76.-(1) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση και την εξουσία να διερευνά, σε συνεργασία, όπου απαιτείται, με άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, κάθε-
(α) διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης στην έννοια του παρόντος Νόμου∙
(β) εξαφάνιση ή θάνατο μέλους του προσωπικού του πλοίου ή άλλου επιβαίνοντος κατά τη διάρκεια της διάπραξης ή απόπειρας διάπραξης παράνομης πράξης ως η στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου αναφέρεται∙
(γ) σύλληψη, έρευνα, φυλάκιση, κατάσχεση και κατακράτηση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου από τον πλοίαρχο ή/και το πλήρωμα του πλοίου∙ και
(δ) χρήση όπλων ή/και ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας εάν κρίνει τούτο σκόπιμο.
(2) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία, μετά από διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης, να δίνει στον πλοίαρχο ή/και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου οδηγίες αναφορικά με τις ενέργειες που αυτοί, ξεχωριστά ή από κοινού, θα πρέπει να προβούν.
(3) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία να καθορίζει, μετά από διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης, τις επιθεωρήσεις ή/και τους ελέγχους ή/και τις έρευνες που απαιτούνται να γίνουν για να διαπιστωθεί η περαιτέρω αξιοπλοΐα του πλοίου.
(4) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία, μετά από διάπραξη ή απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης, να διατάξει τον κατάπλου και την παραμονή του πλοίου σε συγκεκριμένο λιμένα ή λιμενική εγκατάσταση-
(α) για την εξέταση της υγείας ή/και την ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των επιβαινόντων∙ ή
(β) για τη διενέργεια επιθεωρήσεων ή/και ελέγχων ή/και των ερευνών για να διαπιστωθεί η περαιτέρω αξιοπλοΐα του πλοίου∙ ή
(γ) για την παράδοση από το πλοίαρχο οποιουδήποτε πρόσωπου έχει φυλακισθεί ή/και όπλου, συσκευής, οργάνου, εξοπλισμού, μέσου ή αντικειμένου έχει κατακρατηθεί δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (1) των άρθρων 7 ή 11 του παρόντος Νόμου στις αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας ή στις αρμόδιες αρχές άλλου κράτους∙ ή
(δ) για τη διερεύνηση παράνομης πράξης ή της απόπειρας διάπραξης παράνομης πράξης ή οποιουδήποτε άλλου συμβάντος από την Αρμόδια Αρχή ή από άλλη αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας∙ ή
(ε) για οποιεσδήποτε άλλες σχετικές ενέργειες ή ανάγκες κρίνει υπό τις περιστάσεις αναγκαίες.
(5) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν και εφαρμόζονται και σε σχέση με τις διατάξεις του Μέρους VIII του παρόντος Νόμου.
77.-(1) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση και την εξουσία να προβαίνει σε επιθεωρήσεις ή/και έλεγχους ή/και έρευνες με σκοπό τη διαπίστωση-
(α) της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙ ή/και
(β) της υλοποίησης ή/και συμμόρφωσης με οποιουσδήποτε όρους ή προϋποθέσεις αναφέρονται σε πιστοποιητικό που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 ή/και του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου.
(2) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση και την εξουσία να προβαίνει σε σχετική διερεύνηση, σε συνεργασία, όπου απαιτείται, με άλλες αρμόδιες αρχές της Δημοκρατίας, σε περίπτωση που η Αρμόδια Αρχή-
(α) λαμβάνει οποιανδήποτε προφορική ή γραπτή πληροφορία ή καταγγελία η οποία δημιουργεί εύλογες υπόνοιες για παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου∙ ή
(β) διαπιστώσει κατά τη διάρκεια επιθεώρησης, ελέγχου ή έρευνας δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου ή κατά τη διάρκεια διερεύνησης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 76 του παρόντος Νόμου ότι υπάρχουν ή προκύπτουν ή δυνατόν να υπάρχουν ή να προκύπτουν εύλογες υπόνοιες για παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(3) Οι διατάξεις των εδαφίων (2) έως (5) του άρθρου 76 του παρόντος Νόμου ισχύουν και εφαρμόζονται και σε σχέση με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.
78.-(1)(α) Για τους σκοπούς των διατάξεων των εδαφίων (2) έως (7) του παρόντος άρθρου, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“εργασία” σημαίνει διερεύνηση, επιθεώρηση, έλεγχο ή έρευνα δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 76 και 77 του παρόντος Νόμου∙
“εξουσιοδοτημένος λειτουργός” σημαίνει κάθε λειτουργό του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων εξουσιοδοτημένο από τον Υπουργό δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 3 του παρόντος Νόμου στον οποίο έχει ανατεθεί ή αποφασισθεί από το Διευθυντή η εκτέλεση και διεκπεραίωση της σχετική εργασίας∙
“όπλο” ή “όπλα” σημαίνει το όπλο ή τα όπλα ως αυτά ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος Νόμου καθώς και οποιοδήποτε άλλο πυροβόλο ή μη όπλο ή όπλα.
(β) Η αναφορά, στις διατάξεις των άρθρων 82 και 83 του παρόντος Νόμου, σε Αρμόδια Αρχή συνιστά, σε σχέση με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, αναφορά σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό και οι διατάξεις των προαναφερθέντων άρθρων ισχύουν και εφαρμόζονται και σε σχέση με εξουσιοδοτημένο λειτουργό.
(2)(α) Κάθε εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει την υποχρέωση να υποβάλει, μέσω του Διευθυντή και εντός ευλόγου χρόνου, στον Υπουργό το πόρισμα της εργασίας που εξουσιοδοτήθηκε ή αποφασίσθηκε να εκτελέσει.
(β) Ο Διευθυντής δύναται και έχει την εξουσία να υποβάλει, στον Υπουργό, μαζί με το πιο πάνω πόρισμα, τα σχόλια και τις εισηγήσεις σε σχέση με αυτό.
(3) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται και έχει εξουσία να απαιτεί-
(α) την υποβολή γραπτών δηλώσεων, εκθέσεων ή αναφορών σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν∙
(β) την περισυλλογή ή/και φύλαξη πληροφοριών, τεκμηρίων ή άλλων στοιχείων περιλαμβανομένων των όσων αναφέρονται στις διατάξεις των παραγράφων (γ) έως (ε) του παρόντος εδαφίου∙
(γ) την παρουσίαση των όπλων, συσκευών, οργάνων, εξοπλισμού, μέσων ή αντικειμένων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διάπραξη ή την απόπειρα διάπραξης παράνομης πράξης ή που εκ πρώτης όψεως υπήρχε πρόθεση να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό αυτό∙
(δ) την παρουσίαση όπλων, ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας, συσκευών, οργάνων, αντικειμένων ή μέσων που έχουν χρησιμοποιηθεί ή που χρησιμοποιούνται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για την ασφάλεια του πλοίου που βρισκόταν ή βρίσκεται πάνω στο πλοίο∙
(ε) την παρουσίαση ημερολογίων, μητρώων, εγγράφων, πιστοποιητικών, συμβάσεων ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων σε γραπτή ή ηλεκτρονική μορφή ή/και σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν∙
(στ) τη διεξαγωγή γυμνασίων και ασκήσεων∙ και
(ζ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια κρίνει σκόπιμη για την τεκμηρίωση των γεγονότων ή της εργασίας που διεξάγει.
(4) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται και έχει εξουσία -
(α) να επιθεωρεί και να ελέγχει πλοία και να διεξάγει έρευνες πάνω σε πλοία οπουδήποτε και ανεξάρτητα από τον τόπο που αυτά βρίσκονται και να εισέρχεται σε οποιοδήποτε χώρο πάνω σε αυτά∙
(β) να ελέγχει τις εργασίες των εχόντων την εκμετάλλευση πλοίων ή/και ιδιωτικών εταιρειών προστασίας πλοίων και να διεξάγει ελέγχους και έρευνες στα υποστατικά από τα οποία οι έχοντες την εκμετάλλευση πλοίων ή/και οι ιδιωτικές εταιρείες προστασίας πλοίων διεξάγουν τις εργασίες τους και να εισέρχεται σε αυτά οπουδήποτε και ανεξάρτητα από τον τόπο που αυτά βρίσκονται∙
(γ) να καλεί με γραπτή ειδοποίηση, οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο, να παρουσιαστεί ενώπιον του και να καθορίζει ως προς τούτο τον τόπο, την ημερομηνία και την ώρα της καλούμενης εμφάνισης∙
(δ) να επισκέπτεται, και να συλλέγει πληροφορίες ή/και τεκμήρια από, οποιοδήποτε νομικό ή φυσικό πρόσωπο ή/και κρατική ή/και ημικρατική υπηρεσία, οργανισμό ή όργανο∙
(ε) να διενεργεί προφορικές ή γραπτές εξετάσεις σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν∙
(στ) να καταγράφει προφορικές πληροφορίες που λαμβάνει σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν∙
(ζ) να διενεργεί προφορικές συνεντεύξεις και να λαμβάνει γραπτές καταθέσεις σε γλώσσα κατανοητή από αυτόν∙
(η) να λαμβάνει φωτογραφίες ή/και εικόνες με ηλεκτρονικά μέσα και να ηχογραφεί ή/και να εικονογραφεί με ηλεκτρονικά μέσα προφορικές ή γραπτές εξετάσεις ή/και συνεντεύξεις∙
(θ) να περισυλλέγει και να κατακρατεί αντικείμενα ή τεκμήρια, περιλαμβανομένων των όσων αναφέρονται στις διατάξεις των παραγράφων (γ) και (δ) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου∙
(ι) να περισυλλέγει και να κατακρατεί τα πρωτότυπα ή/και αντίγραφα ημερολογίων, μητρώων, εγγράφων, πιστοποιητικών, συμβάσεων ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων σε γραπτή ή ηλεκτρονική μορφή∙
(ια) να διενεργεί ή/και να παρακολουθεί την εκ μέρους του διενέργεια εργαστηριακών ή υπό καθορισμένες από αυτόν συνθήκες ή προϋποθέσεις εξετάσεων, δοκιμών ή ελέγχων∙
(ιβ) να προβαίνει στην δέσμευση, αποδέσμευση και κατάσχεση των όσων αναφέρονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου ως υποκείμενα σε δέσμευση, αποδέσμευση και κατάσχεση∙ και
(ιγ) να προβαίνει ή/και να λαμβάνει οποιαδήποτε άλλη ενέργεια κρίνει σκόπιμη για την τεκμηρίωση των γεγονότων ή της εργασίας που διεξάγει:
Νοείται ότι, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει την υποχρέωση να δίνει στο επηρεαζόμενο πρόσωπο αντίγραφο της γραπτής κατάθεσης του και στις περιπτώσεις περισυλλογής, και κράτησης αντικειμένων, τεκμηρίων ή πρωτότυπων εγγράφων, πιστοποιητικών, συμβάσεων ή άλλων αποδεικτικών στοιχείων σχετική προς τούτο απόδειξη παραλαβής τους:
Νοείται περαιτέρω ότι, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται και έχει την εξουσία να καθορίζει τον τόπο, την ημερομηνία και την ώρα της έναρξης της γραπτής ή/και προφορικής εξέτασης ή/και συνέντευξης, να διενεργεί τη γραπτή ή/και προφορική εξέταση ή/και συνέντευξη σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή/και σε οποιαδήποτε άλλη γλώσσα κατανοητή τόσο από αυτόν όσο και από το επηρεαζόμενο πρόσωπο καθώς και να καθορίζει τα προς τούτο κριτήρια επιτυχίας, με την επιφύλαξη ότι έχει την υποχρέωση να ενημερώνει εκ των προτέρων προς τούτο γραπτώς το επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(5) Τόσο ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός όσο και η Αρμόδια Αρχή τηρεί ως εμπιστευτικά τα όσα αναφέρονται στις υποπαραγράφους (δ) έως (ιβ) του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου καθώς και τις σχετικές με την εργασία σημειώσεις και αλληλογραφία.
(6) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός, ο οποίος δεν είναι απαραίτητο να είναι ο ίδιος με το λειτουργό που έχει εκτελέσει ή εκτελεί την εργασία, λαμβάνοντας υπόψη τα ευρήματα διεξαγόμενης ή/και διεξαχθείσας εργασίας-
(α) έχει την υποχρέωση να λαμβάνει τα αναγκαία υπό τις περιστάσεις προστατευτικά ή/και διορθωτικά μέτρα ή/και ενέργειες∙ και
(β) δύναται και έχει την εξουσία να δίνει στο πλοίαρχο, το προσωπικό του πλοίου, στους άλλους επιβαίνοντες σε αυτό, στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και σε κάθε πρόσωπο που εργοδοτείται από αυτόν, στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και σε κάθε πρόσωπο που εργοδοτείται από αυτή καθώς επίσης σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κριθεί υπό τις περιστάσεις αναγκαίο, οδηγίες αναφορικά με μέτρα ή/και ενέργειες που οι ανωτέρω υπό τις περιστάσεις, ξεχωριστά ή από κοινού θα πρέπει να προβούν ή να προβαίνουν.
79.-(1)(α) Για τους σκοπούς των διατάξεων των εδαφίων (2) έως (7) του παρόντος άρθρου, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
“εξουσιοδοτημένος λειτουργός” έχει την έννοια που αποδίδεται, στον όρο αυτό, στο εδάφιο (1) του άρθρου 78 του παρόντος Νόμου∙ και
“όπλο” ή “όπλα” ” έχει την έννοια που αποδίδεται, στον όρο αυτό, στο εδάφιο (1) του άρθρου 78 του παρόντος Νόμου.
(β) Η αναφορά, στις διατάξεις των άρθρων 82 και 83 του παρόντος Νόμου, σε Αρμόδια Αρχή συνιστά, σε σχέση με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, αναφορά σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό και οι διατάξεις των προαναφερθέντων άρθρων ισχύουν και εφαρμόζονται και σε σχέση με εξουσιοδοτημένο λειτουργό.
(2) Σε περίπτωση που εξουσιοδοτημένος λειτουργός, κατά τη διάρκεια διερεύνησης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 76 του παρόντος Νόμου ή κατά τη διάρκεια επιθεώρησης, ελέγχου ή έρευνας δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 77 διαπιστώσει ότι υπάρχουν ή προκύπτουν ή δυνατόν να υπάρχουν ή να προκύπτουν εύλογες υπόνοιες για παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου αναφορικά ή σε σχέση με όπλα ή/και ειδικό εξοπλισμό ασφαλείας που βρίσκεται πάνω σε πλοίο για χρήση αναφορικά με την προστασία της ασφάλειας του, αυτά-
(α) δεσμεύονται από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό και απαγορεύεται η περαιτέρω χρήση τους μέχρι την ολοκλήρωση της σχετικής εργασίας∙ και
(β) εάν διαπιστωθεί παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου αυτά κατάσχονται από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό ως υποκείμενα σε δήμευση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ενώ σε αντίθετη περίπτωση αποδεσμεύονται:
Νοείται ότι, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται και έχει την εξουσία να δεσμεύει και να κατάσχει ως υποκείμενα σε δήμευση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, οποιοδήποτε όπλο, ειδικό εξοπλισμό ασφάλειας, συσκευή, όργανο, αντικείμενο ή μέσο βρίσκεται πάνω σε πλοίο για χρήση σε σχέση με την προστασία της ασφάλειας του πλοίου ανεξάρτητα από το εάν τα πιο πάνω αναφέρονται σε πιστοποιητικό που εκδόθηκε δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 ή/και του εδαφίου (1) του άρθρου 22 του παρόντος Νόμου ή ανεξάρτητα από την ισχύ του εν λόγω πιστοποιητικού.
(3) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται και έχει εξουσία να κατάσχει ως υποκείμενα σε δήμευση, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου-
(α) οποιοδήποτε όπλο βρίσκεται πάνω σε πλοίο για χρήση αναφορικά με την προστασία της ασφάλειας αυτού το οποίο δεν εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες των όπλων που αναφέρονται στο Δεύτερο Παράρτημα του παρόντος Νόμου και οποιοδήποτε όπλο δεν αναφέρεται σε πιστοποιητικό που εκδόθηκε αναφορικά με το πλοίο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου∙ και
(β) οποιαδήποτε συσκευή, όργανο, αντικείμενο ή μέσο βρίσκει πάνω σε πλοίο για χρήση αναφορικά με την προστασία της ασφάλειας αυτού το οποίο δεν εμπίπτει δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 70 του παρόντος Νόμου στη έννοια του ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας και οποιοδήποτε ειδικό εξοπλισμό ασφαλείας δεν αναφέρεται σε πιστοποιητικό που εκδόθηκε αναφορικά με το πλοίο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 13 του παρόντος Νόμου∙ και
(γ) οποιοδήποτε όπλο, συσκευή, όργανο, εξοπλισμό, μέσο ή αντικείμενο που έχει κατασχεθεί, κατακρατηθεί ή/και φυλαχθεί δυνάμει των διατάξεων-
(i) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου· ή
(ii) της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου· ή
(iii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 62 του παρόντος Νόμου· και
(δ) οποιοδήποτε όπλο, συσκευή, όργανο, εξοπλισμό, μέσο ή αντικείμενο που χρησιμοποιήθηκαν από αυτούς που διέπραξαν ή αποπειράθηκα να διαπράξουν παράνομη πράξη για την διάπραξη ή την απόπειρα διάπραξης της παράνομης πράξης ή που εκ πρώτης όψεως υπήρχε πρόθεση να χρησιμοποιηθούν από αυτούς για ένα ή περισσότερους από τους πιο πάνω σκοπούς εάν αυτά-
(i) βρέθηκαν πάνω στο πλοίο μετά το συμβάν από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό κατά την διάρκεια διερεύνησης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 76 του παρόντος Νόμου· ή
(ii) βρέθηκαν πάνω στο πλοίο μετά το συμβάν από οποιονδήποτε από τους επιβαίνοντας και έχουν περισυλλέγει ή/και φυλαχθεί από τον πλοίαρχο· ή
(iii) βρέθηκαν πάνω στο πλοίο μετά το συμβάν από οποιονδήποτε από τους επιβαίνοντας και έχουν παραληφθεί ή/και κατακρατηθεί από Ένοπλες Δυνάμεις ή Δυνάμεις Ασφάλειας· ή/και
(iv) βρέθηκαν πάνω στο πλοίο μετά το συμβάν και έχουν παραληφθεί ή/και κατακρατηθεί από Ένοπλες Δυνάμεις ή Δυνάμεις Ασφάλειας· ή/και
(v) βρέθηκαν πάνω στο πλοίο ή εκτός του πλοίου μετά το συμβάν από αλλοδαπές Ένοπλες Δυνάμεις ή Δυνάμεις Ασφάλειας που ενεργήσαν στα πλαίσια των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 59 του παρόντος Νόμου και έχουν παραληφθεί ή/και κατακρατηθεί από αυτές· ή/και
(vi) βρέθηκαν εκτός του πλοίου μετά το συμβάν και έχουν παραληφθεί ή/και κατακρατηθεί από Ένοπλες Δυνάμεις ή Δυνάμεις Ασφάλειας.
(4) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός σε περίπτωση που προβεί σε δέσμευση ή/και κατάσχεση οποιουδήποτε όπλου, ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας, συσκευής, οργάνου, αντικειμένου ή μέσου-
(α) έχει την υποχρέωση να πληροφορεί γραπτώς ως προς τούτο τον πλοίαρχο και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου·
(β) έχει την υποχρέωση να πληροφορεί γραπτώς ως προς τούτο την ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων η οποία είχε προβεί στη φόρτωση αυτών πάνω στο πλοίο·
(γ) δύναται και έχει την εξουσία να δίνει στο πλοίαρχο, στον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και σε κάθε πρόσωπο που εργοδοτείται από αυτόν, στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και σε κάθε πρόσωπο που εργοδοτείται από αυτή καθώς επίσης σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο κριθεί αναγκαίο, οδηγίες αναφορικά με μέτρα ή/και ενέργειες που οι ανωτέρω, υπό τις περιστάσεις, ξεχωριστά ή από κοινού θα πρέπει να προβούν ή να προβαίνουν μέχρι την εκφόρτωση από το πλοίο των δεσμευθέντων ή/και κατασχεθέντων·
(δ) σε περίπτωση που αποφασίζει την εκφόρτωση των δεσμευθέντων ή/και κατασχεθέντων από το πλοίο, δύναται και έχει την υποχρέωση να προβεί στις αναγκαίες διευθετήσεις για την εκφόρτωση αυτών από το πλοίο και για τη μεταφορά και φύλαξη τους στην Κύπρο ή σε άλλο κράτος το οποίο δυνατόν να αποδεχτεί να πράξει τούτο:
Νοείται ότι, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός προβαίνει στις αναγκαίες διευθετήσεις σε συνεννόηση με τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου και λαμβάνει ως προς τούτο υπόψη τα δρομολόγια του πλοίου καθώς και την πρώτη ευκαιρία κατά την οποία θα είναι δυνατή η εκφόρτωσή τους από το πλοίο· και
(ε) σε περίπτωση που δεσμευθέντα ή/και κατασχεθέντα βρίσκονται εκτός του πλοίου και αποφασίζει την παραλαβή τους, δύναται και έχει την υποχρέωση να προβεί στις αναγκαίες προς τούτο διευθετήσεις καθώς και για τη μεταφορά και φύλαξη τους στην Κύπρο ή σε άλλο κράτος το οποίο δυνατόν να αποδεχτεί να πράξει τούτο.
(5)(α) Η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων η οποία είχε προβεί στη φόρτωση όπλου, ειδικού εξοπλισμού ασφαλείας, συσκευής, οργάνου, αντικειμένου ή μέσου που κατασχέθηκε από εξουσιοδοτημένο λειτουργό ή ο αντιπρόσωπος της στη Δημοκρατία, δύνανται, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία κατάσχεσης τους, να αποταθούν γραπτώς στον Υπουργό με αίτημα την έκδοση οδηγίας από αυτόν για επιστροφή των κατασχεθέντων ή μέρους αυτών στην ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων ή σε άλλο πρόσωπο.
(β) Ο Υπουργός δύναται να προβαίνει στην έκδοση της οδηγίας που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου μόνο εάν ικανοποιηθεί ότι-
(i) διαδικασία σε σχέση με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος αναφορικά με παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου σε σχέση με τα κατασχεθέντα δεν έχει εγερθεί ή, εάν έχει εγερθεί, αυτή έχει περατωθεί χωρίς να καταδικαστεί οποιοδήποτε πρόσωπο·
(ii) διαδικασία για επιβολή διοικητικού προστίμου αναφορικά με παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου σε σχέση με τα κατασχεθέντα δεν έχει εγερθεί ή, εάν έχει εγερθεί, αυτή έχει περατωθεί και το διοικητικό πρόστιμο που επεβλήθη έχει εξοφληθεί·
(iii) διαδικασία για δήμευση των κατασχεθέντων δεν έχει εγερθεί ή, εάν έχει εγερθεί, αυτή έχει περατωθεί χωρίς να διαταχθεί η δήμευση αυτών·
(iv) σε περίπτωση που οι διαδικασίες που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (ι) έως (iii) της παρούσας παραγράφου δεν έχουν εγερθεί, ότι έχει παρέλθει χρονικό διάστημα πέραν των τεσσάρων μηνών αφότου αυτά κατασχέθηκαν·
(v) η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων ή το πρόσωπο στο οποίο θα επιστραφούν τα κατασχεθέντα έχει προβεί με δικές της/του δαπάνες σε ικανοποιητικές διευθετήσεις για την παραλαβή, τη μετέπειτα μεταφορά και τον τελικό προορισμό αυτών· και
(vi) η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων ή το πρόσωπο στο οποίο θα επιστραφούν τα κατασχεθέντα έχει αναλάβει γραπτή δέσμευση να αποζημιώσει τη Δημοκρατία σε σχέση με τις δημοσιές δαπάνες που έχουν προκύψει σε συνέπεια των διατάξεων των παραγράφων (δ) ή/και (ε) του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου πριν να επιστραφούν τα ως άνω σε αυτό.
(6) Οι διατάξεις των εδαφίων (4) και (5) του παρόντος άρθρου ισχύουν και εφαρμόζονται και σε σχέση με ειδικό εξοπλισμό ασφαλείας που φορτώθηκε πάνω στο πλοίο από τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου για χρήση από το προσωπικό του πλοίου, στα πλαίσια των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 12 του παρόντος Νόμου.
(7)(α) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει την υποχρέωση να υποβάλει αίτημα στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος δήμευσης των κατασχεθέντων που αναφέρονται-
(i) στις διατάξεις του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που εγείρει διαδικασία σε σχέση με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος αναφορικά με παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και αυτή περατώνεται με καταδίκη οποιουδήποτε προσώπου·
(ii) στις διατάξεις των παραγράφων (α) και (β) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που δεν εγείρει διαδικασία σε σχέση με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος αναφορικά με παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων η οποία είχε προβεί στη φόρτωση των κατασχεθέντων στο πλοίο ή ο αντιπρόσωπος της στη Δημοκρατία δεν υποβάλει εντός τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κατάσχεσης αίτηση για επιστροφή των ως ανω δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του παρόντος Νόμου· και
(iii) στις διατάξεις των παραγράφων (γ) και (δ) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που δεν εγείρει διαδικασία σε σχέση με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος αναφορικά με παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(β) Σε τέτοια περίπτωση το αρμόδιο Δικαστήριο, εάν ικανοποιηθεί ότι-
(i) η παρουσία των κατασχεθέντων πάνω στο πλοίο συνιστούσε παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου· ή
(ii) αυτά χρησιμοποιήθηκαν από αυτούς που διέπραξαν ή αποπειράθηκαν να διαπράξουν παράνομη πράξη για την διάπραξη ή την απόπειρα διάπραξης της παράνομης πράξης ή εκ πρώτης όψεως υπήρχε πρόθεση να χρησιμοποιηθούν για ένα ή περισσότερους από τους πιο πάνω σκοπούς·
και τηρουμένων των διατάξεων των υποπαραγράφων (i) και (ii) της παραγράφου (β) του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου, δύναται και έχει την εξουσία να προβαίνει σε έκδοση διατάγματος για δήμευση των κατασχεθέντων και να διατάσει την Αρμόδια Αρχή να προβεί-
(αα) στη φύλαξη των κατασχεθέντων για οποιοδήποτε περαιτέρω χρόνο κρίνει αυτό σκόπιμο· ή
(ββ) στην καταστροφή των κατασχεθέντων και στην τεκμηρίωση της καταστροφής τους· ή
(γγ) στην παράδοση των κατασχεθέντων και στην τεκμηρίωση της παράδοσης τους σε αρμόδια αρχή της Δημοκρατίας ή άλλου κράτους ή σε αλλοδαπές Ένοπλες Δυνάμεις ή Δυνάμεις Ασφαλείας που δυνατόν να αποδεχτούν να πράξουν τούτο.
80.-(1) Σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία να επιβάλει απαγόρευση απόπλου ή/και εκτέλεσης πλόων σε πλοίο.
(2) Η Αρμόδια Αρχή αίρει την απαγόρευση απόπλου ή/και εκτέλεσης πλόων μόνο όταν ικανοποιηθεί πως δεν υφίσταται πλέον η παράβαση.
(3)(α) Η Αρμόδια Αρχή κοινοποιεί τις κατά τα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου αποφάσεις της στον πλοίαρχο και τον έχοντα την εκμετάλλευση του πλοίου.
(β) H Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει την εξουσία εάν το κρίνει σκόπιμο να κοινοποιεί τις κατά τα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου αποφάσεις της σε άλλες αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας ή/και σε αρμόδιες υπηρεσίες άλλων κρατών ή/και σε ιδιωτική εταιρεία υπηρεσιών ασφαλείας που δυνατόν να επηρεάζεται.
81.-(1) Η Αρμόδια Αρχή δύναται και έχει εξουσία με εγκύκλιο να εκδίδει οδηγίες αναφορικά με την υλοποίηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και να καθορίζει τη διαδικασία και τις απαιτήσεις για την επανέκδοση, ανανέωση, ή παράταση της ισχύος των πιστοποιητικών που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή για την τροποποίηση ή προσθήκη πληροφοριών ή στοιχείων που αναφέρονται σε αυτά.
(2) Η Αρμόδια Αρχή έχει την υποχρέωση να κοινοποιεί γραπτώς κάθε απόφαση της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο ή πλοίο και δύναται και έχει εξουσία να πράττει τούτο δια χειρός ή/και ταχυδρομικώς ή/και μέσω τηλεομοιότυπου ή/και ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή/και τηλετύπου.
82. Ο πλοίαρχος, το προσωπικό του πλοίου, οι άλλοι επιβαίνοντες σε αυτό, ο έχων την εκμετάλλευση του πλοίου και κάθε πρόσωπο που εργοδοτείται από αυτόν, η ιδιωτική εταιρεία προστασίας πλοίων και κάθε πρόσωπο που εργοδοτείται από αυτή καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο η Αρμόδια Αρχή κρίνει αναγκαίο, έχουν έκαστος την υποχρέωση να συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις ή/και τις οδηγίες της Αρμόδιας Αρχής που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, να συνεργάζονται με, και να παρουσιάζουν ή/και να παρέχουν ή/και να παραδίδουν σε αυτή οποιαδήποτε πληροφορία, στοιχείο ή άλλο τεκμήριο τους ζητηθεί, ή γνωρίζουν ή έχουν στην κατοχή τους.
83.-(1) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση αποφάσεως ή οδηγίας της Αρμόδιας Αρχής που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, ή παραλείπει να συμμορφωθεί με αυτά, ή αρνείται να συνεργαστεί με την Αρμόδια Αρχή κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή αρνείται να παράσχει οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες του ζητηθούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή παρεμποδίζει την Αρμόδια Αρχή στην εκτέλεση του έργου της κατά τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διαπράττει ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με ποινή φυλάκισης μέχρι δύο (2) έτη ή με χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20 000) ή με αμφότερες τις ποινές.
(2)(α) Το κατά το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου ποινικό αδίκημα διαπράττει επίσης πρόσωπο που υποβάλλει στην Αρμόδια Αρχή ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, αντικείμενο ή τεκμήριο.
(β) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα με βάση τις διατάξεις της παραγράφου (α) του παρόντος εδαφίου, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε την πληροφορία, το αντικείμενο ή το τεκμήριο με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία, αντικείμενο ή τεκμήριο ήταν ψευδής, ελλιπής, ανακριβής ή παραπλανητική.