36. Μόνον συντεχνία ή συνομοσπονδία εγγεγραμμένη δυνάμει του παρόντος Νόμου απολαύει των εν τω παρόντι Νόμω προνοουμένων δικαιωμάτων, ασυλιών και προνομίων.
37. Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου και του καταστατικού αυτής, εγγεγραμμένη τις συντεχνία κέκτηται εξουσίαν όπως κατέχη περιουσίαν υπό την εγγεγραμμένην αυτής επωνυμίαν, συνάπτη συμβάσεις, παρίσταται επί δικαστηρίω ως ενάγων ή εναγόμενος ή υπό ετέραν τινά ιδιότητα, και εν γένει όπως πράττη παν όπερ ήθελε κριθή αναγκαίον διά τους καταστατικούς αυτής σκοπούς.
38. Οι σκοποί εγγεγραμμένης συντεχνίας δεν λογίζονται παράνομοι απλώς και μόνον επί τω λόγω ότι είναι περιοριστικοί του εμπορίου, ούτως ώστε να καθιστώσιν οιονδήποτε των μελών αυτής υποκείμενον επί τω λόγω τούτω εις ποινικήν δίωξιν διά συνωμοσίαν ή έτερον τι ποινικόν αδίκημα.
39. Οι σκοποί εγγεγραμμένης συντεχνίας δεν λογίζονται παράνομοι απλώς και μόνον επί τω λόγω ότι είναι περιοριστικοί του εμπορίου, ούτως ώστε να καθιστώσιν άκυρον ή ακυρώσιμον οιανδήποτε σύμβασιν ή τραστ (trust).
40.-(1) Συμφωνία ή σύμπραξις δύο ή πλειόνων προσώπων προς διενέργειαν ή πρόκλησιν πράξεως τινος επί τη προόψει ή προς προαγωγήν εργατικής τινος διαφοράς δεν διώκεται ποινικώς ως συνωμοσία, εφ’ όσον δεν είναι αξιόποινος η τοιαύτη πράξις υφ’ ενός μόνον προσώπου διαπραττομένη.
(2) Πράξις, γενομένη κατόπιν συμφωνίας ή συμπράξεως δύο ή πλειόνων προσώπων επί τη προόψει ή προς προαγωγήν εργατικής τινος διαφοράς δεν είναι αγώγιμος, εκτός εάν αύτη θα ήτο αγώγιμος και άνευ της τοιαύτης συμφωνίας ή συμπράξεως.
(3) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων απαλλάττει της ποινικής ευθύνης πρόσωπον άλλως ένοχον συνωμοσίας, ήτις ήθελεν είναι αξιόποινος δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε ετέρου Νόμου.
(4) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων εφάπτεται του δικαίου του αφορώντος εις την στάσιν, παράνομον συγκέντρωσιν, διατάραξιν της κοινής ειρήνης, εξέγερσιν ή οιονδήποτε αδίκημα κατά του Κράτους.
(5) Έγκλημα εν τη εννοία του παρόντος άρθρου σημαίνει αδίκημα τιμωρούμενον είτε αποκλειστικώς διά φυλακίσεως είτε διά φυλακίσεως επιβαλλομένης υπό του Δικαστηρίου εν τη ασκήσει διακριτικής εξουσίας αντί ετέρας ωσαύτως προβλεπομένης διά το αδίκημα τούτο ποινής.
(6) Οσάκις πρόσωπον τι ευρίσκεται ένοχον συμφωνίας ή συμπράξεως, ως εν τοις ανωτέρω, προς διενέργειαν ή πρόκλησιν αξιοποίνου τινός πράξεως, και επιβάλλεται αυτώ η ποινή της φυλακίσεως, η φυλάκισις δεν θα υπερβαίνη τους εξ μήνας ή οιονδήποτε έτερον μεγαλύτερον διάστημα όπερ ήθελε προβλέπεται εν τω νόμω δι’ ου τιμωρείται η εν λόγω πράξις ότε διαπράττεται υφ’ ενός μόνον προσώπου.
41. Πράξις γενομένη υπό τινος προσώπου επί τη προόψει ή προς προαγωγήν εργατικής τινος διαφοράς, δεν είναι αγώγιμος επί μόνω τω λόγω ότι αύτη εξωθεί έτερον τι πρόσωπον εις παράβασιν συμβάσεως εργασίας, ή ότι συνιστά επέμβασιν εις το επάγγελμα, εργασίαν ή απασχόλησιν ετέρου τινός προσώπου, ή επέμβασιν εις το δικαίωμα ετέρου προσώπου προς ελευθέραν διάθεσιν του κεφαλαίου, ή της εργασίας αυτού.
42. Ουδέν των εν τω παρόντι Νόμω διαλαμβανομένων παρέχει δικαιοδοσίαν οιωδήποτε Δικαστηρίω όπως επιλαμβάνηται υποθέσεων αγομένων ενώπιον αυτού προς άμεσον εκτέλεσιν ή καταβολήν αποζημιώσεων διά παράβασιν των ακολούθων συμφωνιών:
(α) συμφωνιών συναπτομένων μεταξύ μελών συντεχνίας υπό την συντεχνιακήν αυτών ιδιότητα, αφορωσών εις τους όρους υφ’ ους τα εκάστοτε μέλη της συντεχνίας θα πωλώσιν ή μη πωλώσι τα εμπορεύματα αυτών, θα διεξάγωσι τας εργασίας των, θα εκμισθώσι την εργασίαν ετέρων ή θα εκμισθώνται παρ’ ετέρων~
(β) συμφωνιών περί την πληρωμήν παρ’ οιουδήποτε προσώπου συνδρομής ή προστίμου εις τινα συντεχνίαν~
(γ) συμφωνιών αφορωσών εις την χρήσιν των κεφαλαίων της συντεχνίας-
(i) προς παροχήν ωφελημάτων εις μέλη αυτής~ ή
(ii) προς διενέργειαν εισφορών εις τινα εργοδότην ή εργάτην μη όντα μέλος της συντεχνίας, έναντι της υπό του προσώπου τούτου συμμορφώσεως προς το Καταστατικόν ή τας αποφάσεις της τοιαύτης συντεχνίας~ ή
(iii) προς αποπληρωμήν χρηματικής ποινής επιβληθείσης εις οιονδήποτε πρόσωπον υπό τινος Δικαστηρίου~ ή
(δ) συμφωνιών γενομένων μεταξύ δύο συντεχνιών~ ή
(ε) ομολόγων προς εξασφάλισιν της εκτελέσεως οιασδήποτε των άνω συμφωνιών.
Το παρόν άρθρον δέον όπως μη ερμηνεύηται ως καθιστών παράνομον οιανδήποτε των άνω μνημονευομένων συμφωνιών.
43.-(1) Ουδέν δικαστήριον κέκτηται δικαιοδοσίαν προς εκδίκασιν αγωγών εναντίον εγγεγραμμένης συντεχνίας, ή οιωνδήποτε των μελών ή των αξιωματούχων αυτής, εγειρομένων εναντίον τόσον των εναγομένων όσον και των λοιπών μελών της συντεχνίας, δι’ αστικόν αδίκημα προβαλλόμενον ως διαπραχθέν υπό ή εκ μέρους της συντεχνίας.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων δύναται να ερμηνευθή ως αποστερούν οιονδήποτε δικαστήριον της δικαιοδοσίας αυτού όπως επιλαμβάνηται αγωγών εναντίον συντεχνίας ή οιουδήποτε αξιωματούχου αυτής, καθαπτομένων ή αφορωσών εις την περιουσίαν ή τα δικαιώματα της συντεχνίας, εκτός εν σχέσει προς αστικά αδικήματα διαπραχθέντα υπό ή εκ μέρους της συντεχνίας επί τη προόψει ή προς προαγωγήν εργατικής τινος διαφοράς.
44. Εις ή πλείονες αξιωματούχοι ή μέλη εγγεγραμμένης συντεχνίας εμπεπλεγμένης εις εργατικήν τινα διαφοράν, και εν ή πλείονα πρόσωπα ενεργούντα διά λογαριασμόν εργοδότου τινός ή εταιρείας επί τη προόψει ή προς προαγωγήν εργατικής τινος διαφοράς, δύνανται νομίμως να παρίστανται εις μέρος ένθα πρόσωπον τι εργάζεται ή ασκεί επιχείρησιν, εφ’ όσον παρίστανται επί τω σκοπώ και μόνον όπως ειρηνικώς λαμβάνωσιν ή ανακοινώσι πληροφορίας, ή ειρηνικώς προτρέπωσιν οιονδήποτε πρόσωπον όπως εργασθή ή απόσχη της εργασίας αυτού:
Νοείται ότι ουδεμία τοιαύτη πινακιδοφορία δύναται να εκτείνηται πέραν των ορίων του τόπου ένθα υφίσταται η εργατική διαφορά.
45.-(1) Πας όστις αδίκως και άνευ νομίμου εξουσίας, ίνα εξαναγκάση έτερον πρόσωπον όπως πράξη ή παραλείψη τι, όπερ το πρόσωπον τούτο δικαιούται κατά νόμον να πράξη ή παραλείψη-
(α) ποιείται χρήσιν βίας ή εκφοβίζει το πρόσωπον τούτο ή την σύζυγον ή τα τέκνα αυτού, ή προξενεί ζημίαν εις την περιουσίαν αυτού~ ή
(β) ακολουθεί επιμόνως το πρόσωπον τούτο από τόπου εις τόπον~ ή
(γ) αποκρύπτει τα εργαλεία, ενδύματα ή έτερα περιουσιακά στοιχεία ανήκοντα εις το έτερον τούτο πρόσωπον ή χρησιμοποιούμενα υπ’ αυτού, ή αποστερεί τούτο της χρήσεως των άνω, ή παρακωλύει την τοιαύτην χρήσιν~ ή
(δ) παραμονεύει ή περιστοιχίζει την οικίαν ή έτερον μέρος ένθα το έτερον τούτο πρόσωπον διαμένει, εργάζεται, ασκεί επιχείρησιν ή τυγχάνει να ευρίσκεται, ή την πρόσβασιν της τοιαύτης οικίας ή ετέρου μέρους~ ή
(ε) παρακολουθεί ομού μετά δύο ή πλειόνων προσώπων και κατά τρόπον δυνάμενον να προξενήση ταραχήν, το έτερον τούτο πρόσωπον εν τινι δρόμω ή οδώ,
είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000, ή εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους δώδεκα μήνας, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.