Για σκοπούς εφαρμογής του Κανονισμού της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο—
"Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 2081/92 του Συμβουλίου της 14ης Ιουλίου 1992 για την προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων και των ονομασιών προέλευσης των γεωργικών προϊόντων και των τροφίμων" (EE L 208 της 24.7.92, σ. 1),
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων ή Τροφίμων Νόμος του 2002.
2. Στον παρόντα Νόμο-
"αίτηση" σημαίνει αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 13·
"γεωγραφική ένδειξη" σημαίνει το όνομα μιας περιοχής ή ενός συγκεκριμένου τύπου, το οποίο χρησιμοποιείται στην περιγραφή ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου-
(α) Που κατάγεται από την περιοχή αυτή ή το συγκεκριμένο τόπο,
(β) του οποίου μια συγκεκριμένη ποιότητα, η φήμη ή άλλο χαρακτηριστικό μπορούν να αποδοθούν στη γεωγραφική αυτή καταγωγή, και
(γ) του οποίου η παραγωγή ή/και η μεταποίηση ή/και η επεξεργασία πραγματοποιούνται στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή·
"Γραφείο" σημαίνει το Τμήμα Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη·
"εξουσιοδοτημένος λειτουργός" σημαίνει κατάλληλα επιστημονικά καταρτισμένο πρόσωπο, ή πρόσωπα που εξουσιοδοτούνται από τον Υπουργό για εφαρμογή του παρόντος νόμου και των εκδιδομένων δυνάμει αυτού Διαταγμάτων ή Κανονισμών και η εξουσιοδότηση αυτή γνωστοποιείται με δημοσίευση της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
"Επιτροπή" σημαίνει την κατά το άρθρο 4 καθιδρυόμενη Επιτροπή·
"Κανονισμοί" σημαίνει τους κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
"Μητρώο" σημαίνει το δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 17 τηρούμενο Μητρώο·
"ομάδα" σημαίνει, ανεξάρτητα από τη νομική μορφή ή σύνθεσή της, κάθε οργάνωση παραγωγών ή/και μεταποιητών, τους οποίους αφορά το ίδιο γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο, στην οποία μπορούν να συμμετέχουν και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη·
"ονομασία προέλευσης" σημαίνει το όνομα μιας περιοχής ή ενός συγκεκριμένου τόπου, το οποίο χρησιμοποιείται στην περιγραφή ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου-
(α) το οποίο κατάγεται από αυτή την περιοχή ή το συγκεκριμένο τόπο,
(β) του οποίου η ποιότητα ή τα χαρακτηριστικά οφείλονται κυρίως ή αποκλειστικά στο γεωγραφικό περιβάλλον που περιλαμβάνει τους φυσικούς και ανθρώπινους παράγοντες, και
(γ) του οποίου η παραγωγή, η μεταποίηση και η επεξεργασία λαμβάνουν χώρα στην οριοθετημένη γεωγραφική περιοχή, και περιλαμβάνει ορισμένες παραδοσιακές, γεωγραφικές ή μη, ονομασίες που περιγράφουν γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο καταγωγής μιας περιοχής ή ενός συγκεκριμένου τόπου, το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις των στοιχείων (β) και (γ) πιο πάνω·
"Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.
4. Καθιδρύεται Επιτροπή η οποία ,έχει την αρμοδιότητα να εξετάζει αιτήσεις που υποβάλλονται δυνάμει του άρθρου 13, και να αποφασίζει κατά πόσο συγκεκριμένη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη ορισμένου γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου, μπορεί να εγγραφεί ως προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη αυτού, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου
5.-(1) Η Επιτροπή διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, είναι πενταμελής και απαρτίζεται από εκπροσώπους που υποδεικνύονται από τα ακόλουθα Υπουργεία Τμήματα, Επιτροπές ή Οργανισμούς:
(α) Τμήμα Γεωργίας, Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος,
(β) Έφορος Εταιρειών και Επίσημος Παραλήπτης, Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού,
(γ) Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών, Υπουργείο Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος,
(δ) Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού,
(ε) Κυπριακός Οργανισμός Προώθησης Ποιότητας, ο οποίος καθιδρύεται βάσει του περί Τυποποίησης, Διαπίστευσης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002.
(2) Πρόεδρος της Επιτροπής διορίζεται ο εκπρόσωπος του Τμήματος Γεωργίας του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
(3) Η θητεία του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής είναι τετραετής και δύναται να ανανεωθεί σύμφωνα με τις περί διορισμού διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(4) Σε περίπτωση που ο Πρόεδρος κωλύεται προσωρινά από οποιαδήποτε αιτία,, στην άσκηση των καθηκόντων του, η Επιτροπή επιλέγει ένα εκ των μελών της να ενεργεί ως Πρόεδρος.
(5) Σε περίπτωση που η θέση του Προέδρου ή μέλους της Επιτροπής χηρεύσει πριν από τη λήξη της θητείας αυτού, το Υπουργικό Συμβούλιο προβαίνει στο διορισμό νέου Προέδρου ή μέλους της Επιτροπής, για τον υπόλοιπο χρόνο της θητείας του απερχομένου, σύμφωνα με τις περί διορισμού διατάξεις του παρόντος άρθρου.
(6) Στον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής χορηγείται αποζημίωση το ύψος της οποίας αποφασίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
6.-(1) Ο Πρόεδρος προΐσταται της Επιτροπής, συγκαλεί αυτή σε συνεδρία κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 7, και υπογράφει τα πρακτικά και κάθε άλλο σημαντικό έγγραφο.
(2) Ο Πρόεδρος μεριμνά για την εκτέλεση των αποφάσεων και για την άσκηση των λοιπών σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων της Επιτροπής ενώπιον των δικαστικών ή άλλων αρχών.
7.-(1) Ο Πρόεδρος συγκαλεί την Επιτροπή σε συνεδρία όποτε κρίνει τούτο αναγκαίο, οφείλει όμως να συγκαλέσει συνεδρία το νωρίτερο δυνατό, και σε κάθε περίπτωση σε προθεσμία ενός μηνός, αν το ζητήσουν γραπτώς δύο τουλάχιστο μέλη της Επιτροπής που καθορίζουν συγχρόνως και τα προς συζήτηση θέματα.
(2) Η πρόσκληση σε συνεδρία είναι γραπτή και απευθύνεται προς όλα τα μέλη της Επιτροπής επτά τουλάχιστον ημέρες πριν από την ορισμένη για τη συνεδρία ημερομηνία.
(3) Η ημερήσια διάταξη καταρτίζεται από τον Πρόεδρο και κοινοποιείται μαζί με την πρόσκληση σε συνεδρία.
8. Η Επιτροπή συνεδριάζει νομίμως αν, στη συνεδρία παρίσταται ο Πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του και δύο από τα μέλη της Επιτροπής, οι δε αποφάσεις της Επιτροπής πλήρως αιτιολογημένες λαμβάνονται κατά πλειοψηφία και διαβιβάζονται στο Γραφείο για ανάλογη ενέργεια.
10.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 11 και 12, ένα γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο, εφόσον ανταποκρίνεται στην προδιαγραφή του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου όπως αυτό καθορίζεται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.
(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) προδιαγραφή γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου πρέπει να περιλαμβάνει, τουλάχιστο, τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Το όνομα και τη διεύθυνση της ομάδας ή του φυσικού ή νομικού προσώπου που καταχωρεί την αίτηση και την ιδιότητα με την οποία ζητά εγγραφή,
(β) το όνομα του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου καθώς και την ονομασία προέλευσης ή τη γεωγραφική ένδειξη,
(γ) την περιγραφή του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου που περιλαμβάνει, ενδεχομένως, τις πρώτες ύλες και τα κυριότερα φυσικά, χημικά, μικροβιολογικά ή/και οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου,
(δ) τη γεωγραφική οριοθέτηση,
(ε) τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι το γεωργικό προϊόν ή το τρόφιμο κατάγεται από τη γεωγραφική περιοχή, κατά την έννοια που αποδίδεται στους ορισμούς των ονομασιών προέλευσης ή γεωγραφικών ενδείξεων αναλόγως,
(στ) την περιγραφή της μεθόδου παραγωγής του γεωργικού προϊόντος ή του τροφίμου και, ενδεχομένως, τις τοπικές, θεμιτές και συνήθεις μεθόδους,
(ζ) τα στοιχεία που αποδεικνύουν το δεσμό με το γεωγραφικό περιβάλλον ή με τη γεωγραφική καταγωγή κατά την έννοια που αποδίδεται στους ορισμούς των ονομασιών προέλευσης ή των γεωγραφικών ενδείξεων, αναλόγως,
(η) οποιοδήποτε άλλο στοιχείο ήθελε καθοριστεί με Κανονισμούς,
(θ) οποιαδήποτε ένδειξη που τίθεται στο προϊόν και η οποία δηλώνει τη σύνδεση του προϊόντος με ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη.
11.-(1) Απαγορεύεται η εγγραφή των ονομασιών που έχουν καταστεί κοινές
(2) Απαγορεύεται η εγγραφή ονόματος, ως ονομασίας προέλευσης ή ως γεωγραφικής ένδειξης όταν αυτό συγκρούεται με το όνομα φυτικής ποικιλίας ή ζωικής φυλής και, ως εκ τούτου, μπορεί να παραπλανήσει το κοινό ως προς την πραγματική καταγωγή του προϊόντος.
(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως "ονομασία που έχει καταστεί κοινή" σημαίνει το όνομα ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου, το οποίο, αν και αναφέρεται στον τόπο ή την περιοχή όπου το εν λόγω γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο έχει παραχθεί αρχικά ή εμπορευθεί, έχει πλέον καταστεί κοινό όνομα ενός γεωργικού προϊόντος ή ενός τροφίμου.
12. Μια ονομασία προέλευσης ή μια γεωγραφική ένδειξη δεν εγγράφεται εάν, λαμβανομένης υπόψη της φήμης ενός εμπορικού σήματος, του γεγονότος ότι είναι ευρύτατα γνωστό και της διάρκειας χρησιμοποίησής του, η εγγραφή θα μπορούσε να παραπλανήσει τον καταναλωτή όσον αφορά την πραγματική ταυτότητα του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
13.-(1) Κάθε πρόσωπο νομικό ή φυσικό, ή ομάδα που επιθυμεί την εγγραφή οποιασδήποτε ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης σε σχέση με γεωργικό προϊόν ή τρόφιμο το οποίο παράγει ή επιτυγχάνει σύμφωνα με τον ορισμό της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης, δύναται να υποβάλει στο Γραφείο αίτηση εγγραφής στο Μητρώο ως προστατευόμενη ονομασία προέλευσης ή προστατευόμενη γεωγραφική ένδειξη.
(2) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) αίτηση συμπληρώνεται κατά τον Τύπο που περιέχεται σε Κανονισμούς και περιλαμβάνει την προδιαγραφή του προϊόντος όπως αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 10 και συνοδεύεται με τέλος που καθορίζεται με Κανονισμούς.
14.-(1) Το Γραφείο λαμβάνει τις αιτήσεις και εξετάζει κατά πόσο συντρέχουν οι πιο κάτω προκαταρκτικές προϋποθέσεις:
(α) Κατά πόσο η αίτηση περιλαμβάνει τα απαιτούμενα στοιχεία σύμφωνα με το άρθρο 10, και
(β) κατά πόσο πληρώθηκε το καταβλητέο τέλος.
(2)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία η αίτηση είτε δε περιέχει οποιαδήποτε από τα στοιχεία των προδιαγραφών που ορίζονται στο άρθρο 10 του παρόντος Νόμου, είτε δεν πληρώθηκε το καταβλητέο τέλος, τότε το Γραφείο επιστρέφει την αίτηση στον αιτητή, ο οποίος εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της επιστροφής της αίτησης, δικαιούται να διορθώσει οποιαδήποτε τυχόν παράλειψη αυτής και να την επιστρέψει στο Γραφείο.
(β) Σε περίπτωση κατά την οποία η εν λόγω παράλειψη δε διορθωθεί εντός του χρόνου που ορίζεται στην παράγραφο (α), τότε η αίτηση, μετά την εκπνοή της πιο πάνω ταχθείσας προθεσμίας, θεωρείται ως απορριφθείσα.
15.-(1) Η αίτηση, μετά από τον έλεγχο της από το Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 14, παραπέμπεται στην Επιτροπή για εξέταση και λήψη σχετικής απόφασης.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία η Επιτροπή θεωρήσει ότι χρειάζεται περαιτέρω στοιχεία για την εξέταση της αίτησης δύναται να τα ζητήσει γραπτώς από τον αιτητή.
(3) Η Επιτροπή δύναται, όπου θεωρεί τούτο χρήσιμο, να ζητήσει απόψεις από αρμόδιες Κυβερνητικές ή μη υπηρεσίες για την εξέταση ειδικών θεμάτων που προκύπτουν από την αίτηση.
(4) Η Επιτροπή εξετάζει την αίτηση το συντομότερο δυνατό και αποφασίζει την εγγραφή της προτεινόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης ορισμένου γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου εφόσον διαπιστώσει ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στα άρθρα 10 και 13.
(5) Η απόφαση της Επιτροπής κοινοποιείται ταυτόχρονα στον αιτητή και στο Γραφείο, το οποίο σε περίπτωση θετικής απόφασης, το ταχύτερο μετά την παραλαβή της κοινοποίησης αυτής, προβαίνει στη δημοσίευση των ακόλουθων στοιχείων στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας:
(i)Το όνομα και τη διεύθυνση του αιτούντος,
(ii) το όνομα του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου,
(iii)τα κυριότερα στοιχεία της αίτησης,
(iv)τις αναφορές που διέπουν την επεξεργασία, την παραγωγή ή την παρασκευή του γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου,
(ν) το σκεπτικό στο οποίο βασίστηκαν τα συμπεράσματα της.
16.-(1) Κάθε πρόσωπο φυσικό ή νομικό, ή ομάδα, εφόσον έχει έννομο συμφέρον, δύναται να υποβάλει, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία της αναφερόμενης στο εδάφιο (5) του άρθρου 15 δημοσίευσης, γραπτή ένσταση κατά της απόφασης της Επιτροπής για εγγραφή της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης ως προστατευομένης.
(2) Η ένσταση υποβάλλεται μέσω του Γραφείου προς την Επιτροπή και πρέπει να στηρίζεται σε ένα τουλάχιστον από τους πιο κάτω λόγους:
(α) Ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις των ορισμών της ονομασίας προέλευσης ή της γεωγραφικής ένδειξης, ή
(β) ότι η εγγραφή του προτεινόμενου ονόματος θα ζημιώσει την ύπαρξη πλήρως ή μερικώς ομώνυμης ονομασίας ή εμπορικού σήματος ή την ύπαρξη προϊόντων που κυκλοφορούν νομίμως στην αγορά κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, ή
(γ) ότι από τα στοιχεία που προσδιορίζονται στην αίτηση προκύπτει ο κοινός χαρακτήρας του ονόματος του οποίου ζητείται η εγγραφή.
(3) Ο ενιστάμενος δύναται να λάβει από το Γραφείο οποιαδήποτε πληροφορία μετά από έρευνα στο φάκελο, σχετικά με το περιεχόμενο της αίτησης για εγγραφή ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου καθώς επίσης και το ολοκληρωμένο κείμενο της απόφασης της Επιτροπής.
(4) Το Γραφείο αποστέλλει αντίγραφο της ένστασης στον αιτητή και, εντός δυο μηνών από τη λήψη αυτού, ο αιτητής έχει δικαίωμα να υποβάλει μέσω του Γραφείου, αντέκθεση με την οποία αντικρούονται οι λόγοι της ένστασης. Σε περίπτωση που ο αιτητής παραλείψει να υποβάλει αντέκθεση , τότε θεωρείται ότι εγκαταλείπει την αίτησή του.
(5) Η ένσταση και η αντέκθεση, εάν υπάρχει, διαβιβάζονται από το Γραφείο στην Επιτροπή, η οποία αποφασίζει την τύχη της ένστασης.
(6) Το Γραφείο κοινοποιεί την απόφαση της Επιτροπής στον αιτητή και τον ενιστάμενο, και, ανάλογα με την περίπτωση, εγγράφει στο Μητρώο την προτεινόμενη ονομασία προέλευσης ή τη γεωγραφική ένδειξη ή απορρίπτει την αίτηση.
(7) Σε περίπτωση που δεν υποβληθεί ένσταση δυνάμει του εδαφίου (1) εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης της Επιτροπής, το Γραφείο προχωρεί στην εγγραφή της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης στο Μητρώο.
17.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου τηρείται στο Γραφείο Μητρώο, στο οποίο εγγράφεται κάθε ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 16, καθώς και τα στοιχεία της αίτησης όπως αυτά καθορίζονται στο άρθρο 10.
(2) Το Γραφείο ειδοποιεί τον αιτητή για την εγγραφή της ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης και προβαίνει στη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(3) Στο Μητρώο μπορεί να γίνεται έρευνα χωρίς πληρωμή τέλους. Οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να ζητήσει και εξασφαλίσει πιστοποιημένα αντίγραφα, τμημάτων του Μητρώου με την ανάλογη επιβάρυνση.
18.-(1) Με την εγγραφή στο Μητρώο οι εγγεγραμμένες ονομασίες προέλευσης και οι γεωγραφικές ενδείξεις προστατεύονται από-
(α) Οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση εμπορική χρήση μιας εγγεγραμμένης ονομασίας για προϊόντα που δεν καλύπτονται από την εγγραφή, εφόσον τα προϊόντα αυτά είναι συγκρίσιμα με τα προϊόντα που έχουν εγγραφεί με την ονομασία αυτή ή εφόσον η χρήση αυτή αποτελεί εκμετάλλευση της φήμης της προστατευόμενης ονομασίας,
(β) κάθε αντιποίηση, απομίμηση ή επίκληση, ακόμη και αν αναφέρεται η πραγματική καταγωγή του προϊόντος ή αν η προστατευόμενη ονομασία χρησιμοποιείται σε μετάφραση ή συνοδεύεται από εκφράσεις όπως π.χ. "είδος", "τύπος", "μέθοδος", "τρόπος", "απομίμηση" ή παρόμοιες εκφράσεις,
(γ) οποιαδήποτε άλλη ψευδή ή παραπλανητική ένδειξη τόσο όσον αφορά την προέλευση, την καταγωγή, τη φύση ή τις ουσιαστικές ιδιότητες του προϊόντος, αναγραφόμενη στη συσκευασία ή το περιτύλιγμα, στο διαφημιστικό υλικό ή σε έγγραφα που αφορούν το συγκεκριμένο προϊόν, καθώς και τη χρησιμοποίηση για τη συσκευασία του προϊόντος, δοχείου που μπορεί να οδηγήσει σε εσφαλμένη εντύπωση ως προς την καταγωγή του,
(δ) οποιαδήποτε άλλη πρακτική ικανή να παραπλανήσει το κοινό όσον αφορά την πραγματική καταγωγή του σχετικού γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου.
(2) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει οποιεσδήποτε από τις διατάξεις του εδαφίου (1), διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Όταν εγγεγραμμένη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη περιέχει την ονομασία ενός γεωργικού προϊόντος ή τροφίμου που θεωρείται κοινή, τότε η χρήση της κοινής ονομασίας για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή τρόφιμα δε θεωρείται ότι συγκρούεται με τις παραγράφους (α) ή (β) του εδαφίου (1).
(4) Οι εγγεγραμμένες ονομασίες προέλευσης και γεωγραφικές ενδείξεις δεν μπορούν να γίνουν κοινές.
19.-(1) Όταν ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη εγγράφεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, απαγορεύεται οποιαδήποτε καταχώρηση εμπορικού σήματος δυνάμει του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου, το οποίο-
(α) Εμπίπτει σε μια από τις περιπτώσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18,
(β) αφορά τον ίδιο τύπο προϊόντος,
νοουμένου ότι η αίτηση εγγραφής του εμπορικού σήματος υποβάλλεται μετά την ημερομηνία δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας της προτεινόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 15.
(2) Καταχώρηση εμπορικού σήματος η οποία γίνεται κατά παράβαση του εδαφίου (1) θεωρείται ως απόλυτος λόγος μη εγγραφής του σύμφωνα με το άρθρο 11 τον περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου, και δύναται να κηρυχθεί άκυρο.
(3) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται και στην περίπτωση που η αίτηση εγγραφής εμπορικού σήματος έχει κατατεθεί πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης της προτεινόμενης ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 15, για εγγραφή που προβλέπεται στο άρθρο 17, νοουμένου ότι η δημοσίευση αυτή γίνεται πριν από την εγγραφή του εμπορικού σήματος.
(4) Η χρήση εμπορικού σήματος το οποίο εμπίπτει σε μια από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 18 και το οποίο έχει εγγραφεί καλόπιστα πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης εγγραφής μιας ονομασίας προέλευσης ή γεωγραφικής ένδειξης, μπορεί να συνεχιστεί παρά την εγγραφή της εν λόγω ονομασίας προέλευσης ή της εν λόγω γεωγραφικής ένδειξης, νοουμένου ότι, δεν υπάρχουν λόγοι ακυρότητας ή έκπτωσης του εμπορικού σήματος όπως προβλέπεται από το άρθρο 11 του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου.
20. Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί είναι αρμόδιοι να ασκούν έλεγχο για τη διαπίστωση των παραβιάσεων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 18 και έχουν τις ίδιες εξουσίες και υποχρεώσεις με αυτές που προνοούνται στα άρθρα 24 μέχρι 26, 28 και 29 του περί Εμπορικών Περιγραφών Νόμου, καθ' όσον αφορά εμπορικές περιγραφές.
21. Πρόσωπο, το οποίο -
(α) Εσκεμμένα παρακωλύει εξουσιοδοτημένο λειτουργό να ενεργήσει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο , ή
(β) εσκεμμένα παραλείπει να συμμορφωθεί σε οποιαδήποτε απαίτηση που επιβάλλεται σ' αυτό από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου , ή
(γ) χωρίς εύλογη αιτία, παραλείπει να παράσχει σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό οποιαδήποτε άλλη βοήθεια ή πληροφορία την οποία εύλογα ήθελε ζητήσει ο εν λόγω λειτουργός προς το σκοπό εκπλήρωσης των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή
(δ) παρέχοντας οποιαδήποτε πληροφορία προβαίνει εν γνώση του σε ανακριβή δήλωση,
διαπράττει ποινικό αδίκημα, και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
22.-(1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε ποινική ευθύνη που προκύπτει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, όταν διαπιστωθεί παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, η Επιτροπή, έχει εξουσία να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, ύψους μέχρι και πέντε χιλιάδες λίρες. Σε περίπτωση δεύτερης, ή μεταγενέστερης παράβασης, η Επιτροπή έχει εξουσία να επιβάλει πρόστιμο μέχρι και δέκα χιλιάδες λίρες.
(2) Τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) επιβαλλόμενα διοικητικά πρόστιμα επιβάλλονται στον παραβάτη μετά από αιτιολογημένη απόφαση της Επιτροπής που βεβαιώνει την παράβαση, αφού ακούσει τους ενδιαφερομένους ή δώσει την ευκαιρία σ' αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους.
(3) Κατά της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη.
(4) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από το Γραφείο όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε ημερών από την κοινοποίηση της επί της ιεραρχικής προσφυγής απόφασης του Υπουργού.
(5) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής των κατά τον παρόντα Νόμο επιβαλλόμενων από το Γραφείο διοικητικών προστίμων, το Γραφείο λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττεται το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.
23.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει Κανονισμούς για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και για τον καθορισμό ή ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο, με βάση τον παρόντα Νόμο, χρειάζεται να καθοριστεί ή να ρυθμιστεί.
(2) Ειδικότερα και χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του προηγούμενου εδαφίου, με τους εν λόγω Κανονισμούς μπορούν να καθορίζονται-
(α) Οποιοδήποτε επιπρόσθετο στοιχείο που η Επιτροπή θεωρεί απαραίτητο για εξέταση της αίτησης·
(β) τα τέλη που πληρώνονται-
(i) για την υποβολή της αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 13· και
(ii) για την έκδοση πιστοποιημένων αντιγράφων για πληροφορίες που περιέχονται στο Μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 17·
(γ) ο Τύπος στον οποίο υποβάλλεται η αίτηση βάσει του άρθρου 13·
(δ) η διαδικασία ακρόασης των ενδιαφερομένων από την Επιτροπή σε περίπτωση επιβολής διοικητικού προστίμου σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 22.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I
(Άρθρο 3(a))
1. Μπίρα.
2. Φυσικά μεταλλικά νερά και νερά πηγών.
3. Ποτά με βάση εκχυλίσματα φυτών.
4. Προϊόντα αρτοποιίας, ζαχαροπλαστικής, ζαχαρώδη παρασκευάσματα ή προϊόντα μπισκοτοποιίας.
5. Γόμες και ρητίνες φυσικές.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II
(Άρθρο 3(β))
1. Χορτονομές.
2. Αιθέρια έλαια.
3. Φελλός.
4. Βαφικός κόκκος (ακατέργαστο προϊόν ζωικής προέλευσης).
6. Άνθη και καλλωπιστικά φυτά.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III
(Άρθρο 3(γ))
1. Ζώα ζώντα.
2. Κρέατα και βρώσιμα παραπροϊόντα σφαγίων.
3. Ιχθείς, μαλακόστρακα και μαλάκια.
4. Γάλα και προϊόντα γαλακτοκομίας. Ωά πτηνών. Μέλι φυσικό.
5. (1) Έντερα, κύστεις και στόμαχοι ζώων, ολόκληρα ή εις τεμάχια, πλην των εξ ιχθύων τοιούτων.
(2) Προϊόντα ζωικής προελεύσεως μη αλλαχού κατονομαζόμενα ή περιλαμβανόμενα. Μη ζώντα ζώα των παραγράφων 1 και 3, του παρόντος Παραρτήματος ακατάλληλα διά την ανθρωπίνην κατανάλωσιν.
6. Φυτά ζώντα και προϊόντα ανθοκομίας.
7. Λαχανικά, φυτά, ρίζαι και κόνδυλοι, άπαντα εδώδιμα.
8. Καρποί και οπώραι εδώδιμοι. Φλοιοί εσπεριδοειδών και πεπόνων.
9. Καφές, τέιον και αρτύματα (μπαχαρικά) εξαιρέσει του ματέ (κλάσις 09.03).
10. Δημητριακά.
11. Προϊόντα αλευροποιίας, βύνη, άμυλα, γλουτένη, ινουλίνη.
12. Σπέρματα και καρποί ελαιώδεις. Σπέρματα, σπόροι σποράς και διάφοροι καρποί. Βιομηχανικά και φαρμακευτικά φυτά. Άχυρα και χορτονομαί.
13. Πηκτίνη.
14. (1) Λίπος χοίρειον υπό την ονομασίαν saindoux και λοιπά χοίρεια λίπη, λαμβανόμενα διά πιέσεως ή τήξεως. Λίπη πουλερικών λαμβανόμενα διά πιέσεως ή τήξεως.
(2) Λίπη βοοειδών, προβατοειδών και αιγοειδών, ακατέργαστα ή τετηγμένα, περιλαμβανομένων και των λιπών των λεγομένων πρώτης εκθλίψεως.
(3) Στεατίνη, ελαιοστεατίνη, έλαιον του υπό την ονομασία "saindoux" χοιρείου λίπους και ελαιομαργαρίνη, άνευ προσθήκης γαλακτοματοποιών ουσιών, άνευ αναμίξεως ή παρασκευής τινός.
(4) Λίπη και έλαια ιχθύων και θαλασσίων θηλαστικών, έστω και εξηυγενισμένα.
(5) Έλαια φυσικά μόνιμα, ρευστά ή αλοιφώδη, ακαθάριστα, κεκαθαρμένα ή εξευγενισμένα.
(6) Έλαια και λίπη ζωικά ή φυτικά υδρογονωμένα, έστω και εξηυγενισμένα, αλλ' ουχί περαιτέρω επεξεργασμένα.
(7) Μαργαρίνη, απομίμησις χοιρείου λίπους (simili saindoux) και έτερα βρώσιμα λίπη παρασκευασμένα.
(8) Υπολείμματα προκύπτοντα εκ της επεξεργασίας των λιπαρών ουσιών ή των ζωικών ή φυτικών κηρών.
15. Παρασκευάσματα κρεάτων, ιχθύων, μαλακοστράκων και μαλακίων.
16. (1) Σάκχαρις τεύτλων και σακχαροκαλάμου, εις στερεάν κατάστασιν.
(2) Έτερα σάκχαρα, σιρόπια. Υποκατάστατα του μέλιτος, έστω και μεμιγμένα μετά φυσικού μέλιτος. Σάκχαρα και μελάσσαι κεκαυμέναι.
(3) Μελάσσαι, έστω και αποχρωματισμέναι.
(4) Σάκχαρα, σιρόπια και μελάσσαι, άπαντα αρωματισμένα ή τεχνικώς κεχρωσμένα (περιλαμβανομένης και της διά βανίλλης ή βανιλλίνης αρωματισμένης σακχάρεως) εξαιρουμένων των χυμών οπωρών μετά προσθήκης σακχάρεως εις πάσαν αναλογίαν.
17. (1) Κακάον εις βαλάνους και θραύσματα βαλάνων, ακατέργαστα ή πεφρυγμένα.
(2) Κελύφη, φλοιοί, μεμβράναι και απορρίμματα κακάον.
18. Παρασκευάσματα οσπρίων, λαχανικών, οπωρών και ετέρων φυτών ή μερών φυτών.
19. Υπολείμματα και απορρίμματα των βιομηχανιών ειδών διατροφής.
Τροφαί παρεσκευασμέναι διά ζώα.
20. Καπνός ακατέργαστος ή μη βιομηχανοποιημένος. Απορρίμματα καπνού.
21. Φελλός φυσικός ακατέργαστος και απορρίμματα φελλού. Φελλός εις θραύσματα, κόκκους ή κόνιν.
22. Λίνον, ακατέργαστον, μουσκευμένον, αποφλοιωμένον, κτενισμένον ή άλλως πως κατειργασμένον, μη όμως νηματοποιημένον. Στυπία και απορρίμματα (περιλαμβανομένου και του εκ της ξάνσεως νημάτων, υφασμάτων ή ρακών προερχομένου λίνου).
23. Κάνναβις (Cannabis sativa) ακατέργαστος, μουσκευμένη, αποφλοιωμένη, κτενισμένη ή άλλως κατειργασμένη, αλλά μη νηματοποιημένη. Στυπία και απορρίμματα καννάβεως (περιλαμβανομένων και των προερχομένων εκ της ξάνσεως νημάτων, υφασμάτων ή ρακών).
40. Οι περί Ονομασιών Προέλευσης και Γεωγραφικών Ενδείξεων Γεωργικών Προϊόντων ή Τροφίμων Νόμοι του 2002 μέχρι 2004 καταργούνται.