33.-(1) Ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας δύναται να επιβάλει οποιαδήποτε διοικητική κύρωση και/ή να λάβει οποιοδήποτε διορθωτικό μέτρο προβλέπεται στο εδάφιο (2), σε οποιαδήποτε από τις πιο κάτω περιπτώσεις, στο πρόσωπο που αναφέρεται σε σχέση με την κάθε περίπτωση-
(α) διαχειριστής πιστώσεων δεν πληροί την απαίτηση που καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 ή συνάπτει σύμβαση εξωτερικής ανάθεσης κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 13 ή ο πάροχος υπηρεσιών διαχείρισης πιστώσεων, στον οποίο γίνεται εξωτερική ανάθεση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων διαπράττει σοβαρή παράβαση των εφαρμοστέων νομικών διατάξεων, περιλαμβανομένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου,
(β) το οργανωτικό πλαίσιο διακυβέρνησης και οι μηχανισμοί εσωτερικού ελέγχου διαχειριστή πιστώσεων, όπως καθορίζονται στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 6, δεν εξασφαλίζουν τον σεβασμό των δικαιωμάτων του δανειολήπτη και εγγυητών και τη συμμόρφωση με τους κανόνες περί προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:
(γ) η πολιτική διαχειριστή πιστώσεων δεν επαρκεί για την ορθή μεταχείριση των δανειοληπτών και εγγυητών, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6,
(δ) οι εσωτερικές διαδικασίες διαχειριστή πιστώσεων, όπως καθορίζονται στην παράγραφο (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 6, δεν προβλέπουν την καταγραφή και τον χειρισμό των παραπόνων των δανειοληπτών ή εγγυητών, σύμφωνα με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο,
(ε) αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, δεν γνωστοποιεί τις πληροφορίες που προβλέπονται στα άρθρα 19 και 21,
(στ) αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των άρθρων 18, 22, 23, 27 και 28,
(ζ) αγοραστής πιστώσεων δεν συμμορφώνεται με την απαίτηση του άρθρου 20,
(η) πιστωτικό ίδρυμα δεν γνωστοποιεί τις πληροφορίες που προβλέπονται στο άρθρο 16,
(θ) διαχειριστής πιστώσεων επιτρέπει σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα που δεν συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 6, να καταστούν ή να παραμείνουν μέλη του διευθυντικού ή διοικητικού του οργάνου,
(ι) διαχειριστής πιστώσεων δεν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στο άρθρο 35,
(ια) αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, διαχειριστής πιστώσεων ή οποιαδήποτε οντότητα που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του άρθρου 11,
(ιβ) διαχειριστής πιστώσεων για τον οποίο η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, λαμβάνει και κατέχει κεφάλαια από δανειολήπτες και εγγυητές, όταν αυτό δεν επιτρέπεται στο κράτος μέλος καταγωγής του, σύμφωνα με τις διατάξεις της οικείας εναρμονιστικής νομοθεσίας του εν λόγω κράτους μέλους που μεταφέρει τις διατάξεις του στοιχείου β) της παραγράφου 1 του άρθρου 6 της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2167,
(ιγ) διαχειριστής πιστώσεων δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 7,
(ιδ) διαχειριστής πιστώσεων ή οποιαδήποτε οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου ή οποιαδήποτε οδηγία, εγκύκλιο και/ή ειδοποίηση της Κεντρικής Τράπεζας που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένης οδηγίας που συνιστά ατομική διοικητική πράξη ή παραλείπει να συμμορφωθεί με απαίτηση, δεσμευτική διοικητική διάταξη, σύσταση και/ή κατευθυντήριες γραμμές της Κεντρικής Τράπεζας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Οι διοικητικές κυρώσεις και τα διορθωτικά μέτρα που προβλέπονται στο εδάφιο (1) είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και αναλογικά της παράβασης και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(α) Εντολή με την οποία ο διαχειριστής πιστώσεων ή ο αγοραστής πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, ο αντιπρόσωπος αυτού, που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, υποχρεούται σε διόρθωση της παράβασης, παύση της σχετικής συμπεριφοράς και αποχή από μελλοντική επανάληψή της·
(β) διοικητικό πρόστιμο που κυμαίνεται από χίλια ευρώ (€1.000) έως διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000), ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, και, σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, πρόσθετο διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, που κυμαίνεται από εκατόν ευρώ (€100) έως τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης·
(γ) ανάκληση ή αναστολή σε περίπτωση που δεν συντρέχουν οι λόγοι ανάκλησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 άδειας άσκησης των δραστηριοτήτων διαχειριστή πιστώσεων.
(3) Οι διοικητικές κυρώσεις και/ή τα διορθωτικά μέτρα εφαρμόζονται αποτελεσματικά.
(4) Κατά τον προσδιορισμό του είδους των διοικητικών κυρώσεων και/ή διορθωτικών μέτρων που επιβάλλει, η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει υπόψη τις σχετικές περιστάσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται-
(α) η βαρύτητα και η διάρκεια της παράβασης,
(β) η έκταση της ευθύνης του υπαίτιου για την παράβαση διαχειριστή πιστώσεων ή αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού, που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20,
(γ) η οικονομική ισχύς του διαχειριστή πιστώσεων ή του αγοραστή πιστώσεων που είναι υπαίτιος για την παράβαση, όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τον συνολικό κύκλο εργασιών, όταν είναι νομικό πρόσωπο ή από το ετήσιο εισόδημα, όταν είναι φυσικό πρόσωπο,
(δ) η σημασία των κερδών που αποκτήθηκαν ή των ζημιών που αποφεύχθηκαν λόγω της παράβασης του διαχειριστή πιστώσεων ή του αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, στον βαθμό που τα εν λόγω κέρδη ή ζημίες δύναται να προσδιοριστούν,
(ε) οι ζημίες τρίτων που προκλήθηκαν από την παράβαση, στον βαθμό που οι εν λόγω ζημίες μπορούν να προσδιοριστούν,
(στ) ο βαθμός συνεργασίας του διαχειριστή πιστώσεων ή του αγοραστή πιστώσεων που είναι υπαίτιος για την παράβαση με τις αρμόδιες αρχές,
(ζ) προηγούμενες παραβάσεις του υπαίτιου για την παράβαση διαχειριστή πιστώσεων ή αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, του αντιπροσώπου αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20,
(η) οιεσδήποτε πραγματικές ή δυνητικές συστημικές συνέπειες της παράβασης.
(5) Οι διοικητικές κυρώσεις και τα διορθωτικά μέτρα που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), δύναται να λαμβάνονται εναντίον των μελών του διοικητικού συμβουλίου, καθώς και κάθε άλλου φυσικού προσώπου που ασκεί καθήκοντα σε διαχειριστές πιστώσεων, σε αγοραστές πιστώσεων ή σε αντιπροσώπους αυτών που έχουν ορισθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20, τα οποία φέρουν ευθύνη για την παράβαση σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία.
(6) Η Κεντρική Τράπεζα, πριν λάβει οποιαδήποτε απόφαση όσον αφορά την επιβολή διοικητικών κυρώσεων ή διορθωτικών μέτρων που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), δίνει δυνατότητα ακρόασης στον συγκεκριμένο διαχειριστή πιστώσεων, αγοραστή πιστώσεων ή, κατά περίπτωση, στον αντιπρόσωπο αυτού που έχει οριστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20.
(7) Κάθε απόφαση για την επιβολή των διοικητικών κυρώσεων ή διορθωτικών μέτρων, όπως προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), είναι επαρκώς αιτιολογημένη και υπόκειται σε δικαίωμα προσφυγής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 146 του Συντάγματος ή σε λήψη άλλων αναγκαίων δικαστικών μέτρων.
(8) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου το οποίο επιβλήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Κεντρική Τράπεζα έχει εξουσία να λάβει δικαστικά μέτρα με σκοπό την είσπραξη του οφειλόμενου ποσού ως αστικού χρέους οφειλόμενου στη Δημοκρατία.