18.-(1)(α) Αγοραστής πιστώσεων που έχει την κατοικία του (is domiciled) ή το εγγεγραμμένο γραφείο του στη Δημοκρατία ή σε άλλο κράτος μέλος και η Δημοκρατία αποτελεί κράτος μέλος υποδοχής, ορίζει οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων για την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης, που έχει συναφθεί στη Δημοκρατία με καταναλωτές·
(β) Αγοραστής πιστώσεων που δεν έχει την κατοικία του (is not domiciled) στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή δεν έχει την καταστατική του έδρα ή, εάν σύμφωνα με το εθνικό του δίκαιο δεν έχει καταστατική έδρα, δεν έχει τα κεντρικά του γραφεία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ο αντιπρόσωπος αυτού, που ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 20, ορίζει οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αντιπρόσωπος είναι ο ίδιος οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων, για την άσκηση δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων σε σχέση με τα δικαιώματα πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης που έχει συναφθεί στη Δημοκρατία με-
(i) φυσικά πρόσωπα, μεταξύ των οποίων καταναλωτές και ανεξάρτητοι εργαζόμενοι,
(ii) πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), όπως ορίζονται στο άρθρο 2 του παραρτήματος της Σύστασης της Επιτροπής, της 6ης Μαΐου 2003 σχετικά με τον ορισμό των πολύ μικρών, των μικρών και των μεσαίων επιχειρήσεων.
(γ) Σε περίπτωση κατά την οποία η μεταβίβαση χαρτοφυλακίου πιστώσεων περιλαμβάνει συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες απαιτείται ορισμός οντότητας που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 ή διαχειριστή πιστώσεων, και ταυτόχρονα περιλαμβάνει και άλλες συμβάσεις πίστωσης για τις οποίες δεν απαιτείται τέτοιος ορισμός, η προβλεπόμενη στις παραγράφους (α) και (β) απαίτηση επεκτείνεται σε όλες τις συμβάσεις πίστωσης που συνάπτονται στη Δημοκρατία με δανειολήπτες για τους οποίους η Δημοκρατία είναι κράτος μέλος υποδοχής.
(2)(α) Αγοραστής πιστώσεων δεν υπόκειται σε άλλες πρόσθετες απαιτήσεις για την αγορά των δικαιωμάτων πιστωτή που απορρέουν από μη εξυπηρετούμενη σύμβαση πίστωσης ή της ίδιας της μη εξυπηρετούμενης σύμβασης πίστωσης, πέραν όσων προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή από τις διατάξεις της εφαρμοστέας νομοθεσίας σχετικά με την προστασία του καταναλωτή, του δικαίου περί συμβάσεων και του αστικού ή ποινικού δικαίου.
(β) Η σχετική ενωσιακή και εθνική νομοθεσία που αφορά ιδίως την εκτέλεση συμβάσεων, την προστασία των καταναλωτών, τα δικαιώματα των δανειοληπτών και εγγυητών, την αρχική χορήγηση της πίστωσης, τους κανόνες για το τραπεζικό απόρρητο και το ποινικό δίκαιο εξακολουθεί να ισχύει για τον αγοραστή πιστώσεων κατά τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης ή τη μεταβίβαση της ίδιας της σύμβασης πίστωσης στον αγοραστή πιστώσεων.
(γ) Το επίπεδο προστασίας που παρέχεται βάσει του ενωσιακού και εθνικού δικαίου, καθώς και της νομοθεσίας αφερεγγυότητας, στους καταναλωτές και σε άλλους δανειολήπτες και εγγυητές δεν επηρεάζεται από τη μεταβίβαση των δικαιωμάτων του πιστωτή που απορρέουν από τη σύμβαση πίστωσης ή τη μεταβίβαση της ίδιας της σύμβασης πίστωσης στον αγοραστή πιστώσεων, υπό την επιφύλαξη των εθνικών και διεθνών κανόνων περί γραμματίων και συναλλαγματικών.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν θίγουν τις εθνικές εξουσίες όσον αφορά τα πιστωτικά μητρώα, περιλαμβανομένης της εξουσίας να απαιτούνται από τους αγοραστές πιστώσεων πληροφορίες σχετικά με τα δικαιώματα του πιστωτή που απορρέουν από σύμβαση πίστωσης ή με την ίδια τη σύμβαση πίστωσης και την απόδοσή της.
(4) Διαχειριστής πιστώσεων που έχει οριστεί ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, συμμορφώνεται για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον αγοραστή πιστώσεων δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, καθώς και των διατάξεων των άρθρων 19, 21, και 27 και στην περίπτωση που δεν έχει οριστεί διαχειριστής πιστώσεων ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, ο αγοραστής πιστώσεων ή ο αντιπρόσωπός του εξακολουθεί να υπόκειται στις εν λόγω υποχρεώσεις.
(5) Οι αγοραστές πιστώσεων υποβάλλουν δεδομένα για το σύνολο των πιστώσεων τις οποίες κατέχουν στο μηχανισμό ανταλλαγής δεδομένων ΑΡΤΕΜΙΣ ως τα δεδομένα αυτά καθορίζονται στην περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας.
(6) Οι κατά το παρόν άρθρο οριζόμενοι διαχειριστές πιστώσεων ή οντότητες που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, υποχρεούνται για λογαριασμό του αγοραστή πιστώσεων να συμμορφώνονται με τα εδάφια (3) και (5) σε περίπτωση κατά την οποία η μεταξύ του αγοραστή πιστώσεων και διαχειριστή πιστώσεων σύμβαση διαχείρισης πιστώσεων και σύμβαση επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην περίπτωση κατά την οποία τα υπό αναφορά στοιχεία περιλαμβάνουν δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, προβλέπουν για την προαναφερόμενη υποχρέωση.
(7)(α) Διαχειριστής πιστώσεων ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, έχει δικαίωμα πρόσβασης στα πιστωτικά μητρώα που χρησιμοποιούνται στη Δημοκρατία σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (8), για σκοπούς αξιολόγησης του αξιόχρεου των πελατών του αγοραστή πιστώσεων ή/και αποτελεσματικότερης διαχείρισης του πιστωτικού κινδύνου ή και άλλων συναφών κινδύνων, καθώς και για σκοπούς άσκησης δραστηριοτήτων διαχείρισης πιστώσεων, σύμφωνα με τις παραγράφους (α) ή/και (β) του ορισμού του όρου «δραστηριότητες διαχείρισης πιστώσεων» του άρθρου 2 και ειδικότερα, εξεύρεσης λύσεων αναδιάρθρωσης και/ή ρύθμισης και/ή διευθέτησης του χρέους.
(β) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) πρόσβαση παραχωρείται βάσει κριτηρίων, όρων και προϋποθέσεων, τα οποία καθορίζει η Κεντρική Τράπεζα δυνάμει της περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγίας της Κεντρικής Τράπεζας και παραχωρείται στον διαχειριστή μόνο για τους προβλεπόμενους στην παράγραφο (α) σκοπούς, όπως προβλέπεται στη σχετική σύμβαση διαχείρισης, δυνάμει της οποίας ο διαχειριστής πιστώσεων αναλαμβάνει τις σχετικές εργασίες διαχείρισης πιστώσεων:
(γ) Η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) πρόσβαση παραχωρείται κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης στην Κεντρική Τράπεζα, η οποία αφού εξετάσει ότι τηρούνται τα προβλεπόμενα στην παράγραφο (β) κριτήρια, όροι και προϋποθέσεις, περιλαμβανομένων των όρων των συμβάσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (6), εγκρίνει ή απορρίπτει την αίτηση για τέτοια πρόσβαση.
(8) Για τους σκοπούς του εδαφίου (7), ο διαχειριστής πιστώσεων που έχει οριστεί ή οντότητα που προβλέπεται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4 έχει πρόσβαση στα δεδομένα τα οποία καθορίζονται στην περί του Ορισμού Λειτουργίας Συστήματος ή Μηχανισμού Ανταλλαγής, Συγκέντρωσης και Παροχής Δεδομένων Οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας, νοουμένου ότι είναι σε πλήρη συμμόρφωση με τις απορρέουσες από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 2016/679 υποχρεώσεις του και τις διατάξεις του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου.
(9) Οι εξουσίες πρόσβασης, εποπτείας, ελέγχου, καθορισμού της διαδικασίας επιβολής τελών και επιβολής κυρώσεων που έχει η Κεντρική Τράπεζα, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (8) του άρθρου 28Δ, των διατάξεων του άρθρου 28Ε και των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 42 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, ισχύουν κατ’ αναλογία σε σχέση με τα δεδομένα τα οποία υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (5) και (6).
(10) Η Κεντρική Τράπεζα καθορίζει, με οδηγίες που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 31-
(α) τη διαδικασία επιβολής τελών προς τους αγοραστές και τους ορισμένους από αυτούς διαχειριστές πιστώσεων ή οντότητες που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i) ή (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 4, ανάλογα με την περίπτωση, από τους μηχανισμούς ανταλλαγής δεδομένων και καθορίζει το ύψος των τελών χρέωσης,
(β) τη διαδικασία χειρισμού παραπόνων πελατών που σχετίζονται με δεδομένα, στοιχεία ή πληροφορίες που τηρούνται στους μηχανισμούς ανταλλαγής δεδομένων, και
(γ) οποιοδήποτε άλλο θέμα ήθελε κριθεί χρήσιμο ή σκόπιμο να ρυθμιστεί ή καθοριστεί στις οδηγίες που σχετίζονται με τους μηχανισμούς ανταλλαγής δεδομένων: