4. –(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, η Αρμόδια Αρχή τηρεί μητρώο Ταμείων, στο οποίο καταχωρίζονται η επωνυμία, η έδρα, η ημερομηνία ιδρύσεως και η ημερομηνία εγγραφής του Ταμείου, καθώς επίσης και οι κανόνες λειτουργίας του:
Νοείται ότι, σε περίπτωση διασυνοριακής δραστηριότητας, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 36, το μητρώο συμπεριλαμβάνει τα κράτη μέλη, στα οποία λειτουργεί το Ταμείο.
(2) Εντός εξήντα ημερών από την ίδρυση του Ταμείου, η Διαχειριστική Επιτροπή ή οι ιδρυτές του Ταμείου, υποβάλλουν αίτηση στην Αρμόδια Αρχή για εγγραφή του Ταμείου.
5. –(1) Η αίτηση εγγραφής συνοδεύεται από το Έγγραφο Εγκαθίδρυσης του Ταμείου υπογραμμένου από τους αιτητές και δήλωση, στην οποία αναφέρονται τα ονόματα και οι διευθύνσεις των ιδρυτών ή των μελών της Διαχειριστικής Επιτροπής.
(2) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1), η Αρμόδια Αρχή δύναται να ζητήσει από τους αιτητές όπως προσκομίσουν οποιαδήποτε έγγραφα, στοιχεία ή πληροφορίες, τα οποία κρίνει αναγκαία προς εξέταση της αίτησης.
6. –Εφόσον η Αρμόδια Αρχή ικανοποιηθεί ότι συντρέχουν οι νόμιμοι όροι και ότι οι κανόνες λειτουργίας του Ταμείου συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, δέχεται την αίτηση, εγγράφει το Ταμείο στο μητρώο και εκδίδει πιστοποιητικό εγγραφής:
7. –(1) Το Ταμείο αποκτά νομική προσωπικότητα με την εγγραφή του στο μητρώο, η οποία παύει να υφίσταται με τη διάλυση του Ταμείου.
(2) Το πιστοποιητικό εγγραφής αποτελεί, εξαιρουμένων των περιπτώσεων στις οποίες αυτό ανακληθεί ή ακυρωθεί, απόδειξη για την εγγραφή του Ταμείου, την ημερομηνία εγγραφής του και την τήρηση όλων των νόμιμων προϋποθέσεων.
8. –(1) Τηρούμενων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, κάθε Ταμείο διέπεται από τους κανόνες λειτουργίας του που περιέχονται στο Έγγραφο Εγκαθίδρυσης του.
(2) Οι κανόνες λειτουργίας του Ταμείου καθορίζουν τουλάχιστο-
(α) την επωνυμία και την έδρα του Ταμείου,
(β) τους όρους της εισδοχής των μελών και τις συνθήκες υπό τις οποίες παύουν να είναι μέλη,
(γ) τα δικαιώματα και υποχρεώσεις των μελών,
(δ) τη Διαχειριστική Επιτροπή του Ταμείου και τους όρους της εκλογής ή του διορισμού ή της παύσης των μελών της και τις αρμοδιότητες και τους όρους λειτουργίας της,
(ε) τους όρους, υπό τους οποίους δύναται να συγκαλείται, συνεδριάζει και αποφασίζει η συνέλευση των μελών,
(στ) τους όρους, υπό τους οποίους δύναται να τροποποιηθούν οι κανόνες λειτουργίας,
(ζ) το ποσό ή ποσοστό εισφορών των μελών και του εργοδότη,
(η) την τήρηση και έλεγχο των λογαριασμών του Ταμείου, και
(θ) τους όρους διαλύσεως του Ταμείου.
(3) Κανένα μέλος Ταμείου δύναται να έχει πέραν της μίας ψήφου δυνάμει των κανόνων λειτουργίας του Ταμείου.
9. –Όταν η Αρμόδια Αρχή απορρίπτει αίτηση προς εγγραφή Ταμείου, αποστέλλει προς τους αιτητές, εντός δέκα ημερών από την απόφαση της, έγγραφη γνωστοποίηση του γεγονότος η οποία περιλαμβάνει και το αιτιολογικό της αποφάσεως.
10. –(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται κατά πάντα χρόνον να ακυρώσει ή ανακαλέσει πιστοποιητικό εγγραφής Ταμείου, εάν αποδειχθεί ότι το Ταμείο εσκεμμένα και παρά την σχετική προειδοποίηση της Αρμόδιας Αρχής έχει παραβεί οποιονδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των κανόνων λειτουργίας του ή ότι έπαυσε να υφίσταται.
(2) Πριν ανακληθεί ή ακυρωθεί πιστοποιητικό εγγραφής Ταμείου, η Αρμόδια Αρχή παρέχει στο Ταμείο έγγραφη προειδοποίηση ενός τουλάχιστον μηνός η οποία καθορίζει τους λόγους της σκοπούμενης ανάκλησης ή ακύρωσης.
11. Κάθε τροποποίηση των κανόνων λειτουργίας δύναται να ισχύει αναδρομικά από τη ψήφιση της, αλλά μόνο μετά την έγκριση και εγγραφή αυτής στο μητρώο, κατόπιν γραπτής αίτησης της Διαχειριστικής Επιτροπής του Ταμείου η οποία υποβάλλεται στην Αρμόδια Αρχή εντός δεκαπέντε ημερών από την τροποποίηση αυτή.
12. Κάθε αλλαγή στα μέλη της Διαχειριστικής Επιτροπής γνωστοποιείται στην Αρμόδια Αρχή εντός δέκα ημερών από την αλλαγή αυτή.
13.-(1) Κάθε Ταμείο καταβάλλει στο τέλος κάθε έτους ετήσια εισφορά υπολογιζόμενη με βάση τη συνολική αξία του ενεργητικού του, κατά τα οριζόμενα σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 46(Ι).
(2) Οι ετήσιες εισφορές που καταβάλλονται δυνάμει του εδαφίου (1) λογίζονται στα έσοδα της Αρμόδιας Αρχής.
14. –(1)Κάθε Ταμείο το οποίο παραλείπει να υποβάλει αίτηση προς εγγραφή εντός της δια του παρόντος Νόμου καθορισμένης προθεσμίας, ως και κάθε Ταμείο του οποίου η αίτηση εγγραφής απορρίφθηκε ή του οποίου το πιστοποιητικό εγγραφής ανακλήθηκε ή ακυρώθηκε, παύει να εισπράττει εισφορά.
(2) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται, τηρούμενων των αναλογιών και επί παντός Ταμείου, το οποίο παύει να εισπράττει εισφορά δυνάμει του παρόντος άρθρου.