Προοίμιο

Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο:

«Aπόφαση–Πλαίσιο 2008/909/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση», όπως αυτή έχει τροποποιηθεί από την Απόφαση-Πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2009 για την τροποποίηση των αποφάσεων-πλαισίων 2002/584/ΔΕΥ, 2005/214/ΔΕΥ, 2006/783/ΔΕΥ, 2008/909/ΔΕΥ και 2008/947/ΔΕΥ και την κατοχύρωση, δια του τρόπου αυτού, των δικονομικών δικαιωμάτων των προσώπων και την προώθηση της εφαρμογής της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης αποφάσεων που εκδίδονται ερήμην του ενδιαφερόμενου προσώπου στη δίκη,

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Διαδικασίας Αναγνώρισης και Εκτέλεσης Αποφάσεων Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες Επιβάλλουν Ποινές Στερητικές της Ελευθερίας ή Μέτρα Στερητικά της Ελευθερίας Νόμος του 2014.

Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει άλλη έννοια-

«αρμόδια αρχή έκδοσης» σημαίνει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου αρχή έκδοσης καταδικαστικών αποφάσεων στη Δημοκρατία∙

«αρμόδια αρχή εκτέλεσης» σημαίνει την προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου αρχή εκτέλεσης καταδικαστικών αποφάσεων στη Δημοκρατία∙

«Ευρωπαϊκό Δικαστικό Δίκτυο» σημαίνει το δίκτυο εθνικών σημείων επαφής των κρατών μελών που δημιουργήθηκε δυνάμει της Κοινής Δράσης 98/428/ΔΕΥ της 29ης Ιουνίου 1998 για τη διευκόλυνση της δικαστικής συνεργασίας σε ποινικές υποθέσεις και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος˙

«καταδικαστική απόφαση» σημαίνει αμετάκλητη απόφαση ή διάταγμα δικαστηρίου του κράτους έκδοσης με την οποία επιβάλλεται ποινή εναντίον φυσικού προσώπου˙

«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης∙

«Κεντρική Αρχή» σημαίνει την Αρχή που καθορίζεται στο άρθρο 5 του παρόντος Νόμου·

«κράτος έκδοσης» σημαίνει το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο εκδόθηκε η καταδικαστική απόφαση·

«κράτος εκτέλεσης» σημαίνει το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο οποίο διαβιβάζεται η καταδικαστική απόφαση προκειμένου να αναγνωριστεί και να εκτελεστεί˙

«πιστοποιητικό» σημαίνει το πιστοποιητικό που προβλέπεται στο άρθρο 6 του παρόντος Νόμου˙

«ποινή» σημαίνει την ορισμένου χρόνου στερητική της ελευθερίας ποινή ή το ορισμένου χρόνου στερητικό της ελευθερίας μέτρο, τα οποία επεβλήθησαν από δικαστήριο στα πλαίσια ποινικής διαδικασίας επί ποινικού αδικήματος.

Πεδίο εφαρμογής

3. Ο παρών Νόμος εφαρμόζεται αναφορικά με την αναγνώριση καταδικαστικών αποφάσεων που εκδόθηκαν σε ποινικές διαδικασίες και την εκτέλεση ποινών, νοουμένου ότι ο κατάδικος ευρίσκεται στο κράτος έκδοσης ή στο κράτος εκτέλεσης.

Αρμόδιες αρχές έκδοσης και εκτέλεσης καταδικαστικών αποφάσεων

4.-(1) Αρμόδια αρχή έκδοσης καταδικαστικών αποφάσεων στη Δημοκρατία είναι το κακουργιοδικείο ή το επαρχιακό δικαστήριο, το οποίο εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση.

(2) Αρμόδια αρχή εκτέλεσης στη Δημοκρατία αναφορικά με καταδικαστική απόφαση άλλου κράτους μέλους είναι το επαρχιακό δικαστήριο, στην κατά τόπο δικαιοδοσία του οποίου πρόσωπο, το οποίο καταδικάσθηκε δυνάμει απόφασης άλλου κράτους μέλους, έχει τη συνήθη διαμονή του:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που το άτομο δε διαμένει στη Δημοκρατία, αρμόδια αρχή εκτέλεσης είναι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας.

Κεντρική Αρχή

5. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ως Κεντρική Αρχή, επικουρεί τις αρμόδιες αρχές έκδοσης και εκτέλεσης κατά τη διαβίβαση και παραλαβή της καταδικαστικής απόφασης και κατά τη διενέργεια της σχετικής επίσημης αλληλογραφίας.

Διαβίβαση της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού

6.-(1) Καταδικαστική απόφαση ή επικυρωμένο αντίγραφο αυτής, συνοδευόμενη από πιστοποιητικό, όπως αυτό εκτίθεται στο Πρώτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου, διαβιβάζεται στο κράτος εκτέλεσης από την αρμόδια αρχή έκδοσης, εάν το κράτος εκτέλεσης το ζητήσει, με οποιοδήποτε ασφαλή έγγραφο τρόπο και υπό συνθήκες που επιτρέπουν στο κράτος εκτέλεσης να διαπιστώσει τη γνησιότητά του. Το πρωτότυπο της απόφασης ή του επικυρωμένου αντιγράφου αυτής, καθώς επίσης και πρωτότυπο του πιστοποιητικού αποστέλλονται στο κράτος εκτέλεσης.

(2) Το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) πιστοποιητικό διατυπώνεται σε επίσημη γλώσσα της Δημοκρατίας ή στην Αγγλική και φέρει την υπογραφή της αρμόδιας αρχής έκδοσης, η οποία βεβαιώνει το αληθές και ακριβές του περιεχομένου του.

(3) Η Δημοκρατία, ως κράτος εκτέλεσης, δύναται να ζητά όπως η καταδικαστική απόφαση ή ουσιώδη τμήματά της συνοδεύονται από μετάφραση στην Ελληνική ή στην Αγγλική γλώσσα, εφόσον θεωρεί το περιεχόμενο του πιστοποιητικού ανεπαρκές, προκειμένου να αποφασίσει σχετικά με την εκτέλεση της ποινής.

(4) Η προβλεπόμενη από το παρόν άρθρο διαβίβαση δε δύναται να διενεργηθεί σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή έκδοσης έχει ήδη διενεργήσει την εν λόγω διαβίβαση σε άλλο κράτος μέλος.

(5) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης δεν είναι γνωστή στην αρμόδια αρχή έκδοσης, η αρμόδια αρχή έκδοσης, μέσω της Κεντρικής Αρχής, επιδιώκει με όλα τα απαραίτητα μέσα, περιλαμβανομένων των σημείων επαφής του Ευρωπαϊκού Δικαστικού Δικτύου, να λάβει πληροφορίες από το κράτος εκτέλεσης προς εξακρίβωση της αρμόδιας αρχής εκτέλεσης.

Προϋποθέσεις για τη διαβίβαση καταδικαστικής απόφασης στο κράτος εκτέλεσης

7.-(1) Εφόσον το πρόσωπο που έχει καταδικασθεί ευρίσκεται στο κράτος έκδοσης ή στο κράτος εκτέλεσης και νοουμένου ότι έχει συναινέσει στη διαβίβαση που προβλέπεται στο άρθρο 6 του παρόντος Νόμου, όπου τέτοια συναίνεση απαιτείται σύμφωνα με το άρθρο 8 του παρόντος Νόμου, η εν λόγω διαβίβαση διενεργείται σ’ ένα από τα ακόλουθα κράτη μέλη μόνο:

(α) Στο κράτος μέλος της εθνικότητας του καταδίκου, στο οποίο αυτός διαμένει·

(β) στο κράτος μέλος της εθνικότητας του καταδίκου, στο οποίο, μολονότι δεν είναι το κράτος μέλος στο οποίο διαμένει, ο κατάδικος θα μεταχθεί μετά την απαλλαγή του από την εκτέλεση της ποινής δυνάμει διαταγής απέλασης ή απομάκρυνσης που περιλαμβάνεται στην καταδικαστική απόφαση ή σε άλλη δικαστική ή διοικητική απόφαση ή σε οποιοδήποτε άλλο μέτρο που αποτελεί συνέπεια της καταδικαστικής απόφασης·

(γ) σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, πέραν αυτών που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β), του οποίου η αρμόδια αρχή συναινεί στη διαβίβαση της απόφασης και του πιστοποιητικού στο εν λόγω κράτος μέλος.

(2) Διαβίβαση της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού δύναται να λάβει χώρα εφόσον η αρμόδια αρχή έκδοσης ικανοποιηθεί, εν ανάγκη κατόπιν διαβουλεύσεων μεταξύ των αρμοδίων αρχών έκδοσης και εκτέλεσης, ότι η εκτέλεση της ποινής από το κράτος εκτέλεσης θα διευκολύνει την κοινωνική επανένταξη του καταδίκου.

(3) Πριν τη διαβίβαση της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού, η αρμόδια αρχή έκδοσης δύναται να διαβουλευθεί με την αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης με κάθε πρόσφορο μέσο:

Νοείται ότι η διαβούλευση είναι υποχρεωτική στην περίπτωση που προνοείται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1):

Νοείται περαιτέρω ότι στις περιπτώσεις υποχρεωτικής διαβούλευσης, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης οφείλει να ενημερώσει αμέσως την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης αναφορικά με την απόφασή της να συναινέσει ή όχι στη διαβίβαση της καταδικαστικής απόφασης.

(4) Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στα εδάφια (2) και (3), η αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης δύναται να υποβάλει στην αρμόδια αρχή έκδοσης αιτιολογημένη απόφαση, σύμφωνα με την οποία η εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης δεν θα εξυπηρετούσε το σκοπό της κοινωνικής επανένταξης και της επιτυχούς επανένταξης του καταδίκου στην κοινωνία:

Νοείται ότι σε περίπτωση που δεν έχει προηγηθεί διαβούλευση, αιτιολογημένη απόφαση δύναται να υποβληθεί πάραυτα μετά τη διαβίβαση της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού και σε τέτοια περίπτωση η αρμόδια αρχή έκδοσης εξετάζει την αιτιολογημένη απόφαση, για να αποφασίσει κατά πόσο θα αποσύρει ή θα διατηρήσει σε ισχύ το πιστοποιητικό.

(5) Διαβίβαση της καταδικαστικής απόφασης μαζί με το πιστοποιητικό δύναται να ζητηθεί με πρωτοβουλία της αρμόδιας αρχής εκτέλεσης, με την υποβολή σχετικού αιτήματος, προς την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης.

(6) Ο κατάδικος δύναται επίσης να αιτηθεί στην αρμόδια αρχή έκδοσης ή εκτέλεσης όπως εκκινήσει διαδικασία διαβίβασης της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού.

(7) Η Δημοκρατία, ως κράτος έκδοσης, δεν υποχρεούται σε έγκριση των αιτημάτων που προνοούνται στα εδάφια (5) και (6).

Συναίνεση, γνώμη και ενημέρωση καταδίκου

8.-(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), καταδικαστική απόφαση συνοδευόμενη από το πιστοποιητικό διαβιβάζεται από την αρμόδια αρχή έκδοσης στην αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης μόνο κατόπιν συναινέσεως του καταδίκου, σύμφωνα με το δίκαιο του κράτους έκδοσης.

(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) συναίνεση δεν απαιτείται σε περίπτωση που η καταδικαστική απόφαση, συνοδευόμενη από το πιστοποιητικό, διαβιβάζεται:

(α) Στο κράτος μέλος της εθνικότητας του καταδίκου, στο οποίο ο αυτός διαμένει· ή

(β) στο κράτος μέλος, στο οποίο ο κατάδικος θα απελαθεί μετά την απαλλαγή του από την εκτέλεση της ποινής δυνάμει διαταγής απέλασης ή απομάκρυνσης που περιλαμβάνεται στην καταδικαστική απόφαση ή σε άλλη δικαστική ή διοικητική απόφαση ή σε οποιοδήποτε άλλο μέτρο που αποτελεί συνέπεια της καταδικαστικής απόφασης· ή

(γ) στο κράτος μέλος στο οποίο ο κατάδικος έχει διαφύγει ή επιστρέψει με άλλο τρόπο λόγω της ποινικής διαδικασίας που εκκρεμούσε εναντίον του στη Δημοκρατία ή μετά την καταδίκη του στη Δημοκρατία.

(3) Σε όλες τις περιπτώσεις που ο κατάδικος εξακολουθεί να βρίσκεται στη Δημοκρατία, του παρέχεται το δικαίωμα να εκφέρει γνώμη, γραπτώς ή προφορικώς:

Νοείται ότι η γνώμη του κατάδικου εκφράζεται από αυτόν προσωπικά εκτός εάν, κατά την κρίση του κράτους έκδοσης, ο κατάδικος δεν είναι σε θέση εξαιτίας της ηλικίας του ή της φυσικής ή πνευματικής του κατάστασης να εκφέρει γνώμη, οπότε το δικαίωμα ασκείται από το νόμιμο εκπρόσωπό του.

(4) Η γνώμη του κατάδικου λαμβάνεται υπόψη από την αρμόδια αρχή έκδοσης κατά την εξέταση αιτήματος διαβίβασης της απόφασης μαζί με το πιστοποιητικό.

(5) Όταν ο κατάδικος κάνει χρήση του δικαιώματος που του παρέχεται από το εδάφιο (3), η γνώμη του κατάδικου διαβιβάζεται στο κράτος εκτέλεσης. Σε περιπτώσεις όπου η γνώμη δίδεται προφορικά, η αρμόδια αρχή έκδοσης μεριμνά ώστε η γνώμη να είναι διαθέσιμη στο κράτος εκτέλεσης σε έγγραφη μορφή.

(6) Η αρμόδια αρχή έκδοσης ενημερώνει τον κατάδικο σε κατανοητή σε αυτόν γλώσσα, χρησιμοποιώντας το έντυπο που εκτίθεται στο Δεύτερο Παράρτημα του παρόντος Νόμου, για την απόφασή της να διαβιβάσει στο κράτος εκτέλεσης την καταδικαστική απόφαση μαζί με το πιστοποιητικό:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο κατάδικος ευρίσκεται στο κράτος εκτέλεσης κατά τη λήψη της απόφασης αυτής, η αρμόδια αρχή έκδοσης διαβιβάζει το εν λόγω έντυπο στο κράτος εκτέλεσης, το οποίο ενημερώνει τον κατάδικο επί του περιεχομένου του.

Αναγνώριση καταδικαστικής απόφασης και εκτέλεση ποινής

9.-(1) Απόφαση που διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος Νόμου δύναται να αναγνωριστεί και η ποινή να εκτελεστεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εφόσον η πράξη συνιστά αδίκημα σύμφωνα με το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία, ανεξαρτήτως της αντικειμενικής του υπόστασης ή του νομικού χαρακτηρισμού του.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), κάθε απόφαση που διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 6 του παρόντος Νόμου αναγνωρίζεται και εκτελείται στη Δημοκρατία, χωρίς έλεγχο του διττού αξιόποινου, για τα ακόλουθα ποινικά αδικήματα, όπως αυτά ορίζονται από το δίκαιο του κράτους έκδοσης και εφόσον τιμωρούνται στο κράτος αυτό με ποινή φυλάκισης ή με μέτρο στερητικό της ελευθερίας, με ανώτατο όριο ποινής τριών (3) τουλάχιστο χρόνων:

(α) Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση∙

(β) τρομοκρατία∙

(γ) εμπορία ανθρώπων∙

(δ) σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών και παιδική πορνογραφία∙

(ε) παράνομη διακίνηση ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών∙

(στ) παράνομη διακίνηση όπλων, πυρομαχικών και εκρηκτικών∙

(ζ) δωροδοκία∙

(η) καταδολίευση, περιλαμβανομένης της απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά την έννοια της Σύμβασης της 26ης Ιουλίου 1995 σχετικά με την Προστασία των Οικονομικών Συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων∙

(θ) νομιμοποίηση προϊόντων εγκλήματος∙

(ι) παραχάραξη και κιβδηλεία νομίσματος, περιλαμβανομένου του ευρώ∙

(ια) ηλεκτρονικό έγκλημα∙

(ιβ) εγκλήματα κατά του περιβάλλοντος, περιλαμβανομένου του λαθρεμπορίου απειλούμενων ζωικών ειδών και του λαθρεμπορίου απειλούμενων φυτικών ειδών και ποικιλιών∙

(ιγ) παροχή βοήθειας για παράνομη είσοδο και διαμονή∙

(ιδ) φόνος εκ προμελέτης και ανθρωποκτονία εκ προθέσεως∙

(ιε) βαριά σωματική βλάβη˙

(ιστ) παράνομο εμπόριο ανθρώπινων οργάνων και ιστών∙

(ιζ) απαγωγή, παράνομη κατακράτηση και περιαγωγή σε ομηρία∙

(ιη) ρατσισμός και ξενοφοβία∙

(ιθ) οργανωμένες ή ένοπλες ληστείες∙

(κ) παράνομη διακίνηση πολιτιστικών αγαθών, περιλαμβανομένων των αρχαιοτήτων και των έργων τέχνης∙

(κα) υπεξαιρέσεις και απάτες∙

(κβ) αθέμιτη προστασία έναντι παράνομου περιουσιακού οφέλους και εκβίαση∙

(κγ) παράνομη απομίμηση και πειρατεία προϊόντων∙

(κδ) πλαστογραφία δημοσίων εγγράφων και εμπορία πλαστών δημοσίων εγγράφων∙

(κε) παραχάραξη μέσων πληρωμής∙

(κστ)λαθρεμπόριο ορμονικών ουσιών και άλλων αυξητικών παραγόντων∙

(κζ) λαθρεμπόριο πυρηνικών ή ραδιενεργών ουσιών∙

(κη) εμπορία κλεμμένων οχημάτων∙

(κθ) βιασμός∙

(λ) εμπρησμός∙

(λα) εγκλήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου∙

(λβ) αεροπειρατεία και πειρατεία∙

(λγ) δολιοφθορά.

(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του άρθρου 10 του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης αναγνωρίζει την καταδικαστική απόφαση και λαμβάνει πάραυτα κάθε απαραίτητο μέτρο για την εκτέλεση της ποινής.

(4) Όπου η ποινή υπερβαίνει το ανώτατο όριο ποινής που προβλέπεται για παρόμοια αδικήματα δυνάμει του δικαίου που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης προβαίνει σε προσαρμογή της, επιβάλλοντας το ανώτατο όριο ποινής που ισχύει στη Δημοκρατία για παρόμοιας φύσης αδικήματα.

(5) Σε περίπτωση που η ποινή δεν συνάδει ως προς τη φύση της με το κυπριακό δικαιϊκό σύστημα, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να προσαρμόσει αυτήν σε ποινή ή μέτρο που ανταποκρίνεται κατά το δυνατόν περισσότερο στην επιβληθείσα από το κράτος έκδοσης ποινή, αλλά σε καμία περίπτωση η ποινή δεν δύναται να μετατραπεί σε χρηματική ποινή.

Λόγοι άρνησης αναγνώρισης και εκτέλεσης

10.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται να αρνηθεί την αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης άλλου κράτους μέλους, εάν το προβλεπόμενο στο άρθρο 6 πιστοποιητικό-

(α) είναι ελλιπές ή προδήλως δεν αντιστοιχεί στην καταδικαστική απόφαση ή δεν συμπληρώθηκε ή δεν διορθώθηκε εντός εύλογης προθεσμίας που τέθηκε από τη Δημοκρατία∙ ή

(β) εγείρει ζήτημα ότι δυνατό να έχουν παραβιασθεί θεμελιώδη δικαιώματα ή θεμελιώδεις νομικές αρχές, όπως αυτά κατοχυρώνονται στο Άρθρο 6 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δύναται επίσης να αρνηθεί την αναγνώριση και εκτέλεση απόφασης άλλου κράτους μέλους, εάν διαπιστωθεί ότι-

(α) δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Νόμου˙

(β) η εκτέλεση της ποινής θα ήταν αντίθετη προς τη βασική αρχή ότι ουδείς δικάζεται για δεύτερη φορά για το ίδιο αδίκημα˙

(γ) η καταδικαστική απόφαση αφορά πράξεις ή παραλείψεις που δεν συνιστούν αδίκημα σύμφωνα με το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι, όσον αφορά καταδικαστικές αποφάσεις σε σχέση με φόρους, τέλη, τελωνεία ή συνάλλαγμα, δεν αποτελεί λόγο άρνησης εκτέλεσης της καταδικαστικής απόφασης το γεγονός ότι το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία δεν προβλέπει ανάλογους φόρους, τέλη, τελωνεία ή συνάλλαγμα∙

(δ) η καταδικαστική απόφαση αφορά ποινικό αδίκημα, το οποίο, σύμφωνα με το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία, θεωρείται ότι τελέστηκε εν όλω ή εν μέρει εντός της επικράτειας της Δημοκρατίας ή σε εξομοιούμενο προς αυτήν τόπο∙

(ε) σύμφωνα με το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία, υφίσταται ασυλία που καθιστά αδύνατη την εκτέλεση της καταδικαστικής απόφασης∙

(στ) η καταδικαστική απόφαση εκδόθηκε εναντίον φυσικού προσώπου το οποίο, σύμφωνα με το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία, δεν μπορούσε να θεωρηθεί λόγω της ηλικίας του ότι υπείχε ποινική ευθύνη για τις πράξεις για τις οποίες είχε εκδοθεί η καταδικαστική απόφαση∙

(ζ) κατά τη χρονική στιγμή παραλαβής της καταδικαστικής απόφασης από την αρμόδια αρχή εκτέλεσης απομένουν λιγότερο από έξι μήνες έκτισης της ποινής,

(η) σύμφωνα με το πιστοποιητικό που προβλέπεται στο άρθρο 6 του παρόντος Νόμου, ο κατάδικος δεν εμφανίστηκε αυτοπροσώπως στη δίκη που οδήγησε στην έκδοση της καταδικαστικής απόφασης, εκτός εάν στο πιστοποιητικό αναφέρεται ότι, στη βάση περαιτέρω δικονομικών απαιτήσεων που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο του κράτους έκδοσης-

(α) ο κατάδικος εν ευθέτω χρόνω-

(i) είτε είχε κλητευθεί αυτοπροσώπως και με την κλήτευση είχε ενημερωθεί σχετικά με την προγραμματισμένη ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης που οδήγησε στην έκδοση της απόφασης είτε είχε ενημερωθεί από άλλα μέσα πραγματικά και επισήμως για την προγραμματισμένη ημερομηνία και τον τόπο διεξαγωγής της δίκης αυτής, κατά τρόπον ώστε να αποδεικνύεται σαφώς ότι τελούσε σε γνώση της προγραμματισμένης δίκης∙ και

(ii) είχε ενημερωθεί ότι δύναται να εκδοθεί απόφαση ερήμην του σε περίπτωση που δεν εμφανιστεί στη δίκη∙ ή

(β) ο κατάδικος γνώριζε για την προγραμματισμένη δίκη, είχε δώσει εντολή σε δικηγόρο τον οποίον διόρισε είτε ο ίδιος είτε το κράτος για να τον εκπροσωπήσει στη δίκη και πράγματι εκπροσωπήθηκε στη δίκη από τον εν λόγω δικηγόρο∙ ή

(γ) αφού του επιδόθηκε η απόφαση και ενημερώθηκε ρητά για το δικαίωμά του να δικαστεί εκ νέου δυνάμει δικαστικού διατάγματος κατόπιν έφεσης ή να ασκήσει ένδικο μέσο, σε διαδικασία όπου θα δικαιούται να παρίσταται και όπου η ουσία της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και νέων αποδεικτικών στοιχείων, θα επανεξεταστεί και η δίκη δύναται να οδηγήσει σε ανατροπή της αρχικής απόφασης:

(i) έχει δηλώσει ρητώς ότι δεν αμφισβητεί την απόφαση∙ ή

(ii) δεν έχει ζητήσει να δικαστεί εκ νέου ή να ασκήσει ένδικο μέσο εντός της ταχθείσας προθεσμίας∙ ή

(δ) η απόφαση δεν είχε επιδοθεί στον κατάδικο προσωπικά αλλά-

(i) θα του επιδοθεί προσωπικά και αμελλητί μετά την παράδοσή του και θα ενημερωθεί ρητά για το δικαίωμά του να δικαστεί εκ νέου δυνάμει δικαστικού διατάγματος κατόπιν έφεσης ή να ασκήσει ένδικο μέσο, σε διαδικασία όπου δικαιούται να παρίσταται και όπου η ουσία της υπόθεσης, περιλαμβανομένων και νέων αποδεικτικών στοιχείων, θα επανεξεταστεί και η δίκη δύναται να οδηγήσει σε ανατροπή της αρχικής απόφασης∙ και

(ii) θα ενημερωθεί σχετικά με την προθεσμία εντός της οποίας δικαιούται να ζητήσει να δικαστεί εκ νέου ή να ασκήσει ένδικο μέσο, ως προβλέπεται στο σχετικό ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης∙

(θ) προτού ληφθεί απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου, οι αρμόδιες κυπριακές αρχές υποβάλλουν αίτημα, σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 20 του παρόντος Νόμου και το κράτος έκδοσης δεν δίδει την συγκατάθεσή του προκειμένου το πρόσωπο αυτό να διωχθεί, να καταδικαστεί ή να στερηθεί κατ’ άλλο τρόπο την ελευθερία του στη Δημοκρατία για αδίκημα που διαπράχθηκε πριν από τη μεταφορά του, πλην εκείνου για το οποίο μεταφέρεται∙

(ι) η επιβληθείσα ποινή περιλαμβάνει μέτρο ψυχιατρικής ή ιατρικής φροντίδας ή άλλο μέτρο που συνεπάγεται στέρηση της ελευθερίας το οποίο, παρά τις πρόνοιες του εδαφίου (5) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου, δεν μπορεί να εκτελεστεί στη Δημοκρατία σύμφωνα με το δίκαιο που εκάστοτε ισχύει στη Δημοκρατία ή το σύστημα υγείας.

(3) Απόφαση δυνάμει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (2) λαμβάνεται από την αρμόδια αρχή εκτέλεσης, σε εξαιρετικές περιπτώσεις και λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα περιστατικά της περίπτωσης και, ειδικότερα, το κατά πόσο μείζον ή ουσιώδες μέρος της επίδικης πράξης έλαβε χώρα στο κράτος έκδοσης.

(4) Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) και στις παραγράφους (α), (β), (δ), (η) και (ι) του εδαφίου (2), η αρμόδια αρχή εκτέλεσης, πριν αποφασίσει τη μη αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και της εκτέλεσης της ποινής διαβουλεύεται, μέσω της Κεντρικής Αρχής, με την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης και ζητά από αυτήν, όπου κρίνει κατάλληλο, να παράσχει χωρίς καθυστέρηση οποιεσδήποτε αναγκαίες πρόσθετες πληροφορίες.

Μερική αναγνώριση και εκτέλεση

11.-(1) Εάν η αρμόδια αρχή εκτέλεσης κρίνει σκόπιμο να εξετάσει το ενδεχόμενο να αναγνωρίσει την απόφαση και να επιβάλει την ποινή εν μέρει δύναται, πριν αποφασίσει να απορρίψει την αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και της εκτέλεσης της ποινής στο σύνολό τους, να διαβουλευθεί με την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης με σκοπό την εξεύρεση συμφωνίας ως προνοείται στο εδάφιο (2).

(2) Οι αρμόδιες αρχές έκδοσης και εκτέλεσης δύναται να συμφωνήσουν, ανάλογα με την περίπτωση, σε μερική αναγνώριση και εκτέλεση της ποινής σύμφωνα με τους όρους που θα καθορίσουν, υπό τον όρο ότι η αναγνώριση και εκτέλεση αυτή δεν οδηγεί σε επιμήκυνση της έκτασης της ποινής:

Νοείται ότι, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, το πιστοποιητικό που αναφέρεται στο άρθρο 6 του παρόντος Νόμου ανακαλείται.

Αναβολή της αναγνώρισης της καταδικαστικής απόφασης

12. Σε περίπτωση που το πιστοποιητικό που προβλέπεται στο άρθρο 6 του παρόντος Νόμου είναι ελλιπές ή προδήλως δεν αντιστοιχεί στην καταδικαστική απόφαση, η αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης στη Δημοκρατία δύναται να αναβληθεί μέχρις ότου αυτό συμπληρωθεί ή διορθωθεί εντός ευλόγου προθεσμίας που ορίζεται από την αρμόδια αρχή εκτέλεσης.

Λήψη απόφασης περί εκτέλεσης της ποινής

13. Η αρμόδια αρχή εκτέλεσης αποφασίζει, το ταχύτερο δυνατόν, κατά πόσο θα προχωρήσει σε αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και σε εκτέλεση της ποινής, πληροφορεί σχετικά την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης και την ενημερώνει μεταξύ άλλων και ως προς την απόφασή της να προσαρμόσει την ποινή δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου.

Προθεσμία λήψης απόφασης περί εκτέλεσης της ποινής

14.-(1) Οριστική απόφαση για την αναγνώριση καταδικαστικής απόφασης και την εκτέλεση της ποινής λαμβάνεται εντός ενενήντα ημερών από την παραλαβή της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού, εκτός εάν υφίσταται λόγος αναβολής σύμφωνα με το άρθρο 12 του παρόντος Νόμου ή για λόγους ετοιμασίας μετάφρασης της απόφασης ή τμημάτων αυτής από το κράτος έκδοσης δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 6 του παρόντος Νόμου.

(2) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, όταν η αρμόδια αρχή εκτέλεσης αδυνατεί να τηρήσει την προθεσμία του εδαφίου (1), ενημερώνει αμέσως και με οποιονδήποτε τρόπο την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης αναφέροντας σε αυτήν τους λόγους καθυστέρησης και το χρόνο που, κατά την εκτίμησή της, απαιτείται για τη λήψη οριστικής απόφασης.

Ανάκληση πιστοποιητικού

15. Εφόσον η εκτέλεση της ποινής στο κράτος εκτέλεσης δεν έχει αρχίσει, η αρμόδια αρχή έκδοσης δύναται να ανακαλέσει το πιστοποιητικό, αιτιολογώντας την απόφασή της:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που κράτος εκτέλεσης είναι η Δημοκρατία, με την ανάκληση του πιστοποιητικού από την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης δεν υποχρεούται πλέον σε εκτέλεση της ποινής.

Προσωρινή σύλληψη καταδίκου

16. Σε περίπτωση που ο κατάδικος βρίσκεται στη Δημοκρατία, η Δημοκρατία δύναται, κατόπιν σχετικού αιτήματος του κράτους έκδοσης που υποβάλλεται πριν την παραλαβή της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού ή πριν από τη λήψη απόφασης για αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και εκτέλεση της ποινής, να συλλάβει τον κατάδικο ή να λάβει οποιοδήποτε άλλο μέτρο προς εξασφάλιση ότι θα παραμείνει στο έδαφός της, εκκρεμούσης της απόφασης για αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και για εκτέλεση της ποινής:

Νοείται ότι τυχόν παραμονή του κατάδικου υπό κράτηση δυνάμει του παρόντος άρθρου συνυπολογίζεται στην έκτιση της ποινής.

Μεταφορά καταδίκων

17.-(1) Στην περίπτωση που κράτος έκδοσης είναι η Δημοκρατία και ο κατάδικος βρίσκεται στη Δημοκρατία, αυτός μεταφέρεται στο κράτος εκτέλεσης σε χρόνο που συμφωνείται μεταξύ της αρμόδιας αρχής έκδοσης και της αρμόδιας αρχής του κράτους εκτέλεσης και το αργότερο εντός τριάντα ημερών από την έκδοση οριστικής απόφασης για αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και εκτέλεση της ποινής.

(2) Σε περίπτωση που η μεταφορά καταδίκου εντός της προθεσμίας του εδαφίου (1) δεν είναι εφικτή εξαιτίας απρόβλεπτων συνθηκών, οι αρμόδιες αρχές έκδοσης και εκτέλεσης έρχονται αμέσως σε επικοινωνία και η μεταφορά διενεργείται μόλις οι συνθήκες αυτές τερματιστούν˙ η αρμόδια αρχή έκδοσης οφείλει να ενημερώσει πάραυτα την αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης και να συμφωνήσει μαζί της νέα ημερομηνία μεταφοράς. Στην περίπτωση αυτή η μεταφορά πραγματοποιείται εντός δέκα ημερών από τη νέα συμφωνηθείσα ημερομηνία.

Διαμεταγωγή

18.-(1) Η διαμεταγωγή μέσω του εδάφους της Δημοκρατίας κατάδικου, ο οποίος μεταφέρεται στο κράτος εκτέλεσης, μπορεί να επιτραπεί, νοουμένου ότι το κράτος έκδοσης έχει διαβιβάσει σε αυτήν, μαζί με έγγραφη αίτηση διαμεταγωγής, αντίγραφο του πιστοποιητικού που προβλέπεται στο άρθρο 6 του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι δύναται να ζητηθεί από το κράτος έκδοσης όπως αποστείλει μετάφραση του πιστοποιητικού στην Ελληνική ή στην Αγγλική γλώσσα.

(2) Η διαβίβαση των προβλεπόμενων στο εδάφιο (1) εγγράφων γίνεται με οποιοδήποτε μέσο που μπορεί να αποτυπωθεί εγγράφως.

(3) Αρμοδία αρχή για την παραλαβή αίτησης διαμεταγωγής είναι η Κεντρική Αρχή, που είναι επίσης αρμόδια για να επιληφθεί της αίτησης για διαμεταγωγή του κατάδικου μέσω του εδάφους άλλου κράτους μέλους, σε περίπτωση που κράτος έκδοσης είναι η Δημοκρατία και οι πρόνοιες των εδαφίων (1), (2) και (8) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανάλογα.

(4) Με την παραλαβή του αιτήματος διαμεταγωγής, η Κεντρική Αρχή ενημερώνει πάραυτα το κράτος έκδοσης σε περίπτωση που η Δημοκρατία δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι ο κατάδικος δεν θα διωχθεί ποινικά ή δε θα τεθεί υπό κράτηση ή ότι δε θα τεθεί άλλως πως υπό περιορισμό της ελευθερίας του στο έδαφος της Δημοκρατίας για τυχόν αδίκημα που διαπράχθηκε ή για ποινή που επιβλήθηκε πριν από την αναχώρηση του κατάδικου από το κράτος έκδοσης και τότε το κράτος έκδοσης δύναται να ανακαλέσει το αίτημα διαμεταγωγής.

(5) Η απόφαση επί της αίτησης διαμεταγωγής λαμβάνεται κατά προτεραιότητα και σε κάθε περίπτωση εντός επτά ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης, με την επιφύλαξη της εφαρμογής του εδαφίου (6), και κοινοποιείται στο κράτος έκδοσης με οποιοδήποτε μέσο που μπορεί να αποτυπωθεί εγγράφως.

(6) Η λήψη απόφασης δυνάμει του εδαφίου (5) δύναται να αναβληθεί μέχρις ότου αποσταλεί η μετάφραση του πιστοποιητικού που προβλέπεται στο εδάφιο (1), νοουμένου ότι τέτοια μετάφραση έχει ζητηθεί.

(7) Ο κατάδικος δύναται να τεθεί υπό κράτηση μόνο για όσο χρονικό διάστημα είναι απολύτως απαραίτητο για τη διενέργεια της διαμεταγωγής μέσω του εδάφους της Δημοκρατίας.

(8) Σε περίπτωση διά αέρος διαμεταγωγής με προγραμματισμένο ενδιάμεσο σταθμό δεν απαιτείται η υποβολή αίτησης διαμεταγωγής στο κράτος που αποτελεί τον ενδιάμεσο σταθμό, όμως, σε περίπτωση έκτακτης προσγείωσης, η Κεντρική Αρχή οφείλει, εντός εβδομήντα δύο ωρών, να παράσχει στο κράτος, στο έδαφος του οποίου διενεργείται η έκτακτη προσγείωση, τα έγγραφα και τις πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (1).

Διατάξεις αναφορικά με την εκτέλεση

19.-(1) Η ποινή θα εκτελείται στη Δημοκρατία με τον ίδιο τρόπο ως εάν να είχε εξ’ αρχής επιβληθεί από αρμόδιο δικαστήριο της Δημοκρατίας.

(2) Το χρονικό διάστημα στέρησης της ελευθερίας που έχει ήδη εκτιθεί, αφαιρείται από τη συνολική διάρκεια της στερητικής της ελευθερίας ποινής.

(3) Κατόπιν σχετικής αίτησης, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης, ενημερώνει την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης αναφορικά με τις εφαρμοστέες διατάξεις για ενδεχόμενη πρόωρη ή υπό όρους αποφυλάκιση και το κράτος έκδοσης δύναται είτε να συμφωνήσει με την εφαρμογή των διατάξεων αυτών είτε να ανακαλέσει το πιστοποιητικό.

Κανόνας ειδικότητας

20.-(1) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), πρόσωπο το οποίο μεταφέρεται στη Δημοκρατία, δυνάμει του παρόντος Νόμου, δεν διώκεται, καταδικάζεται ή στερείται με άλλο τρόπο της ελευθερίας του για αδίκημα άλλο από αυτό για το οποίο μεταφέρεται, το οποίο διαπράχθηκε πριν από τη μεταφορά του.

(2) Το εδάφιο (1) δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Όταν το πρόσωπο, μολονότι είχε τη δυνατότητα να εγκαταλείψει το έδαφος της Δημοκρατίας, δεν το έπραξε εντός σαράντα πέντε ημερών από την οριστική απόλυσή του ή επέστρεψε σε αυτήν, αφού το είχε εγκαταλείψει·

(β) όταν το αδίκημα δεν τιμωρείται με στερητική της ελευθερίας ποινή ή στερητικό της ελευθερίας μέτρο·

(γ) όταν η ποινική διαδικασία δεν συνεπάγεται την εφαρμογή μέτρου περιοριστικού της προσωπικής ελευθερίας·

(δ) όταν στο εν λόγω πρόσωπο ενδέχεται να επιβληθεί ποινή ή μέτρο που δεν συνεπάγονται στέρηση της ελευθερίας, ιδίως χρηματική ποινή ή υποκατάστατο μέτρο, ακόμα και αν αυτή η ποινή ή το μέτρο ενδέχεται να περιορίζει την προσωπική ελευθερία του·

(ε) όταν ο κατάδικος συναινεί στη μεταφορά·

(στ) όταν ο κατάδικος, μετά την μεταφορά του, παραιτήθηκε ρητά από το ευεργέτημα του κανόνα της ειδικότητας, όσον αφορά συγκεκριμένα αδικήματα που τελέσθηκαν προγενέστερα της μεταφοράς του˙ η δήλωση παραίτησης γίνεται ενώπιον του κατά το εδάφιο (2) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου αρμόδιου δικαστηρίου, το οποίο προηγουμένως ενημερώνει τον κατάδικο για τις συνέπειες της παραίτησής του από τον κανόνα της ειδικότητας, καθώς και για το δικαίωμά του να παρίσταται με συνήγορο, εάν τούτο είναι αναγκαίο, και καταγράφεται στα πρακτικά·

(ζ) σε άλλες περιπτώσεις, πλην εκείνων που αναφέρονται στις παραγράφους (α) έως (στ) ανωτέρω, οσάκις το κράτος έκδοσης δίδει τη συγκατάθεσή του σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).

(3)(α) Η κατά την παράγραφο (ζ) του εδαφίου (2) συγκατάθεση ζητείται από την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται σ’ αυτήν και που συνοδεύεται από τις πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 4 του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και από τη μετάφραση που προβλέπεται στο εδάφιο (3) του εν λόγω άρθρου.

(β) Όταν ζητείται η συγκατάθεση της αρμόδιας αρχής έκδοσης, αυτή αποφαίνεται το αργότερο σε τριάντα ημέρες από την παραλαβή της αίτησης, καθώς και της μετάφρασης και των πληροφοριών που αναφέρονται στην παράγραφο (α)˙ συγκατάθεση απαιτείται στις περιπτώσεις που υπάρχει υποχρέωση παράδοσης του κατάδικου σύμφωνα με τον περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμο, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται:

Νοείται ότι, αναφορικά με τις περιπτώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 15 του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης παρέχει τις εγγυήσεις που προνοούνται στο υπό αναφορά άρθρο.

Αμνηστία, χάρη και αναθεώρηση της καταδικαστικής απόφασης

21. Οι πρόνοιες της τέταρτης παραγράφου του Άρθρου 53 του Συντάγματος εφαρμόζονται και επί καταδικαστικών αποφάσεων άλλων κρατών μελών που εκτελούνται στη Δημοκρατία.

Ενημέρωση για την παύση της εκτέλεσης της ποινής

22.-(1) Η Κεντρική Αρχή ενημερώνει πάραυτα την αρμόδια αρχή του κράτους εκτέλεσης σχετικά με κάθε απόφαση ή μέτρο συνεπεία του οποίου η ποινή παύει αμέσως ή εντός ορισμένης προθεσμίας να είναι εκτελεστή.

(2) Σε περίπτωση που η Δημοκρατία είναι το κράτος εκτέλεσης, μόλις ληφθεί από το κράτος έκδοσης η ενημέρωση σύμφωνα με το εδάφιο (1) ανωτέρω, η αρμόδια αρχή εκτέλεσης τερματίζει την εκτέλεση της ποινής.

Ενημέρωση του κράτους έκδοσης

23.-(1) Η αρμόδια αρχή εκτέλεσης ενημερώνει αμελλητί, μέσω της Κεντρικής Αρχής, την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, με οποιοδήποτε μέσο που μπορεί να αποτυπωθεί εγγράφως-

(α) για το γεγονός ότι η εκτέλεση της ποινής καθίσταται πρακτικώς αδύνατη εξαιτίας της αδυναμίας εντοπισμού του κατάδικου στο έδαφος της Δημοκρατίας, οπότε δεν υφίσταται πλέον υποχρέωση εκτέλεσης της ποινής στη Δημοκρατία·

(α1) για τη διαβίβαση της καταδικαστικής απόφασης και του πιστοποιητικού στην αρμόδια αρχή εκτέλεσης·

(β) για την οριστική απόφαση σχετικά με την αναγνώριση της καταδικαστικής απόφασης και την εκτέλεση της ποινής, συμπεριλαμβανομένης της ημερομηνίας της απόφασης·

(γ) για οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με την άρνηση αναγνώρισης της καταδικαστικής απόφασης και εκτέλεσης της ποινής σύμφωνα με το άρθρο 10 του παρόντος Νόμου, καθώς και για τους λόγους έκδοσης τέτοιας απόφασης·

(δ) για οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με την προσαρμογή της ποινής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5) του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου, καθώς και για του λόγους τέτοιας απόφασης·

(ε) για το χρόνο έναρξης και λήξης της περιόδου της υπό όρους απόλυσης του κατάδικου, εφόσον το πιστοποιητικό που εκδόθηκε από το κράτος έκδοσης προνοεί κάτι τέτοιο.

(2) Η Κεντρική Αρχή ενημερώνει αμελλητί την αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης, με οποιοδήποτε μέσο αποτυπώνεται εγγράφως-

(α) για οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με τη μη εκτέλεση της ποινής δυνάμει του άρθρου 21 του παρόντος Νόμου, καθώς και για του λόγους τέτοιας απόφασης·

(β) για τυχόν απόδραση του κατάδικου·

(γ) για το γεγονός ότι η ποινή έχει εκτελεστεί στο σύνολό της, μόλις η ποινή έχει εκτιθεί στο σύνολό της.

Συνέπειες μεταφοράς του κατάδικου

24.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2) και σε περίπτωση που η Δημοκρατία είναι το κράτος έκδοσης, με την έναρξη έκτισης της ποινής στο κράτος εκτέλεσης, κάθε διαδικασία εκτέλεσης της ποινής στο έδαφος της Δημοκρατίας διακόπτεται.

(2) Το δικαίωμα εκτέλεσης της ποινής επανέρχεται στη Δημοκρατία μόλις αυτή ενημερωθεί από το κράτος εκτέλεσης για τη μερική μη εκτέλεση της ποινής σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 23 του παρόντος Νόμου.

Έξοδα

25. Με εξαίρεση τα έξοδα μεταφοράς του κατάδικου στο κράτος εκτέλεσης και τα έξοδα που προέκυψαν αποκλειστικά στο κράτος έκδοσης, τα έξοδα που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος Νόμου επιβαρύνουν το κράτος εκτέλεσης.

Εκτέλεση ποινών βάσει ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης

26. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στο μέτρο που συνάδουν με τις διατάξεις του περί Ευρωπαϊκού Εντάλματος Σύλληψης και των Διαδικασιών Παράδοσης Εκζητουμένων Μεταξύ των Κρατών Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, αναφορικά με το σκοπό εκτέλεσης ποινής ή μέτρου ασφαλείας στερητικού της ελευθερίας, όταν δυνάμει της παραγράφου (ζ) του άρθρου 14 του εν λόγω Νόμου, η αρμόδια δικαστική αρχή της Δημοκρατίας αρνήθηκε την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης άλλου κράτους μέλους ή όταν, κατά την εκτέλεση ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης άλλου κράτους μέλους, ζήτησε όπως δοθεί η εγγύηση που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 15 του εν λόγω Νόμου.

Κατάργηση

27. Ο παρών Νόμος αντικαθιστά τις αντίστοιχες διατάξεις των πιο κάτω συμβάσεων:

(α) Περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Μεταφορά Καταδίκων της 21ης Μαρτίου 1983 και του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης αυτής της 18ης Δεκεμβρίου 1997·

(β) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Διεθνή Ισχύ των Ποινικών Αποφάσεων της 28ης Μαΐου 1970˙

(γ) του τίτλου ΙΙΙ, κεφάλαιο 5 της Σύμβασης της 19ης Ιουνίου 1990 περί εφαρμογής της Συμφωνίας του Σένγκεν της 14ης Ιουνίου 1985 σχετικά με τη σταδιακή κατάργηση των ελέγχων στα κοινά σύνορα˙

(δ) της Ευρωπαϊκής Σύμβασης ανάμεσα στα κράτη μέλη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων για την Εκτέλεση Αλλοδαπών Ποινικών Αποφάσεων

στο βαθμό που αυτές ισχύουν μεταξύ της Δημοκρατίας και των λοιπών κρατών μελών, χωρίς ωστόσο να θίγεται η εφαρμογή τους μεταξύ της Δημοκρατίας και τρίτων κρατών.

Διαδικαστικοί κανονισμοί

28. Το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να εκδίδει διαδικαστικούς κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

[Άρθρο 6(1)]

Πατήστε εδώ για το ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 
{Άρθρο 8(6)}
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΚΑΤΑΔΙΚΟ



Με την παρούσα, σας κοινοποιείται η απόφαση τ…………… ……………… (αρμόδια αρχή του κράτους έκδοσης) να διαβιβασθεί η καταδικαστική απόφαση του ……………………………………. (αρμόδιο δικαστήριο του κράτους έκδοσης) της ……………………… (ημερομηνία της απόφασης), ……………………… (αριθμός αναφοράς, εάν υπάρχει) στ……………… ………………… (κράτος εκτέλεσης) με σκοπό να αναγνωρισθεί και να εκτελεσθεί η ποινή την οποία επιβάλλει σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις οι οποίες υλοποιούν την απόφαση-πλαίσιο 2008/909/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2008 σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης σε ποινικές αποφάσεις οι οποίες επιβάλλουν ποινές στερητικές της ελευθερίας ή μέτρα στερητικά της ελευθερίας, για το σκοπό της εκτέλεσής τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η εκτέλεση της ποινής διέπεται από το δίκαιο τ……………….. …………………..(κράτος εκτέλεσης).  Οι αρχές του εν λόγω κράτους είναι αρμόδιες να αποφασίζουν σχετικά με τις διαδικασίες εκτέλεσης και να ορίζουν κάθε σχετικό μέτρο, περιλαμβανομένων των λόγων πρόωρης ή υπό όρους απόλυσης.

Η αρμόδια αρχή τ………………. ………………….. (κράτος εκτέλεσης) αφαιρεί την πλήρη περίοδο που ήδη εκτιθέντος τμήματος της στερητικής της ελευθερίας ποινής από τη συνολική διάρκεια της προς έκτιση ποινής.  Η ποινή δύναται να προσαρμοσθεί από την αρμόδια αρχή τ………………….. ……………………. (κράτος εκτέλεσης) μόνο εφόσον είναι ασυμβίβαστη με το δίκαιο του κράτους αυτού ως προς τη διάρκεια ή τη φύση της.  Η προσαρμοσμένη ποινή δεν πρέπει να επιβαρύνει την ποινή που έχει επιβληθεί στ………………. ………………….. (κράτος έκδοσης) με τη φύση ή τη διάρκειά της.