3. Κάθε χωριό ή περιοχή στη Δημοκρατία η οποία έχει κηρυχτεί κατά το χρόνο έναρξης της ισχύος του Νόμου αυτού ως θερινό θέρετρο ή τόπος φόρτωσης χαρουπιών δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε από τους Νόμους που καταργούνται με το Νόμο αυτό λογίζεται ότι έχει κηρυχτεί ως περιοχή βελτιώσεως δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού και αποτελεί περιοχή βελτιώσεως για τους σκοπούς του Νόμου αυτού.
4.–(1)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο διατάζει τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος με τρόπο που καθορίζεται μεταξύ των εγγεγραμμένων εκλογέων χωριού ή άλλης περιοχής, για να εξακριβωθεί αν επιθυμούν την ανακήρυξη του χωριού ή της περιοχής σε περιοχή βελτιώσεως.
(β) Αν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος απολήγει υπέρ της ανακήρυξης του χωριού ή της περιοχής σε περιοχή βελτιώσεως, το Υπουργικό Συμβούλιο, με διάταγμα του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, κηρύσσει το εν λόγω χωριό ή την περιοχή σε περιοχή βελτιώσεως, οπότε εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(γ) Το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου (β) δύναται να περιέχει τις συμπληρωματικές οδηγίες που θεωρούνται αναγκαίες, για να καταστήσουν αποτελεσματική την ανακήρυξη:
Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δεν εκδίδει διάταγμα για τη διεξαγωγή δεύτερου ή μεταγενέστερου δημοψηφίσματος για τον ίδιο σκοπό πριν από την παρέλευση τεσσάρων ετών από την ημερομηνία διεξαγωγής του πρώτου ή του προηγούμενου δημοψηφίσματος.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να κηρύξει οποιαδήποτε καθορισμένη περιοχή στη Δημοκρατία ως περιοχή βελτιώσεως.
5. Όταν σε κάποιο χωριό υπάρχουν περισσότεροι από ένας κοινοτάρχες της ίδιας κοινότητας ή όταν χωριά αποτελούν σύμπλεγμα δυνάμει των διατάξεων του Νόμου αυτού, ή όταν περιοχή η οποία κηρύχτηκε ως περιοχή βελτιώσεως προστίθεται δυνάμει της παραγράφου (β) του άρθρου 4 σε περιοχή βελτιώσεως, ο Έπαρχος οφείλει όπως, για τους σκοπούς του Νόμου αυτού, ορίσει κοινοτάρχη από τους κοινοτάρχες του χωριού αυτού ή συμπλέγματος ως μέλος του Συμβουλίου σε σχέση με το χωριό αυτό ή σύμπλεγμα:
Νοείται ότι, όταν σε οποιοδήποτε χωριό ή σύμπλεγμα υπάρχουν Τούρκος και Έλληνας κοινοτάρχες, ο Έπαρχος θα ορίσει έναν Έλληνα και έναν Τούρκο κοινοτάρχη σε σχέση με το χωριό αυτό ή σύμπλεγμα.
6. (1) Σε κάθε χωριό ή σύμπλεγμα χωριών το οποίο είναι ή θα κηρυχθεί ως περιοχή βελτιώσεως εγκαθιδρύεται Συμβούλιο που απαρτίζεται από τον Κοινοτάρχη ως Πρόεδρο, τυχόν άλλους Κοινοτάρχες αν υπάρχουν και πέντε άλλα μέλη που εκλέγονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου:
Νοείται ότι -
(α) Σε περίπτωση συμπλέγματος χωριών, το Συμβούλιο προεδρεύεται από τον Κοινοτάρχη του χωριού με τους περισσότερους ψηφοφόρους.
(β) Σε περίπτωση που χωριό αποτελείται από μικτό πληθυσμό Ελλήνων και Τούρκων, το Συμβούλιο προεδρεύεται από τον Κοινοτάρχη της κοινότητας με τους περισσότερους ψηφοφόρους.
(γ) Σε περίπτωση που υπάρχουν περισσότεροι από ένας Κοινοτάρχες σε ένα χωριό, το Συμβούλιο προεδρεύεται από τον Κοινοτάρχη της ενορίας με τους περισσότερους ψηφοφόρους.
Νοείται περαιτέρω ότι σε περίπτωση κατά την οποία χωριό αποτελείται από μικτό πληθυσμό Ελλήνων και Τούρκων, ο αριθμός των αιρετών μελών από κάθε κοινότητα θα αντιστοιχεί κατά το δυνατό προς το ποσοστό του πληθυσμού της κοινότητας αυτής επί του συνόλου του πληθυσμού του χωριού και ο ακριβής αριθμός για κάθε κοινότητα θα καθορίζεται από τον Υπουργό.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με Διάταγμα να ορίσει όπως ο αριθμός των αιρετών μελών Συμβουλίου υπερβαίνει τα πέντε μέλη που προνοούνται από το εδάφιο (1).
(3) Η θητεία των αιρετών μελών των Συμβουλίων είναι πενταετής και αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου η οποία ακολουθεί της εκλογής τους και λήγει την 31η Δεκεμβρίου του πέμπτου έτους από την έναρξη της θητείας τους.
(4) Η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξη ή εργασίας του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται με μόνο το λόγο χηρείας θέσεως μέλους αυτού και το Συμβούλιο θεωρείται ως νόμιμα συγκροτημένο εφόσον ο αριθμός των αιρετών μελών αυτού δεν είναι λιγότερος των τριών.
(5) Αν αιρετό μέλος Συμβουλίου παραλείψει σκόπιμα και αδικαιολόγητα να παραστεί σε τρεις διαδοχικές συνεδρίες του Συμβουλίου, καθίσταται πάραυτα έκπτωτο και η θέση του στο Συμβούλιο θα θεωρείται ότι έχει κενωθεί.
6Α. Παρά τις διατάξεις του άρθρου 6, το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσίες όπως, όταν κατά την κρίση του οι υπάρχουσες συνθήκες και γενικά το δημόσιο συμφέρον το επιβάλλουν, διατάξει τη διεξαγωγή ή όχι εκλογής για ανάδειξη των αιρετών μελών σε οποιοδήποτε Συμβούλιο και σε περίπτωση κατά την οποία ήθελε διατάξει τη μη διεξαγωγή εκλογής, ο Υπουργός Εσωτερικών έχει εξουσία όπως διορίζει τα αιρετά μέλη του Συμβουλίου, τα πρόσωπα δε που διορίζονται με τον τρόπο αυτό θα κατέχουν το αξίωμά τους και θα ασκούν τις λειτουργίες αυτού σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου αυτού:
Νοείται ότι σε οποιαδήποτε περίπτωση κατά την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε διατάξει τη μη διεξαγωγή εκλογής σε σχέση με οποιοδήποτε Συμβούλιο, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο να διατάξει τη διεξαγωγή εκλογής για ανάδειξη των αιρετών μελών για το Συμβούλιο αυτό, οπότε θα ορίζει την ημερομηνία κατά την οποία θα ενεργείται η εκλογή αυτή, η ημερομηνία δε αυτή θα θεωρείται σαν να ήταν ημερομηνία που ορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 13:
Νοείται περαιτέρω ότι η θητεία των αιρετών μελών του Συμβουλίου που εκλέγονται βάσει εκλογής που διατάχτηκε δυνάμει της πιο πάνω επιφύλαξης θα είναι για την περίοδο από την εκλογή μέχρι τη λήξη της θητείας των υπόλοιπων Συμβουλίων στη Δημοκρατία.
7.—(1) Σε κάθε καθορισμένη περιοχή στη Δημοκρατία η οποία κηρύσσεται ως περιοχή βελτιώσεως, εγκαθιδρύεται Συμβούλιο που απαρτίζεται από τον Έπαρχο, ως Πρόεδρο, τον Επαρχιακό Ιατρικό Λειτουργό, τον Επαρχιακό Μηχανικό και τέτοιο αριθμό κατάλληλα προσοντούχων προσώπων που δεν υπερβαίνουν τα δώδεκα τα οποία διορίζονται εκάστοτε από το Υπουργικό Συμβούλιο και έτσι που όλες οι επηρεαζόμενες κοινότητες να εκπροσωπούνται σε αυτό με έναν τουλάχιστον εκπρόσωπο.
(2) Κάθε μέλος του Συμβουλίου οποιασδήποτε τέτοιας περιοχής που διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο θα κατέχει το αξίωμα για περίοδο πέντε ετών από την ημερομηνία του διορισμού του, εκτός εάν το Υπουργικό Συμβούλιο τερματίσει κατά οποιοδήποτε χρόνο το διορισμό του και διορίσει στη θέση του άλλο κατάλληλα προσοντούχο πρόσωπο ως μέλος για το υπόλοιπο της θητείας αυτού:
Νοείται ότι οποιοδήποτε πρόσωπο που διορίζεται ως νέο μέλος επί του παρόντος υπάρχοντος Συμβουλίου λόγω της αύξησης του αριθμού των μελών που διορίζονται με την τροποποίηση του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού με τον περί Χωρίων (Διοίκηση και Βελτίωση) (Τροποποιητικό) Νόμο του 1983 θα κατέχει το αξίωμά του για χρονική περίοδο ίση με το υπόλοιπο της κανονικής πενταετούς θητείας των άλλων μελών του ιδίου Συμβουλίου που διορίστηκαν πριν από το Νόμο που αναφέρθηκε, εκτός εάν το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε τερματίσει νωρίτερα το διορισμό του νέου μέλους που αναφέρθηκε και διορίσει άλλο μέλος όπως προνοείται πιο πάνω στο εδάφιο αυτό.
7Α.—(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 7, το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία, όταν το επιβάλλουν οι υπάρχουσες συνθήκες και γενικά το δημόσιο συμφέρον να διατάσσει τη διεξαγωγή εκλογών για την ανάδειξη αιρετών μελών Συμβουλίου σε καθορισμένη περιοχή η οποία έχει κηρυχτεί περιοχή βελτιώσεως.
(2) Εκλογές με βάση το εδάφιο (1) διενεργούνται το ταχύτερο δυνατό σε ημερομηνία που ορίζεται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και η ημερομηνία αυτή θα θεωρείται σαν ημερομηνία που ορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 13:
Νοείται ότι σε περίπτωση κατά την οποία το διάταγμα για διεξαγωγή εκλογής εκδίδεται μέσα στο τελευταίο έτος της θητείας των υπόλοιπων Συμβουλίων, η εκλογή για την ανάδειξη αιρετών μελών του Συμβουλίου που επηρεάζεται διενεργείται κατά την ημερομηνία κατά την οποία διενεργούνται εκλογές αιρετών μελών των εν λόγω Συμβουλίων και η θητεία των υπαρχόντων μελών του Συμβουλίου που επηρεάζεται συνεχίζεται μέχρι τη λήξη της θητείας των υπόλοιπων Συμβουλίων.
(3) Οι διατάξεις του άρθρου 6 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και σε Συμβούλια που θα εκλεγούν με βάση το άρθρο αυτό.
8.—(1) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου δύναται, όταν κρίνει αυτό σκόπιμο, και οφείλει όταν όχι λιγότερα από δύο μέλη απαιτούν αυτό εγγράφως, να συγκαλεί συνεδρία του Συμβουλίου:
Νοείται ότι η μετά από απαίτηση συνεδρία θα συγκαλείται εντός δεκατεσσάρων ημερών από την ημερομηνία της λήψης της απαίτησης αυτής και μετά από προηγούμενη ειδοποίηση επτά ημερών.
(2) Οι συνεδρίες του Συμβουλίου συγκαλούνται σε τέτοιο χρόνο και σε τέτοιο τόπο όπως ο Πρόεδρος ήθελε εκάστοτε ορίσει.
(3) Εκτός εάν προνοείται διαφορετικά στο Νόμο αυτό, καμιά εργασία δεν διεξάγεται σε οποιαδήποτε συνεδρία του Συμβουλίου εκτός εάν παρίστανται τουλάχιστον τα μισά μέλη πλέον ενός.
(4) Αν, σε οποιαδήποτε συνεδρία, απουσιάζει από αυτήν ο Πρόεδρος τα παρόντα μέλη εκλέγουν ένα από αυτά για να προεδρεύσει της συνεδρίας.
(5) Οι αποφάσεις για όλα τα θέματα που τίθενται ενώπιον του Συμβουλίου σε οποιαδήποτε συνεδρία λαμβάνονται με πλειοψηφία των παρόντων μελών και, σε περίπτωση ισοψηφίας, ο Πρόεδρος της συνεδρίας έχει δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
9. Τηρούνται ακριβή πρακτικά των εργασιών για κάθε συνεδρία του Συμβουλίου και καταχωρίζονται σε βιβλίο που τηρείται για το σκοπό αυτό και υπογράφονται από τον Πρόεδρο, και όταν υπογραφούν, λαμβάνονται ως απόδειξη σε κάθε διαδικασία χωρίς περαιτέρω απόδειξη.