ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Σύναψης Καταναλωτικών Συμβάσεων Εκτός Εμπορικού Καταστήματος Νόμος του 2000.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-

“αγαθά” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 2 των περί Πώλησης Αγαθών Νόμων του 1994 μέχρι 1999~

“αποκτώ” περιλαμβάνει και τα ρήματα “αγοράζω” και “μισθώνω” με όλες τις γραμματικές παραλλαγές τους~

“Δικαστήριο” σημαίνει τον Πρόεδρο ή Ανώτερο Επαρχιακό Δικαστή οποιουδήποτε Επαρχιακού Δικαστηρίου~

“έμπορος” σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο, κατά τις συναλλαγές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ενεργεί με την εμπορική ή επαγγελματική του ιδιότητα είτε το ίδιο προσωπικά είτε μέσω άλλου.

“Εντεταλμένη Υπηρεσία” σημαίνει την Υπηρεσία Ανταγωνισμού και Προστασίας Καταναλωτών του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού ή τέτοια άλλη υπηρεσία που θα επιφορτιστεί από τον Υπουργό με την κατά καιρούς άσκηση των καθηκόντων που ανατίθενται στην Εντεταλμένη Υπηρεσία δυνάμει του παρόντος Νόμου~

“καταναλωτής” είναι το φυσικό πρόσωπο το οποίο, κατά τις συναλλαγές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, επιδιώκει σκοπούς που μπορούν να θεωρηθούν άσχετοι με την εμπορική ή επαγγελματική του δραστηριότητα~

“μερική ανταλλαγή αγαθών” αναφορικά με οποιαδήποτε σύμβαση που συνάπτεται εκτός εμπορικού καταστήματος, σημαίνει αγαθά, τα οποία αποτελούν περιουσία του καταναλωτή και τα οποία έχουν προσφερθεί προς τον έμπορο και έγιναν αποδεκτά από αυτόν σε αξία, η οποία συμφωνήθηκε με τον καταναλωτή για τους σκοπούς της σύμβασης, έναντι μερικής πληρωμής της αξίας των αγαθών ή υπηρεσιών που προμηθεύονται από αυτόν με βάση τη σύμβαση~

“παρακίνηση από τον έμπορο” αναφορικά με οποιαδήποτε συμφωνία για παροχή πίστωσης σε καταναλωτή, σημαίνει ότι ο έμπορος ή άλλο πρόσωπο, που ενεργεί εκ μέρους ή κατά παράκληση του, έχει παραχωρήσει πίστωση ή έχει προτείνει ή διευθετήσει επαφή μεταξύ του καταναλωτή και του προσώπου που παραχωρεί την πίστωση για σκοπούς διαπραγμάτευσης της παροχής της εν λόγω πίστωσης~

“υπηρεσίες” σημαίνει την επί κέρδει ή επ’ αμοιβή ανάληψη και εκτέλεση υποχρεώσεων για οποιοδήποτε θέμα, εκτός από την παραγωγή ή προμήθεια αγαθών, αλλά~ δεν περιλαμβάνει την παροχή υπηρεσιών προς εργοδότη δυνάμει σύμβασης εργοδότησης~

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού~

Πεδίο εφαρμογής

3.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στις συμβάσεις παροχής αγαθών ή υπηρεσιών από ένα έμπορο προς ένα καταναλωτή, οι οποίες συνάπτονται-

(α) Κατά τη διάρκεια εκδρομής που οργανώνεται από τον έμπορο εκτός εμπορικού καταστήματος~ ή

(β) κατά τη διάρκεια επίσκεψης του εμπόρου-

(i) στο σπίτι του ίδιου ή άλλου καταναλωτή,

(ii) στον τύπο εργασίας του καταναλωτή,

(iii) σε οποιοδήποτε άλλο χώρο,

όταν η επίσκεψη δε γίνεται μετά από ρητή πρόσκληση του καταναλωτή, ή όταν, παρόλο ότι η επίσκεψη γίνεται μετά από ρητή πρόσκληση του καταναλωτή για παροχή συγκεκριμένων αγαθών ή υπηρεσιών, η σύμβαση αφορά αγαθά ή υπηρεσίες άλλες από εκείνες για τις οποίες είχε ζητηθεί η επίσκεψη κατά το χρόνο της πρόσκλησης και ο καταναλωτής δε γνώριζε ούτε ήταν εύλογα δυνατό να γνωρίζει ότι οι εμπορικές δραστηριότητες του εμπόρου περιλάμβαναν τα αγαθά ή τις υπηρεσίες που αποτέλεσαν το αντικείμενο της σύμβασης, ή

(γ) μετά από προσφορά, που υπέβαλε ο καταναλωτής υπό συνθήκες ανάλογες με τις συνθήκες των παραγράφων (α) ή (β) πιο πάνω, έστω και αν η υποβολή της προσφοράς δε δέσμευε τον καταναλωτή μέχρι την αποδοχή της από τον έμπορο.

(2) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται επίσης στις προσφορές για σκοπούς σύναψης σύμβασης, τις οποίες υποβάλλει ο καταναλωτής υπό συνθήκες ανάλογες με τις συνθήκες των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (1), εφόσον ο καταναλωτής δεσμεύεται από την προσφορά του.

Εξαιρούμενες συμβάσεις

4. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 3, ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται στις-

(α) Συμβάσεις για την κατασκευή, πώληση ή μίσθωση ακινήτων ή στις συμβάσεις, που αφορούν άλλα δικαιώματα σχετικά με ακίνητα:

Νοείται ότι οι συμβάσεις για την παράδοση αγαθών και την ενσωμάτωση τους σε ακίνητα ή οι συμβάσεις για την επισκευή ακινήτων εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου~

(β) συμβάσεις πώλησης τροφίμων, ποτών ή άλλων αγαθών, που προορίζονται για καθημερινή οικιακή κατανάλωση και προμηθεύονται σε καταναλωτή από έμπορο κατά τη διάρκεια τακτικών επισκέψεων του, που γίνονται σε τόπους άλλους από τον τόπο της διεξαγωγής των εργασιών του~

(γ) συμβάσεις για την παροχή αγαθών ή υπηρεσιών, που ικανοποιούν σωρευτικά τους ακόλουθους όρους:

(i) η σύμβαση συνάπτεται βάσει καταλόγου του εμπόρου, τον οποίο ο καταναλωτής είχε την ευκαιρία να συμβουλευτεί χωρίς να είναι παρών ο έμπορος ή ο αντιπρόσωπος του~

(ii) προβλέπεται η εξακολούθηση της επαφής ανάμεσα στον έμπορο ή στον αντιπρόσωπο του και στον καταναλωτή όσον αφορά τη συγκεκριμένη ή άλλη μεταγενέστερη συναλλαγή~

(iii) τόσο ο κατάλογος όσο και η σύμβαση πληροφορούν με σαφήνεια τον καταναλωτή ότι έχει το δικαίωμα να επιστρέψει τα αγαθά στον έμπορο ή στον αντιπρόσωπο του ή να τερματίσει τη σύμβαση μέσα σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των δεκατεσσάρων ημερών από την επομένη της ημέρας της σύναψης της σύμβασης, ή της εκπλήρωσης της συμφωνηθείσας παροχής του εμπόρου, οποιαδήποτε απ’ αυτές ήθελε είναι η μεταγενέστερη, χωρίς να υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη άλλη από την ευθύνη να επιδείξει εύλογη φροντίδα για τα αγαθά που τυχόν παρέλαβε με βάση τη σύμβαση, ενόσω αυτά τελούν υπό την κατοχή του~

(δ) ασφαλιστικές συμβάσεις~ και

(ε) συμβάσεις σχετικές με κινητές αξίες.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΡΥΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΑΠΤΟΝΤΑΙ ΕΚΤΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΟΣ
Σχετική ακυρότητα συμβάσεων

5. Καμιά σύμβαση παροχής αγαθών ή υπηρεσιών, στην οποία εφαρμόζεται ο παρών Νόμος και η οποία δεν εξαιρείται δυνάμει του άρθρου 4, δεν είναι εκτελεστή έναντι του καταναλωτή, εκτός αν ο έμπορος ή ο αντιπρόσωπος του εμπόρου μεριμνήσει ώστε η σύμβαση να διατυπωθεί γραπτώς και να-

(α) Αναφέρει την ημερομηνία της σύμβασης, το όνομα, το τηλέφωνο και τη διεύθυνση του εμπόρου με εμφανή και ευανάγνωστο τρόπο,

(β) περιγράφει λεπτομερώς τα προσφερόμενα αγαθά και/ή τις υπηρεσίες,

(γ) αναφέρει ως ουσιώδη όρο της σύμβασης, με εμφανή και ευανάγνωστο τρόπο, ότι ο καταναλωτής δύναται να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση με ειδοποίηση που δίδεται εγγράφως, εντός δεκατεσσάρων ημερών από την επομένη της ημέρας της σύναψης της σύμβασης ή της εκπλήρωσης της συμφωνηθείσας παροχής του εμπόρου, οποιαδήποτε απ’ αυτές ήθελε είναι η μεταγενέστερη, χωρίς να υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη άλλη από την ευθύνη να επιδείξει εύλογη φροντίδα για τα αγαθά, που τυχόν παρέλαβε δυνάμει της σύμβασης, ενόσω αυτά τελούν υπό την κατοχή του,

(δ) συνοδεύεται από τον τύπο υπαναχώρησης όπως αυτός εκτίθεται στο Παράρτημα του παρόντος Νόμου,

(ε) ορίζει ρητά το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου προς το οποίο δύναται να δοθεί η ειδοποίηση υπαναχώρησης,

(στ) όπου είναι δυνατό, προσδιορίζει τα αγαθά, τα οποία προσφέρονται για μερική ανταλλαγή και καθορίζει την αξία αυτών για τους σκοπούς της σύμβασης~ και

(ζ) υπογράφεται από τον έμπορο και τον καταναλωτή.

Εκπλήρωση της σύμβασης

6.-(1) Εκτός αν άλλως τα μέρη συμφωνήσουν, ο έμπορος οφείλει να εκπληρώσει τη σύμβαση εντός προθεσμίας δεκατεσσάρων ημερών από την επομένη της ημέρας της σύναψης της σύμβασης.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία ο έμπορος αδυνατεί να πληρώσει την προβλεπόμενη από τη σύμβαση παροχή του για οποιοδήποτε λόγο, τότε αυτός υποχρεούται αμελλητί να ενημερώσει σχετικά τον καταναλωτή προς τον οποίο οφείλει να επιστρέψει εντός δεκατεσσάρων ημερών από την επομένη της ημέρας της σύναψης της σύμβασης οποιοδήποτε ποσό είχε εισπράξει σε σχέση με τη σύμβαση αυτή.

Υποχρέωση των εμπόρων να πληροφορούν τους καταναλωτές για το δικαίωμα τους να υπαναχωρήσουν

7.-(1) Ο έμπορος οφείλει, επιπρόσθετα προς την υποχρέωση συμμόρφωσης του με τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του άρθρου 5, να πληροφορεί με χωριστή γραπτή υπόμνηση τους καταναλωτές σχετικά με το δικαίωμα τους να υπαναχωρήσουν από τη σύμβαση μέσα στο χρονικό διάστημα που ορίζει το άρθρο 8, και να τους γνωστοποιεί το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου έναντι του οποίου μπορεί να ασκηθεί το δικαίωμα αυτό.

(2) Η υπόμνηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) πρέπει να φέρει ημερομηνία και να αναφέρει τα χαρακτηριστικά στοιχεία που επιτρέπουν να αναγνωρίζεται η συγκεκριμένη σύμβαση. Ο έμπορος μεριμνά ώστε η υπόμνηση αυτή να παραδίδεται στον καταναλωτή-

(α) Σε περιπτώσεις συμβάσεων που εμπίπτουν στις παραγράφους (α) ή (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 3, εξαιρουμένων των συμβάσεων που συνάπτονται μετά από ρητή πρόσκληση του καταναλωτή και αφορούν αγαθά ή υπηρεσίες άλλες από εκείνες για τις οποίες ζητήθηκε η πρόσκληση, κατά τη σύναψη της σύμβασης~

(β) στις περιπτώσεις συμβάσεων που εξαιρούνται από την πιο πάνω παράγραφο (α), το αργότερο κατά τη σύναψη της σύμβασης~ και

(γ) στις περιπτώσεις συμβάσεων που εμπίπτουν στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) ή στο εδάφιο (2) του άρθρου 3, όταν ο καταναλωτής υποβάλλει την προσφορά του.

Υπαναχώρηση

8.-(1) Ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να υπαναχωρήσει μονομερώς από τη συμβατική του δέσμευση αποστέλλοντας γραπτή ειδοποίηση μέσα σε προθεσμία δεκατεσσάρων ημερών από την επομένη της ημέρας της σύναψης της σύμβασης ή της εκπλήρωσης της συμφωνηθείσας παροχής του εμπόρου, οποιαδήποτε απ’ αυτές ήθελε είναι η μεταγενέστερη, εκτός αν στη σύμβαση προβλέπεται μεγαλύτερη προθεσμία.

(2) Η ειδοποίηση που αποστέλλεται από τον καταναλωτή στον έμπορο για σκοπούς υπαναχώρησης από τη σύμβαση δυνάμει του παρόντος Νόμου θα αναφέρει-

(α) Ότι ο καταναλωτής έχει αποφασίσει να υπαναχωρήσει από τη σύμβαση,

(β) την ημερομηνία που δίδεται η ειδοποίηση,

(γ) το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου προς το οποίο δίδεται η ειδοποίηση, σύμφωνα με αυτά που αναφέρονται στη σύμβαση.

(3) Η ειδοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δύναται να δοθεί κατά τον τύπο υπαναχώρησης που συνοδεύει τη σύμβαση ή άλλο γραπτό τύπο που ικανοποιεί τις απαιτήσεις του εδαφίου (1).

(4) Η ειδοποίηση υπαναχώρησης η οποία αποστέλλεται μέσω του ταχυδρομείου θεωρείται ότι δίδεται κατά το χρόνο της ταχυδρόμησης, ανεξάρτητα αν αυτή έχει παραληφθεί ή όχι.

(5) Η αποστολή της ειδοποίησης έχει ως συνέπεια την απαλλαγή του καταναλωτή από κάθε υποχρέωση, που απορρέει από τη ματαιωθείσα σύμβαση, εκτός από την ευθύνη να επιδείξει εύλογη φροντίδα για τα αγαθά που τυχόν παρέλαβε με βάση τη σύμβαση, ενόσω αυτά τελούν υπό την κατοχή του.

Επιστροφή πληρωμών κ.λ.π.

9.-(1) Όταν σύμβαση ματαιωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8, οποιοδήποτε ποσό καταβλήθηκε από ή εκ μέρους του καταναλωτή επί τη βάσει ή τη προόψει της σύμβασης αυτής ή οποιασδήποτε συμφωνίας παροχής πίστωσης, που σχετίζεται με αυτή υπό τις περιστάσεις που περιγράφονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 10 καθίσταται αμέσως επιστρεπτέο.

(2) Αν αγαθά περιήλθαν στην κατοχή του καταναλωτή με βάση τους όρους της ματαιωθείσας σύμβασης, ο καταναλωτής θα έχει δικαίωμα επίσχεσης των αγαθών για οποιοδήποτε ποσό είναι επιστρεπτέο σε αυτόν δυνάμει του εδαφίου (1).

(3) Όταν δοθεί οποιαδήποτε εξασφάλιση σε σχέση με τη ματαιωθείσα σύμβαση, η εξασφάλιση αυτή θα θεωρείται, στην έκταση που δόθηκε, ότι ουδέποτε είχε δοθεί και οποιαδήποτε περιουσία δόθηκε στον έμπορο αποκλειστικά για τους σκοπούς της πιο πάνω εξασφάλισης επιστρέφεται αμέσως στον καταναλωτή.

Ματαίωση συμφωνιών παροχής πιστώσεων

10.-(1) Όταν ματαιώνεται σύμβαση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 8 και ο καταναλωτής έχει συμφωνήσει, με την παρακίνηση του εμπόρου πριν από τη ματαίωση της σύμβασης, να επωφεληθεί πιστώσεων, που παραχωρήθηκαν από τον έμπορο ή από τρίτο πρόσωπο με σκοπό να πληρωθεί η αξία των εν λόγω αγαθών ή υπηρεσιών ή μέρος αυτής, περιλαμβανομένων οποιωνδήποτε πρόσθετων εξόδων για την παροχή τους, τότε ανεξάρτητα αν η συμφωνία παροχής πίστωσης περιλαμβάνεται στη σύμβαση ή αποτελεί το αντικείμενο χωριστής σύμβασης και ανεξάρτητα αν η συμφωνία παροχής πίστωσης καθορίζει ή όχι το σκοπό της παρεχόμενης πίστωσης, η συμφωνία παροχής πίστωσης θεωρείται ότι έχει ματαιωθεί μαζί με τη ματαίωση της σύμβασης και ο καταναλωτής δε θα υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη αναφορικά με τη συμφωνία παροχής πίστωσης, τηρουμένων των διατάξεων που αναφέρονται στο εδάφιο (2).

(2) Όταν, υπό τις περιστάσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), έχει καταβληθεί οποιοδήποτε ποσό από το πρόσωπο, που παραχώρησε πίστωση στον έμπορο ή στον καταναλωτή δυνάμει συμφωνίας παροχής πίστωσης, το ποσό αυτό επιστρέφεται αμέσως, και αν πριν από την επιστροφή παρήλθε οποιαδήποτε χρονική περίοδος από το χρόνο κατά τον οποίο δόθηκε η ειδοποίηση ματαίωσης της σύμβασης, ο έμπορος, ή ανάλογα με την περίπτωση, ο καταναλωτής θα υπέχει ευθύνη προς καταβολή τόκου επί του ποσού που πληρώθηκε, και ο τόκος αυτός θα υπολογίζεται για την περίοδο αυτή με επιτόκιο που θα ίσχυε δυνάμει των όρων της συμφωνίας παροχής πίστωσης.

Επιστροφή αγαθών μετά τη ματαίωση της σύμβασης

11.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, καταναλωτής ο οποίος, πριν από τη ματαίωση της σύμβασης κατά την άσκηση του δικαιώματος του δυνάμει του άρθρου 8, απέκτησε την κατοχή αγαθών δυνάμει της σύμβασης υποχρεούται, υπό την επιφύλαξη τυχόν δικαιώματος επίσχεσης, άμα τη ματαιώσει να επιστρέψει τα αγαθά στον έμπορο και στο μεταξύ να τα έχει στην κατοχή του επιδεικνύοντας εύλογη φροντίδα γι’ αυτά.

(2) Ο καταναλωτής δεν έχει καθήκον να επιστρέψει-

(α) Αγαθά που αλλοιώνονται~

(β) αγαθά τα οποία λόγω της φύσης τους καταναλίσκονται από τη χρήση τους και τα οποία, πριν από τη ματαίωση της σύμβασης, έχουν με αυτό τον τρόπο καταναλωθεί~

(γ) αγαθά που προμηθεύονται προς αντιμετώπιση επείγουσας ανάγκης~ ή

(δ) αγαθά τα οποία, πριν από τη ματαίωση, ενσωματώθηκαν σε κινητή ή ακίνητη περιουσία, η οποία δεν αποτελεί μέρος της σύμβασης που ματαιώθηκε. Αλλά έχει καθήκον να καταβάλει την εύλογη αξία για την παροχή των αγαθών και την παροχή οποιωνδήποτε υπηρεσιών που έχουν σχέση με την παροχή των αγαθών πριν από τη ματαίωση της σύμβασης.

(3) Ο καταναλωτής δεν υπέχει υποχρέωση να παραδώσει τα αγαθά σε υποστατικά άλλα από τα δικά του και μόνο κατόπιν γραπτού αιτήματος που υπογράφεται είτε πριν είτε κατά το χρόνο παραλαβής των αγαθών από τα υποστατικά αυτά.

(4) Αν ο καταναλωτής-

(α) Παραδώσει τα αγαθά (είτε στα δικά του υποστατικά ή αλλού) σε οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο δύναται να επιδοθεί ειδοποίηση ματαίωσης της σύμβασης δυνάμει του άρθρου 8, ή

(β) επιστρέφει τα αγαθά με δικά του έξοδα στο πρόσωπο που αναφέρεται στην παράγραφο (α),

απαλλάσσεται από την υποχρέωση να έχει στην κατοχή του τα αγαθά ή να τα επιστρέψει στον έμπορο.

(5) Όταν ο καταναλωτής παραδώσει τα αγαθά κατά τον τρόπο που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (4), τότε η υποχρέωση του να επιδείξει φροντίδα για τα αγαθά παύει να υφίσταται και αν στείλει τα αγαθά κατά τον τρόπο που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (4), υποχρεούται να επιδείξει εύλογη φροντίδα και να λάβει μέτρα ώστε αυτά να παραληφθούν από τον έμπορο και να μην υποστούν ζημιά κατά τη μεταφορά, αλλά κατά τα λοιπά η υποχρέωση του να επιδείξει φροντίδα για τα αγαθά παύει να υφίσταται από τη στιγμή της αποστολής.

(6) Όταν κατά τη διάρκεια περιόδου είκοσι μιας ημερών μετά τη ματαίωση, ο καταναλωτής λαμβάνει το αίτημα που αναφέρεται στο εδάφιο (3) και αρνείται ή παραλείπει αδικαιολόγητα να συμμορφωθεί προς αυτό, η υποχρέωση του να διατηρήσει στην κατοχή του και να επιδείξει εύλογη φροντίδα για τα αγαθά συνεχίζεται μέχρις ότου παραδώσει ή επιστρέψει τα αγαθά κατά τον τρόπο που αναφέρεται στο εδάφιο (4), αλλά αν εντός της περιόδου αυτής δε λάβει τέτοιο αίτημα η υποχρέωση του να επιδείξει εύλογη φροντίδα για τα αγαθά παύει να υφίσταται μετά το πέρας της περιόδου αυτής.

(7) Σε περίπτωση κατά την οποία μετά τη λήξη περαιτέρω περιόδου είκοσι μιας ημερών μετά την περίοδο την αναφερόμενη στο εδάφιο (6), ο καταναλωτής δε λάβει το αίτημα σύμφωνα με το εδάφιο (3), τότε αυτός δύναται να χρησιμοποιήσει, χειριστεί ή διαθέσει τα αγαθά ως να ήταν δωρεά προς αυτόν άνευ όρων και οποιαδήποτε δικαιώματα του εμπόρου πάνω στα αγαθά εξαλείφονται.

(8) Στην περίπτωση όπου παρασχέθηκε οποιαδήποτε εξασφάλιση σε σχέση με ματαιωθείσα σύμβαση, η υποχρέωση που επιβάλλεται στον καταναλωτή από το εδάφιο (1) δεν ενεργοποιείται προτού ο έμπορος εκπληρώσει οποιοδήποτε καθήκον που του επιβάλλεται δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 9.

Μερική ανταλλαγή αγαθών

12.-(1) Όταν σύμβαση προνοεί ότι ο έμπορος δύναται να αποδεχτεί μερική ανταλλαγή αγαθών και τα αγαθά αυτά έχουν παραδοθεί, σε αυτόν, τότε μετά τη ματαίωση της σύμβασης, ο έμπορος υποχρεούται, πριν από τη λήξη περιόδου δέκα ημερών από την ημέρα ματαίωσης της σύμβασης, να επιστρέψει τα αγαθά αυτά στον καταναλωτή στην ίδια κατάσταση (περιλαμβανομένης, όπου εφαρμόζεται, της ίδιας κατάστασης λειτουργίας) στην οποία αυτά ευρίσκοντο, και στα υποστατικά στα οποία ευρίσκοντο αμέσως πριν παραδοθούν στον έμπορο.

(2) Σε περίπτωση αντικειμενικής αδυναμίας του εμπόρου να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (1), ο καταναλωτής οφείλει να αποδεχθεί αντί της επιστροφής των αγαθών που δόθηκαν ως μερική ανταλλαγή ποσό ίσο προς τη συμφωνηθείσα αξία της μερικής ανταλλαγής, ή, σε περίπτωση μη ρητής αναφοράς στη ματαιωθείσα σύμβαση της αξίας αυτής, εύλογο ποσό.

(3) Όταν μετά τη ματαίωση σύμβασης που προνοεί μερική ανταλλαγή αγαθών, ο καταναλωτής έχει στην κατοχή του αγαθά που παρασχέθηκαν σε αυτόν βάσει της εν λόγω σύμβασης, αυτός έχει δικαίωμα επίσχεσης πάνω στα αγαθά αυτά μέχρις ότου ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του εδαφίου (1) ή ικανοποιηθούν με πληρωμή από τον έμπορο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2).

(4) Όταν μετά τη λήξη περιόδου είκοσι μιας ημερών από την ημερομηνία ματαίωσης σύμβασης, που προνοεί μερική ανταλλαγή αγαθών, οι απαιτήσεις του εδαφίου (1) δεν εκπληρωθούν ή δεν ικανοποιηθούν με πληρωμή από τον έμπορο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2), τότε ο καταναλωτής έχει το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε από τα αγαθά πάνω στα οποία έχει δικαίωμα επίσχεσης δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) για οποιοδήποτε σκοπό για τον οποίο τα αγαθά αυτά συνήθως χρησιμοποιούνται.

(5) Όταν μετά τη λήξη περαιτέρω περιόδου είκοσι μιας ημερών πέραν από αυτή που αναφέρεται στο εδάφιο (4), ο καταναλωτής εξακολουθεί για το λόγο που αναφέρεται στο εδάφιο (3) να έχει δικαίωμα επίσχεσης πάνω σε οποιαδήποτε αγαθά, τότε αυτός δύναται να χρησιμοποιήσει, χειριστεί ή διαθέσει τα αγαθά αυτά ως να αποτελούσαν δωρεά προς αυτόν άνευ όρων και οποιοδήποτε δικαίωμα του εμπόρου πάνω στα αγαθά αυτά εξαλείφεται.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ ΜΕΣΩ ΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ
Εξέταση παραβάσεων και επιβολή ποινών

13.-(1) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία εξετά ζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή και αυτεπάγγελτα, παραβάσεις οποιασ δήποτε απαγορευτικής ή προστατευτικής των καταναλωτών διάταξης του παρό ντος Νόμου.

(2) Όταν η Εντεταλμένη Υπηρεσία κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου διερεύνηση παραπόνου ή και αυτεπάγγελτης έρευνας, διαπιστώσει παράβαση οποιασδή ποτε προστατευτικής των καταναλωτών διά ταξης του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία να προβαίνει στις πιο κάτω ενέρ γειες, ανάλογα με τη φύση και τη βαρύτητα της παράβασης, είτε διαζευκτικά είτε σωρευτικά:

(α) Να διατάσσει ή να συστήνει στον ενδιαφερόμενο παραβάτη όπως μέσα σε τακτή προθεσμία τερματίσει την παράβαση και αποφύγει επανά ληψή της στο μέλλον ή σε περίπτωση που η παράβαση τερματίστηκε πριν από την έκδοση της απόφασης της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, να βεβαιώνει με απόφασή της τον τερματισμό της παράβασης, ή/ και

(β) να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, μέχρι και ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€85,000), ή/και

(γ) να αποφασίζει, σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης, ότι θα οφείλε ται διοικητικό πρόστιμο από ογδόντα πέντε μέχρι και οκτακόσια πενήντα ευρώ (€85-€850), για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα με τη φύση και τη βαρύτητα αυτής, ή/και

(δ) να ζητεί με αίτησή της προς το Δικαστήριο την έκδοση απαγορευτι κού ή προστακτικού διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον οποιουδήποτε προσώπου το οποίο, κατά την κρίση της ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 του παρόντος Νόμου.

(3) Κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) διερεύνηση οποιασδήποτε παράβασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη της οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης που παρέχεται έναντι του καταναλωτή από τον παραβάτη ή εκ μέρους του παραβάτη, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής.

(4) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία οφείλει να αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της σε σχέση με την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.

Επιβολή διοικητικών προστίμων και άσκηση ιεραρχικής προσφυγής

13Α.-(1) Τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 13 επιβαλλόμενα διοικητικά πρόστιμα, επιβάλλονται στον παραβάτη, με αιτιολογημένη απόφαση της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακου στεί προφορικώς ή/και γραπτώς.

(2) Κατά της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη.

(3)  Ο Υπουργός εξετάζει την ιεραρχική προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερόμενους ή δώσει την ευκαιρία σ’ αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους, αποφασίζει σύμφωνα με το εδάφιο (4) του παρόντος άρθρου.

(4)  Ο Υπουργός δύναται να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:

(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση,

(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.

(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Εντεταλμένη Υπηρεσία όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, προθεσμία των εβδομήντα πέντε ημερών, η οποία αρχίζει να μετράται από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου ή, σε περίπτωση που ασκείται ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με το εδάφιο (2)  του παρόντος άρθρου, από την επίδοση της απόφασης του Υπουργού επί της ιεραρχικής προσφυγής εναντίον της απόφασης της Εντεταλμένης Υπηρεσίας.

(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής των κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενων από την Εντεταλμένη Υπηρεσία διοικητικών προστίμων, αυτή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττεται το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.

Επίδοση της απόφασης

13Β.-(1)  Κάθε απόφαση της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ή του Υπουργού δυνάμει του παρόντος Νόμου,  δύναται να επιδοθεί σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο–

(α) με ιδιόχειρη παράδοση ή με την άφεση της απόφασης ή με την αποστολή της απόφασης διά συστημένου ταχυδρομείου στην προσήκουσα διεύθυνση, ή

(β)  αν το πρόσωπο αυτό είναι νομικό πρόσωπο, με επίδοση της απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο (α) στο γραμματέα ή στο διευθυντή ή σ’ οποιοδήποτε διευθύνοντα σύμβουλο, ή

(γ) αν πρόκειται για ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, με  επίδοση του εγγράφου σύμφωνα  με την παράγραφο (α) σ’ έναν από τους εταίρους ή σε πρόσωπο το οποίο έχει τον έλεγχο ή τη διεύθυνση  των εργασιών  της εταιρείας αυτής.

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), η προσήκουσα διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου στο οποίο μπορεί να επιδοθεί απόφαση δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι η τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού, εξαιρουμένων των επόμενων περιπτώσεων:

(α) στην περίπτωση επίδοσης σε νομικό πρόσωπο ή στο γραμματέα ή στο διευθυντή ή στο διευθύνοντα σύμβουλό του, η προσήκουσα διεύθυνση θα είναι η διεύθυνση του εγγεγραμμένου ή του κεντρικού γραφείου του νομικού προσώπου·

(β) στην περίπτωση επίδοσης σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη ή σε εταίρο ή σε πρόσωπο το οποίο έχει τον έλεγχο ή τη διεύθυνση των εργασιών της εταιρείας αυτής, η προσήκουσα διεύθυνση θα είναι το κεντρικό γραφείο της εταιρείας αυτής.

(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), το κεντρικό γραφείο ενός νομικού προσώπου εγγεγραμμένου εκτός της Δημοκρατίας ή μιας ομόρρυθμης ή ετερόρρυθμης εταιρείας, η οποία  διεξάγει εργασία εκτός της Δημοκρατίας, θα είναι το κεντρικό γραφείο αυτής στη Δημοκρατία, αν υπάρχει τέτοιο γραφείο και σε αντίθετη περίπτωση, το κεντρικό γραφείο αυτής στη χώρα όπου το νομικό πρόσωπο ή η ομόρρυθμη ή η ετερόρρυθμη εταιρεία εδρεύει.

Διοικητικές αρχές. Τεκμηρίωση ισχυρισμών.

13Γ. Κατά την εκδίκαση των ιεραρχικών προσφυγών, που προβλέπονται στο άρθρο 13Α, ο Υπουργός δύναται:

(α) να ζητά από τον εμπορευόμενο να προσκομίσει, μέσα σε εύλογο υπό τις περιστάσεις χρονικό διάστημα, αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών που αναφέρονται σε μια εμπορική πρακτική, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο, επί τη βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης και λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του εμπορευόμενου και των λοιπών επηρεαζομένων ή/και

(β) να θεωρεί ανακριβείς τους πραγματικούς ισχυρισμούς, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται σύμφωνα με την παράγραφο (α) δεν προσκομιστούν έγκαιρα ή θεωρηθούν ανεπαρκή από τον Υπουργό.

Έκδοση διαταγμάτων

14.-(1) Το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αίτηση δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 13 έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, των περί Δικαστηρίων Νόμων και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, να εκδώσει απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να διατάσσει-

(α) Την άμεση παύση και/ή μη επανάληψη της γενομένης παράβασης~ και/ή

(β) την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, μέτρων προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιούργησε η περί ης η αίτηση παράβαση~ και/ή

(γ) τη δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου ή τη δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης με σκοπό την εξάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της περί ης η αίτηση παράβασης~ και/ή

(δ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο που ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.

(2) Το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (1) δύναται να αφορά όχι μόνο στις συγκεκριμένες πράξεις ή συμπεριφορά του καθ’ ου η αίτηση έναντι συγκεκριμένου καταναλωτή, αλλά και σε παρόμοιες μελλοντικές πράξεις ή συμπεριφορά αυτού έναντι των καταναλωτών γενικά.

Δικαίωμα προσφυγής στο Δικαστήριο από οργανισμούς ή συνδέσμους προστασίας καταναλωτών

15. [Διαγράφηκε]
Εξουσία Εντεταλμένης Υπηρεσίας για διάδοση πληροφοριών

16. Η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται να μεριμνήσει για τη διάδοση τέτοιων πληροφοριών και συμβουλών, περιλαμβανομένων διαταγμάτων του Δικαστηρίου, αναφορικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, τις οποίες αυτή θεωρεί χρήσιμες για την εξυπηρέτηση του κοινού, καθώς και όλων των προσώπων που ενδεχομένως επηρεάζονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

Ευθύνη αξιωματούχων, υπαλλήλων κλπ., νομικών προσώπων

16Α. Όταν οποιαδήποτε παράβαση δυνάμει του  παρόντος  Νόμου διαπράττεται από νομικό πρόσωπο ή από πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους νομικού προσώπου και αποδεικνύεται ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση, συνενοχή ή έγκριση ή έχει διευκολυνθεί από την επιδειχθείσα αμέλεια συμβούλου, διευθυντή, γραμματέα ή οποιουδήποτε άλλου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή υπαλλήλου ή οποιουδήποτε άλλου φυσικού προσώπου που φαίνεται ότι ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα, το φυσικό αυτό πρόσωπο είναι επίσης ένοχο της προαναφερθείσας παράβασης.

ΜΕΡΟΣ IV ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Σύγκρουση συμβατικών όρων με τις πρόνοιες του Νόμου

17. Όρος ο οποίος περιέχεται σε σύμβαση για την οποία εφαρμόζεται ο παρών Νόμος είναι άκυρος στην έκταση που συγκρούεται ή είναι ασυμβίβαστος με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου σχετικά με την προστασία του καταναλωτή.

(2) Όταν οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου καθορίζει το καθήκον ή την υποχρέωση του καταναλωτή κάτω από ορισμένες περιστάσεις, τότε οποιοσδήποτε όρος που περιέχεται σε σύμβαση για την οποία εφαρμόζεται ο παρών Νόμος είναι ασυμβίβαστος με την εν λόγω διάταξη, αν ο όρος αυτός τείνει ή επιδιώκει να επιβάλει, άμεσα ή έμμεσα, οποιοδήποτε πρόσθετο καθήκον ή υποχρέωση στον καταναλωτή κάτω από τις περιστάσεις αυτές.

Αναγκαστικός χαρακτήρας των διατάξεων

18. Οποιαδήποτε παραίτηση του καταναλωτή από τα δικαιώματα που του παρέχονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου είναι άκυρη.

Κατάργηση

19. Οι περί Απροσκλήτου Προσφοράς Αγαθών και Υπρεσιών Νόμοι του 1994 και 1995 καταργούνται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Άρθρο 5(δ))

ΤΥΠΟΣ ΥΠΑΝΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΩΛΗΣΗΣ

(συμπληρώστε και επιστρέψετε τον τύπο αυτό ΜΟΝΟ ΑΝ

ΕΠΙΘΥΜΕΙΤΕ ΝΑ ΜΑΤΑΙΩΣΕΤΕ ΤΗ ΣΥΜΒΑΣΗ)

ΠΡΟΣ: (Ο έμπορος να γράψει το όνομα και τη διεύθυνση του προσώπου προς το οποίο δύναται να δοθεί η ειδοποίηση).

 

Εγώ/Εμείς διά του παρόντος ματαιώνω/ουμε τη σύμβαση μου/μας.

(Ο έμπορος να γράψει αριθμό αναφοράς, κώδικα ή άλλες λεπτομέρειες για να γίνει δυνατή η εξακρίβωση της σύμβασης ή προσφοράς. Δύναται επίσης να γράψει το όνομα και τη διεύθυνση του καταναλωτή).

 

Υπογραφή καταναλωτή: .................................................

Ημερομηνία ................................

Σημείωση
36 του Ν. 133(Ι)/2013Κατάργηση

Με τη θέση σε ισχύ του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 133(Ι)/2013], ο περί της Σύναψης Καταναλωτικών Συμβάσεων Εκτός Εμπορικού Καταστήματος Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 13(Ι)/2000] και ο περί της Σύναψης Καταναλωτικών Συμβάσεων εξ Αποστάσεως Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 14(Ι)/2000] καταργούνται.

Σημείωση
37 του Ν. 133(Ι)/2013Έναρξη Ισχύος

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 133(Ι)/2013] τίθεται σε ισχύ από την 13η Ιουνίου 2014.