1. Ο περί Οφειλετών (Αναβολή και Περιορισμός των Πωλήσεων Ακινήτου Περιουσίας) Νόμος του 1960 και ο περί Οφειλετών (Αναβολή και Περιορισμός των Πωλήσεων Ακινήτου Περιουσίας) Νόμος του 1961 θα αναγινώσκηται ομού μετά του περί Οφειλετών (Αναβολή και Περιορισμός Πωλήσεων Ακινήτου Περιουσίας) Νόμου, 1960.
2. Eν τω παρόντι νόμω εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτει αντίθετος έννοια-
“ακίνητος περιουσία” έχει την εις τον όρον τούτον αποδιδομένην έννοιαν υπό του άρθρου 2 του περί Ακινήτου Περιουσίας (Κατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου,
“αξία” έχει την εις τον όρον τούτον αποδιδομένην έννοιαν υπό ταου άρθρου 2 του περί Ακινήτου Περιουσίας (Κατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου,
“απόφασις” σημαίνει απόφασιν ή διάταγμα αρμοδίου δικαστηρίου,
“ένταλμα πωλήσεως ακινήτου περιουσίας” σημαίνει ένταλμα πωλήσεως ακινήτου περιουσίας εκδοθέν επί τη βάσει του Μέρους V του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου,
“επιφυλαχθείσα τιμή” έχει την εις τον όρον τούτον αποδιδομένην έννοιαν υπό του άρθρου 2 του περί Ακινήτου Περιουσίας (Περιορισμός των Πωλήσεων) Νόμου,
“οφειλέτης” σημαίνει τον εγγεγραμμένον ιδιοκτήτην ακινήτου περιουσίας ήτις τελεί υπό πώλησιν και του οποίου το χρέος αρχικώς προέρχεται εκ συμβατικής ή εξ οιωνεί συμβατικής υποχρεώσεως.
“πώλησις” σημαίνει πώλησιν ακινήτου περιουσίας διενεργουμένην δυνάμει περιουσίας διενεργουμένην δυνάμει αποφάσεως ή εντάλμαατος πωλήσεως ακινήτου περιουσίας ή δυνάμει του Μέρους XI του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου ή επί τη βάσει των διατάξεων του περί Πωλήσεως Ενυποθήκου Περιουσίας Νόμου.
3.-(1) Το Ανώτατον Δικαστήριον, τηρουμένων των διατάξεων του Συντάγματος, ορίζει αναφορικώς προς εκάστην επαρχίαν μέλος ή μέλη του Επαρχιακού Δικαστηρίου της Επαρχίας ταύτης (εν τοις εφεξής εν τω παρόντι νόμω αναφερομένων ως “Το Δικαστήριον”) προς τον σκοπόν της ακροάσεως και αποφάσεως επί διαδικασίας εγερθείσης ενώπιον αυτού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος νόμου.
(2) Το Δικαστήριον κατά την ακρόασιν οιασδήποτε τοιαύτης διαδικασίας, τηρουμένου οιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού, διεξάγει την διαδικασίαν ταχέως και δεν δεσμεύεται υπό του νόμου και των κανόνων περί αποδείξεως των εφαρμοζομένων εις διαδικασίαν υποθέσεων πολιτικής φύσεως, αλλ’ εάν οιοσδήποτε μάρτυς ήθελεν εγείρει ένστασιν όπως απαντήση εις οιανδήποτε ερώτησιν επί τω ότι τείνει αύτη να τον ενοχοποιήση δεν θα απαιτήται παρ’ αυτού ν’ απαντήση εις ταύτην ούτε και θα υπέχη ούτος ευθύνην διά την τοιαύτην άρνησιν του.
4.-(1) Πάσαι αι κατά την ημερομηνίαν της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου εκκρεμούσαι ή ορισθείσαι πωλήσεις αναβάλλονται διά περίοδον πέντε εβδομάδων, και ουδεμία πώλησις θα ορίζεται κατά την περίοδον ταύτην.
(2) Το Δικαστήριον κατόπιν προσφυγής εις αυτό υπό οφειλέτου, τηρουμένου των διατάξεων οιουδήποτε διαδικαστικού κανονισμού και ανεξαρτήτως οιασδήποτε αντίθετου διατάξεως εν τω περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμω ή εν τω περί Πωλήσεως Ενυποθήκου Περιουσίας Νόμω ή εν οιωδήποτε άλλω νόμω και τηρουμένων των ακολούθων διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται να αναβάλλη οιανδήποτε πώλησιν και αναστέλλη οιανδήποτε εν σχέσει προς ταύτην διαδικασίαν.
(3) Η υπό του οφειλέτου υποβολή αιτήσεως δυνάμει του παρόντος νόμου και η παράδοσις πιστοποιημένου αντιγράφου ταύτης εις το Κτηματολόγιον της Επαρχίας αναστέλλει την πώλησιν μέχρι της εκδόσεως της τελικής αποφάσεως.
(4) Ουδεμία αναβολή θαγίνεται και ουδείς περιορισμός θα τίθεται επί τη βάσει του παρόντος νόμου εις ην περίπτωσιν το χρέος οφείλεται προς τράπεζαν ή συνεργατικήν ή συνήφθη ή προέκυψε μετά την ημερομηνίαν ενάρξεως της ισχύος του παρόντος νόμου.
(5) Το Δικαστήριον διατάττον την αναβολήν πωλήσεως και αναστολήν πάσης εν σχέσει προς αυτήν διαδικασίας οφείλει να λαμβάνη υπ’ όψιν τα κάτωθι κριτήρια και την επίδρασιν εκάστου τούτων επί των ετέρων:-
(α) τους υπό του οφειλέτου και δανειστού προαλλομένους ισχυρισμούς,
(β) το ποσόν του χρέους κατά την ημερομηνίαν της προς το Δικαστήριον αιτήσεως εν σχέσει προς το ποσόν του αρχικού χρέους και την αξίαν της υπό πώλησιν ακινήτου περιουσίας κατά την ημερομηνίαν ταύτην.
(γ) το ποσό του οφειλομένου τόκου και την περίοδον καθ’ ην το ποσόν τούτο οφείλεται,
(δ) τας επικρατούσας συνθήκας της αγοράς εν σχέσει προς τας τιμάς ακινήτου περιουσίας εν τη περιοχή ένθα η υπό πώλησιν ακίνητος περιουσία κείται,
(ε) εάν και κατά πόσον, λαμβανομένων υπ’ όψιν όλων των περιστάσεων συμπεριλαμβανομένης της οικονομικής καταστάσεως του οφειλέτου και του δανειστού, μεγαλυτέρα αδικία θα προκαλείτο συνεπεία της μη αναβολής της πωλήσεως ή της αναβολής ταύτης.
(6) Επί τη εις το Κτηματολόγιον της επαρχίας παραδόσει του διατάγματος αναβολής πωλήσεως εκδοθέντος δυνάμει του παρόντος άρθρου η πώλησις θα αναβάλλεται συμφώνως προς το τοιούτον διάταγμα.
(7) Ουδεμία αναβολή πωλήσεως δυνάμει του παρόντος άρθρου θα διατάσσεται διά περίοδον πέραν του έτους από της ημερομηνίας καθ’ ην η αναβολή διατάσσεται.
5.-(1) Το Δικαστήριον δύναται, εν πάση περιπτώσει ένθα αι συνθήκαι θα εδικαιολόγουν το τοιούτον, αντί αναβολής της πωλήσεως να επιβάλη περιορισμούς αφορώντας εις την πώλησιν συμφώνως των ακολουθουσών διατάξεων του παρόντος άρθρου.
(2) Οι εν τω εδαφίω (1) αναφερόμενοι περιορισμοί δύνανται να αναφέρωνται εις οιονδήποτε των ακολούθων θεμάτων:-
(α) τον κατάλληλον διά την διενέργειαν της πωλήσεως χρόνον,
(β) τον υπό του Δικαστηρίου καθορισμόν επιφυλαχθείσης τιμής διά την διενέργειαν της πωλήσεως, τηρουμένου του κανόνος ότι η επιφυλαχθείσα τιμή δεν θα είναι μικροτέρα της αξίας της υπό πώλησιν ακινήτου περιουσίας.
6. Οσάκις πώλησις αναβάλλεται συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος νόμου ή περίοδος της τοιαύτης αναβολής δεν θα λογίζεται διά τον υπολογισμόν του χρόνου επί τη βάσει οιουδήποτε ισχύοντος νόμου αφορώντος εις την παραγραφήν ή εις την διάρκειαν της εγγραφής οιασδήποτε αποφάσεως εν σχέσει προς την εν λόγω ακίνητον περιουσίαν επί τη βάσει του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου ή την διάρκειαν οιουδήποτε εντάλματος επί τη βάσει τούτου.
7. Ουδεμία ακίνητος περιουσία εν σχέσει προς την οποίαν εξεδόθη διάταγμα αναβολής της πωλήσεως αυτής θα υπόκειται εις οιανδήποτε άλλην πώλησιν είτε υπό του αυτού είτε υπό άλλου δανειστού προ της εκπνοής της περιόδου της τοιαύτης αναβολής.
8. Οιονδήποτε πρόσωπον, του οποίου τα δικαιώματα ή συμφέροντα δυνάμει του παρόντος νόμου επηρεάζονται δυσμενώς υπό οιασδήποτε πράξεως ή παραλείψεως δανειστού ή άλλου προσώπου εν τη ενασκήσει ή εν τη διατεινομένη ενασκήσει των δικαιωμάτων του δυνάμει των διαάξεων οιουδήποτε νόμου, πλην όμως προς τον σκοπόν της υπεκφυγής των διατάξεων του παρόντος νόμου, δύναται να προσφύγη εις αρμόδιον δικαστήριον διά την έκδοσιν διαταγής εμποδιζούσης τον τοιούτον δανειστήν ή το τοιούτο πρόσωπον από του να επικαλεσθή τας διατάξεις οιουδήποτε τοιούτου νόμου και το δικαστήριον τούτο κατόπιν ακροάσεως της τοιαύτης προσφυγής, δύναται να εκδώση τοιαύτην διαταγήν οίαν αι επιδιώξεις της δικαιοσύνης υπαγορεύουν.
9. Το Ανώτατον Δικαστήριον δύναται να εκδώση διαδικαστικόν κανονισμόν επί σκοπώ ρυθμίσεως της διαδικασίας του Δικαστηρίου, δυνάμει του παρόντος νόμου άνευ επηρεασμού οιωνδήποτε εξουσιών αυτού δυνάμει της παραγράφου 2 του Άρθρου 163 του Συντάγματος:
Νοείται ότι, μέχρι της εκδόσεως τοιούτου Διαδικαστικού Κανονισμού, εις οιανδήποτε διαδικασίαν δυνάμει του παρόντος νόμου εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, οι εκάστοτε ισχύοντες κανονισμοί Πολιτικής Δικονομίας.
10. Ο παρών νόμος θα παραμένη εν ισχύϊ μέχρι της 31ης Δεκεμβρίου, 1961, και τότε θα λήξη άνευ επηρεασμού της ισχύος οιασδήποτε πράξεως ή παραλείψεως γενομένης δυνάμει του παρόντος νόμου.
- 2/1960
- 38/1961