποιουδήποτε εκ των προσώπων που προβλέπονται στο σημείο (Α) της υποπαραγράφου (iii), ή/και

(Γ) στη θυγατρική εταιρεία είτε οποιουδήποτε εκ των προσώπων που προβλέπονται στο σημείο (Α) της υποπαγράφου (iii) είτε της μητρικής του επιχείρησης, ή/και

(Δ) σε πρόσωπο που παρέχει διευκολύνσεις σε οποιοδήποτε εκ των προσώπων που προβλέπονται στο σημείο (Α) της υποπαραγράφου (iii) για τους σκοπούς οποιασδήποτε εκ των πράξεων που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii), ή/και

(Ε) σε επαγγελματία σύμβουλο ή άλλο συνεργάτη ή/και οποιοδήποτε υπάλληλο, αξιωματούχο, αντιπρόσωπο, διευθυντή, διαχειριστή ή/και εμπιστευματοδόχο οποιουδήποτε εκ των προσώπων που προβλέπονται στο σημείο (Α) της υποπαραγράφου (iii):

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, η με οποιονδήποτε τρόπο παροχή, κοινοποίηση ή αποκάλυψη πληροφοριών, οι οποίες εμπίπτουν στην έννοια του όρου «δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4(1) του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679, γίνεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Κανονισμού και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου:

Νοείται περαιτέρω ότι, η παροχή, κοινοποίηση ή αποκάλυψη πληροφοριών που αφορούν νομικά πρόσωπα γίνονται για νόμιμο σκοπό.

ΜΕΡΟΣ V ΕΠΟΠΤΕΙΑ
Εποπτεία Κεντρικής Τράπεζας

29.-(1) Οι διαχειριστές πιστώσεων και, όπου εφαρμόζεται, οι πάροχοι υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων στους οποίους έχει γίνει εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13, για τους οποίους η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής, συμμορφώνονται με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου σε συνεχή βάση και οι δραστηριότητες αυτές υπόκεινται σε επαρκή εποπτεία από την Κεντρική Τράπεζα, ώστε να αξιολογείται η εν λόγω συμμόρφωση.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα είναι υπεύθυνη για την εποπτεία των υποχρεώσεων αγοραστή πιστώσεων για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου του που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, που απορρέουν από τις διατάξεις του άρθρου 11 και των άρθρων 18 έως 21 όσον αφορά τον αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, τον αντιπρόσωπό του που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6), η Κεντρική Τράπεζα είναι η αρμόδια αρχή για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και καθηκόντων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα, δύναται να λαμβάνει από τους αγοραστές πιστώσεων ή τους αντιπροσώπους αυτών που έχουν οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις τού άρθρου 20, τους διαχειριστές πιστώσεων, τους παρόχους υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων, στους οποίους διαχειριστής πιστώσεων έχει προβεί σε εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13, τους δανειολήπτες και κάθε άλλο πρόσωπο ή δημόσια αρχή, τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τα ακόλουθα:

(α) Την αξιολόγηση της συνεχούς συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου·

(β) τη διερεύνηση πιθανών παραβάσεων των εν λόγω απαιτήσεων·

(γ) την επιβολή διοικητικών ποινών και διορθωτικών μέτρων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34.

(5) Η Κεντρική Τράπεζα διασφαλίζει ότι διαθέτει την εμπειρογνωμοσύνη, τους πόρους, την επιχειρησιακή ικανότητα και τις εξουσίες που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.

(6) Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 είναι ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ο οποίος έχει όλα τα καθήκοντα και τις εξουσίες δυνάμει των άρθρων 57 και 58 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και των διατάξεων των άρθρων 23, 24 και 25 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.

Πόροι για εκτέλεση καθηκόντων

30. Η Κεντρική Τράπεζα δύναται με εύλογο και κοστοστρεφή τρόπο-

(α) να καθορίζει και επιβάλλει όλα τα έξοδα που σχετίζονται με την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, και

(β) να εκδίδει οδηγίες για τον καθορισμό και την καταβολή τέτοιων εξόδων.

Εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας να εκδίδει οδηγίες και κατευθυντήριες γραμμές

31.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει γενικές ή ειδικές οδηγίες υπό μορφή Κανονιστικής Διοικητικής Πράξης ή κατευθυντήριες γραμμές τις οποίες δημοσιεύει στην ιστοσελίδα της σε σχέση με τη λειτουργία και τις δραστηριότητες των αγοραστών πιστώσεων και των διαχειριστών πιστώσεων, με σκοπό τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και άλλων σχετικών Νόμων:

Νοείται ότι, η Κεντρική Τράπεζα πριν από την έκδοση γενικών ή ειδικών οδηγιών υπό μορφή Κανονιστικής Διοικητικής Πράξης ή κατευθυντήριων γραμμών διαβουλεύεται με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα για κάθε θέμα το οποίο αφορά σε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και εμπίπτει στις βάσει του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, αρμοδιότητές του.

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει οδηγίες ή κατευθυντήριες γραμμές, μεταξύ άλλων, σχετικά με-

(α) τις διαδικασίες χορήγησης και ανάκλησης χορηγηθείσας, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, άδειας των διαχειριστών πιστώσεων και των διαδικασιών αξιολόγησης ειδικής συμμετοχής,

(β) τη διαδικασία αξιολόγησης, καθώς και τα κριτήρια καταλληλότητας των μελών του διευθυντικού ή διοικητικού οργάνου στους διαχειριστές πιστώσεων,

(γ) το οργανωτικό πλαίσιο διακυβέρνησης και τους κατάλληλους μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου των αιτητών χορήγησης άδειας λειτουργίας διαχειριστών πιστώσεων,

(δ) την ανάθεση εργασιών σε τρίτους,

(ε) τη ρύθμιση των διαδικασιών αναθεώρησης και/ή διαχείρισης και/ή ρύθμισης και/ή διευθέτησης και/ή αναδιάρθρωσης μη εξυπηρετούμενων πιστώσεων,

(στ) τη διαδικασία για την αντιμετώπιση των παραπόνων δανειοληπτών ή εγγυητών σχετικά με τους αγοραστές πιστώσεων, τους διαχειριστές πιστώσεων και τους παρόχους υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 36,

(ζ) τις απαιτήσεις πληροφόρησης και γνωστοποιήσεων,

(η) το ετήσιο εποπτικό τέλος ή άλλο τέλος, που σχετίζονται με την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(θ) άλλες γενικές ή ειδικές οδηγίες.

(3) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των εδαφίων (1) και (2), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να εκδίδει οδηγίες σχετικά με τους όρους, προϋποθέσεις και διαδικασίες λειτουργίας συστημάτων ή μηχανισμών ανταλλαγής δεδομένων που σχετίζονται με-

(α) τη χρήση από την Κεντρική Τράπεζα των δεδομένων για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο,

(β) την αξιολόγηση από τους αγοραστές πιστώσεων ή/και τους ορισμένους από αυτούς διαχειριστές πιστώσεων ή οντότητες που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, του αξιόχρεου των πελατών των αγοραστών πιστώσεων και τυχόν εγγυητών αυτών, και

(γ) τους όρους, προϋποθέσεις και διαδικασίες συνεργασίας τέτοιων συστημάτων ή μηχανισμών ανταλλαγής δεδομένων με άλλες αντίστοιχες διευθετήσεις ή με αγοραστές και διαχειριστές πιστώσεων στη Δημοκρατία ή στο εξωτερικό:

Νοείται ότι, η οδηγία που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου δύναται να προβλέπει περί ανταλλαγής μεταξύ των διαχειριστών πιστώσεων μόνο εκείνων των δεδομένων, στοιχείων και πληροφοριών που είναι απολύτως απαραίτητα για σκοπούς που σχετίζονται με τα προβλεπόμενα στις παραγράφους (α) έως (γ) του παρόντος εδαφίου.

(4) Οι δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) εκδιδόμενες οδηγίες της Κεντρικής Τράπεζας περιέχουν πρόνοιες που διέπουν ή ρυθμίζουν ειδικότερα-

(α) τα στοιχεία ή τις πληροφορίες που καταχωρούνται στη βάση δεδομένων συστήματος ή μηχανισμού ανταλλαγής δεδομένων,

(β) τη συχνότητα της παροχής στοιχείων ή πληροφοριών στη βάση δεδομένων συστήματος ή μηχανισμού ανταλλαγής δεδομένων,

(γ) το δικαίωμα και τον τρόπο χρήσης ή πρόσβασης στα στοιχεία ή τις πληροφορίες των συστημάτων ή μηχανισμών ανταλλαγής δεδομένων,

(δ) τις υποχρεώσεις του διαχειριστή των μηχανισμών ανταλλαγής δεδομένων,

(ε) τη διαδικασία χειρισμού παραπόνων πελατών που σχετίζονται με δεδομένα, στοιχεία ή πληροφορίες που περιλαμβάνονται στον μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων ΑΡΤΕΜΙΣ,

(στ) οποιοδήποτε άλλο θέμα ήθελε κριθεί χρήσιμο ή σκόπιμο να ρυθμιστεί ή καθοριστεί στις οδηγίες.

Εποπτικός ρόλος και εξουσίες Κεντρικής Τράπεζας

32.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 29, έχει όλες τις εξουσίες εποπτείας, διεξαγωγής ερευνών και επιβολής ποινών που είναι αναγκαίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της, όπως προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, στις οποίες περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α) Η εξουσία χορήγησης ή άρνησης χορήγησης άδειας λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 και 7·

(β) η εξουσία ανάκλησης άδειας λειτουργίας σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9·

(γ) η εξουσία απαγόρευσης οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων·

(δ) η εξουσία διεξαγωγής επιτόπιων και μη επιθεωρήσεων·

(ε) η εξουσία επιβολής διοικητικών ποινών και διορθωτικών μέτρων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 33·

(στ) η εξουσία εξέτασης συμβάσεων εξωτερικής ανάθεσης που συνάπτονται μεταξύ διαχειριστών πιστώσεων και παρόχων υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 13·

(ζ) η εξουσία να απαιτεί από διαχειριστές πιστώσεων να απομακρύνουν μέλη του διευθυντικού ή διοικητικού τους οργάνου, όταν αυτά δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

(η) η εξουσία να απαιτεί από διαχειριστές πιστώσεων να τροποποιούν ή να επικαιροποιούν το εσωτερικό πλαίσιο διακυβέρνησής τους και τους μηχανισμούς εσωτερικού τους ελέγχου, προκειμένου να διασφαλίζεται αποτελεσματικά ο σεβασμός των δικαιωμάτων των δανειοληπτών και εγγυητών, σύμφωνα με το δίκαιο που διέπει τη σύμβαση πίστωσης·

(θ) η εξουσία να απαιτεί από τους διαχειριστές πιστώσεων να τροποποιούν ή επικαιροποιούν τις πολιτικές που εφαρμόζουν, ώστε να διασφαλίζουν τη δίκαιη και επιμελή μεταχείριση των δανειοληπτών και των εγγυητών, καθώς και την καταγραφή και διεκπεραίωση των παραπόνων των δανειοληπτών και εγγυητών·

(ι) η εξουσία να απαιτεί περαιτέρω πληροφορίες σχετικά με τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων πιστωτή στο πλαίσιο της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 29 ή όταν η Δημοκρατία είναι το κράτος μέλος στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και το κράτος μέλος καταγωγής, διαθέτει όλες τις αναγκαίες εξουσίες για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα, αξιολογεί με την εφαρμογή προσέγγισης που βασίζεται σε παράγοντες κινδύνου, την εφαρμογή από τον διαχειριστή πιστώσεων, για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος καταγωγής, των απαιτήσεων των παραγράφων (ε) έως (η) του εδαφίου (1) του άρθρου 6.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα προσδιορίζει την έκταση της αξιολόγησης που προβλέπεται στο εδάφιο (3), ως προς το μέγεθος, τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των δραστηριοτήτων του συγκεκριμένου διαχειριστή πιστώσεων.

(5) H Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής ή του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και το κράτος μέλος καταγωγής, σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης που προβλέπεται στο εδάφιο (3), κατόπιν αιτήματος μιας από τις εν λόγω αρμόδιες αρχές ή όταν η Κεντρική Τράπεζα το κρίνει σκόπιμο:

Νοείται ότι, οι λεπτομέρειες σχετικά με τυχόν διοικητικές κυρώσεις ή διορθωτικά μέτρα που επιβλήθηκαν διαβιβάζονται πάντα από την Κεντρική Τράπεζα στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής και, όπου εφαρμόζεται, του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν διαφέρει από το κράτος μέλος υποδοχής και το κράτος μέλος καταγωγής.

(6) Κατά τη διενέργεια της αξιολόγησης που αναφέρεται στο εδάφιο (3), η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, ανταλλάσσει όλες τις πληροφορίες που είναι αναγκαίες με τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, καθώς και του κράτους μέλους στο οποίο χορηγήθηκε η πίστωση, όταν είναι άλλο από το κράτος μέλος υποδοχής και το κράτος μέλος καταγωγής, ώστε οι εν λόγω αρμόδιες αρχές να δύνανται να εκτελούν τις αντίστοιχες αρμοδιότητες και τα αντίστοιχα καθήκοντά τους, όπως καθορίζονται στις οικείες εναρμονιστικές τους νομοθεσίες για τη μεταφορά της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167.

(7) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία ενεργεί ως η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους καταγωγής, δύναται να απαιτεί από τον διαχειριστή πιστώσεων, τον πάροχο υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων ή τον αγοραστή πιστώσεων ή τον αντιπρόσωπό του που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, ο οποίος δεν πληροί τις απαιτήσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να λάβει, σε αρχικό στάδιο, όλα τα απαραίτητα μέτρα για τη συμμόρφωση με τις εν λόγω διατάξεις.

Διοικητικές κυρώσεις και διορθωτικά μέτρα

33.-(1) Ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας δύναται να επιβάλει οποιαδήποτε διοικητική κύρωση και/ή να λάβει οποιοδήποτε διορθωτικό μέτρο προβλέπεται στο εδάφιο (2), σε οποιαδήποτε από τις πιο κάτω περιπτώσεις, στο πρόσωπο που αναφέρεται σε σχέση με την κάθε περίπτωση-

(α) διαχειριστής πιστώσεων δεν πληροί την απαίτηση που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 ή συνάπτει σύμβαση εξωτερικής ανάθεσης κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13 ή ο πάροχος υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων, στον οποίο γίνεται εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων διαπράττει σοβαρή παράβαση των εφαρμοστέων νομικών διατάξεων, περιλαμβανομένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(β) το οργανωτικό πλαίσιο διακυβέρνησης και οι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου διαχειριστή πιστώσεων, όπως καθορίζονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 6, δεν εξασφαλίζουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων του δανειολήπτη και εγγυητών και τη συμμόρφωση με τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:

Νοείται ότι, για το σκοπό αυτό η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει τις απόψεις του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα,

(γ) η πολιτική διαχειριστή πιστώσεων δεν επαρκεί για την ορθή μεταχείριση των δανειοληπτών και εγγυητών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6,

(δ) οι εσωτερικές διαδικασίες διαχειριστή πιστώσεων, όπως καθορίζονται στην παράγραφο (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6, δεν προβλέπουν την καταγραφή και τον χειρισμό των παραπόνων των δανειοληπτών ή εγγυητών, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο,

(ε) αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, δεν γνωστοποιεί τις πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 19 και 21,

(στ) αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των άρθρων 18, 22, 23, 27 και 28,

(ζ) αγοραστής πιστώσεων δεν συμμορφώνεται με την απαίτηση του άρθρου 20,

(η) πιστωτικό ίδρυμα δεν γνωστοποιεί τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 16,

(θ) διαχειριστής πιστώσεων επιτρέπει σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 6, να καταστούν ή να παραμείνουν μέλη του διευθυντικού ή διοικητικού του οργάνου,

(ι) διαχειριστής πιστώσεων δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 35,

(ια) αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, διαχειριστής πιστώσεων ή οποιαδήποτε οντότητα που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του άρθρου 11,

(ιβ) διαχειριστής πιστώσεων για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, λαμβάνει και κατέχει κεφάλαια από δανειολήπτες και εγγυητές, όταν αυτό δεν επιτρέπεται στο κράτος μέλος καταγωγής του, σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας εναρμονιστικής νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους που μεταφέρει τις διατάξεις του στοιχείου β) της παραγράφου 1 του άρθρου 6 της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167,

(ιγ) διαχειριστής πιστώσεων δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 7,

(ιδ) διαχειριστής πιστώσεων ή οποιαδήποτε οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή οποιαδήποτε οδηγία, εγκύκλιο και/ή ειδοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένης οδηγίας που συνιστά ατομική διοικητική πράξη ή παραλείπει να συμμορφωθεί με απαίτηση, δεσμευτική διοικητική διάταξη, σύσταση και/ή κατευθυντήριες γραμμές της Κεντρικής Τράπεζας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Οι διοικητικές κυρώσεις και τα διορθωτικά μέτρα που προβλέπονται στο εδάφιο (1) είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά της παράβασης και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α) Εντολή με την οποία ο διαχειριστής πιστώσεων ή ο αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού, που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, υποχρεούται σε διόρθωση της παράβασης, παύση της σχετικής συμπεριφοράς και αποχή από μελλοντική επανάληψή της·

(β) διοικητικό πρόστιμο που κυμαίνεται από χίλια ευρώ (€1.000) έως διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, και, σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, πρόσθετο διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, που κυμαίνεται από εκατόν ευρώ (€100) έως τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης·

(γ) ανάκληση ή αναστολή σε περίπτωση που δεν συντρέχουν οι λόγοι ανάκλησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 άδειας άσκησης των δραστηριοτήτων διαχειριστή πιστώσεων.

(3) Οι διοικητικές κυρώσεις και/ή τα διορθωτικά μέτρα εφαρμόζονται αποτελεσματικά.

(4) Κατά τον προσδιορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων και/ή διορθωτικών μέτρων που επιβάλλει, η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει υπόψη τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται-

(α) η βαρύτητα και η διάρκεια της παράβασης,

(β) η έκταση της ευθύνης του υπαίτιου για την παράβαση διαχειριστή πιστώσεων ή αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού, που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20,

(γ) η οικονομική ισχύς του διαχειριστή πιστώσεων ή του αγοραστή πιστώσεων που είναι υπαίτιος για την παράβαση, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τον συνολικό κύκλο εργασιών, όταν είναι νομικό πρόσωπο ή από το ετήσιο εισόδημα, όταν είναι φυσικό πρόσωπο,

(δ) η σημασία των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης του διαχειριστή πιστώσεων ή του αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, στον βαθμό που τα εν λόγω κέρδη ή ζημίες δύναται να προσδιοριστούν,

(ε) οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που οι εν λόγω ζημίες μπορούν να προσδιοριστούν,

(στ) ο βαθμός συνεργασίας του διαχειριστή πιστώσεων ή του αγοραστή πιστώσεων που είναι υπαίτιος για την παράβαση με τις αρμόδιες αρχές,

(ζ) προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου για την παράβαση διαχειριστή πιστώσεων ή αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20,

(η) οιεσδήποτε πραγματικές ή δυνητικές συστημικές συνέπειες της παράβασης.

(5) Οι διοικητικές κυρώσεις και τα διορθωτικά μέτρα που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), δύναται να λαμβάνονται εναντίον των μελών του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και κάθε άλλου φυσικού προσώπου που ασκεί καθήκοντα σε διαχειριστές πιστώσεων, σε αγοραστές πιστώσεων ή σε αντιπροσώπους αυτών που έχουν ορισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, τα οποία φέρουν ευθύνη για την παράβαση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.

(6) Η Κεντρική Τράπεζα, πριν λάβει οποιαδήποτε απόφαση όσον αφορά την επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή διορθωτικών μέτρων που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), δίνει δυνατότητα ακρόασης στον συγκεκριμένο διαχειριστή πιστώσεων, αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, στον αντιπρόσωπο αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20.

(7) Κάθε απόφαση για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων ή διορθωτικών μέτρων, όπως προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), είναι επαρκώς αιτιολογημένη και υπόκειται σε δικαίωμα προσφυγής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 146 του Συντάγματος ή σε λήψη άλλων αναγκαίων δικαστικών μέτρων.

(8) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου το οποίο επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Κεντρική Τράπεζα έχει εξουσία να λάβει δικαστικά μέτρα με σκοπό την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.

Ποινικά αδικήματα

34.-(1) Επιπροσθέτως της διάπραξης παράβασης για την οποία επιβάλλονται διοικητικές κυρώσεις, σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο-

(α) αρνείται σκοπίμως ή παραλείπει να εκτελέσει ή να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απόφαση ή να παράσχει οποιεσδήποτε πληροφορίες απαιτητές από την Κεντρική Τράπεζα ή άλλο εξουσιοδοτημένο πρόσωπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών, ή

(β) προβαίνει σε οποιαδήποτε ενέργεια απαγορεύεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες ή παραλείπει να ενεργήσει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή τις δυνάμει αυτού εκδιδόμενες οδηγίες, ή

(γ) παρέχει ψευδείς, παραπλανητικές ή ελλιπείς εκθέσεις ή πληροφορίες,

είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, τιμωρούμενου με χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000).

(2) Ποινική ευθύνη, για το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) αδίκημα που διαπράττεται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, οποιοδήποτε μέλος του διοικητικού συμβουλίου αυτού ή άλλο όργανο διοικήσεως του νομικού αυτού προσώπου, που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε στην τέλεση του αδικήματος.

ΜΕΡΟΣ VΙ ΔΙΑΣΦΑΛΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ
Παράπονα

35.-(1) Οι διαχειριστές πιστώσεων καθιερώνουν και διατηρούν αποτελεσματικές και διαφανείς διαδικασίες για τη διαχείριση των παραπόνων των δανειοληπτών ή εγγυητών.

(2) Οι διαχειριστές πιστώσεων διαχειρίζονται τα παράπονα των δανειοληπτών ή εγγυητών χωρίς χρέωση και καταγράφουν τα παράπονα και τα μέτρα που λαμβάνουν για την αντιμετώπισή τους.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα καθιερώνει και δημοσιοποιεί διαδικασία για τον χειρισμό των παραπόνων των δανειοληπτών ή εγγυητών σχετικά με τους αγοραστές πιστώσεων, τους διαχειριστές πιστώσεων και τους παρόχους υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων και διασφαλίζει ότι η επεξεργασία τους γίνεται άμεσα μόλις ληφθούν.

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

36. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου πραγματοποιείται σύμφωνα με τους Κανονισμούς (ΕΕ) 2016/679 και (ΕΕ) 2018/1725 και τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.

Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών

37.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα, δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 9, 14, 15, 16, 19, 21 και 33, συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών, οι οποίες έχουν οριστεί ως τέτοιες σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας εναρμονιστικής νομοθεσίας που μεταφέρει τις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167, όποτε αυτό κρίνεται αναγκαίο, για την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων τους ή την άσκηση των εξουσιών τους σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, καθώς και της οικείας εναρμονιστικής νομοθεσίας που μεταφέρει τις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167 και συντονίζει τις ενέργειές της με τις εν λόγω αρμόδιες αρχές, με σκοπό την αποφυγή πιθανής επανάληψης και επικάλυψης, κατά την άσκηση εποπτικών εξουσιών και την επιβολή διοικητικών κυρώσεων και διορθωτικών μέτρων σε διασυνοριακές υποθέσεις.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα ανταλλάσσει με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών, οι οποίες έχουν οριστεί ως τέτοιες σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας εναρμονιστικής νομοθεσίας που μεταφέρει τις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167, κατόπιν αιτήματός τους, και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, τις πληροφορίες που απαιτούνται για την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση κατά την οποία λαμβάνει εμπιστευτικές πληροφορίες, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και των καθηκόντων της βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, χρησιμοποιεί τις πληροφορίες αυτές μόνο στο πλαίσιο των δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και καθηκόντων της και η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών υπόκειται στην υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου που αναφέρεται στο άρθρο 76 της Οδηγίας (ΕΕ) 2014/65.

(4) Πρόσωπα που ασκούν ή έχουν ασκήσει δραστηριότητα για λογαριασμό της Κεντρικής Τράπεζας και οι εντεταλμένοι από την Κεντρική Τράπεζα ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες υποχρεούνται στην τήρηση του επαγγελματικού απορρήτου.

(5) Η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει τα αναγκαία διοικητικά και οργανωτικά μέτρα για να διευκολύνει τη συνεργασία που προβλέπεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

ΜΕΡΟΣ VΙΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Μεταβατικές διατάξεις

38.-(1) Από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, ο περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμος δεν εφαρμόζεται στις συμβάσεις πίστωσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.

(2) Νομικά πρόσωπα τα οποία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου ασκούν ήδη δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων δυνάμει των διατάξεων του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου, αναγνωρίζονται αυτομάτως ως αδειοδοτημένοι διαχειριστές πιστώσεων δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(3) Οι διατάξεις του εδαφίου (2) δεν επηρεάζουν οποιαδήποτε δικαιώματα και/ή υποχρεώσεις των αναφερόμενων στο εδάφιο (2) ως αυτά προβλέπονται ή προκύπτουν δυνάμει των διατάξεων του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου, τα οποία συνεχίζουν να ισχύουν και μετά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου.