12.(1) Για την αποτελεσματικότερη εφαρμογή του εδαφίου (1) του άρθρου 3, οι διατάξεις που προβλέπονται στα άρθρα 13 έως 16, εφαρμόζονται από το κράτος μέλος στο οποίο ευρίσκεται η κεντρική διεύθυνση, στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) εάν τούτο αποφασιστεί από την κεντρική διεύθυνση και την ειδική διαπραγματευτική ομάδα· ή
(β) εάν η κεντρική διεύθυνση αρνηθεί την έναρξη διαπραγματεύσεων εντός εξαμήνου από την υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 8· ή
(γ) εάν, εντός τριετίας από την ημερομηνία υποβολής του εν λόγω αιτήματος, τα μέρη δεν καταλήξουν στην κατά το άρθρο 11 συμφωνία και η ειδική διαπραγματευτική ομάδα δεν πάρει την απόφαση που προβλέπεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 10.
13. Συστήνεται ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων, δυνάμει του άρθρου 4, του οποίου οι αρμοδιότητες και η σύνθεση διέπονται από τους παρακάτω όρους:
(α) Η αρμοδιότητα του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων καθορίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 3.
(β) Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων απαρτίζεται από εργαζομένους της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας οι οποίοι εκλέγονται ή διορίζονται σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 8.
14.(1) Τα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων εκλέγονται ή διορίζονται κατ’ αναλογία προς τον αριθμό των εργαζομένων που απασχολούνται σε κάθε κράτος μέλος από την επιχείρηση κοινοτικής κλίμακας ή από τον όμιλο επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, με την ακόλουθη κατανομή για κάθε κράτος μέλος:
(α) μια έδρα ανά μερίδα εργαζομένων που απασχολούνται σε αυτό το κράτος μέλος ίση με το 10 % του αριθμού των εργαζομένων που απασχολούνται στο σύνολο των κρατών· ή
(β) κλάσμα της εν λόγω μερίδας·
(2) Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων, για να εξασφαλίζει το συντονισμό των δραστηριοτήτων του-
(α) εκλέγει μεταξύ των μελών του επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης που αριθμεί πέντε μέλη κατά μέγιστο όριο, στην οποία εξασφαλίζει κατάλληλες συνθήκες για την άσκηση της δραστηριότητάς της σε τακτά διαστήματα,
(β) καταρτίζει τον εσωτερικό του κανονισμό· και
(3) H κεντρική διεύθυνση και κάθε άλλο καταλληλότερο όργανο διευθυντικού επιπέδου ενημερώνονται για τη σύνθεση του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων.
(4) Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων, τέσσερα χρόνια μετά τη σύστασή του, εξετάζει εάν θα πρέπει να αρχίσουν διαπραγματεύσεις για σύναψη συμφωνίας, σύμφωνα με το άρθρο 11 ή θα εφαρμοστούν οι διατάξεις των άρθρων 12 έως 16.
(5) Tα άρθρα 11 και 12 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία, εφόσον αποφασιστεί η διαπραγμάτευση συμφωνίας δυνάμει του άρθρου 11, στην περίπτωση αυτή η έκφραση «ειδική διαπραγματευτική ομάδα» αντικαθίσταται από την έκφραση «ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων».
15.(1) Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων δύναται να συνεδριάζει μία φορά το χρόνο με την κεντρική διεύθυνση προκειμένου να ενημερώνεται και να δίνει τη γνώμη του, με βάση έκθεση της κεντρικής διεύθυνσης, για την εξέλιξη των δραστηριοτήτων και τις προοπτικές της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας. Oι τοπικές διευθύνσεις ενημερώνονται σχετικά με τα αποτελέσματα της συνάντησης.
(2) Η ενημέρωση του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων αφορά ιδίως τη δομή, τη χρηματοοικονομική κατάσταση, την πιθανή εξέλιξη των δραστηριοτήτων, την παραγωγή και τις πωλήσεις της επιχείρησης ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας. Η ενημέρωση του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων και η διαβούλευση με αυτό αφορά ιδίως την κατάσταση και την πιθανή εξέλιξη της απασχόλησης, τις επενδύσεις, τις σημαντικές οργανωτικές αλλαγές, την εισαγωγή νέων μεθόδων εργασίας ή διαδικασιών παραγωγής, τις μεταφορές παραγωγής, τις συγχωνεύσεις, τη μείωση του μεγέθους ή την παύση λειτουργίας επιχειρήσεων, εγκαταστάσεων ή σημαντικών τμημάτων τους και τις ομαδικές απολύσεις.
Η διαβούλευση πραγματοποιείται κατά τρόπον ώστε οι εκπρόσωποι των εργαζομένων να δύνανται να συνεδριάζουν με την κεντρική διεύθυνση και να λαμβάνουν αιτιολογημένη απάντηση σε κάθε γνώμη που ενδεχομένως διατυπώνουν·
(3) H επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης ή, εάν αυτή δεν υπάρχει, το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων, ενημερώνονται εγκαίρως σε περίπτωση εξαιρετικών περιστάσεων ή αποφάσεων που επηρεάζουν σημαντικά τα συμφέροντα των εργαζομένων και ιδίως σε περίπτωση μετεγκατάστασης, παύσης της λειτουργίας επιχειρήσεων ή εγκαταστάσεων ή ομαδικών απολύσεων. Στην περίπτωση αυτή το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων έχει το δικαίωμα να συνεδριάζει, μετά από αίτησή του, με την κεντρική διεύθυνση ή οποιοδήποτε άλλο καταλληλότερο όργανο διευθυντικού επιπέδου στα πλαίσια της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, που είναι αρμόδιο να λαμβάνει ίδιες αποφάσεις, προκειμένου να ενημερώνεται και να δίνει την γνώμη του. Σε περίπτωση που η συνεδρίαση διεξάγεται με την επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης, δικαιούνται επίσης να συμμετάσχουν τα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων, τα οποία έχουν εκλεγεί ή διορισθεί από τις εγκαταστάσεις ή/και τις επιχειρήσεις τις οποίες αφορούν άμεσα οι εν λόγω περιστάσεις ή αποφάσεις.
(4) H συνεδρίαση αυτή, για ενημέρωση και διαβούλευση, συγκαλείται το ταχύτερο δυνατό, με βάση την έκθεση που καταρτίζει η κεντρική διεύθυνση ή οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο όργανο διευθυντικού επιπέδου της επιχείρησης κοινοτικής κλίμακας ή του ομίλου επιχειρήσεων κοινοτικής κλίμακας, επί της οποίας στο τέλος της συνεδρίασης ή εντός εύλογου χρονικού διαστήματος δύναται να διατυπώνεται και η γνώμη των μελών του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων. H συνεδρίαση αυτή δε θίγει τα προνόμια της κεντρικής διεύθυνσης.
(5) Πριν από κάθε συνάντηση με την κεντρική διεύθυνση, το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων ή η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης, ή/και διευρυμένη σύμφωνα με το εδάφιο (3), έχουν το δικαίωμα να συνεδριάζουν χωρίς να είναι παρούσα η διεύθυνση.
16.(1) Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, τα μέλη του ευρωπαϊκού συμβουλίου εργαζομένων ενημερώνουν τους εκπροσώπους των εργαζομένων στις εγκαταστάσεις ή στις επιχειρήσεις του ομίλου κοινοτικής κλίμακας, ή, εάν δεν υπάρχουν εκπρόσωποι, ενημερώνουν το σύνολο των εργαζομένων σχετικά με το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της διαδικασίας ενημέρωσης και διαβούλευσης.
(2) Το ευρωπαϊκό συμβούλιο εργαζομένων ή η επιτροπή περιορισμένης σύνθεσης μπορούν να επικουρούνται από εμπειρογνώμονες της επιλογής τους, στο μέτρο που αυτό είναι αναγκαίο για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.
(3) Oι δαπάνες λειτουργίας τους βαρύνουν την κεντρική διεύθυνση, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 10.