1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Έλεγχος του Κράτους του Λιμένα) Νόμος του 2001.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«απαγόρευση απόπλου» ή «κατακράτηση» σημαίνει ρητή απαγόρευση του απόπλου ενός πλοίου λόγω ελλείψεων που διαπιστώθηκαν οι οποίες, μεμονωμένα ή από κοινού, καθιστούν το πλοίο αναξιόπλουν ·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων και οποιοδήποτε άλλο γενικά ή ειδικά προς τούτο εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό πρόσωπο·
«γνωστοποίηση» σημαίνει γνωστοποίηση του Διευθυντή που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων·
«διευρυμένη επιθεώρηση» σημαίνει την επιθεώρηση που διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 6·
«ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου» σημαίνει τον πλοιοκτήτη ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, όπως το διαχειριστή ή το ναυλωτή γυμνού πλοίου (bareboat charterer), ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη της λειτουργίας του πλοίου από τον πλοιοκτήτη και ο οποίος αναλαμβάνοντας τέτοια ευθύνη έχει συμφωνήσει να αναλάβει όλα τα καθήκοντα και υποχρεώσεις που επιβάλλονται από τον Κώδικα ISM·
«επιβατικό πλοίο» [Διαγράφηκε]·
«επιθεώρηση» σημαίνει επίσκεψη επιθεωρητή επί του πλοίου, με σκοπό τον έλεγχο τόσο της ισχύος των σχετικών πιστοποιητικών και άλλων εγγράφων όσο και της κατάστασης του πλοίου, του εξοπλισμού του και του πληρώματος, καθώς και των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας του πληρώματος·
«επιθεωρητής» σημαίνει άτομο, το οποίο διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο ως επιθεωρητής πλοίων δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 3 των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμων του 1963 μέχρι το 1996·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης ή άλλο κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο·
«κράτος της σημαίας», αναφορικά με πλοίο, σημαίνει κράτος του οποίου τη σημαία δικαιούται να φέρει το πλοίο·
«κυπριακό πλοίο» σημαίνει πλοίο εγγεγραμμένο στο Νηολόγιο κυπριακών πλοίων, δυνάμει του άρθρου 5 των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμων του 1963 μέχρι το 1996 και δεν περιλαμβάνει πλοίο εγγεγραμμένο παράλληλα σε αλλοδαπό νηολόγιο δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 23Ν-23Ρ των ίδιων Νόμων·
«Κώδικας ISM» σημαίνει το Διεθνή Κώδικα Διαχείρισης για την Ασφαλή Λειτουργία των Πλοίων και για την Πρόληψη της Ρύπανσης Περιβάλλοντος, που εκδόθηκε από το Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) στις 4 Νοεμβρίου 1993 και κατέστη υποχρεωτικός βάσει του Κεφαλαίου IX της Διεθνούς Σύμβασης για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα του 1974/78 όπως τροποποιήθηκε·
«λεπτομερέστερη επιθεώρηση» σημαίνει επιθεώρηση κατά την οποία ολόκληρο το πλοίο, ο εξοπλισμός και το πλήρωμά του, ή μέρος αυτών, ανάλογα με την περίπτωση, υποβάλλονται σε διεξοδική επιθεώρηση, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 5 όσον αφορά στην κατασκευή του πλοίου, στον εξοπλισμό του, στην επάνδρωσή του, στις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας και στη συμμόρφωση με τις λειτουργικές διαδικασίες που ισχύουν στο πλοίο·
«Μνημόνιο Συνεννόησης» σημαίνει το Μνημόνιο Συνεννόησης για τον Έλεγχο των Πλοίων από το Κράτος του Λιμένα, το οποίο υπογράφηκε στο Παρίσι την 26η Ιανουαρίου 1982, ως έχει κατά την εκάστοτε ενημερωμένη έκδοσή του·
«Οδηγία 95/21/ΕΚ» σημαίνει την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο «Οδηγία 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου της 19ης Ιουνίου 1995 σχετικά με τον έλεγχο των πλοίων από το κράτος του λιμένα» (EE L 157 της 7.7.1995, σ. 1) ως τροποποιήθηκε τελευταία από το ΄Αρθρο 4 της Οδηγίας 2002/84/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002 για την τροποποίηση των οδηγιών για την ασφάλεια στη ναυτιλία και την πρόληψη της ρύπανσης από τα πλοία (EE L 324, 29.11.2002, σ. 53) και ως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«παύση λειτουργίας» σημαίνει τη ρητή απαγόρευση της συνέχισης συγκεκριμένης λειτουργίας ενός πλοίου λόγω ελλείψεων που διαπιστώθηκαν οι οποίες, μεμονωμένα ή από κοινού, καθιστούν τη συνέχιση της λειτουργίας επικίνδυνη·
«πλοίαρχος» σημαίνει το πρόσωπο που έχει τη διακυβέρνηση του πλοίου·
«πλοίο» σημαίνει κάθε θαλασσοπλοούν πλοίο, στο οποίο εφαρμόζεται μια τουλάχιστον από τις συμβάσεις, αλλά δεν περιλαμβάνει κυπριακό πλοίο·
«πλοιοκτήτης» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει την κυριότητα του πλοίου·
«συμβάσεις» σημαίνει τις διεθνείς συμβάσεις, τα πρωτόκολλα και τους κώδικες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση·
«Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο» σημαίνει τη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφτηκε στο Οπόρτο την 2α Μαΐου 1992, ως εκάστοτε τροποποιείται·
«συντελεστής εστίασης» σημαίνει το άθροισμα των ισχυουσών τιμών συντελεστή εστίασης όπως ορίζονται στο πλαίσιο του Μνημονίου Συνεννόησης·
«σύστημα πληροφοριών Equasis» σημαίνει το Ευρωπαϊκό σύστημα πληροφοριών που παρέχει πληροφορίες για την ποιότητα και την ασφάλεια των πλοίων και των διαχειριστών τους·
«σύστημα πληροφοριών Sirenac» σημαίνει το κεντρικό σύστημα πληροφοριών για τα αρχεία που αφορούν τις επιθεωρήσεις πλοίων που διενεργούνται στα πλαίσια του ελέγχου του κράτους του λιμένα, το οποίο σύστημα εδρεύει και λειτουργεί στο Saint Malo της Γαλλίας και συστάθηκε σύμφωνα με το Μνημόνιο Συνεννόησης·
«τερματικός σταθμός μακριά από τις ακτές» σημαίνει μόνιμη ή πλωτή εξέδρα, η οποία λειτουργεί επί ή άνωθεν της υφαλοκρηπίδας της Δημοκρατίας·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Συγκοινωνιών και Έργων.
3.—(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε όλα τα πλοία και τα πληρώματά τους τα οποία-
(α) Προσεγγίζουν σε λιμένα της Δημοκρατίας ή σε τερματικό σταθμό μακριά από την ακτή· ή
(β) είναι αγκυροβολημένα στα ανοικτά ενός τέτοιου λιμένα ή ενός τέτοιου σταθμού:
Νοείται ότι το παρόν άρθρο δε θίγει τις εξουσίες επέμβασης των αρχών της Δημοκρατίας, οι οποίες απορρέουν από σχετικές διεθνείς συμβάσεις, τις οποίες η Δημοκρατία έχει κυρώσει.
(2) Για τα πλοία ολικής χωρητικότητας κάτω των 500 κόρων, εφαρμόζονται οι απαιτήσεις οικείας διεθνούς σύμβασης, οι οποίες έχουν εφαρμογή και, όπου δεν ισχύει τέτοια σύμβαση, λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλιστεί ότι τα πλοία αυτά δεν αποτελούν σαφή κίνδυνο για την ασφάλεια, την υγεία ή το περιβάλλον.
Κατά την εφαρμογή του παρόντος εδαφίου, ο επιθεωρητής καθοδηγείται από τα εκάστοτε προβλεπόμενα σε γνωστοποίηση.
(3) Κατά την επιθεώρηση πλοίου σημαίας Κράτους, το οποίο δεν είναι συμβαλλόμενο μέρος σε οποιαδήποτε από τις συμβάσεις, η αρμόδια αρχή φροντίζει, ώστε η μεταχείριση, που παραχωρείται στο πλοίο αυτό και το πλήρωμα του, να μην είναι ευνοϊκότερη από εκείνη, που χορηγείται σε πλοίο σημαίας Κράτους, το οποίο είναι συμβαλλόμενο μέρος στην προαναφερθείσα σύμβαση.
(4) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται σε αλιευτικά σκάφη, πολεμικά πλοία, βοηθητικά πλοία, ξύλινα πλοία πρωτόγονης κατασκευής, σκάφη, που ανήκουν σε δημόσιες αρχές και χρησιμοποιούνται για μη εμπορικούς σκοπούς και σκάφη αναψυχής που δε χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς.
3Α.-(1) Ο Υπουργός μπορεί να μεταβιβάζει γραπτώς σε οποιονδήποτε από τους ακόλουθους την άσκηση οποιασδήποτε εξουσίας, εξαιρουμένης της εξουσίας περί έκδοσης διαταγμάτων, και την εκτέλεση οποιουδήποτε καθήκοντος, που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, στην αρμόδια αρχή:
(α) το Διευθυντή,
(β) οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο υπηρετεί στο Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων.
Σε περίπτωση τέτοιας μεταβίβασης, ο Υπουργός διατηρεί την εξουσία να ασκεί ούτως μεταβιβαζόμενη εξουσία και να εκτελεί ούτως μεταβιβαζόμενο καθήκον, από και κατά την διάρκεια της εν λόγω μεταβίβασης.
(2) Πρόσωπο στο οποίο ανατίθεται η άσκηση εξουσίας ή η εκτέλεση καθήκοντος δυνάμει του εδαφίου (1) έχει υποχρέωση να ασκεί την εξουσία και να εκτελεί το καθήκον σύμφωνα με τις τυχόν οδηγίες του Υπουργού.
(3) Ο Υπουργός έχει εξουσία να τροποποιεί και να ανακαλεί μεταβίβαση που έκανε δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή ειδοποίηση προς το πρόσωπο στο οποίο έγινε η μεταβίβαση.
(4) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου δύο ή περισσότερα πρόσωπα ταυτόχρονα ασκούν την ίδια εξουσία ή εκτελούν το ίδιο καθήκον, ο ιεραρχικά υφιστάμενος από τα εν λόγω πρόσωπα λαμβάνει τα δέοντα μέτρα ούτως ώστε να μην ασκεί την εξουσία ή εκτελεί το καθήκον στα ίδια πραγματικά γεγονότα με τον ιεραρχικά ανώτερό του, εκτός εάν ο τελευταίος το επιτρέπει και σύμφωνα με τυχόν οδηγίες του τελευταίου.
(5) Σε περίπτωση που δυνάμει του παρόντος άρθρου πρόσωπο ασκεί εξουσία ή εκτελεί καθήκον, που ο παρών Νόμος ή οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί χορηγούν ή αναθέτουν, αντίστοιχα, σε άλλο πρόσωπο, ο παρών Νόμος και οι εκδιδόμενοι δυνάμει αυτού κανονισμοί εφαρμόζονται ως εάν είχαν χορηγήσει ρητά την εν λόγω εξουσία στο ασκόν αυτήν πρόσωπο και είχαν αναθέσει ρητά το εν λόγω καθήκον στο εκτελών αυτό πρόσωπο.
4.—(1) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει την ετήσια διεξαγωγή, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου και το άρθρο 6, συνολικού αριθμού επιθεωρήσεων, ο οποίος αντιστοιχεί στο 25% τουλάχιστον του μέσου ετήσιου αριθμού των πλοίων, τα οποία καταπλέουν στους λιμένες της Δημοκρατίας, ο οποίος μέσος ετήσιος αριθμός υπολογίζεται βάσει των τριών εκάστοτε πλέον πρόσφατων ημερολογιακών ετών για τα οποία υπάρχουν στατιστικές.
(2)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6Α, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι κάθε πλοίο, το οποίο δεν υπόκειται σε διευρυμένη επιθεώρηση και του οποίου ο συντελεστής εστίασης που εμφανίζεται στο σύστημα πληροφοριών Sirenac είναι ανώτερος του 50, υποβάλλεται σε επιθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 5, εφόσον έχει παρέλθει τουλάχιστον ένας μήνας από την τελευταία επιθεώρηση σε λιμένα της περιοχής του Μνημονίου Συνεννόησης.
(β) Όσον αφορά στην επιλογή για επιθεώρηση πλοίων άλλων από τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α), οι επιθεωρητές καθορίζουν τη σειρά προτεραιότητας, ως ακολούθως:
(i) Τα πλοία που αναφέρονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση έχουν προέχουσα προτεραιότητα προς επιθεώρηση, ανεξαρτήτως της τιμής του συντελεστή εστίασης·
(ii) τα λοιπά πλοία που αναφέρονται σε άλλο μέρος της ίδιας γνωστοποίησης ή σε άλλη γνωστοποίηση επιλέγονται κατά φθίνουσα σειρά, ανάλογα με τη σειρά προτεραιότητας που προκύπτει από την τιμή των ορίων του συντελεστή εστίασής τους, όπως αναφέρεται στο σύστημα πληροφοριών Sirenac.
(3) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι δεν επιθεωρείται πλοίο, το οποίο έχει επιθεωρηθεί από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους κατά το εκάστοτε τελευταίο εξάμηνο, εφόσον-
(α) Το πλοίο δεν αναφέρεται σε γνωστοποίηση κατά τα προβλεπόμενα στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (2)·
(β) δεν έχουν αναφερθεί ελλείψεις κατά την προηγούμενη επιθεώρηση·
(γ) δεν υπάρχουν σαφείς λόγοι για τη διεξαγωγή επιθεώρησης· και
(δ) το πλοίο δεν εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου (α) του εδαφίου (2).
(4) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) δεν εφαρμόζονται στην περίπτωση διενέργειας λειτουργικών ελέγχων, που προβλέπονται ειδικά από τις συμβάσεις.
5.—(1) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι οι επιθεωρητές τουλάχιστο-
(α) Ελέγχουν τα πιστοποιητικά και τα έγγραφα, που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση, στην έκταση που απαιτείται· και
(β) βεβαιώνονται για τη γενική κατάσταση του πλοίου, συμπεριλαμβανομένου του μηχανοστασίου, των ενδιαιτημάτων, και των συνθηκών υγιεινής.
(2) Ο επιθεωρητής μπορεί να εξετάζει όλα τα σχετικά πιστοποιητικά και έγγραφα, επιπρόσθετα από εκείνα που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση, τα οποία πρέπει να υπάρχουν επί του πλοίου σύμφωνα με τις συμβάσεις.
(3) Όταν, μετά την επιθεώρηση που αναφέρεται στα εδάφια (1) και (2) πιο πάνω, υπάρχουν σαφείς λόγοι, οι οποίοι δικαιολογούν το συμπέρασμα ότι η κατάσταση ενός πλοίου ή του εξοπλισμού του, ή του πληρώματος του, δεν ανταποκρίνεται ουσιαστικά στις σχετικές απαιτήσεις μιας σύμβασης, διεξάγεται λεπτομερέστερη επιθεώρηση, συμπεριλαμβανομένου του περαιτέρω ελέγχου της συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις των λειτουργικών διαδικασιών που ισχύουν στο πλοίο.
(4) Εν πάση περιπτώσει, πρέπει να τηρούνται οι σχετικές διαδικασίες και κατευθυντήριες γραμμές για τον έλεγχο των πλοίων όπως καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση.
6.-(1) Πλοίο, που ανήκει σε κατηγορία που καθορίζεται εκάστοτε σε γνωστοποίηση, επιτρέπεται να υποβάλλεται σε διευρυμένη επιθεώρηση μόνο μετά από περίοδο 12 μηνών από την τελευταία διευρυμένη επιθεώρηση που πραγματοποιήθηκε σε λιμένα κράτους που έχει υπογράψει το Μνημόνιο Συνεννόησης.
(2) Εάν αναφερόμενο στο εδάφιο (1) πλοίο επιλέγεται για επιθεώρηση σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, υποβάλλεται σε διευρυμένη επιθεώρηση. Ωστόσο, μεταξύ δύο διευρυμένων επιθεωρήσεων, τέτοιο πλοίο επιτρέπεται να υποβάλλεται σε επιθεώρηση σύμφωνα με το άρθρο 5.
(3)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση ή ο πλοίαρχος αναφερόμενου στο εδάφιο (1) πλοίου παρέχει στην αρμόδια αρχή όλες τις πληροφορίες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση, σε κάθε περίπτωση που το πλοίο καταπλέει σε λιμένα της Δημοκρατίας μετά από την παρέλευση 12 μηνών από την τελευταία διευρυμένη επιθεώρηση επί του πλοίου. Οι πληροφορίες αυτές παρέχονται στην αρμόδια αρχή τουλάχιστο τρεις ημέρες-
(i) Πριν από την προβλεπόμενη ώρα άφιξης του πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας, ή
(ii) πριν από την αναχώρηση από τον προηγούμενο λιμένα, εάν το ταξίδι προβλέπεται να κρατήσει λιγότερο από τρεις ημέρες.
(β) Εάν ούτε ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου ούτε ο πλοίαρχος του πλοίου συμμορφώνεται με την υποχρέωση την οποία τους επιβάλλει η παράγραφος (α), η αρμόδια αρχή διασφαλίζει την υποβολή του πλοίου σε επιθεώρηση στο λιμένα προορισμού του πλοίου εντός της Δημοκρατίας.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 6Α, η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι διεξάγεται διευρυμένη επιθεώρηση σε πλοίο, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εδαφίου (3) και το οποίο έχει συντελεστή εστίασης τουλάχιστον 7, σε λιμένα της Δημοκρατίας, εφόσον ο λιμένας αυτός είναι ο πρώτος λιμένας κράτους μέλους στον οποίο το εν λόγω πλοίο καταπλέει μετά την παρέλευση 12 μηνών από την τελευταία διευρυμένη επιθεώρηση επί του πλοίου αυτού.
(5) Η διευρυμένη επιθεώρηση διεξάγεται σύμφωνα με διαδικασίες, οι οποίες καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση.
6Α.-(1) Όταν για λειτουργικούς λόγους η αρμόδια αρχή δεν μπορεί να διασφαλίσει τη διεξαγωγή είτε επιθεώρησης σε πλοίο με συντελεστή εστίασης ανώτερο του 50, όπως αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 4, είτε διευρυμένης επιθεώρησης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 6, η αρμόδια αρχή πληροφορεί, χωρίς καθυστέρηση, το σύστημα πληροφοριών Sirenac ότι η επιθεώρηση δεν διεξήχθηκε.
(2) Η αρμόδια αρχή κοινοποιεί ανά εξάμηνο στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) περιπτώσεις μη διεξαγωγής επιθεωρήσεων, συνοδευόμενες από τους λόγους για τους οποίους δεν διεξήχθηκε η επιθεώρηση.
(3) Κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους, οι αναφερόμενες στο εδάφιο (1) περιπτώσεις μη διεξαγωγής επιθεωρήσεων δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 5% του μέσου ετήσιου αριθμού πλοίων-
(α) Τα οποία πρέπει να υποβάλλονται σε επιθεώρηση που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 4 ή στο εδάφιο (4) του άρθρου 6, και
(β) τα οποία καταπλέουν στους λιμένες της Δημοκρατίας,
ο οποίος μέσος ετήσιος αριθμός υπολογίζεται βάσει των τριών εκάστοτε πλέον πρόσφατων ημερολογιακών ετών, για τα οποία υπάρχουν στατιστικές.
(4) Σε περίπτωση που-
(α) Πλοίο κατέπλευσε σε λιμένα κράτους μέλους, περιλαμβανομένης της Δημο-κρατίας, και η αρμόδια αρχή αυτού του κράτους μέλους δεν μπόρεσε να διασφαλίσει την υποβολή αυτού του πλοίου σε επιθεώρηση ή διευρυμένη επιθεώρηση, η οποία προβλέπεται στο ΄Αρθρο 5(2)(α) και το ΄Αρθρο 7(4), αντίστοιχα, της Οδηγίας 95/21/ΕΚ, και
(β) αυτό το πλοίο αποπλέει από το λιμένα αυτού του κράτους μέλους και ο επόμενος λιμένας στον οποίο καταπλέει είναι λιμένας της Δημοκρατίας,
η αρμόδια αρχή διασφαλίζει την υποβολή αυτού του πλοίου είτε στην επιθεώρηση που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 4 είτε στην διευρυμένη επιθεώρηση που προβλέπεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 6, ως αρμόζει σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
6Β.-(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), η αρμόδια αρχή απαγορεύει την είσοδο στους λιμένες της Δημοκρατίας σε πλοία, που ανήκουν σε κατηγορία που καθορίζεται εκάστοτε σε γνωστοποίηση, και επιδίδει σχετική κοινοποίηση στον πλοίαρχο, όταν τα πλοία αυτά -
(α) Είτε -
(i) φέρουν τη σημαία κράτους το οποίο περιλαμβάνεται στο μαύρο κατάλογο που δημοσιεύεται στην ετήσια έκθεση του Μνημονίου Συνεννόησης, και
(ii) έχει απαγορευθεί ο απόπλους τους πάνω από δύο φορές κατά τη διάρκεια των εκάστοτε προηγουμένων 24 μηνών από λιμένα κράτους που έχει υπογράψει το Μνημόνιο Συνεννόησης,
(β) είτε -
(i) φέρουν τη σημαία κράτους, το οποίο χαρακτηρίζεται «πολύ υψηλού κινδύνου» ή «υψηλού κινδύνου» στο μαύρο κατάλογο που δημοσιεύεται στην ετήσια έκθεση του Μνημονίου Συνεννόησης, και
(ii) έχει απαγορευθεί ο απόπλους τους πάνω από μία φορά κατά τη διάρκεια των εκάστοτε προηγούμενων 36 μηνών από λιμένα κράτους που έχει υπογράψει το Μνημόνιο Συνεννόησης.
Η αρμόδια αρχή εφαρμόζει το μέτρο της απαγόρευσης εισόδου σε λιμένα της Δημοκρατίας μόλις το πλοίο λάβει άδεια να εγκαταλείψει το λιμένα όπου επιβλήθηκε σε αυτό δεύτερη ή τρίτη απαγόρευση απόπλου, ανάλογα με την περίπτωση.
(2) Η Αρμόδια Αρχή μπορεί να επιτρέπει την είσοδο πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (8) του άρθρου 11.
(3) Κατά την εφαρμογή του εδαφίου (1), η αρμόδια αρχή συμμορφώνεται με τις διαδικασίες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση. ΄Εκαστος πλοιοκτήτης ή έχων την εκμετάλλευση πλοίου συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που τον αφορούν και αναφέρονται στις προαναφερόμενες διαδικασίες.
7. Για τους σκοπούς των άρθρων 4 και 5, «σαφείς λόγοι» υπάρχουν όταν ο επιθεωρητής έχει στοιχεία τα οποία, κατά την επαγγελματική του κρίση, δικαιολογούν λεπτομερέστερη επιθεώρηση πλοίου, του εξοπλισμού του ή του πληρώματος του. Σε γνωστοποίηση καθορίζονται εκάστοτε παραδείγματα που στοιχειοθετούν σαφείς λόγους.
8. Μετά την ολοκλήρωση επιθεώρησης, λεπτομερέστερης επιθεώρησης ή διευρυμένης επιθεώρησης, ο επιθεωρητής συντάσσει έκθεση επιθεώρησης σύμφωνα με τα εκάστοτε προβλεπόμενα σε γνωστοποίηση και κοινοποιεί αντίγραφο αυτής της έκθεσης στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου.
9.—(1) Η αρμόδια αρχή βεβαιώνεται ότι οι τυχόν ελλείψεις που επιβεβαιώνονται ή διαπιστώνονται κατά τις επιθεωρήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 4 και το άρθρο 6 αποκαθίστανται ή θα αποκατασταθούν σύμφωνα με τις συμβάσεις.
(2) Εάν οι ελλείψεις συνιστούν σαφή κίνδυνο για την ασφάλεια, την υγεία ή το περιβάλλον, ο επιθεωρητής προβαίνει σε βεβαίωση της παράβασης, συντάσσει σχετική έκθεση και απαγορεύει τον απόπλου ή παύει τη λειτουργία με την οποία σχετίζονται οι ελλείψεις και επιδίδει σχετική κοινοποίηση στον πλοίαρχο. Η αρμόδια αρχή αίρει την απαγόρευση απόπλου ή την παύση της λειτουργίας μόνο όταν εξαλειφθεί ο κίνδυνος ή όταν η αρμόδια αρχή βεβαιωθεί ότι το πλοίο μπορεί, υπό τις τυχόν αναγκαίες προϋποθέσεις, να αποπλεύσει ή ότι μπορεί να αναληφθεί εκ νέου η λειτουργία, χωρίς κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των επιβατών ή του πληρώματος, ή κίνδυνο για άλλα πλοία, ή χωρίς να υπάρχει υπερβολική απειλή βλάβης του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
(3) Κατά την άσκηση της επαγγελματικής του κρίσης ως προς το εάν πρέπει ή όχι να απαγορευθεί ο απόπλους πλοίου, ο επιθεωρητής εφαρμόζει τα κριτήρια τα οποία καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση. Στο πλαίσιο αυτό, ο επιθεωρητής απαγορεύει τον απόπλου πλοίου εάν αυτό δεν είναι εξοπλισμένο με ένα κατάλληλο σύστημα καταγραφής δεδομένων πλου, εφόσον η χρήση του επιβάλλεται κατά τα εκάστοτε προβλεπόμενα σε γνωστοποίηση. Εάν η έλλειψη τέτοιου υποχρεωτικού συστήματος δεν μπορεί να αποκατασταθεί εύκολα στο λιμένα απαγόρευσης του απόπλου, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει στο πλοίο να καταπλεύσει στον πλησιέστερο κατάλληλο λιμένα όπου η έλλειψη μπορεί να αποκατασταθεί εύκολα ή να απαιτεί την αποκατάσταση της βλάβης εντός προθεσμίας 30 ημερών κατ’ ανώτατο όριο. Για αυτούς τους σκοπούς, εφαρμόζονται οι προβλεπόμενες διαδικασίες στο άρθρο 11.
(4) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η γενική κατάσταση του πλοίου σαφώς δεν ανταποκρίνεται προς τα σχετικά πρότυπα, ο επιθεωρητής μπορεί να αναστέλλει την επιθεώρησή του, μέχρις ότου οι υπεύθυνοι λάβουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι το πλοίο ανταποκρίνεται στις σχετικές απαιτήσεις των συμβάσεων.
(5) Εάν οι επιθεωρήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 4 και το άρθρο 6 οδηγήσουν σε απαγόρευση απόπλου, η αρμόδια αρχή ενημερώνει, αμέσως, γραπτώς και συμπεριλαμβάνοντας την έκθεση επιθεώρησης, το κράτος της σημαίας του πλοίου, είτε μέσω της αρμόδιας αρχής του κράτους αυτού, είτε, εάν αυτό δεν είναι εφικτό, μέσω του προξένου ή, σε περίπτωση απουσίας του, μέσω του πλησιέστερου διπλωματικού αντιπροσώπου του κράτους αυτού, για όλες τις περιπτώσεις οι οποίες κατέστησαν αναγκαία αυτή την παρέμβαση. Επιπρόσθετα, η αρμόδια αρχή αποστέλλει κοινοποίηση, όπου απαιτείται, στους διορισμένους επιθεωρητές ή τους αναγνωρισμένους οργανισμούς, που είναι υπεύθυνοι για την έκδοση των πιστοποιητικών κλάσης ή των πιστοποιητικών που εκδίδονται για λογαριασμό του κράτους της σημαίας σύμφωνα με τις συμβάσεις.
(6) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δε θίγουν τις πρόσθετες απαιτήσεις των συμβάσεων περί των διαδικασιών κοινοποίησης και αναφοράς, που αφορούν στον έλεγχο του Κράτους του λιμένα.
10.—(1) Αν η επιθεώρηση δείξει ότι επί πλοίου, στο οποίο εφαρμόζεται ο Κώδικας ISM, δεν υπάρχει κατά την ημερομηνία επιθεώρησης, αντίγραφο του πιστοποιητικού συμμόρφωσης ή του πιστοποιητικού διαχείρισης ασφάλειας, που εκδίδεται σύμφωνα με τον Κώδικα ISM, ο επιθεωρητής που διεξήγαγε την επιθεώρηση απαγορεύει τον απόπλου του πλοίου και επιδίδει σχετική κοινοποίηση στον πλοίαρχο.
(2) Παρά την έλλειψη των εγγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (1)-
(α) Εάν η επιθεώρηση δεν οδηγήσει σε διαπίστωση άλλων ελλείψεων, που να δικαιολογούν την κατακράτηση, η αρμόδια αρχή μπορεί να άρει την κατακράτηση για να αποσυμφορήσει το λιμένα και ενημερώνει αμέσως τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών για την άρση της κατακράτησης·
(β) εάν η επιθεώρηση οδηγήσει σε διαπίστωση ελλείψεων εν τη εννοία του εδαφίου (2) του άρθρου 9, οι οποίες δεν μπορούν να διορθωθούν στο λιμένα επιθεώρησης, εφαρμόζονται οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 11.
(3)(α) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (β), σε περίπτωση που επιτράπηκε ο απόπλους πλοίου από λιμένα κράτους μέλους, περιλαμβανομένης της Δημοκρατίας, υπό περιστάσεις πανομοιότυπες με τις αναφερόμενες στο εδάφιο (2)(α), η αρμόδια αρχή απαγορεύει, επιδίδοντας σχετική κοινοποίηση στον πλοίαρχο, την είσοδο του πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας, μέχρις ότου ο πλοιοκτήτης ή ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου αποδείξει στην αρμόδια αρχή ότι ικανοποίησε την αρμόδια αρχή, η οποία επέτρεψε τον απόπλου του πλοίου από τον προαναφερόμενο λιμένα κράτους μέλους, περί του γεγονότος ότι το πλοίο διαθέτει έγκυρα πιστοποιητικά εκδοθέντα σύμφωνα με τον Κώδικα ISM.
(β) Η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέπει την είσοδο πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (8) του άρθρου 11.
11.—(1) Όταν οι ελλείψεις που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 9 δεν είναι δυνατό να αποκατασταθούν στο λιμένα επιθεώρησης, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στο πλοίο να πλεύσει στην πλησιέστερη διαθέσιμη κατάλληλη μονάδα επισκευής πλοίων, η οποία επιλέγεται από τον πλοίαρχο και τις οικείες αρχές, εφόσον τηρούνται οι προϋποθέσεις, τις οποίες καθορίζουν οι αρχές του κράτους της σημαίας του πλοίου και με τις οποίες συμφωνεί η αρμόδια αρχή. Οι προϋποθέσεις αυτές πρέπει να είναι τέτοιες, ώστε να εξασφαλίζουν ότι το πλοίο μπορεί να πλεύσει χωρίς κίνδυνο για την ασφάλεια και την υγεία των επιβατών ή του πληρώματος, ή κίνδυνο για άλλα πλοία, ή χωρίς να υπάρχει υπερβολική απειλή βλάβης του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
(2) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), η αρμόδια αρχή ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους, στο οποίο ευρίσκεται η μονάδα επισκευής πλοίων, τα μέρη που αναφέρονται στο εδάφιο (5) του άρθρου 9 και κάθε άλλη αρχή, ανάλογα με την περίπτωση, για όλες τις προϋποθέσεις του ταξιδιού.
(3) Η ενημέρωση των μερών, που αναφέρονται στο εδάφιο (2), πραγματοποιείται σύμφωνα με τον τύπο που καθορίζεται εκάστοτε με γνωστοποίηση. Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή ενημερώνεται από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 11(1) της Οδηγίας 95/21/ΕΚ, επέτρεψε σε πλοίο να προχωρήσει σε μονάδα επισκευής πλοίων στη Δημοκρατία, η αρμόδια αρχή γνωστοποιεί σε αυτή την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους τα σχετικά μέτρα τα οποία έλαβε.
(4) Σε πλοίο, το οποίο αναφέρεται στο εδάφιο (1) και το οποίο πλέει-
(α) Χωρίς να συμμορφώνεται με τις προϋποθέσεις που καθορίζει η αρμόδια αρχή του λιμένα επιθεώρησης, ή
(β) κατά παράβαση των εφαρμοστέων απαιτήσεων των συμβάσεων, με τη μη μετάβαση στην υποδειχθείσα μονάδα επισκευής πλοίων,
η αρμόδια αρχή απαγορεύει, επιδίδοντας σχετική κοινοποίηση στον πλοίαρχο, την είσοδο σε οποιοδήποτε λιμένα της Δημοκρατίας μέχρις ότου ο πλοιοκτήτης ή ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου αποδείξει στην αρμόδια αρχή του λιμένα, στον οποίο το πλοίο ευρέθη να έχει ελλείψεις, ότι το πλοίο ανταποκρίνεται πλήρως σε όλες τις εφαρμοστέες απαιτήσεις των συμβάσεων.
(5) Καθόσον αφορά στην παράγραφο (α) του εδαφίου (4), εάν ο λιμένας επιθεώρησης βρίσκεται στη Δημοκρατία, η αρμόδια αρχή, που διαπίστωσε τις ελλείψεις, ενημερώνει αμέσως τις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών.
(6) Καθόσον αφορά στην παράγραφο (β) του εδαφίου (4), εάν η μονάδα επισκευής πλοίων βρίσκεται στη Δημοκρατία, η αρμόδια αρχή ενημερώνει αμέσως τις αρμόδιες αρχές όλων των κρατών μελών.
(7) Πριν απαγορευθεί η είσοδος πλοίου με ξένη σημαία σε λιμένα της Δημοκρατίας η αρμόδια αρχή μπορεί να ζητά διαβουλεύσεις με τις αρχές του κράτους της σημαίας του συγκεκριμένου πλοίου.
(8) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (4), μπορεί να επιτραπεί από την αρμόδια αρχή η είσοδος του πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας σε περίπτωση ανωτέρας βίας ή για σημαντικούς λόγους ασφάλειας ή για να μειωθεί ή να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος ρύπανσης, ή για την αποκατάσταση ελλείψεων, υπό την προϋπόθεση όμως ότι ικανοποιείται ότι ο πλοιοκτήτης, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου ή ο πλοίαρχος του συγκεκριμένου πλοίου θα λάβουν τα κατάλληλα μέτρα για την ασφαλή είσοδο.
12.—(1) Οι επιθεωρήσεις διεξάγονται μόνο από επιθεωρητές οι οποίοι κατέχουν τα προσόντα που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση.
(2) Όταν η αρμόδια αρχή δε διαθέτει άτομα με την απαιτούμενη επαγγελματική κατάρτιση ο επιθεωρητής μπορεί να επικουρείται από οποιοδήποτε άτομο με την απαιτούμενη κατάρτιση.
(3) Επιθεωρητές, οι οποίοι πραγματοποιούν ελέγχους πλοίων σε λιμένες της Δημοκρατίας και τα άτομα, που τους επικουρούν, δεν πρέπει να έχουν εμπορικά συμφέροντα στο λιμένα επιθεώρησης ή στα επιθεωρούμενα πλοία ούτε και μπορούν να απασχολούνται ή να αναλαμβάνουν εργασίες για λογαριασμό μη κυβερνητικών οργανισμών, οι οποίοι εκδίδουν τα προβλεπόμενα από το σχετικό νόμο πιστοποιητικά και πιστοποιητικά κλάσεως ή διενεργούν τις αναγκαίες για τη χορήγηση των εν λόγω πιστοποιητικών σε πλοία επιθεωρήσεις.
(4) Στα πλαίσια της εκτέλεσης των καθηκόντων τους, οι επιθεωρητές υποχρεούνται να φέρουν ειδικό δελτίο ταυτότητας, το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό σύμφωνα με τους περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Δελτία Ταυτότητας Επιθεωρητών Πλοίων και Εποπτών Πλοίων) Κανονισμούς του 2000.
13.—(1) Οι πλοηγοί των λιμενικών αρχών της Δημοκρατίας οι οποίοι προσορμίζουν και αποπροσορμίζουν πλοία ή αναλαμβάνουν να οδηγήσουν πλοία, που καταπλέουν σε λιμένα της Δημοκρατίας, ενημερώνουν αμέσως την αρμόδια αρχή οποτεδήποτε κατά την άσκηση των κανονικών καθηκόντων τους πληροφορούνται ότι υπάρχουν ελλείψεις, οι οποίες δυνατό να θέτουν σε κίνδυνο την ασφαλή ναυσιπλοΐα του πλοίου ή ενδέχεται να συνιστούν απειλή βλάβης του θαλάσσιου περιβάλλοντος.
(2) Εάν οι λιμενικές αρχές της Δημοκρατίας, πληροφορηθούν ότι πλοίο, που ευρίσκεται σε λιμένα της Δημοκρατίας παρουσιάζει ελλείψεις, οι οποίες δυνατό να θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια του πλοίου ή συνιστούν υπερβολική απειλή βλάβης του θαλάσσιου περιβάλλοντος, ενημερώνουν αμέσως την αρμόδια αρχή.
14.—(1) Η αρμόδια αρχή λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα ούτως ώστε να διασφαλισθεί ότι οι πληροφορίες, που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση, σχετικά με τα πλοία, στα οποία απαγορεύθηκε ο απόπλους ή ο ελλιμενισμός σε λιμένα της Δημοκρατίας, δημοσιεύονται το συντομότερο και πάντως κατά τη διάρκεια του μήνα που αμέσως ακολουθεί το μήνα, κατά τον οποίο αποφασίστηκε η απαγόρευση.
(2) Η αρμόδια αρχή διασφαλίζει ότι-
(α) Οι πληροφορίες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση καθώς και οι πληροφορίες σχετικά με τις αλλαγές, αναστολές και ανακλήσεις κλάσης που αναφέρονται στο άρθρο 14(5) του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Αναγνώριση και Εξουσιοδότηση Οργανισμών) Νόμου του 2001, όπως εκάστοτε αυτός τροποποιείται, είναι διαθέσιμες στο σύστημα πληροφοριών Sirenac, και
(β) οι προαναφερόμενες πληροφορίες δημοσιοποιούνται μέσω του συστήματος πληροφοριών Equasis, το συντομότερο δυνατό, μετά την επιθεώρηση ή μετά την άρση της απαγόρευσης απόπλου.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δε θίγουν τη νομοθεσία περί ευθύνης η οποία εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία.
14Α.-(1) Σε περίπτωση που απαγορεύεται ο απόπλους πλοίου δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο λαμβάνων την απόφαση επιθεωρητής ενημερώνει τον πλοίαρχο του πλοίου, με την σχετική κοινοποίηση που του επιδίδει, περί των δικαιωμάτων ένστασης και προσφυγής που χορηγούνται από τα άρθρα 15 και 16, αντίστοιχα.
(2) Σε περίπτωση που απαγορεύεται η είσοδος πλοίου σε λιμένα δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο λαμβάνων την απόφαση ενημερώνει τον πλοίαρχο του πλοίου, με την σχετική κοινοποίηση που του επιδίδει, περί των δικαιωμάτων προσφυγής που χορηγούνται από το άρθρο 16.
15.—(1) Η απόφαση επιθεωρητή για απαγόρευση του απόπλου δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, μπορεί να προσβληθεί με ένσταση ενώπιον του Διευθυντή από τον πλοιοκτήτη, τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου ή τον αντιπρόσωπο τους στη Δημοκρατία. Η ένσταση ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 48 ωρών εντός εργάσιμων ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης απαγόρευσης απόπλου στον πλοίαρχο δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 9.
(2) Η κατά το εδάφιο (1) ένσταση δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.
(3) Ο Διευθυντής εξετάζει την ένσταση και, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους ή δώσει την ευκαιρία σ' αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους γραπτώς, αποφασίζει για την τύχη της σύμφωνα με το εδάφιο (4) το αργότερο εντός προθεσμίας 48 ωρών εντός εργάσιμων ημερών.
(4) Ο Διευθυντής μπορεί να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση-
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
Ο Διευθυντής κοινοποιεί την απόφαση που εκδίδει δυνάμει του παρόντος εδαφίου στον ενιστάμενο, καθώς και στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου (εάν δεν είναι ο ενιστάμενος).
16.—(1) Ο πλοιοκτήτης πλοίου, ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου ή ο αντιπρόσωπος οποιουδήποτε από αυτούς στη Δημοκρατία μπορούν έκαστος να προσβάλουν με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού οποιαδήποτε από τις ακόλουθες αποφάσεις, η οποία αφορά αυτό το πλοίο και η οποία εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου:
(α) Απόφαση επιθεωρητή για απαγόρευση απόπλου·
(β) απόφαση της αρμόδιας αρχής για απαγόρευση εισόδου σε λιμένα της Δημοκρατίας·
(γ) απόφαση του Διευθυντή, εκδιδόμενη δυνάμει του άρθρου 15.
Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 5 ημερών από την επίδοση της κοινοποίησης της προσβληθείσας απόφασης στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου.
(2) Η κατά το εδάφιο (1) προσφυγή δεν αναστέλλει την εκτέλεση της απόφασης.
(3) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους ή δώσει την ευκαιρία σ' αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους γραπτώς, αποφασίζει για την τύχη της σύμφωνα με το εδάφιο (4) το αργότερο εντός προθεσμίας 10 ημερών.
(4) Ο Υπουργός μπορεί να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση·
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση·
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.
Ο Υπουργός κοινοποιεί την απόφαση που εκδίδει δυνάμει του παρόντος εδαφίου στον προσφεύγοντα, καθώς και στον πλοίαρχο του σχετικού πλοίου (εάν δεν είναι ο προσφεύγοντας).
17.—(1) Κατά την άσκηση του ελέγχου από την αρμόδια αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, πρέπει να καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να αποφεύγεται η αδικαιολόγητη απαγόρευση απόπλου ή η καθυστέρηση πλοίου.
(2) Σε περίπτωση αδικαιολόγητης απαγόρευσης απόπλου ή καθυστέρησης, ο πλοιοκτήτης ή ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου δικαιούται αποζημίωσης για τις τυχόν απώλειες ή ζημιά που υπέστη:
18.—(1) Όταν κατά τις επιθεωρήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 5 και 6 επιβεβαιώνονται ή διαπιστώνονται ελλείψεις σε σχέση με τις απαιτήσεις μίας σύμβασης οι οποίες δικαιολογούν την απαγόρευση απόπλου του πλοίου, όλες οι δαπάνες, σε μια κανονική λογιστική περίοδο, οι οποίες σχετίζονται με την επιθεώρηση, καλύπτονται από τον πλοιοκτήτη ή τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου ή τον εκπρόσωπο του στη Δημοκρατία.
(2) Όλες οι δαπάνες σχετικά με τις επιθεωρήσεις που διεξάγει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 11, επιβαρύνουν τον πλοιοκτήτη ή τον έχοντα εκμετάλλευση του πλοίου.
(2Α) Σε περίπτωση απαγόρευσης απόπλου πλοίου λόγω ελλείψεων ή έλλειψης πιστοποιητικών σε ισχύ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 9 και εκάστοτε σε γνωστοποίηση, όλες οι δαπάνες κατακράτησης στο λιμένα βαρύνουν τον πλοιοκτήτη ή τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου.
(3) Η απαγόρευση απόπλου αίρεται μόνο όταν καταβληθεί όλο το ποσό ή δοθεί επαρκής εγγύηση για την κάλυψη των δαπανών, η οποία διασφαλίζεται με την κατάθεση τραπεζικής εγγύησης ίσου ποσού αναγνωρισμένης τράπεζας και με όρους ικανοποιητικούς για την αρμόδια αρχή:
(4) [Διαγράφηκε]
19.—(1) Η αρμόδια αρχή και οι λιμενικές αρχές της Δημοκρατίας υπέχουν από κοινού υποχρέωση να διασφαλίζουν ότι η αρμόδια αρχή μπορεί να λαμβάνει όλες τις σχετικές πληροφορίες για τα πλοία που καταπλέουν στους λιμένες της Δημοκρατίας.
(2)(α) Η αρμόδια αρχή χειρίζεται θέματα ανταλλαγής πληροφοριών και συνεργασίας με τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών και είναι ο επιχειρησιακός σύνδεσμος με την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και το σύστημα πληροφοριών Sirenac.
(β) Για τους σκοπούς της διεξαγωγής των επιθεωρήσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 4 και το άρθρο 6, οι επιθεωρητές συμβουλεύονται τις δημόσιες και ιδιωτικές βάσεις δεδομένων σχετικά με τις επιθεωρήσεις πλοίων, οι οποίες είναι προσβάσιμες μέσω του συστήματος πληροφοριών Equasis.
(γ) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) είναι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 14 καθώς και άλλες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση.
20. Η αρμόδια αρχή παρέχει στην Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τις πληροφορίες που καθορίζονται εκάστοτε σε γνωστοποίηση με τη συχνότητα που καθορίζεται εκάστοτε σε γνωστοποίηση.
21. Διαπράττει ποινικό αδίκημα έκαστος εκ του πλοιοκτήτη, του έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και του πλοιάρχου -
(α) Που επιχειρεί τον απόπλου πλοίου κατά παράβαση απαγόρευσης απόπλου που επεβλήθηκε στο πλοίο δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή
(β) που επιχειρεί την είσοδο πλοίου σε λιμένα της Δημοκρατίας κατά παράβαση απαγόρευσης τέτοιας εισόδου η οποία επεβλήθηκε στο πλοίο δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή
(γ) που παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση που του επιβάλλει το εδάφιο (3)(α) του άρθρου 6, ή
(δ) που παραλείπει να λάβει τα δέοντα μέτρα για τον κατάπλου πλοίου στον πλησιέστερο κατάλληλο λιμένα, ως ήθελε επιτρέψει η αρμόδια αρχή σύμφωνα με εδάφιο (3) του άρθρου 9, ή παραλείπει να λάβει τα δέοντα μέτρα για αποκατάσταση βλάβης κατόπιν απαίτησης της αρμόδιας αρχής σύμφωνα με το ίδιο εδάφιο, ή
(ε) που παραλείπει να λάβει τα δέοντα μέτρα για τον πλου πλοίου σε μονάδα επισκευής πλοίων σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 11, και
σε περίπτωση καταδίκης του, τιμωρείται με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι πέντε χιλιάδων λιρών ή και με τις δύο αυτές ποινές.
21Α.-(1) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαπιστώσει ότι πρόσωπο διενεργεί πράξη ή τελεί σε παράλειψη, κατά παράβαση του εδαφίου (3)(α) του άρθρου 6, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβάλλει σε τέτοιο πρόσωπο διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ, ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης, ανεξάρτητα από το αν συντρέχει περίπτωση ποινικής ευθύνης δυνάμει του παρόντος Νόμου ή άλλου νόμου ή κανονισμών.
(2) Προτού επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, η αρμόδια αρχή ειδοποιεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο για την πρόθεσή της να επιβάλει το διοικητικό πρόστιμο, ενημερώνοντάς το για τους λόγους για τους οποίους προτίθεται να ενεργήσει τοιουτοτρόπως και παρέχοντας σε αυτό το δικαίωμα υποβολής παραστάσεων, μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 15 ημερών από την ημέρα της ειδοποίησης.
(3) Η αρμόδια αρχή επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του εδαφίου (1) με γραπτή και αιτιολογημένη απόφασή της την οποία διαβιβάζει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο και -
(α) η οποία καθορίζει την παράβαση∙ και
(β) δια της οποίας πληροφορεί το επηρεαζόμενο πρόσωπο -
(i) περί του δικαιώματός του να προσβάλει την απόφαση-
(αα) με προσφυγή στον Υπουργό κατά το άρθρο 21Β, και
(ββ) με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, και
(ii) περί των προθεσμιών εντός των οποίων δύνανται να ασκηθούν τα προαναφερόμενα δικαιώματα, οι οποίες καθορίζονται στο άρθρο 21Β του παρόντος Νόμου και το Άρθρο 146 του Συντάγματος, αντίστοιχα∙ και
(γ) η οποία καθίσταται εκτελεστή με την εν λόγω διαβίβασή της.
(4) Ο Υπουργός έχει εξουσία να καθορίζει με οδηγίες του τα ενδεικτικά κριτήρια υπολογισμού του ύψους επιβαλλόμενου δυνάμει του εδαφίου (1) διοικητικού προστίμου, χωρίς τούτο να περιορίζει την διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής να αποφασίζει ελεύθερα περί του ύψους του επιβαλλόμενου διοικητικού προστίμου, με βάση τα κατά περίπτωση πραγματικά περιστατικά.
21Β.-(1)(α) Ο έχων την εκμετάλλευση πλοίου, ο αντιπρόσωπός του στη Δημοκρατία και ο πλοίαρχος τέτοιου πλοίου μπορούν έκαστος να προσβάλουν, με προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, την απόφαση της αρμόδιας αρχής δυνάμει του άρθρου 21Α περί επιβολής διοικητικού προστίμου, η οποία απόφαση αφορά το εν λόγω πλοίο.
(β) Η προσφυγή ενώπιον του Υπουργού ασκείται εγγράφως μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 30 ημερών από τη διαβίβαση της προσβαλλόμενης απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(2) Τα εδάφια (2), (3) και (4) του άρθρου 16 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.
(3) Σε περίπτωση που το διοικητικό πρόστιμο επιβλήθηκε με απόφαση του Υπουργού ως αρμόδια αρχή, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται ως εάν να ήταν διάταξη που προβλέπει την υποβολή ένστασης στον Υπουργό κατά της απόφασής του περί επιβολής του διοικητικού προστίμου.
22.-(1) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης-
(α) προσώπου να καταβάλει στην αρμόδια αρχή το αντίτιμο των δαπανών οι οποίες το βαρύνουν κατά το άρθρο 18∙
(β) προσώπου, στο οποίο επεβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην αρμόδια αρχή τέτοιο πρόστιμο,
η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
(2) Οποιοδήποτε από τα ακόλουθα συνιστά επιβάρυνση επί πλοίου, η οποία επιβάρυνση ικανοποιείται κατά προτίμηση έναντι των άλλων δανειστών, όμως έπεται της τελευταίας υποθήκης:
(α) δαπάνη η οποία αναφέρεται στο άρθρο 18 και η οποία αφορά το εν λόγω πλοίο∙
(β) διοικητικό πρόστιμο που επεβλήθηκε στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου δυνάμει του παρόντος Νόμου, αναφορικά με το εν λόγω πλοίο.
(3) Σε περίπτωση που διοικητικό πρόστιμο που επιβλήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου προσβλήθηκε επιτυχώς είτε ενώπιον του Υπουργού κατά το άρθρο 21Β είτε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) τα εδάφια (1) και (2) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με τέτοιο διοικητικό πρόστιμο∙
(β) η αρμόδια αρχή επιστρέφει οποιοδήποτε καταβληθέν προαναφερόμενο διοικητικό πρόστιμο, στο πρόσωπο που το είχε καταβάλει.
23.—(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος, που κατά τον παρόντα Νόμο χρειάζεται ή είναι δεκτικό καθορισμού.
(2) Κανονισμοί, που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία έχει εξουσία προς έγκριση ή απόρριψή τους μέσα σε προθεσμία εξήντα ημερών από την κατάθεσή τους. Αν η Βουλή των Αντιπροσώπων εγκρίνει τους Κανονισμούς ή η προθεσμία των εξήντα ημερών παρέλθει άπρακτη, οι Κανονισμοί δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και, εκτός αν προβλέπεται σε αυτούς διαφορετικά, τίθενται σε ισχύ κατά την ημέρα της δημοσίευσής τους.
24.—(1) Ο παρών Νόμος θα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία, που θα ορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να ορίσει διαφορετικές ημερομηνίες για την έναρξη της ισχύος διάφορων διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(1) Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.27(Ι)/2004] θα τεθεί σε ισχύ κατά την ημερομηνία, που θα ορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίηση που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να ορίσει διαφορετικές ημερομηνίες για την έναρξη της ισχύος διάφορων διατάξεων του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.27(I)/2004].
37.-(1) Καταργούνται οι περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Έλεγχος του Κράτους του Λιμένα) Νόμοι του 2001 έως 2009, και οι δυνάμει αυτών εκδιδόμενες Γνωστοποιήσεις.
(2) Ανεξάρτητα από το εδάφιο (1), οδηγίες του Υπουργού που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 21Α των καταργούμενων περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Έλεγχος του Κράτους του Λιμένα) Νόμων του 2001 έως 2009, θεωρούνται ως εκδιδόμενες δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 32 του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.95(I)/2011], μέχρι την αντικατάστασή τους από νέες οδηγίες του Υπουργού.