2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
«Αρμόδια Αρχή» σημαίνει δημόσιο υπάλληλο που υπηρετεί στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων τον οποίο ο Υπουργός ορίζει ως Αρμόδια Αρχή για σκοπούς του παρόντος νόμου.
«βιομετρικοί κίνδυνοι» σημαίνει τους κινδύνους που συνδέονται με θάνατο, ανικανότητα και μακροζωία·
«Διαχειριστική Επιτροπή» σημαίνει την επιτροπή, η οποία έχει την ευθύνη διαχείρισης του Ταμείου σύμφωνα με τους κανόνες λειτουργίας του, που περιέχονται είτε σε νομοθεσία, είτε σε ιδρυτικό έγγραφο ή καταστατικό·
«δικαιούχος» σημαίνει το άτομο που εισπράττει συνταξιοδοτική παροχή·
«Έγγραφο Εγκαθίδρυσης» σημαίνει τη νομοθεσία, σύμβαση, συμφωνία, έγγραφο καταπιστεύματος, καταστατικό, κανόνες λειτουργίας, ανάλογα με την περίπτωση, βάσει των οποίων έχει ιδρυθεί και λειτουργεί το Ταμείο·
«Ελεγκτής» σημαίνει ελεγκτή κατά τα οριζόμενα στον περί Εταιρειών Νόμο·
«Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Κοινότητας·
«κράτος μέλος» σημαίνει το κράτος που είναι μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ένωσης ή / και συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό χώρο, η οποία υπογράφτηκε στο Οπόρτο την 2α Μαΐου 1992 και προσαρμόστηκε από το πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφτηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαΐου 1993 και όπως περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται·
«κράτος μέλος καταγωγής» σημαίνει το κράτος μέλος, στο οποίο Ταμείο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών έχει την έδρα του και το κύριο διοικητικό του γραφείο ή, εφόσον δεν έχει έδρα, το κύριο διοικητικό του γραφείο·
«κράτος μέλος υποδοχής» σημαίνει το κράτος μέλος, του οποίου η κοινωνική και εργατική νομοθεσία σχετικά με τις συνταξιοδοτικές παροχές διέπει τις σχέσεις μεταξύ χρηματοδοτούσας επιχείρησης και μελών·
«μέλη» σημαίνει τα άτομα, των οποίων οι επαγγελματικές δραστηριότητες στοιχειοθετούν ή πρόκειται να στοιχειοθετήσουν δικαίωμα σε συνταξιοδοτικές παροχές, σύμφωνα με τις πρόνοιες συνταξιοδοτικού σχεδίου·
«μητρώο» σημαίνει το μητρώο, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4, το οποίο τηρείται από την Αρμόδια Αρχή και, στο οποίο είναι καταχωρημένο κάθε Ταμείο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών·
«μισθωτός» σημαίνει μισθωτό κατά την έννοια του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου του 1980·
«Οδηγίες» σημαίνει τις κανονιστικού περιεχομένου Οδηγίες που εκδίδονται από την Αρμόδια Αρχή και που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·
«Οδηγία 85/611/ΕΟΚ» σημαίνει την Οδηγία 85/611/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 20ης Δεκεμβρίου 1985, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) όπως εκάστοτε τροποποιείται·
«Οδηγία 93/22/ΕΟΚ» σημαίνει την Οδηγία 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 10ης Μαρτίου 1993, σχετικά με τις επενδυτικές υπηρεσίες στον τομέα των κινητών αξιών όπως εκάστοτε τροποποιείται·
«Οδηγία 2000/12/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ης Μαρτίου 2000, σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων όπως εκάστοτε τροποποιείται·
«Οδηγία 2002/83/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2002/83/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002, σχετικά με την ασφάλιση ζωής·
«συνταξιοδοτικές παροχές» σημαίνει τις παροχές που καταβάλλονται, υπό μορφή πληρωμών, είτε εφ’ όρου ζωής, είτε για προσωρινό χρονικό διάστημα, ή ως εφάπαξ ποσό, με γνώμονα ή αναμένοντας τη συνταξιοδότηση ή, εφόσον είναι συμπληρωματικές των εν λόγω συνταξιοδοτικών παροχών και παρέχονται επικουρικά, υπό μορφή πληρωμών σε περίπτωση θανάτου, αναπηρίας ή τερματισμού της απασχόλησης, ή υπό μορφή καταβολής ενισχύσεων ή παροχής υπηρεσιών σε περίπτωση ασθενείας, ένδειας ή θανάτου·
«συνταξιοδοτικό σχέδιο» σημαίνει σχέδιο που λειτουργεί με βάση νομοθεσία, σύμβαση, συμφωνία, έγγραφο καταπιστεύματος ή τους κανόνες, βάσει των οποίων καθορίζεται ποιες συνταξιοδοτικές παροχές χορηγούνται και υπό ποιους όρους·
«Ταμείο κράτους μέλους» σημαίνει Ταμείο με έδρα κράτος μέλος άλλο από τη Δημοκρατία·
«Ταμείο Επαγγελματικών Συνταξιοδοτικών Παροχών» ή, κατά ταυτόσημη έννοια, «Ταμείο», σημαίνει το Ταμείο, το οποίο λειτουργεί, ανεξαρτήτως της νομικής του μορφής, σε κεφαλαιοποιητική βάση και ιδρύεται στη Δημοκρατία ξεχωριστά από οποιαδήποτε χρηματοδοτούσα επιχείρηση ή επαγγελματική ένωση, με στόχο να χορηγεί συνταξιοδοτικές παροχές στο πλαίσιο μιας επαγγελματικής δραστηριότητας, με βάση είτε νομοθεσία, είτε συμφωνία ή σύμβαση, που έχει συναφθεί-
(α) μεμονωμένα ή συλλογικά μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου ή των αντιστοίχων εκπροσώπων τους, ή
(β) με ελεύθερους επαγγελματίες, κατά την ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία, και το οποίο αναπτύσσει δραστηριότητες που συνδέονται άμεσα με τον ανωτέρω στόχο·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλισεων·
«χρηματοδοτούσα επιχείρηση» σημαίνει οποιαδήποτε επιχείρηση ή άλλο φορέα, ανεξαρτήτως του εάν περιλαμβάνει ή απαρτίζεται από ένα ή περισσότερα νομικά ή φυσικά πρόσωπα, τα οποία ενεργούν υπό την ιδιότητα του εργοδότη ή του ελεύθερου επαγγελματία ή οποιουδήποτε συνδυασμού αυτών και που καταβάλλει εισφορές σε Ταμείο·
3.-(1) Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται στα Ταμεία.
(2) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται-
(α) σε συστήματα κοινωνικής ασφάλισης, τα οποία εμπίπτουν στον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 1971, περί εφαρμογής των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως στους μισθωτούς, στους μη μισθωτούς και στα μέλη των οικογενειών τους που διακινούνται εντός της Κοινότητας και στον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 574/72 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 1972, περί του τρόπου εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71·
(β) σε ιδρύματα που εμπίπτουν στους περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμους του 2002 έως 2005, στον περί του Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ) και περί Συναφών Θεμάτων Νόμο του 2004, στους περί των Επιχειρήσεων Παροχής Επενδυτικών Υπηρεσιών (Ε.Π.Ε.Υ.) Νόμους του 2002 έως 2005, στους περί Τραπεζικών Εργασιών Νόμους του 1997 έως 2005 και στους περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμους του 1985 έως 2005·
(γ) σε συνταξιοδοτικά σχέδια ή Ταμεία, τα οποία λειτουργούν σε διανεμητική βάση·
(δ) σε Ταμεία, των οποίων το καταστατικό προβλέπει ότι οι υπάλληλοι των χρηματοδοτουσών επιχειρήσεων δεν έχουν εκ του νόμου δικαιώματα στα ωφελήματα και όπου η χρηματοδοτούσα επιχείρηση μπορεί να αποδεσμεύσει οποιαδήποτε στιγμή τα στοιχεία του ενεργητικού και να μην ανταποκριθεί κατ’ ανάγκη στις υποχρεώσεις της προς καταβολή των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων:
Νοείται ότι, τα εν λόγω Ταμεία γνωστοποιούν μέσω της επίδειξης του Εγγράφου Εγκαθίδρυσης τους στην Αρμόδια Αρχή, την ανωτέρω κατάσταση, έτσι ώστε να μην υπαχθούν στον παρόντα Νόμο.
(ε) στις επιχειρήσεις, οι οποίες για την καταβολή των συντάξεων στους υπαλλήλους τους, προσφεύγουν στη σύσταση αποθεματικών στον ισολογισμό:
Νοείται ότι, οι εν λόγω επιχειρήσεις γνωστοποιούν στην Αρμόδια Αρχή, εντός τριμήνου από τη σύσταση των αποθεματικών, την κατάσταση αυτή, προκειμένου να μην υπαχθούν στις πρόνοιες του παρόντος Νόμου.
(3)(α) Τα άρθρα 4 έως 29 και 31 έως 36 εφαρμόζονται στις δραστηριότητες παροχής επαγγελματικών συντάξεων των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που ασκούν τον Κλάδο Ζωής και που διέπονται από τους περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμους του 2002 έως 2005.
(β) ο διαχωρισμός, η διαχείριση και η οργάνωση όλων των στοιχείων του ενεργητικού και των υποχρεώσεων που αντιστοιχούν στις δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) πραγματοποιούνται χωριστά από τις υπόλοιπες δραστηριότητες των ασφαλιστικών επιχειρήσεων του Κλάδου Ζωής, χωρίς καμία δυνατότητα μεταφοράς, ενώ στην περίπτωση αυτή και μόνον όσον αφορά στις δραστηριότητες στον τομέα των επαγγελματικών συντάξεων, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις του Κλάδου Ζωής δεν υπάγονται στα άρθρα 20 έως 26, 31 και 36 της Οδηγίας 2002/83/ΕΚ:
Νοείται ότι, ο Έφορος Ασφαλίσεων, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την εποπτεία των ασφαλιστικών επιχειρήσεων κατά τα οριζόμενα στους περί της Ασκήσεως Ασφαλιστικών Εργασιών και Άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμους του 2002 έως 2005, εξετάζει, στο πλαίσιο του εποπτικού του έργου, τον αυστηρό διαχωρισμό των δραστηριοτήτων που σχετίζονται με την παροχή επαγγελματικών συντάξεων.
(4)(α) Εξαιρουμένων των διατάξεων του άρθρου 34, ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε ταμείο προνοίας εγκατεστημένο στη Δημοκρατία το οποίο έχει ιδρυθεί σύμφωνα με τους περί Ταμείων Προνοίας Νόμους του 1981 έως 2005 και έχει συνολικά λιγότερα από εκατόν (100) μέλη.
(β) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ταμείο προνοίας κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α) μπορεί να εφαρμόζει τον παρόντα Νόμο σε εθελοντική βάση.