1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ιδιωτικών Γραφείων Παροχής Υπηρεσιών Ασφάλειας Νόμος του 2007.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
“Αρχηγός” σημαίνει τον Αρχηγό της Αστυνομίας˙
“ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας” σημαίνει το γραφείο το οποίο λειτουργεί δυνάμει άδειας που εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου˙
“ιδιώτης φύλακας” σημαίνει πρόσωπο στο οποίο έχει εκδοθεί άδεια άσκησης επαγγέλματος ιδιώτη φύλακα, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου˙
“ιδιωτικές υπηρεσίες έρευνας” σημαίνει τις υπηρεσίες που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 20˙
“Μητρώο Εγγραφής Ιδιωτικών Γραφείων Παροχής Υπηρεσιών Ασφάλειας” σημαίνει το μητρώο που τηρεί ο Αρχηγός δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 3˙
“Μητρώο Εγγραφής Φυλάκων” σημαίνει το μητρώο που τηρεί ο Αρχηγός δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 3˙
"προσωπικό” σημαίνει όλα τα πρόσωπα που εργοδοτούνται από ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, εκτός από φύλακα.
“υπεύθυνος γραφείου” σημαίνει το φυσικό πρόσωπο που έχει τη διεύθυνση του ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και το οποίο ορίζεται γραπτώς από το πρόσωπο επ’ ονόματι του οποίου εκδόθηκε άδεια λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας˙
“υπηρεσίες ασφάλειας” σημαίνει τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο άρθρο 4 και παρέχονται από ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας ή από ιδιώτη φύλακα˙
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργό Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως˙
“φύλακας” σημαίνει φυσικό πρόσωπο το οποίο εργοδοτείται από ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 10 και κατέχει άδεια δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
3.- (1) Ο Αρχηγός τηρεί Μητρώο Εγγραφής Ιδιωτικών Γραφείων Παροχής Υπηρεσιών Ασφάλειας, στο οποίο καταχωρεί το όνομα κάθε ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία, τα οποία κρίνει ότι είναι αναγκαίο ή σκόπιμο να καταχωρούνται σ’ αυτό.
(2) Ο Αρχηγός τηρεί Μητρώο Εγγραφής Φυλάκων, στο οποίο καταχωρεί το όνομα κάθε ιδιώτη φύλακα και κάθε φύλακα καθώς και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία, τα οποία κρίνει αναγκαίο ή σκόπιμο να καταχωρούνται σ’ αυτό.
(3) Ο υπεύθυνος ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, όπως και το πρόσωπο επ’ ονόματι του οποίου εκδόθηκε η άδεια, υποχρεούνται να παρέχουν στον Αρχηγό όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται δυνάμει των εδαφίων (1) και (2) του παρόντος άρθρου.
4.- (1) Το ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας δύναται να παρέχει οποιεσδήποτε υπηρεσίες ασφάλειας, οι οποίες δεν παρέχονται δυνάμει νόμου κατ’ αποκλειστικότητα από κρατικούς οργανισμούς, τμήματα ή υπηρεσίες.
(2) Οι υπηρεσίες ασφάλειας που αναφέρονται στο εδάφιο (1) αφορούν οποιανδήποτε από τις πιο κάτω δραστηριότητες:
(α) επιτήρηση, προστασία ή φύλαξη κινητής ή ακίνητης περιουσίας ή εγκαταστάσεων˙
(β) προστασία φυσικών προσώπων˙
(γ) προστασία για ομαλή διεξαγωγή θεαμάτων, εκθέσεων, συνεδρίων, διαγωνισμών ή αθλητικών ή άλλων εκδηλώσεων˙
(δ) ασφαλή μεταφορά και φύλαξη χρημάτων, αξιών και πολύτιμων αντικειμένων˙
(ε) εγκατάσταση, συντήρηση και παρακολούθηση λειτουργίας συστημάτων, συναγερμού, πυρανίχνευσης, πυρασφάλειας, πυρόσβεσης, κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης και ελέγχου πρόσβασης, αντικλοπής και προστασίας εμπορευμάτων˙
(στ) εγκατάσταση και διαχείριση κέντρων λήψης, ελέγχου και διαβίβασης σημάτων συναγερμού˙
(ζ) έλεγχο επιβατών και αποσκευών στους χώρους των αεροδρομίων και λιμένων με τη χρήση ειδικών μηχανημάτων˙
(η) εκπόνηση μελετών και σχεδιασμό συστημάτων ηλεκτρονικής και φυσικής ασφάλειας˙
(θ) έλεγχο ή ρύθμιση της διακίνησης του κοινού με τη χρήση οχημάτων ή άλλων μέσων σε ιδιωτική περιουσία ή απαγορευμένη για είσοδο στο ευρύ κοινό περιοχή, με σκοπό την προστασία της εν λόγω περιουσίας ή περιοχής˙
(ι) παροχή ιδιωτικών υπηρεσιών έρευνας˙
(ια) παροχή διευκολύνσεων ασφαλούς φύλαξης κινητής περιουσίας˙
(ιβ) διάθεση θωρακισμένων οχημάτων για τη μεταφορά χρημάτων ή άλλων αντικειμένων˙
(ιγ) λειτουργία και φύλαξη χώρων περιορισμού απαγορευμένων μεταναστών ή χώρων υποδοχής αιτητών ασύλου ή προσφύγων κατά την έννοια που αποδίδεται στον όρο “απαγορευμένος μετανάστης” δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου και κατά την έννοια που αποδίδεται στους όρους “αιτητής” και “πρόσφυγας” δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου.
(ιδ) οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία που ο Υπουργός δύναται να καθορίσει με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας˙
(3) Ιδιώτης φύλακας δύναται να παρέχει υπηρεσίες μόνο αναφορικά με οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β), (δ), και (θ) του εδαφίου (2).
(4) Ιδιωτικές υπηρεσίες έρευνας παρέχονται από ιδιωτικά γραφεία παροχής υπηρεσιών ασφάλειας τα οποία έχουν εξασφαλίσει ειδική άδεια για παροχή των υπηρεσιών αυτών και αφορούν οποιανδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 20.
5. Τα ιδιωτικά γραφεία παροχής υπηρεσιών ασφάλειας κατατάσσονται σε τρεις κατηγορίες:
(α) γραφεία που παρέχουν όλες τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 4, καλούμενα ως ιδιωτικά γραφεία παροχής γενικών υπηρεσιών ασφάλειας˙
(β) γραφεία που παρέχουν ορισμένες μόνο από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 4, καλούμενα ως ιδιωτικά γραφεία παροχής ειδικών υπηρεσιών ασφάλειας˙ και
(γ) γραφεία που παρέχουν μόνο ιδιωτικές υπηρεσίες έρευνας, δυνάμει του άρθρου 20, καλούμενα ως ιδιωτικά γραφεία παροχής υπηρεσιών έρευνας.
6.- (1) Κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο επιθυμεί να ασκήσει το επάγγελμα του φύλακα ή του ιδιώτη φύλακα οφείλει να υποβάλει στον Αρχηγό αίτηση, καταβάλλοντας το καθοριζόμενο τέλος, για να του χορηγηθεί άδεια άσκησης επαγγέλματος φύλακα ή ιδιώτη φύλακα.
(2) Η αίτηση για άδεια δυνάμει του εδαφίου (1) υποβάλλεται σύμφωνα με τον τύπο που καθορίζει ο Αρχηγός και περιλαμβάνει:
(α) όνομα, επώνυμο, διεύθυνση, αριθμό ταυτότητας, αριθμό τηλεφώνου, προσόντα και πείρα του αιτητή˙
(β) ιατρικό πιστοποιητικό σχετικά με τη γενική κατάσταση της υγείας του αιτητή, που εκδίδεται από αρμόδιο κυβερνητικό ιατρικό λειτουργό·
(γ) κατά πόσο ο αιτητής θα προσφέρει τις υπηρεσίες του ως αυτοεργοδοτούμενος ιδιώτης φύλακας ή κατά πόσο θα εργοδοτείται ως φύλακας από ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και στην περίπτωση αυτή υποβάλλει πλήρη στοιχεία σχετικά με το ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας στο οποίο θα εργοδοτηθεί˙
(δ) απαρίθμηση των δραστηριοτήτων που θα προσφέρει, προκειμένου περί ιδιώτη φύλακα·
(ε) οποιαδήποτε πρόσθετη πληροφορία που ο Αρχηγός δυνατό να απαιτήσει.
7. (1) Ουδεμία άδεια άσκησης επαγγέλματος φύλακα ή ιδιώτη φύλακα χορηγείται από τον Αρχηγό σε πρόσωπο το οποίο -
(α) δεν είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του και, σε περίπτωση άρρενα, δεν έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, εκτός αν αυτός έχει απαλλαγεί νόμιμα για λόγους που δεν αφορούν λόγους υγείας οι οποίοι δυνατό να επηρεάζουν την άσκηση των καθηκόντων του φύλακα ή του ιδιώτη φύλακα·
(β) έχει καταδικαστεί στη Κύπρο ή στο εξωτερικό για οποιοδήποτε από τα πιο κάτω αδικήματα και δεν έχει αποκατασταθεί δυνάμει του περί Αποκαταστάσεως Καταδικασθέντων Νόμου:
(ι) ανθρωποκτονία, βιασμό, φόνο εκ προμελέτης ή απόπειρα φόνου˙
(ιι) εμπρησμό, απόπειρα καταστροφής περιουσίας με εκρηκτικές ύλες˙
(ιιι) εισαγωγή, κατοχή, κατασκευή, αποθήκευση ή μεταφορά εκρηκτικών υλών, σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 4 του περί Εκρηκτικών Υλών Νόμου, εξαιρουμένης της κατοχής φυσιγγίων πυροβόλου όπλου της Κατηγορίας Δ του περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου˙
(ιv) παράνομη εισαγωγή, απόκτηση, κατοχή, χρήση πυροβόλου όπλου της Κατηγορίας Α, Β ή Γ του περί Πυροβόλων και Μη Πυροβόλων Όπλων Νόμου˙
(v) επίθεση με πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης ή πραγματικής σωματικής βλάβης˙
(vi) παράνομη κατοχή ή κατοχή με σκοπό την προμήθεια ελεγχόμενων φαρμάκων ή ψυχοτρόπων ουσιών, σύμφωνα με τον περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμο˙
(vii) ληστεία, διάρρηξη, κλοπή, απαίτηση περιουσίας με απειλές, απαγωγή, κακόβουλη ζημιά ή αιμομιξία·
(viii) εμπορία ενηλίκων προσώπων, εμπορία παιδιών, εμπορία και εκμετάλλευση ανθρωπίνων οργάνων, εκμετάλλευση στην εργασία, σεξουαλική εκμετάλλευση ενηλίκων προσώπων, σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών, παιδική πορνογραφία και διατήρηση οίκου ανοχής, κατά παράβαση του περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου·
(ix) παιδική πορνογραφία κατά παράβαση του περί της Σύμβασης κατά του Εγκλήματος μέσω του Διαδικτύου (Κυρωτικού) Νόμου·
(x) διατήρηση ή χρησιμοποίηση ή φροντίδα ή διεύθυνση ή ενασχόληση με τη διεύθυνση οποιουδήποτε τόπου ως οίκου στοιχημάτων ή οίκου κυβείας ή για παίξιμο οποιουδήποτε παιγνιδιού, κατοχή οποιωνδήποτε οργάνων ήσυσκευών που έχουν χρησιμοποιηθεί ή χρησιμοποιούνται ή προτίθενται να χρησιμοποιηθούν για το παίξιμο τέτοιων παιγνιδιών, κατά παράβαση του περί Οίκων Στοιχημάτων, Οίκων Κυβείας και Παρεμπόδισης της Κυβείας Νόμου·
(xi) κατοχή ή έλεγχο μηχανής τυχερού παιγνιδιού ή εισαγωγή ή κατασκευή μηχανής τυχερού παιγνιδιού, κατά παράβαση του περί Μηχανών Παιγνιδιού και Μηχανών Ψυχαγωγίας Νόμου·
(xii) μη απαγόρευση της εισόδου ανηλίκων προσώπων σε αδειούχο υποστατικό όπου διεξάγεται εργασία αποδοχής συλλογικών στοιχημάτων ή διεξαγωγή της εργασίας αποδέκτη συλλογικών στοιχημάτων χωρίς άδεια ή κατά παράβαση των όρων της άδειας κατά παράβαση του περί Συλλογικών Στοιχημάτων (Ρύθμιση και Φόρος) Νόμου·
(xiii) αδίκημα το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
(γ) έχει απολυθεί από τη Δημόσια ή Εκπαιδευτική Υπηρεσία ή την Αστυνομία ή το Στρατό της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή από νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, για πειθαρχικό αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθικής αισχρότητας˙
(δ) κατέχει θέση στη Δημόσια ή Εκπαιδευτική Υπηρεσία της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή στην Αστυνομία ή στο Στρατό της Δημοκρατίας ή είναι υπάλληλος σε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου.
(ε) είναι χρήστης οποιωνδήποτε ναρκωτικών φαρμάκων ή άλλων ψυχοτρόπων ουσιών.
(στ) πάσχει από ψυχική ασθένεια, η οποία, κατά την κρίση του Αρχηγού, δύναται να εμποδίσει την άσκηση των καθηκόντων του:
(ζ) είναι κατασκευαστής ή έμπορος ή πωλητής όπλων και πυρομαχικών ή εκρηκτικών υλών˙
(η) κρίθηκε από τον Αρχηγό ότι δεν είναι κατάλληλο πρόσωπο να ασκήσει το επάγγελμα φύλακα ή ιδιώτη φύλακα.
(2) Ο Αρχηγός δύναται, πριν τη χορήγηση άδειας άσκησης επαγγέλματος φύλακα ή ιδιώτη φύλακα, να απαιτήσει από τον αιτητή να επιτύχει σε γραπτή ή προφορική εξέταση.
(3) Ο Αρχηγός εκδίδει την άδεια άσκησης επαγγέλματος φύλακα ή ιδιώτη φύλακα αφού καταβληθεί από τον αιτητή το καθοριζόμενο τέλος.
8. Κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να ασκεί το επάγγελμα φύλακα ή ιδιώτη φύλακα, εκτός αν είναι κάτοχος άδειας άσκησης επαγγέλματος φύλακα ή ιδιώτη φύλακα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
8Α. Ο Αρχηγός δύναται, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε αιτιολογία, να αρνηθεί την έκδοση ή την ανανέωση άδειας άσκησης του επαγγέλματος του φύλακα ή του ιδιώτη φύλακα, για λόγους που αφορούν ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια του κράτους ή τη δημόσια τάξη:
9. (1) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο προτίθεται να ιδρύσει ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, οφείλει να υποβάλει στον Αρχηγό αίτηση, καταβάλλοντας το καθοριζόμενο τέλος, για έκδοση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας τέτοιου γραφείου και να καταβάλει το καθοριζόμενο τέλος.
(2) Η αίτηση για έκδοση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας υποβάλλεται σύμφωνα με τον καθορισμένο από τον Αρχηγό τύπο, περιέχει τις πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (3) και συνοδεύεται από τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία.
(3) Οι πληροφορίες που απαιτείται να περιέχονται στην αίτηση είναι:
(α) Το πλήρες όνομα του αιτητή και του υπεύθυνου γραφείου, ο αριθμός δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου, η διεύθυνση, τα ακαδημαϊκά τους προσόντα και οι προηγούμενες ασχολίες ή δραστηριότητές τους˙
(β) στην περίπτωση που η αίτηση υποβάλλεται από συνεταιρισμό, δηλώνονται τα ονόματα, οι διευθύνσεις, τα ακαδημαϊκά προσόντα και οι προηγούμενες ασχολίες και δραστηριότητες των συνεταίρων και σε περίπτωση που η αίτηση υποβάλλεται από εταιρεία, δηλώνονται τα εν λόγω στοιχεία των διοικητικών συμβούλων, των διευθυντών, του γραμματέως και των μετόχων της εταιρείας˙
(γ) η ονομασία και η διεύθυνση του ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας˙
(δ) την κατηγορία του ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας σύμφωνα με το άρθρο 5, και, στην περίπτωση που η αίτηση αφορά έκδοση άδειας ιδιωτικού γραφείου παροχής ειδικών υπηρεσιών ασφάλειας, την αναφορά των συγκεκριμένων υπηρεσιών που θα παρέχει˙
(ε) δήλωση του αιτητή ότι δεν έχει οποιοδήποτε οικονομικό συμφέρον ή ανάμιξη σε επιχείρηση, προς την οποία θα παρέχονται υπηρεσίες ασφάλειας, και ότι δε θα αναλάβει την παροχή τέτοιας υπηρεσίας σε επιχείρηση ή οργανισμό που στο μέλλον δυνατό να αποκτήσει συμφέρον, εφόσον η παροχή τέτοιων υπηρεσιών θα συγκρούεται με τις δραστηριότητες της επιχείρησης ή του οργανισμού προς τον οποίο θα παρασχεθούν υπηρεσίες ασφάλειας˙
(στ) οποιαδήποτε άλλη πληροφορία την οποία ο Αρχηγός δυνατό να απαιτήσει.
10. (1) Απαγορεύεται σε ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας να εργοδοτεί ως φύλακα, πρόσωπο για εκτέλεση οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 4, εκτός αν το πρόσωπο αυτό κατέχει άδεια φύλακα που εκδίδεται από τον Αρχηγό.
(2) Απαγορεύεται σε ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας να εργοδοτεί ως μέλος του προσωπικού του, πρόσωπο για εκτέλεση οποιασδήποτε εργασίας, εκτός αν το πρόσωπο αυτό πληρεί τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 7:
(3) Κάθε ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας υποβάλλει στον Αρχηγό κατά το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους-
(α) κατάλογο με τα ονόματα των προσώπων που εργοδοτεί ως φύλακες και
(β) κατάλογο με τα ονόματα των προσώπων που εργοδοτεί ως μέλη του προσωπικού:
11. (1) Ουδεμία άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας χορηγείται σε συνεταιρισμό ή εταιρεία, αν-
(α) οι εταίροι του συνεταιρισμού ή οι διοικητικοί σύμβουλοι, οι διευθυντές, ο γραμματέας και οι μέτοχοι της εταιρείας, ανάλογα με την περίπτωση,ή ο υπεύθυνος γραφείου, δεν πληρούν τις απαιτήσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου, και
(β) οι εταίροι του συνεταιρισμού ή οι διοικητικοί σύμβουλοι και οι διευθυντές της εταιρείας, ανάλογα με την περίπτωση, ή ο υπεύθυνος γραφείου δεν κρίνονται από τον Αρχηγό κατάλληλα πρόσωπα να ασκούν τα καθήκοντα του υπεύθυνου γραφείου:
(2) Ουδεμία άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας χορηγείται σε φυσικό πρόσωπο, αν αυτό, καθώς και ο υπεύθυνος γραφείου σε περίπτωση που είναι διαφορετικό πρόσωπο, δεν πληρεί τις προϋποθέσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου και δεν κρίνεται κατάλληλο πρόσωπο να ασκεί τα καθήκοντα του υπεύθυνου γραφείου.
(3) Ο Αρχηγός ενημερώνεται πριν από κάθε περίπτωση αντικατάστασης ή διορισμού νέου διοικητικού συμβούλου ή διευθυντή ή γραμματέα ή αλλαγής στους μετόχους εταιρείας ή στους εταίρους του συνεταιρισμού ή αντικατάστασης υπεύθυνου γραφείου και, σε περίπτωση που δεν ικανοποιείται ότι το νέο φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή οι μετόχοι, ο διευθυντής, ο γραμματέας ή ο υπεύθυνος γραφείου πληρούν τις προϋποθέσεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, γνωστοποιεί εντός δεκαπέντε ημερών την απόφαση του:
Νοείται ότι, στην περίπτωση που με την αντικατάσταση ή το διορισμό ή την αλλαγή ορίζεται νομικό πρόσωπο, ο Αρχηγός ικανοποιείται ότι ο διευθυντής, ο γραμματέας και οι μέτοχοι αυτού ικανοποιούν τις απαιτήσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 7.
(3Α) Ο Αρχηγός δύναται, για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, πριν τη χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, να απαιτήσει από τον αιτητή ή τον υπεύθυνο γραφείου, σε περίπτωση που είναι διαφορετικό πρόσωπο να επιτύχει σε γραπτή ή τουλάχιστον σε προφορική εξέταση:
(4) Ο Αρχηγός δύναται, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε αιτιολογία, να αρνηθεί την έκδοση ή την ανανέωση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, για λόγους που αφορούν ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια του κράτους ή τη δημόσια τάξη:
(5) Ο Αρχηγός εκδίδει την άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, αφού καταβληθεί το καθοριζόμενο τέλος.
12. (1) Σε περίπτωση που ο Αρχηγός απορρίπτει εν όλω ή εν μέρει αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 6, ή σε περίπτωση που απορρίπτει αίτηση που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 9, ή σε περίπτωση ανάκλησης ή μη ανανέωσης της άδειας δυνάμει του άρθρου 13, ειδοποιεί γραπτώς τον αιτητή ή το πρόσωπο του οποίου η άδεια ανακλήθηκε ή δεν ανανεώθηκε για την απόφασή του, εκθέτοντας τους λόγους της απόφασής του.
(2) Η ειδοποίηση αποστέλλεται στη διεύθυνση που αναγράφεται στην αίτηση ως διεύθυνση αλληλογραφίας του αιτητή ή στην τελευταία γνωστή διεύθυνση αλληλογραφίας του προσώπου του οποίου η άδεια ανακλήθηκε ή δεν ανανεώθηκε.
(3) Πρόσωπο του οποίου η αίτηση έχει απορριφθεί εν όλω ή εν μέρει ή του οποίου η άδεια δεν έχει ανανεωθεί ή έχει ανακληθεί δυνάμει του άρθρου 13, δύναται, εντός τριάντα ημερών από της ημερομηνίας κοινοποίησης σ’ αυτό της ειδοποίησης, να υποβάλει στον Υπουργό ιεραρχική προσφυγή κατά της απόφασης του Αρχηγού εκθέτοντας τους λόγους που την υποστηρίζουν.
(4) Στην αναφερόμενη στο εδάφιο (1) ειδοποίηση πρέπει να αναφέρεται το δικαίωμα του αιτητή ή του προσώπου του οποίου η άδεια ανακλήθηκε ή δεν ανανεώθηκε να ασκήσει κατά της απόφασης του Αρχηγού ιεραρχική προσφυγή στον Υπουργό, εντός τριάντα ημερών από της ημερομηνίας κοινοποίησης σε αυτόν της ειδοποίησης.
(5) Ο Υπουργός εξετάζει την ιεραρχική προσφυγή εντός τριάντα ημερών από της υποβολής της, και δύναται να ακούσει τον ιεραρχικώς προσφεύγοντα ή οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα, αν κρίνει τούτο σκόπιμο:
Νοείται ότι, μέχρι της τελικής απόφασης του Υπουργού επί της ιεραρχικής προσφυγής, η ανακληθείσα ή μη ανανεωθείσα άδεια συνεχίζει να υφίσταται.
13. (1) Η άδεια που χορηγείται σε ιδιώτη φύλακα ισχύει για περίοδο πέντε ετών από της εκδόσεώς της, δύναται δε να ανανεώνεται ανά πενταετία με την καταβολή του καθοριζόμενου τέλους.
(2) Η άδεια που χορηγείται σε φύλακα ισχύει για περίοδο πέντε ετών από της εκδόσεώς της, δύναται δε να ανανεώνεται ανά πενταετία με την καταβολή του καθοριζόμενου τέλους:
(3) Η άδεια που χορηγείται για την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας ισχύει για περίοδο ενός έτους από της εκδόσεώς της και ανανεώνεται ετησίως με την καταβολή του καθοριζόμενου τέλους.
(3Α) Ο Αρχηγός δύναται αν, μετά τη χορήγηση άδειας σε ιδιώτη φύλακα ή φύλακα ή για την ίδρυση ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, διαπιστώνεται μη συμμόρφωσή τους προς οποιαδήποτε υποχρέωση επιβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου να αναστείλει την ισχύ της εν λόγω άδειας μέχρις ότου ικανοποιηθεί ότι υπήρξε η απαιτούμενη συμμόρφωση, αλλά σε καμιά περίπτωση η περίοδος αναστολής δε δύναται να υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες.
(4) Η άδεια που χορηγείται σε φύλακα ή σε ιδιώτη φύλακα ή για την ίδρυση και λειτουργία ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας δύναται να ανακληθεί ή να μην ανανεωθεί από τον Αρχηγό-
(α) Οποτεδήποτε παύσει να υφίσταται οποιαδήποτε από τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγήθηκε, ή
(β) σε περίπτωση που το πρόσωπο στο οποίο χορηγήθηκε η άδεια παραβεί οποιοδήποτε όρο που επιβλήθηκε σ' αυτό κατά τη χορήγησή της, ή
(γ) σε περίπτωση που το ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφαλείας παραλείψει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 11, ή
(δ) σε περίπτωση που η ανάκληση ή η μη ανανέωση δικαιολογείται, για λόγους δημοσίου συμφέροντος δεόντως αιτιολογημένους, ή
(ε) σε περίπτωση που η ανάκληση ή η μη ανανέωση δικαιολογείται, για λόγους που αφορούν ζητήματα που σχετίζονται με την ασφάλεια του κράτους ή τη δημόσια τάξη, χωρίς να απαιτείται οποιαδήποτε αιτιολογία προς τούτο:
14.- (1) Τα ιδιωτικά γραφεία παροχής υπηρεσιών ασφάλειας που εργοδοτούν φύλακες εφοδιάζουν αυτούς με ειδικό δελτίο επαγγελματικής ταυτότητας, ειδικό διακριτικό σήμα και ειδική στολή και τα οποία οι φύλακες υποχρεούνται να φέρουν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
(2) Στο δελτίο επαγγελματικής ταυτότητας απεικονίζεται ο φύλακας και αναγράφεται το επώνυμο, το όνομα και το πατρώνυμο, η ημερομηνία γέννησης, ο αριθμός δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου, ο αριθμός που χορηγείται σε κάθε φύλακα και η ονομασία του ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας στο οποίο εργοδοτείται.
(3) Κάθε ιδιώτης φύλακας υποχρεούται να φέρει δελτίο επαγγελματικής ταυτότητας στο οποίο απεικονίζεται ο ίδιος και αναγράφεται το επώνυμο, το όνομα και το πατρώνυμο, η ημερομηνία γέννησης, ο αριθμός δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου, και ο αριθμός που χορηγήθηκε με την άδεια.
(4) Ο Αρχηγός εκδίδει το δελτίο επαγγελματικής ταυτότητας, αφού ο αιτητής καταβάλει το καθορισμένο τέλος και καθορίζει το διακριτικό σήμα και την ειδική στολή, αφού προηγουμένως ακούσει τις απόψεις του ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας.
(5) Ο κάτοχος δελτίου επαγγελματικής ταυτότητας υποχρεούται να το επιστρέψει στον Αρχηγό-
(α) όταν λήξει η άδεια φύλακα ή η άδεια ιδιώτη φύλακα, ανάλογα με την περίπτωση, που του χορηγήθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου,
(β) προκειμένου για φύλακα, όταν με οποιοδήποτε τρόπο τερματισθεί η εργοδότησή του στο συγκεκριμένο ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και
(γ) προκειμένου για ιδιώτη φύλακα, όταν αυτός παύσει να ασκεί το επάγγελμα του ιδιώτη φύλακα.
15. (1) Κάθε φύλακας φέρει στολή εγκεκριμένη από τον Αρχηγό, η οποία διαφέρει από τις στολές της Αστυνομίας, του Στρατού της Δημοκρατίας και της Εθνικής Φρουράς, τόσο στο σχέδιο όσο και στο χρώμα και τα άλλα διακριτικά:
(2) Ιδιώτης φύλακας επιτρέπεται να φέρει στολή, νοουμένου ότι αυτή έχει τύχει της εκ των προτέρων έγκρισης του Αρχηγού.
16. (1) Τα ιδιωτικά γραφεία παροχής υπηρεσιών ασφάλειας έχουν υποχρέωση να εκπαιδεύουν κατάλληλα τους φύλακες και το προσωπικό που απασχολούν, ανάλογα με τα καθήκοντα που τους ανατίθενται, πριν αναλάβουν καθήκοντα:
(α) εξαιρείται φύλακας και το προσωπικό που ασκείαποκλειστικά τις δραστηριότητες που αναφέρονται στις παραγράφους (ε), (στ), (η) και (ι) του εδαφίου (2) του άρθρου 4,
(2) Ο Αρχηγός δύναται να απαιτήσει από αιτητές για απόκτηση άδειας ιδιώτη φύλακα να παρακολουθήσουν εκπαιδευτικό πρόγραμμα που οργανώνεται από σχολή, κολλέγιο ή εκπαιδευτικό ίδρυμα, και να επιτύχουν στις καθορισμένες από τον ίδιο εξετάσεις.
(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο, σχολή, κολλέγιο ή άλλο εκπαιδευτικό ίδρυμα δύναται να παρέχει ειδική εκπαίδευση σε φύλακα ή ιδιώτη φύλακα, νοουμένου ότι το πρόγραμμα και τα θέματα της ειδικής αυτής εκπαίδευσης, καθώς και ο αριθμός των ωρών παρακολούθησης του κάθε θέματος, έχουν τύχει της εκ των προτέρων έγκρισης του Αρχηγού.
(4) Μέλος της Αστυνομίας, εξουσιοδοτημένο εγγράφως από τον Αρχηγό, δύναται να παρευρίσκεται και να παρακολουθεί τα προγράμματα εκπαίδευσης που διεξάγονται σύμφωνα με το εδάφιο (1).
17. (1) Τα ιδιωτικά γραφεία παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και οι φύλακες που εργοδοτούνται σ’ αυτά, καθώς και οι ιδιώτες φύλακες, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων τους υπόκεινται στην εποπτεία και έλεγχο οποιουδήποτε Λοχία ή αξιωματικού της Αστυνομίας, υποχρεούνται όπως συμμορφώνονται προς τις υποδείξεις του και, σε περίπτωση ανάγκης, παρέχουν τη συνδρομή τους σ’ αυτόν, εφόσον τους ζητηθεί.
(2) Κάθε ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας, υποβάλλει στον Αρχηγό Αστυνομίας, κατά το μήνα Φεβρουάριο κάθε έτους, ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων, στην οποία, μεταξύ άλλων, καταγράφονται οι δραστηριότητες του γραφείου, περιλαμβανομένων των περιστατικών για τα οποία έγινε παρέμβαση και, αν το ζητήσει ο Αρχηγός, τουςελεγμένους λογαριασμούς του:
18. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου, απαγορεύεται η έκδοση άδειας για κατοχή, χρήση, απόκτηση ή μεταφορά εκρηκτικών υλών ή πυρομαχικών ή επιθετικού όπλου ή πυροβόλου όπλου σε-
(α) ιδιώτη φύλακα ή φύλακα ή σε μέλος του προσωπικού ή
(β) πρόσωπο στο οποίο χορηγήθηκε άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας ή, αν το πρόσωπο αυτό είναι συνεταιρισμός ή εταιρεία, σε εταίρους του συνεταιρισμού ή σε διοικητικούς σύμβουλους και διευθυντές της εταιρείας, ανάλογα με την περίπτωση:
18Α.(1) Σε περίπτωση που κατά τη δυνάμει του παρόντος Νόμου παροχή οποιωνδήποτε υπηρεσιών ασφάλειας περιέλθουν σε γνώση-
(α) ιδιώτη φύλακα, φύλακα, μέλους του προσωπικού,
(β) προσώπου στο οποίο χορηγήθηκε άδεια ίδρυσης και λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας ή, αν το πρόσωπο αυτό είναι συνεταιρισμός ή εταιρεία, σε γνώση εταίρων του συνεταιρισμού ή διοικητικών συμβούλων, διευθυντών, γραμματέα ή μετόχων της εταιρείας, ανάλογα με την περίπτωση,
πληροφορίες που σχετίζονται με τη διερεύνηση οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος, τα πιο πάνω πρόσωπα οφείλουν, όταν τους ζητηθεί από οποιοδήποτε μέλος της Αστυνομίας, να παράσχουν κάθε τέτοια πληροφορία.
(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο δενσυμμορφώνεται με τη δυνάμει του εδαφίου (1) υποχρέωση, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
19. (1) Κάθε ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας υποχρεούται να:
(α) περιλαμβάνει στην ονομασία του τη φράση "ιδιωτική υπηρεσία ασφάλειας" και στα έγγραφά του τον αριθμό άδειας λειτουργίας του˙
(β) μη χρησιμοποιεί στην ονομασία, στον τίτλο, στα έγγραφα και στις διαφημίσεις γενικά, κατά την άσκηση των δραστηριοτήτων του, λέξεις ή φράσεις ικανές να παραπλανήσουν το κοινό ότι αντιπροσωπεύουν δημόσια αρχή και ιδιαίτερα την Αστυνομία, το Στρατό της Δημοκρατίας ή την Εθνική Φρουρά˙
(γ) μεριμνά ώστε να μη χρησιμοποιούνται στα οχήματα του ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας ή των φυλάκων σήματα ή χρωματισμοί, που καθιστούν την εξωτερική τους εμφάνιση όμοια ή παρεμφερή με εκείνη των οχημάτων ή άλλων μέσων μεταφοράς που χρησιμοποιούνται από την Αστυνομία, το Στρατό της Δημοκρατίας ή την Εθνική Φρουρά˙
(δ) μεριμνά ώστε να μη χρησιμοποιούνται στα οχήματα του ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας ή των φυλάκων συσκευές ηχητικές ή φωτεινής προειδοποίησης·
(ε) μεριμνά ώστε οι φύλακες να μη χρησιμοποιούν ρόπαλα, εκτός από αυτά που έτυχαν της εκ των προτέρων έγκρισης του Αρχηγού και τα οποία δεν πρέπει να είναι ηλεκτροφόρα, ούτε να εκπέμπουν οποιαδήποτε στερεά, υγρά ή αέρια˙
(στ) μεριμνά ώστε να μη θίγονται τα ατομικά και συλλογικά δικαιώματα των πολιτών, και γενικά να τυγχάνουν σεβασμού τα ανθρώπινα δικαιώματα, οι ατομικές ελευθερίες και τα προσωπικά δεδομένα˙
(ζ) μεριμνά ώστε να μη χρησιμοποιούνται μέσα και μέθοδοι δυνάμενες να προκαλέσουν ζημιά, βλάβη ή ενόχληση σε τρίτους, ή να θέσουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των πολιτών. Η χρήση ελεύθερα κινούμενων σκύλων επιτρέπεται μόνο στο εσωτερικό των φυλασσόμενων κτιρίων ή σε περίκλειστους χώρους, νοουμένου ότι δίνεται επαρκής προειδοποίηση με την τοποθέτηση σε περίοπτα σημεία προειδοποιητικών πινακίδων˙
(η) χρησιμοποιεί για την ασφαλή μεταφορά χρημάτων, αξιών και πολύτιμων αντικειμένων όχημα με ειδική θωράκιση έναντι επιθέσεως με τη χρήση όπλων και πυρομαχικών, και εφοδιάζει τους φύλακες στους οποίους ανατίθεται η δραστηριότητα αυτή με αλεξίσφαιρο γιλέκο και προστατευτικό κράνος˙
(θ) διατηρεί, στις περιπτώσεις παροχής υπηρεσιών με φύλακες, σε λειτουργία καθημερινά και επί εικοσιτετραώρου βάσεως κεντρικό γραφείο κατάλληλα στελεχωμένο, το οποίο να μπορεί να επικοινωνεί και να συνεργάζεται με την Αστυνομία σε περίπτωση άμεσης ανάγκης˙
(ι) παραδίδει στον Αρχηγό, όταν του ζητηθεί, οποιοδήποτε οπτικογραφημένο υλικό που προέρχεται από κλειστά συστήματα τηλεόρασης που εγκατέστησε.
(2) Κάθε φύλακας, περιλαμβανομένου και του ιδιώτη φύλακα, έχει τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (δ), (ε), (στ), και (ζ) του εδαφίου (1) και, επιπρόσθετα, δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιεί σε καμιά περίπτωση τον τίτλο “αστυνομικός” ή άλλη ονομασία η οποία δυνατό να δημιουργεί την εντύπωση ότι είναι μέλος της Αστυνομίας και υποχρεούται να φέρει διακριτικό με τις λέξεις “Φύλακας” ή “ Ιδιώτης Φύλακας”, ανάλογα με την περίπτωση.
(3) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν επηρεάζουν άλλες υποχρεώσεις των γραφείων ή των φυλάκων ή των ιδιωτών φυλάκων που καθορίζονται σε άλλα άρθρα του παρόντος Νόμου.
20.- (1) Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο προτίθεται να παρέχει ιδιωτικές υπηρεσίες έρευνας υποχρεούται να εξασφαλίσει για την παροχή των υπηρεσιών αυτών ειδική άδεια από τον Αρχηγό, ύστερα από αίτηση για άδεια λειτουργίας ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας με περιορισμό στην παροχή ιδιωτικών υπηρεσιών έρευνας.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, “ιδιωτικές υπηρεσίες έρευνας” σημαίνει την εξασφάλιση, συγκέντρωση, συλλογή ή παροχή σε οποιοδήποτε πρόσωπο πληροφοριών σχετιζομένων με:
(α) την ταυτότητα και εντοπισμό προσώπου.
(β) τη διεύθυνση κατοικίας και εργασίας προσώπου, την επαγγελματική ή την επιχειρηματική του δραστηριότητα˙
(γ) τις έρευνες για αγνοούμενα πρόσωπα.
(δ) τη ζημιά ή απώλεια περιουσιακού δικαιώματος ή συμφέροντος˙
(ε) την πρόληψη και αποκάλυψη βιομηχανικής κατασκοπείας.
(3) Οι διατάξεις των άρθρων του παρόντος Νόμου, που σχετίζονται με την έκδοση, ανάκληση, αναστολή και ανανέωση αδειών, εφαρμόζονται και για τις άδειες που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.
(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει, για καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου, Κανονισμούς οι οποίοι, μεταξύ άλλων, δύνανται να καθορίζουν:
(α) τα καθήκοντα και ευθύνες των προσώπων τα οποία έχουν άδεια για ιδιωτικές υπηρεσίες έρευνας˙
(β) τη χρήση ειδικών ανιχνευτικών συσκευών ή μεθόδων.
(5) Κάθε πρόσωπο το οποίο παρέχει υπηρεσίες δυνάμει του παρόντος άρθρου, οφείλει να συμμορφώνεται πλήρως προς τις πρόνοιες του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.
21. (1) Πρόσωπο ή υπεύθυνος γραφείου που -
(α) παρέχει υπηρεσίες ασφάλειας πέραν των καθορισμένων στην άδεια υπηρεσιών˙
(β) ασκεί το επάγγελμα του φύλακα ή ιδιώτη φύλακα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
(γ) λειτουργεί ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας χωρίς την προβλεπόμενη από το άρθρο 11 άδεια˙
(δ) εργοδοτεί φύλακα ή άλλο πρόσωπο κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 10˙
(ε) παραβιάζει τις διατάξεις του άρθρου 14 ή του άρθρου 19,
είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Το Δικαστήριο, το οποίο καταδικάζει πρόσωπο ή υπεύθυνο γραφείου για αδίκημα κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), δύναται, επιπρόσθετα από την επιβολή ποινής σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω εδαφίου, να διατάξει-
(α) την παύση εργασιών του γραφείου που το καταδικασθέν πρόσωπο ή ο καταδικασθείς υπεύθυνος γραφείου λειτουργεί παράνομα ως ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και το κλείσιμο και ασφάλιση του κτιρίου ή χώρου που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του γραφείου αυτού. και
(β) την κατάσχεση οποιουδήποτε αντικειμένου, μέσου ή οχήματος εγγεγραμμένου στο όνομα της εταιρείας που λειτουργεί το εν λόγω γραφείο ή οποιουδήποτε μετόχου ή αξιωματούχου της εταιρείας αυτής, το οποίο αντικείμενο, μέσο ή όχημα χρησιμοποιείται για τη λειτουργία του ιδίου γραφείου.
(3) Το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκδικάζεται κατηγορία εναντίον προσώπου ή υπεύθυνου γραφείου για διάπραξη αδικήματος κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1), δύναται, κατόπιν μονομερούς αίτησης (ex parte) του Αρχηγού, ή μέλους της Αστυνομίας κατ΄ εντολή του Αρχηγού, να εκδώσει προσωρινό διάταγμα για-
(α) αναστολή εργασιών του γραφείου που ο κατηγορούμενος λειτουργεί παράνομα ως ιδιωτικό γραφείο παροχής υπηρεσιών ασφάλειας και το κλείσιμο και ασφάλιση του κτιρίου ή χώρου που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του γραφείου αυτού. και
(β) την κατάσχεση οποιουδήποτε αντικειμένου, μέσου ή οχήματος εγγεγραμμένου στο όνομα του κατηγορουμένου ή της εταιρείας που λειτουργεί το εν λόγω γραφείο ή μετόχου ή αξιωματούχου της εταιρείας αυτής, το οποίο αντικείμενο, μέσο ή όχημα χρησιμοποιείται για τη λειτουργία του ιδίου γραφείου.
(4) Η έκδοση διατάγματος δυνάμει του εδαφίου (3) υπόκειται στις διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, του περί Δικαστηρίων Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.
(5) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο, εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) ή (3) παραλείπει ή αμελεί να συμμορφωθεί με τέτοιο διάταγμα, εντός του χρόνου που καθορίζεται σε αυτό, είναι νόμιμο για τον Αρχηγό να εκτελεί το εν λόγω διάταγμα και σε τέτοια περίπτωση τα έξοδα που έγιναν για την εκτέλεσή του καταβάλλονται στην Αστυνομία από το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε το διάταγμα και τα έξοδα αυτά θεωρούνται και εισπράττονται ως χρηματική ποινή εντός της έννοιας του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.
(6) Οποιοδήποτε πρόσωπο, εναντίον του οποίου εκδόθηκε διάταγμα δυνάμει του εδαφίου (2) ή (3), το οποίο δεν υπακούει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τέτοιο διάταγμα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, ανεξάρτητα από το αν ο Αρχηγός προχώρησε στην εκτέλεση ή εκτέλεσε το διάταγμα αυτό και υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000,00) ή και στις δυο αυτές ποινές.
(7) Επιπρόσθετα από οποιαδήποτε ποινή που επιβάλλει δυνάμει του παρόντος άρθρου, το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου καταδικάζεται πρόσωπο για οποιοδήποτε ποινικό αδίκημα δυνάμει του παρόντος άρθρου, δύναται να διατάξει όπως ο καταδικασθείς καταβάλει τα έξοδα της διαδικασίας, τα οποία θεωρούνται και εισπράττονται ως χρηματική ποινή εντός της έννοιας του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου.
21Α. (1) Ουδείς δύναται να φέρει ή επιδεικνύει ή διαφημίζει ή χρησιμοποιεί με οποιοδήποτε τρόπο εμπορικό σήμα ή λογότυπο μη αδειούχου ιδιωτικού γραφείου παροχής υπηρεσιών ασφάλειας.
(2) Ο παραβάτης του εδαφίου (1) διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000.00) ή και στις δυο αυτές ποινές.
22. (1) Για τη σύνδεση συστημάτων συναγερμού με Αστυνομικό Σταθμό απαιτείται έγκριση του Αρχηγού, μετά από αίτηση του ενδιαφερομένου. Η εγκρινόμενη σύνδεση πραγματοποιείται με μέριμνα και δαπάνες του ενδιαφερομένου και διαρκεί για ένα έτος. Για τη συνέχιση της σύνδεσης απαιτείται νέα, κατ’ έτος, έγκριση, η οποία χορηγείται μετά από επανεξέταση του συνόλου των υφισταμένων συνδέσεων και των τυχόν νέων αιτήσεων σύνδεσης, σε συνδυασμό προς τις δυνατότητες και τις ανάγκες της Αστυνομίας.
(2) Ο Αρχηγός, με γνωστοποίησή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζει:
(α) τα κριτήρια και τη διαδικασία εξέτασης αιτήσεων σύνδεσης και συνέχισης αυτής˙
(β) τα απαιτούμενα δικαιολογητικά˙
(γ) τους Αστυνομικούς Σταθμούς υποδοχής τέτοιων συνδέσεων˙
(δ) τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των συνδεομένων˙
(ε) το τέλος που καταβάλλεται για τη σύνδεση ή επανασύνδεση˙
(στ) οποιοδήποτε άλλο θέμα επιδεχόμενο ρύθμισης για σκοπούς σύνδεσης.
23. Ο Υπουργός, μετά από εισήγηση του Αρχηγού, εγκρίνει τα τέλη που προβλέπονται στο παρόντα Νόμο.
24. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου και για τον καθορισμό κάθε θέματος το οποίο χρειάζεται ή είναι δεκτικό καθορισμού.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), Κανονισμοί δύνανται να καθορίζουν τον τύπο της άδειας και των άλλων εγγράφων που προβλέπονται στο παρόντα Νόμο, καθώς και τα θέματα που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 20.
25.- (1) Γραφεία τα οποία, κατά το χρόνο της ημερομηνίας έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, παρέχουν υπηρεσίες ασφάλειας, θα συνεχίσουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες αυτές, νοουμένου ότι θα εξασφαλίσουν, για το σκοπό αυτό, προσωρινή άδεια από τον Αρχηγό και νοουμένου ότι θα προσφέρουν τις υπηρεσίες ασφάλειας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου. Οι διατάξεις του εδαφίου αυτού εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις των ιδιωτών φυλάκων και ιδιωτικών υπηρεσιών έρευνας.
(2) Η προσωρινή άδεια ισχύει για χρονική περίοδο έξι μηνών και εξασφαλίζεται ύστερα από αίτηση στον Αρχηγό, αφού ο αιτητής καταβάλει το καθορισμένο τέλος.
(3) Πριν από τη λήξη της ισχύος της προσωρινής άδειας, το γραφείο ή ο ιδιώτης φύλακας υποβάλλει αίτηση για έκδοση άδειας που χορηγείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ο Αρχηγός δύναται κατά την κρίση του να εκδώσει την αιτούμενη άδεια με όρους ή χωρίς όρους: