20.(1) Ως πράξεις χειραγώγησης της αγοράς νοούνται:
(α)Οι συναλλαγές ή οι εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών με τις οποίες δίδονται ή είναι πιθανό ότι θα δοθούν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις για την προσφορά, τη ζήτηση ή την τιμή χρηματοοικονομικού μέσου, ή με τις οποίες διαμορφώνεται από ένα ή περισσότερα πρόσωπα που ενεργούν από κοινού, η τιμή ενός ή περισσοτέρων χρηματοοικονομικών μέσων σε μη κανονικό ή σε τεχνητό επίπεδο:
(β)οι συναλλαγές ή οι εντολές για τη διενέργεια συναλλαγών με τις οποίες χρησιμοποιούνται παραπλανητικές μεθοδεύσεις ή κάθε άλλη παραπλάνηση ή τέχνασμα·
(γ)η διάδοση πληροφοριών μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης, περιλαμβανομένου του διαδικτύου ή κάθε άλλου ηλεκτρονικού μέσου, ή που διαδίδονται με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, οι οποίες δίνουν ή έχουν σκοπό να δώσουν ψευδείς ή παραπλανητικές ενδείξεις σχετικά με τα χρηματοοικονομικά μέσα, περιλαμβανομένης της διάδοσης φημών ή παραπλανητικών ειδήσεων, εάν το πρόσωπο που διέδωσε τις πληροφορίες γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει ότι οι πληροφορίες ήταν ψευδείς ή παραπλανητικές:
(2)Η Επιτροπή, επιπρόσθετα από τα όσα αναφέρονται πιο πάνω, έχει, κατά την απόλυτη της κρίση, την ευχέρεια να αποφασίζει κατά πόσο οποιαδήποτε πράξη συνιστά χειραγώγηση της αγοράς.
21.Η Επιτροπή με Οδηγία της καθορίζει, εξειδικεύει ή διευκρινίζει τις ενδείξεις και τα στοιχεία που λαμβάνει υπόψη της όταν εξετάζει κατά πόσο υπήρξε χειραγώγηση της αγοράς.
22.Η Επιτροπή με Οδηγία της καθορίζει, εξειδικεύει ή διευκρινίζει τις μεθόδους τις οποίες θεωρεί ότι συνιστούν χειραγώγηση της αγοράς.
23.(1) Οποιοσδήποτε παραβαίνει τις διατάξεις του Μέρους ΙV υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς που δεν υπερβαίνει το ποσό των πεντακοσίων χιλιάδων λιρών (Λ.Κ.500.000) και, σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, ποσό που δεν υπερβαίνει το ένα εκατομμύριο λίρες (Λ.Κ.1.000.000) ανάλογα με τη βαρύτητα της παράβασης.
(2) Σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι ο υπαίτιος της παράβασης προσπορίστηκε όφελος από την παράβαση αυτή, το οποίο όφελος υπερβαίνει τα ποσά των διοικητικών προστίμων τα οποία καθορίζονται στο εδάφιο (1), ανάλογα με την περίπτωση, η Επιτροπή έχει εξουσία να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι του διπλασίου του οφέλους που ο υπαίτιος αποδεδειγμένα προσπορίστηκε από την παράβαση.
((3) (α) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), παράβαση του Μέρους ΙV συνιστά ποινικό αδίκημα που σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι δέκα έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι εκατόν χιλιάδες λίρες (Λ.Κ.100.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(β) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα που στοιχειοθετείται σύμφωνα με το παρόν εδάφιο στερείται, αυτόματα, του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, σε χρηματοοικονομικά μέσα για διάστημα πέντε ετών από την καταδίκη του, εκτός εάν πρόκειται για την ολοκλήρωση προγενέστερων της καταδίκης του νόμιμων πράξεων.
(γ) Παράβαση των διατάξεων της παραγράφου (β) συνιστά ποινικό αδίκημα που σε περίπτωση καταδίκης τιμωρείται με ποινή φυλάκισης μέχρι ένα έτος ή με χρηματική ποινή μέχρι πέντε χιλιάδες λίρες (Λ.Κ. 5.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(δ) Πρόσωπο που καταδικάζεται για αδίκημα που στοιχειοθετείται σύμφωνα με την παράγραφο (γ) στερείται του δικαιώματος να συναλλάσσεται, άμεσα ή έμμεσα, σε κινητές αξίες, υπό τις ίδιες όπως και στην παράγραφο (β) προϋποθέσεις, για περαιτέρω διάστημα πέντε ετών από τη νέα αυτή καταδίκη.
(4) (α) Ποινική ευθύνη για το αδίκημα κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3) που τελείται από νομικό πρόσωπο υπέχει, εκτός από το ίδιο το νομικό πρόσωπο, και οποιοδήποτε από τα μέλη των διοικητικών, διευθυντικών, ή ελεγκτικών οργάνων του που αποδεικνύεται ότι συναίνεσε ή συνέπραξε, με οποιοδήποτε τρόπο, στην τέλεση του αδικήματος.
(β) Πρόσωπα που, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), υπέχουν ποινική ευθύνη για τα τελούμενα από νομικό πρόσωπο αδικήματα ευθύνονται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή και κεχωρισμένως για κάθε ζημιά που γίνεται σε τρίτους ένεκα της πράξεως ή της παραλήψεως που στοιχειοθετεί το αδίκημα.
24.(1) Οι διαχειριστές των αγορών (market operators) λαμβάνουν διαρθρωτικά (structural) μέτρα για την πρόληψη και τον εντοπισμό πρακτικών χειραγώγησης της αγοράς.
(2) Τα κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) μέτρα συμπεριλαμβάνουν απαιτήσεις για τη διαφάνεια των διενεργούμενων συναλλαγών, την πλήρη δημοσιότητα των συμφωνιών για την εξομάλυνση των τιμών, ένα εύλογο σύστημα αντιστοίχησης των εντολών, τη δημιουργία αποτελεσματικού συστήματος για τον εντοπισμό των ασυνήθιστων εντολών, επαρκώς εύρωστα συστήματα καθορισμού τιμών αναφοράς και τη σαφήνεια των κανόνων για την αναστολή των συναλλαγών.
(3) Η Επιτροπή δύναται με Οδηγία της να εξειδικεύει και ή διευκρινίζει τα αναφερόμενα στο παρόν άρθρο.