ΜΕΡΟΣ IV ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΠΛΟΙΑ, ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΣΥΜΒΑΝΤΑ, ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ, ΔΥΣΜΕΝΕΙΣ ΚΑΙΡΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΔΟΧΗ ΠΛΟΙΩΝ ΣΕ ΚΑΤΑΦΥΓΙΑ
Επικίνδυνα πλοία

17.-(1) ΄Εκαστο από τα ακόλουθα πλοία θεωρείται ότι παρουσιάζει δυνητικό κίνδυνο για τη ναυσιπλοΐα ή ότι συνιστά απειλή για την ασφάλεια στη θάλασσα, την ασφάλεια των προσώπων ή το περιβάλλον:

(α) πλοίο το οποίο, κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του -

(i) έχει εμπλακεί σε θαλάσσιο συμβάν ή ατύχημα που αναφέρεται στο άρθρο 18(1), ή

(ii) δεν έγινε αντικείμενο συμμόρφωσης με υποχρέωση διαβίβασης πληροφοριών ή υποβολής αναφορών, η οποία υποχρέωση επιβάλλεται δια ή δυνάμει του παρόντος Νόμου· ή

(iii) δεν έγινε αντικείμενο συμμόρφωσης με τους κανόνες που ισχύουν στο πλαίσιο συστήματος οργάνωσης της κυκλοφορίας πλοίων ή υπηρεσίας εξυπηρέτησης κυκλοφορίας πλοίων, που λειτουργεί υπ’ ευθύνη της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους·

(β) πλοίο για το οποίο υπάρχουν αποδείξεις ή ενδείξεις εσκεμμένων απορρίψεων πετρελαίου ή άλλων παραβάσεων της Σύμβασης MARPOL σε ύδατα υπό τη δικαιοδοσία της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους·

(γ) πλοίο είτε στο οποίο απαγορεύθηκε ο κατάπλους σε λιμένα της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους είτε για το οποίο υποβλήθηκε έκθεση ή κοινοποίηση από κράτος μέλος σύμφωνα με το σημείο 3 του Μέρους Α του Πρώτου Παραρτήματος της περί Εμπορικής Ναυτιλίας (΄Ελεγχος του Κράτους του Λιμένα) Πρώτης Γνωστοποίησης του 2004·

(δ) πλοίο το οποίο δεν έχει κοινοποιήσει, ή που δε διαθέτει, πιστοποιητικά ασφάλισης ή χρηματοοικονομικές εγγυήσεις σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους διεθνείς κανόνες·

(ε) πλοίο το οποίο έχει επισημανθεί από τους πλοηγούς ή από τις λιμενικές αρχές ότι παρουσιάζει εμφανείς ανωμαλίες που είναι ικανές να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας ή να προκαλέσουν κίνδυνο για το περιβάλλον.

(2) ΄Εκαστο πρόσωπο, υπό την ευθύνη του οποίου λειτουργεί παράκτιο κέντρο στη Δημοκρατία, διασφαλίζει τη διαβίβαση των πληροφοριών, που το παράκτιο κέντρο κατέχει σχετικά με πλοίο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), στα ενδιαφερόμενα παράκτια κέντρα των άλλων κρατών μελών που ευρίσκονται στην προβλεπόμενη πορεία του πλοίου.

(3)(α) ΄Εκαστο πρόσωπο, υπό την ευθύνη του οποίου λειτουργεί παράκτιο κέντρο στη Δημοκρατία, στο οποίο κέντρο διαβιβάστηκαν πληροφορίες κατά τα διαλαμβανόμενα στο ΄Αρθρο 16(2) της Οδηγίας 2002/59/ΕΚ, διασφαλίζει τη διαβίβαση των πληροφοριών στην Αρμόδια Αρχή.

(β) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει, ανάλογα με τους διαθέσιμους επιθεωρητές, τη διενέργεια, με πρωτοβουλία δική της ή μετά από αίτημα κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, επιθεωρήσεων ή ελέγχων, αναφορικά με οποιοδήποτε πλοίο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) και βρίσκεται σε λιμένα της Δημοκρατίας, χωρίς επηρεασμό οποιασδήποτε υποχρέωσης επιθεώρησης που επιβάλλεται δια των περί Εμπορικής Ναυτιλίας (΄Ελεγχος του Κράτους του Λιμένα) Νόμων του 2001 και 2004. Η Αρμόδια Αρχή ενημερώνει τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη περί των αποτελεσμάτων οποιασδήποτε δράσης διενεργείται σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

Υποβολή αναφορών σχετικά με θαλάσσια συμβάντα, ατυχήματα και περιστατικά

18.-(1) Με την επιφύλαξη του διεθνούς δικαίου και προκειμένου να διευκολύνεται η πρόληψη ή η μείωση κάθε σημαντικής απειλής της ασφάλειας στη θάλασσα, της ασφάλειας των προσώπων ή του περιβάλλοντος, ο πλοίαρχος πλοίου το οποίο πλέει -

(α) εντός της περιοχής έρευνας και διάσωσης που αναφέρεται στο άρθρο 5 του περί της Διεθνούς Σύμβασης για τη Ναυτική ΄Ερευνα και Διάσωση του 1979 (Κυρωτικού) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμου του 1994 ή αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ή ανάλογης περιοχής, που τελεί υπό τη δικαιοδοσία της Δημοκρατίας, ή

(β) εντός της ζώνης έρευνας και διάσωσης ή αποκλειστικής οικονομικής ζώνης ή ανάλογης περιοχής, που τελεί υπό τη δικαιοδοσία κράτους μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, εάν το πλοίο είναι κυπριακό,

ειδοποιεί αμέσως το κατά τόπο αρμόδιο παράκτιο κέντρο σχετικά με οποιοδήποτε από τα ακόλουθα γεγονότα:

(αα) κάθε συμβάν ή ατύχημα που επηρεάζει την ασφάλεια του πλοίου, όπως σύγκρουση, προσάραξη, αβαρία, δυσλειτουργία ή βλάβη, κατάκλιση, μετατόπιση φορτίου, καθώς και κάθε ελάττωμα του σκάφους ή αστοχία των δομικών στοιχείων του πλοίου·

(ββ) κάθε συμβάν ή ατύχημα που αφορά το πλοίο και θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της ναυσιπλοΐας, όπως βλάβες που ενδέχεται να επηρεάσουν τη δυνατότητα ελιγμών ή πλεύσης του πλοίου, καθώς και κάθε δυσλειτουργία στα συστήματα προώθησης ή τα πηδάλια, την ηλεκτρογεννήτρια, το ναυτιλιακό ή τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό·

(γγ) κάθε συμβάν που -

(i) είτε αφορά το πλοίο είτε δεν αφορά το πλοίο αλλά έρχεται σε γνώση του πλοιάρχου, και

(ii) ενδέχεται να προκαλέσει ρύπανση των υδάτων ή των ακτών της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους, όπως απόρριψη ή απειλή απόρριψης ρυπογόνων προϊόντων στη θάλασσα·

(δδ) κάθε κηλίδα ρυπογόνων υλικών και εμπορευματοκιβώτια ή συσκευασίες, που παρασύρονται στη θάλασσα, η οποία κηλίδα, εμπορευματοκιβώτια ή συσκευασίες είτε προέρχονται από το πλοίο είτε δεν προέρχονται από το πλοίο αλλά έρχονται σε γνώση του πλοιάρχου.

(2) Στο ειδοποιητήριο μήνυμα που διαβιβάζει βάσει του εδαφίου (1), ο πλοίαρχος περιλαμβάνει τα στοιχεία του πλοίου, τη θέση του, το λιμένα απόπλου, το λιμένα προορισμού, τη διεύθυνση από την οποία μπορούν να ληφθούν πληροφορίες σχετικά με τα επικίνδυνα και ρυπογόνα αγαθά που το πλοίο μεταφέρει, τον αριθμό των προσώπων που επιβαίνουν στο πλοίο, τις λεπτομέρειες του συμβάντος, ατυχήματος ή περιστατικού, καθώς και κάθε σχετική πληροφορία που αναφέρεται στην Απόφαση Α.851(20) του ΙΜΟ.

(3) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για μη συμμόρφωση με το εδάφιο (1)(γ) ή (δ), απόδειξη ότι πλοίο βρισκόταν στην τοποθεσία που έλαβε χώρα οτιδήποτε περιγράφεται στο εδάφιο (1)(γ) ή (δ) αποτελεί εκ πρώτης όψεως μαρτυρία ότι ήρθε σε γνώση του πλοιάρχου του πλοίου.

(4)(α) Έκαστο πρόσωπο, υπό την ευθύνη του οποίου λειτουργεί παράκτιο κέντρο στη Δημοκρατία, διασφαλίζει -

(i) την άμεση διαβίβαση στην Αρμόδια Αρχή οποιασδήποτε πληροφορίας που διαβιβάζεται στο παράκτιο κέντρο βάσει του παρόντος άρθρου, και

(ii) την πλήρη αξιοποίηση των πληροφοριών που διαβιβάζονται στο παράκτιο κέντρο βάσει του παρόντος άρθρου.

(β) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει την πλήρη αξιοποίηση των πληροφοριών που της διαβιβάζονται βάσει της παραγράφου (α).

Μέτρα σχετικά με θαλάσσια συμβάντα, ατυχήματα ή περιστατικά

19.-(1)(α) Σε περίπτωση θαλάσσιου συμβάντος ή ατυχήματος, που αναφέρεται στο άρθρο 18(1), η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας λαμβάνει όποτε είναι αναγκαίο όλα τα κατάλληλα μέτρα, τα οποία συνάδουν με το διεθνές δίκαιο, προκειμένου να εξασφαλίζονται η ασφάλεια στη ναυσιπλοΐα, η ασφάλεια των προσώπων και η προστασία του θαλάσσιου και παράκτιου περιβάλλοντος.

Στο Τέταρτο Παράρτημα παρατίθεται μη περιοριστικός κατάλογος των μέτρων που έχει εξουσία να λαμβάνει η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο.

(β) Η άσκηση από την Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας της εξουσίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1(α) του Τέταρτου Παραρτήματος, σε σχέση με οποιοδήποτε πλοίο, δεν επηρεάζει την υποχρέωση του πλοίαρχου για την ασφαλή διακυβέρνηση του πλοίου του.

(γ) Σε περίπτωση πλοήγησης ή ρυμούλκησης πλοίου κατά τα διαλαμβανόμενα στην παράγραφο 1(δ) του Τέταρτου Παραρτήματος, οι δαπάνες της πλοήγησης ή ρυμούλκησης βαρύνουν τον έχοντα την εκμετάλλευση του επηρεαζόμενου πλοίου.

(2) Σε περίπτωση θαλάσσιου συμβάντος ή ατυχήματος, που αναφέρεται στο άρθρο 18(1) και αφορά πλοίο, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου, ο πλοίαρχος του πλοίου και ο ιδιοκτήτης των επικίνδυνων ή ρυπογόνων αγαθών που το πλοίο μεταφέρει, έχουν έκαστος υποχρέωση, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο και τη νομοθεσία της Δημοκρατίας, να συνεργάζονται πλήρως με την Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας και κάθε άλλη αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας, κατόπιν αιτήματος των τελευταίων, προκειμένου να ελαχιστοποιούνται οι συνέπειες ενός θαλάσσιου συμβάντος ή ατυχήματος.

Για το σκοπό αυτό, τα προαναφερόμενα πρόσωπα έχουν έκαστος υποχρέωση να διαβιβάζουν στην Αρμόδια Αρχή, κατόπιν σχετικού αιτήματός της, τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο άρθρο 14.

(3) Ο πλοίαρχος πλοίου επί του οποίου εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα ISM ενημερώνει την εταιρεία, σύμφωνα με τον εν λόγω Κώδικα, για κάθε συμβάν ή ατύχημα, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 18(1) και συντελείται στη θάλασσα. Η εταιρεία, μόλις ενημερωθεί για το γεγονός αυτό, έρχεται σε επαφή με το αρμόδιο παράκτιο κέντρο και τίθεται στη διάθεσή του, ως το παράκτιο κέντρο κρίνει ότι χρήζει στην περίσταση.

(4) Κατ’ εφαρμογή του παρόντος Νόμου, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές του ΙΜΟ σχετικά με τη δίκαιη μεταχείριση των ναυτικών σε περίπτωση ναυτικού ατυχήματος στα ύδατα που βρίσκονται υπό την δικαιοδοσία της Δημοκρατίας.

Ενημέρωση ενδιαφερόμενων μερών

20.-(1) Το αρμόδιο παράκτιο κέντρο στη Δημοκρατία αναγγέλλει, σε περίπτωση ανάγκης, μέσω ασυρμάτου εντός των θιγόμενων περιοχών, κάθε συμβάν ή ατύχημα, για το οποίο ενημερώνεται βάσει του άρθρου 18 καθώς και πληροφορίες σχετικά με κάθε πλοίο που συνιστά απειλή για την ασφάλεια στη θάλασσα, την ασφάλεια των προσώπων ή το περιβάλλον.

(2)(α) Η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει την ανά πάσα στιγμή παροχή, σε αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους η οποία το ζητεί για λόγους ασφαλείας, οποιασδήποτε πληροφορίας που της διαβιβάζεται βάσει του άρθρου 15 ή 18.

(β) ΄Έκαστο πρόσωπο, υπό την ευθύνη του οποίου λειτουργεί παράκτιο κέντρο στη Δημοκρατία, διασφαλίζει την ανά πάσα στιγμή παροχή σε αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους η οποία το ζητεί για λόγους ασφάλειας, οποιασδήποτε πληροφορίας που διαβιβάζεται στο παράκτιο κέντρο βάσει του άρθρου 18.

(3) Σε περίτπωση που η Αρμόδια Αρχή ενημερώνεται, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, την Οδηγία 2002/59/ΕΚ ή με άλλο τρόπο, για περιστατικό που συνεπάγεται ή αυξάνει, για άλλο κράτος μέλος, τον κίνδυνο ατυχήματος σε ορισμένες περιοχές ναυσιπλοΐας και παράκτιες ζώνες, η Αρμόδια Αρχή λαμβάνει όλα τα δέοντα μέτρα για να ενημερώσει σχετικά, το ταχύτερο δυνατό, την αρμόδια αρχή του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους και να διαβουλευθεί μαζί της όσον αφορά την εξεταζόμενη δράση. Κατά περίπτωση, η Αρμόδια Αρχή συνεργάζεται με τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών για τον κοινό καθορισμό των όρων μιας κοινής δράσης.

Μέτρα που λαμβάνονται σε περίπτωση ιδιαίτερα δυσμενών θαλάσσιων ή μετεωρολογικών συνθηκών

21.-(1) (α) Εφόσον η Αρμόδια Αρχή εκτιμά, σε περίπτωση που οι μετεωρολογικές συνθήκες ή η κατάσταση της θάλασσας είναι ιδιαίτερα δυσμενείς, ότι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ρύπανσης των περιοχών ναυσιπλοΐας ή των παράκτιων ζωνών της Δημοκρατίας ή των περιοχών ναυσιπλοΐας ή των παράκτιων ζωνών άλλων κρατών ή ότι κινδυνεύει η ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής-

(i) ενημερώνει πλήρως, εφόσον είναι δυνατό, τον πλοίαρχο εκάστου πλοίου το οποίο βρίσκεται σε θιγόμενη λιμενική περιοχή της Δημοκρατίας και το οποίο προτίθεται να καταπλεύσει στο λιμένα ή να αποπλεύσει από αυτόν, σχετικά με τις μετεωρολογικές και θαλάσσιες συνθήκες και, όπου απαιτείται και είναι δυνατό, σχετικά με τους κινδύνους που αυτές μπορούν να παρουσιάζουν για το πλοίο, το φορτίο, το πλήρωμα και τους επιβάτες·

(ii) έχει εξουσία να λαμβάνει, χωρίς επηρεασμό της βάσει του άρθρου 22 υποχρέωσης παροχής βοήθειας σε πλοία που βρίσκονται σε κίνδυνο, οποιαδήποτε άλλα κατάλληλα μέτρα, τα οποία ενδέχεται να περιλαμβάνουν σύσταση ή απαγόρευση απόπλου ή κατάπλου, είτε ενός συγκεκριμένου πλοίου είτε όλων γενικώς των πλοίων στις θιγόμενες περιοχές, έως ότου διαπιστωθεί ότι δεν υφίσταται πλέον κίνδυνος για την ανθρώπινη ζωή και το περιβάλλον·

(iii) λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου να περιορίζει όσο το δυνατό περισσότερο ή, εάν χρειάζεται, να απαγορεύει τον ανεφοδιασμό των πλοίων σε καύσιμα (bunkering) στην αιγιαλίτιδα ζώνη της Δημοκρατίας.

(β) Η Αρμόδια Αρχή ασκεί την εξουσία απαγόρευσης απόπλου ή κατάπλου, η οποία αναφέρεται στην παράγραφο (α)(ii), κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 28.

(2) Η Αρμόδια Αρχή βασίζει οποιαδήποτε ενέργειά της βάσει του εδαφίου (1) στην κατάσταση της θάλασσας και την πρόγνωση του καιρού που παρέχει αρμόδια μετεωρολογική υπηρεσία αναγνωρισμένη από τη Δημοκρατία.

(3)(α) Ο πλοίαρχος πλοίου ενημερώνει την εταιρεία περί οποιασδήποτε ενέργειας της Αρμόδιας Αρχής βάσει του εδαφίου (1), η οποία αφορά το πλοίο.

(β) Καμία ενέργεια της Αρμόδιας Αρχής βάσει του εδαφίου (1) δεν προδικάζει την απόφαση του πλοιάρχου, η οποία βασίζεται στην επαγγελματική του κρίση σύμφωνα με τη Σύμβαση SOLAS. Εάν η απόφαση που έλαβε ο πλοίαρχος δεν συμφωνεί με οποιαδήποτε ενέργεια της Αρμόδιας Αρχής βάσει του εδαφίου (1), ο πλοίαρχος ενημερώνει την Αρμόδια Αρχή περί των λόγων στους οποίους βασίζεται η απόφασή του.

Μέτρα σε περίπτωση κινδύνων από την ύπαρξη πάγου

21Α.-(1) Εφόσον η Αρμόδια Αρχή εκτιμά, ενόψει της κατάστασης των πάγων, ότι υφίσταται σοβαρός κίνδυνος για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα ή την προστασία των θαλάσσιων ή παράκτιων περιοχών της Δημοκρατίας ή των θαλάσσιων ή παράκτιων περιοχών άλλων κρατών μελών-

(α) παρέχει στους πλοίαρχους των πλοίων που βρίσκονται στις περιοχές δικαιοδοσίας της Δημοκρατίας ή στους πλοιάρχους πλοίων που προτίθενται να καταπλεύσουν ή να αποπλεύσουν από λιμένα της Δημοκρατίας, κατάλληλες πληροφορίες για την κατάσταση των πάγων, τις συνιστώμενες διαδρομές και τις υπηρεσίας παγοθραυστικών στην περιοχή δικαιοδοσίας της Δημοκρατίας·

(β) έχει εξουσία, με την επιφύλαξη του καθήκοντος παροχής συνδρομής και άλλων υποχρεώσεων που απορρέουν από σχετικούς διεθνείς κανόνες, να ζητεί από τα πλοία που βρίσκονται στην εν λόγω περιοχή και που προτίθενται να καταπλεύσουν ή να αποπλεύσουν από λιμένα ή τερματικό σταθμό ή να αναχωρήσουν από περιοχή αγκυροβολίου, να πληρούν τις απαιτήσεις ανθεκτικότητας και ισχύος που αντιστοιχούν στην κατάσταση των πάγων στην εν λόγω περιοχή.

(2) Η Αρμόδια Αρχή βασίζει οποιαδήποτε ενέργειά της βάσει του εδαφίου (1), όσον αφορά τα δεδομένα για την κατάσταση των πάγων,  σε προγνώσεις καιρού και πάγων που παρέχει η Μετεωρολογική Υπηρεσία του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή άλλη μετεωρολογική υπηρεσίας αναγνωρισμένη από τη Δημοκρατία.

Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας

22.–(1) Καθιδρύεται Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας, η οποία συγκροτείται από-

(α) το Διευθυντή, ως πρόεδρο της Επιτροπής ή, σε περίπτωση απουσίας του Διευθυντή, τον εκτελόντα χρέη αντικαταστάτη του·

(β) ένα λειτουργό του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας, τον οποίο ορίζει ο Διευθυντής·

(γ) ένα   εκπρόσωπο  της Αρχής Λιμένων Κύπρου·

(δ) ένα  εκπρόσωπο  του Τμήματος Αλιείας και Θαλάσσιων Ερευνών του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·

(ε) ένα εκπρόσωπο του Τμήματος  Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος·  και

(στ) ένα εκπρόσωπο της  εμπλεκόμενης Επαρχιακής Διοίκησης.

(2) Σε περίπτωση  αντιμετώπισης συγκεκριμένου περιστατικού δυνάμει των εξουσιών που παρέχονται από το Τέταρτο Παράρτημα, ο Διευθυντής έχει εξουσία  να διευρύνει  την πιο πάνω κανονική  σύνθεση της Επιτροπής Καταφυγίων- Ασφάλειας  με ένα  εκπρόσωπο του Κέντρου Συντονισμού Έρευνας και Διάσωσης (ΚΣΕΔ) που αναφέρεται στο άρθρο 6(1) του περί της Διεθνούς Σύμβασης για τη Ναυτική Έρευνα και Διάσωση του 1979 (Κυρωτικού) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμων του 1994 και 2007  και με ένα εκπρόσωπο κάθε άλλης εμπλεκόμενης κρατικής υπηρεσίας της Δημοκρατίας.

(3) Η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφαλείας συγκαλείται από τον Πρόεδρο. Η Επιτροπή Καταφυγίων- Ασφάλειας συνέρχεται και λαμβάνει νομίμως αποφάσεις αν στη συνεδρία παρίστανται ο Πρόεδρος και τρία από τα μέλη της. Οι αποφάσεις λαμβάνονται κατά πλειοψηφία, σε περίπτωση δε ισοψηφίας ισχύει η ψήφος του Διευθυντή.

(4) Η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας έχει εξουσία να καλεί ενώπιον της εμπειρογνώμονες  του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα  για να τη βοηθούν στη λήψη  αποφάσεων.

(5) Η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας συνέρχεται τακτικά με σκοπό την ανταλλαγή γνώσεων και τη βελτίωση των μέτρων που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 22Α. Η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας συνέρχεται οποτεδήποτε συντρέχουν ειδικές περιστάσεις.

Μέτρα για την υποδοχή πλοίων που χρήζουν συνδρομής

22Α.-(1)(α) Η  Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας λαμβάνει με δική της πρωτοβουλία ανεξάρτητες αποφάσεις όσον αφορά την υποδοχή των πλοίων που χρήζουν βοήθειας.

(β)  Εφόσον απαιτείται και ειδικότερα εφόσον απειλείται η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και η προστασία του περιβάλλοντος, η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας έχει εξουσία να λαμβάνει οποιαδήποτε από τα μέτρα του μη περιοριστικού καταλόγου του Τέταρτου Παραρτήματος συμπεριλαμβανομένου του να διατάξει πλοίο όπως-

(i) παραμείνει σε συγκεκριμένο χώρο· ή

(ii) μετακινηθεί σε συγκεκριμένο χώρο και παραμείνει εκεί.

(γ) Η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας αποφασίζει επί της αποδοχής εισόδου πλοίου χρήζοντος συνδρομής σε καταφύγιο κατόπιν αξιολόγησης της κατάστασης βάσει των σχεδίων για την υποδοχή πλοίων που προβλέπονται στο άρθρο 22Β. Η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας διασφαλίζει ότι πλοία γίνονται δεκτά σε καταφύγιο εφόσον θεωρεί ότι η εν λόγω υποδοχή συνιστά την καλύτερη δυνατή ενέργεια για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και του περιβάλλοντος.

(2)(α) Η έλλειψη πιστοποιητικού ασφάλισης υπό την έννοια του Άρθρου 6 της Οδηγίας 2009/20/ΕΚ δεν απαλλάσσει την Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας από την προκαταρκτική αξιολόγηση και τη λήψη απόφασης κατά το εδάφιο (1) και δεν αποτελεί επαρκή λόγο τον οποίο μπορεί να επικαλεστεί η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας για να αρνηθεί την υποδοχή πλοίου σε καταφύγιο.

(β) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (α), όταν η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας υποδέχεται σε καταφύγιο πλοίο που διατρέχει κίνδυνο, έχει εξουσία να ζητεί από τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου, τον πράκτορα ή τον πλοίαρχο να παρουσιάσουν πιστοποιητικό ασφάλισης υπό την έννοια του Άρθρου 6 της Οδηγίας 2009/20/ΕΚ. Η απαίτηση του εν λόγω πιστοποιητικού δεν δικαιολογεί καθυστέρηση της διαδικασίας για την υποδοχή πλοίου.

(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1), το άρθρο 28 εφαρμόζεται ως εάν αναφερόταν στην Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφαλείας αντί στην Αρμόδια Αρχή.

Σχέδια για την υποδοχή πλοίων που χρήζουν συνδρομής

22Β.-(1) Η Αρμόδια Αρχή, αφού συμβουλευθεί την Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας, καταρτίζει σχέδια για την υποδοχή πλοίων προκειμένου να αντιμετωπίσει απειλές που προκαλούνται από την παρουσία πλοίων που χρήζουν συνδρομής στα ύδατα που βρίσκονται υπό τη δικαιοδοσία της Δημοκρατίας, περιλαμβανομένου, κατά περίπτωση, επαπειλουμένου κινδύνου κατά της ανθρώπινης ζωής και κατά του περιβάλλοντος.  Η Επιτροπή Καταφυγίων-Ασφάλειας συμμετέχει στην εφαρμογή των σχεδίων.

(2) Τα σχέδια που αναφέρονται στο εδάφιο (1) εκπονούνται έπειτα από διαβούλευση με τα ενδιαφερόμενα μέρη, βάσει των Ψηφισμάτων Α.949(23) και Α.950(23) του ΙΜΟ, και περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα:

(α) τα στοιχεία της αρμόδιας αρχής που είναι επιφορτισμένη με τη λήψη και διαχείριση των συναγερμών·

(β)  τα στοιχεία της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την αξιολόγηση της κατάστασης και για τη λήψη απόφασης σχετικά με την αποδοχή ή την άρνηση εισόδου πλοίου χρήζοντος συνδρομής στο επιλεγμένο καταφύγιο·

(γ) πληροφορίες σχετικά με την ακτογραμμή της Δημοκρατίας και όλα τα στοιχεία που διευκολύνουν την προκαταρκτική αξιολόγηση και την ταχεία απόφαση σχετικά με τον τόπο του καταφυγίου πλοίου, καθώς και σχετικά με τους περιβαλλοντικούς, οικονομικούς και κοινωνικούς παράγοντες και τις φυσικές συνθήκες·

(δ) τις διαδικασίες αξιολόγησης για την αποδοχή ή την άρνηση εισόδου πλοίου χρήζοντος συνδρομής σε καταφύγιο·

(ε) τα κατάλληλα μέσα και εγκαταστάσεις για συνδρομή, διάσωση και καταπολέμηση της ρύπανσης·

(στ) διαδικασίες για το διεθνή συντονισμό και τη λήψη αποφάσεων·

(ζ) τις διαδικασίες χρηματοοικονομικών εγγυήσεων και ευθύνης που υφίστανται όσον αφορά πλοία που γίνονται δεκτά σε καταφύγια.

(3) Τα στοιχεία επικοινωνίας της Αρμόδιας Αρχής, της Επιτροπής Καταφυγίων-Ασφαλείας καθώς επίσης και της αρχής για τη λήψη και διαχείριση των συναγερμών γνωστοποιούνται με Γνωστοποίηση του Διευθυντή δημοσιευόμενη στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(4)(α) Εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα στη Δημοκρατία από γειτονικό κράτος μέλος, η Αρμόδια Αρχή κοινοποιεί σε τέτοιο κράτος μέλος τις πληροφορίες αναφορικά με τα σχέδια για την υποδοχή πλοίων.

(β) Κατά την υλοποίηση των διαδικασιών που προβλέπονται στα σχέδια για την υποδοχή των πλοίων που χρήζουν συνδρομής, η Αρμόδια Αρχή διασφαλίζει ότι οι σχετικές πληροφορίες τίθενται στη διάθεση των εμπλεκομένων στις επιχειρήσεις μερών.

(γ) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία καθίσταται παραλήπτης πληροφοριών από άλλο κράτος μέλος δυνάμει του Άρθρου 20α(3) της Οδηγίας 2002/59/ΕΚ, τότε οι πληροφορίες αυτές τυγχάνουν εμπιστευτικού χειρισμού.