ΜΕΡΟΣ VIIIA ΑΝΑΚΑΜΨΗ ΚΑΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗ
Σχέδια ανάκαμψης

23Α.-(1) Κάθε ΑΠΙ, που δεν αποτελεί μέρος ομίλου που υπόκειται σε ενοποιημένη εποπτεία σύμφωνα με τα άρθρα 27 και 39, καταρτίζει και διατηρεί σχέδιο ανάκαμψης, το οποίο προβλέπει τα μέτρα που θα λάβει το ΑΠΙ για την αποκατάσταση της οικονομικής του θέσης έπειτα από σημαντική επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης. Τα σχέδια ανάκαμψης θεωρούνται ως ρύθμιση διακυβέρνησης κατά την έννοια του άρθρου 19.

(2)(α) Τα ΑΠΙ επικαιροποιούν τα σχέδια ανάκαμψής τους τουλάχιστον ετησίως ή έπειτα από μεταβολή στη νομική ή οργανωτική δομή τους, στις δραστηριότητές τους ή στην οικονομική τους κατάσταση, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά ή να απαιτήσει αλλαγή στο σχέδιο ανάκαμψης.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτεί από ΑΠΙ να επικαιροποιεί το σχέδιο ανάκαμψής του σε συχνότερη βάση.

(3) Τα σχέδια ανάκαμψης δεν προβλέπουν πρόσβαση σε ή λήψη έκτακτης δημόσιας χρηματοοικονομικής στήριξης.

(4) Τα σχέδια ανάκαμψης περιλαμβάνουν, όπου εφαρμόζεται, ανάλυση του πώς και πότε ένα ΑΠΙ δύναται να υποβάλει αίτηση, βάσει των προϋποθέσεων που προβλέπονται στο σχέδιο, για χρήση των διευκολύνσεων που παρέχει η Κεντρική Τράπεζα και προσδιορίζουν τα περιουσιακά στοιχεία που αναμένεται να γίνουν δεκτά ως εξασφαλίσεις.

(5)(α) Με την επιφύλαξη του άρθρου 23ΣΤ, τα σχέδια ανάκαμψης περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που απαριθμούνται στο Παράρτημα V.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτήσει όπως περιλαμβάνονται επιπρόσθετες πληροφορίες στα σχέδια ανάκαμψης.

(γ) Τα σχέδια ανάκαμψης περιλαμβάνουν επίσης ενδεχόμενα μέτρα που δύναται να λαμβάνει το ΑΠΙ όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις για έγκαιρη παρέμβαση σύμφωνα με το άρθρο 30Γ.

(6)(α) Τα σχέδια ανάκαμψης περιλαμβάνουν κατάλληλες προϋποθέσεις και διαδικασίες για να διασφαλίζεται η έγκαιρη εφαρμογή των δράσεων ανάκαμψης, καθώς και ένα ευρύ φάσμα επιλογών ανάκαμψης.

(β) Τα σχέδια ανάκαμψης επεξεργάζονται διάφορα σενάρια σοβαρών μακροοικονομικών και χρηματοοικονομικών δυσχερειών που σχετίζονται με τις συγκεκριμένες συνθήκες του ΑΠΙ, συμπεριλαμβανομένων γεγονότων του ευρύτερου συστήματος και πιέσεων συγκεκριμένων προς νομικά πρόσωπα και ομίλους.

(7) Τα ΑΠΙ διατηρούν λεπτομερή αρχεία χρηματοπιστωτικών συμβάσεων στις οποίες το ΑΠΙ είναι συμβαλλόμενο μέρος.

(8) Το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ  που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αξιολογεί και εγκρίνει το σχέδιο ανάκαμψης πριν το υποβάλει στην Κεντρική Τράπεζα.

Αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης

23Β.-(1) Τα ΑΠΙ που οφείλουν να εκπονούν σχέδια ανάκαμψης σύμφωνα με το άρθρο 23Α(1) και το άρθρο 23Γ(1) υποβάλλουν τα εν λόγω σχέδια ανάκαμψης στην Κεντρική Τράπεζα προς εξέταση και αποδεικνύουν στην Κεντρική Τράπεζα ότι τα σχέδια αυτά πληρούν τα κριτήρια (α) και (β) του εδαφίου (2).

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, εντός έξι μηνών από την υποβολή κάθε σχεδίου και μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών στα οποία είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα, στο βαθμό που το σχέδιο αφορά το συγκεκριμένο υποκατάστημα, εξετάζει τα εν λόγω σχέδια και αξιολογεί κατά πόσον κάθε σχέδιο ικανοποιεί τις απαιτήσεις του άρθρου 23Α, καθώς και τα ακόλουθα κριτήρια:

(α) Η εφαρμογή των ρυθμίσεων που προτείνονται στο σχέδιο είναι ευλόγως πιθανό να διατηρήσει ή να αποκαταστήσει τη βιωσιμότητα και την οικονομική θέση του ΑΠΙ ή του ομίλου, λαμβανομένων υπόψη των προπαρασκευαστικών μέτρων που έχει λάβει ή προγραμματίζει να λάβει το ΑΠΙ·

(β) το σχέδιο και οι συγκεκριμένες επιλογές στο πλαίσιο του σχεδίου είναι ευλόγως πιθανό να εφαρμοστούν ταχέως και αποτελεσματικά σε καταστάσεις χρηματοοικονομικών δυσχερειών, αποφεύγοντας στο μέγιστο δυνατό βαθμό τυχόν σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων και σεναρίων που θα μπορούσαν να οδηγήσουν άλλα ΑΠΙ στην εφαρμογή σχεδίων ανάκαμψης εντός της ιδίας χρονικής περιόδου.

(3) Κατά την αξιολόγηση της καταλληλότητας των σχεδίων ανάκαμψης, η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει υπόψη της την καταλληλότητα της δομής του κεφαλαίου και χρηματοδότησης σε σχέση με το βαθμό της πολυπλοκότητας της οργανωτικής δομής και το προφίλ κινδύνου του ΑΠΙ.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα παρέχει το σχέδιο ανάκαμψης στην αρχή εξυγίανσης, προκειμένου αυτή να εντοπίσει οποιεσδήποτε δράσεις στο σχέδιο ανάκαμψης οι οποίες ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τη δυνατότητα εξυγίανσης του ΑΠΙ και να προβεί σε συστάσεις όσον αφορά τα θέματα αυτά.

(5)(α) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα κρίνει ότι υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις στο σχέδιο ανάκαμψης ή σημαντικά εμπόδια στην εφαρμογή του, κοινοποιεί στο ΑΠΙ ή τη μητρική επιχείρηση του ομίλου την αξιολόγησή της και απαιτεί όπως το ΑΠΙ υποβάλει, εντός προθεσμίας δύο μηνών, την οποία προθεσμία δύναται να επεκτείνει κατά ένα μήνα, αναθεωρημένο σχέδιο που να προσδιορίζει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι εν λόγω ελλείψεις ή εμπόδια.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα, πριν απαιτήσει από ΑΠΙ να υποβάλει εκ νέου σχέδιο ανάκαμψης, παρέχει την ευκαιρία στο ΑΠΙ να διατυπώσει τη γνώμη του για την απαίτηση αυτή.

(γ) Εάν η Κεντρική Τράπεζα κρίνει ότι οι ελλείψεις και τα εμπόδια δεν αντιμετωπίσθηκαν επαρκώς στο αναθεωρημένο σχέδιο, δύναται να απαιτήσει από το ΑΠΙ να πραγματοποιήσει συγκεκριμένες αλλαγές στο σχέδιο.

(6)(α) Εάν το ΑΠΙ δεν υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης ή εάν η Κεντρική Τράπεζα διαπιστώσει ότι το αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης δεν αντιμετωπίζει επαρκώς τις ελλείψεις και τα δυνητικά εμπόδια που εντοπίστηκαν κατά την αρχική της αξιολόγηση, και δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθούν επαρκώς οι ελλείψεις ή τα εμπόδια μέσω απαίτησης για συγκεκριμένες αλλαγές στο σχέδιο, η Κεντρική Τράπεζα απαιτεί από το ΑΠΙ να προσδιορίσει, εντός εύλογης προθεσμίας, αλλαγές τις οποίες μπορεί να επιφέρει στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, προκειμένου να αντιμετωπίσει τις ελλείψεις ή τα εμπόδια στην εφαρμογή του σχεδίου ανάκαμψης.

(β) Εάν το ΑΠΙ δεν προσδιορίσει τις αλλαγές αυτές εντός της ορισθείσας από την Κεντρική Τράπεζα προθεσμίας, ή εάν η Κεντρική Τράπεζα εκτιμήσει ότι οι προτεινόμενες από το ΑΠΙ ενέργειες δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς τις ελλείψεις ή τα εμπόδια, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτήσει από το ΑΠΙ να λάβει κάθε μέτρο που κρίνει απαραίτητο και αναλογικό, λαμβάνοντας υπόψη τη σοβαρότητα των ελλείψεων και των εμποδίων και την επίπτωση των μέτρων στις επιχειρηματικές δραστηριότητες του ΑΠΙ.

(γ) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται, χωρίς επηρεασμό του άρθρου 30(1) έως (4), να απαιτήσει από το ΑΠΙ -

(i) Να μειώσει το προφίλ κινδύνου του, συμπεριλαμβανομένου του κινδύνου ρευστότητας·

(ii) να καταστήσει δυνατή την έγκαιρη λήψη μέτρων ανακεφαλαιοποίησης·

(iii) να επανεξετάσει τη στρατηγική και τη δομή του·(iv) να πραγματοποιήσει αλλαγές στη στρατηγική λήψης χρηματοδότησης, ώστε να βελτιωθεί η ανθεκτικότητα των βασικών επιχειρηματικών τομέων και των κρίσιμων λειτουργιών·

(v) να πραγματοποιήσει αλλαγές στη δομή διακυβέρνησής του ΑΠΙ:

Νοείται ότι, ο  κατάλογος μέτρων που καθορίζονται στην παρούσα παράγραφο δεν εμποδίζει την Κεντρική Τράπεζα να λαμβάνει πρόσθετα μέτρα δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(7)(α) Όταν η Κεντρική Τράπεζα απαιτεί από ΑΠΙ να λάβει μέτρα σύμφωνα με το εδάφιο (6), η απόφασή της σχετικά με τα μέτρα είναι αιτιολογημένη και αναλογική.

(β) Η απόφαση κοινοποιείται γραπτώς στο ΑΠΙ και δύναται να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος.

Σχέδια ανάκαμψης ομίλου

23Γ.-(1)(α) ΑΠΙ, το οποίο αποτελεί μητρική επιχείρηση στη Δημοκρατία, οφείλει να εκπονεί και να υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα, ως την αρμόδια αρχή ενοποιημένης εποπτείας, σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου το οποίο συνίσταται σε σχέδιο ανάκαμψης για ολόκληρο τον όμιλο με επικεφαλής τη μητρική επιχείρηση.

(β) Το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου προβλέπει μέτρα που εφαρμόζονται στο επίπεδο του μητρικού ΑΠΙ στη Δημοκρατία καθώς και σε επίπεδο κάθε θυγατρικού ιδρύματος.

(2) Σύμφωνα με το άρθρο 23Δ, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να απαιτήσει από ΑΠΙ  που είναι θυγατρικές να εκπονήσουν και να υποβάλουν σχέδια ανάκαμψης σε ατομική βάση και σε υπο-ενοποιημένη βάση.

(3) Υπό τον όρο ότι εφαρμόζονται οι απαιτήσεις εμπιστευτικότητας που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, η Κεντρική Τράπεζα, ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, διαβιβάζει τα σχέδια ανάκαμψης ομίλου -

(α) Στις σχετικές αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στα Άρθρα 115 και 116 της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ· και

(β) στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών όπου είναι εγκατεστημένα σημαντικά υποκαταστήματα ΑΠΙ, στο βαθμό στον οποίο τα σχέδια αφορούν το συγκεκριμένο υποκατάστημα· και

(γ) στην αρχή εξυγίανσης, ως αρμόδια αρχή εξυγίανσης σε επίπεδο ομίλου· και

(δ) στις αρχές εξυγίανσης των θυγατρικών.

(4)(α) Το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου έχει ως στόχο να επιτευχθεί η σταθεροποίηση του ομίλου ως συνόλου ή οποιουδήποτε πιστωτικού ιδρύματος του ομίλου, όταν βρίσκεται σε κατάσταση πίεσης, προκειμένου να αντιμετωπιστούν ή να εξαλειφθούν τα αίτια των δυσχερειών και να αποκατασταθεί η οικονομική θέση του ομίλου ή του συγκεκριμένου πιστωτικού ιδρύματος, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπόψη την οικονομική θέση άλλων οντοτήτων του ομίλου.

(β) Το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου περιλαμβάνει ρυθμίσεις για τη διασφάλιση του συντονισμού και της συνέπειας των μέτρων που πρέπει να ληφθούν στο επίπεδο του ΑΠΙ ως την μητρική επιχείρηση στη Δημοκρατία, στο επίπεδο των οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2Α(2)(γ) και (δ), καθώς και των μέτρων που πρέπει να ληφθούν στο επίπεδο των θυγατρικών και, όπου αυτό προβλέπεται σύμφωνα με την Οδηγία 2013/36/ΕΕ, στο επίπεδο των σημαντικών υποκαταστημάτων.

(5)(α) Το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου, καθώς και κάθε σχέδιο που εκπονείται στην ατομική βάση θυγατρικής, περιλαμβάνει τα στοιχεία που καθορίζονται στο άρθρο 23Α.

(β) Τα σχέδια ανάκαμψης ομίλου περιλαμβάνουν, όπου εφαρμόζεται, ρυθμίσεις για ενδοομιλική οικονομική στήριξη οι οποίες υιοθετούνται με βάση συμφωνία για ενδοομιλική οικονομική στήριξη, η οποία έχει συναφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 23Z έως 23ΙΔ.

(6)(α) Τα σχέδια ανάκαμψης ομίλου περιλαμβάνουν σειρά επιλογών ανάκαμψης, όπου παρατίθενται οι ενέργειες για την αντιμετώπιση των σεναρίων που προβλέπονται στο άρθρο 23Α(6).

(β) Για έκαστο από τα σενάρια, το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου προσδιορίζει κατά πόσο υπάρχουν εμπόδια στην εφαρμογή μέτρων ανάκαμψης εντός του ομίλου, περιλαμβανομένου και σε ατομικό επίπεδο των οντοτήτων που καλύπτει το σχέδιο, και κατά πόσο υπάρχουν ουσιαστικά πρακτικά ή νομικά κωλύματα ως προς την άμεση μεταφορά ιδίων κεφαλαίων ή την αποπληρωμή υποχρεώσεων ή τη μεταφορά περιουσιακών στοιχείων εντός του ομίλου.

(7) Το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ που εκπονεί το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου σύμφωνα με το εδάφιο (1), αξιολογεί και εγκρίνει το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου, πριν το υποβάλει στην Κεντρική Τράπεζα ως την αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

Αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης ομίλου

23Δ.-(1)(α) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, εξετάζει, από κοινού με τις αρμόδιες αρχές για τα θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα, μετά από διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 39 και με τις αρμόδιες αρχές των σημαντικών υποκαταστημάτων, στο βαθμό που αυτό αφορά το σημαντικό υποκατάστημα, το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου και αξιολογεί τον βαθμό στον οποίο ικανοποιεί τις απαιτήσεις και τα κριτήρια που παρατίθενται στα άρθρα 23Β και 23Γ.

(β) Η αξιολόγηση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) πραγματοποιείται σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 23Β και στο παρόν άρθρο και λαμβάνει υπόψη τον ενδεχόμενο αντίκτυπο των μέτρων ανάκαμψης στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα σε όλα τα κράτη μέλη όπου δραστηριοποιείται ο όμιλος.

(2)(α) Η Κεντρική Τράπεζα προσπαθεί να καταλήξει σε κοινή απόφαση με τις αρμόδιες αρχές για τα θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας και με την αρμόδια αρχή ενοποιημένης εποπτείας όταν ενεργεί ως αρμόδια αρχή για θυγατρικά ΑΠΙ σχετικά με τα εξής:

(i) Την εξέταση και την αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης του ομίλου·

(ii) την εκπόνηση σχεδίου ανάκαμψης σε ατομική βάση για πιστωτικά ιδρύματα που αποτελούν μέρος του ομίλου· και

(iii) την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 23Β(5) και (6).

(β)(i) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, προσπαθεί να καταλήξει σε κοινή απόφαση με τις άλλες αρμόδιες αρχές εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία διαβιβάζει το σχέδιο ανάκαμψης ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 23Γ(3).

(ii) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρμόδια αρχή θυγατρικού ΑΠΙ, προσπαθεί να καταλήξει σε κοινή απόφαση με τις άλλες αρμόδιες αρχές και με την αρχή ενοποιημένης εποπτείας εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία η αρχή ενοποιημένης εποπτείας διαβιβάζει το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου σύμφωνα με το Άρθρο 7, παράγραφος 3, της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

(γ) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να υποβάλει αίτηση στην ΕΑΤ για να βοηθήσει τις αρμόδιες αρχές να καταλήξουν σε κοινή συμφωνία βάσει του Άρθρου 31, δεύτερο εδάφιο, στοιχείο γ), του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(3)(α) Ελλείψει κοινής απόφασης των αρμοδίων αρχών, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία διαβίβασης, σχετικά με την εξέταση και αξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης του ομίλου ή σχετικά με οποιαδήποτε άλλα μέτρα που απαιτείται, σύμφωνα με το άρθρο 23B(5), να λάβει ΑΠΙ που είναι η μητρική επιχείρηση στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας λαμβάνει η ίδια την απόφαση σχετικά με τα ζητήματα αυτά.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα, ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, λαμβάνει απόφαση αφού λάβει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις που εκφράστηκαν από τις άλλες αρμόδιες αρχές κατά την τετράμηνη περίοδο.

(γ) Η Κεντρική Τράπεζα, ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, γνωστοποιεί την απόφαση στο μητρικό ΑΠΙ και στις άλλες αρμόδιες αρχές.

(δ) Εάν, κατά το τέλος της τετράμηνης προθεσμίας, οποιαδήποτε από τις αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στο εδάφιο (2) έχει παραπέμψει θέμα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) στην ΕΑΤ σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, αναβάλλει την απόφασή της και αναμένει οιαδήποτε απόφαση λάβει ενδεχομένως η ΕΑΤ σύμφωνα με το Άρθρο 19, παράγραφος 3, του εν λόγω Κανονισμού, και λαμβάνει την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ. Η περίοδος των τεσσάρων μηνών θεωρείται ως η περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω Κανονισμού.

(ε) Η Κεντρική Τράπεζα δεν δύναται να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ μετά τη λήξη της τετράμηνης περιόδου ή έπειτα από τη λήψη κοινής απόφασης.

(στ) Ελλείψει αποφάσεως της ΕΑΤ εντός ενός μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

(4)(α) Ελλείψει κοινής απόφασης μεταξύ των αρμόδιων αρχών εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία διαβίβασης, σχετικά με -

(i) Την εκπόνηση σχεδίου ανάκαμψης σε ατομική βάση για πιστωτικά ιδρύματα που υπάγονται στη δικαιοδοσία μιας αρμόδιας αρχής, και

(ii) την εφαρμογή, σε επίπεδο θυγατρικών, των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 23B(5) και (6)·

κάθε αρμόδια αρχή αποφασίζει η ίδια επί του εν λόγω ζητήματος.

(β) Εάν, κατά το τέλος της τετράμηνης περιόδου, οποιαδήποτε από τις σχετικές αρμόδιες αρχές έχει παραπέμψει ζήτημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) στην ΕΑΤ, σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως η αρμόδια αρχή για τη θυγατρική, αναβάλλει την απόφασή της και αναμένει οιαδήποτε απόφαση λάβει ενδεχομένως η ΕΑΤ σύμφωνα με το Άρθρο 19, παράγραφος 3, του εν λόγω Κανονισμού, λαμβάνει δε την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ.

(γ) Η περίοδος των τεσσάρων μηνών θεωρείται ως περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του εν λόγω Κανονισμού.

(δ) Το ζήτημα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΤ μετά τη λήξη της τετράμηνης περιόδου ή έπειτα από τη λήψη κοινής απόφασης.

(ε) Ελλείψει απόφασης της ΕΑΤ εντός ενός μηνός, εφαρμόζεται η απόφαση της Κεντρικής Τράπεζας ως αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για το θυγατρικό ΑΠΙ σε ατομικό επίπεδο.

(5) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα και  άλλες αρμόδιες αρχές δεν έχουν διαφωνήσει στο πλαίσιο του εδαφίου (4), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να λάβει κοινή απόφαση με τις άλλες αρμόδιες αρχές σχετικά με το σχέδιο ανάκαμψης του ομίλου όσον αφορά τις οντότητες υπό τη δικαιοδοσία τους.

(6) Η κοινή απόφαση που αναφέρεται στα εδάφια (2) ή (5) και οι αποφάσεις που λαμβάνονται από τις αρμόδιες αρχές ελλείψει κοινής απόφασης, όπως αναφέρεται στα εδάφια (3) και (4), αναγνωρίζονται ως οριστικές και εφαρμόζονται από τις αρμόδιες αρχές στα σχετικά κράτη μέλη.

(7) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να υποβάλει αίτημα σύμφωνα με τα εδάφια (3) ή (4) στην ΕΑΤ να βοηθήσει την Κεντρική Τράπεζα και τις άλλες αρμόδιες αρχές προς την επίτευξη συμφωνίας, βάσει του Άρθρου 19, παράγραφος 3, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση των σχεδίων ανάκαμψης και την εφαρμογή των μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 23Β(6)(α), (β) και (γ).

Δείκτες σχεδίου ανάκαμψης

23Ε.-(1)(α) Για τους σκοπούς των άρθρων 23Α έως 23Δ, κάθε σχέδιο ανάκαμψης περιλαμβάνει πλαίσιο δεικτών που καταρτίζεται από το ΑΠΙ και προσδιορίζει τα σημεία στα οποία μπορούν να ληφθούν οι αναφερόμενες στο σχέδιο κατάλληλες δράσεις.

(β) Οι δείκτες αυτοί συμφωνούνται κατά τη διαδικασία αξιολόγησης των σχεδίων ανάκαμψης όπως προβλέπεται στα άρθρα 23Β και 23Δ.

(γ) Οι δείκτες μπορεί να είναι ποιοτικής ή ποσοτικής φύσης, σχετίζονται με την οικονομική κατάσταση του ΑΠΙ, και παρέχουν τη δυνατότητα της εύκολης παρακολούθησής τους.

(δ) Τα ΑΠΙ οφείλουν να εφαρμόζουν κατάλληλες ρυθμίσεις για την τακτική παρακολούθηση των δεικτών.

(2)(α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), ΑΠΙ δύναται -

(i) να λάβει δράση στο πλαίσιο του σχεδίου ανάκαμψής του, εάν δεν πληρείται ο σχετικός δείκτης, σε περίπτωση που το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ κρίνει αυτήν τη δράση κατάλληλη λόγω των συνθηκών· ή

(ii) να αποφύγει να λάβει τέτοιου είδους δράση, εάν το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ δεν κρίνει αυτήν τη δράση κατάλληλη λόγω των συγκεκριμένων περιστάσεων.

(β) Το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ γνωστοποιεί στην Κεντρική Τράπεζα χωρίς καθυστέρηση την απόφασή του να ληφθεί δράση που αναφέρεται στο σχέδιο ανάκαμψης ή την απόφασή του να μην ληφθεί τέτοια δράση.

Απλουστευμένες υποχρεώσεις για ορισμένα ΑΠΙ

23ΣΤ.-(1)(α) Έχοντας υπόψη τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει η αποτυχία ενός ΑΠΙ, λόγω της φύσης των επιχειρηματικών του δραστηριοτήτων, της μετοχικής δομής του, της νομικής μορφής, του προφίλ κινδύνου, του μεγέθους και του νομικού καθεστώτος του, της διασύνδεσής του με άλλα πιστωτικά ιδρύματα ή με το χρηματοπιστωτικό σύστημα γενικότερα, του εύρους και της πολυπλοκότητας των δραστηριοτήτων του, οποιασδήποτε άσκησης επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων, της συμμετοχής σε θεσμικό σύστημα προστασίας ή σε άλλα συνεργατικά συστήματα αμοιβαίας αλληλεγγύης, όπως αναφέρεται στο Άρθρο 113, παράγραφος 7, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, καθώς και κατά πόσο η αποτυχία και η επακόλουθη εκκαθάρισή του υπό τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας είναι πιθανόν να έχουν σημαντική αρνητική επίπτωση στις χρηματοπιστωτικές αγορές, σε άλλα πιστωτικά ιδρύματα, στους όρους χρηματοδότησης ή στην ευρύτερη οικονομία, η Κεντρική Τράπεζα προσδιορίζει με οδηγία που εκδίδει δυνάμει του άρθρου 41 τα ακόλουθα:

(i) Το περιεχόμενο και τις λεπτομέρειες των σχεδίων ανάκαμψης, που προβλέπονται στα άρθρα 23A έως 23Ζ·

(ii) το περιεχόμενο και τα επιμέρους στοιχεία των πληροφοριών που απαιτούνται από τα ΑΠΙ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 23Α(5) και στο Παράρτημα V.

(β)(i) Τα ΑΠΙ οφείλουν να καταρτίσουν τα  πρώτα σχέδια ανάκαμψης το αργότερο μέχρι την 30η Απριλίου 2016.

(ii) Τα ΑΠΙ οφείλουν να επικαιροποιούν τα σχέδια ανάκαμψής τους τουλάχιστον ετησίως ή έπειτα από μεταβολή στη νομική ή οργανωτική δομή τους, στις δραστηριότητές τους ή στην οικονομική τους κατάσταση, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά ή να απαιτεί αλλαγή στο σχέδιο ανάκαμψης.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα πραγματοποιεί την αξιολόγηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) λαμβάνοντας υπόψη, όπου ενδείκνυται, όλα τα θέματα που αφορούν την ιδιότητά της ως αρμόδια αρχή μακροπροληπτικής εποπτείας.

(3) Στην περίπτωση εφαρμογής των απλουστευμένων υποχρεώσεων, η Κεντρική Τράπεζα δύναται ανά πάσα στιγμή να επιβάλει πλήρεις, μη απλουστευμένες, υποχρεώσεις.

(4) Η εφαρμογή απλουστευμένων υποχρεώσεων δεν επηρεάζει αφ’ εαυτής τις εξουσίες της Κεντρικής Τράπεζας να λαμβάνει μέτρα πρόληψης κρίσεων ή μέτρα διαχείρισης κρίσεων.

(5) Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει την ΕΑΤ με ποιον τρόπο εφάρμοσε τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (6) του παρόντος άρθρου και τις διατάξεις του άρθρου 25Α(10), στα ΑΠΙ.

(6)(α) Τα ΑΠΙ που συστάθηκαν στη Δημοκρατία και που τελούν υπό την άμεση εποπτεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας σύμφωνα με το Άρθρο 6, παράγραφος 4, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2013 ή τα ΑΠΙ που αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Δημοκρατίας, καταρτίζουν δικά τους σχέδια ανάκαμψης σύμφωνα με τα άρθρα 23Α έως 23Ζ.

(β) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, οι λειτουργίες ενός ΑΠΙ θεωρείται ότι αντιπροσωπεύουν σημαντικό μερίδιο του χρηματοπιστωτικού συστήματος στη Δημοκρατία εάν πληρούν οιεσδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) Η συνολική αξία του ενεργητικού του υπερβαίνει τα τριάντα δισεκατομμύρια ευρώ·

(ii) το ποσοστό του συνόλου του ενεργητικού του ως προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν της Δημοκρατίας υπερβαίνει το 20%, εκτός εάν η συνολική αξία του ενεργητικού του δεν υπερβαίνει τα πέντε δισεκατομμύρια ευρώ.

Συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου

23Ζ.-(1)(α) ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, δύναται να συνάπτει συμφωνία παροχής οικονομικής στήριξης προς θυγατρικές του στη Δημοκρατία και σε άλλα κράτη-μέλη ή τρίτες χώρες, οι οποίες είναι πιστωτικά ιδρύματα ή χρηματοδοτικά ιδρύματα που καλύπτονται από την ενοποιημένη εποπτεία του μητρικού ΑΠΙ εφόσον η συμβαλλόμενη θυγατρική πληροί τις προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 30Γ του παρόντος Νόμου ή με το Άρθρο 27 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ αναλόγως, νοουμένου ότι πληρούνται και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 23Η έως 23ΙΔ  του παρόντος Νόμου.

(β) ΑΠΙ που συστάθηκαν στη Δημοκρατία και αποτελούν θυγατρικές μητρικού ιδρύματος εγκατεστημένου σε άλλο κράτος μέλος ή μητρικού ιδρύματος εγκατεστημένου στην Ένωση δύνανται να συνάπτουν με τη μητρική τους, συμφωνία για την παροχή οικονομικής στήριξης στο αντισυμβαλλόμενο μέρος της συμφωνίας που πληροί τις προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης σύμφωνα με το άρθρο 30Γ του παρόντος Νόμου και με το Άρθρο 27 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ, εφόσον πληρούνται και οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 23Η έως 23ΙΔ  του παρόντος Νόμου και στο Κεφάλαιο III της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

(2) Οι πρόνοιες του παρόντος άρθρου και των άρθρων 23Η έως 23ΙΔ δεν εφαρμόζονται στις ενδοομιλικές χρηματοπιστωτικές ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων χρηματοδότησης και της λειτουργίας κεντροποιημένων ρυθμίσεων χρηματοδότησης, υπό την προϋπόθεση ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη των ρυθμίσεων αυτών δεν πληροί τις προϋποθέσεις έγκαιρης παρέμβασης.

(3) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου δεν αποτελεί προαπαιτούμενο -

(α) Για την παροχή οικονομικής στήριξης ομίλου σε οιαδήποτε οντότητα του ομίλου αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες, εάν το ΑΠΙ το αποφασίσει, κατά περίπτωση και σύμφωνα με τις πολιτικές του ομίλου, εφόσον αυτή η στήριξη δεν συνιστά κίνδυνο για το σύνολο του ομίλου· ή

(β) για την ανάπτυξη δραστηριότητας στη Δημοκρατία.

(4) Ανεξάρτητα από τις πρόνοιες οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας της Δημοκρατίας, συναλλαγές στήριξης εντός ομίλου δύναται να πραγματοποιούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου και των άρθρων 23Η έως 23ΙΔ του παρόντος Νόμου και του Κεφαλαίου ΙΙΙ της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ νοουμένου ότι καμία προρρηθείσα διάταξη δεν εμποδίζει την Κεντρική Τράπεζα να επιβάλλει περιορισμούς στις ενδοομιλικές συναλλαγές βάσει της Οδηγίας για τις Διακριτικές Ευχέρειες η οποία εφαρμόζει τις επιλογές που παρέχει ο Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 ή τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου που αποτελούν μεταφορά των προνοιών της Οδηγίας 2013/36/ΕΕ ή άλλη νομοθεσία που απαιτεί το διαχωρισμό τμημάτων ενός ομίλου ή δραστηριοτήτων που διεξάγονται εντός ενός ομίλου για λόγους χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

(5) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου δύναται -

(α) Να καλύπτει μία ή περισσότερες θυγατρικές του ομίλου και να προνοεί για την οικονομική στήριξη από τη μητρική επιχείρηση προς θυγατρικές, από θυγατρικές προς τη μητρική επιχείρηση, μεταξύ θυγατρικών του ομίλου που αποτελούν μέρη της συμφωνίας, ή κάθε άλλου συνδυασμού αυτών των οντοτήτων·

(β) να προνοεί για οικονομική στήριξη με τη μορφή δανείου, παροχής εγγυήσεων ή παροχής περιουσιακών στοιχείων για χρήση ως εξασφάλιση, ή οποιονδήποτε συνδυασμό των εν λόγω μορφών οικονομικής στήριξης, σε μία ή περισσότερες συναλλαγές, συμπεριλαμβανομένων συναλλαγών μεταξύ του δικαιούχου της στήριξης και τρίτου μέρους.

(6) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας οικονομικής στήριξης ομίλου, μια οντότητα του ομίλου συμφωνήσει να παρέχει οικονομική στήριξη σε άλλη οντότητα του ομίλου, η συμφωνία δύναται να περιλαμβάνει αμοιβαία συμφωνία εκ μέρους της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει τη στήριξη να παρέχει οικονομική στήριξη στην οντότητα του ομίλου που παρέχει τη στήριξη.

(7)(α) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου προσδιορίζει τις αρχές για τον υπολογισμό της αντιπαροχής για κάθε συναλλαγή που πραγματοποιείται δυνάμει της συμφωνίας. Οι αρχές αυτές περιλαμβάνουν την απαίτηση όπως η αντιπαροχή καθορίζεται κατά την παροχή της οικονομικής στήριξης.

(β) Η συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων των αρχών υπολογισμού της αντιπαροχής για την παροχή οικονομικής στήριξης και των λοιπών όρων της συμφωνίας, συμμορφώνεται προς τις ακόλουθες αρχές:

(i) Κάθε μέρος ενεργεί ελεύθερα κατά τη σύναψη της συμφωνίας,

(ii) κατά τη σύναψη της συμφωνίας και τον καθορισμό της αντιπαροχής για την οικονομική στήριξη, κάθε συμβαλλόμενο μέρος ενεργεί προς το μέγιστο συμφέρον του, λαμβάνοντας υπόψη κάθε άμεσο ή έμμεσο όφελος που ενδέχεται να προκύψει για ένα συμβαλλόμενο ως αποτέλεσμα της παροχής οικονομικής στήριξης,

(iii) κάθε μέρος, που παρέχει οικονομική στήριξη, έχει πλήρη αποκάλυψη των σχετικών πληροφοριών από οποιοδήποτε μέρος που λαμβάνει οικονομική στήριξη πριν από τον καθορισμό της αντιπαροχής για την οικονομική στήριξη και πριν από κάθε απόφαση για την παροχή οικονομικής στήριξης,

(iv) η αντιπαροχή για την παροχή οικονομικής στήριξης δύναται να λαμβάνει υπόψη πληροφορίες που κατέχει το συμβαλλόμενο μέρος που παρέχει την οικονομική στήριξη βάσει του γεγονότος ότι ανήκει στον ίδιο όμιλο με το συμβαλλόμενο που λαμβάνει την οικονομική στήριξη και οι οποίες δεν είναι διαθέσιμες στην αγορά,

(v) οι αρχές για τον υπολογισμό της αντιπαροχής για την παροχή οικονομικής στήριξης δεν είναι υποχρεωτικό να λαμβάνουν υπόψη οποιονδήποτε αναμενόμενο προσωρινό αντίκτυπο στις τιμές αγοράς ο οποίος προκύπτει από εξωγενή από τον όμιλο γεγονότα.

(8) Η συμφωνία οικονομικής στήριξης ομίλου δύναται να συνάπτεται μόνον εφόσον, κατά την περίοδο της σύναψης προτεινόμενης συμφωνίας, η Κεντρική Τράπεζα και οι άλλες αντίστοιχες αρμόδιες αρχές εκτιμούν ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν πληροί τις προϋποθέσεις για έγκαιρη παρέμβαση.

(9) Κάθε δικαίωμα, απαίτηση ή ενέργεια, που προκύπτει από τη συμφωνία, δύναται να ασκείται μόνον από τα συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας οικονομικής στήριξης ομίλου, εξαιρουμένων τρίτων μερών.

Εξέταση από την Κεντρική Τράπεζα προτεινόμενης συμφωνίας οικονομικής στήριξης και διαμεσολάβηση

23Η.-(1)(α) Μητρικό ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα, ως την αρχή ενοποιημένης εποπτείας, αίτηση για εξουσιοδότηση κάθε προτεινόμενης συμφωνίας οικονομικής στήριξης που προτείνεται βάσει του άρθρου 23Ζ.

(β) Η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) περιλαμβάνει το κείμενο της προτεινόμενης συμφωνίας και προσδιορίζει τις οντότητες του ομίλου που προτείνονται ως συμβαλλόμενα μέρη.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, διαβιβάζει χωρίς καθυστέρηση την αίτηση στις αρμόδιες αρχές κάθε θυγατρικής που προτείνεται στην αίτηση να συμβληθεί στη συμφωνία, προκειμένου να ληφθεί κοινή απόφαση.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, χορηγεί, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (5) και (6), την άδεια, εφόσον οι όροι της προτεινόμενης συμφωνίας συνάδουν με τις προϋποθέσεις οικονομικής στήριξης που καθορίζονται στο άρθρο 23ΙΑ.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, δύναται, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στα εδάφια (5) και (6), να απαγορεύσει τη σύναψη της προτεινόμενης συμφωνίας, εάν κρίνει ότι δεν συνάδει με τις προϋποθέσεις οικονομικής στήριξης που καθορίζονται στο άρθρο 23ΙΑ.

(5)(α) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να καταλήξει σε κοινή απόφαση με τις σχετικές αρμόδιες αρχές, λαμβάνοντας υπόψη τον ενδεχόμενο αντίκτυπο, συμπεριλαμβανομένης οιασδήποτε δημοσιονομικής συνέπειας, από την εφαρμογή της συμφωνίας σε όλα τα κράτη-μέλη όπου δραστηριοποιείται ο όμιλος και κατά πόσον οι όροι της προτεινόμενης συμφωνίας συνάδουν με τις προϋποθέσεις οικονομικής στήριξης που καθορίζονται στο άρθρο 23ΙΑ, εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης από την Κεντρική Τράπεζα.

(β) Η κοινή απόφαση παρουσιάζεται σε έγγραφο που περιέχει την πλήρως αιτιολογημένη απόφαση, το οποίο διαβιβάζεται στον αιτούντα από την Κεντρική Τράπεζα, ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

(γ) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρμόδια αρχή θυγατρικού ΑΠΙ, καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να καταλήξει σε κοινή απόφαση με τις άλλες αρμόδιες αρχές και την αρχή ενοποιημένης εποπτείας.

(δ) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αιτηθεί τη βοήθεια της ΕΑΤ για να επιτευχθεί συμφωνία, σύμφωνα με το Άρθρο 31 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(6)(α) Ελλείψει κοινής απόφασης των αρμοδίων αρχών εντός τεσσάρων μηνών, η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, λαμβάνει η ίδια την απόφαση σχετικά με την αίτηση.

(β) Η απόφαση παρουσιάζεται σε έγγραφο που περιέχει την πλήρη αιτιολόγηση και λαμβάνει υπόψη τις απόψεις και τις επιφυλάξεις των άλλων αρμοδίων αρχών οι οποίες είχαν εκφραστεί κατά την τετράμηνη περίοδο.

(γ) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, κοινοποιεί την απόφασή της στον αιτούντα και στις υπόλοιπες αρμόδιες αρχές.

(7)(α) Εάν, κατά το τέλος της τετράμηνης περιόδου, οποιαδήποτε από τις σχετικές αρμόδιες αρχές έχει παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ, σύμφωνα με το Άρθρο 19 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, αναβάλλει την απόφασή της και αναμένει οποιανδήποτε απόφαση λάβει ενδεχομένως η ΕΑΤ σύμφωνα με το Άρθρο 19, παράγραφος 3, του εν λόγω Κανονισμού, λαμβάνει δε την απόφασή της σύμφωνα με την απόφαση της ΕΑΤ.

(β) Η τετράμηνη περίοδος θεωρείται ως η περίοδος συμβιβασμού κατά την έννοια του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(γ) Το ζήτημα δεν παραπέμπεται στην ΕΑΤ μετά τη λήξη της τετράμηνης περιόδου ή έπειτα από τη λήψη κοινής απόφασης.

Έγκριση από τους μετόχους της προτεινόμενης συμφωνίας οικονομικής στήριξης

23Θ.-(1)(α) Κάθε προτεινόμενη συμφωνία για την οποία έχει χορηγηθεί άδεια από την Κεντρική Τράπεζα και τις άλλες αρμόδιες αρχές, υποβάλλεται προς έγκριση στους μετόχους κάθε οντότητας του ομίλου που προτίθεται να συνάψει τη συμφωνία.

(β) Στην περίπτωση της παραγράφου (α), η συμφωνία ισχύει μόνο για τις οντότητες των οποίων οι μέτοχοι ενέκριναν τη συμφωνία σύμφωνα με το εδάφιο (2).

(2) Συμφωνία οικονομικής στήριξης του ομίλου είναι έγκυρη ως προς μια οντότητα του ομίλου, μόνον εφόσον οι μέτοχοί της έχουν εξουσιοδοτήσει το διοικητικό όργανο της εν λόγω οντότητας του ομίλου να αποφασίσει ότι το ίδρυμα αυτό παρέχει ή λαμβάνει οικονομική στήριξη σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας καθώς και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στα άρθρα 23Ζ έως 23ΙΔ και εφόσον η εν λόγω έγκριση των μετόχων δεν έχει ανακληθεί.

(3) Το διοικητικό όργανο κάθε οντότητας που αποτελεί μέρος της συμφωνίας υποβάλλει κάθε χρόνο έκθεση στους μετόχους σχετικά με την εκτέλεση της συμφωνίας και την εφαρμογή οποιασδήποτε απόφασης λαμβάνεται κατ’ ακολουθία της συμφωνίας.

Διαβίβαση των συμφωνιών οικονομικής στήριξης ομίλου στις αρχές εξυγίανσης

23Ι. Η Κεντρική Τράπεζα διαβιβάζει στις σχετικές αρχές εξυγίανσης τις συμφωνίες οικονομικής στήριξης ομίλου που έχει εγκρίνει καθώς και τυχόν αλλαγές σε αυτές.

Προϋποθέσεις για την οικονομική στήριξη ομίλου

23ΙΑ. Η οικονομική στήριξη μπορεί να παρέχεται από οντότητα του ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 23Ζ μόνον εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Υπάρχει εύλογη προοπτική ότι η παρεχόμενη στήριξη θα αποκαταστήσει σημαντικά τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η οντότητα του ομίλου που λαμβάνει τη στήριξη∙

(β) η παροχή οικονομικής στήριξης στοχεύει στη διατήρηση ή την αποκατάσταση της οικονομικής σταθερότητας του  ομίλου στο σύνολό του ή οποιασδήποτε οντότητας του ομίλου και είναι προς το συμφέρον της οντότητας του ομίλου που παρέχει τη στήριξη·

(γ) η οικονομική στήριξη παρέχεται υπό όρους, συμπεριλαμβανομένης της αντιπαροχής σύμφωνα με το άρθρο 23Ζ(7)·

(δ) υπάρχει εύλογη προοπτική, βάσει των πληροφοριών που διαθέτει το διοικητικό όργανο της οντότητας του ομίλου που παρέχει την οικονομική στήριξη κατά τη στιγμή που λαμβάνεται η απόφαση παροχής της οικονομικής στήριξης, ότι η αντιπαροχή για τη στήριξη θα καταβληθεί, και εάν η στήριξη δοθεί υπό μορφή δανείου, ότι το δάνειο θα αποπληρωθεί από την οντότητα του ομίλου που λαμβάνει τη στήριξη∙ εάν η στήριξη δοθεί υπό μορφή εγγύησης ή οιασδήποτε άλλης μορφής εξασφάλισης, ισχύει ο ίδιος όρος για την υποχρέωση που προκύπτει από την επιβολή της εγγύησης ή εξασφάλισης για την αποδέκτρια οντότητα·

(ε) η παροχή της οικονομικής στήριξης δεν θέτει σε κίνδυνο τη ρευστότητα ή τη φερεγγυότητα της οντότητας του ομίλου που παρέχει τη στήριξη·

(στ) η παροχή της οικονομικής στήριξης δεν δημιουργεί απειλή για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, ιδίως στο κράτος-μέλος στο οποίο βρίσκεται η οντότητα του ομίλου που παρέχει τη στήριξη·

(ζ) ΑΠΙ παρέχει οικονομική στήριξη σε οντότητα του ομίλου στον οποίο ανήκει μόνον εάν,  κατά τη στιγμή παροχής της στήριξης, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου και του περί Μακροπροληπτικής Εποπτείας των Ιδρυμάτων Νόμου όσον αφορά το κεφάλαιο ή τη ρευστότητα καθώς και με κάθε απαίτηση που επιβάλλεται δυνάμει του άρθρου 30(3) του παρόντος Νόμου, η δε παροχή της οικονομικής στήριξης δεν οδηγεί το ΑΠΙ σε παράβαση των εν λόγω απαιτήσεων εκτός εάν το επιτρέψει η Κεντρική Τράπεζα ως αρμόδια αρχή για την εποπτεία σε ατομική βάση του ΑΠΙ που παρέχει τη στήριξη·

(η) ΑΠΙ παρέχει οικονομική στήριξη σε οντότητα του ομίλου αν, κατά τη στιγμή παροχής της στήριξης, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις περί μεγάλων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013,  του παρόντος Νόμου, των παραγράφων 62 έως 71 της περί Ρυθμίσεων  Διακυβέρνησης και Διαχείρισης Οδηγίας και της παραγράφου 8 της περί των Διακριτικών Ευχερειών που παρέχονται από τον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 575/2013 Οδηγίας, η δε παροχή της οικονομικής στήριξης δεν οδηγεί το ΑΠΙ σε παράβαση των εν λόγω απαιτήσεων εκτός εάν το επιτρέψει η Κεντρική Τράπεζα ως η αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία σε ατομική βάση του ΑΠΙ που παρέχει τη στήριξη·

(θ) η παροχή της οικονομικής στήριξης δεν υπονομεύει τη δυνατότητα εξυγίανσης του ΑΠΙ που παρέχει τη στήριξη.

Απόφαση για παροχή οικονομικής στήριξης

23ΙΒ.-(1)(α) Η απόφαση για παροχή ενδοομιλικής οικονομικής στήριξης στο πλαίσιο συμφωνίας, λαμβάνεται από το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ που παρέχει την οικονομική στήριξη.

(β) Η απόφαση είναι αιτιολογημένη και αναφέρει το στόχο της προτεινόμενης οικονομικής στήριξης και σε αυτήν περιλαμβάνεται επεξήγηση πώς η παροχή της οικονομικής στήριξης είναι σύμφωνη με τους όρους του άρθρου 23ΙΑ.

(2) Η απόφαση για αποδοχή ενδοομιλικής οικονομικής στήριξης στο πλαίσιο συμφωνίας, λαμβάνεται από το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ που λαμβάνει την οικονομική στήριξη.

Δικαίωμα εναντίωσης της Κεντρικής Τράπεζας

23ΙΓ.-(1)(α) Πριν από την παροχή στήριξης στο πλαίσιο συμφωνίας οικονομικής στήριξης ομίλου, το διοικητικό όργανο του ΑΠΙ που προτίθεται να παράσχει οικονομική στήριξη σε οντότητα του ομίλου γνωστοποιεί την πρόθεσή του-

(i) Στην Κεντρική Τράπεζα ως την αρμόδια αρχή του· και

(ii) κατά περίπτωση, στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας, εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (iii)· και

(iii) στην αρμόδια αρχή της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει την οικονομική στήριξη, εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii)· και

(iv) στην ΕΑΤ.

(β) Η σχετική γνωστοποίηση περιλαμβάνει την αιτιολογημένη απόφαση του διοικητικού οργάνου σύμφωνα με το άρθρο 23ΙΒ και τις λεπτομέρειες της προτεινόμενης οικονομικής στήριξης, συμπεριλαμβανομένου αντιγράφου της συμφωνίας οικονομικής στήριξης ομίλου.

(2)(α) Εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της πλήρους γνωστοποίησης, η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως η αρμόδια αρχή του ΑΠΙ που παρέχει την οικονομική στήριξη, δύναται να συμφωνήσει για την παροχή της οικονομικής στήριξης, ή να την απαγορεύσει ή περιορίσει εάν κρίνει ότι δεν πληρούνται οι όροι της οικονομικής στήριξης ομίλου που θεσπίζονται στο άρθρο 23ΙΑ.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα εξηγεί τους λόγους για τους οποίους αποφασίζει να απαγορεύσει ή περιορίσει την οικονομική στήριξη.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα γνωστοποιεί αμέσως την απόφασή της να χορηγήσει, απαγορεύσει ή περιορίσει την οικονομική στήριξη:

(α) στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας·

(β) στην αρμόδια αρχή της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει τη στήριξη· και

(γ) στην ΕΑΤ.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως η αρχή ενοποιημένης εποπτείας, ενημερώνει αμέσως τα λοιπά μέλη του σώματος εποπτείας καθώς και τα μέλη του σώματος εξυγίανσης.

(5) Εάν η Κεντρική Τράπεζα, είτε ενεργώντας ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας είτε ως αρμόδια αρχή του ΑΠΙ που λαμβάνει στήριξη, έχει αντιρρήσεις σχετικά με την απόφαση απαγόρευσης ή περιορισμού της οικονομικής στήριξης, δύναται εντός δύο ημερών να παραπέμψει το ζήτημα στην ΕΑΤ και να ζητήσει τη συνδρομή της σύμφωνα με το Άρθρο 31 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(6) Εάν η Κεντρική Τράπεζα δεν απαγορεύσει ούτε περιορίσει την παροχή οικονομικής στήριξης εντός του χρονικού διαστήματος που ορίζεται στο εδάφιο (2), ή εάν συμφωνήσει πριν από το τέλος του χρονικού αυτού διαστήματος για την παροχή της εν λόγω στήριξης, η οικονομική στήριξη δύναται να παρασχεθεί σύμφωνα με τους όρους που έχουν υποβληθεί στην Κεντρική Τράπεζα.

(7)(α) Η απόφαση του διοικητικού οργάνου του ΑΠΙ να παρέχει την οικονομική στήριξη διαβιβάζεται -

(i) Στην Κεντρική Τράπεζα· και

(ii) κατά περίπτωση, στην αρχή ενοποιημένης εποπτείας, εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (iii)· και

(iii) στην αρμόδια αρχή της οντότητας του ομίλου που λαμβάνει την οικονομική στήριξη,  εάν πρόκειται για αρχή διαφορετική από αυτές που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i) και (ii)· και

(iv) στην ΕΑΤ.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν ενεργεί ως αρχή ενοποιημένης εποπτείας, ενημερώνει αμέσως τα λοιπά μέλη του σώματος εποπτείας και τα μέλη του σώματος εξυγίανσης.

(8)(α) Εάν η Κεντρική Τράπεζα περιορίσει ή απαγορεύσει την οικονομική στήριξη ομίλου σύμφωνα με το εδάφιο (2) και σε περίπτωση που το σχέδιο ανάκαμψης ομίλου βάσει του άρθρου 23Γ(5) μνημονεύει ενδοομιλική οικονομική στήριξη η αρμόδια αρχή της οντότητας του ομίλου σε σχέση με την οποία περιορίζεται ή απαγορεύεται η στήριξη, δύναται να ζητήσει από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας να δρομολογήσει μια επαναξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 23Δ ή, σε περίπτωση που το σχέδιο ανάκαμψης καταρτίζεται σε ατομική βάση, να ζητήσει από την οντότητα του ομίλου να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης.

(β) Εάν η αρμόδια αρχή οντότητας ομίλου, στον οποίο ανήκει ΑΠΙ, περιορίσει ή απαγορεύσει την οικονομική στήριξη ομίλου σύμφωνα με το εδάφιο (2), και εάν το σχέδιο ανάκαμψης ομίλου βάσει του άρθρου 23Γ(5) μνημονεύει ενδοομιλική οικονομική στήριξη, η Κεντρική Τράπεζα, ως η αρμόδια αρχή του ΑΠΙ σε σχέση με το οποίο περιορίζεται ή απαγορεύεται η στήριξη, δύναται να ζητήσει από την αρχή ενοποιημένης εποπτείας να δρομολογήσει μια επαναξιολόγηση του σχεδίου ανάκαμψης ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 23Δ ή, σε περίπτωση που το σχέδιο ανάκαμψης καταρτίζεται σε ατομική βάση, να ζητήσει από το ΑΠΙ να υποβάλει αναθεωρημένο σχέδιο ανάκαμψης.

Δημοσιοποίηση συμφωνίας ενδοομιλικής στήριξης

23ΙΔ.-(α) Τα ΑΠΙ τα οποία ανήκουν σε όμιλο δημοσιοποιούν κατά πόσον έχουν συνάψει συμφωνία παροχής οικονομικής στήριξης ομίλου σύμφωνα με το άρθρο 23Ζ και δημοσιοποιούν περιγραφή των γενικών όρων κάθε τέτοιας συμφωνίας και των επωνυμιών των οντοτήτων ομίλου που αποτελούν μέρη της συμφωνίας, και επικαιροποιούν τις εν λόγω πληροφορίες τουλάχιστον μία φορά το χρόνο.

(β) Για τους σκοπούς της δημοσιοποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο (α), εφαρμόζονται τα Άρθρα 431 έως 434 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013.

 

Πληροφορίες προς την αρχή εξυγίανσης για τους σκοπούς των σχεδίων εξυγίανσης

23ΙΕ.-(1)(α) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να παρέχει στην αρχή εξυγίανσης όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την κατάρτιση και την εφαρμογή των σχεδίων εξυγίανσης.

(β) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων πληροφοριών, τις πληροφορίες και την ανάλυση που καθορίζονται στο  Τμήμα Β του Παραρτήματος της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα, ενεργώντας ως αρμόδια αρχή, συνεργάζεται  με την αρχή εξυγίανσης και με άλλες σχετικές αρχές εξυγίανσης, προκειμένου να επαληθεύσει αν είναι ήδη διαθέσιμες κάποιες ή όλες οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1). Εάν οι εν λόγω πληροφορίες είναι διαθέσιμες, η Κεντρική Τράπεζα τις παρέχει στην αρχή εξυγίανσης και στις άλλες σχετικές αρχές εξυγίανσης.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει την αρχή εξυγίανσης για οποιαδήποτε ουσιαστική μεταβολή στη νομική ή οργανωτική δομή του ΑΠΙ ή στις επιχειρηματικές δραστηριότητές του ή στην οικονομική του θέση, η οποία ενδέχεται να επηρεάσει σημαντικά την αποτελεσματικότητα του σχεδίου εξυγίανσης και η οποία καθιστά αναγκαία την αναθεώρηση ή επικαιροποίηση του σχεδίου.

Σχέδια εξυγίανσης ομίλου

23ΙΣΤ. Κατά τη διαδικασία λήψης κοινής απόφασης σε σχέση με την κατάρτιση και διατήρηση σχεδίων εξυγίανσης ομίλου, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να παρέχει τις απόψεις της στην αρχή εξυγίανσης και στις άλλες εμπλεκόμενες αρχές εξυγίανσης και σε περίπτωση όπου δεν λαμβάνεται κοινή απόφαση κατά την τετράμηνη περίοδο συμβιβασμού κατά την έννοια που αποδίδεται στον Κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, εκφράζει τυχόν επιφυλάξεις.

Ρυθμίσεις συνεργασίας με τις αρχές τρίτων χωρών

23ΙΖ.-(1)(α) Η Κεντρική Τράπεζα συνάπτει μη δεσμευτικές ρυθμίσεις συνεργασίας  στο πλαίσιο ρυθμίσεων που συνάπτει η ΕΑΤ με τις ακόλουθες σχετικές αρχές τρίτων χωρών:

(i) Τις σχετικές αρχές της τρίτης χώρας όπου είναι εγκατεστημένη η μητρική ενός ΑΠΙ και τουλάχιστον ακόμη ενός θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματος στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

(ii) τη σχετική αρχή τρίτης χώρας όπου είναι εγκατεστημένο πιστωτικό ίδρυμα που λειτουργεί στη Δημοκρατία δυνάμει άδειας που έλαβε από την Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με το άρθρο 4, νοουμένου ότι το πιστωτικό ίδρυμα λειτουργεί υποκατάστημα τουλάχιστον σε ακόμη ένα κράτος-μέλος·

(iii) σε περιπτώσεις που η μητρική επιχείρηση ενός ΑΠΙ το οποίο είναι θυγατρική ή σημαντικό υποκατάστημα στη Δημοκρατία, έχει επίσης ένα ή περισσότερα θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα σε τρίτες χώρες, με τις σχετικές αρχές των τρίτων χωρών όπου είναι εγκατεστημένα αυτά τα θυγατρικά πιστωτικά ιδρύματα·

(iv) σε περιπτώσεις που ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία έχει θυγατρικό πιστωτικό ίδρυμα ή σημαντικό υποκατάστημα σε άλλο κράτος μέλος και ένα ή περισσότερα υποκαταστήματα σε μία ή περισσότερες τρίτες χώρες, με τις σχετικές αρχές των τρίτων χωρών όπου είναι εγκατεστημένα αυτά τα υποκαταστήματα.

(β) Το παρόν άρθρο δεν εμποδίζει την Κεντρική Τράπεζα να συνάπτει διμερείς ή πολυμερείς ρυθμίσεις με τρίτες χώρες, σύμφωνα με το Άρθρο 33 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα γνωστοποιεί στην ΕΑΤ οποιεσδήποτε ρυθμίσεις συνεργασίας έχει συνάψει σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών

23ΙΗ.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα ανταλλάσσει εμπιστευτικές πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων των σχεδίων ανάκαμψης, με τις σχετικές αρχές τρίτων χωρών μόνον εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Οι εν λόγω αρχές τρίτων χωρών υπόκεινται σε απαιτήσεις και πρότυπα επαγγελματικού απορρήτου που θεωρούνται τουλάχιστον ισοδύναμα, κατά την άποψη της Κεντρικής Τράπεζας και των άλλων εμπλεκόμενων αρμόδιων αρχών, με αυτά που επιβάλλονται σύμφωνα με το Άρθρο 84 της Οδηγίας 2014/59/ΕΕ:

Νοείται ότι, στο βαθμό που η ανταλλαγή πληροφοριών αφορά προσωπικά δεδομένα, ο χειρισμός και η διαβίβαση αυτών των προσωπικών δεδομένων σε αρχές τρίτων χωρών διέπονται από τον περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμο, και το εφαρμοστέο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης περί προστασίας των δεδομένων·

(β) οι πληροφορίες είναι απαραίτητες για την εκτέλεση, από τις σχετικές αρχές τρίτων χωρών, των περί εξυγίανσης καθηκόντων τους βάσει της εθνικής νομοθεσίας τα οποία είναι συγκρίσιμα με εκείνα που προβλέπονται στην Οδηγία 2014/59/ΕΕ και, με την επιφύλαξη της παραγράφου (α), δεν χρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς.

(2) Σε περίπτωση όπου εμπιστευτικές πληροφορίες προέρχονται από άλλο κράτος μέλος, η Κεντρική Τράπεζα δεν  αποκαλύπτει αυτές τις πληροφορίες στις σχετικές αρχές τρίτων χωρών, εκτός εάν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η σχετική αρχή του κράτους μέλους από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες, εφεξής «η αρχή προέλευσης», συμφωνεί για την εν λόγω αποκάλυψη· και

(β) οι πληροφορίες αποκαλύπτονται μόνο για τους σκοπούς που έδωσε την άδειά της η αρχή προέλευσης.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οι πληροφορίες θεωρούνται εμπιστευτικές εφόσον υπόκεινται σε απαιτήσεις εμπιστευτικότητας δυνάμει του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συνεργασία με την ΕΑΤ

23ΙΘ.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα συνεργάζεται με την ΕΑΤ για τους σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Νόμου που αφορούν την ανάκαμψη και εξυγίανση σύμφωνα με τον Κανονισμό 1093/2010.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα παρέχει χωρίς καθυστέρηση στην ΕΑΤ όλες τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες προκειμένου να επιτελέσει το έργο της, σύμφωνα με το Άρθρο 35 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.