Μέσα Ευελιξίας

6.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Μέρος 4 του Παραρτήματος III, προσαρμοσμένες ετήσιες εθνικές απογραφές εκπομπών για το διοξείδιο του θείου, τα οξείδια του αζώτου, τις πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου, την αμμωνία και τα λεπτά αιωρούμενα σωματίδια, όταν η μη συμμόρφωση με τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών προκύπτει από την εφαρμογή βελτιωμένων μεθόδων απογραφής εκπομπών, οι οποίες έχουν επικαιροποιηθεί σύμφωνα με τις επιστημονικές γνώσεις και το εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων.

(β) Προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις που ορίζονται στο Μέρος 4 του Παραρτήματος III, οι εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για τα έτη 2020 έως 2029 θεωρούνται ως καθορισθείσες στις 4 Μαΐου 2012.

(γ) Από το 2025 και εντεύθεν εφαρμόζονται οι ακόλουθες πρόσθετες προϋποθέσεις για προσαρμογές, σε περίπτωση σημαντικά διαφορετικών συντελεστών εκπομπών ή μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των εκπομπών από συγκεκριμένες κατηγορίες πηγών, σε σχέση με τους αναμενόμενους, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής συγκεκριμένου κανόνα ή προτύπου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα σημεία (ii) και (iii) της υποπαραγράφου (δ) της παραγράφου 1 του Μέρους 4 του Παραρτήματος III:

(i) Η Αρμόδια Αρχή, αφού λάβει υπόψη τα αποτελέσματα των εθνικών προγραμμάτων επιθεώρησης και επιβολής για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή, αποδεικνύει ότι οι σημαντικά διαφορετικοί συντελεστές εκπομπών δεν προκύπτουν από την εθνική εφαρμογή ή την επιβολή της εν λόγω νομοθεσίας· και

(ii) η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει την Επιτροπή για τη σημαντική διαφορά στους συντελεστές εκπομπών.

(2) Σε περίπτωση που κατά ένα δεδομένο έτος, λόγω ιδιαίτερα ψυχρού χειμώνα ή ιδιαίτερα ξηρού θέρους, δεν δύναται να υπάρξει συμμόρφωση με εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών, η συμμόρφωση με τη δέσμευση αυτή μπορεί να επιτευχθεί χρησιμοποιώντας τον μέσο όρο των ετήσιων εθνικών εκπομπών για το συγκεκριμένο έτος, το προηγούμενο έτος και το επόμενο έτος, νοουμένου ότι ο μέσος όρος δεν υπερβαίνει το επίπεδο των ετήσιων εθνικών εκπομπών που καθορίζεται από την εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών.

(3) Σε περίπτωση που μετά την υλοποίηση όλων των οικονομικά αποδοτικών μέτρων, για ένα δεδομένο έτος δεν δύναται να υπάρξει συμμόρφωση αναφορικά με μία ή περισσότερες εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών που ορίζονται στο Παράρτημα II, οι οποίες καθορίζονται σε επίπεδο αυστηρότερο από την αποτελεσματική ως προς το κόστος μείωση που προσδιορίζεται στη ΘΣΑΡ 16, η συμμόρφωση με τη σχετική εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών θεωρείται ότι υπάρχει για μέγιστο διάστημα πέντε (5) ετών, νοουμένου ότι, για καθένα από αυτά τα έτη, αντισταθμίζεται η εν λόγω μη συμμόρφωση από ισοδύναμη μείωση των εκπομπών άλλων ρύπων που αναφέρονται στο Παράρτημα II.

(4) Σε περίπτωση που η μη συμμόρφωση με τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για τους σχετικούς ρύπους προκύπτει από αιφνίδια και απρόβλεπτη διακοπή ή απώλεια απόδοσης στο σύστημα παροχής ή παραγωγής ρεύματος και/ή θέρμανσης η οποία δεν μπορούσε να είχε ευλόγως προβλεφθεί θεωρείται ότι υφίσταται συμμόρφωση με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 5 υποχρεώσεις για μέγιστο διάστημα τριών (3) ετών, νοουμένου ότι η Αρμόδια Αρχή έχει αποδείξει ότι-

(α) έχει καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια, περιλαμβανομένης της εφαρμογής νέων μέτρων και πολιτικών, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση και συνεχίζει να καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια, ώστε η περίοδος μη συμμόρφωσης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη· και

(β) η εφαρμογή μέτρων και πολιτικών, επιπλέον αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο (α), δυνατό να οδηγήσουν σε δυσανάλογο κόστος, να θέσουν ουσιαστικά σε κίνδυνο την εθνική ενεργειακή ασφάλεια ή να εμπεριέχουν σημαντικό κίνδυνο ενεργειακής ένδειας για ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού.

(5) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή προτίθεται να εφαρμόσει τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) ή (4), ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή έως τις 15 Φεβρουαρίου του εκάστοτε έτους υποβολής στοιχείων· η δε ενημέρωση περιλαμβάνει τους καλυπτόμενους ρύπους και κλάδους και, εφόσον διατίθενται στοιχεία, την έκταση των επιπτώσεων στις εθνικές απογραφές εκπομπών.