Για σκοπούς εναρμόνισης με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο-
(α)«Οδηγία 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Δεκεμ-βρίου 2016 σχετικά με τη μείωση των εθνικών εκπομπών ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων, την τροποποίηση της οδηγίας 2003/35/ΕΚ και την κατάργηση της οδηγίας 2001/81/ΕΚ»· και
(β)«Κατ’ εξουσιοδότηση Οδηγία (ΕΕ) 2024/299 της Επιτροπής της 27ης Οκτωβρίου 2023 για την τροποποίηση της οδηγίας (ΕΕ) 2016/2284 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη μεθοδολογία υποβολής εκθέσεων για τις προβλεπόμενες εκπομπές ορισμένων ατμοσφαιρικών ρύπων»∙ και
ΕΠΕΙΔΗ, στο πλαίσιο της εναρμόνισης της εθνικής νομοθεσίας με τις πιο πάνω αναφερθείσες πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απαιτείται η επίτευξη των ακόλουθων στόχων και ο παρών Νόμος αναμένεται να συμβάλει σε αυτή:
(α)Στόχων για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα που ορίζει η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και για την πρόοδο προς τον μακροπρόθεσμο στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για επίτευξη επιπέδων ποιότητας του αέρα σύμφωνων με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές που δημοσιεύτηκαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας·
(β)στόχων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της βιοποικιλότητας και των οικοσυστημάτων, σύμφωνα με το έβδομο πρόγραμμα δράσης για το περιβάλλον· και
(γ)ενισχυμένες συνέργειες μεταξύ της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ποιότητα του αέρα και άλλων συναφών πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδίως των πολιτικών για το κλίμα και την ενέργεια,
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Μείωσης των Εθνικών Εκπομπών Ορισμένων Ατμοσφαιρικών Ρύπων Νόμος του 2025.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«αιθάλη» σημαίνει ανθρακούχα σωματίδια που απορροφούν το φως·
«ανθρωπογενείς εκπομπές» σημαίνει τις ατμοσφαιρικές εκπομπές ρύπων που συνδέονται με ανθρώπινες δραστηριότητες·
«αποκλειστική οικονομική ζώνη» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το εδάφιο (1) του άρθρου 2 του περί της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και Υφαλοκρηπίδας Νόμου·
«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και περιλαμβάνει και πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο εγγράφως από αυτόν δυνάμει των διατάξεων του περί της Εκχωρήσεως της ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τίνος Νόμου Νόμου∙
«διεθνής θαλάσσια ναυσιπλοΐα» σημαίνει τις διαδρομές στη θάλασσα και στα παράκτια ύδατα, εκτελούμενες με πλωτά οχήματα ανεξαρτήτως σημαίας, εξαιρουμένων των αλιευτικών σκαφών που αναχωρούν από την επικράτεια μιας χώρας και αφικνούνται στην επικράτεια άλλης χώρας·
«διοξείδιο του θείου» ή «SO2» σημαίνει όλες τις θειούχες ενώσεις που εκφράζονται ως διοξείδιο του θείου (SO2), περιλαμβανομένων του τριοξειδίου του θείου (SO3), του θειικού οξέος (H2SO4) και των ανηγμένων θειούχων ενώσεων, όπως το υδρόθειο (Η2S), οι μερκαπτάνες και τα διμεθυλοσουλφίδια·
«εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών» σημαίνει την υποχρέωση για μείωση των εκπομπών μιας ουσίας, η οποία προσδιορίζει τη μείωση των εκπομπών που πρέπει κατ' ελάχιστον να πραγματοποιηθεί κατά το ημερολογιακό έτος-στόχο, ως ποσοστό του συνόλου των εκπομπών κατά το έτος αναφοράς 2005·
«εκπομπή» σημαίνει την ελευθέρωση ουσίας από σημειακή ή διάχυτη πηγή στην ατμόσφαιρα·
«ΕΜΕΡ» σημαίνει το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Παρακολούθησης και Αξιολόγησης που λειτουργεί στο πλαίσιο της Σύμβασης LRTAP και του Πρωτοκόλλου·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος» ή «ΕΕΑ» σημαίνει τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος που ιδρύθηκε δυνάμει των διατάξεων της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1210/90 του Συμβουλίου της 7ης Μαΐου 1990 για την ίδρυση του ευρωπαϊκού οργανισμού περιβάλλοντος και του ευρωπαϊκού δικτύου πληροφοριών και παρατηρήσεων σχετικά με το περιβάλλον» στον οποίο η Δημοκρατία συμμετέχει πλήρως δυνάμει της Συμφωνίας LRTAP·
«ζώνη ελέγχου της ρύπανσης» σημαίνει τη θαλάσσια περιοχή που δεν εκτείνεται πέραν των διακοσίων (200) ναυτικών μιλίων από τις γραμμές βάσης, από τις οποίες υπολογίζεται το εύρος των χωρικών υδάτων και η οποία ορίζεται με σκοπό την πρόληψη, τη μείωση και τον έλεγχο της ρύπανσης από σκάφη, σύμφωνα με τους εφαρμοστέους διεθνείς κανόνες και πρότυπα·
«ΘΣΑΡ 16» σημαίνει την Έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου ΙΙΑSΑ, με τίτλο «Adjusted historic emission data, projections and optimized emission reduction targets for 2030 - A comparison with COM data 2013» στην οποία φαίνονται οι εκτιμώμενες δυνατότητες μείωσης των εκπομπών κάθε κράτους μέλους·
«κύκλος προσγείωσης και απογείωσης» σημαίνει τον κύκλο που περιλαμβάνει την τροχοδρόμηση κατά την άφιξη και την αναχώρηση, την απογείωση, την άνοδο, την προσέγγιση, την προσγείωση και κάθε άλλη πτητική δραστηριότητα σε απόλυτο ύψος χαμηλότερο των τριών χιλιάδων (3.000) ποδών·
«λεπτά αιωρούμενα σωματίδια» ή «ΑΣ2,5» σημαίνει τα σωματίδια με αεροδυναμική διάμετρο ίση με ή μικρότερη από δυόμισι μικρόμετρα (2,5 μm)·
«νομοθεσία για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή» σημαίνει το σύνολο της εκάστοτε σε ισχύ νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή/και της Κυπριακής Δημοκρατίας που αποσκοπεί στη μείωση των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου μέσω της λήψης μέτρων μετριασμού στην πηγή·
«οξείδια του αζώτου» ή «ΝΟx» σημαίνει το άθροισμα του μονοξειδίου του αζώτου και του διοξειδίου του αζώτου∙
«πρόδρομες ουσίες του όζοντος» σημαίνει τα οξείδια του αζώτου, τις πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου, το μεθάνιο και το μονοξείδιο του άνθρακα·
«Πρωτόκολλο» σημαίνει το Πρωτόκολλο της Σύμβασης LRTAP, το οποίο κυρώθηκε με τον Κυρωτικό της Σύμβασης (1979) για τη Διαμεθοριακή Ρύπανση της Ατμόσφαιρας σε Μεγάλη Απόσταση και του Πρωτοκόλλου (1984) αυτής Νόμο του 1991 Πρωτόκολλο, που αφορά τη Μακροπρόθεσμη Χρηματοδότηση του Προγράμματος για τη Συνεχή Παρακολούθηση και Εκτίμηση της Μεταφοράς σε Μεγάλη Απόσταση των Ατμοσφαιρικών Ρύπων στην Ευρώπη (ΕΜΕΡ)·
«πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου» ή «NMVOC» σημαίνει όλες τις οργανικές ενώσεις εκτός από το μεθάνιο, οι οποίες παρουσία ηλιακού φωτός είναι ικανές να παράγουν φωτοχημικά οξειδωτικά μέσα, αντιδρώντας με οξείδια του αζώτου·
«Σύμβαση LRTAP» σημαίνει τη Σύμβαση του 1979 για τη Διαμεθοριακή Ρύπανση της Ατμόσφαιρας σε Μεγάλη Απόσταση η οποία κυρώθηκε με τον Κυρωτικό της Σύμβασης (1979) για τη Διαμεθοριακή Ρύπανση της Ατμόσφαιρας σε Μεγάλη Απόσταση και του Πρωτοκόλλου (1984) αυτής Νόμο του 1991 Σύμβαση του 1979 για τη Διαμεθοριακή Ρύπανση της Ατμόσφαιρας σε Μεγάλη Απόσταση·
«στόχοι για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα» σημαίνει τις οριακές τιμές, τις τιμές-στόχους και τις υποχρεώσεις όσον αφορά τη συγκέντρωση της έκθεσης για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα, οι οποίες προβλέπονται-
(α) στον περί της Ποιότητας του Ατμοσφαιρικού Αέρα Νόμο·
(β) στους περί της Ποιότητας του Ατμοσφαιρικού Αέρα (Αρσενικό, Κάδμιο, Υδράργυρος, Νικέλιο και Πολυκυκλικοί Αρωματικοί Υδρογονάνθρακες στον Ατμοσφαιρικό Αέρα) Κανονισμούς· και
(γ) στους περί της Ποιότητας του Ατμοσφαιρικού Αέρα (Οριακές τιμές Διοξειδίου του θείου, Διοξειδίου του Αζώτου και Οξειδίων του Αζώτου, Σωματιδίων, Μολύβδου, Μονοξειδίου του Άνθρακα, Βενζολίου και Όζοντος στον Ατμοσφαιρικό Αέρα) Κανονισμούς:
3. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι-
(α) η μείωση των ανθρωπογενών ατμοσφαιρικών εκπομπών διοξειδίου του θείου (SO2), οξειδίων του αζώτου (ΝΟx), πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου (NMVOC), αμμωνίας (ΝΗ3) και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων (ΑΣ2,5), με σκοπό την επίτευξη τέτοιων επιπέδων ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα που να μη συνεπάγονται σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις και κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον· και
(β) η κατάρτιση, θέσπιση και εφαρμογή εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθώς και η παρακολούθηση και αναφορά των εκπομπών των εν λόγω ρύπων και άλλων ρύπων που αναφέρονται στο Παράρτημα I και των επιπτώσεών τους.
4. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στις αναφερόμενες στο Παράρτημα Ι εκπομπές των ρύπων από όλες τις πηγές στο έδαφος, στην αποκλειστική οικονομική ζώνη και τη ζώνη ελέγχου της ρύπανσης.
5.-(1) Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, ώστε να περιοριστούν οι ετήσιες ανθρωπογενείς εκπομπές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου, πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου, της αμμωνίας και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων, σύμφωνα με τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών που ισχύουν από το 2020 έως το 2029 και από το 2030 και εφεξής, όπως προβλέπεται στο Παράρτημα II.
(2)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, με σκοπό να περιορίσει τις ανθρωπογενείς εκπομπές διοξειδίου του θείου, οξειδίων του αζώτου, πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου, της αμμωνίας και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων για το 2025.
(β) Τα ενδεικτικά επίπεδα των αναφερόμενων στην παράγραφο (α) εκπομπών προσδιορίζονται με βάση γραμμική πορεία μείωσης μεταξύ των επιπέδων εκπομπών τους που καθορίζονται από τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για το 2020 και των επιπέδων εκπομπών που καθορίζονται από τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για το 2030.
(γ) Σε περίπτωση που οι αναφερόμενες στην παράγραφο (α) εκπομπές δεν δύναται να περιοριστούν σύμφωνα με την καθορισμένη πορεία μείωσης, η Αρμόδια Αρχή εξηγεί τους λόγους για την απόκλιση αυτή, καθώς και τα μέτρα που θα την επαναφέρουν στην καθορισμένη πορεία της, στις επακόλουθες ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής που υποβάλλει στην Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 10.
(δ) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου δύναται να ακολουθηθεί, εάν αυτό είναι οικονομικώς ή τεχνικώς αποδοτικότερο, μη γραμμική πορεία μείωσης υπό την προϋπόθεση ότι από το 2025 η πορεία αυτή θα συγκλίνει σταδιακά με τη γραμμική πορεία μείωσης και ότι αυτό δεν θίγει οποιαδήποτε εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών για το 2030.
(ε) Η Αρμόδια Αρχή προσδιορίζει την αναφερόμενη στην παράγραφο (δ) μη γραμμική πορεία μείωσης και τους λόγους για την υιοθέτησή της στα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που υποβάλλονται στην Επιτροπή κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 10.
(3) Οι ακόλουθες εκπομπές δεν συνυπολογίζονται για σκοπούς συμμόρφωσης με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2):
(α) Οι εκπομπές αεροσκαφών πέραν του κύκλου προσγείωσης και απογείωσης·
(β) οι εκπομπές από τη διεθνή θαλάσσια ναυσιπλοΐα· και
(γ) οι εκπομπές οξειδίων του αζώτου και οργανικών πτητικών ενώσεων, εκτός του μεθανίου, από δραστηριότητες που εμπίπτουν στις κατηγορίες 3Β (διαχείριση κοπριάς) και 3Δ (γεωργικά εδάφη) της ονοματολογίας υποβολής στοιχείων (nomenclature for reporting - NFR) του 2019 που καθορίζεται στη Σύμβαση LRTAP.
6.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Μέρος 4 του Παραρτήματος III, προσαρμοσμένες ετήσιες εθνικές απογραφές εκπομπών για το διοξείδιο του θείου, τα οξείδια του αζώτου, τις πτητικές οργανικές ενώσεις εκτός του μεθανίου, την αμμωνία και τα λεπτά αιωρούμενα σωματίδια, όταν η μη συμμόρφωση με τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών προκύπτει από την εφαρμογή βελτιωμένων μεθόδων απογραφής εκπομπών, οι οποίες έχουν επικαιροποιηθεί σύμφωνα με τις επιστημονικές γνώσεις και το εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων.
(β) Προκειμένου να καθοριστεί κατά πόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις που ορίζονται στο Μέρος 4 του Παραρτήματος III, οι εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για τα έτη 2020 έως 2029 θεωρούνται ως καθορισθείσες στις 4 Μαΐου 2012.
(γ) Από το 2025 και εντεύθεν εφαρμόζονται οι ακόλουθες πρόσθετες προϋποθέσεις για προσαρμογές, σε περίπτωση σημαντικά διαφορετικών συντελεστών εκπομπών ή μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό των εκπομπών από συγκεκριμένες κατηγορίες πηγών, σε σχέση με τους αναμενόμενους, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής συγκεκριμένου κανόνα ή προτύπου, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στα σημεία (ii) και (iii) της υποπαραγράφου (δ) της παραγράφου 1 του Μέρους 4 του Παραρτήματος III:
(i) Η Αρμόδια Αρχή, αφού λάβει υπόψη τα αποτελέσματα των εθνικών προγραμμάτων επιθεώρησης και επιβολής για την παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της νομοθεσίας για τον έλεγχο της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην πηγή, αποδεικνύει ότι οι σημαντικά διαφορετικοί συντελεστές εκπομπών δεν προκύπτουν από την εθνική εφαρμογή ή την επιβολή της εν λόγω νομοθεσίας· και
(ii) η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει την Επιτροπή για τη σημαντική διαφορά στους συντελεστές εκπομπών.
(2) Σε περίπτωση που κατά ένα δεδομένο έτος, λόγω ιδιαίτερα ψυχρού χειμώνα ή ιδιαίτερα ξηρού θέρους, δεν δύναται να υπάρξει συμμόρφωση με εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών, η συμμόρφωση με τη δέσμευση αυτή μπορεί να επιτευχθεί χρησιμοποιώντας τον μέσο όρο των ετήσιων εθνικών εκπομπών για το συγκεκριμένο έτος, το προηγούμενο έτος και το επόμενο έτος, νοουμένου ότι ο μέσος όρος δεν υπερβαίνει το επίπεδο των ετήσιων εθνικών εκπομπών που καθορίζεται από την εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών.
(3) Σε περίπτωση που μετά την υλοποίηση όλων των οικονομικά αποδοτικών μέτρων, για ένα δεδομένο έτος δεν δύναται να υπάρξει συμμόρφωση αναφορικά με μία ή περισσότερες εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών που ορίζονται στο Παράρτημα II, οι οποίες καθορίζονται σε επίπεδο αυστηρότερο από την αποτελεσματική ως προς το κόστος μείωση που προσδιορίζεται στη ΘΣΑΡ 16, η συμμόρφωση με τη σχετική εθνική δέσμευση μείωσης των εκπομπών θεωρείται ότι υπάρχει για μέγιστο διάστημα πέντε (5) ετών, νοουμένου ότι, για καθένα από αυτά τα έτη, αντισταθμίζεται η εν λόγω μη συμμόρφωση από ισοδύναμη μείωση των εκπομπών άλλων ρύπων που αναφέρονται στο Παράρτημα II.
(4) Σε περίπτωση που η μη συμμόρφωση με τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για τους σχετικούς ρύπους προκύπτει από αιφνίδια και απρόβλεπτη διακοπή ή απώλεια απόδοσης στο σύστημα παροχής ή παραγωγής ρεύματος και/ή θέρμανσης η οποία δεν μπορούσε να είχε ευλόγως προβλεφθεί θεωρείται ότι υφίσταται συμμόρφωση με τις προβλεπόμενες στο άρθρο 5 υποχρεώσεις για μέγιστο διάστημα τριών (3) ετών, νοουμένου ότι η Αρμόδια Αρχή έχει αποδείξει ότι-
(α) έχει καταβάλει κάθε εύλογη προσπάθεια, περιλαμβανομένης της εφαρμογής νέων μέτρων και πολιτικών, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συμμόρφωση και συνεχίζει να καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια, ώστε η περίοδος μη συμμόρφωσης να είναι όσο το δυνατόν συντομότερη· και
(β) η εφαρμογή μέτρων και πολιτικών, επιπλέον αυτών που αναφέρονται στην παράγραφο (α), δυνατό να οδηγήσουν σε δυσανάλογο κόστος, να θέσουν ουσιαστικά σε κίνδυνο την εθνική ενεργειακή ασφάλεια ή να εμπεριέχουν σημαντικό κίνδυνο ενεργειακής ένδειας για ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού.
(5) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή προτίθεται να εφαρμόσει τις διατάξεις των εδαφίων (1), (2), (3) ή (4), ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή έως τις 15 Φεβρουαρίου του εκάστοτε έτους υποβολής στοιχείων· η δε ενημέρωση περιλαμβάνει τους καλυπτόμενους ρύπους και κλάδους και, εφόσον διατίθενται στοιχεία, την έκταση των επιπτώσεων στις εθνικές απογραφές εκπομπών.
7.-(1) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει, θεσπίζει και εφαρμόζει τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Μέρος 1 του Παραρτήματος IV, με σκοπό τον περιορισμό των ετήσιων ανθρωπογενών εκπομπών σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 και την επίτευξη του προβλεπόμενου στο εδάφιο (1) του άρθρου 3 σκοπού.
(2)(α) Κατά την κατάρτιση, θέσπιση και εφαρμογή του αναφερόμενου στο εδάφιο (1) προγράμματος ελέγχου της της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, η Αρμόδια Αρχή-
(i) αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο οι εθνικές πηγές εκπομπών πιθανόν να έχουν επιπτώσεις στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα στη Δημοκρατία και σε γειτονικά κράτη μέλη, χρησιμοποιώντας, κατά περίπτωση, δεδομένα και μεθοδολογίες που έχουν αναπτυχθεί στο πλαίσιο του ΕΜΕΡ·
(ii) λαμβάνει υπόψη την ανάγκη μείωσης των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων για την επίτευξη της συμμόρφωσης με τους στόχους για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα στη Δημοκρατία και, κατά περίπτωση, στα γειτονικά κράτη μέλη·
(iii) θέτει ως προτεραιότητα τη λήψη μέτρων μείωσης των εκπομπών αιθάλης κατά τη λήψη μέτρων για την τήρηση των εθνικών δεσμεύσεων μείωσης των εκπομπών λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων∙ και
(iv) διασφαλίζει τη συνοχή με άλλα συναφή σχέδια και προγράμματα που έχουν θεσπιστεί δυνάμει των απαιτήσεων της εθνικής ή ενωσιακής νομοθεσίας.
(β) Προκειμένου να υπάρξει συμμόρφωση με τις εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών, στα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) εθνικά προγράμματα ελέγχου της ρύπανσης περιλαμβάνονται τα μέτρα μείωσης των εκπομπών που ορίζονται ως υποχρεωτικά στο Μέρος 1 του Παραρτήματος IV, ενώ δύναται να περιλαμβάνονται στα εν λόγω προγράμματα τα μέτρα μείωσης των εκπομπών που ορίζονται ως προαιρετικά στο Μέρος 2 του εν λόγω Παραρτήματος, ή μέτρα ισοδύναμου αποτελέσματος μετριασμού.
(3) Η Αρμόδια Αρχή επικαιροποιεί τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης τουλάχιστον κάθε τέσσερα (4) έτη.
(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), οι πολιτικές και τα μέτρα μείωσης των εκπομπών που περιλαμβάνονται στα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης επικαιροποιούνται εντός δεκαοκτώ (18) μηνών από την υποβολή της τελευταίας εθνικής απογραφής εκπομπών ή των εθνικών προβλέψεων εκπομπών, εάν, σύμφωνα με τα υποβληθέντα στοιχεία, δεν τηρούνται οι διατάξεις του άρθρου 5 ή υφίσταται κίνδυνος μη συμμόρφωσης.
(5) Η Αρμόδια Αρχή διαβουλεύεται με το κοινό και με τις αρχές τις οποίες, λόγω των ειδικών περιβαλλοντικών τους αρμοδιοτήτων στον τομέα της ρύπανσης, της ποιότητας και της διαχείρισης του ατμοσφαιρικού αέρα σε όλα τα επίπεδα, ενδέχεται να αφορά η εφαρμογή των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, σχετικά με τα σχέδια των εν λόγω προγραμμάτων και τυχόν σημαντικές επικαιροποιήσεις τους, πριν από την οριστικοποίησή τους.
(6) Όπου ενδείκνυται, η Αρμόδια Αρχή διεξάγει διασυνοριακές διαβουλεύσεις.
8.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει και επικαιροποιεί ετησίως εθνικές απογραφές εκπομπών για τους ρύπους που προβλέπονται στον Πίνακα Α του Παραρτήματος Ι, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες στον εν λόγω Πίνακα απαιτήσεις.
(β) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να καταρτίζει και να επικαιροποιεί ετησίως εθνικές απογραφές εκπομπών για τους ρύπους που προβλέπονται στον Πίνακα Β του Παραρτήματος I, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες στον εν λόγω Πίνακα απαιτήσεις.
(2) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει και επικαιροποιεί ανά τετραετία τις εθνικές απογραφές εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση και τις απογραφές μεγάλων σημειακών πηγών και, ανά διετία, τις εθνικές προβλέψεις εκπομπών για τους ρύπους που προβλέπονται στον Πίνακα Γ του Παραρτήματος I, σύμφωνα με τις προβλεπόμενες στον εν λόγω Πίνακα απαιτήσεις.
(3) Η Αρμόδια Αρχή συντάσσει ενημερωτική έκθεση απογραφής, η οποία συνοδεύει τις προβλεπόμενες στα εδάφια (1) και (2) εθνικές απογραφές και προβλέψεις εκπομπών, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του Πίνακα Δ του Παραρτήματος I και την κοινοποιεί στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Περιβάλλοντος.
(4) Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή κάνει χρήση μέσου ευελιξίας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6, περιλαμβάνει στην ενημερωτική έκθεση απογραφής του αντίστοιχου έτους τις πληροφορίες που αποδεικνύουν ότι η χρήση του εν λόγω μέσου ευελιξίας πληροί τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 6 και στο Μέρος 4 του Παραρτήματος III ή στα εδάφια (2), (3) ή (4) του άρθρου 6, κατά περίπτωση.
(5) Η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει και επικαιροποιεί τις εθνικές απογραφές εκπομπών, περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των αναπροσαρμοσμένων απογραφών εθνικών εκπομπών, τις προβλέψεις εθνικών εκπομπών, τις εθνικές απογραφές εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση, τις απογραφές μεγάλων σημειακών πηγών και τις συνοδευτικές ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο Παράρτημα III.
9.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει την παρακολούθηση των αρνητικών επιπτώσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στα οικοσυστήματα, με βάση ένα δίκτυο σημείων παρακολούθησης που είναι αντιπροσωπευτικό των οικοτόπων των γλυκών υδάτων, των φυσικών και ημιφυσικών οικοτόπων και των δασικών οικοσυστημάτων, υιοθετώντας μια οικονομικά αποδοτική προσέγγιση, η οποία βασίζεται στους κινδύνους.
(β) Για τον σκοπό αυτό, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να υπάρξει συντονισμός με άλλα προγράμματα παρακολούθησης που έχουν θεσπιστεί δυνάμει των διατάξεων του περί της Ποιότητας του Ατμοσφαιρικού Αέρα Νόμου, του περί Προστασίας και Διαχείρισης των Υδάτων Νόμου, του περί της Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου νόμου και, ενδεχομένως, της Σύμβασης LRTAP, και, όπου ενδείκνυται, χρησιμοποιεί στοιχεία που συγκεντρώθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων αυτών.
(γ) Για τη συμμόρφωση ως προς τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου μπορούν να χρησιμοποιούνται οι προαιρετικοί δείκτες παρακολούθησης που προβλέπονται στο Παράρτημα V.
(2) Για τη συλλογή και υποβολή των προβλεπόμενων στο Παράρτημα V πληροφοριών δύναται να χρησιμοποιούνται οι μεθοδολογίες της Σύμβασης LRTAP και τα εγχειρίδιά της που αφορούν τα προγράμματα διεθνούς συνεργασίας.
10.-(1) Η Αρμόδια Αρχή υποβάλλει στην Επιτροπή το εθνικό πρόγραμμα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης κατά τα προβλεπόμενα στο Παράρτημα IV:
(2) Η Αρμόδια Αρχή παρέχει στην Επιτροπή και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος τις εθνικές απογραφές και προβλέψεις εκπομπών, τις εθνικές απογραφές των εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση, τις απογραφές των μεγάλων σημειακών πηγών και τις ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής που προβλέπονται στα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 8, και, κατά περίπτωση, στο εδάφιο (4) του εν λόγω άρθρου, κατά τις ημερομηνίες υποβολής που ορίζονται στο Παράρτημα I:
(3) Η Αρμόδια Αρχή υποβάλλει στην Επιτροπή και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος τις πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 9 ως ακολούθως:
(α) Την 1η Ιουλίου του 2026 και ακολούθως ανά τετραετία, τη γεωγραφική θέση των σταθμών παρακολούθησης και τους σχετικούς δείκτες που χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση των επιπτώσεων της ατμοσφαιρικής ρύπανσης∙ και
(β) την 1η Ιουλίου του 2027 και ακολούθως ανά τετραετία, τα δεδομένα παρακολούθησης που λαμβάνονται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 9.
11. Σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου, η Αρμόδια Αρχή μεριμνά για την ενεργό και συστηματική διάδοση στο κοινό των πληροφοριών, μέσω της δημοσίευσής τους στην ιστοσελίδα του Τμήματος Περιβάλλοντος, του Υπουργείου Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος, που αφορούν τα ακόλουθα:
(α) Τα εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και τυχόν επικαιροποιήσεις τους· και
(β) τις εθνικές απογραφές εκπομπών, περιλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των αναπροσαρμοσμένων εθνικών απογραφών εκπομπών, τις εθνικές προβλέψεις εκπομπών, τις ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής και τις πρόσθετες εκθέσεις και πληροφορίες που παρέχονται στην Επιτροπή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10.
12. Τηρουμένων των διατάξεων του Άρθρου 218 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Αρμόδια Αρχή επιδιώκει διμερή και πολυμερή συνεργασία με τρίτες χώρες και συντονισμό στο πλαίσιο συναφών διεθνών οργανισμών, όπως το Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για το Περιβάλλον (UΝΕΡ), την Οικονομική Επιτροπή για την Ευρώπη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (UΝΕCΕ), τον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FΑΟ), τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) και τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ΙCΑΟ), μεταξύ άλλων δια της ανταλλαγής πληροφοριών σχετικά με την τεχνική και επιστημονική έρευνα και ανάπτυξη, με σκοπό τη βελτίωση της βάσης για τη διευκόλυνση των μειώσεων των εκπομπών.
13. Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τις διατάξεις της παραγράφου 3 του σημείου Α του Μέρους 2 του Παραρτήματος IV, κάνοντας χρήση λιπασμάτων ανθρακικού αμμωνίου, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις έξι χιλιάδες ευρώ (€6.000).
14. Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
15.-(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται, με γνωστοποίησή της που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εκχωρήσει οποιαδήποτε από τις εξουσίες ή αρμοδιότητές της σε σχέση με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και/ή των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών και/ή Διαταγμάτων σε-
(α) δημόσιο λειτουργό και/ή πρόσωπο που κατέχει τα κατάλληλα προσόντα και εκπαίδευση· ή
(β) τμήμα ή υπηρεσία Υπουργείου της Δημοκρατίας· ή
(γ) οργανισμό δημόσιας ωφέλειας που ιδρύθηκε με Νόμο, για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος,
αφού εξασφαλίσει προηγουμένως σχετική γραπτή συγκατάθεση του λειτουργού, του προσώπου, του τμήματος, της υπηρεσίας ή του οργανισμού προς τον οποίο εκχωρούνται οι εξουσίες.
(2) Η απόφαση της Αρμόδιας Αρχής για εκχώρηση οποιονδήποτε εξουσιών ή αρμοδιοτήτων της με βάση το εδάφιο (1), μπορεί να ανακληθεί ή τροποποιηθεί οποτεδήποτε, όπως αυτή κρίνει σκόπιμο υπό τις περιστάσεις.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η Αρμόδια Αρχή εκχωρεί οποιεσδήποτε εξουσίες σύμφωνα με το εδάφιο (1), η εν λόγω εκχώρηση δεν παρεμποδίζει τον Υπουργό να ασκεί οποτεδήποτε αυτοπροσώπως τις εκχωρηθείσες εξουσίες.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
(Άρθρα 3, 4, 8 και 10)
ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΩΝ ΡΥΠΩΝ ΚΑΙ ΥΠΟΒΟΛΗ
ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
Πίνακας A
Απαιτήσεις ετήσιας υποβολής στοιχείων για τις αναφερόμενες στην παράγραφο (α)
του εδαφίου (1) του άρθρου 8 απογραφές εκπομπές
Στοιχείο | Ρύποι | Χρονοσειρές | Ημερομηνία Υποβολής |
Συνολικές εθνικές εκπομπές ανά κατηγορία NFR (1)(2)[...] |
-SO2, NOX, NMVOC, NH3, |
Ετήσιες, από το 1990 έως το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2) |
15 Φεβρουαρίου(9) |
Συνολικές εθνικές εκπομπές ανά κατηγορία NFR (2) |
-ΑΣ2,5, ΑΣ10 (8) και, εάν διατίθενται δεδομένα, BC. |
Ετήσιες, από το 2000 έως το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2) |
15 Φεβρουαρίου(9) |
(1) NFR (Ονοματολογία) για την υποβολή στοιχείων που καθορίζεται στη σύμβαση LRTAP.
(2) Οι φυσικές εκπομπές αναφέρονται σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που ορίζονται στη σύμβαση LRTAP και στο εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων. Δεν περιλαμβάνονται στα εθνικά σύνολα και δηλώνονται χωριστά.
(3) Cd (κάδμιο), Hg (υδράργυρος), Pb (μόλυβδος).
(4) ΡΟΡ (έμμονοι οργανικοί ρύποι).
(5) PAH (Πολυκυκλικοί αρωματικοί υδρογονάνθρακες).
(6) PCB (Πολυχλωροδιφαινύλια).
(7) HCB (Εξαχλωροβενζόλιο).
(8) «ΑΣ10»:σωματίδια με αεροδυναμική διάμετρο ίση με ή μικρότερη από 10 μικρόμετρα (μm).
(9) Εκ νέου υποβολή λόγω σφαλμάτων πραγματοποιείται, το αργότερο, εντός τεσσάρων εβδομάδων και περιλαμβάνει σαφή εξήγηση των αλλαγών που έχουν επέλθει.
Πίνακας B
Απαιτήσεις ετήσιας υποβολής στοιχείων για τις αναφερόμενες στην παράγραφο (β) του
εδαφίου (1) του άρθρου 8 απογραφές εκπομπών
Στοιχείο | Ρύποι | Χρονοσειρές | Ημερομηνίες Υποβολής |
Συνολικές εθνικές εκπομπές ανά κατηγορία πηγών NFR (1) |
-βαρέα μέταλλα (As, Cr, Cu, -TSP (3) |
Ετήσιες, από το 1990 (2000 για τα TSP) έως το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2) |
15 Φεβρουαρίου |
(1) Οι φυσικές εκπομπές αναφέρονται σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που ορίζονται στη σύμβαση LRTAP και στο εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων. Δεν περιλαμβάνονται στα εθνικά σύνολα και δηλώνονται χωριστά.
(2) As (αρσενικό), Cr (χρώμιο), Cu (χαλκός), Ni (νικέλιο), Se (σελήνιο), Zn (ψευδάργυρος).
(3) TSP (ολικά αιωρούμενα σωματίδια).
Πίνακας Γ
Απαιτήσεις υποβολής στοιχείων για τις αναφερόμενες στο εδάφιο (2) του άρθρου 8
απογραφές και προβλέψεις εκπομπών
Στοιχείο | Ρύποι | Χρονοσειρές/έτη- στόχος |
Ημερομηνία Υποβολής |
Εθνικά δεδομένα εκπομπών σε μορφή καννάβου ανά κατηγορία πηγών (GNFR) |
-SO2, NOX, NMVOC, CO, -βαρέα μέταλλα (Cd, Hg, Pb) -ΡΟΡ (ολικοί πολυκυκλικοί -BC (εάν διατίθενται |
Ανά τετραετία για το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2) από το 2025 |
1 Μαΐου(1) |
Μεγάλες σημειακές πηγές ανά κατηγορία πηγών (GFNR) |
-SO2, NOX, NMVOC, CO, -βαρέα μέταλλα (Cd, Hg, -ΡΟΡ (ολικοί πολυκυκλικοί -BC (εάν διατίθενται |
Ανά τετραετία για το έτος υποβολής μείον 2 (Χ-2) από το 2025 |
1 Μαϊου(1) |
Προβλεπόμενες εκπομπές ανά κατηγορία πηγών NFR |
-SO2, NOX, NH3, NMVOC, ΑΣ2,5 και, εάν διατίθενται δεδομένα, BC |
Ανά διετία, καλύπτοντας τα έτη προβολής 2025, 2030 και, κατά περίπτωση, 2040 και 2050 από το 2025 |
15 Μαρτίου |
(1) Εκ νέου υποβολή λόγω σφαλμάτων πραγματοποιείται, το αργότερο, εντός τεσσάρων εβδομάδων και περιλαμβάνει σαφή εξήγηση των αλλαγών που έχουν επέλθει.
Πίνακας Δ
Απαιτήσεις ετήσιας υποβολή της αναφερόμενης στο εδάφιο που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 8 ενημερωτικής έκθεσης απογραφής
Στοιχείο | Ρύποι | Χρονοσειρές | Ημερομηνία Υποβολής |
Ενημερωτική έκθεση απογραφής |
-SO2, NOX, NMVOC, NH3, -βαρέα μέταλλα (Cd, Hg, -ΡΟΡ (ολικοί πολυκυκλικοί -Εάν διατίθενται δεδομένα,
|
Όλα τα έτη (όπως υποδεικνύεται στους πίνακες Α, Β, Γ) |
15 Μαρτίου |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
(Άρθρα 5 και 6)
ΕΘΝΙΚΕΣ ΔΕΣΜΕΥΣΕΙΣ ΜΕΙΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ
Πίνακας Α
Εθνικές δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του θείου (SO2), οξειδίων του αζώτου (NOx) και πτητικών οργανικών ενώσεων εκτός του μεθανίου (NMVOC).
Οι δεσμεύσεις μείωσης έχουν έτος αναφοράς το 2005 και, για τις οδικές μεταφορές, εφαρμόζονται σε εκπομπές που υπολογίζονται στη βάση των πωλήσεων καυσίμων(*).
Μείωση SO2 σε σύγκριση με το 2005 |
Μείωση NOx σε σύγκριση με το 2005 |
Μείωση NMVOC σε σύγκριση με το 2005 |
|||
Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029 |
Για τα έτη από το 2030 και έπειτα |
Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029 |
Για τα έτη από το 2030 και έπειτα |
Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029 |
Για τα έτη από το 2030 και έπειτα |
83% | 93% | 44% | 55% | 45% | 50% |
(*) Σε περίπτωση που επιλεχθεί να χρησιμοποιηθούν οι συνολικές εθνικές εκπομπές που υπολογίζονται με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ως βάση για την εκτίμηση της συμμόρφωσης στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP, μπορεί να διατηρηθεί η εν λόγω επιλογή προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του διεθνούς, του ενωσιακού και εθνικού δικαίου.
Πίνακας Β
Εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών αμμωνίας (NH3) και λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων (ΑΣ2,5).
Οι εθνικές δεσμεύσεις μείωσης έχουν έτος αναφοράς το 2005 και για τις οδικές μεταφορές, εφαρμόζονται σε εκπομπές που υπολογίζονται στη βάση των πωλήσεων καυσίμων(*).
Μείωση ΝΗ3 σε σύγκριση με το 2005 | Μείωση ΑΣ2,5 σε σύγκριση με το 2005 | ||
Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029 |
Για τα έτη από το 2030 και έπειτα |
Για τα έτη μεταξύ 2020 και 2029 |
Για τα έτη από το 2030 και έπειτα |
10% | 20% | 46% | 70% |
(*) Σε περίπτωση που επιλεχθεί να χρησιμοποιηθούν οι συνολικές εθνικές εκπομπές που υπολογίζονται με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ως βάση για την εκτίμηση της συμμόρφωσης στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP, μπορεί να διατηρηθεί η εν λόγω επιλογή προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του διεθνούς, του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
(Άρθρα 6 και 8)
ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗ ΚΑΙ ΕΠΙΚΑΙΡΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ
ΑΠΟΓΡΑΦΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ, ΤΩΝ ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΩΝ ΕΚΘΕΣΕΩΝ
ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΑΠΟΓΡΑΦΩΝ
ΕΚΠΟΜΠΩΝ
Για τους ρύπους που αναφέρονται στο Παράρτημα I, η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει εθνικές απογραφές εκπομπών, αναπροσαρμοσμένες εθνικές απογραφές εκπομπών κατά περίπτωση, εθνικές προβλέψεις εκπομπών, εθνικές απογραφές εκπομπών με χωρική διακριτοποίηση, απογραφές μεγάλων σημειακών πηγών και ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής, εφαρμόζοντας τις μεθοδολογίες που έχουν εγκριθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη της σύμβασης LRTAP (κατευθυντήριες γραμμές του EMEP για την υποβολή στοιχείων), και χρησιμοποιεί το εγχειρίδιο EMEP/EEA για την απογραφή των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων που αναφέρεται σε αυτές.
Επιπροσθέτως, η Αρμόδια Αρχή καταρτίζει σύμφωνα με τις ίδιες κατευθυντήριες γραμμές συμπληρωματικές πληροφορίες, ειδικότερα τα δεδομένα δραστηριότητας, που απαιτούνται για την αξιολόγηση των εθνικών απογραφών και προβλέψεων εκπομπών.
Οι κατευθυντήριες γραμμές του EMEP για την υποβολή στοιχείων χρησιμοποιούνται με την επιφύλαξη των πρόσθετων λεπτομερειών εφαρμογής που καθορίζονται στο παρόν Παράρτημα και των απαιτήσεων του Παραρτήματος I σχετικά με την ονοματολογία για την υποβολή στοιχείων, τις χρονοσειρές και τις ημερομηνίες υποβολής.
ΜΕΡΟΣ 1
Εθνικές ετήσιες απογραφές εκπομπών
1. Οι εθνικές απογραφές εκπομπών χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, συνοχή, συγκρισιμότητα, πληρότητα και ακρίβεια.
2. (α) Οι εκπομπές από τις προσδιορισμένες βασικές κατηγορίες υπολογίζονται σύμφωνα με τις μεθοδολογίες που ορίζονται στο εγχειρίδιο EMEP/EEA και με σκοπό τη χρήση μεθοδολογίας της βαθμίδας 2 ή ανώτερης (αναλυτικότερης).
(β) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να χρησιμοποιεί άλλες επιστημονικά τεκμηριωμένες και συμβατές μεθοδολογίες για την κατάρτιση εθνικών απογραφών εκπομπών, εάν από αυτές τις μεθοδολογίες προκύπτουν ακριβέστερες εκτιμήσεις σε σύγκριση με τις προεπιλεγμένες μεθοδολογίες του εγχειριδίου EMEP/EEA.
3. Η Αρμόδια Αρχή φροντίζει έτσι ώστε οι τιμές που υπολογίζονται και υποβάλλονται για τις εκπομπές του τομέα των μεταφορών να συμφωνούν με τα εθνικά ενεργειακά ισοζύγια που υποβάλλονται στην Eurostat.
4. Οι εκπομπές από οδικές μεταφορές υπολογίζονται και δηλώνονται στις εκθέσεις με βάση την πωληθείσα ποσότητα καυσίμων (1) εντός της επικράτειας. Επιπλέον, η Αρμόδια Αρχή δύναται να δηλώνει τις εκπομπές από οδικές μεταφορές με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ή τα διανυθέντα χιλιόμετρα στην Κύπρο.
5. Η Αρμόδια Αρχή υποβάλλει στοιχεία για τις ετήσιες εθνικές εκπομπές εκφρασμένες στην εφαρμοστέα μονάδα που καθορίζεται στο υπόδειγμα υποβολής στοιχείων NFR της σύμβασης LRTAP.
(1) Σε περίπτωση που επιλεχθεί να χρησιμοποιηθούν οι συνολικές εθνικές εκπομπές που υπολογίζονται με βάση την καταναλωθείσα ποσότητα καυσίμων ως βάση για την εκτίμηση της συμμόρφωσης στο πλαίσιο της σύμβασης LRTAP, δύναται να διατηρηθεί η εν λόγω επιλογή προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή μεταξύ του διεθνούς, του ενωσιακού και του εθνικού δικαίου.
ΜΕΡΟΣ 2
Εθνικές προβλέψεις εκπομπών
1. Οι εθνικές προβλέψεις εκπομπών χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, συνοχή, συγκρισιμότητα, πληρότητα και ακρίβεια και οι υποβαλλόμενες πληροφορίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:
(α) Σαφή προσδιορισμό των θεσπισμένων και προγραμματισμένων πολιτικών και μέτρων που συνεκτιμώνται στις προβλέψεις·
(β) κατά περίπτωση, τα αποτελέσματα της ανάλυσης ευαισθησίας που διενεργήθηκε για τις προβλέψεις· και
(γ) περιγραφή των μεθόδων, μοντέλων, βασικών παραδοχών και κύριων παραμέτρων εισόδου και εξόδου.
2.Οι προβλέψεις εκπομπών εκτιμώνται και υποβάλλονται ανά κατηγορία πηγών NFR. Σε περίπτωση που αυτό δεν είναι εφικτό λόγω έλλειψης επαρκώς λεπτομερών δεδομένων, στην ενημερωτική έκθεση απογραφής περιλαμβάνεται αιτιολόγηση για την υποβολή εκθέσεων σε πιο συγκεντρωτικό επίπεδο. Η Αρμόδια Αρχή υποβάλλει, για κάθε ρύπο, πρόβλεψη “με μέτρα” (θεσπισμένα μέτρα) και, κατά περίπτωση, πρόβλεψη “με πρόσθετα μέτρα” (προγραμματισμένα μέτρα), ακολουθώντας τις κατευθύνσεις που παρέχει το εγχειρίδιο EMEP/EEA.
3. Οι εθνικές προβλέψεις εκπομπών συμφωνούν με την εθνική ετήσια απογραφή εκπομπών για το έτος x-3 και με τις προβλέψεις που υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεων της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αρ. 2018/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2018, για τη διακυβέρνηση της Ενεργειακής Ένωσης και της Δράσης για το Κλίμα, για την τροποποίηση των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 663/2009 και (ΕΚ) αριθ. 715/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 94/22/ΕΚ, 98/70/ΕΚ, 2009/31/ΕΚ, 2009/73/ΕΚ, 2010/31/ΕΕ, 2012/27/ΕΕ και 2013/30/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, των οδηγιών 2009/119/ΕΚ και (ΕΕ) 2015/652 του Συμβουλίου και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 525/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου».
ΜΕΡΟΣ 3
Ενημερωτική έκθεση απογραφής
Οι ενημερωτικές εκθέσεις απογραφής συντάσσονται σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές του EMEP και με τη χρήση του υποδείγματος εκθέσεων απογραφής που περιέχεται σε αυτές. Η έκθεση απογραφής περιλαμβάνει, τουλάχιστον, τις ακόλουθες πληροφορίες:
(α) Περιγραφές, παραπομπές και πηγές πληροφοριών για τις συγκεκριμένες μεθόδους, τις παραδοχές, τους συντελεστές εκπομπών και τα δεδομένα δραστηριότητας, καθώς και αιτιολόγηση της επιλογής τους·
(β) περιγραφή των κύριων εθνικών κατηγοριών πηγών εκπομπών·
(γ) πληροφορίες σχετικά με τις αβεβαιότητες, τη διασφάλιση της ποιότητας και την επαλήθευση·
(δ) περιγραφή των θεσμικών ρυθμίσεων που διέπουν την κατάρτιση της απογραφής·
(ε) επανυπολογισμούς και προγραμματισμένες βελτιώσεις·
(στ) κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με τη χρήση των μέσων ευελιξίας των παραγράφων (1), (2), (3) και (4) του άρθρου 6·
(ζ) κατά περίπτωση, πληροφορίες σχετικά με όλους τους λόγους για την απόκλιση από την πορεία μείωσης που καθορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 5, καθώς και τα μέτρα για τη σύγκλιση εκ νέου με την πορεία· και
(η)σύνοψη.
ΜΕΡΟΣ 4
Αναπροσαρμογή των εθνικών απογραφών εκπομπών
1. Σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή προτείνει αναπροσαρμογή της εθνικής απογραφής εκπομπών σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 6, περιλαμβάνει στην πρότασή της προς την Επιτροπή τουλάχιστον τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
(α) Στοιχεία που αποδεικνύουν την υπέρβαση της οικείας ή των οικείων εθνικών δεσμεύσεων μείωσης των εκπομπών·
(β) στοιχεία που αποδεικνύουν τον βαθμό στον οποίο η αναπροσαρμογή της απογραφής εκπομπών μειώνει την υπέρβαση και συμβάλλει στην τήρηση της οικείας ή των οικείων εθνικών δεσμεύσεων μείωσης των εκπομπών·
(γ) εκτίμηση του αν και πότε αναμένεται να τηρηθούν η οικεία ή οι οικείες εθνικές δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών, με βάση εθνικές προβλέψεις εκπομπών χωρίς την αναπροσαρμογή· και
(δ) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η αναπροσαρμογή ανταποκρίνεται σε μία ή περισσότερες από τις ακόλουθες τρεις περιστάσεις. Κατά περίπτωση, μπορεί να γίνεται παραπομπή σε συναφείς προηγούμενες αναπροσαρμογές-
(i) όσον αφορά νέες κατηγορίες πηγών εκπομπών-
(αα) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι στην επιστημονική βιβλιογραφία ή/και στο εγχειρίδιο EMEP/EEA έχει αναγνωριστεί η νέα κατηγορία πηγών εκπομπών·
(ββ) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η εν λόγω κατηγορία πηγών δεν συμπεριλαμβανόταν στην αντίστοιχη ιστορική εθνική απογραφή εκπομπών κατά τον χρόνο ανάληψης της δέσμευσης μείωσης των εκπομπών· και
(γγ) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι οι εκπομπές από τη νέα κατηγορία πηγών συντελούν στην αδυναμία της Αρμόδιας Αρχής να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για μείωση των εκπομπών, συνοδευόμενα από αναλυτική περιγραφή της μεθοδολογίας, των δεδομένων και των συντελεστών εκπομπών που χρησιμοποιήθηκαν για να εξαχθεί αυτό το συμπέρασμα·
(ii) σε περίπτωση χρήσης σημαντικά διαφορετικών συντελεστών εκπομπών για τον προσδιορισμό των εκπομπών από συγκεκριμένες κατηγορίες πηγών-
(αα) περιγραφή των αρχικών συντελεστών εκπομπών, συμπεριλαμβανομένης αναλυτικής περιγραφής της επιστημονικής βάσης της συναγωγής του συντελεστή εκπομπών·
(ββ) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι για τον αρχικό προσδιορισμό των μειώσεων των εκπομπών χρησιμοποιήθηκαν οι αρχικοί συντελεστές εκπομπών·
(γγ) περιγραφή των επικαιροποιημένων συντελεστών εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων αναλυτικών πληροφοριών σχετικά με την επιστημονική βάση της συναγωγής του συντελεστή εκπομπών·
(δδ) σύγκριση των εκτιμήσεων εκπομπών που διατυπώθηκαν με εφαρμογή των αρχικών και των επικαιροποιημένων συντελεστών εκπομπών, η οποία καταδεικνύει ότι η μεταβολή των συντελεστών εκπομπών συντελεί στην αδυναμία της Αρμόδιας Αρχής να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για μείωση των εκπομπών· και
(εε) αιτιολόγηση της απόφασης να χαρακτηριστούν σημαντικές οι μεταβολές των συντελεστών εκπομπών·
(iii) σε περίπτωση χρήσης σημαντικά διαφορετικών μεθοδολογιών για τον προσδιορισμό των εκπομπών από συγκεκριμένες κατηγορίες πηγών-
(αα) περιγραφή της αρχικής μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, περιλαμβανομένων αναλυτικών πληροφοριών σχετικά με την επιστημονική βάση της συναγωγής του συντελεστή εκπομπών·
(ββ) στοιχεία που αποδεικνύουν ότι για τον αρχικό προσδιορισμό των μειώσεων των εκπομπών χρησιμοποιήθηκε η αρχική μεθοδολογία·
(γγ) περιγραφή της επικαιροποιημένης μεθοδολογίας που χρησιμοποιήθηκε, περιλαμβανομένης αναλυτικής περιγραφής της επιστημονικής βάσης ή της βιβλιογραφίας στην οποία στηρίζεται·
(δδ) σύγκριση των εκτιμήσεων εκπομπών που διατυπώθηκαν με χρήση της αρχικής και της επικαιροποιημένης μεθοδολογίας, η οποία καταδεικνύει ότι η μεταβολή της μεθοδολογίας συντελεί στην αδυναμία της Αρμόδιας Αρχής να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για μείωση των εκπομπών· και
(εε) αιτιολόγηση της απόφασης να χαρακτηριστεί σημαντική η μεταβολή της μεθοδολογίας.
2. Για διαδικασίες αναπροσαρμογής που βασίζονται σε παρεμφερείς προϋποθέσεις, η Αρμόδια Αρχή δύναται να υποβάλει τις ίδιες πληροφορίες τεκμηρίωσης, υπό τον όρο ότι υποβάλλει τις απαιτούμενες ειδικές κατά χώρα πληροφορίες που ορίζονται στην παράγραφο 1.
3. Η Αρμόδια Αρχή επανυπολογίζει αναπροσαρμοσμένες εκπομπές, ώστε να διασφαλίζεται η συνέπεια, στο μέτρο του δυνατού, των χρονοσειρών για κάθε έτος εφαρμογής της αναπροσαρμογής ή των αναπροσαρμογών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
(Άρθρα 7 και 10)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΛΕΓΧΟΥ
ΤΗΣ ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ
ΜΕΡΟΣ 1
Ελάχιστο περιεχόμενο των εθνικών προγραμμάτων ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης
1. Τα αναφερόμενα στα άρθρα 7 και 10 εθνικά προγράμματα ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης καλύπτουν τουλάχιστον-
(α) το εθνικό πλαίσιο πολιτικής για την ποιότητα και τη ρύπανση του ατμοσφαιρικού αέρα στο οποίο εντάσσεται το πρόγραμμα, περιλαμβανομένων-
(i) των προτεραιοτήτων της πολιτικής και της σχέσης τους με τις προτεραιότητες που έχουν τεθεί σε άλλους συναφείς τομείς πολιτικής, μεταξύ άλλων, στον τομέα της κλιματικής αλλαγής, και, κατά περίπτωση, της γεωργίας, της βιομηχανίας και των μεταφορών·
(ii) των αρμοδιοτήτων που έχουν ανατεθεί σε εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές·
(iii) της προόδου που έχει σημειωθεί μέσω των τρεχουσών πολιτικών και μέτρων όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών και τη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, καθώς και του βαθμού εκπλήρωσης των υποχρεώσεων σε εθνικό και ενωσιακό επίπεδο· και
(iv) της προβλεπόμενης περαιτέρω εξέλιξης, με την παραδοχή ότι δεν πρόκειται να τροποποιηθούν οι πολιτικές και τα μέτρα που έχουν ήδη εγκριθεί·
(β) τις επιλογές πολιτικής που εξετάστηκαν με σκοπό τη συμμόρφωση με τις δεσμεύσεις μείωσης των εκπομπών για την περίοδο μεταξύ 2020 και 2029 και για το 2030 και εφεξής, και των ενδιάμεσων επιπέδων εκπομπών που έχουν καθοριστεί για το 2025, καθώς και τη συμβολή στην περαιτέρω βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα και ανάλυση των επιλογών αυτών, περιλαμβανομένης της μεθόδου ανάλυσης, τις επιμέρους ή συνδυασμένες επιπτώσεις των πολιτικών και των μέτρων στη μείωση των εκπομπών, στην ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα και στο περιβάλλον, εφόσον είναι διαθέσιμες, καθώς και τις αντίστοιχες αβεβαιότητες·
(γ) τα μέτρα και τις πολιτικές που επιλέχτηκαν προς θέσπιση, περιλαμβανομένου χρονοδιαγράμματος για τη θέσπιση, εφαρμογή και επανεξέτασή τους, καθώς και τις αρχές που είναι αρμόδιες για τα εν λόγω μέτρα και πολιτικές·
(δ) κατά περίπτωση, εξήγηση των λόγων για τους οποίους τα ενδεικτικά επίπεδα εκπομπών για το 2025 είναι αδύνατον να επιτευχθούν χωρίς τη λήψη μέτρων με δυσανάλογο κόστος·
(ε) κατά περίπτωση, καταγραφή της χρήσης των προβλεπόμενων στο άρθρο 6 μέσων ευελιξίας και των τυχόν περιβαλλοντικών συνεπειών από τη χρήση αυτή· και
(στ) αξιολόγηση του τρόπου με τον οποίο τα μέτρα και οι πολιτικές που επιλέχτηκαν διασφαλίζουν τη συνέπεια με τα σχέδια και προγράμματα που καταρτίζονται σε άλλους συναφείς τομείς πολιτικής.
2. Οι αναφερόμενες στα άρθρα 7 και 10 επικαιροποιήσεις του εθνικού προγράμματος ελέγχου της ατμοσφαιρικής ρύπανσης περιλαμβάνουν τουλάχιστον-
(α) αξιολόγηση της προόδου που έχει σημειωθεί όσον αφορά την εφαρμογή του προγράμματος και τη μείωση των εκπομπών και των συγκεντρώσεων· και
(β) τυχόν σημαντικές αλλαγές που έχουν επέλθει στο πλαίσιο πολιτικής, στις αξιολογήσεις, στο πρόγραμμα ή στο χρονοδιάγραμμα εφαρμογής τους.
ΜΕΡΟΣ 2
Μέτρα μείωσης των εκπομπών που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 7
Η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει υπόψη το σχετικό κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία και εκμεταλλεύεται τις βέλτιστες διαθέσιμες τεχνικές σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Βιομηχανικών Εκπομπών (Ολοκληρωμένη Πρόληψη και Έλεγχος της Ρύπανσης) Νόμου.
A. Μέτρα για τον έλεγχο των εκπομπών αμμωνίας
1. Η Αρμόδια Αρχή θεσπίζει εθνικό συμβουλευτικό εγχειρίδιο ορθής γεωργικής πρακτικής για τον έλεγχο των εκπομπών αμμωνίας, λαμβάνοντας υπόψη τον κώδικα - πλαίσιο της Οικονομικής Επιτροπής για την Ευρώπη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (UNECE) περί ορθών γεωργικών πρακτικών για τη μείωση των εκπομπών αμμωνίας του 2014 ή οποιαδήποτε νεότερη έκδοση, που καλύπτει τουλάχιστον τα ακόλουθα:
(α) Διαχείριση του αζώτου, λαμβάνοντας υπόψη τον πλήρη κύκλο του αζώτου·
(β) στρατηγικές διατροφής του ζωικού κεφαλαίου·
(γ) τεχνικές διασποράς κοπριάς με χαμηλά επίπεδα εκπομπών·
(δ) συστήματα αποθήκευσης κοπριάς με χαμηλά επίπεδα εκπομπών·
(ε) συστήματα σταβλισμού ζώων με χαμηλά επίπεδα εκπομπών· και
(στ) δυνατότητες περιορισμού των εκπομπών αμμωνίας από τη χρήση ορυκτών λιπασμάτων.
2. Η Αρμόδια Αρχή δύναται να καταρτίζει εθνικό προϋπολογισμό αζώτου για την παρακολούθηση των μεταβολών των συνολικών απωλειών δραστικού αζώτου από τη γεωργία, στον οποίο περιλαμβάνονται η αμμωνία, τα οξείδια του αζώτου, το αμμώνιο και οι νιτρικές και νιτρώδεις ενώσεις, με βάση τις αρχές που παρατίθενται στο κατευθυντήριο έγγραφο της UNECE σχετικά με τους προϋπολογισμούς αζώτου.
3. Απαγορεύεται η χρήση λιπασμάτων ανθρακικού αμμωνίου. Η Αρμόδια Αρχή δύναται να μειώνει τις εκπομπές αμμωνίας από ανόργανα λιπάσματα εφαρμόζοντας τις ακόλουθες προσεγγίσεις:
(α) αντικατάσταση των λιπασμάτων ουρίας από λιπάσματα που έχουν ως βάση το νιτρικό αμμώνιο·
(β) όπου εξακολουθούν να εφαρμόζονται λιπάσματα ουρίας, χρήση μεθόδων που έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον τριάντα τοις εκατόν (30%) σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που προσδιορίζεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία· και
(γ) προώθηση της αντικατάστασης των ανόργανων λιπασμάτων από οργανικά λιπάσματα και, όπου συνεχίζεται η χρήση ανόργανων λιπασμάτων, η διασπορά τους να πραγματοποιείται σύμφωνα με τις προβλέψιμες ανάγκες σε άζωτο και φωσφόρο της καλλιέργειας ή της χορτολιβαδικής έκτασης στην οποία χρησιμοποιούνται, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την υφιστάμενη περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά συστατικά και τα θρεπτικά συστατικά από άλλα λιπάσματα.
4.Η Αρμόδια Αρχή δύναται να μειώνει τις εκπομπές αμμωνίας από κοπριά εφαρμόζοντας τις ακόλουθες προσεγγίσεις:
(α) Μείωση των εκπομπών από την εφαρμογή υγρής και στερεής κοπριάς σε αρόσιμες γαίες και χορτολιβαδικές εκτάσεις, με τη χρήση μεθόδων που μειώνουν τις εκπομπές κατά τουλάχιστον τριάντα τοις εκατόν (30%) σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία και υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(i) Διασπορά στερεής και υγρής κοπριάς μόνο σύμφωνα με τις προβλέψιμες ανάγκες σε άζωτο και φωσφόρο της καλλιέργειας ή της χορτολιβαδικής έκτασης στην οποία εφαρμόζονται, λαμβάνοντας επίσης υπόψη την υφιστάμενη περιεκτικότητα του εδάφους σε θρεπτικά συστατικά και τα θρεπτικά συστατικά από άλλα λιπάσματα·
(ii) μη διασπορά στερεής και υγρής κοπριάς όταν το έδαφος είναι κορεσμένο από νερό, πλημμυρισμένο, παγωμένο ή καλυμμένο με χιόνι·
(iii) διασπορά υγρής κοπριάς σε χορτολιβαδική έκταση με ρυμουλκούμενο εύκαμπτο αγωγό, ρυμουλκούμενο άροτρο ή με έγχυση σε μικρό ή μεγάλο βάθος· και
(iv) ενσωμάτωση στο έδαφος στερεής και υγρής κοπριάς που διασπείρονται σε αρόσιμες γαίες εντός τεσσάρων (4) ωρών από τη διασπορά τους·
(β) μείωση των εκπομπών από την αποθήκευση κοπριάς έξω από κτίρια σταβλισμού ζώων, με εφαρμογή των ακόλουθων προσεγγίσεων:
(i) για αποθήκες υγρής κοπριάς που κατασκευάστηκαν μετά την 1η Ιανουαρίου 2022, χρησιμοποίηση συστημάτων ή τεχνικών αποθήκευσης με χαμηλά επίπεδα εκπομπών, τα οποία έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον εξήντα τοις εκατόν (60%) σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία· για τις υφιστάμενες αποθήκες υγρής κοπριάς το αντίστοιχο ποσοστό είναι τουλάχιστον σαράντα τοις εκατόν (40%)·
(ii) κάλυψη των αποθηκών στερεής κοπριάς·
(iii) εξασφάλιση ότι οι γεωργικές εκμεταλλεύσεις διαθέτουν επαρκή ικανότητα αποθήκευσης κοπριάς ώστε να διασπείρουν την κοπριά μόνο κατά τις περιόδους που αυτό ενδείκνυται για την ανάπτυξη της καλλιέργειας·
(γ) μείωση των εκπομπών από το σταβλισμό ζώων με χρήση συστημάτων που έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον είκοσι τοις εκατόν (20%) σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία· και
(δ) μείωση των εκπομπών από κοπριά, με χρήση στρατηγικών χαμηλής σε πρωτεΐνες διατροφής των ζώων, οι οποίες έχει αποδειχτεί ότι μειώνουν τις εκπομπές αμμωνίας κατά τουλάχιστον δέκα τοις εκατόν (10%) σε σύγκριση με τη μέθοδο αναφοράς που περιγράφεται στο κατευθυντήριο έγγραφο για την αμμωνία.
B. Μέτρα μείωσης των εκπομπών για τον έλεγχο των εκπομπών λεπτών αιωρούμενων σωματιδίων και αιθάλης
1. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του Παραρτήματος II της πράξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο «Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1306/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Συμβουλίου της 17ης Δεκεμβρίου 2013 σχετικά με τη χρηματοδότηση, τη διαχείριση και την παρακολούθηση της κοινής γεωργικής πολιτικής και την κατάργηση των Κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 352/78, (ΕΚ) αριθ. 165/94, (ΕΚ) αριθ. 2799/98, (ΕΚ) αριθ. 814/2000,(ΕΚ) αριθ. 1290/2005 και (ΕΚ) αριθ. 485/2008 του Συμβουλίου», η Αρμόδια Αρχή δύναται να απαγορεύει την καύση στο ύπαιθρο γεωργικών υπολειμμάτων και αποβλήτων και δασικών υπολειμμάτων.
2. Η Αρμόδια Αρχή παρακολουθεί και επιβάλλει την τήρηση οποιασδήποτε απαγόρευσης εφαρμόζεται σύμφωνα με την παράγραφο 1. Τυχόν εξαιρέσεις από την εν λόγω απαγόρευση περιορίζονται σε προληπτικά προγράμματα για την αποφυγή των ανεξέλεγκτων δασικών πυρκαγιών, την καταπολέμηση επιβλαβών οργανισμών ή την προστασία της βιοποικιλότητας.
3. Η Αρμόδια Αρχή δύναται να θεσπίζει εθνικό συμβουλευτικό εγχειρίδιο ορθών γεωργικών πρακτικών για την κατάλληλη διαχείριση των γεωργικών υπολειμμάτων, με βάση τις ακόλουθες προσεγγίσεις:
(α) Βελτίωση της δομής του εδάφους μέσω της ενσωμάτωσης γεωργικών υπολειμμάτων·
(β) βελτιωμένες τεχνικές ενσωμάτωσης γεωργικών υπολειμμάτων·
(γ) εναλλακτική χρήση των γεωργικών υπολειμμάτων· και
(δ) βελτίωση της θρεπτικής κατάστασης και της δομής του εδάφους μέσω της ενσωμάτωσης κοπριάς όπως ενδείκνυται για τη βέλτιστη φυτική ανάπτυξη, αποφεύγοντας με αυτό τον τρόπο την καύση κοπριάς (στερεή κοπριά, αχυροστρωμνή).
Γ. Πρόληψη των επιπτώσεων στις μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσειςΚατά τη λήψη των μέτρων ελέγχου των εκπομπών αμμωνίας και μέτρων μείωσης των εκπομπών για τον έλεγχο των εκπομπών λεπτών σωματιδίων και αιθάλης που περιγράφονται συνοπτικά στα τμήματα Α και Β, η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει την πλήρη συνεκτίμηση των επιπτώσεων στις μικρές και πολύ μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις.
Η Αρμόδια Αρχή δύναται, λόγου χάριν, να εξαιρεί τις μικρές και πολύ μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις από τα εν λόγω μέτρα, εφόσον είναι δυνατόν και κρίνεται σκόπιμο, λαμβανομένων υπόψη των ισχυουσών εθνικών δεσμεύσεων μείωσης των εν λόγω εκπομπών.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V
(Άρθρο 9)
ΠΡΟΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΤΗΣ
ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ
1. Για οικοσυστήματα γλυκών υδάτων: προσδιορισμός της έκτασης των βιολογικών βλαβών, μεταξύ άλλων σε ευαίσθητους αποδέκτες (μικρόφυτα, μακρόφυτα και διάτομα), και των απωλειών ιχθυαποθεμάτων ή πληθυσμών υδρόβιων ασπόνδυλων:
ως βασικός δείκτης η ικανότητα εξουδετέρωσης οξέων (ANC) και ως δευτερεύοντες δείκτες η οξύτητα (pH), οι διαλελυμένες θειικές (SO4) και νιτρικές ενώσεις (NO3) και ο διαλυμένος οργανικός άνθρακας:
συχνότητα της δειγματοληψίας: από ετήσια (κατά τη φθινοπωρινή αναστροφή σε λίμνες) έως μηνιαία (σε υδατορρεύματα).
2. Για χερσαία οικοσυστήματα: εκτίμηση της οξύτητας του εδάφους, των απωλειών θρεπτικών συστατικών του εδάφους, της κατάστασης ως προς το άζωτο και του ισοζυγίου αζώτου, καθώς και της απώλειας βιοποικιλότητας:
(α) ως βασικός δείκτης η οξύτητα του εδάφους: ανταλλάξιμα κλάσματα κατιόντων βάσεων (κορεσμός με βάσεις) και ανταλλάξιμο αργίλιο στο έδαφος:
συχνότητα της δειγματοληψίας: ανά δεκαετία, καιδευτερεύοντες δείκτες: η οξύτητα (pH), οι θειικές και νιτρικές ενώσεις, τα κατιόντα βάσεων, οι συγκεντρώσεις αργιλίου σε εδαφικά διαλύματα: συχνότητα της δειγματοληψίας: ετήσια (κατά περίπτωση)·
(β) ως βασικός δείκτης η στράγγιση νιτρικών ενώσεων του εδάφους (NO3 leach): συχνότητα της δειγματοληψίας: ετήσια·
(γ) ως βασικός δείκτης η αναλογία άνθρακα/αζώτου (C/N) και ως δευτερεύων δείκτης το ολικό άζωτο του εδάφους (Ntot): συχνότητα της δειγματοληψίας: ανά δεκαετία· και
(δ) ως βασικός δείκτης το ισοζύγιο θρεπτικών συστατικών στο φύλλωμα (N/P, N/K, N/Mg): συχνότητα της δειγματοληψίας: ανά τετραετία.
3.Για χερσαία οικοσυστήματα: εκτίμηση των βλαβών που προκαλεί το όζον στην ανάπτυξη της βλάστησης και στη βιοποικιλότητα:
(α) ως βασικός δείκτης η ανάπτυξη της βλάστησης και οι βλάβες στο φύλλωμα και ως δευτερεύων δείκτης η ροή άνθρακα (Cflux): συχνότητα της δειγματοληψίας: ετήσια· και
(β) ως βασικός δείκτης η υπέρβαση των βασιζόμενων στη ροή κρίσιμων επιπέδων: συχνότητα της δειγματοληψίας κάθε έτος κατά την εποχή της ανάπτυξης.