Συνοπτικός τίτλος

1. Ο περί Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ (Ειδικό Δάνειο) Νόμος του 1988 και ο περί Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ. (Ειδικό Δάνειο) (Τροποποιητικός) Νόμος του 1990 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ. (Ειδικό Δάνειο) Νόμοι του 1988 και 1990.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

“Ειδικό δάνειο” σημαίνει το δάνειο που χορηγείται από την Κυβέρνηση στη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ., υπό τον όρο ότι, σε περίπτωση εκδόσεως διατάγματος εκκαθαρίσεως της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ., κατά τα οριζόμενα στους περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμους του 1985 και 1987 ή σε οποιοδήποτε άλλο εκάστοτε σε ισχύ νόμο, η απαίτηση της Κυβέρνησης που απορρέει από τη χορήγηση του ειδικού δανείου έπεται κατά τάξη των απαιτήσεων των καταθετών και άλλων, εμπραγμάτως εξασφαλισμένων ή μη, δανειστών της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ., προηγείται όμως κατά τάξη των απαιτήσεων των μελών της Συνεργατικής Κεντρικής Τράπεζας Λτδ., για αποπληρωμή του κεφαλαίου·

“Τράπεζα” σημαίνει τη Συνεργατική Κεντρική Τράπεζα Λτδ.

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.

Χορήγηση ειδικού δανείου στην Τράπεζα

3.-(1) Επιτρέπεται η χορήγηση ειδικού δανείου στην Τράπεζα ύψους μέχρι £53,335,713 λιρών, όπως ορίζεται στον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού (Αρ. 4) Νόμο του 1990.

(2) Το υπόλοιπο του δανείου που χορηγήθηκε στην Τράπεζα, δυνάμει του Τροποποιητικού (Αρ. 1) του περί Προϋπολογισμού Νόμου του 1980 Νόμου του 1981, ύψους £13,764,287, μετατρέπεται σε ειδικό δάνειο.

(3) Τα προβλεπόμενα στα δύο προηγούμενα εδάφια ποσά συνενώνονται σε ένα ενιαίο ειδικό δάνειο ύψους μέχρι £67,100,000, που στο εξής θα αναφέρεται συνοπτικά ως “Δάνειο Α”.

(4) Η χρήση του “Δανείου Α” και οι όροι αποπληρωμής του, ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, διέπονται κατά πάντα από τα οριζόμενα στις επόμενες διατάξεις του παρόντα Νόμου.

Τόκος που βαρύνει το “Δάνειο Α”

4.-(1) Το “Δάνειο Α” είναι έντοκο και ο οφειλόμενος ετήσιος τόκος ορίζεται σε ποσοστό ένα στα εκατόν (1%).

(2) Ο Υπουργός έχει την ευχέρεια, ανάλογα με την εκάστοτε κρατούσα οικονομική κατάσταση της Τράπεζας, να αυξάνει ή μειώνει τον ετήσιο τόκο που ορίστηκε σύμφωνα με τα πιο πάνω μέχρι ποσοστού πέντε στα εκατόν (5%):

Νοείται ότι μέσα σε ένα μήνα από τη λήψη από τον Υπουργό οποιασδήποτε απόφασης γι αύξηση ή μείωση του ετήσιου τόκου, που ορίστηκε σύμφωνα με τα πιο πάνω, θα κατατίθεται στη Βουλή των Αντιπροσώπων σχετική έκθεση που θα περιέχει τους λόγους για τους οποίους λήφθηκε τέτοια απόφαση.

(3) Ο σύμφωνα με το παρόν άρθρο οφειλόμενος τόκος καθίσταται πληρωτέος και απαιτητός την πρώτη Δεκεμβρίου κάθε χρόνου.

Χρήση του “Δανείου Α”

5.-(1) Μέρος του “Δανείου Α”, ύψους μέχρις είκοσι εκατομμυρίων λιρών, κατατίθεται στην Κεντρική Τράπεζα Κύπρου για κάλυψη μέρους της ελλειμματικής ρευστότητας της Τράπεζας και στο εξής θα αναφέρεται συνοπτικά ως η “Κατάθεση”.

(2) Το υπόλοιπο μέρος του “Δανείου Α” χορηγείται από την Τράπεζα στην Κυβέρνηση ως δάνειο και καλείται στο εξής συνοπτικά ως το “Δάνειο Β”.

(3) Το “Δάνειο Β” είναι έντοκο. Ο οφειλόμενος από την Κυβέρνηση ετήσιος τόκος ορίζεται σε ποσοστό πέντε στα εκατόν (5%) και καθίσταται πληρωτέος και απαιτητός την 1η Δεκεμβρίου κάθε χρόνου.

(4) Ο Υπουργός έχει την ευχέρεια, ανάλογα με την εκάστοτε κρατούσα οικονομική κατάσταση της Τράπεζας, να απαιτήσει από την Τράπεζα όπως, μέσα σε τακτή προθεσμία-

(α) αποσύρει από την Κεντρική Τράπεζα Κύπρου μέρος της “Κατάθεσης”· και

(β) αναπληρώσει το ποσό της “Κατάθεσης” που αποσύρθηκε με χρηματικά διαθέσιμα της Τράπεζας.

(5) Οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργού σύμφωνα με το εδάφιο (4) γνωστοποιείται στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

(6) Το ποσό που αποσύρθηκε από την “Κατάθεση” χορηγείται ως δάνειο στην Κυβέρνηση και προστίθεται στο “Δάνειο Β”.

Χρόνος αποπληρωμής του “Δανείου Α” και του “Δανείου Β”

6.-(1) Δεν ορίζεται χρόνος αποπληρωμής του “Δανείου Α”, και του “Δανείου Β”, η αποπληρωμή όμως ή η μερική εξόφληση τους ενεργείται σύμφωνα με αυτά που ορίζονται στις επόμενες διατάξεις του παρόντα Νόμου.

(2) Ο Υπουργός έχει την ευχέρεια να απαιτήσει την αποπληρωμή του “Δανείου Α”, οποτεδήποτε διαπιστώσει ότι η Τράπεζα δεν έχει οποιοδήποτε κεφαλαιουχικό έλλειμμα που να δικαιολογεί την ύπαρξη του “Δανείου Α”. Η υποχρέωση για αποπληρωμή του “Δανείου Α” συνεπάγεται ταυτόχρονα και την υποχρέωση για αποπληρωμή του “Δανείου Β”.

(3) Ο Υπουργός έχει την ευχέρεια, ανάλογα με την εκάστοτε κρατούσα οικονομική κατάσταση της Τράπεζας, να απαιτήσει μερική εξόφληση του “Δανείου Α”, οποτεδήποτε διαπιστώσει πως το κεφαλαιουχικό έλλειμμα της Τράπεζας μειώθηκε σε βαθμό που να επιτρέπει τη μερική εξόφληση του “Δανείου Α”. Η κατά το παρόν εδάφιο μερική εξόφληση του “Δανείου Α” τελεί σε άμεση συνάρτηση προς το ποσό κατά το οποίο μειώθηκε το κεφαλαιουχικό έλλειμμα της Τράπεζας.

(4) Οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργού σύμφωνα με τα εδάφια (2) και (3) γνωστοποιείται στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

(5) Σε περίπτωση που εκδίδεται διάταγμα εκκαθαρίσεως της Τράπεζας σύμφωνα με αυτά που ορίζονται στους περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμους του 1985 και 1987, ή σε οποιοδήποτε άλλο εκάστοτε σε ισχύ νόμο, το “Δάνειο Α” και το “Δάνειο Β” καθίστανται άμεσα ληξιπρόθεσμα και απαιτητά. Το “Δάνειο Β” και η “Κατάθεση” περιέρχονται στον εκκαθαριστή και καταλέγονται στο προς ικανοποίηση των δανειστών διαθέσιμο ενεργητικό της Τράπεζας.

Κρατική εποπτεία και έλεγχος

7.-(1) Μέχρι την τελική αποπληρωμή του “Δανείου Α” η λειτουργία και η διαχείριση των υποθέσεων της Τράπεζας, εκτός σε ό,τι αφορά θέματα που κατά τις διατάξεις του περί Κεντρικής Τραπέζης της Κύπρου Νόμου ανήκουν στην αρμοδιότητα της Κεντρικής Τράπεζας, τελούν υπό κρατική εποπτεία και έλεγχο που ασκούνται από τον Υπουργό κατά τα οριζόμενα στις επόμενες διατάξεις.

(2) Η Τράπεζα οφείλει να παρέχει στον Υπουργό οποιαδήποτε πληροφορία και στοιχεία σχετικά με την Τράπεζα και τις δραστηριότητες της, που ο Υπουργός κρίνει αναγκαία για την άσκηση της κρατικής εποπτείας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.

(3) Ο Υπουργός μέσα στα πλαίσια της άσκησης της εποπτείας του στην Τράπεζα μπορεί να εκδίδει οδηγίες γενικής φύσεως που να διασφαλίζουν και να κατοχυρώνουν την καλύτερη δυνατή λειτουργία και διαχείριση των υποθέσεων της Τράπεζας. Οι κατά το εδάφιο αυτό εκδιδόμενες οδηγίες κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς ενημέρωση της.

(4) Κατ’ εξαίρεση των διατάξεων του άρθρου 3(2) του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, και προκειμένου μόνο περί θεμάτων που αφορούν τη λειτουργία και τη διαχείριση των υποθέσεων της Τράπεζας, για την άσκηση της εξουσίας του Υπουργού Εμπορίου και Βιομηχανίας προς έκδοση οδηγιών στον Έφορο Συνεργατικών Εταιρειών και Συνεργατικής Αναπτύξεως απαιτείται η σύμπραξη του Υπουργού.

(5) Επιπρόσθετα από τις εξουσίες που του παρέχονται από τα εδάφια (3) και (4) ο Υπουργός έχει το δικαίωμα της διαφωνίας προς αποφάσεις της επιτροπείας της Τράπεζας, που αφορούν τη χορήγηση πιστωτικών διευκολύνσεων, δανείων ή εγγυήσεων για ποσά που υπερβαίνουν για κάθε οφειλέτη τις διακόσιες χιλιάδες λίρες σωρευτικά, ή άλλο μεγαλύτερο ποσό που δυνατόν να καθοριστεί σε οδηγία του Υπουργού που εκδίδεται κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3).

(6) Ο Υπουργός στερείται του δικαιώματος της διαφωνίας προς αποφάσεις της Επιτροπείας της Τράπεζας που αφορούν τη χορήγηση πιστωτικών διευκολύνσεων, δανείων ή εγγυήσεων έναντι δέσμευσης ισάξιου ποσού καταθέσεων.

(7) Το προς διαφωνία δικαίωμα του Υπουργού ασκείται μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε ημερών αφότου κοινοποιήθηκε προς αυτόν η οικεία απόφαση της Επιτροπείας της Τράπεζας. Αν ο Υπουργός ασκήσει έγκαιρα το προς διαφωνία δικαίωμα του η απόφαση του Υπουργού είναι υποχρεωτική για την Επιτροπεία της Τράπεζας, εκτός αν αυτή επιλέξει μέσα σε προθεσμία τριών εργάσιμων ημερών αφότου της κοινοποιήθηκε η οικεία απόφαση, να προσβάλει την απόφαση του Υπουργού ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου.

(8) Οι Προϋπολογισμοί της Τράπεζας, ετήσιος και συμπληρωματικοί, υποβάλλονται στον Υπουργό προς έγκριση. Ο Υπουργός εγκρίνει ή τροποποιεί ύστερα από διαβουλεύσεις με την Επιτροπεία της Τράπεζας τους Προυπολογισμούς, μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την υποβολή τους. Αν η προθεσμία του ενός μηνός περάσει άπρακτη, ο Προϋπολογισμός θεωρείται ότι έχει εγκριθεί και ισχύει ως έχει. Σε περίπτωση διαφωνίας της Επιτροπείας της Τράπεζας ως προς τις ενεργούμενες από τον Υπουργό τροποποιήσεις, η Επιτροπεία της Τράπεζας έχει το δικαίωμα να προσβάλει την οικεία απόφαση ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, μέσα σε προθεσμία επτά ημερών αφότου της κοινοποιήθηκε η οικεία απόφαση.

(9) Η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου στις περιπτώσεις των εδαφίων (7) και (8) του άρθρου αυτού είναι οριστική και αμετάκλητη για την Επιτροπεία της Τράπεζας.

Υποχρέωση της Τράπεζας για αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου

8. Εκτός αν στο μεταξύ έχει αποπληρωθεί το “Δάνειο Α”, η Τράπεζα έχει υποχρέωση, μέσα σε δέκα χρόνια από την έναρξη της ισχύος του παρόντα Νόμου, να ενεργήσει για την αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου στο ποσό των τριών εκατομμυρίων λιρών, με την έκδοση νέων μετοχών που θα πρέπει να πληρωθούν σε μετρητά.