1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Βιοηθικής (Ίδρυση και Λειτουργία Εθνικής Επιτροπής) Νόμος του 2001.
2. Στον παρόντα νόμο εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια—
"Βιοηθική" σημαίνει τη μελέτη των ηθικών, δεοντολογικών, κοινωνικών, ανθρωπιστικών και νομικών προβλημάτων που απορρέουν από τη χρήση της σύγχρονης βιοτεχνολογίας, βιολογίας, ιατρικής, γενετικής και φαρμακευτικής αλλά κυρίως προκαλούνται από την ανθρώπινη παρέμβαση στη βιολογική διαδικασία και στον ανθρώπινο γονότυπο με βάση την αρχή της συνετής αποφυγής και την προαγωγή της υγείας·
"επιτροπές ηθικής" περιλαμβάνουν κάθε αρμόδιο όργανο το οποίο επιλαμβάνεται θεμάτων βιοηθικής και "αρμόδιο όργανο" περιλαμβάνει: κάθε οργανισμό, επιτροπή, σύνδεσμο, σώμα ίδρυμα ή άλλο φορέα σε τοπικό επίπεδο·
"Επιτροπή" σημαίνει την Επιτροπή που ιδρύεται δυνάμει του άρθρου 3·
"κατάλογος" σημαίνει τον κατάλογο κατάλληλων για διορισμό προσώπων που ετοιμάζεται δυνάμει του άρθρου 5·
"μέλη" σημαίνει τα μέλη της Επιτροπής περιλαμβανομένου του προέδρου-
"Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Υγείας.
3.—(1) Ιδρύεται Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής αποστολή της οποίας είναι η διαρκής παρακολούθηση, έρευνα, συστηματική ανάλυση και αξιολόγηση των θεμάτων και προβλημάτων που σχετίζονται με την επιστημονική έρευνα, πρόοδο και εφαρμογή των επιστημών της βιοτεχνολογίας, της βιολογίας, της ιατρικής, της γενετικής, και της φαρμακευτικής καθώς επίσης την ανθρώπινη παρέμβαση στη βιολογική διαδικασία και στον ανθρώπινο γονότυπο και τη διερεύνηση των ηθικών, δεοντολογικών, κοινωνικών, ανθρωπιστικών και νομικών διαστάσεών τους.
(2) Η Επιτροπή είναι ανεξάρτητο σώμα και δεν υπόκειται στο διοικητικό έλεγχο οποιουδήποτε υπουργείου, ανεξάρτητου λειτουργού, τμήματος ή υπηρεσίας και έχει τις αρμοδιότητες που της παρέχει ο παρών ή οποιοσδήποτε άλλος Νόμος.
4.—(1) Η Επιτροπή απαρτίζεται από δεκατρία μέλη περιλαμβανομένου του προέδρου και αντιπροέδρου.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού η Επιτροπή αποτελείται κατά το δυνατόν από—
(α) Τέσσερις προσωπικότητες προερχόμενες από το χώρο των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημών όπως προβλέπεται στο άρθρο 5·
(β) τέσσερις προσωπικότητες προερχόμενες από το χώρο των ιατρικών και βιολογικών επιστημών όπως προβλέπεται στο άρθρο 5·
(γ) τέσσερις προσωπικότητες εγνωσμένου κύρους προερχόμενες από οποιαδήποτε άλλη επιστήμη ή επάγγελμα ή που έχουν διακριθεί σ' οποιοδήποτε τομέα ή δραστηριότητα για την προσφορά τους όπως προβλέπεται στο άρθρο 5.
5.—(1) Τα μέλη της Επιτροπής διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο και επιλέγονται από κατάλογο προσώπων εγνωσμένου ήθους και κύρους και—
(α) Έχουν προσόντα και πείρα στους πιο κάτω τομείς και επιστήμες:
(i) Ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες· ή
(ii) ιατρικές και βιολογικές επιστήμες· ή
(iii) οποιεσδήποτε άλλες επιστήμες και επαγγέλματα· ή
(β) έχουν διακριθεί για την προσφορά τους σ' οποιοδήποτε τομέα ή δραστηριότητα:
(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) πιο πάνω—
"ανθρωπιστικές και κοινωνικές επιστήμες" περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων νομική, κοινωνιολογία, ψυχολογία, φιλοσοφία και θεολογία·
"ιατρικές και βιολογικές επιστήμες" περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων ιατρική, βιολογία, χημεία, γενετική και μοριακή βιολογία· και
"Οποιεσδήποτε άλλες επιστήμες" περιλαμβάνουν οποιαδήποτε άλλη επιστήμη που δεν εμπίπτει στις πιο πάνω επιστήμες.
(3) Ο πρόεδρος της Επιτροπής είναι πρόσωπο εγνωσμένου ήθους, κύρους και πείρας και επιλέγεται από οποιαδήποτε από τις κατηγορίες επιστημόνων που αναφέρονται στο εδάφιο (1):
(4) Τα άτομα που διορίζονται ως μέλη προέρχονται από τον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα και είναι, κατά το δυνατό, ισοζυγισμένα σε αριθμό.
6.—(1) Καταρτίζεται κατάλογος για διορισμό προσώπων ως μελών της Επιτροπής δυνάμει του άρθρου 5 από τον Υπουργό σε συνεργασία με εκπροσώπους του Πανεπιστημίου Κύπρου, του Παγκύπριου Δικηγορικού Συλλόγου, της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Υγείας, του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, του Παγκύπριου Ιατρικού Συλλόγου, και με άλλα οργανωμένα σύνολα ή άτομα, προερχόμενα από το δημόσιο ή ιδιωτικό τομέα, τα οποία δύνανται να συμβάλουν στην κατάρτιση του καταλόγου των μελών της Επιτροπής.
(2)(α) Για το διορισμό κάθε μέλους της Επιτροπής υποδεικνύονται τρία πρόσωπα.
(β) Ο διορισμός των πρώτων μελών της Επιτροπής πραγματοποιείται μέσα σε ένα μήνα από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.
7. Η Επιτροπή δύναται να εκδώσει εσωτερικούς κανονισμούς για τον τρόπο λειτουργίας της.
8.—(α) Η Επιτροπή κατά την πρώτη της συνεδρίαση καταρτίζει κατάλογο των προσώπων τα οποία θα ασκούν, εκ περιτροπής, καθήκοντα αντιπροέδρου, (β) Κάθε αντιπρόεδρος ασκεί τα καθήκοντά του για έξι μήνες.
9.-(1) Η διάρκεια της θητείας των μελών της Επιτροπής είναι τετραετής, με δικαίωμα επαναδιορισμού.
(2) Πρόσωπα που υπηρέτησαν ως μέλη της Επιτροπής στο παρελθόν, δύνανται να επαναδιορισθούν.
10. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να τερματίσει το διορισμό οποιουδήποτε μέλους λόγω παρατεταμένης ασθένειας, αδικαιολόγητων απουσιών ή για απρεπή ή αντίθετη με τους σκοπούς της σύστασης της Επιτροπής συμπεριφορά.
11. Οποιοδήποτε μέλος της Επιτροπής δύναται οποτεδήποτε να παραιτηθεί από τη θέση του υποβάλλοντας έγγραφη παραίτηση προς τον Υπουργό.
12. Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής λαμβάνουν αποζημίωση που ορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
13.—(1) Απαρτία αποτελούν εννέα μέλη περιλαμβανομένου του προέδρου και σε περίπτωση απουσίας του, του αντιπροέδρου.
(2) Έγκυρες αποφάσεις λαμβάνονται με τη θετική ψήφο επτά, τουλάχιστο, μελών.
(3) Σε περίπτωση απουσίας του προέδρου, της συνεδρίασης προεδρεύει ο εκάστοτε αντιπρόεδρος.
(4)(α) Τηρούνται συνοπτικά πρακτικά των εργασιών κάθε συνεδρίασης με πλήρη στοιχεία για τις αποφάσεις, του τρόπου που λήφθηκαν, καθώς επίσης και του σκεπτικού.
(β) Οι συνεδριάσεις της Επιτροπής δύνανται να μαγνητογραφούνται, αν τούτο κριθεί σκόπιμο από την Επιτροπή.
(5) Τα πρακτικά επικυρώνονται με την έναρξη της επόμενης συνεδρίασης της Επιτροπής και υπογράφονται από τον πρόεδρο ή τον αντιπρόεδρο.
(6) Κενή θέση στην Επιτροπή δεν επηρεάζει τη νομική υπόσταση της Επιτροπής ή την εγκυρότητα των αποφάσεων της.
(7)(α) Το Υπουργικό Συμβούλιο προβαίνει στο διορισμό αναπληρωματικών μελών, σ' αντικατάσταση μελών που απεχώρησαν.
(β) Η διάρκεια της θητείας των νέων μελών διαρκεί μέχρι το τέλος της θητείας των μελών που απεχώρησαν.
(8)(α) Κατά τη σύγκληση συνεδριάσεων καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια να μην ορίζεται ημερομηνία κατά την οποία μέλος που επιθυμεί να παραστεί κωλύεται για οποιοδήποτε λόγο.
(β) Σε περίπτωση όμως που ο ορισμός άλλης ημερομηνίας είναι πρακτικά ανέφικτος τότε το κωλυόμενο μέλος υποβάλλει έγκαιρα γραπτώς στην Επιτροπή τις απόψεις του για να ληφθούν υπόψη κατά τη συνεδρίαση.
(9) Η Επιτροπή δύναται, αν το δημόσιο συμφέρον τούτο απαιτεί, να προβεί σε δημόσια συνεδρίαση, ανοικτή στο ευρύ κοινό.
(10)(α) Πραγματοποιείται τουλάχιστο μία συνεδρίαση το μήνα και τις συνεδριάσεις συγκαλεί ο πρόεδρος και κωλυομένου του προέδρου ο αντιπρόεδρος.
(β) Με πρωτοβουλία του προέδρου ή κατόπιν αιτήματος τριών τουλάχιστο μελών δύναται να συγκληθούν πρόσθετες συνεδριάσεις.
15.—(1) Η Επιτροπή—
(α) Ερευνά, μελετά, αναλύει και αξιολογεί συστηματικά, από βιοηθικής απόψεως, θέματα και προβλήματα που προκύπτουν—
(i) Από την επιστημονική πρόοδο και την εφαρμογή της στους τομείς της βιοτεχνολογίας, βιολογίας, ιατρικής, γενετικής και φαρμακευτικής· ή
(ii) γενικά από την ιατρική φροντίδα- και
(iii) την ανθρώπινη παρέμβαση στη βιολογική διαδικασία και στον ανθρώπινο γονότυπο·
(β) παρέχει συμβουλές και εκδίδει γνωματεύσεις σ' οποιοδήποτε αρμόδιο πρόσωπο ή όργανο τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα καθώς επίσης και στο ευρύτερο κοινό επί βιοηθικών θεμάτων και προβλημάτων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου αυτού-
(γ) εξετάζει κάθε ηθικό, δεοντολογικό, κοινωνικό, ανθρωπιστικό ή νομικό ζήτημα σχετικό με—
(i) τις επιστημονικές εξελίξεις και την εφαρμογή τους, ιδίως, στη βιοτεχνολογία, στη βιολογία, στην ιατρική, στη γενετική, στην ιατρική φροντίδα, και
(ii) την ανθρώπινη παρέμβαση στη βιολογική διαδικασία και στον ανθρώπινο γονότυπο·
(δ) συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς και παρεμφερή όργανα και μεριμνά για τη συμμετοχή της Κύπρου σε διεθνείς εκδηλώσεις σχετικές με τη μελέτη και την έρευνα στους πιο πάνω τομείς-
(ε) ενημερώνει τους πολίτες με κάθε πρόσφορο μέσο για βιοηθικά θέματα και προβλήματα που αφορούν την εξέλιξη της βιοτεχνολογίας, βιολογίας, ιατρικής και γενετικής καθώς και τις συνέπειες των εφαρμογών τους και· δημοσιεύει τα πορίσματα επί των μελετών, ερευνών και γνωμοδοτήσεών της πάνω στα θέματα αυτά·
(στ) μελετά και ερευνά θέματα βιοηθικής με βάση την αρχή της συνετούς αποφυγής και την προαγωγή της υγείας-
(ζ) παρακολουθεί και φροντίζει για την εφαρμογή διεθνών συμβάσεων ή άλλων διεθνών υποχρεώσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας που σχετίζονται με θέματα βιοηθικής·
(η) καλεί επιστήμονες εγνωσμένου κύρους από την Κύπρο ή το εξωτερικό για την εξέταση εξειδικευμένων θεμάτων σχετικών με το αντικείμενο τους, ορίζοντας τα θέματα για τα οποία καλούνται να εκθέσουν τις απόψεις τους-
(θ) ασκεί οποιαδήποτε άλλη αρμοδιότητα που ο παρών ή άλλος Νόμος ή Σύμβαση ήθελε παραχωρήσει σ' αυτή·
(ι) προβαίνει σε ίδρυση ταμείου αν κρίνει αυτό σκόπιμο προς επιτέλεση των σκοπών της·
(ια) ασκεί τις αρμοδιότητες που απαριθμούνται στο άρθρο 16 σχετικά με τη σύσταση επιτροπών ηθικής·
(ιβ) προβαίνει στη σύσταση υπεπιτροπών όπως προνοεί το άρθρο 17·
(ιγ) διατηρεί αρχείο βιοηθικής με όλες τις αποφάσεις, τις προτάσεις και τα προγράμματα που υποβάλλονται για γνωμάτευση·
(ιδ) δημιουργεί σύστημα ελέγχου βιοηθικής και δεοντολογίας, που στο εξής θα καλείται “σύστημα βιοηθικής αξιολόγησης, εποπτείας και παρακολούθησης”, το οποίο θα συμβάλλει θετικά στη διεξαγωγή ποιοτικής έρευνας στη βιοϊατρική και βιοτεχνολογία, μέσα σε σωστά βιοηθικά και δεοντολογικά πλαίσια·
(ιε) προβαίνει στον καθορισμό τελών βιοηθικής αξιολόγησης των ερευνητικών προτάσεων που υποβάλλονται στην Επιτροπή για βιοηθική αξιολόγηση, τα οποία εγκρίνονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου μετά από σχετική πρόταση του Υπουργού·
(ιστ) μετακαλεί πρόσωπα που, λόγω προσόντων και πείρας, μπορούν να βοηθήσουν την Επιτροπή στην άσκηση των αρμοδιοτήτων και καθηκόντων της.
(2) Αναπτύσσει πρωτοβουλίες σχετικά με οποιοδήποτε θέμα το οποίο εμπίπτει στους τομείς της βιοηθικής.
16. Η Επιτροπή—
(α) Ενθαρρύνει και εγκρίνει τη σύσταση επιτροπών ηθικής που θα λειτουργούν στα κατά τόπους ιδρύματα και οι οποίες μελετούν και συμβουλεύουν επί οποιωνδήποτε ερευνητικών μελετών, προγραμμάτων, κλινικών δοκιμών και επεμβάσεων που σχετίζονται με τη Βιοιατρική και τη βιοτεχνολογία·
(β) εποπτεύει, κατευθύνει και συντονίζει το έργο των επιτροπών ηθικής και οργάνων συναφούς αντικειμένου όπως αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου αυτού-
(γ) εκδίδει κανονισμούς για καλύτερη εφαρμογή των προνοιών του εδαφίου αυτού.
16Α.-(1) Η Επιτροπή, μέσα στα πλαίσια της δημιουργίας συστήματος βιοηθικής αξιολόγησης, δύναται να προβαίνει στην ίδρυση επιτροπών βιοηθικής αξιολόγησης, στις οποίες εκχωρεί αρμοδιότητες που της παρέχει ο παρών ή οποιοσδήποτε άλλος Νόμος:
(2) Πριν από την ίδρυση οποιασδήποτε επιτροπής βιοηθικής αξιολόγησης, δυνάμει του εδαφίου (1), η Επιτροπή υποβάλλει, μέσω του Υπουργού, αίτημα προς το Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση της ίδρυσης τέτοιας επιτροπής:
(3) Μετά την υπό του Υπουργικού Συμβουλίου έγκριση της ίδρυσης οποιασδήποτε επιτροπής βιοηθικής αξιολόγησης, δυνάμει του εδαφίου (2), η Επιτροπή διορίζει τα μέλη της.
(4) Οι επιτροπές βιοηθικής αξιολόγησης είναι ανεξάρτητες, πολυθεματικές και πολυφωνικές.
16Β.-(1) Ο ρόλος, οι όροι, οι προϋποθέσεις διορισμού και η διαδικασία, τα αξιώματα των μελών των επιτροπών βιοηθικής αξιολόγησης, η συγκρότηση, η σύνθεση και λειτουργία των επιτροπών βιοηθικής αξιολόγησης, καθώς επίσης η διαδικασία υποβολής αίτησης για βιοηθική αξιολόγηση ερευνητικής πρότασης, η διαδικασία βιοηθικής αξιολόγησης και η παρακολούθηση και/ή εποπτεία και έλεγχος για την τήρηση των όρων και προϋποθέσεων που τίθενται στα πλαίσια της βιοηθικής αξιολόγησης ρυθμίζονται με κώδικες πρακτικής που εκδίδονται με διάταγμα του Υπουργού δυνάμει του άρθρου 18.
(2) Ο πρόεδρος και τα μέλη κάθε επιτροπής βιοηθικής αξιολόγησης λαμβάνουν αποζημίωση που καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
17.—(1) Η Επιτροπή δύναται να προβαίνει αμέσως μετά το διορισμό των μελών της σε σύσταση υπεπιτροπών προς επίτευξη καλύτερης κατανομής του έργου της όπως ήθελε αυτή κρίνει.
(2) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (1) οι πιο πάνω υπεπιτροπές δύνανται να συσταθούν μεταξύ άλλων για σκοπούς δεοντολογίας, πειθαρχικού ελέγχου ή παρακολούθησης και προώθησης νομικών και άλλων θεμάτων.
(3)(α) Οι υπεπιτροπές αποτελούνται από μέλη της Επιτροπής και μπορεί να περιλαμβάνουν και άλλα πρόσωπα, μη μέλη της Επιτροπής που εγκρίνονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, με προσόντα και πείρα στον τομέα της βιοηθικής.
(4) Οι υπεπιτροπές ασκούν τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητές τους σύμφωνα με τους όρους της σύστασής τους.
(5) Η λειτουργία των υπεπιτροπών ρυθμίζεται με εσωτερικούς κανονισμούς που εκδίδει η Επιτροπή και μέχρις ότου εκδοθούν οι κανονισμοί αυτοί λειτουργούν με οδηγίες που εκδίδει για το σκοπό αυτό η Επιτροπή.
18.—(1) Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει κώδικες πρακτικής οι οποίοι περιέχουν αρχές και οδηγίες τις οποίες η Επιτροπή κρίνει χρήσιμες και αναγκαίες για οποιοδήποτε θέμα που εμπίπτει στις αρμοδιότητές της.
(2) Οι κώδικες υποβάλλονται από την Επιτροπή στον Υπουργό για έγκριση και στη συνέχεια στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς ενημέρωση.
(3) Οι κώδικες εκδίδονται με διάταγμα του Υπουργού και τίθενται σε εφαρμογή μετά τη δημοσίευσή τους στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας η οποία γίνεται τουλάχιστο δέκα μέρες μετά την κατάθεσή τους στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
19.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) παράλειψη οποιουδήποτε προσώπου να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη κώδικα δε συνιστά αφ' εαυτής ποινικό αδίκημα.
(2) Στις περιπτώσεις όπου το πρόσωπο που παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη κώδικα είναι δημόσιος λειτουργός και η παράλειψη σχετίζεται με την εκτέλεση των καθηκόντων του, η εν λόγω παράλειψη συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα. Για σκοπούς του εδαφίου αυτού, δημόσιος λειτουργός σημαίνει δημόσιο λειτουργό όπως ερμηνεύεται στον Ποινικό Κώδικα:
Νοείται ότι η Επιτροπή κατά την ετοιμασία των κωδίκων δύναται να εξαιρέσει ορισμένους κώδικες ή μέρη αυτών από τις διατάξεις του εδαφίου αυτού.
(3) Παρά τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) η παράλειψη συμμόρφωσης με οποιαδήποτε διάταξη κώδικα συνιστά αποδεικτικό στοιχείο σε οποιαδήποτε διαδικασία που σχετίζεται με πράξεις κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος ή άλλου συναφούς Νόμου.
20.—(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με πρόταση της Επιτροπής, να εκδίδει κανονισμούς για καλύτερη εφαρμογή του Νόμου αυτού οι οποίοι κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς έγκριση.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής να μετατρέπει και εκδίδει οποιοδήποτε κώδικα ή μέρος αυτού σε Κανονισμούς τους οποίους ακολούθως καταθέτει στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς έγκριση.
(3) Στους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου αυτού δύναται να περιληφθεί πρόνοια σύμφωνα με την οποία τα αδικήματα που διαπράττονται κατά παράβαση των κανονισμών να τιμωρούνται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους ή με χρηματική ποινή μέχρι £1.000 ή και με τις δυο αυτές ποινές.
22.—(1) Για εκτέλεση της αναγκαίας διοικητικής, λογιστικής και γραφειακής εργασίας οι Υπουργοί Οικονομικών και Υγείας αναθέτουν, οποτεδήποτε αυτό κριθεί αναγκαίο, ανάλογα καθήκοντα σε δημόσιους υπαλλήλους ο ανώτατος αριθμός των οποίων καθορίζεται από τους Υπουργούς Οικονομικών και Υγείας σε συνεννόηση με τον πρόεδρο της Επιτροπής.
(2) Οι δημόσιοι υπάλληλοι που εκτελούν εργασία προς όφελος της Επιτροπής διέπονται από τις εκάστοτε σε ισχύ πρόνοιες του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου και αξιολογούνται με βάση τους εκάστοτε σε ισχύ περί Δημόσιας Υπηρεσίας Αξιολόγησης Υπαλλήλων Κανονισμούς.
(3) Στην Επιτροπή παρέχεται στέγη και ο αναγκαίος για τη διεκπεραίωση των εργασιών της εξοπλισμός.
23.—(1) Ο Υπουργός αναθέτει καθήκοντα γραμματέα σε έναν από τους δημόσιους υπαλλήλους που τοποθετούνται δυνάμει του άρθρου 22.
(2) Η ανάθεση καθηκόντων δυνάμει του εδαφίου (1) είναι τουλάχιστο για τέσσερα έτη.
24. Στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας λαμβάνεται πρόνοια για τις δαπάνες που απαιτούνται για διεκπεραίωση των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής.
25.—(1) Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου σχετικά με την επαγγελματική πειθαρχία ορισμένων επιστημονικών, επαγγελματικών τάξεων, η Επιτροπή δύναται να ακούει, εξετάζει και γνωματεύει για παράπονα που σχετίζονται με την εφαρμογή των νόμων, κανονισμών και κωδίκων που σχετίζονται με τα θέματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες των επιτροπών ηθικής.
(2) Η Επιτροπή δύναται να παραπέμψει προς εξέταση παράπονα τα οποία υποβλήθηκαν σ' αυτή δυνάμει του εδαφίου (1) σε υπεπιτροπή δεοντολογίας ή σε άλλο αρμόδιο για πειθαρχικό έλεγχο σώμα.
(3) Η Επιτροπή καταρτίζει για σκοπούς εφαρμογής του άρθρου αυτού κανονισμούς τους οποίους καταθέτει στη Βουλή των Αντιπροσώπων προς έγκριση.