ΜΕΡΟΣ VI ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΑΠΙ
Συγχώνευση

16.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου ισχύοντος Νόμου-

(α) Απαγορεύεται σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία να πωλήσει ή να διαθέσει το σύνολο ή μέρος των εργασιών της μέσω συγχώνευσης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, εκτός αν εξασφαλίσει προηγουμένως γραπτή έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας·

(β) απαγορεύεται σε ΑΠΙ εκτός από ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία να πωλήσει ή να διαθέσει το σύνολο ή μέρος των εργασιών της που διεξάγει στη Δημοκρατία, μέσω συγχώνευσης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο εκτός αν εξασφαλίσει προηγουμένως γραπτή έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας·

(2) Οποιαδήποτε έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας δυνάμει του εδαφίου (1) δυνατό να δοθεί υπό όρους που η Κεντρική Τράπεζα θα κρίνει σκόπιμο να επιβάλει.

Πώληση ή εκχώρηση ή διάθεση δανειακού χαρτοφυλακίου και/ή δικαιωμάτων που απορρέουν από συμβάσεις πιστωτικής διευκόλυνσης υπό προϋποθέσεις

16Α. [Διαγράφηκε]
  • Ιστορικό Τροποποιήσεων
  • 168(I)/2015
Περιορισμοί στην κατοχή μετοχικού κεφαλαίου ΑΠΙ

17.-(1)  Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο (εφεξής, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και των άρθρων 17Α και 17Β, ‘ο υποψήφιος αγοραστής‘), το οποίο μεμονωμένα ή σε συνεννόηση με άλλα πρόσωπα έχει αποφασίσει είτε να αποκτήσει, άμεσα ή έμμεσα, ειδική συμμετοχή σε ΑΠΙ που συστάθηκε στην Δημοκρατία είτε να αυξήσει περαιτέρω, άμεσα ή έμμεσα, τέτοια ειδική συμμετοχή σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχει να φθάσει ή να υπερβεί το είκοσι τοις εκατό (20%), το τριάντα τοις εκατό (30%) ή το πενήντα τοις εκατό (50%) ή ώστε το ΑΠΙ να καταστεί θυγατρική του επιχείρηση (εφεξής, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και των άρθρων 17Α και 17Β, ‘η προτεινόμενη απόκτηση’),  απευθύνει γραπτή κοινοποίηση στην Κεντρική Τράπεζα, εκ των προτέρων, προσδιορίζοντας το ύψος της προτεινόμενης συμμετοχής καθώς και τις σχετικές πληροφορίες όπως καθορίζονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 17Α.

(2)(α)  Η Κεντρική Τράπεζα, αμέσως και, σε κάθε περίπτωση, εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της γνωστοποίησης καθώς και των επιπλέον πληροφοριών που προβλέπονται στο εδάφιο (3), επιβεβαιώνει εγγράφως στον υποψήφιο αγοραστή την παραλαβή τους.

(β) Η Κεντρική Τράπεζα διαθέτει μέγιστη προθεσμία εξήντα (60) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία της γραπτής επιβεβαίωσης της παραλαβής της κοινοποίησης και όλων των εγγράφων που απαιτείται να επισυνάπτονται στην κοινοποίηση σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 17Α (στο εξής, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και των άρθρων 17Α και 17Β, «η περίοδος αξιολόγησης»), προκειμένου να διενεργήσει την αξιολόγηση που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17Α (στο εξής, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και των άρθρων 17Α και 17Β, «η αξιολόγηση»).

(γ) Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τον υποψήφιο αγοραστή, κατά την επιβεβαίωση της παραλαβής, για την ημερομηνία λήξης της περιόδου αξιολόγησης.

(3)(α) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται, κατά την περίοδο αξιολόγησης εάν το κρίνει απαραίτητο και όχι μετά την πεντηκοστή (50ή) εργάσιμη ημέρα της περιόδου αξιολόγησης, να ζητά εγγράφως περαιτέρω πληροφορίες που είναι αναγκαίες για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης καθορίζοντας τα αναγκαία συμπληρωματικά στοιχεία.

(β) Κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία ζητήθηκαν οι πληροφορίες από την Κεντρική Τράπεζα και της ημερομηνίας παραλαβής της απάντησης από τον υποψήφιο αγοραστή, αναστέλλεται η περίοδος αξιολόγησης. Η αναστολή δεν υπερβαίνει τις είκοσι (20) εργάσιμες ημέρες.

Η Κεντρική Τράπεζα έχει τη διακριτική ευχέρεια να υποβάλλει περαιτέρω αιτήματα για τη συμπλήρωση ή τη διευκρίνιση των πληροφοριών, τούτο όμως δεν συνεπάγεται αναστολή της περιόδου αξιολόγησης.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να παρατείνει την αναστολή που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) έως τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες, εάν ο υποψήφιος αγοραστής είναι εγκατεστημένος ή υπόκειται σε ρυθμιστικό πλαίσιο τρίτης χώρας· ή είναι φυσικό ή νομικό πρόσωπο μη υποκείμενο σε εποπτεία δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των νομικών διατάξεων άλλων κρατών-μελών οι οποίες ενσωματώνουν -

(α) την Οδηγία 2013/36/ΕΕ,

(β) την Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Ιουλίου 2009 για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ),

(γ) την Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II), ή

(δ) την Οδηγία 2004/39/ΕΚ.

(5) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα, αφού ολοκληρώσει την αξιολόγησή της, αποφασίσει να αντιταχθεί στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής, ενημερώνει εγγράφως τον υποψήφιο αγοραστή, εντός δύο (2) εργάσιμων ημερών και σε κάθε περίπτωση πριν από την εκπνοή της περιόδου αξιολόγησης, εκθέτοντας τους λόγους της απόφασής της. Η δέουσα αιτιολόγηση της απόφασης μπορεί να δημοσιοποιείται κατόπιν αιτήματος του υποψήφιου αγοραστή. Η Κεντρική Τράπεζα δύναται σε κάθε περίπτωση να προβαίνει στην εν λόγω δημοσιοποίηση άνευ αιτήματος του υποψηφίου αγοραστή.

(6) Εάν η Κεντρική Τράπεζα δεν αντιταχθεί εγγράφως στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής εντός της περιόδου αξιολόγησης, η προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής θεωρείται ότι εγκρίθηκε.

(7) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να ορίζει μέγιστη προθεσμία για την ολοκλήρωση της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής και να παρατείνει την προθεσμία αυτή, οσάκις ενδείκνυται.

(8) Σε περίπτωση κατά την οποία, κατά την άσκηση των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, του περί της Μακροπροληπτικής Εποπτείας των Ιδρυμάτων Νόμου και του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013, διαπιστώσει ότι οποιοδήποτε πρόσωπο παραβιάζει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με –

(α) τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (3) του άρθρου 3, όσον αφορά τη δραστηριότητα αποδοχής καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων από το κοινό όταν ο αποδέκτης δεν είναι πιστωτικό ίδρυμα,

(α1) την άσκηση τουλάχιστον μίας από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Άρθρο 4, παράγραφος 1, σημείο 1), στοιχείο β) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 με κάλυψη του ορίου που αναφέρεται στο εν λόγω Άρθρο, χωρίς άδεια λειτουργίας πιστωτικού ιδρύματος,

(β) τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 4, όσον αφορά την έναρξη δραστηριότητας πιστωτικού ιδρύματος χωρίς άδεια λειτουργίας,

(γ) τις διατάξεις του εδαφίου (1), όσον αφορά πρόσωπο που προβαίνει στην απόκτηση, άμεσα ή έμμεσα, ειδικής συμμετοχής που συστάθηκε στη Δημοκρατία ή στην περαιτέρω αύξηση, άμεσα ή έμμεσα, ειδικής συμμετοχής σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κατεχόμενου μεριδίου κεφαλαίου να φθάνει ή να υπερβαίνει τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17, ή ώστε το ΑΠΙ να καταστεί θυγατρική επιχείρησή του, χωρίς έγγραφη κοινοποίηση προς την Κεντρική Τράπεζα, κατά το χρονικό διάστημα αξιολόγησης, ή παρά την αντίθετη γνώμη της Κεντρικής Τράπεζας,

(δ) τις διατάξεις του εδαφίου (1) όσον αφορά πρόσωπο που προβαίνει σε παύση κατοχής, άμεσα ή έμμεσα, ειδικής συμμετοχής σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία ή σε μείωση της ειδικής συμμετοχής ούτως ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κατεχόμενου κεφαλαίου να καταστεί μικρότερη από τα κατώτατα όρια που αναφέρονται στο άρθρο 17Γ ή ώστε το εν λόγω ΑΠΙ να παύσει να είναι θυγατρική επιχείρηση, χωρίς την έγγραφη κοινοποίηση προς την Κεντρική Τράπεζα,

(ε) τις διατάξεις του άρθρου 4Γ, όσον αφορά τη μη υποβολή αίτησης για έγκριση χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών ή οποιαδήποτε άλλη παράβαση των απαιτήσεων του εν λόγω άρθρου,

ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία το πρόσωπο που έχει υποπέσει σε παράβαση ή μη συμμόρφωση των πιο πάνω, έχει εξουσία να επιβάλει για κάθε παράβαση διοικητικό πρόστιμο μέχρι ένα εκατομμύριο ευρώ (€1.000.000) και σε περίπτωση που η παράβαση συνεχίζεται, ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας έχει επιπρόσθετα την εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο από διακόσια ευρώ (€200) μέχρι εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης.

(9) Ανεξάρτητα από τα διοικητικά πρόστιμα που δύναται να επιβληθούν δυνάμει του εδαφίου (8), ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας δύναται να επιβάλλει τα ακόλουθα διοικητικά μέτρα όσον αφορά τις περιπτώσεις που παρατίθενται στο εδάφιο (1):

(α) δημόσια ανακοίνωση στην οποία περιγράφονται το υπεύθυνο φυσικό πρόσωπο, το ΑΠΙ, η χρηματοδοτική εταιρεία συμμετοχών ή η μικτή χρηματοοικονομική εταιρεία συμμετοχών καθώς και η φύση της παράβασης,

(β) διαταγή προς το υπαίτιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο για παύση της παράνομης συμπεριφοράς και μη επανάληψή της στο μέλλον,

(γ) έκδοση διαταγής δυνάμει της οποίας η διάθεση, η υπογραφή συμφωνίας διάθεσης, η πώληση, η ανταλλαγή, η μίσθωση, η μεταβίβαση, η δωρεά και εν γένει η αποξένωση των μετοχών που κατέχει είναι άκυρη,

(δ) απαγόρευση απόκτησης, δια δωρεάς ή μέσω άσκησης δικαιωμάτων αγοράς, μετοχών του ΑΠΙ∙ ή

(ε) απαγόρευση διενέργειας οποιωνδήποτε πληρωμών από το ΑΠΙ που απορρέουν από τις μετοχές, εξαιρουμένης της περίπτωσης διάλυσης του ΑΠΙ,

(στ) σε περίπτωση νομικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα ύψους έως το 10% του συνολικού καθαρού κύκλου εργασιών, συμπεριλαμβανομένου του ακαθάριστου εισοδήματος που συνίσταται σε τόκους εισπρακτέους και εξομοιούμενα έσοδα, έσοδα από μετοχές και άλλους τίτλους μεταβλητής ή σταθερής απόδοσης και προμήθειες ή αμοιβές εισπρακτέες σύμφωνα με το άρθρο 316 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 της επιχείρησης κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος,

(ζ) σε περίπτωση φυσικού προσώπου, διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και πέντε εκατομμύρια ευρώ (€5.000.000),

(η) διοικητικά χρηματικά πρόστιμα μέχρι και το διπλάσιο του ποσού του οφέλους που αποκομίστηκε από την παράβαση, εφόσον το όφελος δύναται να καθοριστεί,

(θ) αναστολή των εκλογικών δικαιωμάτων του μετόχου ή των μετόχων που είναι υπεύθυνοι για τις παραβάσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1):

Νοείται ότι, στην περίπτωση που το πιστωτικό ίδρυμα είναι θυγατρική μητρικής επιχείρησης, το σχετικό ακαθάριστο εισόδημα είναι το ακαθάριστο εισόδημα που προκύπτει από τις ενοποιημένες καταστάσεις της ανώτατης μητρικής επιχείρησης κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

(10)(α) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (8) και (9), σε περίπτωση φυσικού ή νομικού προσώπου που παραβαίνει την κατά το εδάφιο (1) υποχρέωση της κοινοποίησης προς την Κεντρική Τράπεζα ή που αποκτά ειδική συμμετοχή παρά την αντίθεση της Κεντρικής Τράπεζας, ο Διοικητής δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο σύμφωνα με το άρθρο 42.

(β) Σε περίπτωση νομικού προσώπου, ο Διοικητής δύναται να επιβάλει τις προβλεπόμενες στην παράγραφο (α) κυρώσεις και στα μέλη διοικητικών οργάνων ή/και διευθυντές εξ υπαιτιότητας ή αμέλειας ή παράλειψης ή εν γνώσει των οποίων το νομικό πρόσωπο-

(i) παραβαίνει την κατά το εδάφιο (1) υποχρέωση της κοινοποίησης προς την Κεντρική Τράπεζα, ή

(ii) αποκτά ειδική συμμετοχή παρά την αντίθεση της Κεντρικής Τράπεζας.

(11) Η Κεντρική Τράπεζα εκδίδει οδηγία δυνάμει του άρθρου 41 προκειμένου να προσδιορίσει τα κριτήρια αξιολόγησης για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.

Κριτήρια αξιολόγησης

17Α.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα αξιολογεί τη γνωστοποίηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 17 και τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 17, προκειμένου να διασφαλίσει την ορθή και συνετή διοίκηση του ΑΠΙ για το οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής και λαμβάνοντας υπόψη την ενδεχόμενη επιρροή από τον υποψήφιου αγοραστή στο ΑΠΙ, αξιολογεί  την καταλληλότητα του υποψήφιου αγοραστή και την ορθότητα της προτεινόμενης απόκτησης από χρηματοοικονομική άποψη, σύμφωνα με τα ακόλουθα κριτήρια:

(α) τη φήμη του υποψήφιου αγοραστή·

(β) τη φήμη, τη γνώση, τις δεξιότητες και την πείρα, όπως ορίζονται στην περί της Αξιολόγησης της Ικανότητας και Καταλληλότητας Μελών του Διοικητικού Οργάνου και των Διευθυντών των Αδειοδοτημένων Πιστωτικών Ιδρυμάτων Οδηγία του 2014, οποιουδήποτε μέλους του διοικητικού οργάνου το οποίο θα κατευθύνει τις δραστηριότητες του ΑΠΙ κατόπιν της προτεινόμενης απόκτησης·

(γ) τη χρηματοοικονομική ευρωστία του υποψήφιου αγοραστή, ιδίως ως προς το είδος των δραστηριοτήτων που ασκούνται ή προβλέπεται ότι θα ασκούνται από το ΑΠΙ για την οποία προτείνεται η εν λόγω απόκτηση·

(δ) την ικανότητα του ΑΠΙ να συμμορφώνεται και να συνεχίσει να συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας βάσει του παρόντος Νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 και, κατά περίπτωση, βάσει του ενωσιακού δικαίου και των κυπριακών εναρμονιστικών διατάξεων με αυτό και κυρίως του περί Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου και της περί της Συμπληρωματικής Εποπτείας Τραπεζών που ανήκουν σε Χρηματοπιστωτικό Όμιλο Ετερογενών Δραστηριοτήτων Οδηγίας του 2012, ιδίως κατά πόσον ο όμιλος του οποίου θα καταστεί μέλος διαθέτει τέτοια δομή που καθιστά δυνατή την άσκηση αποτελεσματικής εποπτείας, την αποτελεσματική ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των αρμόδιων αρχών και τον προσδιορισμό της κατανομής των αρμοδιοτήτων μεταξύ των αρμόδιων αρχών· και

(ε) κατά πόσον υπάρχουν βάσιμες υπόνοιες ότι, σε σχέση με την προτεινόμενη απόκτηση, διαπράττεται, επιχειρείται να διαπραχθεί, έχει διαπραχθεί ή επιχειρήθηκε να διαπραχθεί νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, κατά την έννοια του άρθρου 4 του περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμου, ή ότι η προτεινόμενη απόκτηση είναι δυνατόν να αυξήσει αυτό τον κίνδυνο.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται να αντιταχθεί στην προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής μόνον εφόσον υπάρχουν βάσιμοι λόγοι για αυτό με βάση τα κριτήρια του εδαφίου (1) ή εάν οι πληροφορίες που διαβιβάσθηκαν από τον υποψήφιο αγοραστή δεν είναι πλήρεις.

(3) Η Κεντρική Τράπεζα δεν επιβάλλει εκ των προτέρων όρους όσον αφορά το ύψος της συμμετοχής που πρέπει να αποκτηθεί, ούτε εξετάζει την προτεινόμενη απόκτηση συμμετοχής από πλευράς οικονομικών αναγκών της αγοράς.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα δημοσιοποιεί κατάλογο με τις αναγκαίες πληροφορίες για τη διενέργεια της αξιολόγησης, οι οποίες πρέπει να υποβάλλονται  στην ίδια κατά τη στιγμή της κοινοποίησης που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17. Οι απαιτούμενες πληροφορίες πρέπει να είναι ανάλογες και προσαρμοσμένες στη φύση του υποψηφίου αγοραστή και της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής:

Νοείται ότι, η Κεντρική Τράπεζα δεν απαιτεί πληροφορίες που δεν είναι σχετικές με την προληπτική αξιολόγηση.

(5) Ανεξάρτητα από τα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 17, σε περίπτωση που κοινοποιηθούν στην Κεντρική Τράπεζα δύο ή περισσότερες προτάσεις για απόκτηση ειδικής συμμετοχής ή αύξηση ειδικής συμμετοχής στο ίδιο ΑΠΙ, η Κεντρική Τράπεζα αντιμετωπίζει όλους τους υποψήφιους αγοραστές αμερόληπτα.

Συνεργασία μεταξύ των αρμόδιων αρχών

17Β.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα, κατά την αξιολόγηση της προτεινόμενης απόκτησης συμμετοχής, διαβουλεύεται εκτενώς με τις άλλες οικείες εποπτικές αρχές, εφόσον ο υποψήφιος αγοραστής είναι -

(α)  πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, ή επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος-μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής·

(β) η μητρική επιχείρηση πιστωτικού ιδρύματος, ασφαλιστικής ή αντασφαλιστικής επιχείρησης, επιχείρησης παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος-μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής· ή

(γ) φυσικό ή νομικό πρόσωπο που ελέγχει πιστωτικό ίδρυμα, ασφαλιστική ή αντασφαλιστική επιχείρηση, επιχείρηση παροχής επενδυτικών υπηρεσιών ή εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, με άδεια λειτουργίας σε άλλο κράτος-μέλος ή σε διαφορετικό κλάδο από αυτόν στον οποίο προτείνεται η απόκτηση συμμετοχής.

(2) Η Κεντρική Τράπεζα στην απόφαση της που ετοιμάζει για την προτεινομένη απόκτηση συμμετοχής σε ΑΠΙ που έχει συσταθεί στη Δημοκρατία, επισημαίνει τυχόν απόψεις ή επιφυλάξεις τις οποίες εξέφρασε η αρμόδια αρχή, η οποία είναι υπεύθυνη για την εποπτεία του υποψήφιου αγοραστή.

(3) Στην περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα είναι αρμόδια για την εποπτεία του υποψήφιου αγοραστή:

(α) παρέχει χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στις άλλες σχετικές αρμόδιες αρχές κάθε ουσιαστική ή σχετική πληροφορία για την αξιολόγηση και διαβιβάζει στις άλλες σχετικές αρμόδιες αρχές, κατόπιν αιτήματος, κάθε σχετική πληροφορία και γνωστοποιεί, με δική της πρωτοβουλία, όλες τις ουσιαστικής σημασίας πληροφορίες,

(β)δύναται να εκφράσει τυχόν απόψεις ή επιφυλάξεις της στην άλλη αρμόδια αρχή προκειμένου να περιληφθούν στην απόφαση.

Κοινοποίηση στην περίπτωση διάθεσης συμμετοχής

17Γ.-(1) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο αποφάσισε να διαθέσει, άμεσα ή έμμεσα ειδική συμμετοχή σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, οφείλει να το γνωστοποιήσει στην Κεντρική Τράπεζα γραπτώς εκ των προτέρων προσδιορίζοντας το ύψος της  συμμετοχής που προτίθεται να διαθέσει.

(2) Το εν λόγω πρόσωπο γνωστοποιεί, επίσης, στην Κεντρική Τράπεζα, την απόφαση του να μειώσει την ειδική συμμετοχή του σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, κατά τρόπο ώστε η αναλογία των δικαιωμάτων ψήφου ή του κεφαλαίου που κατέχει να μειωθεί κάτω από το είκοσι τοις εκατό (20%), το τριάντα τοις εκατό (30%) ή το πενήντα τοις εκατό (50%), ή τόσο ώστε το ΑΠΙ να παύσει να είναι θυγατρική του.

Υποχρεώσεις ενημέρωσης και κυρώσεις

17Δ.-(1)(α) ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, μόλις πληροφορηθεί για αποκτήσεις ή πωλήσεις ειδικών συμμετοχών στο κεφάλαιό του οι οποίες αυξάνουν ή μειώνουν τα ποσοστά που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17 και στο άρθρο 17Γ, ενημερώνει σχετικά την Κεντρική Τράπεζα.

(β) Τα ΑΠΙ των οποίων οι κινητές αξίες είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ενημερώνουν την Κεντρική Τράπεζα, τουλάχιστον ετησίως, με τα ονόματα των μετόχων ή μελών  που έχουν ειδική συμμετοχή καθώς και το ποσοστό τέτοιων συμμετοχών, όπως προκύπτει ιδίως από τα στοιχεία που συγκεντρώνονται κατά την ετήσια γενική συνέλευση των μετόχων ή μελών ή από τις πληροφορίες που λαμβάνονται δυνάμει των υποχρεώσεων που υπέχουν οι εταιρείες των οποίων οι μετοχές διαπραγματεύονται σε ρυθμιζόμενη αγορά.

(2)(α) Σε περίπτωση που η άσκηση επιρροής προσώπου στο οποίο αναφέρεται το εδάφιο (1) του άρθρου 17 είναι δυνατόν να αποβεί σε βάρος της συνετής και χρηστής διαχείρισης ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για να τερματισθεί αυτή ή κατάσταση, όπως προσωρινά μέτρα, κυρώσεις, δυνάμει των εδαφίων (8) έως (10) του άρθρου 17 και των άρθρων 41Α, 41Γ, 41Δ, 41Ε, 42Β, 42Γ και 42Δ κατά των μελών του διοικητικού οργάνου και των διευθυντικών στελεχών ή διατάσσει την αναστολή της άσκησης των δικαιωμάτων ψήφου που απορρέουν από μετοχές που κατέχουν οι μέτοχοι ή τα μέλη του εν λόγω ΑΠΙ.

(β) Παρόμοια μέτρα όπως αυτά που αναφέρονται στην παράγραφο (α) εφαρμόζονται κατά των φυσικών ή νομικών προσώπων που παραβαίνουν την υποχρέωση να παρέχουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17 και σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (8) έως (10) του άρθρου 17 και των άρθρων 41Α, 41Γ,  41Δ, 41Ε, 42Β, 42Γ και 42Δ.

(γ) Σε περίπτωση που αποκτηθεί ειδική συμμετοχή παρά την αντίθεση της Κεντρικής Τράπεζας και ανεξάρτητα από τις κυρώσεις που δύναται να επιβληθούν δυνάμει του παρόντος Νόμου, η Κεντρική Τράπεζα δύναται  επιπλέον να διατάξει την αναστολή της άσκησης των αντίστοιχων δικαιωμάτων ψήφου, είτε την ακυρότητά τους ή την ακύρωση των σχετικών ψήφων.

(3)(α) Προκειμένου να προσδιορισθεί εάν πληρούνται τα κριτήρια ειδικής συμμετοχής όπως αναφέρονται στα άρθρα 17, 17Γ και στα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, λαμβάνονται υπόψη τα δικαιώματα ψήφου που προβλέπονται στα άρθρα 28, 29 και 30 του περί των Προϋποθέσεων Διαφάνειας (Κινητές Αξίες προς Διαπραγμάτευση σε Ρυθμιζόμενη Αγορά) Νόμου, καθώς και οι όροι για την άθροισή τους που προβλέπονται στα άρθρα 34 και 35 του εν λόγω Νόμου.

(β) Προκειμένου να προσδιορισθεί εάν πληρούνται τα κριτήρια ειδικής συμμετοχής κατά τα άρθρα 17, 17Γ και τα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, η Κεντρική Τράπεζα δε λαμβάνει υπόψη τα δικαιώματα ψήφου ή τις μετοχές με δικαίωμα ψήφου τις οποίες κατέχουν ιδρύματα ως αποτέλεσμα αναδοχής ή  τοποθέτησης χρηματοοικονομικών μέσων με δέσμευση ανάληψης, σύμφωνα με την παράγραφο 6 του Μέρους Ι του Τρίτου Παραρτήματος του περί Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμων όπως διορθώθηκαν,  υπό τον όρο ότι τα εν λόγω δικαιώματα, αφενός, δεν ασκούνται ούτε χρησιμοποιούνται κατ’ άλλον τρόπο με σκοπό την παρέμβαση στη διοίκηση του εκδότη, και αφετέρου, εφόσον μεταβιβάζονται εντός ενός έτους από την απόκτηση.

(4) Το ΑΠΙ οφείλει να γνωρίζει για κάθε νομικό πρόσωπο που κατέχει τουλάχιστον πέντε τοις εκατό (5%) του εκδομένου μετοχικού της κεφαλαίου, τους πραγματικούς δικαιούχους του και να γνωστοποιεί αυτές τις πληροφορίες στην Κεντρική Τράπεζα τουλάχιστον μία φορά το χρόνο ή εφόσον έχει επέλθει μεταβολή ή αλλαγή στα στοιχεία:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο που κατέχει τουλάχιστον πέντε τοις εκατόν (5%) του εκδομένου μετοχικού κεφαλαίου του ΑΠΙ είναι εταιρεία η οποία έχει τουλάχιστον είκοσι (20) μετόχους, το ΑΠΙ φείλει να γνωρίζει μόνο τους μετόχους του νομικού προσώπου που κατέχουν τουλάχιστον το πέντε τοις εκατόν (5%) του εκδομένου μετοχικού του κεφαλαίου και να γνωστοποιεί αυτές τις πληροφορίες στην Κεντρική Τράπεζα, τουλάχιστον μια φορά το χρόνο ή εφόσον έχει επέλθει μεταβολή ή αλλαγή στα στοιχεία:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που το νομικό πρόσωπο που κατέχει τουλάχιστον πέντε τοις εκατόν (5%) του εκδομένου μετοχικού κεφαλαίου του ΑΠΙ είναι εταιρεία της οποίας οι μετοχές είναι εισηγμένες σε ρυθμιζόμενη αγορά, το ΑΠΙ οφείλει να γνωρίζει μόνο τους μετόχους του νομικού προσώπου που κατέχουν τουλάχιστον το πέντε τοις εκατόν (5%) του εκδομένου μετοχικού του κεφαλαίου και να γνωστοποιεί αυτές τις πληροφορίες στην Κεντρική Τράπεζα μία φορά το χρόνο:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που δεν κατέστη εφικτό μετά από εύλογες προσπάθειες το ΑΠΙ να γνωρίζει τους πραγματικούς δικαιούχους και τους μετόχους ως ανωτέρω, θα ενημερώνει προς τούτο την Κεντρική Τράπεζα η οποία θα έχει τη διακριτική ευχέρεια να απαλλάσσει το ΑΠΙ από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος εδαφίου.

Αξιολόγηση των μετόχων σε περιπτώσεις διάσωσης με ίδια μέσα ή μετατροπής κεφαλαιακών μέσων

17Ε.-(1) Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 17 έως 17Γ του παρόντος Νόμου και από την υποχρέωση ενημέρωσης που προβλέπεται στο άρθρο 17Δ του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση που η εφαρμογή του μέτρου διάσωσης με ίδια μέσα ή η μετατροπή κεφαλαιακών μέσων που προβλέπεται στο άρθρο 34 του Νόμου Εξυγίανσης θα κατέληγε σε απόκτηση ή αύξηση ειδικής συμμετοχής σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα πραγματοποιεί εγκαίρως την αξιολόγηση που προβλέπεται στα εν λόγω άρθρα κατά τρόπο που δεν καθυστερεί την εφαρμογή του μέτρου διάσωσης με ίδια μέσα ή τη μετατροπή των κεφαλαιακών μέσων και κατά τρόπο που δεν εμποδίζει τις ενέργειες εξυγίανσης να κατορθώσουν τους σχετικούς στόχους εξυγίανσης.

(2) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα δεν ολοκληρώσει την αξιολόγηση που προβλέπεται στο εδάφιο (1) κατά την ημερομηνία εφαρμογής του μέτρου διάσωσης με ίδια μέσα ή της μετατροπής των κεφαλαιακών μέσων, εφαρμόζεται το άρθρο 17Ζ(2) σε κάθε απόκτηση ή αύξηση ειδικής συμμετοχής από τον αποκτώντα που προκύπτει από την εφαρμογή του μέτρου  διάσωσης με ίδια μέσα ή από τη μετατροπή κεφαλαιακών μέσων.

Άδεια σε αγοραστή μετοχών ή άλλων περιουσιακών στοιχείων ΑΠΙ υπό εξυγίανση

17ΣΤ.-(1) Σε περίπτωση που, δυνάμει του άρθρου 48 του Νόμου Εξυγίανσης, η αρχή εξυγίανσης μεταβιβάζει-

(α) Μετοχές ή άλλα μέσα ιδιοκτησίας που έχουν εκδοθεί από ΑΠΙ που τελεί υπό εξυγίανση, ή

(β) όλα ή οιαδήποτε περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις ΑΠΙ που τελεί υπό εξυγίανση,

σε αγοραστή που δεν είναι μεταβατικό ΑΠΙ, η Κεντρική Τράπεζα προβαίνει σε έγκαιρη εξέταση της αίτησης χορήγησης της άδειας σε συνδυασμό με τη μεταβίβαση.

 

Αξιολόγηση νέων μετόχων ΑΠΙ υπό εξυγίανση κατά την εφαρμογή του μέτρου πώλησης δραστηριοτήτων

17Ζ.-(1) Κατά παρέκκλιση από τα άρθρα 17 έως 17Γ του παρόντος Νόμου και από την απαίτηση που προβλέπεται στο άρθρο 17Δ του παρόντος Νόμου για ενημέρωση προς την Κεντρική Τράπεζα, σε περίπτωση που μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας δυνάμει της εφαρμογής του μέτρου πώλησης δραστηριοτήτων που προβλέπεται στο άρθρο 48 του Νόμου Εξυγίανσης θα κατέληγε σε απόκτηση ή αύξηση ειδικής συμμετοχής σε ΑΠΙ, η Κεντρική Τράπεζα διεξάγει την αξιολόγηση που προβλέπεται στα εν λόγω άρθρα έγκαιρα και κατά τρόπο που δεν καθυστερεί την εφαρμογή του μέτρου πώλησης δραστηριοτήτων και που δεν εμποδίζει την επιτυχία των στόχων εξυγίανσης.

(2) Σε περίπτωση που η Κεντρική Τράπεζα δεν έχει ολοκληρώσει την αξιολόγηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) κατά την ημερομηνία μεταβίβασης των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας στο πλαίσιο της εφαρμογής του μέτρου πώλησης δραστηριοτήτων από την αρχή εξυγίανσης, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις:

(α) H εν λόγω μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας προς τον αγοραστή έχει αμέσως νομική ισχύ·

(β) κατά τη διάρκεια της περιόδου αξιολόγησης και κάθε περιόδου εκποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο (στ), τα δικαιώματα ψήφου του αγοραστή βάσει των εν λόγω μετοχών ή μέσων ιδιοκτησίας αναστέλλονται και εκχωρούνται αποκλειστικά στην αρχή εξυγίανσης·

(γ) κατά τη διάρκεια της περιόδου αξιολόγησης και κάθε περιόδου εκποίησης που προβλέπεται στην παράγραφο (στ), οι κυρώσεις και τα λοιπά μέτρα για παράβαση των απαιτήσεων περί απόκτησης ή εκχώρησης ειδικών συμμετοχών οι οποίες προβλέπονται στα άρθρα 17(8) και (9) και 41Δ και 42Β δεν εφαρμόζονται για την εν λόγω μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας·

(δ) η Κεντρική Τράπεζα, αμέσως μόλις ολοκληρώσει την αξιολόγηση, γνωστοποιεί γραπτώς στην αρχή εξυγίανσης και στον αγοραστή την έγκρισή της ή την σύμφωνα με το άρθρου 17(5) αντίθεσή της στη μεταβίβαση των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας προς τον αγοραστή·

(ε) εάν η Κεντρική Τράπεζα εγκρίνει τη μεταβίβαση των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας προς τον αγοραστή, τα δικαιώματα ψήφου βάσει των εν λόγω μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας θεωρείται ότι έχουν πλήρως εκχωρηθεί στον αγοραστή από το χρονικό σημείο κατά το οποίο η αρχή εξυγίανσης και ο αγοραστής λαμβάνουν την εν λόγω γνωστοποίηση περί έγκρισης·

(στ) εάν η Κεντρική Τράπεζα αντιταχθεί στη μεταβίβαση μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας προς τον αγοραστή, τότε -

(i) τα δικαιώματα ψήφου βάσει αυτών των μετοχών ή άλλων μέσων ιδιοκτησίας όπως προβλέπονται στην παράγραφο (β), παραμένουν σε πλήρη ισχύ · και

(ii) σε περίπτωση που η αρχή εξυγίανσης δυνάμει του άρθρου 48(8)(δ)(ii) του Νόμου Εξυγίανσης απαιτήσει από τον αγοραστή να εκποιήσει αυτές τις μετοχές ή τα άλλα μέσα ιδιοκτησίας εντός συγκεκριμένης περιόδου και ο αγοραστής δεν ολοκληρώσει την εν λόγω εκποίηση εντός αυτής της περιόδου εκποίησης, η Κεντρική Τράπεζα, με τη συγκατάθεση της αρχής εξυγίανσης, δύναται να επιβάλει στον αγοραστή κυρώσεις και άλλα μέτρα για την παράβαση των απαιτήσεων περί απόκτησης ή εκχώρησης ειδικών συμμετοχών που προβλέπονται στα άρθρα 17(8) και (9) και 41Δ και 42Β του παρόντος Νόμου.

(3) Για τους σκοπούς της άσκησης των δικαιωμάτων παροχής υπηρεσιών ή για τους σκοπούς της εγκατάστασής του σε άλλο κράτος-μέλος, σύμφωνα με το άρθρο 10Γ, ο αγοραστής θεωρείται ότι αποτελεί συνέχεια του ΑΠΙ υπό εξυγίανση, και δύναται να συνεχίσει να ασκεί κάθε δικαίωμα το οποίο ασκούσε το ΑΠΙ υπό εξυγίανση όσον αφορά τα μεταβιβαζόμενα περιουσιακά στοιχεία, δικαιώματα ή υποχρεώσεις.

Αξιολόγηση και έγκριση από την Κεντρική Τράπεζα μελών διοικητικών οργάνων, ανώτατων διοικητικών στελεχών και κατόχων καίριων θέσεων

18. (1)(α) Απαγορεύεται σε νομικά πρόσωπα να ενεργούν ως μέλη διοικητικού οργάνου ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, χρηματοδοτικής εταιρείας συμμετοχών ή/και μικτής χρηματοοικονομικής εταιρείας συμμετοχών.

(β) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, ως διορθώθηκε,  απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να ενεργεί ως μέλος διοικητικού οργάνου ή ως ανώτατο διοικητικό στέλεχος ή να κατέχει καίρια θέση ή να συμμετέχει με οποιοδήποτε τρόπο στις συνεδριάσεις διοικητικού οργάνου οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (α), εάν δεν έχει λάβει εκ των προτέρων την έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας:

Nοείται ότι, οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις εμπειρογνωμόνων και διευθυντικών στελεχών της οντότητας που αναφέρεται στην παράγραφο (α) που καλούνται να παρέχουν συμβουλή για συγκεκριμένα θέματα που εξετάζει το διοικητικό όργανο.

(γ) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (β) και τηρουμένων των διατάξεων του περί Πτώχευσης Νόμου και του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου, πρόσωπο το οποίο-

(i) κηρυχτεί σε πτώχευση· ή

(ii) έχει καταδικαστεί σε οποιαδήποτε χώρα για αδίκημα που ενέχει δόλο ή ανεντιμότητα· ή

(iii) έχει καταδικαστεί για αδίκημα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

απαγορεύεται να ενεργεί ως μέλος διοικητικού οργάνου ή ως ανώτατο διοικητικό στέλεχος ή να κατέχει καίρια θέση σε οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου.

(δ) ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία οφείλει  να λάβει εκ των προτέρων την έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας για να προχωρήσει στο διορισμό μέλους στο διοικητικό όργανο θυγατρικού πιστωτικού ιδρύματος που συστάθηκε σε τρίτη χώρα, ανεξαρτήτως των προνοιών που ισχύουν στην τρίτη χώρα.

(2) Σε περίπτωση που, σύμφωνα με αξιολόγηση της Κεντρικής Τράπεζας, οποιοδήποτε μέλος διοικητικού οργάνου, διευθύνων σύμβουλος, ανώτατο διοικητικό στέλεχος ή κάτοχος καίριας θέσης σε οντότητα που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1), δεν είναι ικανό και κατάλληλο πρόσωπο για να συνεχίσει να ενεργεί στην αντίστοιχη θέση, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να διατάξει όπως το πρόσωπο αυτό παύσει να κατέχει τη θέση.

(3) Για να καθορίσει κατά πόσο ένα άτομο είναι ικανό και κατάλληλο πρόσωπο για να κατέχει θέση μέλους διοικητικού οργάνου, διευθύνων συμβούλου, ανώτατου διοικητικού στελέχους ή για να είναι κάτοχος καίριας θέσης, η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει υπόψη την ακεραιότητα του, την ικανότητα και ευθυκρισία του για την εκπλήρωση  των υποχρεώσεων της  θέσης, την επιμέλεια, με την οποία εκπληρώνει ή είναι πιθανό να εκπληρώνει αυτές τις υποχρεώσεις και, κατά πόσο τα συμφέροντα των καταθετών ή πιθανών καταθετών του ΑΠΙ απειλούνται ή πιθανό να απειληθούν κατά οποιοδήποτε τρόπο με το να κατέχει τη θέση αυτή. Περαιτέρω, η Κεντρική Τράπεζα δεν θεωρεί ότι ένα πρόσωπο είναι ικανό και κατάλληλο για να ενεργεί ως μέλος διοικητικού οργάνου, διευθύνων σύμβουλος ή ανώτατο διοικητικό στέλεχος ή κάτοχος καίριας θέσης ΑΠΙ, εάν το πρόσωπο αυτό δεν έχει την απαιτούμενη εντιμότητα ή επαρκή πείρα για να κατέχει οποιαδήποτε από τις πιο πάνω θέσεις.

(4) Η διαδικασία αξιολόγησης, καθώς και τα κριτήρια ικανότητας και καταλληλότητας των μελών του διοικητικού οργάνου, των ανώτατων διοικητικών στελεχών και των κατόχων καίριων θέσεων καθορίζονται στην περί της Αξιολόγησης της Ικανότητας και Καταλληλότητας Μελών Διοικητικού Οργάνου και Διευθυντών των Αδειοδοτημένων Πιστωτικών Ιδρυμάτων Οδηγία του 2014.