2. Στο Νόμο αυτό-
"πλοίαρχος" περιλαμβάνει κάθε πρόσωπο που έχει υπό τις διαταγές του ή υπό ευθύνη του σκάφος.
"σκάφος" σημαίνει κάθε είδος σκάφους που χρησιμοποιείται στη ναυσιπλοΐα με οποιοδήποτε τρόπο και αν προωθείται και οποιαδήποτε αναφορά σε σκάφος περιλαμβάνει αναφορά σε λέμβο που ανήκει σε αυτό.
3. Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού τα άρθρα της Σύμβασης της 14ης Μαρτίου, 1884, που εκτίθενται στο Πρώτο Παράρτημα, και αναφέρονται στο Νόμο αυτό ως η Σύμβαση, και επίσης η Διακήρυξη που εκτίθεται στο Δεύτερο Παράρτημα έχουν την ίδια ισχύ ωσάν να είχαν ενσωματωθεί στο Νόμο αυτό.
4.-(1) Πρόσωπο παράνομα και εσκεμμένα, ή με εγκληματική αμέλεια, δεν κόβει ή προκαλεί βλάβη σε οποιοδήποτε υποβρύχιο καλώδιο αναφορικά με το οποίο η Σύμβαση εφαρμόζεται εκάστοτε κατά τέτοιο τρόπο που θα ήταν δυνατό να διακόψει ή παρακωλύσει ολικώς ή μερικώς την τηλεγραφική επικοινωνία.
(2) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί ή αποπειράται να ενεργήσει κατά παράβαση του άρθρου αυτού είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης-
(α)αν ενέργησε εσκεμμένα, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη και σε πρόστιμο αντί της φυλάκισης αυτής ή επιπρόσθετα με αυτή· και
(β) αν ενέργησε με εγκληματική αμέλεια, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες, και σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα λίρες είτε αντί της φυλάκισης αυτής είτε επιπρόσθετα με αυτή.
(3)Όταν πρόσωπο προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη με σκοπό να διατηρήσει τη ζωή ή ακεραιότητα του ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, ή να διατηρήσει το σκάφος στο οποίο ανήκει ή οποιοδήποτε άλλο σκάφος, και λαμβάνει όλες τις εύλογες προφυλάξεις για να αποφύγει βλάβη σε υποβρύχιο καλώδιο, δεν θεωρείται ότι ενέργησε παράνομα και εσκεμμένα με την έννοια του άρθρου αυτού.
(4) Πρόσωπο δεν θεωρείται ότι έχει παράνομα και εσκεμμένα κόψει ή βλάψει οποιοδήποτε υποβρύχιο καλώδιο, όταν ενώ αποπειράται καλή τη πίστει να επισκευάσει ένα άλλο υποβρύχιο καλώδιο προκλήθηκε βλάβη στο πρώτο αναφερόμενο καλώδιο, ή αυτό κόπηκε, αλλά αυτό δεν ισχύει με τρόπο που να τον εξαιρεί από οποιαδήποτε ευθύνη βάσει του Νόμου αυτού ή διαφορετικά από το να πληρώσει τα έξοδα επισκευής της αποκοπής ή βλάβης αυτής.
(5) Πρόσωπο το οποίο με οποιοδήποτε τρόπο προκαλεί, συμβουλεύει, βοηθά, υποκινεί, ή είναι συνεργό στη διάπραξη οποιουδήποτε αδικήματος βάσει του άρθρου αυτού, υπόκειται σε δίκη και τιμωρία για το αδίκημα ωσάν να ήταν ένοχο ως αυτουργός.
5.-(1)Όλοι οι Κανονισμοί που από καιρό σε καιρό εκδίδονται από την Αυτής Μεγαλειότητα εν Συμβουλίου, για πραγματοποίηση των Άρθρων 5 και 6 της Σύμβασης έχουν την ίδια ισχύ στην Κύπρο ωσάν να αποτελούν μέρος του Νόμου αυτού· και πρόσωπο ένοχο παράβασης των Κανονισμών αυτών υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα λίρες ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες.
(2)Αν οποιαδήποτε σκάφη που απασχολούνται με την τοποθέτηση ή επισκευή υποβρύχιου καλωδίου αναφορικά με το οποίο η εκάστοτε Σύμβαση εφαρμόζεται, επεμβαίνει κατά παράβαση των αναφερόμενων Κανονισμών ή άρθρων σε οποιοδήποτε σκάφος που απασχολείται στην αλιεία, ή αν οι εργασίες οποιουδήποτε σκάφους σε σχέση με οποιοδήποτε τέτοιο υποβρύχιο καλώδιο καθυστερούνται εσκεμμένα με τρόπο που να επεμβαίνουν στη θαλάσσια αλιεία, ο πλοίαρχος του σκάφους, ή ο ιδιοκτήτης του, αν φανεί ότι ήταν υπαίτιος, θεωρείται ένοχος παράβασης των αναφερόμενων Κανονισμών, και δύναται να τιμωρηθεί ανάλογα.
6.-(1) Για σκοπούς πραγματοποίησης της Σύμβασης, πρόσωπο που κυβερνά πολεμικό πλοίο της Αυτής Μεγαλειότητας ή οποιουδήποτε ξένου κράτους το οποίο εκάστοτε δεσμεύεται από τη Σύμβαση, ή πλοίο ειδικά εξουσιοδοτημένο για το σκοπό της Σύμβασης από την Αυτής Μεγαλειότητα ή από την Κυβέρνηση του ξένου αυτού κράτους, δύναται να ασκεί και εκτελεί τις εξουσίες και τα καθήκοντα που παρέχονται και επιβάλλονται σε αυτό από οποιοδήποτε άρθρο του Πρώτου Παραρτήματος.
(2) Πρόσωπο το οποίο παρακωλύει οποιοδήποτε τέτοιο λειτουργό κατά την άσκηση ή εκτέλεση αυτή, ή αρνείται ή αμελεί να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαίτηση ή διαταγή που δίνεται νόμιμα από αυτόν σύμφωνα με το Νόμο αυτό, υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις εκατόν πενήντα λίρες, ή σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες.
(3) Οποιαδήποτε αγωγή, δίωξη, ή διαδικασία κατά οποιουδήποτε λειτουργού για οποιαδήποτε πράξη που έγινε σύμφωνα ή προς εκτέλεση ή για προτιθέμενη εκτέλεση του Νόμου αυτού, ή σε σχέση με οποιαδήποτε ισχυριζόμενη αμέλεια ή παράλειψη κατά την εκτέλεση του Νόμου αυτού, δεν ασκείται ή εγείρεται εκτός αν αρχίσει εντός δώδεκα μηνών μετά από την αναφερόμενη πράξη, αμέλεια, ή παράλειψη.
(4) Σε οποιαδήποτε τέτοια αγωγή προσφορά για αποζημίωση πριν εγερθεί η αγωγή, αντί οποιασδήποτε άλλης υπεράσπισης ή επιπρόσθετα με αυτή, δύναται να εγείρεται στη δικογραφία. Αν η αγωγή, εγέρθηκε μετά την προσφορά αυτή, ή συνεχίζεται μετά από πληρωμή στο δικαστήριο οποιωνδήποτε χρημάτων προς ικανοποίηση της αξίωσης του ενάγοντα, και ο ενάγων δεν ανακτήσει περισσότερα από το ποσό που προσφέρθηκε ή πληρώθηκε, δεν θα ανακτά οποιαδήποτε έξοδα που προκλήθηκαν μετά την προσφορά ή την πληρωμή αυτή, και οι εναγόμενοι θα δικαιούνται έξοδα, που ψηφίζονται όπως μεταξύ δικηγόρου και πελάτη από το χρόνο της προσφοράς ή πληρωμής αυτής.
(5) Οποιαδήποτε τέτοια αγωγή δύναται να εγείρεται σε οποιοδήποτε Επαρχιακό Δικαστήριο της Κύπρου.
7. Προς το σκοπό παροχής δικαιοδοσίας βάσει του Νόμου αυτού, κάθε αδίκημα θεωρείται ότι διαπράσσεται και κάθε αιτία παραπόνου ανακύπτει είτε στον τόπο στον οποίο πραγματικά διαπράσσεται ή ανακύπτει, είτε σε οποιοδήποτε τόπο στον οποίο ο υπαίτιος αυτός ή το πρόσωπο εναντίον του οποίου διατυπώνεται παράπονο δυνατό να βρίσκεται.
8. Σε όλες τις περιπτώσεις όπου οποιαδήποτε επαρχία εντός της οποίας οποιοδήποτε Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία βάσει του Νόμου αυτού βρίσκεται στην ακτή της θάλασσας κάθε τέτοιο Δικαστήριο για τους σκοπούς του Νόμου αυτού έχει δικαιοδοσία για οποιοδήποτε πλοίο ή λέμβο που βρίσκεται ή κείται ή διέρχεται πέρα από την ακτή αυτή, και για όλα τα πρόσωπα που είναι επιβιβασμένα στα πλοία αυτά ή ανήκουν εκάστοτε σε αυτά, με τον ίδιο τρόπο ωσάν το πλοίο, ή λέμβος ή τα πρόσωπα αυτά να βρίσκονταν εντός των ορίων της αρχικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου αυτού.
9.-(1) Οποιοδήποτε έγγραφο που συντάχθηκε σύμφωνα με το Άρθρο 7 ή το Άρθρο 10 του Πρώτου Παραρτήματος γίνεται δεκτό σε οποιαδήποτε διαδικασία, αστική ή ποινική, ως εκ πρώτης όψεως μαρτυρία των γεγονότων ή θεμάτων που αναφέρονται σε αυτό.
(2) Αν μαρτυρία που περιέχεται σε οποιοδήποτε τέτοιο έγγραφο λήφθηκε ενόρκως στην παρουσία του προσώπου που βαρύνεται στη μαρτυρία, και το πρόσωπο αυτό είχε ευκαιρία να αντεξετάσει το πρόσωπο που δίνει τη μαρτυρία και να απαντήσει στη μαρτυρία, ο λειτουργός που συντάσσει το έγγραφο δύναται να πιστοποιήσει τα αναφερόμενα γεγονότα, ή οποιοδήποτε από αυτά.
(3) Οποιοδήποτε έγγραφο ή πιστοποιητικό που αναφέρεται στο άρθρο αυτό και φέρεται ως υπογραμμένο από λειτουργό εξουσιοδοτημένο να ενεργεί βάσει του Πρώτου Παραρτήματος για εφαρμογή της Σύμβασης, γίνεται δεκτό ως μαρτυρία χωρίς απόδειξη της υπογραφής, και, αν φέρεται ως υπογραμμένο από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, και αν πιστοποιείται από οποιοδήποτε τέτοιο λειτουργό ότι έχει υπογραφτεί με τον τρόπο αυτό, θεωρείται, μέχρις ότου αποδειχτεί το αντίθετο, ότι έχει υπογραφτεί από το άλλο αυτό πρόσωπο.
(4) Πρόσωπο το οποίο πλαστογραφεί την υπογραφή οποιουδήποτε τέτοιου λειτουργού σε οποιοδήποτε έγγραφο όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ή χρησιμοποιεί οποιοδήποτε τέτοιο έγγραφο εν γνώσει του ότι η υπογραφή σε αυτό είναι πλαστογραφημένη, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.
10. Όταν αδίκημα διαπράχθηκε κατά παράβαση του Νόμου αυτού διά μέσου σκάφους, ή οποιασδήποτε λέμβου που ανήκει σε σκάφος, ο πλοίαρχος του σκάφους μέχρις ότου αποδειχτεί ότι κάποιο άλλο πρόσωπο είχε την ευθύνη και πλοηγούσε το σκάφος ή λέμβο θεωρείται ότι ήταν επικεφαλής και το πλοηγούσε, και υπόκειται σε ανάλογη τιμωρία.
11. Καμιά διάταξη στο Νόμο αυτό δεν εμποδίζει οποιοδήποτε πρόσωπο από το να υπόκειται σε οποιαδήποτε διαδικασία, τιμωρία ή ποινή άλλη από αυτή που προνοείται για οποιοδήποτε αδίκημα από το Νόμο αυτό, ούτως ώστε κανένα πρόσωπο να μην τιμωρείται δύο φορές για το ίδιο αδίκημα, και καμιά διάταξη στο Νόμο αυτό, ούτε οποιαδήποτε διαδικασία σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα που αναφέρεται σε αυτόν, δεν εξαιρεί πρόσωπο από οποιαδήποτε ευθύνη σε οποιαδήποτε αγωγή αναφορικά με το ίδιο θέμα, ούτως ώστε κανένα πρόσωπο να μην απαιτείται να καταβάλει δύο φορές αποζημίωση σε σχέση με την ίδια βλάβη.
12. Επίδοση οποιασδήποτε κλήσης ή άλλου θέματος σε οποιαδήποτε νομική διαδικασία βάσει του Νόμου αυτού αποτελεί έγκυρη επίδοση αν γίνει προσωπικά στο πρόσωπο στο οποίο πρέπει να επιδοθεί, ή στον τελευταίο τόπο διαμονής του· ή αν γίνει με το να αφεθεί αυτή, για αυτό πάνω σε οποιοδήποτε πλοίο στο οποίο αυτό δυνατό να ανήκει, στο πρόσωπο που είναι ή παρουσιάζεται ότι είναι αρχηγός ή υπεύθυνος του πλοίου.
13. Δικαστήριο που επιβάλλει οποιαδήποτε ποινή βάσει του Νόμου αυτού δύναται, αν θεωρεί αυτό ορθό, να διατάξει όπως το σύνολο ή οποιοδήποτε μέρος αυτής να διατεθεί προς αποζημίωση οποιουδήποτε προσώπου για οποιοδήποτε αδίκημα ή ζημιά την οποία δυνατό να υπέστη από την πράξη ή παράλειψη σε σχέση με την οποία επιβάλλεται η ποινή, ή να διατεθεί προς ή έναντι πληρωμής των δαπανών της διαδικασίας· και, τηρουμένων των οδηγιών αυτών ή της συγκεκριμένης διάθεσης όπως προαναφέρθηκε, όλες οι ποινές που ανακτώνται βάσει του Νόμου αυτού καταβάλλονται στο Τμήμα του Γενικού Λογιστή και αποτελούν μέρος των γενικών προσόδων της Κύπρου.
14. Αν η Σύμβαση παύσει να είναι δεσμευτική για την Αυτής Μεγαλειότητα, ο Νόμος αυτός παύει να έχει οποιοδήποτε αποτέλεσμα.
(Άρθρο 3)
ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΕΡΙ ΥΠΟΒΡΥΧΙΩΝ ΤΗΛΕΓΡΑΦΩΝ
Σύμβαση για τη διαφύλαξη τηλεγραφικών επικοινωνιών διά μέσου υποβρυχίων τηλεγράφων που συνάφθηκε τη 14η Μαρτίου, 1884, μεταξύ της Αυτής Μεγαλειότητας της Βασίλισσας του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας, Αυτοκράτειρας της Ινδίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Γερμανού Αυτοκράτορα, Βασιλιά της Πρωσίας, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου της Αργεντινής Συνομοσπονδίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Αυτοκράτορα της Αυστρίας, Βασιλιά της Βοημίας, κλπ., και Αποστολικό Βασιλιά της Ουγγαρίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά των Βέλγων, της Αυτού Μεγαλειότητας του Αυτοκράτορα της Βραζιλίας, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου της Δημοκρατίας της Κόστα Ρίκα, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά της Δανίας, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου της Δομινικανής Δημοκρατίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά της Ισπανίας, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της Κολομβίας, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου της Δημοκρατίας της Γουατεμάλα, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά των Ελλήνων, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά της Ιταλίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Αυτοκράτορα των Οθωμανών, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά των Κάτω Χωρών, Μέγα Δούκα του Λουξεμβούργου, της Αυτού Μεγαλειότητας του Σάχη της Περσίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά της Πορτογαλίας και των Αλγαρβών, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά της Ρουμανίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Αυτοκράτορα πασών των Ρωσιών, της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου της Δημοκρατίας του Σαλβαδόρ, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά της Σερβίας, της Αυτού Μεγαλειότητας του Βασιλιά της Σουηδίας και της Νορβηγίας, και της Αυτού Εξοχότητας του Προέδρου της Ανατολικής Δημοκρατίας της Ουρουγουάης.
Τα ακόλουθα είναι μετάφραση στα Αγγλικά της Σύμβασης με παράλειψη της τυπικής αρχής και τέλους:
Άρθρο 1
Η παρούσα Σύμβαση εφαρμόζεται έξω από τα χωρικά ύδατα σε όλα τα νόμιμα εγκατεστημένα υποβρύχια καλώδια που τοποθετήθηκαν στα εδάφη, αποικίες ή κτήσεις ενός ή περισσότερων από τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη.
Άρθρο 2
Αποτελεί αξιόποινο αδίκημα η αποκοπή ή πρόκληση βλάβης σε υποβρύχιο καλώδιο, εσκεμμένα ή από υπαίτια αμέλεια, με τρόπο που να ήταν δυνατό να διακόψει ή παρακωλύσει την τηλεγραφική επικοινωνία, είτε ολικώς είτε μερικώς και η τιμωρία αυτή δεν επηρεάζει οποιαδήποτε αστική αγωγή για αποζημιώσεις.
Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπου αυτοί οι οποίοι αποκόπτουν ή προξενούν βλάβη σε καλώδιο το κάνουν με το νόμιμο σκοπό της διάσωσης της ζωής τους ή του πλοίου τους, αφού έλαβαν κάθε απαραίτητη προφύλαξη για να αποφύγουν την αποκοπή ή βλάβη του καλωδίου.
Άρθρο 3
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση όπως, κατά τη χορήγηση συγκατάθεσης για τοποθέτηση υποβρύχιου καλωδίου, θα επιμείνουν στην έκταση που είναι δυνατό, στη λήψη κατάλληλων μέτρων ασφάλειας, τόσο όσο αφορά την πορεία του καλωδίου όσο και τις διαστάσεις του.
Άρθρο 4
Ο ιδιοκτήτης καλωδίου ο οποίος, κατά την τοποθέτηση ή επισκευή του καλωδίου του, αποκόπτει ή προξενεί βλάβη σε άλλο καλώδιο, πρέπει να υφίσταται τα έξοδα επισκευής της αποκοπής ή βλάβης, χωρίς να επηρεάζεται η εφαρμογή, αν είναι αναγκαίο, του Άρθρου 2 της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 5
Σκάφη που ασχολούνται με την τοποθέτηση ή επισκευή υποβρύχιων καλωδίων συμμορφώνονται με τους κανονισμούς ως προς τα σήματα οι οποίοι έχουν, ή δυνατό να υιοθετηθούν με αμοιβαία συμφωνία μεταξύ των Υψηλών Συμβαλλόμενων Μερών, με το σκοπό παρεμπόδισης συγκρούσεων στη θάλασσα.
Όταν πλοίο που ασχολείται με την επισκευή καλωδίου επιδεικνύει τα αναφερόμενα σήματα, άλλα σκάφη τα οποία τα βλέπουν, ή είναι σε θέση να τα βλέπουν, υποχωρούν ή παραμένουν σε απόσταση πέρα του ενός ναυτικού μιλίου τουλάχιστον από το εν λόγω πλοίο, με τρόπο που να μην επεμβαίνουν στις εργασίες του.
Σύνεργα αλιείας και δίχτυα διατηρούνται στην ίδια απόσταση.
Ωστόσο, σε αλιευτικά σκάφη τα οποία βλέπουν ή είναι σε θέση να βλέπουν τηλεγραφικό πλοίο που επιδεικνύει τα αναφερόμενα σήματα επιτρέπεται περίοδος εικοσιτεσσάρων ωρών το πολύ εντός της οποίας πρέπει να υπακούσουν στην ειδοποίηση που δόθηκε με τον τρόπο αυτό, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν επεμβαίνουν με κανένα τρόπο.
Οι εργασίες του τηλεγραφικού πλοίου ολοκληρώνονται το συντομότερο δυνατό.
Άρθρο 6
Σκάφη τα οποία βλέπουν, ή είναι σε θέση να βλέπουν τις σημαδούρες που δείχνουν τη θέση καλωδίου όταν το τελευταίο τοποθετείται, είναι εκτός λειτουργίας, ή είναι αποκομμένο, παραμένουν σε απόσταση τουλάχιστον πέρα του ενός τετάρτου του ναυτικού μιλίου από τις αναφερόμενες σημαδούρες.
Αλιευτικά δίχτυα και σύνεργα διατηρούνται στην ίδια απόσταση.
Άρθρο 7
Ιδιοκτήτες πλοίων ή σκαφών οι οποίοι δύνανται να αποδείξουν ότι θυσίασαν άγκυρα, δίχτυ, ή άλλο αλιευτικό σύνεργο για να αποφύγουν πρόκληση βλάβης σε υποβρύχιο καλώδιο λαμβάνουν αποζημίωση από τον ιδιοκτήτη του καλωδίου.
Για να στοιχειοθετηθεί αξίωση για τέτοια αποζημίωση, δήλωση, υποστηριζόμενη με την μαρτυρία του πληρώματος, θα πρέπει, όποτε είναι δυνατόν, να συνταχθεί αμέσως μετά το συμβάν και ο πλοίαρχος πρέπει, εντός εικοσιτεσσάρων ωρών μετά την επιστροφή του, ή μετά την είσοδο του στο λιμάνι να υποβάλει δήλωση στις αρμόδιες αρχές.
Οι τελευταίες κοινοποιούν τις πληροφορίες στις προξενικές αρχές του κράτους στο οποίο ανήκει ο ιδιοκτήτης του καλωδίου.
Άρθρο 8
Τα δικαστήρια που είναι αρμόδια να λάβουν γνώση των παραβιάσεων της παρούσας Σύμβασης είναι αυτά του κράτους στο οποίο ανήκει το σκάφος πάνω στο οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα.
Είναι επί πλέον κατανοητό ότι, σε περιπτώσεις όπου οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου δεν δύνανται να εφαρμοστούν, αδικήματα κατά παράβαση της παρούσας Σύμβασης αντιμετωπίζονται σε κάθε Συμβαλλόμενο Κράτος στην έκταση που αφορά υπηκόους και πολίτες του Κράτους αυτού αντίστοιχα, σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες ποινικής δικαιοδοσίας που καθορίζονται από τους νόμους του συγκεκριμένου αυτού Κράτους, ή από διεθνείς συνθήκες.
Άρθρο 9
Διώξεις για παραβάσεις που προνοούνται από τα Άρθρα 2, 5, και 6, της παρούσας Σύμβασης εγείρονται από το Κράτος, ή στο όνομα του.
Άρθρο 10
Αδικήματα κατά παράβαση της παρούσας Σύμβασης δύνανται να διαπιστωθούν με όλα τα μέσα απόδειξης που επιτρέπονται από τη νομοθεσία του κράτους του Δικαστηρίου. Όταν οι αξιωματικοί που κυβερνούν τα πολεμικά πλοία, ή πλοία ειδικά εξοπλισμένα για το σκοπό αυτό από ένα από τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη, έχουν λόγο να πιστεύουν ότι παραβίαση των μέτρων που προβλέπονται στην παρούσα Σύμβαση διαπράχθηκε από σκάφος άλλο από πολεμικό σκάφος δύνανται να απαιτήσουν από τον κυβερνήτη ή πλοίαρχο την επίδειξη των επισήμων εγγράφων που αποδεικνύουν την εθνικότητα του σκάφους αυτού. Το γεγονός ότι έχει επιδειχθεί το έγγραφο αυτό, οπισθογραφείται πάνω σε αυτό αμέσως. Περαιτέρω, τυπικές δηλώσεις των γεγονότων δύνανται να καταρτιστούν από τους αναφερόμενους αξιωματικούς, όποια και αν είναι η εθνικότητα του σκάφους που ενοχοποιείται. Οι τυπικές αυτές δηλώσεις συντάσσονται με τον τύπο και στη γλώσσα που χρησιμοποιείται στο κράτος στο οποίο ανήκει ο αξιωματικός που τις κάνει• δύνανται να θεωρηθούν, στο κράτος όπου προσάγονται, ως μαρτυρία σύμφωνα με τους νόμους του κράτους αυτού. Οι κατηγορούμενοι και οι μάρτυρες έχουν το δικαίωμα να προσθέσουν, ή να προκαλέσουν την πρόσθεση, σε αυτές, στην δική τους γλώσσα, οποιεσδήποτε εξηγήσεις αυτοί ήθελαν θεωρήσει χρήσιμες.
Οι δηλώσεις αυτές υπογράφονται δεόντως.
Άρθρο 11
Η διαδικασία και η δίκη σε περιπτώσεις παραβίασης των διατάξεων της παρούσας Σύμβασης πάντοτε λαμβάνουν χώρα όσο το δυνατό περιληπτικά όσο επιτρέπουν οι νόμοι και οι κανονισμοί που ισχύουν.
Άρθρο 12
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναλαμβάνουν την υποχρέωση να λάβουν ή να προτείνουν στα αντίστοιχα Νομοθετικά Σώματα τους τα απαραίτητα μέτρα για την εξασφάλιση της εκτέλεσης της παρούσας Σύμβασης, και ιδιαίτερα για την τιμωρία, είτε με πρόστιμο είτε με φυλάκιση, είτε και με τα δύο, αυτών οι οποίοι παραβαίνουν τις διατάξεις των Άρθρων 2, 5, και 6.
Άρθρο 13
Τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη κοινοποιούν το καθένα στο άλλο, νόμους που ήδη εκδόθηκαν, ή οι οποίοι ήθελαν στο εξής εκδοθεί, στα αντίστοιχα κράτη τους σχετικά με το αντικείμενο της παρούσας Σύμβασης.
Άρθρο 14
Κράτη τα οποία δεν έχουν υπογράψει την παρούσα Σύμβαση δύνανται να προσχωρήσουν σε αυτή αφού υποβάλουν παράκληση για το σκοπό αυτό. Η προσχώρηση αυτή γνωστοποιείται διά της διπλωματικής οδού στην Κυβέρνηση της Γαλλικής Δημοκρατίας, και από την τελευταία στις άλλες Συμβαλλόμενες Δυνάμεις.
Άρθρο 15
Νοείται ότι οι όροι της παρούσας Σύμβασης δεν περιορίζουν με κανένα τρόπο την ελευθερία δράσης των εμπολέμων.
Άρθρο 16
Η παρούσα Σύμβαση τίθεται σε ισχύ σε ημέρα που πρόκειται να συμφωνηθεί από τις Υψηλές Συμβαλλόμενες Δυνάμεις.
Θα παραμείνει σε ισχύ για πέντε έτη από την ημέρα αυτή, και εκτός αν οποιοδήποτε από τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη ανακοινώσει πρόθεση του να τερματίσει τη λειτουργία της, δώδεκα μήνες πριν από την εκπνοή της αναφερόμενης περιόδου των πέντε ετών• θα συνεχίσει να ισχύει για περίοδο ενός έτους, και ούτω καθ' εξής από έτος σε έτος.
Αν μία από τις Συμβαλλόμενες Δυνάμεις καταγγείλει τη Σύμβαση, η καταγγελία αυτή ενεργεί μόνο όσον αφορά τη Δύναμη αυτή.
Άρθρο 17
Η παρούσα Σύμβαση θα επικυρωθεί, και οι επικυρώσεις θα ανταλλαχτούν στο Παρίσι με τη μικρότερη δυνατή καθυστέρηση, και το αργότερο, κατά την εκπνοή ενός έτους.
Πρόσθετο Άρθρο
Οι όροι της Σύμβασης που συμπληρώθηκαν με βάση τη σημερινή ημερομηνία για την προστασία των υποβρύχιων καλωδίων εφαρμόζονται, σύμφωνα με το Άρθρο 1, στις αποικίες και κτήσεις της Αυτής Βρετανικής Μεγαλειότητας, εξαιρουμένων αυτών που αναφέρονται στο εξής, δηλαδή:-
Καναδάς.
Κουηνσλάνδη.
Νέα Γη.
Τασμανία.
Το Ακρωτήριο.
Νότια Αυστραλία.
Νατάλ.
Δυτική Αυστραλία.
Νέα Νότιος Ουαλλία.
Νέα Ζηλανδία.
Βικτώρια.
Νοείται πάντοτε, ότι οι όροι της πιο πάνω Σύμβασης εφαρμόζονται σε οποιαδήποτε από τις πιο πάνω κατονομαζόμενες αποικίες ή κτήσεις εκ μέρους των οποίων έχει δοθεί ειδοποίηση για το σκοπό αυτό από τον Εκπρόσωπο της Αυτής Βρετανικής Μεγαλειότητας στο Παρίσι στο Γάλλο Υπουργό Εξωτερικών Υποθέσεων.
Κάθε μία από τις προαναφερόμενες αποικίες ή κτήσεις η οποία δυνατό να έχει προσχωρήσει στην αναφερόμενη Σύμβαση είναι ελεύθερη να αποχωρήσει από αυτή με τον ίδιο τρόπο όπως οι Δυνάμεις που είναι μέρη αυτής. Στην περίπτωση που οποιαδήποτε από τις αναφερόμενες αποικίες ή κτήσεις επιθυμεί να αποχωρήσει από τη Σύμβαση, γνωστοποίηση για το σωστό αυτό, υποβάλλεται από τον Εκπρόσωπο της Αυτής Βρετανικής Μεγαλειότητας στο Παρίσι στο Γάλλο Υπουργό Εξωτερικών Υποθέσεων.
(Άρθρο 3)
ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΥΠΟΒΡΥΧΙΟΥ ΤΗΛΕΓΡΑΦΟΥ
Επειδή προέκυψαν ορισμένες αμφιβολίες ως προς την έννοια της λέξης "εσκεμμένα" που χρησιμοποιείται στο άρθρο δύο της σύμβασης της δεκάτης τετάρτης Μαρτίου, του χίλια οκτακόσια ογδόντα τέσσερα είναι κατανοητό ότι σε σχέση με ποινική ευθύνη που περιέχεται στο αναφερόμενο άρθρο δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις αποκοπής ή βλάβης που προκλήθηκε τυχαία ή από ανάγκη κατά την επισκευή καλωδίου εφόσον λήφθηκαν όλες οι προφυλάξεις για να αποφευχθεί τέτοια αποκοπή ή βλάβη.
Γίνεται εξίσου αντιληπτό ότι το άρθρο τέσσερα της σύμβασης δεν είχε κανένα άλλο σκοπό, και δεν πρέπει να έχει καμία άλλη ενέργεια, από το να εξουσιοδοτήσει τα αρμόδια δικαστήρια κάθε κράτους να αποφασίσουν σύμφωνα με τους νόμους τους και σύμφωνα με τις περιστάσεις το ζήτημα της αστικής ευθύνης του ιδιοκτήτη καλωδίου ο οποίος κατά την τοποθέτηση ή επισκευή του καλωδίου του αποκόπτει ή προξενεί βλάβη σε άλλο καλώδιο, καθώς επίσης και τις συνέπειες της ευθύνης αυτής αν αναγνωριστεί ότι υπάρχει.